Ετικέτες

Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Η αγάπη σου με σκοτώνει "18. Η Προσπάθεια"



«είσαι έτοιμος?» τον ρώτησα και αναστέναξε και χάιδεψα το μάγουλο του με την αναστροφή του χεριού μου και τον κοίταξα μελαγχολικά

«θα μου λείψεις» μου ψιθύρισε στο αυτί κλειδώνοντας με στην αγκαλιά του για άλλη μια φορά

«και μένα θα μου λείψεις καρδιά μου αλλά πρέπει να κάνω αυτό το ταξίδι» με κοίταζε στα μάτια και πέρασε μια τούφα από τα μαλλιά μου πίσω από το αυτί μου

«να μου προσέχεις... δεν θέλω να σε χάσω τώρα που σε βρήκα»

«μην ανησυχείς γι αυτό, είμαι πολύ καλή οδηγός» έκανα ένα νεύμα στον Χοσέ και τεντώνοντας το χέρι μου πήρα την τσάντα μου και έβγαλα το κλειδί του αυτοκινήτου μου και το έτεινα προς το μέρος του

«πες στον Τζάλερ να φέρει το μωρό μου και ειδοποίησε τον Τάηλερ ότι φεύγουμε»

«σι σινιόρα» είπε αυτόματα με μια υπόκλιση και έφυγε

«το μωρό σου?» ρώτησε αινιγματικά

«θα δεις έλα »του είπα και σηκώθηκα παρασέρνοντας και εκείνον

Μόλις βγήκαμε στην έξοδο είχε αρχίσει να βρέχει και παραμείναμε κάτω από την τέντα για να μην βραχούμε μέχρι να μας φέρουν τα αυτοκίνητα μας

«αν θες μπορεί να σου φέρει την Άστον ο Τζάλερ... είναι εκπληκτικός οδηγός»

«δεν έχω πρόβλημα»

«οκ λοιπόν λύθηκε και αυτό» είπα και γύρισα την μάτια μου προς τ’ αριστερά μόλις άκουσα το θόρυβο της μηχανής του μωρού μου και μόλις ο Έντουαρντ ακολούθησε την ματιά μου κοκάλωσε ξεροκαταπίνοντας



«Μπέλα είσαι σίγουρη ότι είναι καλή ιδέα?» ρώτησε παγωμένος

«γιατί νομίζεις ότι διάλεξα να ζήσω στην Ιαπωνία» με κοίταξε αινιγματικά χωρίς να καταλαβαίνει το νόημα των λέξεων μου

«το καλό με την αστυνομία στην Ιαπωνία είναι ότι είναι μόνο μασκότ των δρόμων... συνέχισα και γέλασε... αν πηγαίνεις πάνω από 170 δεν μπαίνουν στον κόπο να βάλουν μπρος το περιπολικό για να σε κυνηγήσουν» του είπα κλείνοντας του το μάτι μου

«Μπέλα με τρομάζεις»

«χαλάρωσε μωρό μου, μπορεί να μην έχω την αίσθηση του φόβου αλλά έχω την αίσθηση της αυτοσυντήρησης... μην ξεχνάς ότι έχω δώσει όρκο να μην κάνω κακό στον εαυτό μου... οπότε δεν έχεις λόγο να φοβάσαι για μένα... ξέρω πως να με προστατεύω» αναστέναξε ηττημένος

«τουλάχιστον υποσχέσου μου ότι θα μου τηλεφωνήσεις»

«μμμ... αυτό... μάλλον είναι λιγάκι δύσκολο»

«γιατί?»

«υποσχέθηκα να κρατήσω το κινητό μου κλειστό για να σκεφτώ ανεπηρέαστη... ώριμα και ήρεμα τις επιλογές μου»

«νόμιζα ότι έχεις πάρει τις αποφάσεις σου»

«και τώρα είναι καιρός να σκεφτώ τις συνέπειες» του επιβεβαίωσα και με κλείδωσε στην αγκαλιά του εισπνέοντας άπληστα το άρωμα μου

«δεν θα αργήσω καρδιά μου σου το υπόσχομαι» τον καθησύχασα και ένευσε αφήνοντας ένα φιλί πάνω στον λαιμό μου και έκανε λίγο πίσω για να με κοιτάξει

«θα σε περιμένω» τον φίλησα τρυφερά στα χείλια και αμέσως ανταποκρίθηκε βαθαίνοντας το φιλί μας... αναστέναξα βαθιά και τότε ένιωσα την γλώσσα του να με κατακτάει, δεν μπορούσα να του αντισταθώ... το σώμα μου... το μυαλό μου... όλο μου το είναι τον επιζητούσαν.

Τα χέρια μου μέσα στα μαλλιά του δήλωναν όσα η ψυχή μου δεν τολμούσε να του εκφράσει και εκείνος βόγκηξε από ικανοποίηση και ανακούφιση... άφησε ένα τελευταίο τρυφερό φιλί πάνω στα χείλια μου και ακούμπησε το μέτωπο του πάνω στο δικό μου.

Με κλειστά τα μάτια προσπαθούσαμε και πάλι να βρούμε τις ισορροπίες μας πριν μας παρασύρει το πάθος μας.

«σ’ αγαπώ» ψιθύρισα και άνοιξε τα μάτια του και έκανα και εγώ το ίδιο... χάιδεψα το μάγουλο του και του χαμογέλασα

«να μου προσέχεις τον Έντουαρντ μου»

«και εσύ την Μπέλα μου»

«είναι ότι πιο πολύτιμο έχω στην ζωή μου» είπαμε ταυτόχρονα και σφιχταγκαλιαστήκαμε για τελευταία φορά πριν χωριστούμε...


Έτρεχα στον κρύο και υγρό δρόμο προς το Φόρκς με ιλιγγιώδη ταχύτητα προσέχοντας να μην ξεπεράσω τα 200... το αυτοκίνητο έπαιρνε τις στροφές λες και το είχα στον αυτόματο πιλότο ,τα μάτια μου κοίταζαν μηχανικά τον δρόμο αλλά η σκέψη μου ήταν σε εκείνον... πως μπορεί να μου ζητάει κάτι τέτοιο?... πως μπορεί να μου ζητάει να πάρω την θέση της?
Φτάνοντας στο σπίτι έσβησα την μηχανή και παρέμεινα για λίγο ακίνητη να το κοιτώ... όλες οι αναμνήσεις από αυτό το σπίτι κατέκλισαν τον νου και έκλεισα τα μάτια μου για να συγκεντρωθώ.

Αποφασιστικά άνοιξα την πόρτα του αυτοκινήτου και βγαίνοντας έξω το κλείδωσα και πήγα προς το κατώφλι της πόρτας με αργά βήματα... έβαλα το κλειδί στην κλειδαριά και μόλις η πόρτα άνοιξε ακούστηκε ο χαρακτηριστικός ανατριχιαστικός ήχος της.

Απευθείας η ανάμνηση των συναισθημάτων που με πλαισίωναν κάθε φορά που άκουγα αυτόν τον ήχο ήρθαν στην θύμηση μου... κανένας φόβος δεν υπήρχε πια να με κάνει να χάνω την ανάσα μου... κανένα τρέμουλο δεν παρέλυε το κορμί μου... μόνο αγαλλίαση και ευτυχία που ήμουν και πάλι εδώ, κοντά του, να περιμένω να ακούσω τα βήματα του... την ανάσα του... την γλυκιά φωνή του... «Ιζαμπέλααα» να με προστάζει και εγώ να προσμένω την άφιξη του.

Και μόνο στο άκουσμα του ονόματος μου ένιωθα ότι ήμουν εκεί που άνηκα... δίπλα στον μοναδικό άνθρωπο που διάβασε την ψυχή μου... δίπλα στον μοναδικό άνθρωπο που γνώριζε τις ανάγκες μου... δίπλα στον μοναδικό άνθρωπο που με καταλάβαινε μόνο με ένα βλέμμα και είχε πάντα μια μαγική λέξη να μου πει για να με κάνει να νιώσω ασφάλεια και σιγουριά.

Έκανα ένα βήμα και μπήκα μέσα... η απόλυτη σιωπή... τα δάκρυα μου άρχισαν να μουσκεύουν το πρόσωπο μου... τα λευκά ψυχρά σεντόνια δήλωναν την απουσία του... με κάνανε να θέλω να πάω κοντά του και να τα κάνω χίλια κομμάτια... να τους φωνάξω ότι είναι εδώ... ότι ποτέ δεν έφυγε... ότι είναι εδώ δίπλα μου και θα μου πει για μια ακόμα φορά την μαγική του λέξει για να με κάνει να νιώσω σιγουριά... ασφάλεια... για να μου δώσει κουράγιο και να μου ορκιστεί ότι όλα θα πάνε καλά... να με κάνει να νιώσω ότι γύρισα στο σπίτι μου... στο σπίτι οπού ανήκω.

Η αγάπη είναι ένα περίεργο συναίσθημα... μια και μοναδική λέξει με τόσες διαφορετικές έννοιες.

Έκλεισα και κλείδωσα την πόρτα πίσω μου... έβγαλα τα ρούχα μου και το σουτιέν μου και αφού τα κρέμασα πάνω στον καλόγερο... πήρα το κινητό μου μαζί με το μπλουτουθ μου και κίνησα για το υπόγειο.

Έκανα τις προετοιμασίες μου και μόλις έφτασα στο πρώτο μου δωμάτιο αναστέναξα... ήμουν ακριβώς εκεί που ήθελα να είμαι... άνοιξα την πόρτα και χαμογέλασα... πόσο έχει αλλάξει... σκέφτηκα... αλλά ήταν πάντα το ίδιο.

Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και μέσα στο σκοτάδι έκανα 5 βήματα για να φτάσω στον απέναντι τοίχο... μόλις έφτασα γύρισα την πλάτη μου και άφησα το σώμα μου να πέσει άδειο στο πάτωμα... η ανάμνηση της πρώτης μέρας ήρθε αυτόματα στην μνήμη μου αλλά εγώ χαμογέλασα... δεν με φόβιζε πια... ξέρω ότι δεν θα με ξανά ακουμπήσουν.

Έστειλα μήνυμα στον Τζέικ και απενεργοποίησα το κινητό μου αφήνοντας τον εαυτό μου πλέων ελεύθερο να πάρει τις αποφάσεις του.

Μπορεί να είχαν περάσει μέρες... ώρες... λεπτά... δεν το γνώριζα αυτό... όταν βρισκόμουν μέσα σε αυτό το δωμάτιο πάντα έχανα την αίσθηση του χρόνου αλλά πάντα έβρισκα τις απαντήσεις που ζητούσα.

Με ξεκάθαρη σκέψη και πιο δυνατή από πριν ενεργοποίησα το κινητό μου και βάζοντας το μπλουτουθ στο αυτί μου κάλεσα με την φωνητική κλήση τον Έντουαρντ... δεν ήθελα να ξέρω ακόμα πόση ώρα μου πήρε να τα βρω με τον εαυτό μου... το μόνο που ήξερα ήταν ότι είχα ανάγκη να ακούσω την φωνή του... να νιώσω ότι ήταν ακόμα εδώ ανεπηρέαστος από την βασανιστική κυριαρχία της.


«Μπέλα?» άκουσα την αγχωμένη του φωνή και δάκρυα κύλησαν στα μάτια μου... προσπάθησα να βρω την φωνή μου αλλά δεν τα κατάφερα

«μωρό μου είσαι καλά μίλησε μου» αναστέναξα

«δεν μπορείς να μιλήσεις?» αναστέναξα ξανά

«θες να σου μιλάω εγώ?»

«μμμχχχμμμ» κατάφερα μόνο να πω και αναστέναξε ανακουφισμένος

«μου έλειψες καρδιά μου... κόντεψα να τρελαθώ... αλλά ευτυχώς ο Τάηλερ με διαβεβαίωσε ότι ήσουν καλά»

«μίλησε με τον ΜΠ?» ρώτησα ψιθυριστά

«ναι... του είπε ότι είσαι στο ησυχαστήριο σου... είπε και γέλασα... πως είσαι?» ρώτησε πιο ήρεμα

«πως με ακούς?» τον ρώτησα πίσω με βραχνή φωνή

«έχεις μια θλίψη στην φωνή σου αλλά σε ακούω με περισσότερη αυτοπεποίθηση» γέλασα και κούνησα το κεφάλι μου

«συγνώμη αν σε ενοχλώ... δεν κοίταξα τι ώρα είναι»

«ποτέ δεν με ενοχλείς καρδιά μου... νόμιζα όμως ότι πάντα ήξερες που βρίσκομαι και τι κάνω»

«όχι εδώ που είμαι» αναστέναξα και έτριψα τους κροτάφους μου

«να υποθέσω ότι είσαι στο σπίτι του?»

«μμμχχχμμμ»

«τι σε κάνει να γυρίζεις εκεί κάθε φορά που έχεις ανάγκη να πάρεις σημαντικές αποφάσεις?»

«ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που με καταλάβαινε ακόμα και χωρίς να μιλήσω και ήξερα πάντα να λέει τα κατάλληλα λόγια για να με κάνει να βρίσκω την λύση σε ότι με προβλημάτιζε»

«σου λείπει?»

«δεν έχεις ιδέα πόσο»

«και γυρνάς για να τον αναζητήσεις»

«Έντουαρντ» τον προειδοποίησα

«ξέρω ότι δεν είναι το ίδιο... δεν το πάω εκεί»

«και που το πας?»

«δεν υπάρχουν στιγμές που ζηλεύεις την πάθηση μου?» γέλασα θλιμμένα

«βλέπεις συγκεκριμένα εκείνην γιατί είναι η μόνη που μπορεί να σε καταλάβει» είπα αυτόματα

«ήταν... η μόνη» τόνισε διορθώνοντας με

«γιατί μου το λες τώρα?... γιατί δεν μου το είπες όταν σε ρώτησα?»

«γιατί τώρα μπορείς να καταλάβεις την διαφορά Μπέλα... αν σου το έλεγα το Σάββατο δεν νομίζω ότι θα είχες την ψυχραιμία να το δεις όπως το βλέπεις τώρα»

«έχεις δίκιο είναι ο μοναδικός λόγος που ζηλεύω την πάθηση σου... δεν έχεις ιδέα πόσο ανάγκη έχω αυτήν την στιγμή να ακούσω τα λόγια του να με καθησυχάσουν»

«δεν είσαι σίγουρη ακόμα» διαπίστωσε μελαγχολώντας

«όχι δεν είμαι... αλλά όχι για τον λόγο που νομίζεις εσύ»

«τότε γιατί?»

«Έντουαρντ... τα πέρασα μια φορά... και ξέρω ακριβώς τι με περιμένει... δεν ξέρω αν έχω την δύναμη να το ξαναπεράσω από την αρχή»

«μακάρι να μπορούσα να σε διαβεβαιώσω ότι την έχεις... αλλά αυτό θα ήταν πολύ εγωιστικό από μέρους μου... δεν μίλησα... είχε και εκείνος την ίδια πάθηση με μένα?» ρώτησε για να αλλάξει την συζήτηση

«όχι»

«δεν καταλαβαίνω»

«έτρεφε το ίδιο μίσος με σένα»

«από τις πράξεις του νομίζω ότι έχω λιγότερο από ότι είχε εκείνος»

«τώρα... αν συνεχίσεις όμως να το θρέφεις δεν θα αργήσει η στιγμή που θα μοιράζεστε τα ίδια συναισθήματα Έντουαρντ»

«δεν πιστεύεις ότι θα κάνω τα πάντα για να μην με επηρεάσει ξανά»

«δεν είναι πάντα στο χέρι σου Έντουαρντ... μην ξεχνάς ότι το είπες και μόνος σου... και αν κάτσεις και σκεφτείς την αιτία τότε θα καταλάβεις ότι όσο είμαι δίπλα σου το μίσος της θα πολλαπλασιάζεται και θα σε επηρεάζει περισσότερο»

«μου ζητάς να τα παρατήσω?»

«όχι Έντουαρντ... σου ζητάω να σκεφτείς τις επιλογές σου... δεν μπορώ να σε βοηθήσω αν εσύ δεν είσαι πρώτα αποφασισμένος ότι αυτό θες πραγματικά» δεν μίλησε αμέσως του έδωσα τον χρόνο του να το σκεφτεί

«νόμιζα ότι αυτό το απέδειξα» είπε τελικά παραπονιάρικα

«φτάνει αυτό για σένα?»

«ναι... είπε με σιγουριά... για σένα?»

«είναι περίπλοκο Έντουαρντ... ένα ναι ή ένα όχι δεν φτάνει για να σου δώσει την απάντηση που ζητάς να σου δώσω»

«είσαι η πιο αινιγματική γυναίκα που έχω γνωρίσει στην ζωή μου» είπε απηυδισμένος ξεφυσώντας

«τώρα που είσαι?» ρώτησε τελικά μετά από μια σύντομη σιωπή για να αλλάξουμε κουβέντα

«στο πρώτο μου δωμάτιο»

«εννοείς?» ρώτησε με φρίκη ξέπνοος και γέλασα

«ειλικρινά για τόσο μαζόχα με έχεις?... μην ανησυχείς ο ΜΠ εξολόθρευσε ο ίδιος τα ποντίκια και έκανε μια γερή ανακαίνιση»

«να ναι καλά ο άνθρωπος» είπε με ανακούφιση και γέλασα δυνατά κουνώντας το κεφάλι μου

«τι το ιδιαίτερο έχει αυτό το δωμάτιο?» ρώτησε με περιέργεια

«έχει απόλυτο σκοτάδι και είναι άδειο... έτσι χάνω την αίσθηση του χρόνου και του χώρου και δεν μου αποσπά τίποτα άλλο την προσοχή μου... είμαι μόνο εγώ και ο εαυτός μου και μέσα στην απόλυτη σιωπή ακούω νοητά τις απαντήσεις του»

«τις απαντήσεις που θα σου έδινε αν ήταν εκεί» διόρθωσε

«τις απαντήσεις που έχω ανάγκη να δώσω εγώ στον εαυτό μου» συμπλήρωσα

«δηλαδή δεν έχεις συνειδητοποιήσει πόσες μέρες έχουν περάσει?» ρώτησε σοκαρισμένος

«δεν έχω την παραμικρή ιδέα... δεν κοίταξα το κινητό μου την ώρα που το ενεργοποίησα»

«Μπέλα... αναφώνησε συγκρατημένος... σήμερα είναι Τρίτη... λείπεις 3 μέρες... τουλάχιστον πες μου ότι δεν έμεινες νηστική»

«έχω μαζί μου νερό» επιβεβαίωσα και μόνο που δεν ούρλιαξε

«δεν θα το σχολιάσω... κατέθεσε τα όπλα... έχεις τουλάχιστον τίποτα να φας στο σπίτι ή να έρθω να σου τις βρέξω?»

«να έρθεις που?» ρώτησα γελώντας και μούγκρισε

«χαλάρωσε μωρό μου... έχει εκπληκτικά ντελίβερι εδώ κοντά... μην ανησυχείς γι αυτό»

«τότε πήγαινε τώρα να φας και πάρε με μετά»

«δεν μπορώ να βγω από το δωμάτιο»

«Μπέλα σε ικετεύω πες μου που είσαι»

«όχι ακόμα Έντουαρντ... δεν είσαι έτοιμος να αντιμετωπίσεις την αλήθεια... πες στον Τάηλερ να ειδοποιήσει το ΜΠ ότι είμαι έτοιμη αλλά μην κλείσεις την γραμμή έχω ανάγκη να ακούω την φωνή σου»

«θα πάω να ενημερώσω τον Τάηλερ και θα γυρίσω πολύ γρήγορα... μην κλείσει»

«οκ» επιβεβαίωσα και ήπια μια γουλιά νερό για να μην με πάρει ο ύπνος

«Μπέλα... Μπέλα» άκουγα την φωνή του να με φωνάζει αγχωμένος και πετάρισα τα μάτια μου

«ναι?» ψιθύρισα με βραχνή φωνή

«με τρόμαξες... νόμιζα ότι έπαθες κάτι»

«συγνώμη με πήρε ο ύπνος» μουρμούρισα απολογητικά

«γιατί το κάνεις αυτό στον εαυτό σου?»

«για ποιον λόγο θεωρείς ότι ο ΜΠ επιβλέπει τις κινήσεις μου?»

«είπες ότι έχεις υποσχεθεί να μην κάνεις κακό στον εαυτό σου»

«γι αυτό και κλείνομαι σε αυτό το δωμάτιο Έντουαρντ... για να μπορώ να κρατάω την υπόσχεση μου... μόλις μπω δεν μπορώ να ξανά βγω... και έτσι όταν νιώσω το ξέσπασμα μου το περισσότερο που μπορώ να κάνω είναι να κοπανήσω τα χέρια μου και τα πόδια μου πάνω στους αφρώδες τοίχους»

«το έχει διαμορφώσει όπως την απομόνωση του ψυχιατρείου?» ρώτησε με φρίκη

«είναι απόλυτο σκοτάδι Έντουαρντ... δεν το βλέπω έτσι... απλά είναι ένας τρόπος για να με προστατεύω από τον εαυτό μου»

«ναι αλλά μένεις χωρίς φαΐ» επέμενε

«δεν ξεπερνώ τις 4 μέρες... ο ΜΠ πάντα έρχεται και χωρίς να τον καλέσω αν δει ότι ξεπερνάω τις 3 μέρες... τώρα σου ζήτησα να τον καλέσετε εσείς γιατί νυστάζω τόσο πολύ που δεν είμαι σίγουρη αν τερματίσω την κλήση, αν θα καταφέρω να τον πάρω πριν με πάρει ο ύπνος»

«και μετά λες εμένα ανώμαλο»

«μην κρίνεις για να μην κριθείς» του είπα σοβαρά και αναστέναξε

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA