Αποκαμωμένος και τρομερά μειωμένος μπήκα μέσα στην γκαρνταρόμπα μου για να βάλω καθαρά ρούχα... πήρα την φόρμα μου και καθώς την φόρεσα έπεσε το μάτι μου στο σεντούκι... γονάτισα και δεν ξέρω γιατί ένιωσα μια τρελή επιθυμία να το ανοίξω... όταν είδα τα παιχνίδια μου γέλασα... πόσο καλά είχα περάσει με αυτά.
«να σε ενημερώσω ότι δεν είμαι διατεθειμένη να παίξω μαζί τους... οπότε καλό θα είναι αν θες να ξανά έρθω στο δωμάτιο σου να τα ξεφορτωθείς... εκτός αν θες να τα χρησιμοποιήσω εγώ σε σένα»
Ήρθα τα λόγια της Μπέλας αυτόματα στην μνήμη μου και το καπάκι από το σεντούκι έκλεισε απότομα την ώρα που το χέρι μου έμεινε μετέωρο από πάνω του... το σεντούκι είναι ακόμα εδώ... εκείνη σίγουρα το ξέρει... γαμώτο πρέπει να το ξεφορτωθώ... δεν θέλω να το ξεφορτωθώ... σκέφτηκα παραπονιάρικα και ξεφύσησα περνώντας το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου και τα τράβηξα για λίγο για να σκεφτώ καλύτερα τις επιλογές μου.
«εκτός αν θες να τα χρησιμοποιήσω εγώ σε σένα»...«Ξέρω ακριβώς που έχει κάθε του αιχμηρό αντικείμενο»
Ήρθαν και πάλι στην μνήμη μου τα λόγια της και πάγωσα.
«θα σε γδάρει ζωντανό κακομοίρη μου... ξύπναααααα» πετάχτηκε η άλλη και την κοίταξα στα μάτια
«όχι... δεν θα το κάνει αυτό σε μένα... δεν μπορεί να το κάνει... δεν μπορεί να με ακουμπήσει... γιατί» κοκάλωσα και κοίταξα προς το σεντούκι... το άνοιξα ξανά και μόλις είδα το μαστίγιο σταμάτησα να αναπνέω.
«ποιον αγαπάς πιο πολύ» θυμήθηκα τα λόγια της μητέρας μου όταν με είχε δεμένο στο κρεβάτι
«και τους δύο» ούρλιαξα κλαίγοντας
«σταμάτα μυξιάρικο να κλαις και απάντησε μου... όσο λες ψέματα τόσο θα σε βασανίζω... ποιον αγαπάς πιο πολύ?»
«και τους δύο» επέμενα εγώ με πείσμα
«ποιον Έντι... πες μου ποιον?»
«εσένα» κατέθεσα τα όπλα και είπα την αλήθεια
«τσάκισε το, το κωλόπαιδο ... δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει πόνος» έδωσε την εντολή στον μασκοφόρο και άρχισε να με χτυπάει με το μαστίγιο... έσφιξα τα δόντια στην θύμηση του πόνου και τότε δάκρυσα.
«δεν καταλαβαίνεις τι σημαίνει πόνος... Έντι... δεν έχει αίσθηση του πόνου» επανέλαβε εκείνη και έτρεξα στο κρεβάτι μου και ασυναίσθητα πήρα στην αγκαλιά μου το μαξιλάρι που είχε το άρωμα της και έκρυψα το πρόσωπο μου μέσα σε αυτό... εισπνέοντας άπληστα το άρωμα της... που είσαι Μπέλα σε έχω ανάγκη... βοήθησε με να βγω από αυτόν τον λαβύρινθο... τα χάνω περισσότερο... δεν αντέχω άλλο.
«τσάκισε το, το κωλόπαιδο ... δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει πόνος» ήρθαν ξανά τα λόγια της στην μνήμη μου και τότε έβγαλα το κεφάλι μου από το μαξιλάρι και έμεινα σοκαρισμένος να κοιτάω το κενό.
Εννοούσε ότι την πλήγωνα?... υπάρχει πιθανότατα αυτό να προσπαθούσε να μου πει?... ότι την πλήγωνε η αγάπη που είχα για εκείνην... την πόναγε η αγάπη μου?
Κοίταξα το μαξιλάρι και το μύρισα άλλη μια φορά...
«Ξέρω ακριβώς που έχει κάθε του αιχμηρό αντικείμενο... Σε παρακαλώ μην με αφήσεις να κουνηθώ από την θέση μου... σταμάτησε με, σε παρακαλώ»
Χριστέ μου... θα αυτοκτονούσε... αν δεν ήταν ο Τάηλερ εδώ θα το έκανε... το εννοούσε.
