Μόλις το αυτοκίνητο πλησίασε την πύλη εκείνη άνοιξε αυτόματα... ήταν μια απίστευτα μεγάλη έκταση... που όπου έβλεπε το μάτι σου υπήρχε παντού πράσινο... Ακολούθησα το δρομάκι μέχρι να φτάσω στην πρώτη κενή θέση που υπήρχε... η αυλή ήταν ασφυκτικά γεμάτη από αυτοκίνητα... άλλα, άλλα τόσα αυτοκίνητα να υπήρχαν θα υπήρχε χώρος και γι αυτά.
Μόλις πάρκαρα το αυτοκίνητο ο Τάηλερ με κοίταξε.
«τελικά τι αποφάσισες?»
«ήρθα που ήρθα» ανασήκωσα τους ώμους μου
«η περιέργεια υπερισχύει της θέλησης» δήλωσε και βγήκε από το αμάξι πριν του απαντήσω και πέρασα το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου... τι στο διάολο κάνω εγώ εδώ?... και αν όντως εκπαιδεύει όπως η μητέρα μου?... είμαι έτοιμος να αντιμετωπίσω κάτι τέτοιο?
«έρχεσαι?» ρώτησε ο Τάηλερ ανοίγοντας μου την πόρτα και αναστέναξα... το πολύ πολύ να τα παρατήσω και να το τελειώσω εδώ... σκέφτηκα και βγήκα από το αμάξι.
Ο Τάηλερ είχε κιόλας ετοιμαστεί... μου πέρασε την κάπα γύρω από τους ώμους μου και μόλις την κούμπωσα... μου έδωσε την μάσκα και την φόρεσα.
«μην ξεχάσεις να βάλεις και την κουκούλα» μου είπε και μου έκανε χώρο να περάσω... μόλις φόρεσα και την κουκούλα άρχισα να προχωράω προς την είσοδο.
Φτάνοντας στην πόρτα εκείνη άνοιξε αυτόματα... Στην είσοδο μας υποδέχθηκε μια γυναίκα που αν δεν ήξερα τόσο καλά την Μπέλα θα ορκιζόμουν ότι ήταν εκείνη.... ήταν ντυμένη στα κόκκινα και μας περίμενε για να πάμε κοντά της... ο Τάηλερ υποκλίθηκε και τον μιμήθηκα... και εκείνη γυρίζοντας προς την άλλη μεριά άρχισε να μας καθοδηγεί.
Οι πόρτες πίσω μας κλείσανε και γυρίζοντας είδα δύο ντερέκια ο ένας με μαύρη κάπα και ο άλλος με άσπρη... φορώντας μάσκες και την κουκούλα τους... να κλείνουν την πόρτα και να την ασφαλίζουν... ωραία δεν μπορούμε ούτε να ξεφύγουμε χωρίς την άδεια τους... σκέφτηκα και αυτό δεν μου άρεσε καθόλου.
Γύρισα την ματιά μου μπροστά και η κοπέλα με την κόκκινη κάπα σταμάτησε μπροστά από μια επιβλητική χρυσή πόρτα διακοσμημένη με το τριαντάφυλλο με το φίδι που είχε το δαχτυλίδι της Μπέλας... και πήρε μια χρυσή ράβδο που ήταν περίπου στο ύψος της και χτύπησε την πόρτα με αυτήν... η πόρτα άνοιξε και άρχισε να προχωράει προς τα μέσα..
Όλος ο διάδρομος ήταν διακοσμημένος με μάρμαρο και με χρυσές λεπτομέρειες... αλλά μόλις μπήκαμε στην κυρίως αίθουσα έμεινα με ανοιχτό το στόμα... από τον πλούτου που δέσποζε...όλος ο χώρος ήταν άδειος... το μοναδικό έπιπλο που υπήρχε ήταν μια πολυθρόνα... εντυπωσιακά απλή... και ξύλινη... με άσπρο ύφασμα, κεντημένο απάνω του το περίγραμμα από το τριαντάφυλλο με το φίδι που είχε και το δαχτυλίδι της με μαύρη κλωστή... η υπόλοιπη αίθουσα... ήταν ένας ανοιχτός χώρος με ελληνικούς κολώνες να συγκρατούν γύρω από όλη την αίθουσα ένα μπαλκόνι και οι τοίχοι ήταν διακοσμημένοι με τοιχογραφίες από παραστάσεις μεγάλων ζωγράφων... που απεικόνιζαν αρχαίους Έλληνες θεούς.
Η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο και όλο το σκηνικό θύμιζε σκηνή από Ντόμινο της Βενετίας...
Ξαφνικά όλοι σταμάτησαν να μιλούν και γύρισαν προς το μέρος μας... άλλοι με άσπρες και άλλοι με μαύρες κάπες διάσπαρτοι μέσα στον χώρο ήταν σαν μια μεγάλη παρέα που όλοι συνομιλούσαν με όλους... αλλά μόλις είδαν την γυναίκα με τα κόκκινα αυτόματα σταμάτησαν την συνομιλία τους και έκαναν μια υπόκλιση... δύο ζευγάρια μάτια ανάμεσα σε όλον αυτόν τον όχλο είχαν καρφωθεί απάνω μας πριν την υπόκλιση τους και μου φάνηκε πολύ ύποπτο αυτό... μπορεί να ξέρουν ποιοι είμαστε?
Η κοπέλα με τα κόκκινα γύρισε προς την μεριά μας... και χωρίς να μιλήσει μας έκανε νόημα να σταθούμε μπροστά από μια κολόνα και μόλις υπακούσαμε εκείνη πήγε και στάθηκε στο κέντρο της αίθουσας μπροστά από την μοναδική καρέκλα που υπήρχε στον χώρο... χτύπησε την χρυσή της ράβδο στο πάτωμα μια φορά και όλοι ακινητοποιηθήκανε.
Ξαφνικά η μισή αίθουσα άρχισε να αδειάζει... ο Τάηλερ τους ακολούθησε.
«μην κάνεις καμία ανοησία» μου τόνισε και αφού μου χτύπησε φιλικά τον ώμο ακολούθησε τον όχλο που εξαφανιζόταν μέσα σε μια ξύλινη αλλά εντυπωσιακή πόρτα... με σκαλισμένα απάνω το γνωστό πλέον τριαντάφυλλο με το φίδι.
Όσοι μείνανε στην αίθουσα κάνανε ένα κύκλο γύρω από την κοπέλα με τα κόκκινα και τους ακολούθησα και εγώ... στεκόμασταν ο ένας δίπλα στον άλλον ξεκινώντας από την καρέκλα και σχηματίζαμε έναν τεράστιο κύκλο... δύο άτομα που κάθονταν ακριβώς απέναντι από την άδεια καρέκλα και την κενή θέση δίπλα της... έσπασαν τον κύκλο και άνοιξαν έναν διάδρομο.
Μόλις όλοι μείναμε σιωπηλοί και ακίνητοι... η κοπέλα με τα κόκκινα χτύπησε την χρυσή της ράβδο δύο φορές στο πάτωμα... η απόλυτη σιωπή επικράτησε στην αίθουσα και όλοι γύρισαν την ματιά τους προς την σκάλα που ήταν ακριβώς πίσω από τα άτομα που είχαν ανοίξει τον κύκλο... ακολούθησα και εγώ την ματιά τους και μου κόπηκε η ανάσα.
Ήταν εκείνη συνοδευόμενη από έναν τεράστιο μπρατσαρά... Και οι δύο ήταν γυμνοί από την μέση και πάνω... ντυμένοι μόνο με τις κάπες τους... ένα εσώρουχο και τα παπούτσια τους... εκείνη φόραγε μια άσπρη κάπα που συγκρατούσε ένα παράξενο περίτεχνο κόσμημα που διακλαδωνόταν σε όλος της το κορμί σαν έναν κρυστάλλινο ιστό... και η κάπα της ήταν διακοσμημένη με τα ίδια μαύρα τριαντάφυλλα με το φίδι με αυτά τις καρέκλας και εκείνος μια μαύρη κάπα με τα αντίστοιχα τριαντάφυλλα με το φίδι κεντημένα με λεύκη κλωστή... κανείς από τους δύο τους δεν φόραγε την κουκούλα του... αλλά και οι δύο φοράγανε μάσκες.
Ο αέρας που εξέπεμπαν και οι δύο σου κόβανε την ανάσα... αμέσως με του που την είδα να περπατάει μου ήρθε στην μνήμη μου η πρώτη μέρα που μπήκε μέσα στην τάξη... ένα φοβισμένο και συνεσταλμένο κοριτσάκι που όμως μπορούσε να με κοιτάξει μέσα στα μάτια χωρίς δισταγμό... και να μου δείξει πως δεν με φοβάται όπως κάνανε όλοι οι άλλοι παρόλο το εχθρικό μου ύφος... έκατσε δίπλα μου γιατί ήταν η μοναδική άδεια καρέκλα... και εγώ συνέχιζα να την κοιτώ με όλο το μίσος που μου δημιουργούσε η άλλη... και όμως εκείνη ήταν πάντα τόσο γενναία... τόσο αφοπλιστικά όμορφη... πίσω από την μάσκα της... τόσο εκτυφλωτική... και τώρα όπως και τότε είναι πάντα τόσο ίδια και τόσο διαφορετική... είναι τόσο ανυπέρβλητη... είναι το ίνδαλμα μου... είναι όλα όσα πάντα ήθελα να είμαι... Χωρίς αμφιβολία ήταν και είναι...η γυναίκα της ζωής μου... και θα είναι για όσο ζω.
Αυτός που είναι δίπλα της δεν χωράει αμφιβολία ότι είναι ο μίστερ ΜΠ... ένας επιβλητικός δαίμονας... που και μόνο που τον κοιτάς νιώθεις τόσο λίγος μπροστά του... με τον ίδιο αέρα και δυναμισμό που είχε και η Μπέλα... να στέκεται άξια δίπλα της.
Κράτησε την κάπα του στο χέρι του και το έτεινε μπροστά... εκείνη έβαλε το αριστερό της χέρι πάνω στο χέρι του ακουμπώντας μόνο την κάπα του... και με μισό πάντα βήμα μπροστά από εκείνον... άρχισε να κατεβαίνει την σκάλα.
Ο βηματισμός της σου έκοβε το αίμα... τόσο επιβλητικός... τόσο δυναμικός... τόσο εκείνη... Θεέ μου πόσο την ζηλεύω αυτήν την γυναίκα... πόσο θα ήθελα να της μοιάσω... πόσο την αγαπώ γι αυτό που είναι... αναστέναξα... και καθώς έφτασαν στο τελευταίο σκαλί χαμήλωσα την ματιά μου για να μην την κοιτάξω στα μάτια και διαβάσει τις σκέψεις μου... αχχ Μπέλα... πως μπόρεσες ποτέ να πιστέψεις ότι εγώ είμαι ο ένας που ζητάς... πως μπόρεσες ποτέ να σκεφτείς... ότι θα είμαι ποτέ ικανός να σε φτάσω?... πως?
Μόλις περάσανε από το κενό που είχε δημιουργηθεί για εκείνους... τα άτομα έκλεισαν τον κύκλο και εκείνοι φτάσανε μπροστά στον θρόνο που ήταν στην απέναντι μεριά... ο ΜΠ έτεινε το χέρι του μπροστά και μόλις εκείνη έκατσε... εκείνος υποκλίθηκε και πήγε και στάθηκε δίπλα της... η απόλυτη σιωπή μέσα στην αίθουσα... ήταν κάτι το αξιοθαύμαστο... καμία μουσική δεν έσπαζε την σιωπή... κανείς δεν μιλούσε... και όλες οι ανάσες ήταν απόλυτα ήρεμες και μετρημένες... σαν στρατιωτάκια.
Όλοι ταυτόχρονα υποκλίθηκαν προς την κοπέλα με τα κόκκινα... τους μιμήθηκα και εγώ... εκείνη υποκλίθηκε προς τον ΜΠ... και εκείνος προς την Μπέλα... η Μπέλα προς τον ΜΠ και εκείνος πάλι πίσω προς την κοπέλα με τα κόκκινα... αυτό θα γίνεται τώρα?... έλεος.
Την στιγμή που ο ΜΠ υποκλίθηκε προς την κοπέλα με τα κόκκινα εκείνη χτύπησε την χρυσή της ράβδο τρεις φορές... όλοι αυτόματα σήκωσαν το ανάστημα τους και γυρίσανε στις προηγούμενες τους θέσεις... όσοι ήταν στο μπαλκόνι έμειναν κοντά μας και σχημάτισαν έναν τεράστιο κύκλο σε όλη την αίθουσα ο ένας δίπλα αλλά όχι κολλητά από τον άλλον και εγώ γύρισα στην αρχική μου θέση.
Μόλις ακινητοποιήθηκε και ο τελευταίως... η πόρτα που είχαν μπει πριν οι κυρίαρχοι... υποθέτω... άνοιξε και άρχισαν πάλι να βγαίνουν έξω όσοι είχαν φύγει από κοντά μας... τώρα όμως ήταν διαφορετικοί... με τις ίδιες κάπες που φορούσαν και πριν... αλλά γυμνοί, φορώντας μόνο το εσώρουχο τους και ξυπόλυτοι... την μάσκα και την κουκούλα δεν την βγάλανε.
Δημιουργήσανε έναν κύκλο γύρω από την κοπέλα με τα κόκκινα όπως ακριβώς είχαμε κάνει και εμείς πριν... ξεκινώντας από δίπλα από τον ΜΠ και την Μπέλα... μόλις ο κύκλος έκλεισε... υποκλιθήκαν προς την κοπέλα με τα κόκκινα... εκείνη υποκλίθηκε στον ΜΠ και ο ΜΠ στην Μπέλα... αντίστροφά όπως και πριν ακολούθησε η ίδια διαδικασία... και μόλις ο ΜΠ υποκλίθηκε στην κοπέλα με τα κόκκινα εκείνη χτύπησε την χρυσή της ράβδο τέσσερις φορές... όλοι όσοι ήταν μέσα στον κύκλο σηκώσανε το ανάστημα τους... και η κοπέλα με τα κόκκινα έδειξε με την ράβδο της τον Τάηλερ.
Εκείνος έκανε ένα βήμα μπροστά και υποκλίθηκε μπροστά στην κοπέλα γονατιστός στο πάτωμα... κράτησε την κάπα του με το αριστερό του χέρι και το έβαλε να ακουμπήσει πάνω στο αριστερό του γόνατο... η κοπέλα για άλλη μια φορά υποκλίθηκε στον ΜΠ και ο ΜΠ στην Μπέλα... η Μπέλα σηκώθηκε και άρχισε να προχωράει προς τον Τάηλερ.
Όταν έφτασε κοντά του έβαλε το χέρι της πάνω στο χέρι που το στήριζε στο γόνατο του και ο Τάηλερ την φίλησε πάνω στο κόσμημα... η Μπέλα έβαλε το δάχτυλο της κάτω από την μάσκα του και του ανασήκωσε το κεφάλι για να την κοιτάξει.
«καλωσόρισες στην Ιθάκη... εύχομαι να είναι μακρύς ο δρόμος σου» είπε με βαθιά φωνή... και όλοι όσοι ήταν στην αίθουσα επανέλαβαν το ίδιο.
«καλός σας βρήκα... είναι τιμή μου να βρίσκομαι εδώ» είπε ο Τάηλερ και η Μπέλα γύρισε προς τον θρόνο της... μόλις έκατσε υποκλίθηκε προς τον ΜΠ... και ο ΜΠ προς την κοπέλα με το κόκκινο... εκείνη αμέσως χτύπησε την χρυσή της ράβδο... πέντε φορές και αφού ο Τάηλερ γύρισε στην θέση του... όλοι οι κυρίαρχοι ταυτόχρονα ξεκούμπωσαν τις κάπες τους και της αφήσανε να πέσουν στο πάτωμα... κάνανε μια υπόκλιση προς την κοπέλα με τα κόκκινα... εκείνη προς το ΜΠ και ο ΜΠ... προς την Μπέλα... η Μπέλα ξανασηκώθηκε.
Ο κύκλος άνοιξε για να της κάνει χώρο να περάσει... και εκείνη άρχισε να κατευθύνετε προς το μέρος μου... πάλι καλά... ανακούφιση... τουλάχιστον θα με διαλέξει.
Την στιγμή που στάθηκε μπροστά μου... έτεινα το δεξί μου χέρι μπροστά σε θέση γάμα και υποκλίθηκα... εκείνη έβαλε το χέρι της να ακουμπήσει στο δικό μου... και τότε παρατήρησα το αριστούργημα που διακοσμούσε το χέρι της... ήταν έναν κομψοτέχνημα... δουλεμένο με πολύ αγάπη... που πάνω του έχει ένα άσπρο τριαντάφυλλο... σίγουρα δώρο του Πάολο δεν αμφισβητείτε αυτό.
Φίλησα το κόσμημα... και βγάζοντας το δαχτυλίδι της από την τσέπη μου το πέρασα στο δάχτυλο της αποφεύγοντας να την αγγίξω ή να την κοιτάξω στα μάτια... εκείνη έφερε το χέρι που κρατούσε πιο κοντά της και μου πέρασε ένα δαχτυλίδι... με το που το είδα αμέσως κατάλαβα την ομοιότητα... ήταν το ίδιο δαχτυλίδι που φορούσε ο Τάησον... μόνο που αυτό ήταν γκρι... ενώ εκείνου ήταν μαύρο... αλλά και τα δύο είχαν στην μέση το ίδιο άσπρο τριαντάφυλλο.
Τα δαχτυλίδια των γυναικών
Όταν το πέρασε στο χέρι μου χωρίς να ακουμπήσει καθόλου την σάρκα μου με το χέρι της... άφησε το χέρι μου να ελεύθερο και μου σήκωσε το κεφάλι βάζοντας το δάχτυλό της κάτω από την μάσκα... ακουμπώντας μόνο εκείνην... μόλις οι ματιές μας συναντηθήκανε... εκείνη έγειρε και με φίλησε.
Όταν το πέρασε στο χέρι μου χωρίς να ακουμπήσει καθόλου την σάρκα μου με το χέρι της... άφησε το χέρι μου να ελεύθερο και μου σήκωσε το κεφάλι βάζοντας το δάχτυλό της κάτω από την μάσκα... ακουμπώντας μόνο εκείνην... μόλις οι ματιές μας συναντηθήκανε... εκείνη έγειρε και με φίλησε.
Ίσιωσε το ανάστημα της και μου χαμήλωσε το κεφάλι... έβγαλε την κουκούλα μου... και μου αφαίρεσε και την μάσκα... κρατώντας ακόμα την μάσκα στο χέρι της, την ακούμπησε κάτω από το σαγόνι μου και με ανάγκασε να την ξανακοιτάξω και μου έδωσε να κρατήσω την μάσκα μου... γύρισε προς τα πίσω και έκατσε πάλι στην θέση της... έκανε υπόκλιση προς τον ΜΠ... και εκείνος φεύγοντας από δίπλα της... έκανε το ίδιο σε ένα κορίτσι που ήταν το μοναδικό που επίσης φόραγε γκρι κάπα... εκτός από μένα... ενώ όλοι οι υπόλοιποι παραβρισκόμενοι... φόραγαν μαύρες και άσπρες κάπες... με πανάκριβα ρούχα από μέσα... ο πλούτος εδώ δεν κρυβότανε... και όσοι είναι εδώ σίγουρα το φυσάνε το παραδάκι... μμμμ... ύποπτο αυτό... αλλά ο Τάηλερ από όσο ξέρω τουλάχιστον δεν έχει καμία περιουσία... είναι καλοπληρωμένος... αλλά αυτό και τίποτα άλλο... πως μπορεί εκείνος να συναγωνιστεί... με αυτούς τους ανθρώπους?... δεν υπάρχει λογική.
Όταν ο ΜΠ γύρισε στην θέση του... υποκλίθηκε στην κοπέλα με τα κόκκινα και τότε εκείνη γύρισε την ματιά της προς τους κυριάρχους... έδειχνε με το ραβδί της και εκείνη ακολουθούσαν την ίδια διαδικασία που έκανε και η Μπέλα χωρίς να τους αφαιρούν τις μάσκες... και αφού βάζανε το χέρι τους στον ώμο του ενδοτικού τους... του οδηγούσανε έξω από την αίθουσα.
Σιγά σιγά... η αίθουσα άδειασε και στο τέλος είχαμε μείνει μόνο εγώ... η άλλη κοπέλα που διάλεξε ο ΜΠ... η Μπέλα και η κοπέλα με τα κόκκινα... εκείνη γύρισε προς τον ΜΠ και υποκλίθηκε... ο ΜΠ προς την Μπελα και ξανά πίσω... μόλις ο ΜΠ υποκλίθηκε στην κοπέλα με τα κόκκινα εκείνη έφυγε και μας άφησε μόνους... ο ΜΠ γύρισε προς την Μπέλα...
Η περίεργη σιωπή τους σου έσπαγε τα νεύρα... κοιτώντας ο ένας μες τα μάτια του άλλου κάνανε μεταξύ τους μια κρυφή συνομιλία... πως στο διάολο συνεννοούνται???
Η Μπέλα έκανε μια υπόκλιση προς τον ΜΠ και εκείνος αναστέναξε... γύρισε προς την κοπέλα και αφού έβαλε το χέρι του πάνω στον δεξί της ώμο την οδήγησε προς την πόρτα που είχαν φύγει και οι υπόλοιποι... η Μπέλα παρέμεινε στην θέση της και με κοίταζε... μόνο αυτό... τώρα εγώ τι πρέπει να κάνω?
Μετά από μια σύντομη σιωπή... εκείνη σηκώθηκε και με συρτά αλλά σταθερά βήματα γεμάτα δυναμισμό... έφτασε κοντά μου... με κοίταξε για μια τελευταία φορά στα μάτια και αφού έβαλε το δεξί της χέρι της πάνω στον δεξή μου ώμο, έγειρα μπροστά το κεφάλι μου και με οδήγησε και εμένα προς την πόρτα που είχαν φύγει και όλοι οι άλλοι.
Φτάνοντας στην επόμενη αίθουσα όλοι αυτόματα σταμάτησαν να μιλάνε και μείνανε ακίνητοι... εκείνη με οδήγησε μπροστά σε κάποιον που αν και δεν μπορούσα να τον δω καλά... μου φάνηκε πως ήταν ο ίδιος που είχε καρφώσει την ματιά του απάνω μου όταν μπήκα μέσα στην αίθουσα μαζί με τον Τάηλερ.
«Βαρόνη» προσφώνησε και έκανε πιο βαθιά υπόκλιση τείνοντας το δεξί του χέρι μπροστά και η Μπέλα ακούμπησε το αριστερό της χέρι με το κόσμημα πάνω στο χέρι του και εκείνος την φίλησε πάνω στο κόσμημα με ευλάβεια.
«μαύρε ωκεανέ... πόσο χαίρομαι που σε βλέπω από κοντά» είπε με συρτή φωνή και εκείνος σήκωσε το ανάστημα του αλλά συνέχισε να έχει χαμηλωμένο το κεφάλι
«η τιμή είναι όλη δική μου κυρία Βαρόνη»
«έμαθα ότι ζήτησες ακρόαση»
«είχα καιρό να σας δω και τρέχουν κάποια ζητήματα... δεν θα ήθελα να σπαταλήσω τον πολύτιμο χρόνο σας άσκοπα... αλλά θα ήθελα να σας δω αν φυσικά το επυθυμείτε και εσείς»
«για σας πάντα έχω χρόνο... αλλά είμαστε εδώ για να διασκεδάσουμε... ας μην απασχολούμε τον καλεσμένο μας με θέματα δουλειάς... θα πω στην Ιζαμπέλα να κανονίσει ένα ραντεβού μέσα στην βδομάδα... αν φυσικά ακόμα το επιθυμείτε»
«ωωω... η αγαπημένης μας Ιζαμπέλα... καιρό έχω να την δω... θα περιμένω εναγωνίως να με καλέσει για να κανονίσουμε ένα ραντεβού... θα ενθουσιαστείτε με τα νέα που σας έχω»
«καλή διασκέδαση κύριε Βολτουόρη... ελπίζω να μην σας είναι κόπος να συστήσετε και στους υπόλοιπους επίτιμους καλεσμένους μου τον κύριο Άμλετ»
«όταν λέτε Άμλετ... εννοείτε τον Άμλετ της σελήνης?» ρώτησε ξέπνοος
«αυτοπροσώπως... καλή σας διασκέδαση» είπε εκείνη και βγάζοντας το χέρι της από τον ώμο μου έφυγε από δίπλα μου.
«μπορείς να σηκώσεις το κεφάλι σου έφυγε» δήλωσε και τον κοίταξα στα μάτια.
Ήταν ένας επιβλητικός πολύ σκοτεινός άντρας... μέσα στα μαύρα... με ένα σατανικό χαμόγελο να με κοιτάει με θαυμασμό... μαύρα μαλλιά, μαύρα ρούχα... αλλά αυτό που σου έκανε περισσότερο εντύπωση απάνω του ήταν τα μάτια του... τέτοια σκοτεινή ματιά είχα να δω από τότε που πέθανε η μητέρα μου.
Ήταν τόσο ανατριχιαστικό... τόσο ίδιο βλέμμα με το δικό της άλλα τόσο διαφορετικό... αν και είχε μαύρα μάτια, οι ίριδες του ένιωθες ότι μέσα είχαν το κόκκινο της φωτιάς... γέλασα μέσα μου... δεν είναι τυχαίο το όνομα που του έχουν δώσει... μαύρος ωκεανός.
«Άαρον Βολτουόρη» είπε και μου έτεινε το χέρι του και δέχτηκα την χειραψία του.
«Έντουαρντ Κάλεν» ανταπέδωσα και με κοίταξε σκεπτικός
«Κάλεν?... μμμ κάτι μου θυμίζει το όνομα σου... η Κάλεν Α.Ε.»
«είναι δική μου» συμπλήρωσα αμέσως και όλο του το πρόσωπο φωτίστηκε
«μα βέβαιααα... χαίρομαι πάρα πολύ που είσαι μαζί μας... είχαμε αρχίσει να πιστεύουμε ότι δεν θα σε έβρισκε ποτέ»
«να με έβρισκε?»
«η Βαρόνη βλέπεις προσπαθεί να κλείσει όλες τις παλιές πληγές... και από όσο ξέρω... ήσουν από τις τελευταίες»
«συγνώμη αλλά σε χάνω λίγο»
«δεν ξέρεις τίποτα για εκείνην?»
«όχι πολλά» παραδέχτηκα και μου γέλασε φιλικά
«εφόσον επέλεξε να σε εκπαιδεύσει η ίδια... αν και δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί... τότε πολύ σύντομα θα μάθεις όσα πρέπει να μάθεις»
«εσύ από όσο καταλαβαίνω την ξέρεις αρκετά»
«είχα την ατυχία να περάσω από τα χέρια της»
«ατυχία?»
«δεν είναι τυχαίο που είναι απρόσωπη Έντουαρντ... αυτό μην το ξεχάσεις... τον κοίταξα με περιέργεια... έλα πάμε να σε γνωρίσω στους άλλους και αν προλάβουμε θα σου πω περισσότερα αργότερα... σίγουρα θα σου χρειαστεί ένα ποτό» μου είπε και με παρέσυρε πρώτα προς το μπαρ
«καλησπέρα σας... τι να σας προσφέρω... Κόκκινο... Ροζέ... Άσπρο κρασί?» μας ρώτησε ευγενικά το γκαρσόνι
«κόκκινο για μένα» είπε ο Άαρον και μετά με κοίταξε
«και για μένα» είπα και το γκαρσόνι άφησε μπροστά μας δύο κολονάτα από τα πιο ακριβά κρυστάλλινα ποτήρια που υπήρχαν σε ολόκληρη την υφήλιο και μας τα γέμισε με ένα από τα πιο ακριβότερα κρασιά στον κόσμο... Σατό Λε Πεν του 1989... που φήμες λένε ότι κοστίζει 8.500 λίρες το κιβώτιο... πραγματικά δεν τα λυπάται καθόλου τα λεφτά της.
Πήραμε τα ποτήρι μας στο χέρι μας και αρχίσαμε να ενσωματωνόμαστε μέσα στον κόσμο... ήταν όλη η Ελίτ της Αμερικής... και όχι μόνο... όσοι ήταν μαζεμένοι εδώ... ερχόντουσαν μόνο για την σημερινή μέρα και την επόμενη γυρίζανε στις πολιτείες τους... μωρέ μπράβο... αυτό θα πει φανατισμός... μα τι το ιδιαίτερο έχει αυτό το μέρος?
Άντρες και γυναίκες... ισχυρές προσωπικότητες... προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να δηχθούν και να δείξουν τον πλούτο και την εξουσία τους... αυτό ήταν κάτι που το γνώριζα πολύ καλά... και όντως ο Τάηλερ είχε δίκιο... ένιωσα αμέσως ότι πάντα άνηκα εδώ... και μπήκα πολύ γρήγορα στο παιχνίδι κατατροπώνοντας τους με τις ιδέες μου και τις παρατηρήσεις που τους έκανα... ένας συγκεκριμένα προσπάθησε να με πείσει ότι η εταιρία μου δεν είχε πολλά να δώσει... και ότι δεν θα κρατήσει για πολύ... αλλά οι απαντήσεις που του έδωσα και ο τρόπος που υπερασπίστηκα την εταιρία μου... τον έκανε να χάσει την μιλιά του.
Ο Άαρον από δίπλα μου δε... με κοίταζε με θαυμασμό... ήμουν σίγουρος ότι με διάβαζε... και είχε μείνει απόλυτα ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα... ρούφηξε κάθε λέξη που βγήκε από το στόμα μου και τώρα που με γύριζε προς το μπαρ ήμουν σίγουρος ότι θα τσέκαρε κάθε τι που άκουσε από μένα... χα... δεν ξέρεις κύριε Άαρον ποιον προσπαθείς να κατατροπώσεις... το ύφος του δεν μου εμπνέει καθόλου εμπιστοσύνη... αλλά είναι ο μόνος που είναι διατεθειμένος να μου πει κάτι για εκείνην... οπότε αν προσπαθήσω να πάω με τα νερά του... τότε ίσως ψαρέψω τίποτα καινούργιο.
«πραγματικά έχω μείνει άφωνος... ο απόγονος της μαύρης ψυχής... τόσο ισχυρός?... ο τρόπος που κατατρόπωσες τον Ρενιέ με τις απαντήσεις σου... κούνησε το κεφάλι του με θαυμασμό... ακόμα το φυσάει και δεν κρυώνει... σίγουρα θα βρούμε κάποιον τρόπο να συνεργαστούμε... μου εμπνέεις εμπιστοσύνη και θέλω συνεργασίες με άτομα σαν και εσένα... αν φυσικά το επιθυμείς και εσύ»
«είχα την καλύτερη δασκάλα... είπα αδιάφορα και πίνοντας μια γουλιά από το κρασί μου γύρισα προς το μπαρ και άναψα ένα τσιγάρο... φυσικά και είμαι ανοιχτός σε προτάσεις... όποτε θες μπορούμε να κανονίσουμε να τα πούμε»
«μμμχχχμμμ σίγουρα θα τα πούμε... άλλα όσο αφορά την μητέρα σου... ίσως και να έχεις δίκιο να την θεωρείς την καλύτερη δασκάλα... είπε και με μιμήθηκε και εκείνος... αλλά πίστεψε με δεν έχεις γνωρίσει ακόμα την καλύτερη... αν γνώριζα όσα γνωρίζεις εσύ για την Βαρόνη... τότε ίσως να έλεγα και εγώ το ίδιο... αλλά επειδή την γνωρίζω αρκετά... συγνώμη που θα σου το πω αλλά έχεις μεγάλο άδικο» χτύπησε κατευθείαν στην πληγή μου για να με κάνει να λυγίσω
«πως ξέρεις για την μητέρα μου?»
«όλοι ξέρουν για την μαύρη ψυχή... οι γονείς μας φροντίσανε γι αυτό... πάντα μας την έφερναν σαν παράδειγμα για να μας τρομάξουν... και όσοι είναι καινούργιοι... φροντίζει η Βαρόνη να μάθουν γι αυτήν... ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος»
«μάλιστα... δηλαδή όλοι γνωρίζουν ακριβώς ποιος είμαι και τι έχω περάσει»
«το λες σαν να σε πειράζει»
«εσένα δεν θα σε πείραζε?»
«όχι... θα ένιωθα υπερήφανος... που κατάφερα να επιβιώσω από αυτόν τον εφιάλτη... και να παραμείνω στην ζωή νικητής» δεν τον κοίταξα... δεν ήθελα να δει την δυσπιστία στο βλέμμα μου... τι στο διάολο προσπαθεί να κάνει?... σίγουρα προσπαθεί να πάει κάπου την κουβέντα αλλά που?
«με κολακεύεις... αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μου αρέσει κιόλας να συζητώ για το παρελθόν μου» του το έκοψα αμέσως
«μην ανησυχείς αγαπητέ μου... δεν είχα σκοπό να σκαλίσω παλιές πληγές... όλοι μας έχουμε το παρελθόν μας... το θέμα είναι πως το εκμεταλλευόμαστε» μιλάει σαν και εκείνην... κάνει παιχνίδι.
«εσύ πως βρέθηκες εδώ?»
«ο πατέρας μου άνηκε στον Βαρόνο... μόλις πέθανε πήρα την θέση του... αλλά όταν πέθανε ο Βαρόνος όλα άλλαξαν εδώ... όμως διεκδίκησα την θέση μου και παρέμεινα... εσύ?... σε βρήκε ο θεοκόμματος?... τον κοίταξα με απορία... την Ιζαμπέλα εννοώ... αυτό το κορίτσι... δεν υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να της αντισταθεί... σκέτος δαίμονας... γέλασα... κατάλαβα... και εσύ έτσι την αποκαλείς... τον κοίταξα βαθιά στα μάτια... μην απολογείσαι... δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος εδώ μέσα που να μην έχει την ίδια άποψη... αλλά αν νομίζεις ότι αυτή είναι δαίμονας... δεν έχεις δει ακόμα την Βαρόνη»
«τι εννοείς με αυτό?»
«καλύτερα να αρχίσεις να πίνεις... γιατί σε λίγο θα καταλάβεις ακριβώς τι εννοώ... αν θεωρείς δαίμονα την Ιζαμπέλα... τότε θα καταλάβεις ότι η Βαρόνη είναι ο διάβολος προσωποποιημένος»
«τόσο πολύ την φοβάστε?»
«πόσα λίγα ξέρεις για εκείνην... κούνησε το κεφάλι του απογοητευμένος... σε ποιο επίπεδο σε σταμάτησε η Ιζαμπέλα?»
«στο στάδιο 3»
«στο στάδιο 3?... όχι στο επίπεδο 3?»
«έτσι τουλάχιστον είπε» είπα αδιάφορα και ήπια άλλη μια γουλιά από το κρασί μου και άναψα ένα τσιγάρο.
«τότε φίλε μου... σου προτείνω να κρατηθείς νηφάλιος... γιατί θα χρειαστείς το μυαλό σου καθαρό... η Βαρόνη δεν είναι σαν την Ιζαμπέλα... και πίστεψε με... δεν θες να ξέρεις τι είναι ικανά να κάνουν τα χέρια της και τι όχι»
«το έχω ακούσει αυτό ξανά» ειρωνεύτηκα και ο Άαρον αναστέναξε
«άκου... επειδή σε συμπάθησα και θέλω να σε έχουμε κοντά μας... θα σου δώσω μια συμβουλή... μην ενεργοποιήσεις τα χέρια της... είναι ικανή για όλα... δεν διαδέχθηκε τυχαία τον Βαρόνο... αν θεωρούσαμε εκείνον αιμοβόρο... μόλις γνωρίσαμε την Βαρόνη... τα είδαμε όλα» είπε συνωμοτικά και σηκώνοντας το μανίκι του μου έδειξε ένα σημάδι που είχε λίγο πιο πάνω από τον καρπό του και το κοίταξα σοκαρισμένος
«αν αυτό σε σοκάρει... έπρεπε να έβλεπες τα δικά της τα σημάδια»
«αυτή σου το έκανε αυτό?» τον ρώτησα με γουρλωμένα μάτια
«αυτή είναι η διαφορά της με τον Βαρόνο... εκείνη δεν μπορεί να μας ακουμπήσει... αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να παίξει με το μυαλό μας ώστε να κάνουμε αυτά που πρέπει να κάνουμε μόνοι μας στον εαυτό μας... είσαι σατανική... σε τουμπάρει εκεί που δεν το περιμένεις και μπορείς να σε κάνει να φυτέψεις μέχρι και σφαίρα στο κεφάλι σου και να την ευγνωμονείς γι αυτό... φυσικά μακάρι όταν περνάς από την εκπαίδευση της να είχες το δικαίωμα να έχεις όπλο μαζί σου... γιατί όταν περνάς τα βασανιστήρια της... εύχεσαι να το είχες δίπλα σου να το χρησιμοποιήσεις παρά να την αφήσεις να σου κάνει όλα όσα πρέπει να σου κάνει... γιατί νομίζεις ότι κανείς από εδώ δεν τολμάει να πάει στο στάδιο 4»
«αλήθεια γιατί?»
«γιατί δεν υπάρχει κυρίαρχος που να έχει φτάσει αυτό το στάδιο... και όποιος περάσει στο στάδιο 4... θα περάσει από τα χέρια της... αν ανήκει στην άσπρη ομάδα... ή θα περάσει από τα χέρια του ακόλουθου της... αν ανήκει στην μαύρη ομάδα... σε αυτό δεν έχουν διαφορά... πίστεψε με φίλε... είναι το ίδιο αιμοβόροι και οι δύο... αλλά μου κάνει εντύπωση ακόμα... πως και σε έχει ακόμα στην γκρι ομάδα»
«τι να σου πω και εγώ... άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου»
«και μεγαλύτερη άβυσσος η δική της ψυχή» επιβεβαίωσε
«δεν μπορώ να καταλάβω γιατί σου κάνει εντύπωση?»
«έλα τώρα ρε φίλε... εσύ κάνεις μπαμ από μακριά ότι είσαι τελειωμένη υπόθεση... μην κρύβεσαι πίσω από το δάχτυλο σου» έσφιξα τα δόντια και σταμάτησα την αυτόματη αντίδραση για να μην του δώσω λαβή για σχόλια... αλλά αυτό θα μου το πληρώσει... όταν θα έχω πάρει και εγώ αυτά που θέλω από εκείνον
«τελειωμένη υπόθεση?» ρώτησα αδιάφορα
«μεταξύ μας μιλάμε... με σκούντησε φιλικά στον ώμο... δικός μας είσαι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να αλλάξει αυτό... γι αυτό και δεν καταλαβαίνω γιατί δέχτηκε να σε κάνει ενδοτικό της και δεν σε άφησε στον ακόλουθο της»
«και πως το λες αυτό με σιγουριά?» γέλασε
«αρχικά της έτεινες το δεξί σου χέρι και όχι το αριστερό... ζήτησες κόκκινο κρασί... και ένιωσες πιο άνετα με μένα από όλους τους άλλους παρευρισκομένους μέσα εδώ... θες κι άλλες αποδείξεις?»
«μάλλον όχι» αναστέναξα και επιβεβαίωσα όλες μου τις ανησυχίες... ποτέ δεν θα καταφέρω να αποβάλω την μαύρη μου πλευρά... και έχει δίκιο... μαζί του νιώθω πιο άνετα να μιλήσω... από ότι με τον Τάηλερ.
«είπες πριν για τα σημάδια της... εσύ τα έχεις δει?»
«όχι μόνο τα έχω δει τα έχω ζήσει κιόλας»
«τι εννοείς με αυτό»
«όταν πέθανε ο Βαρόνος... εκείνη δεν δέχτηκε να τον διαδεχθεί και για αρκετό καιρό κράτησε κλειστό το σπίτι... όταν γύρισε ποιο αποφασισμένη από ποτέ... μας μάζεψε όλους τους παλιούς και μας ανακοίνωσε ότι το σπίτι θα ξεκινήσει από την αρχή με διαφορετικούς νόμους και κανόνες... αυτός που θα κατάφερνε να φτάσει τον εαυτό του στα όρια του τότε θα έπαιρνε και την θέση του Βαρόνου και θα διοικούσε με την βοήθεια της... αλλά όπως καταλαβαίνεις κανείς δεν τόλμησε να την ξεπεράσει... ακόμα και όσοι ήταν τόσο σκοτεινοί όσο και ο Βαρόνος... δεν τόλμησαν να την συναγωνιστούν... οπότε εκείνη αναγκαστικά διαδέχθηκε τον θρόνο και σαν πρώτο της ενδοτικό δέχτηκε τον πιο τολμηρό από όλους όσους κατάφεραν να προκαλέσουν τον εαυτό τους εκείνην την ημέρα και όπου σήμερα είναι και ο ακόλουθος της»
«με ποιον τρόπο σας προκάλεσε?»
«στάθηκε μπροστά μας και μας μοίρασε ένα μικρό εργαλείο που γδέρνουν τους τοίχους... ταυτόχρονα με εκείνην έπρεπε να γδάρουμε το χέρι μας όσο πιο βαθιά είχαμε τα κότσια να το κάνουμε... εκείνη ήταν η μόνη που το έγδαρε πιο βαθιά... από όσο καταλαβαίνεις»
«και γδάρατε όλοι το χέρι σας?»
«όχι... δεν άντεξαν να το κάνουν όλοι»
«και όσοι δεν το έκαναν?»
«τους έδιωξε» ανασήκωσε τους ώμους του αδιάφορα... χωρίς να τον νοιάζει
«και δεν μάθατε τι απέγιναν?»
«ποιος ο λόγος... δεν ήταν σαν και εμάς και από την άλλη μόνο ο Βαρόνος ήξερε τα πραγματικά τους ονόματα»
«ο Βαρόνος... δεν σας άφηνε να γνωρίζεστε όπως σας αφήνει η Βαρόνη»
«όχι... εκείνος μας είχε υπό την κατοχή του... και κανείς μας δεν τόλμαγε να παρακούσει την εντολή του... από την άλλη η Βαρόνη... μας έχει σε δύο κατηγορίες... κυρίαρχους και ενδοτικούς... όλοι οι κυρίαρχοι γνωρίζονται μεταξύ τους... όλοι ενδοτικοί μεταξύ τους... οι κυρίαρχοι βλέπουν τα πρόσωπα των ενδοτικών τους αλλά εμείς δεν γνωρίζουμε ποτέ τα πρόσωπα των κυριάρχων μας»
«λίγο περίεργο δεν είναι αυτό?»
«όχι... καθόλου... το κάνει για να μην λειτουργούμε με το συναίσθημα... δεν θέλει να ερωτευόμαστε τους κυριάρχους μας λόγο της εικόνας τους... και να σου πω καλύτερα έτσι... έτσι κι αλλιώς είναι μια φορά την εβδομάδα... φαντάζεσαι να τους είχαμε στο κεφάλι μας ολόκληρη την εβδομάδα?... θα ήμασταν σίγουρα στα πατώματα τώρα»
«γιατί το λες αυτό?»
«θα δεις σε λίγο και θα καταλάβεις»
«οκ... τελικά όμως δεν μου είπες... τι έγινε με όσους μείνανε?»
«όσοι μείναμε... μας έβαλε να καθαρίσουμε με το στόμα μας το χέρι μας από το αίμα που έτρεχε... φυσικά κάνοντας το και εκείνη ταυτόχρονα με εμάς»
«και το ήπιατε όλοι?»
«όχι»
«και όσοι δεν ήπιαν από το αίμα τους?»
«είναι τώρα με τις άσπρες κάπες γύρω σου»
«να υποθέσω ότι εσύ ήπιες?»
«για να φοράω μαύρη κάπα» είπε ανασηκώνοντας τους ώμους του
«και τελικά πως σας ξεπέρασε?»
«έφαγε την σάρκα της... τον κοίταξα σοκαρισμένος... όπως καταλαβαίνεις κανείς από εμάς δεν τόλμησε να τον κάνει αυτό... αλλά το χειρότερο από όλα ήταν όταν έβαλε το χέρι της μέσα στο καυτό νερό... δεν μπορείς να φανταστείς πόσο δύναμη ψυχής έχει αυτή η γυναίκα... κόντευε το αίμα της να στραγγίξει αλλά εκείνη περίμενε υπομονετικά τις δικές μας αντιδράσεις... μόνο ο ακόλουθος της το έκανε για να την σταματήσει... και έτσι δέχτηκε να τον εκπαιδεύσει... όταν έβγαλε το χέρι της από το νερό περιποιήθηκε την πληγή της μόνη της... γιατί δεν αντέχει να την ακουμπάει κανείς... έκατσε στην καρέκλα του Βαρόνου... και μας μίλησε τόσο ήρεμα τόσο φυσικά που... όλοι δεν πιστεύαμε ότι θα μπορούσε να συμβεί ποτέ αυτό... μετά από το αίμα που είχε χάσει... αφού μας εξήγησε τους νέους νόμους και τους νέους κανόνες... μας αποδέσμευσε για να μας δώσει τον χρόνο να τους σκεφτούμε και όσοι γυρίσαμε την επόμενη βδομάδα... τότε ξεκίνησε την εκπαίδευση μας από την αρχή... όλοι οι παλιοί έχουμε περάσει από την εκπαίδευση της... όταν έστησε την ομάδα τον κυριάρχων και τον ακόλουθο της... αποδέσμευσε τον εαυτό της... και τώρα επιλέγει μόνο όσους δεν έχουν ξεκαθαρίσει μέσα τους σε ποια ομάδα ανήκουν... όπως εσένα παραδείγματος χάρη»
«απίστευτο»
«και όμως πραγματικό... άλλο να σου το περιγράφω και άλλο να το βλέπεις φίλε... δεν υπάρχει αυτή η γυναίκα... έχει ξεπεράσει κατά πολύ τον Βαρόνο... και δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην την τρέμει... γι αυτό μια συμβουλή... μην βιαστείς να περάσεις στο στάδιο 4... δεν θες να ξέρεις τι είναι ικανή να κάνει και τι όχι... αν το λέει η καρδιά σου.... τότε τόλμα το... αλλά προσπάθησε πρώτα να την μάθεις καλά πριν περάσεις στο επόμενο στάδιο»
«θα το έχω υπόψη μου» του είπα και πίνοντας μια γερή γουλιά από το κρασί μου άναψα άλλο ένα τσιγάρο... τι διάολο θέλω εγώ εδώ... δεν μου έφταναν όσα έχω περάσει... θέλω να τα περάσω όλα αυτά από την αρχή?
«τι σκέφτεσαι?»
«τίποτα συγκεκριμένο... απλώς δεν τα ήξερα όλα αυτά και καταλαβαίνεις συγκεκριμένα σε μένα τι αντίκτυπο έχουν»
«γι αυτό και σου τα λέω... γιατί και το ένα τρίτο να είναι αυτό που γνωρίζουμε από την ζωή σου με την μητέρα σου... μας φαίνεται αδιανόητο που δέχτηκες να έρθεις εδώ... και περισσότερο αδιανόητο είναι που η Βαρόνη... δέχτηκε να σε εκπαιδεύσει η ίδια... ακόμα δεν καταλαβαίνω το γιατί... σίγουρα η Ιζαμπέλα σε δάγκωσε... την δάγκωσες και εσύ?»
«ναι» είπα ανασηκώνοντας τους ώμους μου αδιάφορα και τράβηξα μια ρουφηξιά από το τσιγάρο μου
«και σε έβαλε να καθαρίσεις το αίμα που έτρεξε στον λαιμό της... και είμαι σίγουρος ότι σε εξίταρε πάρα πολύ αυτό»
«φίλε μιλάμε ήταν ανεπανάληπτη αυτή η εμπειρία... παρόλο που σιχαίνομαι το αίμα δεν πίστευα ποτέ ότι θα με εξίταρε τόσο πολύ» κούνησα το κεφάλι μου και αναστέναξα στην ανάμνηση
«δεν σημάδεψες όμως τον εαυτό σου αλλιώς δεν θα σου φαινότανε περίεργο το σημάδι στο χέρι μου... είμαι περίεργος με ποιον τρόπο την προκάλεσες όταν σε έφτασε στα όρια σου?»
«της είπα να πάρει το όπλο μου και να αυτοκτονήσει»
«πως?» είπε και με κοίταξε σοκαρισμένος
«δεν θα γινόμουν δολοφόνος για χάρη της» είπα σκληρά και πίνοντας λίγο από το κρασί μου, τράβηξα άλλη μια ρουφηξιά απο το τσιγάρο μου.
«αδελφάκι μου εσύ είσαι το κάτι άλλο... δεν χωράει αμφιβολία ότι είσαι δικός μας... γιατί εκείνη ελπίζει? Αυτό είναι πολύ περίεργο»
«τι να σου πω... δεν έχω ιδέα πως σκέφτεσαι για εκείνην... αλλά με όσα μου είπες... δεν νομίζω να διαφέρουμε και πολύ»
«πας καλά?... είσαι το άκρος αντίθετο από εκείνη... εκείνη τα κάνει στον εαυτό της... εσύ τα κάνεις στους άλλους... αυτή είναι η διαφορά σας»
«ε και?... και ο Βαρόνος το ίδιο δεν έκανε... όπως λες εσύ?»
«ναι... είπε σκεπτικός... γι αυτό ακριβώς μου φαίνεται περίεργο ότι σε διάλεξε... λύσε μου όμως μια απορία... πως την σταμάτησες?»
«δεν την σταμάτησα... πατήσαμε την σκανδάλη ταυτόχρονα»
«ώρε πούστη μου... δεν έχεις ιδέα τι έκανες... έτσι δεν είναι»
«δεν νομίζω ότι σε παρακολουθώ»
«φίλε συγνώμη που θα το μάθεις από μένα... αλλά αυτό που έκανες δεν έχει διαφορά από αυτό που έκανε εκείνη... όταν έφαγε την σάρκα της... άρα»
«δεν είμαι σαν τον Βαρόνο... είμαι χειρότερος από εκείνον»
«ακριβώς... και τελικά πως σε έπεισε να γίνεις ενδοτικός?»
«με παράτησε... και δεν την άφησα να φύγει»
«γιατί?»
«δεν είμαι συνηθισμένος να με παρατάνε... εκείνην την ώρα μου την έδωσε... και σκέφτηκα να την πληρώσω με το ίδιο νόμισμα... ήθελα να την γαμήσω και μετά να την παρατήσω εγώ... και ήξερα ότι ήταν ο μόνος τρόπος... για να πάρω αυτό που ήθελα»
«και τελικά πως έφτασες εδώ?»
«δεν είχα σκοπό να έρθω αλλά η περιέργεια σκότωσε την γάτα δεν λένε?... νόμιζα ότι θα ήταν εκείνη κυρίαρχος μου και σκέφτηκα γιατί να μην το δοκιμάσω... αφού έχω την επιλογή να το σταματήσω όποτε θέλω»
«αχ... φίλε... δεν ξέρεις τίποτα... γι αυτό σου συνιστώ να μην κάνεις το ίδιο λάθος δύο φορές... μην τολμήσεις να προκαλέσεις την Βαρόνη με τον ίδιο τρόπο... πριν μάθεις τα όρια της... γιατί τότε θα εύχεσαι να είχες το όπλο γεμάτο δίπλα σου» είπε και με χτύπησε φιλικά στον ώμο
«πες μου κάτι... αυτή η Ιζαμπέλα τι ρόλο βαράει?»
«δεν την εμπιστεύεσαι»
«έχω άδικο?»
«μεγάλο... αλλά αυτό θα έπρεπε να το ήξερες ήδη... είναι η δικηγόρος της Βαρόνης»
«πες μου κάτι που δεν ξέρω ήδη» τον ειρωνεύτηκα και γέλασε δυνατά... αλλά πριν απαντήσει η πόρτα άνοιξε και οι κυρίαρχοι άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους.
«τέλος χρόνου... καλό κουράγιο φίλε... και μια τελευταία συμβουλή... αν είναι να συνεχίσεις με τα ίδια μυαλά... το καλό που σου θέλω... πες τις ασφαλές λέξεις πριν να είναι αργά... θα τα πούμε σύντομα» είπε ο Άαρον και έβαλε την μάσκα του παραμένοντας στην θέση του με σκυμμένο το κεφάλι περιμένοντας να έρθει η δική του κυρίαρχος για να τον πάρει χωρίς να πει καμιά άλλη κουβέντα.
Παρατήρησα ότι η Μπέλα δεν ήταν μαζί τους... οπότε έκλεψα την ευκαιρία και συνέχισα το τσιγάρο μου μέχρι να κάνει την εμφάνιση της... ο Άαρον αναστέναξε και με κρυφοκοίταξε... εγώ ανασήκωσα τους ώμους μου αδιάφορα και συνέχισα περιμένοντας.
Την στιγμή που η αίθουσα άδειασε και έκλεισε η πόρτα... ο μπάρμαν έφυγε και με άφησε μόνο μου... συνέχισα αδιάφορα να καπνίζω το τσιγάρο μου και να πίνω το ποτό μου, παίρνοντας τις αποφάσεις μου... αν νομίζει ότι θα την αφήσω να μου κάνει ότι και η άλλη... είναι βαθιά νυχτωμένη.
«τότε γιατί είσαι ακόμα εδώ» άκουσα την φωνή της πίσω μου και πάγωσα... πως σκατά ξέρει τι σκέφτομαι.
«ήταν συνεννοημένος να μου τα πει όλα αυτά για να με κάνεις να σε φοβηθώ σωστά?» την ρώτησα καρφώνοντας με αυθάδεια την ματιά μου στην δική της μέσα από τον καθρέφτη, όπως το περίμενα δεν απάντησε... παρέμεινε στην ίδια θέση με τα χέρια της πίσω από την πλάτη με ψυχρή ματιά
«ε λοιπόν όχι... κύρια... Βαρόνη... την ειρωνεύτηκα... εγώ δεν σε φοβάμαι» της δήλωσα και έσβησα το τσιγάρο μου επιδεικτικά στο τασάκι με μίσος
«και ξέρεις γιατί?» την ρώτησα γυρνώντας προς το μέρος της περιστρέφοντας το σκαμπό ακουμπώντας με άνεση τους αγκώνες μου πάνω στον πάγκο... εκείνη περίμενε υπομονετικά να συνεχίσω χωρίς να πει τίποτα.
«γιατί εγώ δεν είμαι σαν όλα αυτά τα ρεμάλια που έχεις μαζέψει γύρω σου για να νομίζεις ότι κάποια είσαι» σηκώθηκα και άρχισα να βηματίζω κοντά της με επιβλητικό ύφος και με σταθερά και δυναμικά βήματα.
«εγώ... κύρια... Βαρόνη... είμαι χειρότερος... ναι με έχει πνίξει το μίσος της... αλλά ξέρω να ξεχωρίζω το καλό μέσα μου... και δεν με ξεγελάς πια... αν ήταν να με σκοτώσεις θα το είχες κάνει ήδη... αν ήταν να με αποτελειώσεις... τώρα θα είχα γυρίσει στο ψυχιατρείο που είμαι σίγουρος ότι τώρα πια σου ανήκει για να θεραπεύεις όλους τους σκατόμυαλους που πάνε να σου την φέρουν... είσαι όλα αυτά» έδειξα γύρω μου
«αλλά όλα αυτά δεν είσαι εσύ... όλα αυτά είναι εκείνος... και τα κρατάς μόνο και μόνο για να διορθώσεις τα δικά του λάθη... τα κρατάς για να εξαγνίσεις την δική του ψυχή... δεν τα κρατάς για να τους δώσεις αλλά για να τους τιμωρήσεις... μπορεί να έκανα το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου... να σε κρατήσω για να σε πληρώσω με το ίδιο νόμισμα αλλά στο τέλος κατάλαβα ότι ήταν η πιο σοφή απόφαση που έχω πάρει ποτέ... γιατί αν δεν το τόλμαγα... τώρα δεν θα μπορούσα να δω την διαφορά... αν δεν τον τόλμαγα... δεν θα σε έβλεπα ποτέ... όταν με άφησες ήμουν πιο προβληματισμένος από πριν... δεν μπορούσα να καταλάβω αν αυτό ήθελες ή όχι... δεν μπορώ να σε καταλάβω και αυτό με τρελαίνει... όμως είμαι εδώ... στην αρχή ναι ήρθα από περιέργεια... αλλά ξέρεις γιατί παραμένω?» για άλλη μια φορά δεν απάντησε
«παραμένω για μένα... και όχι για σένα... είμαι εδώ με την ελπίδα να καταλάβω τι σκατά είμαι τέλος πάντων... να καταλάβω τι κάνω και τι όχι... να καταλάβω εμένα όχι εκείνην... εκείνη έφυγε... Με λύτρωσες από την κόλαση της... πως μπόρεσες να πιστέψεις ότι θα μπορούσα ποτέ να σε δω σαν και εκείνην... πως?» ούρλιαξα και έκανε ένα βήμα μπροστά εκμηδενίζοντας την απόσταση μας
«δεν είμαι σαν εκείνους... μπορεί η ψυχή μου να είναι μαύρη σαν και την δική της... αλλά δεν είμαι εκείνη» είπα με περισσότερο πείσμα και κάνοντας τον γύρω του κορμιού μου... έβαλε το χέρι της πάνω στον σβέρκο μου και πήρα μια βαθιά ανάσα για να ηρεμήσω.
«είσαι σίγουρος ότι θες να συνεχίσεις?»
«ναι» απάντησα με αυτοπεποίθηση και τότε άρχισε να με καθοδηγεί προς την πόρτα που είχαν φύγει και όλοι οι άλλοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου