Ετικέτες

Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010

Ραντεβού με την ταχύτητα "Η επόμενη μέρα 2"

Είχε περάσει αρκετή ώρα άλλα η Μπέλα δεν είχε ρίξει τα μούτρα της να έρθει να με βρει.

Αν δεν ήξερα ότι ήταν οι τελευταίες ώρες που θα περνάγαμε μόνο οι δυο μας μαζί ποτέ δεν θα πήγαινα να την βρω άλλα κάτι μέσα μου με έκανε να νιώθω αγωνία. Μου είχε ζητήσει συγνώμη και το πίστευε άλλα δεν περίμενα ότι το πείσμα της θα ήταν τόσο μεγάλο ώστε να μην με αναζητήσει καθόλου.

Αφού είδα ότι δεν ήταν στο δωμάτιο της πήρα την απόφαση να κατέβω κάτω να την ψάξω, αυτό όμως που αντίκρισα με σόκαρε για τα καλά.

Την βρήκα στην τραπεζαρία την οποία την είχε τακτοποιήσει τόσο άψογα που δεν θα πίστευες ποτέ τι είχε γίνει το προηγούμενο βράδυ, άλλα αυτό που με έκανε να παγώσω ήταν η ίδια. Ήταν πεσμένη στα γόνατα ακόμα με τα εσώρουχα που την είχα αφήσει και με ένα πανί έτριβε με μανία το πάτωμα. Όλο το πάτωμα ήταν καθαρό άλλα εκείνη συνέχιζε με μανία να τρίβει ένα μόνο σημείο χωρίς να καταλαβαίνει τι γίνετε γύρο της.

«Μπέλα?» της μίλησα για να αντιληφθεί την παρουσία μου ώστε να μην τρομάξει άλλα εκείνη δεν έδειξε να ακούει την φωνή μου και συνέχιζε με την ίδια μανία να το τρίβει.

Έτρεξα κοντά της και τις έπιασα τα χέρια για να σταματήσει και εκείνη προσπαθούσε να τα ελευθερώσει

«άφησε με πρέπει να το καθαρίσω, αλλιώς θα καταλάβει ότι το σκότωσα» την άκουσα να λέει και μου έκοψε το αίμα. Πως μπόρεσα να πιστέψω μετά από όσα μου είχε πει εχθές το βράδυ ότι όλα αυτά δεν θα της άφηναν κατάλοιπα και σίγουρα πιστεύω ότι μου είπε τουλάχιστον το 1/3 από όλα όσα έχει περάσει για να μην με τρομάξει. Ψυχανάγκαζε τον εαυτό της για να μην μπορεί να δει κανείς αυτά που ένιωθε και το αποτέλεσμα ήταν να τα κρατάει όλα μέσα της και να τα συσσωρεύει καταστρέφοντας τον εαυτό της.

«Μπέλα μου είναι καθαρό άφησε το κάτω» προσπάθησα άλλη μια φορά

Γύρισε την ματιά της σε μένα και πάγωσα, ήταν η πιο νεκρή ματιά που έχω δει ποτέ στην ζωή μου

«δεν ξέρεις εσύ» είπε σκληρά και συνέχισε με μανία να κάνει ότι και πριν

Της πήρα από το χέρι το πανί, την πήρα στην αγκαλιά μου και την ανέβασα απάνω. Όλη την ώρα πάλευε και ούρλιαζε άλλα εγώ δεν την άφηνα να μου ξεφύγει. Την έβαλα στο μπάνιο και την κράτησα πιο σφιχτά στην αγκαλιά μου ενώ ταυτόχρονα άνοιξα το κρύο νερό και το έβαλα να πέφτει απάνω της. Στην αρχή ούρλιαξε από το κρύο που ένιωσε και άρχισε πάλι να παλεύει, αλλά όταν γύρισε η συνείδηση της με κοίταξε στα μάτια είπε το όνομα μου με απορία και μόλις κατάλαβε τι είχε γίνει άρχισε να σφίγγετε στην αγκαλιά μου και να κλαίει ζητώντας μου συγνώμη.

Έκλεισα το νερό και την πήγα στο κρεβάτι παίρνοντας μαζί μου μια πετσέτα για να την σκουπίσω, αφού έβγαλα τα ρούχα μας για να μην κρυώσουμε, την τύλιξα με την πετσέτα και την έβαλα να ξαπλώσει. Έψαξα στις ντουλάπες για μια κουβέρτα και αφού την βρήκα την τύλιξα με αυτήν και την πήρα στην αγκαλιά μου.

Όλη αυτήν την ώρα δεν είχε σταματήσει να κλαίει, αλλά μόλις ένιωσε την αγκαλιά μου άρχισε να χαλαρώνει και να ηρεμεί.

«μίλησε μου» την παρακάλεσα όταν είχε πια ηρεμήσει

«τι θες να σου πω, ότι είμαι μια τρελή?»

«Μπέλα μην το κάνεις αυτό στον εαυτό σου σε παρακαλώ» δεν μου απαντούσε συνέχιζε να κοιτάει απέναντι με απλανές βλέμμα.

Την ανάγκασα να γυρίσει το κεφάλι για να με κοιτάξει στα μάτια, δεν είχε άλλο κουράγιο να παλέψει και έτσι το γύρισε.

«μίλησε μου» την παρακάλεσα άλλη μια φορά

«δεν έχω κάτι να πω» άφησα την αναπνοή μου δυνατά και της απομάκρυνα τα μαλλιά από το πρόσωπο της δίνοντας της ένα φιλί στο μέτωπο

«θες να κοιμηθείς λίγο?»

«όχι δεν μπορώ»

«προσπάθησε λίγο θα σου κάνει καλό»

«και τι ξέρεις εσύ τι είναι καλό για μένα και τι όχι?» σίγουρα είχε γυρίσει η Μπέλα που γνώρισα

«κάνε αυτό που θέλεις άλλα σε παρακαλώ μην μου μιλάς έτσι το ξέρεις ότι με πληγώνεις όταν το κάνεις αυτό»

«ναι ξέχασα ότι μιλάω σε ένα μωρό που πληγώνετε με το παραμικρό και δεν ξέρει πως να χειριστεί μια δύσκολη κατάσταση» είπε γυρίζοντας μου πάλι την πλάτη της

«είσαι πολύ άδικη»

«αυτή είμαι και σε όποιον αρέσω. Στο κάτω κάτω ποτέ δεν το έκρυψα, αν δεν σου αρέσει εκεί είναι η πόρτα»

«σταμάτα»

«γιατί? Επειδή δεν αντέχεις την αλήθεια?»

«γιατί αυτό δεν είσαι εσύ και το κάνεις μόνο και μόνο για να με κάνεις να φύγω, αλλά εγώ δεν θα σου κάνω την χάρη, θα μείνω μέχρι τέλος το κατάλαβες» τις είπα απότομα και την ανάγκασα να με κοιτάζει, το βλέμμα της ήταν ψυχρό και δεν έκανε καμία προσπάθεια να βγάλει την μάσκα για να μου μιλήσει.

«έτσι λες?» συνέχισε την ίδια τακτική.

«μίλα μου σε παρακαλώ» έκανα άλλη μια προσπάθεια

«τι θες να σου πω, ότι έχω σύνδρομο πολλαπλής προσωπικότητας με τάσεις αυτοκαταστροφής? Ορίστε στο είπα, αλλάζει κάτι τώρα? Έτσι κι αλλιώς αργά ή γρήγορα θα το καταλάβεις και από μόνος σου και θα φύγεις αφού πρώτα μου έχεις πάρει την ψυχή όπως και όλοι οι άλλοι. Τι θες λοιπόν να σου πω από αυτά που είδες ή δεν είδες μόνος σου ή που δεν σου είπα μόνη μου σαν ηλίθια εχθές το βράδυ. Λοιπόν? τι θες να σου πω?» τα δάκρυα είχαν γυρίσει άλλα δεν μπόρεσε να τα σταματήσει

«καρδιά μου...........είπα μόνο γιατί πραγματικά δεν ήξερα τι άλλο να πω και την έβαλα να ακουμπήσει στο στήθος μου χαϊδεύοντας τα μαλλιά της απαλά και αφήνοντας της φιλιά στην κορυφή του κεφαλιού της........... δεν πρόκειται να σε αφήσω»

Δεν είπε τίποτα έμεινε εκεί ακίνητη γραπωμένη από τον λαιμό μου λες και ήταν η τελευταία αγκαλιά που μοιραζόταν μαζί μου και κάποια στιγμή την πήρε ο ύπνος.

Όταν άνοιξα τα μάτια μου δεν ήταν πουθενά. Πήγα κατευθείαν στο δωμάτιο μου να ντυθώ και κατέβηκα κάτω να την ψάξω. Την βρήκα στο σαλόνι να κοιτάει έξω από το παράθυρο και να καπνίζει. Αμέσως έτρεξα κοντά της και έβαλα τα χέρια μου στην μέση της παίρνοντας την αγκαλιά.

«πως είσαι?» την ρώτησα γεμάτος αγωνία

«έχω αγώνα σε λίγο και θα φύγω, εσύ μπορείς να κάτσεις εδώ μέχρι το πρωί» είπε ψυχρά

«Μπέλα δεν πάω πουθενά»

«η Μάργκαρετ είναι στο δωμάτιο της, αν θες καμία περιπέτεια είναι περισσότερο από πρόθυμη να σε ικανοποιήσει» συνέχισε απτόητη

«Μπέλα σύνελθε δεν με νοιάζει καμία άλλη εκτός από σένα»

«τα πράγματα σου είναι στο δωμάτιο σου, το αεροπλάνο σου πετάει στις 6 το πρωί, μην χάσεις την πτήση» συνέχισε σαν να μην είχα μιλήσει ποτέ, έσβησε το τσιγάρο και γύρισε να φύγει χωρίς να με κοιτάξει

«Μπέλα δεν πάω πουθενά»

«δεν έχεις άλλη επιλογή» πέταξε ξερά και την έπιασα από το χέρι για να την σταματήσω

«κοίταξε με.............δεν με κοίταγε........... κοίταξε με που να πάρει» της φώναξα και γύρισε το βλέμμα της σε μένα, είχε βάλει το προσωπείο της και ήταν πιο ψυχρή από ποτέ

«έχω έναν δύσκολο αγώνα, γι αυτό θα σε παρακαλέσω να με αφήσεις να πάω να ετοιμαστώ»

«θα έρθω μαζί σου»

«όχι Έντουαρτ τέλος τα παιχνιδάκια, δεν μου κάνεις γι αυτό ξεκίνα να πακετάρεις, πάρε ότι θες και φύγε από εδώ»

«το μόνο που θέλω είσαι εσύ, τίποτα άλλο δεν με νοιάζει»

«λάθος, θέλεις την ελευθερία σου και εγώ σου την εξασφάλισα, γι αυτό τώρα καλό είναι να με αφήσεις» είπε και τράβηξε το χέρι της βίαια από το δικό μου και έφυγε

Πήγα στο δωμάτιο μου και πράγματι όλα μου τα χαρτιά και τα πράγματα ήταν εκεί. Πήρα τα χαρτιά στα χέρια μου και τα διάβαζα χωρίς να ξέρω γιατί. Όταν είδα το όνομα μου στα χαρτιά όπως και μια επιταγή με ένα τεράστιο ποσό απάνω, μου ήρθε μια αναλαμπή. «θέλεις την ελευθερία σου και εγώ σου την εξασφάλισα» τι είχε βάλει στο μυαλό της? Τι εννοεί ότι μου την εξασφάλισε.

Χωρίς να χάνω καιρό πήρα τον Τζες τηλέφωνο

«ναι?»

«έλα Τζες ο Έντουαρτ είμαι, ξέρεις σε ποιον αγώνα θα τρέξει σήμερα η Μπέλα?»

«περίμενα ότι θα με πάρεις, με είχε προειδοποιήσει η Μπέλα. Συγνώμη αδελφέ άλλα μου ζήτησε να μην σου πω. Σου εύχομαι καλό ταξίδι και ελπίζω να κάνεις μια νέα καλύτερη αρχή»

«Τζες σύνελθε κάτι σκαρώνει»

«τι εννοείς?»

«είπε ότι εξασφάλισε την ελευθερία μου, πες μου θα τρέξει με τον Ρεηζορ?»

«ναι»

«με το δικό μου αυτοκίνητο?»

«ναι» είπε αποπροσανατολισμένος προσπαθώντας να καταλάβει τι προσπαθούσα να του πω

«Τζες πες μου αμέσως την διαδρομή να πάω να την προλάβω»

«πιστεύεις»

«ότι τρέχει κάνοντας εμένα για να σκοτωθεί και να με ελευθερώσει»

«όχι πως δεν το σκέφτηκα αυτό»

«άστα αυτά τώρα και πες μου που να την βρω»

«πάρε ένα αμάξι και ακολούθα την πορεία που θα σου στείλω, θα βρεθούμε στην μέση της διαδρομής να σου δώσω ένα αγωνιστικό. Σε παρακαλώ τρέξε να την προλάβεις»

«ξεκινάω» είπα μόνο και έκλεισα το τηλέφωνο ενώ ήμουν ήδη στο γκαράζ και έμπαινα στο πιο γρήγορα μάξι της.

Όταν συναντηθήκαμε με τον Τζες στην μέση της διαδρομής ήταν σοκαρισμένος, έβαλε το χέρι του στον ώμο μου παρακαλώντας με βουβά να την προλάβω και έφυγα χωρίς να πούμε τίποτα άλλο.

Μου είχε δώσει μια διαδρομή παράλληλη με την δική της για να καταφέρω να βγω μπροστά της και όταν εκείνη το κατάλαβε με κάλεσε.

«Τζες τι στο καλό κάνεις???»

«δεν είμαι ο Τζες»

«Έντουαρτ??»

«σταμάτα το αυτοκίνητο τώρα, ξέρω τι πας να κάνεις»

«Έντουαρτ φύγε τώρα, αν σε καταλάβει ο Ρεηζορ θα στιγματιστείς για πάντα»

«δεν πάω πουθενά αν δεν έρθεις μαζί μου»

«Έντουαρτ δεν είναι παιχνίδι, φύγε τώρα»

«όχι δεν φεύγω αν δεν μου πεις γιατί το κάνεις αυτό»

«είναι ο μόνος τρόπος να καθαρίσω το όνομα σου, σε παρακαλώ σήκω και φύγε τώρα, πριν να είναι αργά»

«Μπέλα σταμάτα τώρα, σου το λέω μια και καλή αν πέσεις θα πέσω και εγώ μαζί σου»

«ΟΧΙΙΙΙ.............. αυτό την ταρακούνησε και άρχισε να κλαίει ............. φύγεεεεε»

«δεν φεύγω, σταμάτα τώρα το αυτοκίνητο»

«σε παρακαλώ, φύγε»

«γιατί το κάνεις αυτό Μπέλα, σε παρακαλώ πες μου τουλάχιστον αυτό»

«φύγε δεν σου αξίζει μια τρελή σαν και μένα»

«Μπέλα δεν θα το ξαναπώ σταμάτα το αυτοκίνητο τώρα»

«φύγεεεε» είπε ξεψυχισμένα

«ήταν όλα ψέματα έτσι?»

«όχι»

«δεν με έκανες ανεξάρτητο για να με βάλεις στο παιχνίδι αλλά για να με βγάλεις από αυτό............ δεν απαντούσε............. με έβαλες να τρέξω με τους μπάτσους χωρίς να δει κανείς το πρόσωπο μου για να τον προκαλέσεις εσύ και να τον κάνεις να πιστέψει ότι είμαι εγώ αυτός που σκοτώθηκε............... μου είπες την ιστορία σου για να σε θυμάμαι όπως πραγματικά είσαι και όχι όπως σε βλέπανε όλοι οι άλλοι............... και το διήμερο αυτό ήταν για να με αποχαιρετήσεις και όχι για να μου δείξεις πως θα είμαστε μαζί όταν ξανασμίγαμε έτσι δεν είναι???......... Μπέλα απάντησε μου έτσι δεν είναι???.............. τα είχες σχεδιάσει όλα από την αρχή έτσι δεν είναι???»

«φύγεεε, δεν ξέρεις τίποτα»

«τότε πες μου Μπέλα γιατί? Γιατί καταστρέφεις ότι είχαμε φτιάξει? Γιατί με έκανες να πιστεύω ότι έχουμε ένα μέλλον μαζί ενώ εσύ από την αρχή είχες στο μυαλό σου να το καταστρέψεις»

«δεν ήταν ψέμα, τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν ψέμα» είπε λυγίζοντας

«τότε γιατί Μπέλα? Γιατί δεν σταματάς? Σε παρακαλώ πες μου τουλάχιστον αυτό»

«γιατί είμαι έγκυος»

«Μπέλα σταμάτα τώρα και περίμενε με να έρθω να σε πάρω»

«γιατί μου είπαν ότι αν δεν το σκοτώσω θα βγει ή νεκρό ή πολύ άρρωστο»

«Μπέλα σε παρακαλώ σταμάτα τώρα το αυτοκίνητο» δεν με άκουγε, συνέχισε να τα βγάζει από μέσα της χωρίς να ακούει τίποτα από όσα τις λεγα

«και φταίω εγώ»

«Μπέλα κανείς δεν φταίει σε παρακαλώ μην κάνεις καμία ανοησία»

«φταίω μόνο εγώ και η ηλίθια αρρώστια μου, αν δεν έπαιρνα τα φάρμακα τώρα θα μπορούσε να είχε μια ευκαιρία. Τα σταμάτησα σου το ορκίζομαι προσπάθησα να το σώσω άλλα ο γιατρός είπε ότι ήταν ήδη πολύ αργά. Δεν σου αξίζει μια σαν και εμένα Έντουαρτ, δεν σου αξίζει μια τρελή»

«Μπέλα σταμάτα τώρα δεν θα το ξαναπώ, αν πέσεις θα πέσω και εγώ μαζί σου»

«συγνώμη Έντουαρτ για όλα. Σ’ αγαπώ»

Είπε μόνο και άρχισε να τρέχει προς τον γκρεμό. Μέχρι εκείνη την ώρα είχα προλάβει και είχα βγει στην πορεία της από το αντίθετο ρεύμα και κατευθυνόμουν προς τα πάνω της προκειμένου να την εμποδίσω να πέσει στον γκρεμό και έριξα το αυτοκίνητο μου απάνω στο δικό της.

Όταν τα αυτοκίνητα ακινητοποιήθηκα έτρεξα κοντά της. Ήταν με το κεφάλι πάνω στο τιμόνι, αναίσθητη και γεμάτο αίματα, δεν φόραγε ζώνη και από την πρόσκρουση είχε χτυπήσει άσχημα.

Την πήρα στην αγκαλιά μου και προσπάθησα να σταματήσω κάποιο από τα αυτοκίνητα που πέρναγαν εκείνη την στιγμή. Όλοι μας προσπερνάγανε και με είχε πιάσει απελπισία ώσπου ένας μας λυπήθηκε και μας μετέφερε τελικά στο νοσοκομείο.

Όταν φτάσαμε εκεί, την έβαλα κατευθείαν στο χειρουργείο και με άφησαν μόνο μου στην αίθουσα αναμονής. Πήρα τηλέφωνο τον Τζες και εκείνος μαζί με την Μάργκαρετ ήρθαν να μου συμπαρασταθούν.

Είχαν περάσει 10 ώρες, είχα αρχίσει να τρελαίνομαι και οι ελπίδες μου να εξασθενούν, μέχρι που η πόρτα άνοιξε και βγήκε ένας γιατρός για να μας ενημερώσει.

«για την κυρία Σουαν?............πεταχτήκαμε απάνω και τον κοιτάζαμε στα μάτια ξέπνοοι............. έχει διαφύγει τον κίνδυνο άλλα το επόμενο 48άωρο είναι πολύ κρίσιμο και θα καθορίσει την κατάσταση της»

«τι εννοείτε γιατρέ?» πετάχτηκε ο Τζες γεμάτος αγωνία

«ενώ τα ζωτικά της όργανα λειτουργούν κανονικά η ίδια δεν συνέρχεται από την νάρκωση και πολύ φοβάμαι ότι αν δεν συνέλθει τις επόμενες 48 ώρες τότε θα πέσει σε κόμμα»

Πάγωσα, όλος ο κόσμος γύρο μου είχε αρχίσει να γυρίζει σαν τρελός και το σκοτάδι δεν άργησε να έρθει.
*_*_*_*_*_*_*_*_*_*

Είχε περάσει ένας μήνας και η Μπέλα ήταν ακόμα σε κόμμα, αλλά οι γιατροί δεν χάνανε ακόμα τις ελπίδες τους.Δεν έφευγα ποτέ από δίπλα της και πάντα περίμενα να συνέλθει από όλο αυτό.

Μερικές μέρες μετά το ατύχημα ο Τζες μου είπε όλη την αλήθεια και δεν μπορούσα να πιστέψω πως γινόταν να φαίνεται τόσο καλά ενώ δεν ήταν.

«πως είναι?» με είχε ρωτήσει ο Τζες κάποιο απόγευμα

«τα ίδια»

«δεν μπορώ ακόμα να το πιστέψω ότι έκανε κάτι τέτοιο»

«και φταίω εγώ» είπα με πόνο

«Έντουαρτ δεν φταις εσύ πίστεψε με, όλα ξεκίνησαν από τον θάνατο των δικών μας»

«τι εννοείς?»

«μετά το ατύχημα έπεσε σε κατάθλιψη και έκανε έναν μήνα να μιλήσει»

«νομίζει ότι εκείνη ευθύνεται για τον θάνατο τους?»

«ναι, δεν έχει συγχωρήσει τον εαυτό της που είναι ζωντανή ενώ εκείνοι όχι και φταίω εγώ γι αυτό. Όταν με είχε ανάγκη εγώ την παράταγα και έτρεχα στις συμμορίες, ήμουν ήδη πολύ βαθιά μπλεγμένος και όταν η θεία μας της είπε ότι θα την κλήση σε ένα ίδρυμα για να την κάνουν καλά τότε εκείνη ξέσπασε. Ένα βράδυ με ακολούθησε και εμφανίστηκε από το πουθενά, εγώ προσπάθησα να την πίσω να φύγει άλλα τα αγόρια μόλις την είδαν ξετρελάθηκαν μαζί της και την πίεσαν να μπει και εκείνη στην συμμορία. Όλα πηγαίνανε καλά και είχε καταφέρει μέσα σε 3 χρόνια να είναι η καλύτερη οδηγός τους, μέχρι την βραδιά που ο Ρεηζορ της έβαλε ένα όπλο στο χέρι και με το δάχτυλο της στην σκανδάλη προσπαθούσε να την κάνει να σκοτώσει εκείνο το παιδί»

«παιδί?»

«ναι ήταν 15 χρονών»

«νομίζει ότι σκότωσε τον εαυτό της» είπε δυνατά τις σκέψεις μου

«ναι στα μάτια της αυτό το παιδί ήταν η ίδια, αλλά δεν τον σκότωσε αυτή»

«τι εννοείς»

«κράταγε το μπιστόλι, είχε το χέρι στην σκανδάλη άλλα δεν μπορούσε να το κάνει και τότε ο Ρεηζερ έβαλε το δικό του δάκτυλο πάνω στο δικό της και πάτησε την σκανδάλη»

«αυτό το ξέρουν στην αστυνομία?»

«φυσικά και το ξέρουν γι αυτό και ο 16 την έβαλε στην υπηρεσία, για να μπορέσει να τους τυλίξει για να μαζέψει στοιχεία για να τους πιάσουν»

«και τότε γιατί?»

«γιατί νομίζει ότι θα της διώξουν?» συμπλήρωσε την φράση μου

«ναι»

«γιατί ποτέ δεν καταφέραμε να την κάνουμε να δει την αλήθεια, ακόμα πιστεύει ότι η ίδια είναι υπεύθυνη για το θάνατο του. Τότε άρχισε να πηγαίνει για θεραπεία άλλα το μόνο που κατάφερε ήταν να τρελάνει τον γιατρό..... γέλασε θλιμμένα........... η κατάσταση της ήταν πολύ σοβαρή και εκείνη αρνιόταν να παίρνει τα φάρμακα της και πάθαινε συχνά κρίσεις, αλλά ποτέ δεν κατάλαβε κανείς τίποτα γι αυτό, γιατί ήξερε πολύ καλά να τα κρύβει μέσα της, ώσπου εμφανίστηκες εσύ. Όταν σε γνώρισε ήθελε να γίνει καλά για σένα, για να μην καταλάβεις τίποτα και σε χάσει. Τότε ήρθε σε μένα και μου ζήτησε να την βοηθήσω. Πήγαμε σε έναν γιατρό και τις ξεκίνησε μια νέα θεραπεία πιο ισχυρή από την προηγούμενη και πραγματικά τα πήγαινε πολύ καλά, μέχρι που της είπαν ότι τα φάρμακα αυτά δηλητηριάζουν το μωρό και ότι αν δεν το ρίξει θα γεννηθεί με πολλά προβλήματα υγείας. Τότε ήταν που τα έχασε τελείως, έφυγε η γη κάτω απο τα πόδια της, αλλά ποτέ δεν πίστεψα ότι θα σκαρφιζόταν κάτι τέτοιο. Αν το είχα καταλάβει...»

«δεν φταις εσύ πως θα μπορούσες να το καταλάβεις»

«έπρεπε να το είχα καταλάβει Έντουαρτ, άλλα για άλλη μια φορά έβαλα τον εαυτό μου πάνω απο εκείνη»

«ότι έγινε έγινε, με το να κατηγορείς τον εαυτό σου δεν αλλάζει τίποτα»

«είχε δίκιο»

«για πιο πράγμα»

«είσαι ίδιος με εκείνη»

«δεν καταλαβαίνω»

«και εκείνη το ίδιο θα απαντούσε στην θέση σου, ποτέ δεν με κατηγόρησε για τίποτα, πάντα με υποστήριζε και με καθοδηγούσε έτσι ώστε να μπορέσω να αλλάξω τις καταστάσεις χωρίς να κατηγορήσω τον εαυτό μου. όταν με ξέμπλεξε απο την συμμορία και της ζήτησα συγνώμη, γύρισε και μου είπε ακριβός. «ότι έγινε έγινε, με το να κατηγορείς τον εαυτό σου δεν αλλάζει τίποτα, τώρα κοίτα να φτιάξεις μια καινούργια ζωή όπως εσύ την είχες ονειρευτεί»............... τον κοίταζα με ανοιχτό το στόμα .......... αν δεν ζητάω πολλά, θέλω να σε παρακαλέσω να μην την αφήσεις, είσαι ο μόνος που θα μπορέσει να την κάνεις καλά, γιατί στην ουσία εσύ ήσουν αυτός που την συνέφερε από όλη αυτήν την κατάσταση και όχι τα φάρμακα»

«δεν πρόκειται να πάω πουθενά, η Μπέλα είναι η ζωή μου και δεν θα τα παρατήσω όσες φορές και να με διώξει» έβαλε το χέρι του πάνω στον ώμο μου και τον κοίταξα στα μάτια

«σε ευχαριστώ» είπε μόνο και έφυγε.

Ήμουν ακόμα βαθιά χωμένος σε εκείνη την ανάμνηση από την κουβέντα μας με τον Τζες που στην αρχή δεν το κατάλαβα. Η Μπέλα είχε βρει τις αισθήσεις της και πάλευε να πάρει ανάσα αλλά ο σωλήνας στο λαιμό της την έπνιγε. Αμέσως πάτησα το κουμπί και μπήκαν μέσα γιατροί και νοσοκόμοι για να την συνεφέρουν, πετώντας με έξω από το δωμάτιο.

Όταν βγήκε ο γιατρός ήταν ανάστατος.

«τι συμβαίνει γιατρέ?» τον ρωτήσαμε με ένα στόμα εγώ και ο Τζες

«είναι σε κρίση την κοιμίσαμε για να την ηρεμήσουμε δεν κατάφερα να δω πως είναι η εγκεφαλική της κατάσταση, υπάρχει πιθανότητα να έχει αμνησία, αλλά τουλάχιστον συνήλθε» είπε και μας κοίταξε στα μάτια

«θα γίνει καλά?» ρώτησα χωρίς να χάνω χρόνο

«ναι αλλά δεν ξέρουμε ακόμα τι κατάλοιπα θα της αφήσει»

Φυσικά ο γιατρός είχε ενημερωθεί για τα πάντα και είχε έναν ψυχολόγο μαζί του, αλλά και εκείνος δεν κατάφερε να κάνει πολλά πριν την κοιμίσουν, οπότε πάλι θα έπρεπε να περιμένουμε για να δούμε τις αντιδράσεις της. Ευτυχώς τουλάχιστον σωματικά όμως δεν είχε κάποιο πρόβλημα.

Πήγα και έκατσα πάλι δίπλα της περιμένοντας μέχρι που άνοιξε τα μάτια. Κοίταξε γύρο της ήρεμα και μόλις με είδε μαζεύτηκε πίσω. Αυτό με πόνεσε γιατί κατάλαβα αμέσως ότι δεν με αναγνώρισε.

«πως είσαι?» την ρώτησα ήρεμα για να μην την τρομάξω

«γιατί είμαι εδώ?»

«είχες ένα ατύχημα άλλα τώρα είσαι καλά»

«α και οι δικοί μου?»

«ο Τζες είναι απέξω, θες να τον φωνάξω?» κούνησε μόνο το κεφάλι χωρίς να πει τίποτα άλλο με τρομαγμένο ύφος. Σίγουρα δεν με θυμάται σκέφτηκα και ένιωσα έναν πόνο να με διαπερνά. Αφού φώναξα τον Τζες πήγα και έκατσα πιο πίσω και τους παρατηρούσα σιωπηλά.

Μόλις τον είδε έπεσε στην αγκαλιά του άλλα ήταν χαρούμενη.

«ποιος είναι αυτός ο κούκλος που είναι εδώ» του ψιθύρισε στο αυτί και ήθελα να γελάσω άλλα αντί γι αυτό εγώ πόνεσα περισσότερο. Ο Τζες γύρισε με κοίταξε μια στιγμή και μετά της είπε ψέματα.

«ένας φίλος που σου έκανε παρέα μέχρι να έρθω. Πως είσαι εσύ?»

«καλά είμαι αλλά γιατί είμαι εδώ?»

«δεν θυμάσαι τίποτα?..............κούνησε το κεφάλι της ................ είχες ένα ατύχημα άλλα είσαι καλά τώρα»

«και που είναι οι υπόλοιποι? Γιατί ήρθες μόνο εσύ?»

«ποιοι υπόλοιποι»

«ο μπαμπάς, η μαμά και η Άλις γιατί δεν είναι εδώ?.......... τον ρώτησε με φανερή αγωνία κοιτώντας τον στα μάτια. Ο Τζες χαμήλωσε την ματιά του και άρχισαν οι παλμοί της καρδιά της να επιταχύνονται............. Τζες τι συμβαίνει γιατί δεν είναι μαζί σου? Είναι καλά?»

«Μπέλα πόσο χρονών είσαι?»

«κόφτο Τζες, εγώ σε ρωτάω για τους δικούς μας και εσύ μου κάνεις αστεία?»

«Μπέλα πες μου πόσο χρονών είσαι»

«αν σου πω θα μου πεις τι συμβαίνει?»

«πες μου» επέμενε εκείνος

«ωραία λοιπόν αφού το θες, 15 ευχαριστήθηκες τώρα?» ο Τζες γύρισε την ματιά του σε μένα με πόνο

«θα φέρω τον γιατρό» είπα και εξαφανίστηκα

Όσοι ώρα ήταν μαζί της ακούγαμε τα ουρλιαχτά της και μας είχε κοπεί η ανάσα αλλά δεν μας αφήνανε να μπούμε μέχρι να τελειώσουν μαζί της. Οι σκέψεις μου ήταν στο πουθενά, δεν ήξερα τι ήθελα να σκεφτώ ή τι θα έπρεπε να σκεφτώ. Ήμουν τόσο παγωμένος.

«γιατρέ?» άκουσα τον Τζες να λέει απο δίπλα μου και αυτόματα σηκώθηκα και εγώ απάνω

«όπως το περίμενα γύρισε στην ημέρα μετά το ατύχημα, δεν θυμάται τίποτα άλλο»

«θα θυμηθεί κάποια μέρα?»

«σίγουρα άλλα αυτό που φοβάμαι περισσότερο είναι ότι έχει γυρίσει στην πρώτη κατάσταση, μετά το πρώτο σοκ δεν ξαναμίλησε»

«τι λες γιατρέ? Και τι θα κάνουμε τώρα?»

«πρέπει να της δώσετε λίγο χρόνο να συνειδητοποιήσει την κατάσταση και να τα βρει με τον εαυτό της»

«μάλιστα δηλαδή είμαστε πάλι στο μηδέν» του τράβηξα το χέρι για να σταματήσει και γύρισε να με κοιτάξει

«θα το αντιμετωπίσουμε μαζί» του είπα και τον κοίταξα στα μάτια, το θετικό είναι ότι δεν θυμάται την δολοφονία όποτε τώρα μπορούμε να την κάνουμε να δει την αλήθεια. Σκέφτηκα άλλα δεν είπα τίποτα μπροστά στον γιατρό

«αφού δεν σε θυμάται καν πως θα το καταφέρουμε αυτό?»

«Τζες ξεκόλλα κάπως θα το καταφέρουμε»

«ότι πεις» ο άνθρωπος γεννιέται δεν γίνεται σκέφτηκα άλλα τον άφησα να ξεσπάσει μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι για άλλη μια φορά κοιτάει την πάρτη του και όχι την αδελφή του, γιατί στην ουσία σκεφτόταν ότι όλο αυτό του στερούσε την δουλειά του και όλα τα υπόλοιπα.

ESCAPE POLH FANTASMA