«αυτό δεν ήθελες και εσύ»
«σκάσε... αυτό το θες εσύ όχι εγώ... με έβαζες να την κάνω να ξεπεράσει τα όρια της για να αυτοκτονήσει... Χριστέ μου τι λέω... Χριστέ μου ποιος είμαι?... είμαι χειρότερος από εκείνον... εκείνος την έγδερνε... εγώ την προκαλούσα να αυτοκτονήσει... αν το μάθει»
«είσαι νεκρός» είπε κυνικά και άρχισα να ανασαίνω γρήγορα
«Χριστέ μου τι θα κάνω τώρα?... πως θα της το πω αυτό... χίλιες φορές να με σκοτώσει παρά να σκοτωθεί... αν νιώσει ότι θέλει να με σκοτώσει θα αυτοκτονήσει... ΟΧΙ... όχι δεν μπορώ να τις το κάνω αυτό... πρέπει να το τελειώσω τώρα... πρέπει να την σώσω από μένα... πρέπει να φύγω... αλλά που να πάω?... τι να κάνω... Χριστέ μου τρελαίνομαι»
Έπιασα τα μαλλιά μου και άρχισα να τα τραβάω δυνατά... Χριστέ μου τι της έκανα???
Τάηλερ
«Τάηλερ... τρέχα απάνω... οι τύψεις τον κυρίευσαν... πρέπει να τον καθοδηγήσεις... είναι στο τσακ να κάνει κακό στον εαυτό του»
«έφυγα» είπα και έκλεισα την γραμμή τρέχοντας προς το δωμάτιο του.
Έντουαρντ
«τι στο διάολο κάνεις εκεί?» ρώτησε ο Τάηλερ και μου πήρε το λεπίδι από το χέρι μου και τον κοίταξα ξαφνιασμένος
«πως μπαίνεις έτσι στο δωμάτιο μου?» του επιτέθηκα έξαλλος και με κοίταξε με επιβλητικό ύφος
«δεν είναι αυτή η απάντηση Έντουαρντ... σταμάτα το τώρα» λύγισα
«την πλήγωσα... Τάηλερ... δεν θα με συγχωρέσει ποτέ αν μάθει... Χριστέ μου τι έκανα?» είπα τραβώντας τα μαλλιά μου
«τι έκανες?» τον κοίταξα απελπισμένος
«δεν απαντάει στις κλήσεις μου... ξέρει Τάηλερ... ξέρει τα πάντα και με τιμωρεί... ήταν εδώ... ήρθε να μου το επιβεβαιώσει»
«ποιος ήταν εδώ Έντουαρντ τι λες?»
«η Μπέλα... την ώρα που πήγα στο γραφείο μου ήταν εδώ... ξέρει Τάηλερ ξέρει τα πάντα... δεν θα με συγχωρέσει»
«Έντουαρντ... η Μπέλα δεν ήρθε σήμερα από εδώ... πότε την είδες?... όταν ήρθες στην κουζίνα εκείνην έψαχνες?»
«δεν την είδες καθόλου?»
«όχι σου το ορκίζομαι... της μίλησα στο τηλέφωνο αλλά δεν την έχω δει»
«ψέματα... όλοι μου λέτε ψέματα... ήταν εδώ... την είδα»
«αν ήταν εδώ θα την δούμε από τις κάμερες ασφαλείας... έλα» είπε και δεν μου έδωσε το δικαίωμα να φέρω αντίρρηση... τον προσπέρασα και άρχισα να πηγαίνω με γρήγορα βήματα προς το δωμάτιο ασφαλείας.
«την είδες στο γραφείο σου?»
«ναι την ώρα που έφυγα από την κουζίνα» πήγε πίσω την ταινία και μόλις βρήκε το σημείο που ήμουν μόνος μου μέσα στο γραφείο το έβαλε να παίξει... έβλεπα εμένα να κοιτώ την πόρτα και να την καλώ αλλά εκείνη δεν ήταν πουθενά
«ψέματα την είδα ήταν εκεί» ούρλιαξα και με έπιασε από τα μπράτσα
«Έντουαρντ... δεν ήταν εδώ... δεν ήρθε καθόλου σήμερα... προσπάθησε να ηρεμήσεις... η ανάγκη σου να την δεις σε έκανε να την δεις... έχεις στρεσαριστεί... πρέπει να ηρεμήσεις... να πάρεις μια ανάσα... τι κάνεις όταν στρεσάρεσαι?»
«πάω στο γυμναστήριο» είπα αυτόματα ακόμα αποπροσανατολισμένος
«τότε πάμε στο γυμναστήριο... πρέπει να ηρεμήσεις... δεν μπορείς να βρεις τις απαντήσεις μέσα σε μια μέρα... χαλάρωσε και πάρτο από την αρχή πιο ήρεμος»
«σε καθοδηγεί... μιλάς σαν και εκείνη... εκείνη σε καθοδηγεί... τι παιχνίδι παίζεται εναντίων μου?... έχει σκοπώ να με αποτελειώσει?»
«Έντουαρντ... προειδοποίησε... δεν σκέφτεσαι λογικά... είπε αγριεμένος... μην βγάζεις πάντα τα λάθος συμπεράσματα»
«σε καθοδηγεί... αυτό ακριβώς θα έλεγε και εκείνη»
«Έντουαρντ... με προειδοποίησε για δεύτερη φορά... δεν σκέφτεσαι λογικά»
«πως διάολο να σκεφτώ λογικά όταν όλοι είσαστε εναντίων μου»
«αυτό πιστεύεις για μένα?» είπε και έκανε πίσω και με κοίταξε μοχθηρά
«δεν ξέρω τι να σκεφτώ πια... το έκαψα τελείως... δεν ξέρω τι να κάνω» λύγισα
«χαλάρωσε... πάμε στο γυμναστήριο να ηρεμήσεις... και πάρτο από την αρχή»
«βοήθησε με... σε παρακαλώ... δεν ξέρω τι να κάνω... πες μου ότι ήταν εδώ»
«δεν ήταν εδώ Έντουαρντ... λυπάμαι... σου το ορκίζομαι ότι δεν ήρθε... της μίλησα στο τηλέφωνο αλλά δεν την είδα να έρχεται»
«και εχθές?» ξεφύσησε ηττημένος
«δεν ξέρω αν πρέπει να σου το πω αυτό»
«άρα την είδες... ήσουν εδώ όταν ήρθε... μου είπες ψέματα»
«μου ζήτησε να σε κάνω να νομίζεις ότι θα είσαστε μόνοι σας»
«και μου είπες ψέματα γιατί σου το ζήτησε εκείνη?»
«ξέρω ότι, ο,τι κάνει το κάνει για το καλό σου... και θέλω να βοηθήσω Έντουαρντ... δεν είχα σκοπό να σε δουλέψω»
«και σήμερα?»
«μου ζήτησε να σε αφήσω να τα βρεις με τον εαυτό σου» παραδέχτηκε και χαμήλωσε την ματιά του
«μάλιστα... εγώ σε είχα ανάγκη»
«για μια στιγμή... αμύνθηκε... δεν θυμάμαι να μου ζήτησες την βοήθεια μου και να μην σου την έδωσα... σε είδα σιωπηλό παρέμεινα σιωπηλός... με ρώτησες τι έχω... και μόλις κατάλαβες ότι δεν έχω όρεξη για κουβέντα δεν ξαναμίλησες... πότε ακριβώς μου ζήτησες την βοήθεια μου και δεν σου την έδωσα... τώρα που μου την ζητάς δεν είμαι ειλικρινής απέναντι σου?»
«εντάξει... εντάξει... έχεις δίκιο... συγνώμη... δεν ξέρω τι να κάνω... τα έχω χαμένα... τα έχω κάνει σκατά... Τάηλερ... δεν θα με συγχωρέσει ποτέ... δεν ξέρω τι να κάνω... σε παρακαλώ βοήθησε με... δεν θέλω να την χάσω... φοβάμαι» αναστέναξα
«ότι όταν μάθει την αλήθεια θα αυτοκτονήσει... για να μην σε σκοτώσει» τον κοίταξα σοκαρισμένος
«πως το ξέρεις αυτό?»
«για ποιον άλλο λόγο θα πήγαινες να κόψεις τις φλέβες σου?»
«τα παρατάω... είσαι πολύ καλός... τι κάνω τώρα?»
«πάμε στο γυμναστήριο... τόνισε... αν θες να μου μιλήσεις... μπορείς να το κάνεις στο αυτοκίνητο» με κοίταξε με νόημα... που δεν έχει κάμερες εννοεί... αυτό τώρα είναι σίγουρο?... αν δεν είναι τουλάχιστον δεν το ξέρει εκείνος... δεν έχει λόγο να μου πει ψέματα... ή μήπως έχει... σκατά... πρέπει να εκτονωθώ... δεν πάει άλλο.
«πάμε» είπα αποφασιστικά και προχώρησα προς την έξοδο.
Σε όλη την διαδρομή δεν έβγαλα άχνα... ο Τάηλερ για άλλη μια φορά σεβάστηκε την σιωπή μου και δεν μίλησε... πρέπει να εκτονωθώ πρέπει να βάλω τις σκέψεις μου σε μια τάξη... θα τρελαθώ... αντί να ισορροπώ μαζί της γίνομαι χειρότερα.
«όσο είμαι δίπλα σου το μίσος της θα πολλαπλασιάζεται και θα σε επηρεάζει περισσότερο» ήρθαν τα λόγια της στην μνήμη μου και πετάχτηκα, ο Τάηλερ με κοίταζε με περιέργεια... κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.
Όχι... δεν θα την αφήσω να μου την πάρει... η Μπέλα τώρα είναι η ζωή μου... όχι εκείνη... αρκετά την ανέχτηκα τόσα χρόνια... τώρα είναι σειρά μου να ζήσω και εγώ σαν άνθρωπος... και όχι σαν σκυλάκι.
Όταν φτάσαμε στο γυμναστήριο πήγα κατευθείαν στον διάδρομο και άρχισα να τρέχω... χωρίς να το καταλάβω πάνω στις σκέψεις μου το λέβελ του διαδρόμου είχε ανέβει πάρα πολύ... αλλά εγώ ήμουν πολύ μακριά για να το καταλάβω... ένα χέρι μπήκε μπροστά μου και στο παραπέντε κρατήθηκα από την μπάρα και βάζοντας τα πόδια μου στα πλάγια σταμάτησα να τρέχω πριν πέσω.
«κύριε Κάλεν ήσαστε καλά... θα πάθετε κανένα τραυματισμό... δεν σας έχω ξαναδεί έτσι»
«Τάησον... παραλίγο να με σκοτώσεις»
«συγνώμη κύριε Κάλεν... αλλά δεν μπορούσα να σας αφήσω άλλο να τρέξετε... είσαστε πάνω στον διάδρομο εδώ και ¾ και το λέβελ το έχετε ανεβάσει πάρα πολύ... σας παρακαλώ μην συνεχίσετε άλλο»
«οκ... τότε θα κάνω ασκήσεις τεντώματος και εσύ ετοιμάσου... έχω άγριες διαθέσεις»
«όπως επιθυμείτε κύριε Κάλεν... ξέρετε που θα με βρείτε» είπα ήρεμα και επαγγελματικά και με άφησε μόνο μου
Είχαν περάσει ¾ από την στιγμή που άρχισα να τρέχω και τώρα ήμουν πιο στρεσαρισμένος από πριν... σκατά... πως διάολο θα βγω από αυτόν τον λαβύρινθο... που είσαι Μπέλα... γιατί δεν με παίρνεις τηλέφωνο?
Ξαφνικά είδα μια κοπέλα να είναι πλάτη στο τέλος του διαδρόμου... θα ορκιζόμουν ότι είναι εκείνη... αλλά μετά από ότι έγινε στο σπίτι δεν τόλμαγα να κάνω καμία χαζομάρα... έτριψα τα μάτια μου και όταν τα άνοιξα ήταν ακόμα εκεί... πήρα μια βαθιά ανάσα και άρχισα να πηγαίνω προς το μέρος της... εκείνη μίλαγε με κάποιον και γελούσε.
Πήγα διστακτικά και όταν έφτασα κοντά περνώντας από δίπλα της έπεσα και καλά κατά λάθος πάνω της.
«ωχ συγνώμη» είπα απολογητικά και γύρισε προς το μέρος μου
«δεν πειράζει» είπε ευγενικά η κοπέλα και αφού μου χαμογέλασε γύρισε προς αυτόν που μιλούσε και πριν και συνέχισε την κουβέντα της.
Ωραία... δεν μου φτάνουν οι παραισθήσεις... τώρα θα την βλέπω παντού μπροστά μου... πόσο ακόμα θα αντέξω... μήπως είναι καιρός να σκεφτώ για μια καινούργια αγωγή?
«φυτούκλα... ούτε το πιρούνι σου δεν θα μπορείς να σηκώσεις... άχρηστε» «σκάσε δεν είμαι άχρηστος... ποτέ δεν ήμουν»
Ανέβηκα γρήγορα προς τον πρώτο όροφο και μόλις μπήκα μέσα στην αίθουσα πήρα τα γάντια και τα φόρεσα... ο Τάησον δεν ήταν ακόμα εκεί... άρχισα να προπονούμε πάνω στον σάκο και εκείνος άρχισε να κουνιέται με μανία... πρέπει να εκτονωθώ... πρέπει να βάλω τα πράγματα σε μια σειρά... πρέπει να της μιλήσω... γιατί δεν με παίρνει τηλέφωνο???
«κύριε Κάλεν?» άκουσα την φωνή του Τάησον και γύρισα προς το μέρος του... μια κοπέλα ίδια σαν την Μπέλα πέρναγε εκείνη την ώρα έξω από την τζαμαρία... έμεινα να την κοιτώ... δεν γύρισε καθόλου προς το μέρος μου... τι στο διάολο... όλες βαλτές είναι να έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με εκείνην???
«έλα Τάησον... είσαι έτοιμος?»
«μάλιστα κύριε... όποτε θέλετε αρχίζουμε» είπε και πήγα προς το μέρος του... σμίξαμε τα γάντια μας και ξεκινήσαμε.
Έκανα χρόνια κικμποξινγκ αλλά αυτό το παλικάρι είχε γερά κότσια... δεν κατάφερνα εύκολα να τον βάλω κάτω... ή να καταφέρω να του δώσω καμία σωστή κλοτσιά... αλλά σήμερα τα νεύρα μου είχαν χτυπήσει κόκκινο... και χωρίς να το καταλάβω ξαφνικά έκανε το μοιραίο λάθος και τον χτύπησα... έπεσε κάτω και δεν σταμάτησα... εκείνος προσπαθούσε να ξεφύγει... να αμυνθεί... αλλά εγώ ήμουν πολύ θολωμένος για να κάνω πίσω.
Ένιωσα δύο μάτια να είναι καρφωμένα απάνω μου και όταν σήκωσα το κεφάλι μου είδα εκείνη... να με κοιτάει από την τζαμαρία τρομερά απογοητευμένη... τα χείλια της είχαν σχηματίσει μια ίσια σκληρή γραμμή και στην ματιά της υπήρχε τόσος πόνος που μου έκανε την καρδιά μου χίλια κομμάτια... κούνησε το κεφάλι της με απογοήτευση... και τότε ο Τάησον βρήκε την ευκαιρία και μου έδωσε μια με το γάντι του στο μάτι και με έριξε κάτω... μέχρι να συνειδητοποιήσω τι είχε συμβεί... εκείνη είχε εξαφανιστεί... ο Τάησον προσπάθησε να με σηκώσει αλλά εγώ τον έσπρωξα.
Σηκώθηκα απάνω και άρχισα να τρέχω ενώ ταυτόχρονα έβγαλα τα γάντια από τα χέρια μου... για άλλη μια φορά εκείνη είχε εξαφανιστεί... Χριστέ μου τι έκανα... πάλι την απογοήτευσα... ο Τάησον... κοκάλωσα... αν δεν ήταν εκείνη... ο Χριστέ μου πρέπει να δω αν είναι καλά... έτρεξα επάνω και εκείνος μάζευε τα πράγματα του
«Τάησον»
«μάλιστα κύριε Κάλεν?»
«συγνώμη για πριν... παρασύρθηκα... είσαι καλά?»
«μην ανησυχείτε κύριε Κάλεν... είμαι εκπαιδευμένος... δεν καταλαβαίνω εγώ από αυτά» κοκάλωσα... είναι εκπαιδευμένος??? Εκείνη την στιγμή πέρασε την πετσέτα του στον λαιμό του και πιάνοντας ένα δαχτυλίδι από το πάγκο το φόρεσε και με κοίταξε στα μάτια
«θα θέλατε να συνεχίσουμε?» με ρώτησε και πήρα την ματιά μου από το δαχτυλίδι του
«εεε... όχι... όχι... θα φύγω... συγνώμη και πάλι» απολογήθηκα και άρχισα να πηγαίνω προς το αυτοκίνητο... θα έκανα στο σπίτι ντους πρέπει πρώτα να μιλήσω στον Τάηλερ... εκείνος θα ξέρει πως να με καθοδηγήσει.
Τι περίεργο δαχτυλίδι... σπάω το κεφάλι μου να θυμηθώ τι μου θυμίζει... τόσο ίδιο και τόσο διαφορετικό.... αλλά με τι?
«Τάηλερ θα τρελαθώ» είπα αμέσως μόλις μπήκα και έκατσα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου πιάνοντας τα μαλλιά μου τραβώντας τα και ο Τάηλερ με κοίταξε από το καθρέφτη με αγωνία
«τι συνέβη?»
«την είδα πάλι... δεν μου έφτανε η μια τώρα βλέπω και την άλλη παντού μπροστά μου... δεν το αντέχω άλλο αυτό» ούρλιαξα και ο Τάηλερ άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και ήρθε στο πίσω κάθισμα και έκατσε δίπλα μου
«καταρχήν ηρέμησε... δεν ήταν παραίσθηση Έντουαρντ... η Μπέλα ήταν εδώ »τον κοίταξα σοκαρισμένος... τώρα αυτό μου το λέει για να νιώσω καλύτερα?
«με δουλεύεις?» με κοίταξε προειδοποιητικά
«η Μπέλα βγήκε από το γυμναστήριο λίγο πριν βγεις εσύ... σε έξαλλη κατάσταση... προσπάθησα να την προλάβω... αλλά μπήκε στο αμάξι της και εξαφανίστηκε πριν προλάβω να την φτάσω... τι της έκανες πάλι?»
«πλάκωσα στο ξύλο τον Τάησον» παραδέχτηκα και ο Τάηλερ αφήνιασε
«έλεος βρε Έντουαρντ... με αυτόν τον τρόπο χαλαρώνεις?»
«αν δεν έβλεπα την Μπέλα... Τάηλερ δεν ξέρω αν θα σταμάταγα... είχα βγει εκτός εαυτού» ξεφύσησε και τράβηξε τα μαλλιά του
«λέγε» απαίτησε και κατάλαβα ότι εννοεί τι είναι αυτό που με τρώει
«συνειδητοποίησα γιατί η μητέρα μου έκανε ότι έκανε»
«που κολλάει αυτό με την Μπέλα?»
«ότι έχει σχέση με την μητέρα μου... έχει σχέση και με την Μπέλα» παραδέχτηκα και πέρασα το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου αναστενάζοντας
«τι σε έκανε να θες να αυτοκτονήσεις?»
«είπε(Ξέρω ακριβώς που έχει κάθε του αιχμηρό αντικείμενο)... αν δεν ήσουν εσύ θα αυτοκτονούσε έτσι δεν είναι?»
«και το κατάλαβες τώρα?... δηλαδή είχε δίκιο?... αν δεν φοβόσουν για την ζωή μου θα με έβαζες να της πως ψέματα?»
«ναι»
«Έντουαρντ» ούρλιαξε και έκλεισε τα μάτια του για να ελέγξει την οργή του
«Τάηλερ σε παρακαλώ... θέλω να με πιστέψεις... δεν το έκανα συνειδητά... δεν πίστεψα ότι είναι ικανή να φτάσει σε σημείο να κάνει κακό στον εαυτό της για σένα... νόμιζα ότι μόνο εμένα δεν μπορεί να ακουμπήσει... γιατί έχουμε βιώσει τα ίδια πράγματα»
«η Μπέλα Έντουαρντ... δεν μπορεί ούτε μυρμήγκι να πονέσει χωρίς πρώτα να πονέσει η ίδια... η Μπέλα Έντουαρντ... έχει βιώσει τόσο πόνο που η φαντασία σου ούτε που μπορεί να πλησιάσει... η Μπέλα Έντουαρντ... ότι λέει το εννοεί»
«είναι αυτοκαταστροφική» είπα αυτόματα και πάγωσα
«και όταν φτάνει στο σημείο να νιώθει ότι θέλει να σκοτώσει κάποιον» με καθοδήγησε και τον κοίταξα με γουρλωμένα μάτια
«είναι ικανή να αυτοκτονήσει»
«αφού τον σκοτώσει πρώτα» μου επιβεβαίωσε... ο μόνος λόγος που δεν σε σκότωσε μέχρι τώρα... είναι γιατί σεβάστηκε τον εαυτό της»
«ο μόνος λόγος που δεν τη προκάλεσα περισσότερο είναι γιατί φοβήθηκα για σένα» παραδέχτηκα και κοίταξα το πάτωμα
«γιατί την μισείς τόσο πολύ?» αναστέναξα
«γιατί είναι η αιτία που βλέπω την άλλην»
«τι πράγμα?»
«όταν πέθανε η μητέρα μου Τάηλερ... από το απόλυτο σκοτάδι πήγα στο απόλυτο φως... έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου... μέσα σε μια μέρα μου τράβηξαν το χαλί κάτω από τα πόδια μου και μου ζήτησαν να σταθώ ξανά στο ύψος μου... τα έχασα Τάηλερ δεν ήξερα τι να πιστέψω... διχάστηκα τελείως... δεν είχα κανέναν να πω αυτά που ένιωθα και να με καταλάβει... ότι και να έλεγα προσπαθούσαν να με πείσουν για το αντίθετο... δεν με καταλάβαινε κανείς... την ημέρα που έτυχε να πέσει η εφημερίδα στα χέρια μου και είδα το πρόσωπο της... τρελάθηκα... είναι τόσο ίδιες... ήταν σαν να είναι εκείνη παιδί της και όχι εγώ... εγώ μοιάζω στον πατέρα μου... δεν πήρα τίποτα από εκείνην»
«εκτός από τον σκατοχαρακτήρα της» γέλασα θλιμμένα
«μπορείς να το πεις και έτσι... αλλά αυτό που βλέπεις Τάηλερ δεν είμαι εγώ... και η Μπέλα είναι η μόνη που το είδε... είναι η μόνη που το κατάλαβε... γι αυτό και ξέρει τον τρόπο να με συνετίζει... χτυπάει πάνω στο ευαίσθητο σημείο μου... τις τύψεις»
«η μόνη?»
«εντάξει όχι η μόνη... αν ήταν η μόνη τώρα δεν θα ήσουν εδώ ... αλλά στο Παρίσι... κούνησα το κεφάλι μου σμίγοντας τα χείλια μου και πήρα το βλέμμα μου από το δικό του... με έβαλε να την γευτώ»
«δεν καταλαβαίνω που κολλάει αυτό?»
«θυμήθηκα Τάηλερ»
«θυμήθηκες τι?»
«για ποιον λόγο την βίασα όταν ήμασταν στο σχολείο»
«θυμάσαι τι της έκανες και της είπες ψέματα?»
«όχι Τάηλερ... δεν της είπα ψέματα... αλλά δεν άντεξα να της πω και την αλήθεια... δεν θυμάμαι τι έκανα... θυμάμαι γιατί το έκανα» ξέσπασα και έπιασα το κεφάλι μου απελπισμένος
«οκ ηρέμησε και πάρτο από την αρχή... για ποιον λόγο την βίασες?»
«γιατί η άλλη μου ανάγκασε να την γευτώ... μέχρι εκείνην την ώρα το πάλευα... βγήκα νικητής... έφτασα μέχρι την πόρτα... αλλά μόλις κράτησα το χερούλι... εκείνη άρχισε να μου πιπιλίζει το μυαλό... με προκαλούσε... με έλεγε άχρηστο, ανίκανο και άλλα τέτοια όμορφα πράγματα... και εγώ έκανα το λάθος να κλείσω τα αυτιά μου με τα χέρια μου... της φώναζα να με αφήσει ήσυχο... της έλεγα ότι εκείνη δεν έφταιγε που είναι ίδια σαν εκείνη... η άλλη προσπαθούσε να με πείσει για το αντίθετο... μου έλεγε ότι ήταν ίδιες... και πάνω στην προσπάθεια μου να την σταματήσω πήρα μια βαθιά ανάσα για να καλμάρω τα νεύρα μου και τότε μύρισα την μυρωδιά της που είχε μείνει στα δάχτυλα μου... δεν είχα ξαναμυρίσει άλλη τέτοια υπέροχη μυρωδιά... άνοιξα τα μάτια και κοίταξα το χέρι μου... ήταν νωπό ακόμα από την υγρασία της... τότε άρχισε η άλλη να γίνεται πιο πιεστική και έκανα το λάθος να την γευτώ... πήρα μια βαθιά ανάσα... η γεύση της... Χριστέ μου... ακόμα και στην ανάμνηση με κάνει να τρελαίνομαι... δεν έχω γευτεί ποτέ άλλοτε τόσο υπέροχη γεύση... τρελάθηκα Τάηλερ... θόλωσα... άρχισα να γεύομαι την γεύση της που είχα στα δάχτυλα μου με μανία... και τότε όλα μαύρισαν... δεν θυμάμαι πως γύρισα κοντά της... το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι ήταν που έγλυφα τα δάχτυλα μου και το επόμενο που θυμάμαι είναι που ξύπνησα στην αγκαλιά της και εκείνη ασυναίσθητα στον ύπνο της μου χάιδευε τα μαλλιά... δεν της είπα ψέματα Τάηλερ... αλλά δεν άντεχα να της πω και όλη την αλήθεια... ποτέ δεν θυμάμαι τι κάνω όταν τα χάνω, μαυρίζουν όλα... είναι σαν να κλείνει κάποιος το φως... δεν θυμάμαι τίποτα... φοβήθηκα... Τάηλερ... φοβήθηκα ότι θα την χάσω»
«δεν καταλαβαίνω... αφού θολώνεις όταν είσαι μαζί της... γιατί επιμένεις να θες να είσαι μαζί της... δεν το βλέπεις ότι καταστρέφεις και τους δύο?»
«είναι ο παράδεισος και η κόλαση μαζί Τάηλερ... γι αυτό... με καμία άλλη δεν έχω απολαύσει τον έρωτα όπως με εκείνην... καμία άλλη δεν με τράβηξε ποτέ η μυρωδιά της... όσες τελείωναν μετά ήθελα να της πλακώσω στο ξύλο... η μυρωδιά τους με αηδίαζε τόσο πολύ που ήθελα να κάνω εμετό... τις σιχαινόμουν... με την Μπέλα όμως... κούνησα το κεφάλι μου αναστενάζοντας και πέρασα το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου... δεν μπορώ να μείνω μακριά της... όσο είναι δίπλα μου δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα άλλο... την θέλω κάθε στιγμή κάθε λεπτό... ακόμα και όταν είναι μακριά μου... μόνο η θύμηση της μυρωδιάς της φτάνει για να ξεπεράσω τα όρια μου... νιώθω σαν μικρό παιδί... που έχει συνέχεια στύση από την αγαμία Τάηλερ... δεν μπορείς να φανταστείς πόσες φορές την ημέρα χρειάζεται να κάνω ντους ή να τον παίξω για να ηρεμήσω πριν θολώσω περισσότερο... είναι η μόνη που με κάνει να θέλω να την γευτώ... από την άλλη όμως... όταν την γεύομαι τα πάντα μαυρίζουν... και τότε χάνω κάθε λογική... δεν έχω ιδέα τι κάνω Τάηλερ... και όταν βλέπω μετά τα σημάδια στο σώμα της τρελαίνομαι και με πιάνουν τύψεις... είναι η κόλαση και ο παράδεισος μαζί... την θέλω τόσο πολύ... αλλά πληγώνομαι άλλο τόσο όταν καταλαβαίνω ότι της έχω κάνει κακό... δεν θέλω να της κάνω κακό Τάηλερ θέλω να με πιστέψεις... δεν το κάνω συνειδητά»
«γιατί της το έκρυψες?... αφού ξέρεις ότι η ίδια ξέρει ότι μόνο γι αυτό την θες»
«γιατί δεν θέλω να μείνει μόνο γι αυτό»
«είσαι πολύ εγωιστής... εσύ θες να την έχεις μόνο για το σεξ... αλλά από εκείνην απαιτείς να είναι κοντά σου για να σου δίνει και την αγάπη της για να μπορείς να νιώθεις καλύτερα»
«γι αυτό δεν μπορούσα να της το πω... είναι άδικο για εκείνη... δεν μπορώ να της το κάνω αυτό Τάηλερ... καλύτερα να με σκότωνε παρά να σκοτωθεί για μένα... δεν θα αντέξω να την ξαναχάσω»
«και όλα αυτά για το σεξ?» ρώτησε σκληρά
«όχι Τάηλερ... την αγαπώ την Μπέλα... δεν είμαι τόσο εγωιστής... αλλά επειδή και την μισώ ταυτόχρονα νιώθω ότι είναι άδικο για εκείνην... δεν της αξίζει το μίσος μου... δε θα μπορώ να ζήσω με την γνώση ότι μπορεί μια μέρα να πάθει κακό εξαιτίας μου... δεν της αξίζει αυτό» ο Τάηλερ χαλάρωσε... ξέρει ότι λέω την αλήθεια... ξέρει ότι το εννοώ
«και τι σκοπεύεις να κάνεις τώρα?»
«δεν έχω την παραμικρή ιδέα... είχα αποφασίσει να της τα πω όλα και ότι είναι να γίνει ας γίνει... αν δεν θέλει να με ξαναδεί θα το σεβαστώ... αλλά μετά από αυτό... αναστέναξα... δεν ξέρω τώρα πια αν θα μου δώσει την ευκαιρία να της εξηγήσω... την απογοήτευσα Τάηλερ... την είδες πως έφυγε... δεν ξέρω τι να κάνω»
«για αρχή πάμε στο σπίτι να κάνεις ένα μπάνιο να ηρεμήσεις»
«κι άλλο?... γκρίνιαξα... πόσα ντους την ημέρα πρέπει να κάνω πια... έχω καταντήσει χειρότερος από πάπια πια» με κοίταξε προειδοποιητικά
«όσα χρειαστούν» τόνισε και με άφησε μόνο μου για να πάει στην θέση του οδηγού.
Όταν γυρίσαμε σπίτι και μετά από ένα γρήγορο ζεστό ντους... ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και πήρα στην αγκαλιά μου το μαξιλάρι που είχε την μυρωδιά της... το έσφιξα στην αγκαλιά μου και άφησα τα δάκρυα μου να κυλίσουν... άραγε με βλέπει ακόμα?... ή με άφησε για πάντα?... ένας πόνος διαπέρασε το στήθος μου και ένιωσα να κόβομαι στα δύο.
«συγχώρεσε με Μπέλα... σε ικετεύω συγχώρεσε με... τώρα ξέρω... τώρα μπορώ να καταλάβω την διαφορά... τώρα μπορώ να κάνω τα πάντα για σένα... τα πάντα για σένα... μόνο για σένα» είπα μέσα από τους λυγμούς μου και σφίγγοντας το μαξιλάρι άφησα να ξεσπάσει όλο το βάρος που με πλάκωνε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου