Ετικέτες

Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

I swear it's nothing more "Diamond heart "



Όπως και πριν από κάθε συναυλία έτσι και τώρα έκλεισα τα μάτια και άρχισα να τον σκέφτομαι.

Ένα χρόνο από εκείνη την ημέρα που έφυγε μακριά μου, ο πατέρας μου αρρώστησε βαριά και τον έχασα. Πριν φύγει όμως έβαλε τους έμπιστους του να διοικήσουν την τράπεζα για να με απαλλάξει από τα καθήκοντα μου για να με αφήσει ελεύθερη να ζήσω την ζωή μου όπως εγώ την είχα ονειρευτεί.

Η μοναξιά μου ήταν ένα πέπλο που με σκέπαζε και με βασάνιζε παγώνοντας την καρδιά μου κάθε μέρα όλο και πιο πολύ.

Η επιτυχία ήρθε πολύ γρήγορα και πολύς κόσμος ερχόταν από κάθε γωνιά της γης για να με ακούσει, αλλά το μοναδικό πρόσωπο που ήθελα εγώ να με ακούσει δεν ήρθε ποτέ ξανά.

Μια μέρα πήρα μια πρόσκληση για να πάω να τραγουδήσω στο εξωτερικό. Άρπαξα την ευκαιρία και από εκείνη την ημέρα γύριζα σε όλα τα μέρη της γης για να τραγουδάω, ελπίζοντας ότι μια μέρα θα μπορούσα να τον ξαναδώ.

Είχαν περάσει 3 χρόνια και όμως δεν είχα ξεχάσει ούτε μια στιγμή από όσα είχαμε περάσει μαζί. Είχα προσπαθήσει να αφήσω την καρδιά μου να αγαπήσει, αλλά κανείς δεν με έκανε να νιώσω ούτε στο ελάχιστο αυτό που ένιωθα με το άγγιγμα του, η καρδιά μου ποτέ δεν πετάρισε ξανά όπως πετάριζε με το βλέμμα του που κοίταζε μέσα στην ψυχή μου. Το πρόσωπο του στην μνήμη μου δεν είχε αλλοιωθεί ούτε στο ελάχιστο και κάθε μέρα ευχόμουν να τον ξαναδώ έστω και για μια ακόμα φορά.

«Δεσποινίς Μπέλα?» άκουσα πίσω μου την φωνή της πιστής μου Μπρεντας που πάντα ήταν κοντά μου και με ακολουθούσε σε κάθε μου βήμα. Άνοιξα τα μάτια μου και την είδα να μου χαμογελάει.

«αυτό είναι για σας» κράταγε ένα μικρό βελούδινο κουτί και μου το έτεινε για να το πάρω.

«από ποιον είναι?»

«δεν έχει κάρτα, πιστεύω ότι είναι από κάποιον κρυφό θαυμαστή σας» είπε και το χαμόγελο της έγινε πιο πλατύ. Η καρδιά μου στο άκουσμα αυτών των λέξεων άρχισε να χτυπά πιο γρήγορα και η ανάσα μου κόπηκε στην μέση.

Άνοιξα πολύ αργά το κουτάκι και είδα μέσα μια κόκκινη διαμαντένια καρδιά ανεκτίμητης αξίας. Τα μάτια μου δάκρυσαν και με το δάχτυλο μου άγγιξα απαλά την καρδιά λες και ήταν τόσο εύθραυστη που ακόμα και το άγγιγμα μου θα την έκανε κομμάτια. Κοίταξα την Μπρέντα στα μάτια και μου σκούπισε τα δάκρυα

«δεν νομίζω ότι θα ήθελε να σας δει να δακρύζετε............ είχε και εκείνη την ελπίδα όπως και εγώ ότι ήταν από εκείνον...... νομίζω ότι θα πηγαίνει τέλεια με το φόρεμα σας, ελάτε να το βάλουμε και να σας ετοιμάσω» είπε απαλά χαρίζοντας μου το πιο ζεστό της χαμόγελο.

Υπάκουσα και γύρισα στον καθρέφτη για να το δω απάνω μου. Το κρύο άγγιγμα της καρδιά με έκανε να ανατριχιάσω, ένιωσα σαν να με άγγιξε εκείνος και άλλο ένα δάκρυ ξέφυγε από τα μάτια μου, αλλά εγώ χαμογέλασα από ευτυχία.

Βγήκα στην σκηνή και άρχισα να τον ψάχνω με τα μάτια μου. Δεν ήταν πουθενά. Υποκλίθηκα στο κοινό μου και έκατσα στο πιάνο για να ξεκινήσω.

Μόλις άρχισε το προγραμματισμένο τραγούδι να παίζει, τα χέρια μου αρνήθηκαν να το ακολουθήσουν. Στην αίθουσα ακουγόντουσαν ψίθυροι απορίας αλλά εμένα δεν με πτόησε αυτό, γύρισα την ματιά μου και έκανα νόημα στον διευθυντή της ορχήστρας να σταματήσει.

Γύρισα πάλι την ματιά μου και κοίταξα στο κοινό, ελπίζοντας να τον δω με κομμένη την ανάσα, αλλά δεν ήταν πουθενά. Κοίταξα με ένταση στην κουρτίνα που ήταν στην είσοδο και τότε την είδα να κουνιέται ανεπαίσθητα και χαμογέλασα.

«αυτό το τραγούδι είναι μόνο για σένα» είπα χωρίς να παίρνω τα μάτια μου από το σημείο που ήξερα πολύ καλά ότι θα ήταν και του έτεινα το χέρι μου ελπίζοντας ότι θα δεχτεί την πρόσκληση να έρθει κοντά μου.

Όλο το κοινό γύρισε την ματιά του προς το μέρος που κοιτούσα εγώ και εκείνος εμφανίστηκε. Ήταν πιο όμορφος από όσο τον θυμόμουνα, πάντα εντυπωσιακός με μάτια λαμπερά να κοιτάνε μόνο εμένα.

Ήρθε στην σκηνή, έπιασε το χέρι μου απαλά και το φίλησε. Η καρδιά μου έχασε έναν χτύπο και αμέσως άρχισε να χτυπάει άρρυθμα όπως χτύπαγε πάντα στο άγγιγμα του.

Ακούμπησε απαλά στο πιάνο και εγώ έβαλα τα δάχτυλα μου πάνω στα πλήκτρα για να παίξω το τραγούδι που τον είχε μαγέψει.

Χαμογέλασε και χαμογέλασε όλος ο κόσμος μέσα μου.

Άρχισα να τραγουδάω χωρίς να κλείσω τα μάτια μου. Φοβόμουν τόσο πολύ πως μόλις τα κλείσω θα εξαφανιστεί.

Με άκουγε με κομμένη την ανάσα και μέσα στα μάτια του έβλεπα όλη την αγάπη του να ξεχειλίζει. Οι χτύποι της καρδιά μου συντονίστηκαν με το τραγούδι και έδωσα όλην μου την ψυχή σε αυτό.

Μόλις το τραγούδι τελείωσε ήταν ακόμα εκεί. Το πλήθος χειροκροτούσε με μανία, αλλά κανείς από τους δύο μας δεν τους άκουγε. Είχαμε μάτια μόνο ο ένας για τον άλλο.

Σηκώθηκα από την θέση μου αργά χωρίς να τον χάνω από την ματιά μου και τον πλησίασα. Έβαλα απαλά το χέρι μου πάνω στο μάγουλο του και έκλεισε τα μάτια παίρνοντας μια βαθιά τρεμάμενη αναπνοή. Ένιωσα σαν να δάκρυσε από αυτήν την επαφή άλλα κανένα δάκρυ δεν κύλησε από τα μάτια του.

Χωρίς να ανοίξει τα μάτια του με πήρε στην αγκαλιά του. Τύλιξα τα χέρια μου στον λαιμό του και άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο να απολαύσει την στιγμή.

Άφησε απαλά να ακουμπήσουν τα πόδια μου στο πάτωμα και έβαλε τα χέρια του στο πρόσωπο μου.

«το κοινό σου, περιμένει να το μαγέψεις»

«εγώ θέλω να μαγέψω μόνο εσένα, για να σε κάνω να μην ξαναφύγεις ποτέ» χαμογέλασε και με πήρε από το χέρι οδηγώντας με πάλι στο πιάνο.

Όταν με έβαλε να κάτσω, έφερε το χέρι μου στα χείλι του, άφησε ένα απαλό φιλί και με άφησε μόνη μου για να ξεκινήσω.

Δεν έβλεπα που ήταν όμως ήξερα ότι ήταν εκεί και με άκουγε. Ήταν η καλύτερη συναυλία που είχα δώσει σε ολόκληρη την ζωή μου. Έπαιζα μέσα απο την ψύχη μου, έπαιζα μόνο για εκείνον.

Μόλις το τελευταίο μου κομμάτι έσβησε, σηκώθηκα από την θέση μου και υποκλίθηκα σαρώνοντας με την ματιά μου κάθε πρόσωπο που με κοιτούσε, ψάχνοντας τον. Για άλλη μια φορά είχε εξαφανιστεί αλλά εγώ ήμουν ευτυχισμένη. Τον είχα δει για άλλη μια φορά και αυτό ήταν αρκετό για να μου δώσει δύναμη να συνεχίσω να τον ψάχνω με τον τρόπο που μόνο εγώ ήξερα, ελπίζοντας ότι στο μέλλον θα μου δινόταν άλλη μια ευκαιρία σαν την σημερινή να τον ξαναδώ.

*.*.*.*.*.*.*.*.*.*.*.*

Έβλεπα τα δέντρα από το τζάμι του τρένου να απομακρύνονται και ένιωθα ότι άφηνα πίσω μου κάθε κύτταρο του κορμιού μου.

Με την φαντασία μου ήμουν απάνω στην σκηνή να παίζω πιάνο και να τραγουδώ μόνο για εκείνον. Ένα δάκρυ κύλησε και ένιωσα δύο παγωμένα χείλι να τα απομακρύνουν.

«μου είχες υποσχεθεί ότι δεν θα ξαναδακρύσεις» άκουσα την βελούδινι φωνή του να μου ψυθιρίζει κοντά στο αυτί μου και έκλεισα τα μάτια κόβοντας την ανάσα μου στην μέση.

Γύρισα το κεφάλι μου προς το πρόσωπο του με τα μάτια μου ακόμα κλειστά. Φοβόμουν τόσο πολύ ότι όλο αυτό ήταν μόνο στην φαντασία μου που ήξερα καλά ότι αν ανοίξω τα μάτια μου και δεν τον δω εκεί η καρδιά μου θα πονούσε τόσο πολύ που θα σταμάταγε να χτυπάει.

Το απαλό του άγγιγμα στο μάγουλο μου, έφερε την επιβεβαίωση που ζητούσα και τότε τα άνοιξα για να αντικρίσω τα δικά του.

Ρίχτηκα στην αγκαλιά του και άρχισα να κλαίω αφήνοντας να ξεχυθούν όλα τα δάκρυα που κράταγα σφραγισμένα όλα αυτά τα χρόνια, η καρδιά μου κάλπαζε σαν να ήθελε να βγει από το στήθος μου, εκείνος όμως δεν κουνήθηκε, με άφησε εκεί να βγάλω όλα όσα με έπνιγαν όλον αυτόν τον καιρό, κρατόντας με σφηχτά στην αγκαλιά του.

«προσπάθησα, σου το ορκίζομαι ότι προσπάθησα άλλα δεν μπορώ να σε βγάλω από την ζωή μου. Για μένα εσύ είσαι όλη μου η ζωή» του έλεγα μέσα από τους λυγμούς μου και εκείνος με έσφιγγε στην αγκαλιά του περισσότερο για να με παρηγορήσει.

«Ιζαμπέλα μου, είσαι ο άγγελος τον αγγέλων, ο άγγελος της ψυχής μου» είπε και ένιωσα την καρδιά μου να ζωντανεύει και να βγαίνει από το σκοτάδι που τόσο καιρό ήταν κλεισμένη.

Όταν στέρεψα από δάκρυα, με σήκωσε και με έβαλε να κάτσω πάνω στο κάθισμα του βαγονιού και χωρίς να αφήνει τα χέρια μου από τα δικά του, έκατσε δίπλα μου.

«τι θα κάνω εγώ με σένα?............. είπε απελπισμένα, πήγα να μιλήσω άλλα έβαλε το δάκτυλο του στο στόμα μου για να με διακόψει........ άσε με να σου πω αυτά που θέλω.......... συνέχισε και εγώ απλός κούνησα το κεφάλι μου για να τον αφήσω να συνεχίσει............... αν υπήρχε έστω και ένας τρόπος να γίνω και πάλι άνθρωπος για χάρη σου, θα πλήρωνα κάθε τίμημα, μόνο και μόνο για να είμαι κοντά σου. Όμως άγγελε μου δεν υπάρχει κανένας τρόπος να ξαναγίνω»

«τότε κάνε εμένα αυτό που είσαι» είπα απελπισμένα χωρίς να το σκεφτώ

Χαμογέλασε θλιμμένα και χαμήλωσε την ματιά του από την δική μου μόνο για μια στιγμή.

«χίλιες φορές να πάρω ένα παλούκι και να το καρφώσω εγώ ο ίδιος στην καρδιά μου παρά να πίσω τον εαυτό μου να σου κάνει αυτό το κακό»

«παλούκι?»

«δεν έχεις καταλάβει ακόμα τι ακριβός είμαι, σωστά?» κούνησα το κεφάλι αρνητικά.

Όλα αυτά τα χρόνια με πόναγε τόσο η απώλεια του που ποτέ δεν είχα κάτσει να σκεφτώ στην πραγματικότητα τι ήταν αυτό που μας χώρισε τελικά.

«Ιζαμπέλα μου....... είμαι........ βρυκόλακας» είπε αργά αργά ξεχωρίζοντας την κάθε λέξη

Άνοιξα τα μάτια μου διάπλατα και πήρα μια βαθιά ανάσα καθώς συνειδητοποιούσα τα λόγια του σαστισμένη.

«βρ..βρ» τραύλισα ακόμα προσπαθώντας να το πιστέψω

«βρυκόλακας» επανέλαβε την λέξη κοιτώντας μέσα στα μάτια μου περιμένοντας την αντίδραση μου

«ήρθες να με πείσεις να σε ξεχάσω» είπα δυνατά την σκέψη μου χαμηλώνοντας τα μάτια μου με απελπισία, συνειδητοποιώντας ότι δεν είχε έρθει για να μείνει όπως αρχικά πίστεψα.

Έβαλε το δάχτυλο του κάτω από το σαγόνι μου και με ανάγκασε να τον κοιτάξω στα μάτια. Η ματιά του ήταν γεμάτη πόνο και απογοήτευση.

«δεν σου αξίζει μια μοίρα σαν και αυτήν, θέλω να ζήσεις μια κανονική ζωή. Να αγαπήσεις και να αγαπηθείς με τον πιο κατάλληλο άνθρωπο που υπάρχει στην γη μόνο για σένα, να παντρευτείς, να κάνεις οικογένεια και σε βαθιά γεράματα να κλείσεις τα μάτια σου περιτριγυρισμένη από μια χορτασμένη ζωή γεμάτη αγάπη και ευτυχία.»

Έσμιξα τα φρύδια μου και άφησα τον πόνο μου να εκδηλωθεί στην ματιά μου, αφήνοντας τα δάκρυα να ξεχειλίσουν.

«μόνο κοντά σου θα μπορέσω να είμαι ευτυχισμένη» κούνησε το κεφάλι του

«αν σε αφήσω να μείνεις κοντά μου, μόνο δυστυχία θα μπορέσω να σου χαρίσω»

«δεν το πιστεύω αυτό»

«γιατί δεν θες να δεις την αλήθεια»

«η μόνη αλήθεια για μένα είναι ότι μόνο όταν σε σκέφτομαι, όταν σε βλέπω μέσα στα όνειρα μου ή όταν σε νιώθω, είμαι ολοκληρωμένη»

«άγγελε μου........... έκλεισε τα μάτια του........... πρέπει να με ξεχάσεις, πρέπει να συνεχίσεις την ζωή σου, σαν να μην υπήρξα ποτέ»

«όχι αυτό δεν θα γίνει ποτέ» είπα με πείσμα

«σε παρακαλώ θέλω να με αφήσεις να σου πάρω τις αναμνήσεις για να μπορέσεις να το κάνεις»

«τι? Όχι, όχι ποτέ, σε παρακαλώ ............. είπα απελπισμένα ........... σε παρακαλώ είναι το μόνο που μου έχει απομείνει, σε παρακαλώ μην μου στερήσεις το τελευταίο πράγμα που μου έχει απομείνει. Δεν έχω τίποτα άλλο για να με κάνει να κρατηθώ σε αυτήν την ζωή. Σε παρακαλώ» Με πήρε κατευθείαν στην αγκαλιά του και με φυλάκισε εκεί.

«το ξέρω καρδιά μου, το ξέρω γι αυτό και δεν θα το έκανα ποτέ χωρίς την άδεια σου»

«πως το ξέρεις?»

«ποτέ δεν έπαψα να είμαι δίπλα σου, σε κάθε σου βήμα ήμουν και εγώ εκεί, κριμένος στην σκια να σε βλέπω από μακριά να τραγουδάς μόνο για μένα, πάντα ψάχνοντας μέσα στο πλήθος για να με δεις και μόλις καταλάβαινες ότι δεν ήμουν εκεί, στα μάτια σου διάβαζα την θλίψη σου και αυτό με πονούσε ακόμα πιο πολύ»

«τότε γιατί?»

«γιατί είναι λάθος καρδιά μου δεν το βλέπεις?»

«λάθος?»

«ναι είναι το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μας. Άλλο είναι να κάνω την καρδιά μου να υποφέρει και άλλο να υποφέρεις και εσύ το ίδιο με μένα. Χίλιες φορές να λιώνω σαν το κερί κάθε μέρα μακριά σου παρά να σου καταστρέψω την ίδια σου την ζωή. Σε παρακαλώ πρέπει να με ξεχάσεις, πρέπει να προσπαθήσεις να βρεις την ευτυχία που σου αξίζει»

«δεν μπορώ»

«πρέπει καρδιά μου» κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά και σφίχτηκα περισσότερο στην αγκαλιά του βάζοντας όση δύναμη είχα παλεύοντας να τον φυλακίσω εκεί ελπίζοντας αυτή η δύναμη να έφτανε για να τον κρατήσω κοντά μου. Άλλα εκείνη την στιγμή θυμήθηκα την υπόσχεση που του είχα δώσει - «ορκίζομαι ότι οποιαδήποτε στιγμή θελήσετε να φύγετε από δίπλα μου, εγώ η ίδια θα διαλύσει αυτήν την υπόσχεση για να σας απελευθερώσω από αυτά τα δεσμά» - όταν είχε έρθει να με σώσει από την φυλακή που μου ετοίμαζε ο πατέρας μου και τον άφησα.

«είσαι ελεύθερος να φύγεις ήσυχος. Αν αυτό που θέλεις είναι να φύγεις μακριά μου τότε θα εκπληρώσω τον όρκο που σου έχω δώσει και θα σε αφήσω να φύγεις»

«γιατί δεν μπορείς να καταλάβεις αυτό που σου λέω?»

«να καταλάβω τι?»

«αυτό που θέλω δεν είναι να φύγω μακριά σου»

«τότε?»

«θέλω να σε κάνω να καταλάβεις γιατί δεν μπορώ να είμαι κοντά σου και να αφήσεις την καρδιά σου ελεύθερη από τα δεσμά μου. Θέλω εσύ να φύγεις από δίπλα μου και να με διώξεις μακριά για να μπορέσεις να ζήσεις μια φυσιολογική ζωή αλλά ότι και να σου πω ότι και να κάνω δεν σε πείθει τίποτα και αυτό με πληγώνει περισσότερο, ακόμα και η γνώση ότι είμαι το χειρότερο τέρας που υπάρχει στην ιστορία, ακόμα και αυτό δεν δείχνει να σε ενοχλεί και αυτό με τρελαίνει. Πως μπορεί να μην σε νοιάζει το τι είμαι?»

«Σ΄αγαπάω, δεν ξέρω αν αυτό είναι αρκετό για σένα, άλλα δεν ξέρω πως αλλιώς μπορώ να σε κάνω να καταλάβεις ότι δεν με νοιάζει τίποτα άλλο από αυτό. Τα δύο τελευταία χρόνια γυρίζω από χώρα σε χώρα και από πόλη σε πόλη ψάχνοντας να σε βρω, ελπίζοντας ότι έστω και για μια ακόμα φορά θα δω τα μάτια σου να κοιτάζουν στην ψυχή μου, έτσι όπως κανένας άλλος δεν με έχει κοιτάξει, να με αγγίξεις για άλλη μια φορά έτσι όπως κανείς άλλος δεν με άγγιξε ποτέ, να μου δώσεις άλλο ένα τελευταίο φιλί για να μπορέσω να κάνω την καρδιά μου να ξυπνήσει. Γιατί δεν μπορείς να το δεις? Η καρδιά μου μακριά σου είναι νεκρή και μόνο εσύ την κάνεις να χτυπά...............Δεν είπε τίποτα άλλο, ακούμπησε το μέτωπο του απάνω στο δικό μου και έκλεισε τα μάτια, αλλά ακόμα δεν είχε παραδοθεί. Έκανα μια τελευταία απελπισμένη προσπάθεια..................... η δική μου καρδιά όταν είσαι μακριά μου είναι πιο νεκρή από την δική σου, οι χτύποι της είναι βουβοί. Γιατί δεν θες να δεις την δική μου αλήθεια? Γιατί προσπαθείς να με κάνεις να δω μόνο μια αλήθεια που μακριά σου δεν υπάρχει?»

«γιατί δεν σου αξίζει κάτι τέτοιο, σου αξίζουν πολλά περισσότερα από αυτό»

Σήκωσα το κεφάλι μου και τον κοίταξα στα μάτια, με κοίταξε και εκείνος, τότε άφησα τα χείλια μου να αγγίξουν τα δικά του και τον ένιωσα που έτρεμε, το ήθελε όσο και εγώ. Πήρε το πρόσωπο μου στα χέρια μου και άρχισε να με φιλάει απελπισμένος, έδινε όλον του τον εαυτό σε αυτό το φιλί και ένιωθα ότι έκλαιγε χωρίς δάκρυα στα μάτια.

«Σ’ αγαπώ όσο δεν αγάπησα ποτέ κανέναν άλλον, για μένα πάντα θα είσαι όλη μου η ζωή, ο λόγος της ύπαρξης μου, αλλά δεν αξίζω να είμαι δίπλα σου, δεν αξίζω ούτε ένα δάκρυ σου» επαναλάμβανε τα λόγια που μου είχε πει το βράδυ που με είχε αφήσει, σκορπίζοντας φιλιά σε όλο μου το πρόσωπο. Κάθε του φιλί ήταν και ένας χτύπος στην καρδιά μου, έπρεπε να βρω έναν τρόπο για να τον πίσω πριν τον χάσω πάλι, ένιωθα ότι με αποχαιρετούσε και δεν το άντεχα αυτό, δεν θα άντεχα να με αφήσει πάλι πίσω

«όσο μακριά και να πας εγώ δεν θα σταματήσω να σε ψάχνω, κάθε μέρα θα γυρίζω από πόλη σε πόλη και από χώρα σε χώρα για να σε βρω, μέχρι να κλείσω τα μάτια μου» σταμάτησε το φιλί του και με κοίταξε βαθιά στα μάτια

«και εγώ πάντα θα είμαι δίπλα σου κριμένος στην σκια να σε βλέπω να τραγουδάς μόνο για μένα» είπε και με φυλάκισε στην αγκαλιά του καταθέτοντας τα όπλα

Τον έσφιξα κοντά μου και άρχισα πάλι να αναπνέω χωρίς πόνο, άρχισα πάλι να ζω ξέροντας ότι τώρα πια δεν θα με αφήσει.

ESCAPE POLH FANTASMA