Ετικέτες

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010

Η ζωή μου ένα ψέμα "5 χρόνια μετά"

Τοκ τοκ τοκ

«παρακαλώ?»

«κύρια Μπέλα, ο κύριος Άαρο σας παρακαλεί να έρθετε στην αίθουσα του συμβουλίου»

«εντάξει Τζένα σε ευχαριστώ, σε 5 λεπτά θα είμαι μαζί σας»

Είχαν περάσει 5 χρόνια απο τότε και σήμερα θα τον έβλεπα ξανά.

Είχα τόσο άγχος να τον δω, τόσο ανυπομονησία, άλλα αυτήν την στιγμή ένιωθα ότι μου είχαν κοπεί τα πόδια.

5 χρόνια πριν

Μετά απο το πικρό αντίο πήγα στο αεροδρόμιο και έβγαλα εισιτήριο για την Ιταλία.

Τα μόνα στοιχεία που μπόρεσα να κλέψω απο την Τανια ήταν Ααρον – Ιταλία – Βολτόροι και το μενταγιόν της μαμάς μου που μόλις το φόρεσα άλλαξε όλην μου την ζωή.

Από την στιγμή που γύρισα στο σπίτι του Έντουαρτ είχα πάρει την απόφαση να κάνω οτιδήποτε μπορώ να τον απογοητεύσω ώστε να μην με ακολουθήσει.

Ήξερα ότι όταν θα συναντούσα τον Άαρον αυτό μπορεί να σήμαινε και την καταδίκη μου και αυτό δεν ήθελα να ήταν η αιτία ώστε ο Έντουαρτ να χάσει και την δική του ζωή.

Όταν γύρισα στο σπίτι ο Έντουαρτ ήταν στο γκαράζ και με περίμενε, μόλις βγήκα απο το αμάξι με άρπαξε στην αγκαλιά του και άρχισε να με φιλά. Ήθελα τόσο πολύ να ανταποκριθώ στο φιλί του άλλα με νύχια και με δόντια κρατήθηκα και τον απομάκρυνα μαλακά.

«Έντουαρτ θα με πνίξεις»

«συγνώμη καρδιά μου, συγνώμη άλλα ανησύχησα τόσο πολύ για σένα, φοβήθηκα ότι έφυγες για πάντα, που ήσουν τόση ώρα?» είπε γεμάτος αγωνία

«είχα δουλειές» είπα ξερά και γύρισα προς το πορτπαγγαζ για να βγάλω τα ψώνια

Κατάλαβε αμέσως την διαφορά στην φωνή μου άλλα δεν το σχολίασε. Με βοήθησε να μαζέψουμε τις σακούλες απο τα ψώνια καθώς και τις βαλίτσες που είχα πάρει για να ετοιμάσω τα πράγματα μου για την αποχώρηση μου. Όταν τις είδε με κοίταξε μέσα στα μάτια άλλα πάλι δεν μίλησε.

Αφού τα αφήσαμε στο δωμάτιο μου, κατεβήκαμε πάλι κάτω και εγώ πήγα στην κουζίνα να βάλω ένα ποτήρι κρασί. Έπρεπε να πάρω δύναμη για να του μιλήσω. Με κοίταζε υπομονετικά περιμένοντας να πάω κοντά του.

«τι είναι όλα αυτά?» ξεκίνησε μόλις έκατσα δίπλα του

«θέλω να μου κάνεις μια χάρη» του απάντησα κοιτώντας την φωτιά

«χάρη τι χάρη?»

«θέλω να βγάλω πλαστή ταυτότητα και διαβατήριο» του είπα και γύρισα να τον κοιτάξω μέσα στα μάτια

«διαβατήριο γιατί?» είπε και σταμάτησε να αναπνέει

«φεύγω» είπα ξερά και του έδωσα λίγο χρόνο για να αντιδράσει

«οκ και που ακριβός θα πάμε??»

«δεν κατάλαβες Έντουαρτ μόνη μου θα φύγω και δεν θα ξαναγυρίσω»

«με παρατάςςςςς................. φώναξε εντελώς εκνευρισμένος................... μετά απο όλα αυτά με παρατάς? Γιατί?»

«γιατί αυτό είναι το καλύτερο και για τους δύο μας......φυσικά όσο ετοιμάζονται τα χαρτιά μπορούμε να εκμεταλλευτούμε το διάστημα που είμαι ακόμα εδώ και να το διασκεδάσουμε αν το θέλεις» είπα εντελώς κυνικά με το βλέμμα μιας εύκολης που αποζητούσε μόνο το κρεβάτι και τίποτα άλλο

«είσαι είσαι........»

«τι?» είπα και άρχισα να γελάω

«να μην σε ξαναδώ μπροστά μου, δεν θέλω να σε ξέρω, δεν είσαι η Μπέλα που γνώρισα, δεν ξέρω καν πια είσαι πιά» μου πέταξε εντελώς εκνευρισμένος και σηκώθηκε να φύγει απο κοντά μου εντελώς αηδιασμένος.

«όσο πιο γρήγορα ετοιμαστούν τα χαρτιά τόσο πιο γρήγορα θα με ξεφορτωθείς» του φώναξα και άκουσα την πόρτα του δωματίου του να κλείνει με έναν πολύ μεγάλο θόρυβο. Έμεινα εκεί που ήμουν τρομερά διαλυμένη.

«συγνώμη αγάπη μου άλλα πρέπει να το κάνω» είπα απο μέσα μου για να μην με ακούσει κλαίγοντας βουβά.

Πήρα το ποτήρι με το κρασί στα χέρια μου και ανέβηκα στο δωμάτιο μου για να μαζέψω τα πράγματα μου ώστε να είναι έτοιμα. Ήμουν σίγουρη ότι μετά απο αυτά αύριο τα χαρτιά μου θα ήταν έτοιμα και εγώ ήθελα να φύγω όσο πιο γρήγορα μπορούσα, πριν λυγίσω και του πω όλη την αλήθεια.

Μετά απο αρκετή ώρα άκουσα την πόρτα του να ανοίγει και να κλείνει ήρεμα, πήγα στην πόρτα και αφουγκράστηκα τις κινήσεις του. Κοντοστάθηκε στην πόρτα μου άλλα δεν την άνοιξε, γύρισε και κατέβηκε πάλι στο σαλόνι.

Έκατσα στο κρεβάτι και κοίταζα το ποτήρι με το κρασί που είχα δίπλα μου, το πήρα στα χέρια μου και προσπαθούσα να σκεφτώ τι να κάνω, ήξερα ότι αν κατέβαινα τώρα κάτω, δεν θα μπορούσα να κρατηθώ και θα του έλεγα όλη την αλήθεια.

Σήκωσα το ποτήρι το έβαλα στα χείλια μου και ήπια μια και έξω όλο το κρασί μέχρι που κατάλαβα την διαφορά. Απο τα δάκρυα μου δεν είδα τα ποτήρια και αντί για το δικό μου είχα πάρει το ποτήρι του Έντουαρτ που ήταν γεμάτο με αίμα.

Μόλις το κατάλαβα έτρεξα στο μπάνιο για να το φτύσω άλλα είχα ήδη πιει το περισσότερο. Τρόμαξα και σάστισα άλλα δεν ένιωθα αηδιασμένη και αυτό με παραξένεψε. Άκουσα την πόρτα να χτυπά.

«Μπέλα να μπω? Είσαι καλά?»

«ναι ναι καλά είμαι, είμαι καλά, μπορείς να με αφήσεις λίγο μόνη μου?»

«Μπέλα το ποτήρι που πήρες μαζί σου δεν είναι το δικό σου αλλά το δικό μου και είχε..»

«ναι το ξέρω μην ανησυχείς το κατάλαβα μόλις ανέβηκα και το άδειασα, μπορείς σε παρακαλώ να με αφήσεις λίγο μόνη μου τώρα?» είπα ψέματα

«όπως θες» είπε ξερά και έφυγε

«πήρα την οδοντόβουρτσα και άρχισα να πλένω τα δόντια μου και την γλώσσα μου με μανία

Η γεύση της οδοντόκρεμας με έκανε να αηδιάσω. Όχιιιι τι είναι τώρα αυτό? Σκέφτηκα με αγωνία.... μην μου πεις ότι θα μεταμορφωθώ κιόλας, αυτό δεν θα το αντέξω......σκέφτηκα και αφού ξέβγαλα το στόμα μου για να μην κάνω κανέναν εμετό, άρχησα να κοιτάω στον καθρέφτη με μανία ψάχνοντας για σημάδια όμοια με αυτά που είχα δει στον Έντουαρτ. Τα μάτια μου δεν είχαν αλλάξει και τα δόντια μου ήταν όπως πριν, καμία ένδειξη μεταμόρφωσης, ξεφύσησα ανακουφισμένη και έβαλα λίγο νερό ακόμα για να πιω να ηρεμήσω, μμμμμ τουλάχιστον το νερό δεν με αηδιάζει κάτι είναι και αυτό.

Γύρισα στο κρεβάτι μου και έκατσα να σκεφτώ τι να κάνω. Όλα όσα είχα συμβεί με είχαν αποπροσανατολίσει.

Άκουγα τα βήματα του Έντουαρτ που ήταν στον κάτω όροφο και ήθελα τόσο πολύ να πάω κοντά του, ήθελα τώρα περισσότερο απο ποτέ να με πάρει μια αγκαλιά και να με καθησυχάσει άλλα ήξερα ότι αν τον άφηνα να το κάνει αυτό όλες οι άμυνες μου θα λυγούσαν και δεν θα μπορούσα να κάνω αυτό που είχα αποφασίσει. Έτσι έκατσα εκεί στο κρεβάτι και έπιασα ασυναίσθητα το μενταγιόν της μαμάς μου και σκεφτόμουν εκείνον.

Όταν άνοιξα τα μάτια μου ήμουν στην κουπαστή ακριβός στο ίδιο σημείο που ήμουν και εκείνο το πρώτο βράδυ που τον είχα βρει στο σαλόνι να είναι απορροφημένος στις σκέψης του.

Τα έχασα και πήρα μια ανάσα και ο Έντουαρτ που ήταν στην κουζίνα γύρισε και κοίταξε προς το μέρος μου, πήγα να μιλήσω άλλα είχα κοκαλώσεις, ο Έντουαρτ κοίταζε προς το μέρος μου άλλα δεν με έβλεπε, πως γίνεται αυτό???

Ανέβηκε την σκάλα και αφουγκραζόταν τον γύρο χώρο ακούγοντας και οσφρίζοντας, αλλά δεν άκουγε τους χτύπους της καρδιά μου και ούτε έπιανε την μυρωδιά μου.

Κοντοστάθηκε δίπλα μου άλλα με προσπέρασε και πήγε προς το δωμάτιο μου. Τι περίεργο. Τον ακολούθησα και εγώ όσο πιο αθόρυβα μπορούσα ακόμα προσπαθώντας να καταλάβω γιατί δεν με βλέπει.

Όταν έφτασε στην πόρτα άρχισε πάλι να αφουγκράζεται τον γύρο χώρο και όταν κατάλαβε ότι δεν άκουγε τίποτα, άνοιξε δειλά την πόρτα, μόλις κατάλαβε ότι δεν ήμουν εκεί, μπήκε μέσα πιο γρήγορα και άρχισε να κοιτάει γύρο του, όταν είδε ότι δεν ήμουν ούτε στο μπάνιο έκατσε στο κρεβάτι και έβαλε το προσωπο του μέσα στα χέρια του και άρχισε να κλαίει.

Στην απελπισία του απάνω πήρε το κινητό του και κάλεσε την Αλις και της είπε τι είχε συμβεί και αφού το έκλεισε έβαλε πάλι το πρόσωπο του μέσα στα χέρια του και για άλλη μια φόρα άρχισε να κλαίει.

Αυτό με λύγισε τότε έτρεξα κοντά του και τον πήρα αγκαλιά και ξαφνιάστηκε, αλλά δεν τα έχασε, με άρπαξε στην αγκαλιά του και έβαλε το κεφάλι μου να ακουμπήσει στο στήθος του, χαϊδεύοντας τα μαλλιά και τρίβοντας την πλάτη μου.

«μη μου το κάνεις αυτό σε παρακαλώ» είπε μέσα απο τα δάκρυα του

«πρέπει να το κάνω σε παρακαλώ πρέπει να με αφήσεις να φύγω» είπα λυγίζοντας


«γιατί? Πες μου μόνο το γιατί?»


«γιατί πρέπει να ανακαλύψω πια είμαι, πρέπει να βρω μόνη μου τον εαυτό μου»

«άσε με να σε βοηθήσω σε παρακαλώ» σήκωσα την ματιά μου να αντικρίσω τα δικά του και με το χέρι μου χάιδεψα το πρόσωπο του.

«πρέπει να με αφήσεις να φύγω» είπα σταθερά κοιτώντας τον μέσα στα μάτια, για να δει ότι είχα πάρει την απόφαση μου και δεν θα έκανα πίσω.

«γιατί?» είπε πάλι διαλυμένος. Έφυγα ήρεμα απο την αγκαλιά του και έκατσα δίπλα του κοιτώντας τον απέναντι τοίχο.

«γιατί αν μείνω, θα με μισήσεις» του είπα ήρεμα χωρίς να γυρίσω να αντικρίσω την ματιά του.

«αυτό δεν πρόκειται να γίνει ποτέ» είπε και με το χέρι του, με ανάγκασε να γυρίσω την ματιά μου σε εκείνων.

«Έντουαρτ δεν είμαι η Μπέλα που γνώρισες, δεν ξέρω καν ποια είμαι τώρα πια και δεν θέλω να σου δώσω ελπίδες για ένα μέλλον..... σταμάτησα την φράση μου στην μέση και κούνησα το κεφάλι .......... δεν ξέρω καν τι με περιμένει το πρωί»

«άσε με να σε βοηθήσω, θέλω να το αντιμετωπίσουμε μαζί, σε έχασα μια φορά, δεν θα αντέξω να σε ξαναχάσω, σε παρακαλώ» μου είπε με πόνο στα μάτια

«πρέπει να το κάνω μόνη μου ........... είπα πάλι κοφτά και σταθερά ........ Έντουαρτ ξέρω ποιος είναι ο πατέρας μου και θα πάω να τον βρω, απο τα στοιχεία που βρήκα όντως είναι ισχυρός και θέλω να τον αντιμετωπίσω μόνη μου»

«βρήκες ποιος είναι ο πατέρας σου? Ποιος είναι?»

«δεν πρόκειται ποτέ να σου πω» του είπα κοφτά, με κοίταξε για μια στιγμή στα μάτια και με πήρε πάλι στην αγκαλιά του.

«Μπέλα σε παρακαλώ»

«όχι Έντουαρτ εγώ σε παρακαλώ, έχω πάρει την απόφαση μου και είναι αμετάκλητη»

«αν όλα αυτά που λες είναι αλήθεια, τότε είσαι δειλή, δειλή να παλέψεις για την ζωή σου, δεν σου επιτρέπω να την καταστρέψεις χωρίς να παλέψεις γι αυτήν»

«προτιμώ να είμαι δειλή παρά να καταστρέψω και εσένα»

«και εγώ δεν έχω το δικαίωμα να έχω λόγο γι αυτό?»

«δεν θα σε αφήσω να έχεις»

«τότε αυτό ήταν όλο, σωστά?»

«σωστά»

«όπως θες» είπε και με άφησε με μια κίνηση να πέσω κάτω ενώ σηκώθηκε όρθιος

«τότε ζήσε με την δείλια σου και ξεχνάμε»

«αυτό ακριβός θα κάνω» με κοίταξε μια φορά ακόμα και έκανε να φύγει, έβγαλε το κινητό του και πήρε την Άλις και της είπε να μην έρθει, έκλεισε το κινητό του το πέταξε μακριά και ήρθε απο πάνω μου, με πήρε στην αγκαλιά του και με έβαλε στο κρεβάτι απότομα και άρχισε με βίαιο και απαιτητικό τρόπο να με φιλάει για να με κάνει να νιώσω φτηνή.

«άφησε με τώρα μην με ακουμπάς» του φώναξα

«εσύ το πρότεινες»

«δεν εννοούσα αυτό»

«και τότε τι εννοούσες» έλεγε ενώ συνέχιζε να με φιλά και να μου ξεκουμπώνει το πουκάμισο ενώ με είχε ακινητοποιήσει με τον σώμα του ώστε να μην μπορώ να του ξεφύγω


«άφησε με τώρα» είπα νευριασμένα και χωρίς να το καταλάβω στην λέξη τώρα βρέθηκα εγώ να είμαι απο πάνω του και εκείνος ακριβός απο κάτω μου


«πως το έκανες αυτό?» μου είπε σαστισμένος ενώ ταυτόχρονα το ίδιο σκεφτόμουν και εγώ. Χωρίς να χάσω χρόνο του άρπαξα τα μαλλιά του σήκωσα το κεφάλι και του είπα μέσα απο τα δόντια μου

«αν τολμήσεις ξανά να με αγγίξεις έτσι θα σε σκοτώσω, αν πιστεύεις ότι θα μπορέσεις να με κάνεις να νιώσω φτηνή είσαι πολύ γελασμένος» και τον άφησα με μια απότομη κίνηση και σηκώθηκα απο πάνω του και έκατσα στην άκρη του κρεβατιού κλείνοντας τα μάτια μου με τα χέρια μου γιανα μπορέσω να ηρεμήσω.

Ο Έντουαρτ τρομερά μετανιωμένος και σοκαρισμένος απο την δύναμη μου σηκώθηκε και αυτός και έκατσε δίπλα μου.

«δεν το περίμενα ποτέ αυτό απο σένα»

«ούτε και εγώ.... είπε τρομερά μετανιωμένος και κούνησε το κεφάλι........ Μπέλα σου ζητώ συγνώμη, πραγματικά δεν ξέρω τι με έπιασε»

«αυτό δεν αλλάζει τις πράξεις σου, τώρα μπορείς να φύγεις απο εδώ?»

«σε παρακαλώ»

«δεν θα το ξαναπώ, τώρα ξέρεις ότι δεν είμαι το αβοήθητο κοριτσάκι που γνώρισες και αν τολμήσεις να με ξαναγγίξεις δεν θα διστάσω να σε σταματήσω, γι αυτό φύγε, φύγε και μην ξανά έρθεις, αύριο θα σου αδειάσω την γωνιά και θα τελειώσουν όλα»

«Μπέλα»

«ΦΥΓΕΕΕ»

Σηκώθηκε με αργές κινήσεις και πήγε προς την πόρτα

«Σ’ αγαπώ»

«ΦΥΓΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ»

«όχι δεν φεύγω» είπε και ήρθε πάλι πίσω και με σήκωσε στην αγκαλιά του

«φύγεεεε» είπα μέσα στους λυγμούς μου και άρχισα να τον κλοτσάω και να του δίνω μπουνιές στο στήθος του αλλά πραγματικά δεν ήθελα να φύγει και έτσι δεν έκανα καμία κίνηση να απελευθερωθώ απο την αγκαλιά του. Εκείνος το κατάλαβε και με έσφιξε πιο δυνατά και έβαλε το κεφάλι μου να ακουμπήσει στον ώμο του.

«γιατί μου το κάνεις αυτό?» με ρώτησε με πόνο στην φωνή του

«φύγε» συνέχισα εγώ άλλα πλέων είχα λυγίσει, δεν είχα άλλη δύναμη για να τον απορίψω, δεν είχα άλλη δήναμη για να μπορέσω να φύγω μακριά του, ήθελα να μείνω εδώ, ήθελα να παλέψω για την ζωή μου άλλα δεν ήξερα τίποτα για μένα και έπρεπε να ανακαλύψω τις δυνάμεις μου, άλλα ήξερα ότι ήταν και μεγάλο ρίσκο και ότι αυτό ήσως να μου στερούσε και την ίδια μου την ζωή, πως μπορούσα να του στερίσω και την δική του, δεν είχα άλλη επιλογή, αν δεν το έκανα τότε θα καταδίκαζα και εκείνον.

Με άφησε απαλά στο κρεβάτι, με πήρε αγκαλιά και με άφησε να ξεσπάσω, όταν ηρέμησα μου χάιδεψε απαλά τα μαλλιά και μου είπε

«δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα, γιατί δεν μπορείς να το καταλάβεις»

«δεν γίνετε Έντουρατ μακάρι να γινόταν άλλα δεν γίνετε»

«γιατίιιιι τουλάχιστον εξήγησε μου το γιατί??»

Κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου και τα δάκρυα άρχισαν πάλι να κυλούν. Τότε έβαλε το χέρι του πάνω στο πιγούνι μου και με ανάγκασε να τον κοιτάξω. Μου σκούπισε τα δάκρυα και με ρώτησε άλλη μια φορά με πόνο στα μάτια του

«γιατί???»

Τον κοίταζα και έλιωνα ήθελα να του πάρω όλο αυτόν τον πόνο, ήθελα να του πω τα πάντα, άλλα ήξερα ότι αυτό θα ήταν το μεγαλύτερο μου λάθος.

Με το χέρι μου του χάιδεψα απαλά το μάγουλο του και ανέβηκα πιο ψιλά για να τον φτάνω, ακούμπησα απαλά τα χείλια μου πάνω στα δικά του και άρχισα να τον φιλώ, εκείνος τότε με τράβηξε πιο κοντά του και βάθυνε το φιλί μας, η καρδιά μου ήταν έτοιμη να βγει απο το στήθος μου και ανταποκρίθηκα, δεν είχα άλλες αντιστάσεις, δεν ήθελα να του αντισταθώ, αλλά έπρεπε να θυμάμαι ότι δεν έπρεπε να του αποκαλύψω και τίποτα, παραμόνο ότι τον αγαπώ.

Έβαλα το χέρι μου πάνω στα μαλλιά του και συνέχισα να βαθαίνω το φιλί μου και εκείνος ανταποκρίθηκε. Σήκωσα το κεφάλι για να πάρω μια ανάσα και συνέχισε να με φιλάει στον λαιμό, αναρίγησα στο άγγιγμα του και έκλεισα τα μάτια για να απολαύσω το κάθε του φιλί.

«κάνε με δικιά σου για τελευταία φορά ........ μόλις άκουσε την λέξη τελευταία κοκάλωσε, χαμήλωσα τα μάτια μου και τον κοίταξα μέσα στα δικά του.......... σε παρακαλώ» του είπα και άρχισα πάλι να τον φιλάω. Δεν ανταποκρινόταν είχε μείνει σαν άγαλμα

«σε παρακαλώ, κάνε με δικιά σου, σε παρακαλώ...........έβαλε το αυτί του πάνω στην καρδιά μου και έμεινε εκεί.............. θέλω μόνο να έχεις κάτι να με θυμάσαι, σε παρακαλώ» είπα άλλη μια φορά

«μόνο αν μου ορκιστείς ότι θα παλέψεις για την ζωή σου και ότι θα γυρίσεις κοντά μου» είπε καταθέτοντας τα όπλα, αφού είδε ότι δεν είχε άλλη επιλογή.

«σου το ορκίζομαι, μόλις μάθω τα πάντα θα γυρίσω κοντά σου» του είπα και το μόνο που ευχόμουν ήταν να γίνει πραγματικότητα.

«πάντα θα σε περιμένω, πάντα θα είμαι εδώ για σένα αρκεί να μου το ζητήσεις» είπε κοιτώντας βαθιά μέσα στα μάτια μου

«πάντα θα σε αγαπάω αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ» σφράγισα τα λόγια μου με ένα φιλί και εκείνος παραδόθηκε


Όπως και το προηγούμενο βράδυ και έτσι και σήμερα εξερευνούσε και φίλαγε κάθε σπιθαμή του κορμιού μου και το έκανε δικό του με τον μοναδικό τρόπο που ήξερε μόνο αυτός και με έστειλε στον παράδεισο.


Όταν είχαμε φτάσει στα όρια μας, άρχισε να επιταχύνει τον ρυθμό του και εγώ ένοιωσα ότι το αίμα μου είχε πάρει φωτιά, έβαλα τα χέρια μου γύρο απο τον λαιμό του και έβαλα το κεφάλι μου να ακουμπήσει στον λαιμό του και έσμιξα τα κορμιά μας, με πήρε αγκαλιά και με σήκωσε ώστε να ήμαστε καθιστοί στο κρεβάτι και συνέχισε με τον ίδιο ρυθμό.

«θέλω να με δαγκώσεις» του είπα με πάθος στην φωνή μου, το ήθελα τόσο πολύ, δίστασε στην αρχή άλλα το έκανε και ένιωσα μοναδικά.

Έβαλα πάλι το κεφάλι μου πάνω στο λαιμό του και τότε το αίμα του το ένιωθα να πάλετε και να γίνετε ζεστό, δεν ξέρω πως το έκανα άλλα χωρίς να το σκεφτώ άρχισα και εγώ να τον δαγκώνω.

Σάστισε για μια στιγμή άλλα δεν σταμάτησε και έτσι συνεχίσαμε μέχρι την κορύφωση να πίνουμε ο ένας το αίμα του άλλου.

Μόλις τελείωσε μέσα μου, έριξα πίσω το κεφάλι και άφησα όλον μου τον εαυτό ελεύθερο να εκφράσει την απόλυτη ευχαρίστηση που ένιωθα καθώς το κορμί μου τρανταζόταν και με πήγαινε στον 7 ουρανό.

Μόλις τα κορμιά μας ηρέμησαν, με έριξε πάνω στο κρεβάτι και έβαλε πάλι το αυτί του στην καρδιά μου και ένιωσα τα δάκρυα του.

«μην σταματήσεις ποτέ να χτυπάς» της ψιθύρισε και έμεινε εκεί χωρίς να πει τίποτα άλλο.

«Κυρία Μπελα με ακούτε?» άκουσα την φωνή της Τζένας πίσω μου και με έβγαλε απο τις σκέψεις μου.

«ναι έρχομαι αμέσως» είπα και σηκώθηκα να αντιμετωπίσω το μέλλον.

ESCAPE POLH FANTASMA