Ετικέτες

Δευτέρα 2 Μαΐου 2011

Η αγάπη σου με σκοτώνει "17. Η Προσπάθεια"





Μόλις άνοιξαν οι πόρτες ο Τζέικ ήταν μπροστά από το ασανσέρ και περίμενε το ξέσπασμά μου...

«πως μπόρεσες» του χίμηξα κατευθείαν και με φυλάκισε στην αγκαλιά του για να με προστατέψει από το ξέσπασμα μου.

«πες μου πως μπόρεσες να μου κρύψεις κάτι τέτοιο... πες μου πως?» ούρλιαζα προσπαθώντας να απελευθερωθώ από το κράτημα του αλλά εκείνος ήξερε πως να με κρατάει για να μην ξεφεύγω

«το υποσχέθηκα Μπέλα» προσπάθησε και με έκανε πιο έξαλλη

«ο Πάολο έχει πεθάνει που να με πάρει... έχει πεθάνει»

«αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να πατήσω τον όρκο μου» μου αντιγύρισε σκληρά και με ακινητοποίησε για μια στιγμή... ούρλιαξα σπαρακτικά και με μια απότομη κίνηση ξέφυγα από το κράτημα του και έπεσα με την πλάτη μου πάνω στις πόρτες του ασανσέρ και άφησα το κορμί μου να πέσει άδειο στο πάτωμα κοιτώντας το κενό.

Ο Τζέικ αναστέναξε και γονάτισε δίπλα μου τείνοντας μπροστά το χέρι του κρατώντας το δαχτυλίδι μου...



«ήρθε η ώρα Μπέλα» το κοίταξα στα μάτια και έσμιξα τα χείλη μου σε μια λεπτή γραμμή το σαγόνι μου άρχισε να τρέμει και τα δάκρυα μου άρχισαν να τρέχουν ανεξέλεγκτα... κούναγα το κεφάλι μου αρνητικά και ξεφύσησε

«τότε παράτα τον... τώρα πριν να είναι αργά» απαίτησε

«δεν μπορώ... είπα ξεψυχισμένα... δεν μπορώ να κάνω τίποτα από τα δύο» είπα και άρχισα να τρέμω ολόκληρη κλαίγοντας με λυγμούς και με έκλεισε στην αγκαλιά του

«τότε άσε εμένα να το κάνω» κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά

«δεν θα σε αφήσω ποτέ να τον αγγίξεις... ποτέ... όσο ζω δεν θα τον αγγίξει κανείς... κανείς με ακούς... σπάραξα και μου έτριψε τρυφερά την πλάτη και με άφησε να ξεσπάσω... κανείς δεν θα τον αγγίξει ποτέ ξανά... αρκετά υπέφερε» συνέχισα και δεν είπε τίποτα άλλο.

«που έχεις μεταφερθεί?» με ρώτησε μετά από μια σύντομη σιωπή

«στο πρώτο μου δωμάτιο» απάντησα αυτόματα

«προτιμάς τα ποντίκια από την αγκαλιά μου?» με ρώτησε πληγωμένος

«εκείνα με σεβάστηκαν περισσότερο από σας... πως μπορέσατε να μου κρύψετε κάτι τέτοιο... πως μου ζητάς να το κάνω αυτό?... ξέρεις ότι δεν μπορώ να τον αγγίξω»

«δεν έχεις άλλη επιλογή Μπέλα... κατάλαβε το... αν δεν μπορείς να τον αγγίξεις παράτα τον... αλλιώς θα σε καταστρέψει»

«δεν μπορώ να τον παρατήσω Τζέικ δεν μπορώ... τώρα περισσότερο από ποτέ με έχει ανάγκη... τώρα περισσότερο από ποτέ τον έχω εγώ ανάγκη... δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εκείνον... τι πρέπει να κάνω για να με καταλάβεις?»

«αχχ βρε Μπέλα μου... τι άλλο να σου πω... πες μου τι?»

«πες μου ότι υπάρχει κι άλλος τρόπος» παρακάλεσα με παράπονο

«δοκίμασες τα πάντα... είδες να έχει κανένας άλλος τρόπος αποτέλεσμα?... κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά και σφίχτηκα περισσότερο στην αγκαλιά του παρακαλώντας τον βουβά να μου πει ότι υπάρχει και άλλος τρόπος... δεν υπάρχει άλλος τρόπος καρδιά μου... και έχει δίκιο όσο αφορά τα φάρμακα... αν πάρει την αρχική αγωγή τότε πραγματικά θα τον λυπηθείς... δεν θες να ξέρεις πως ήταν τότε» τον κοίταξα στα μάτια και μου σκούπισε τα δάκρυα

«ή φυτό... ή αυτό» είπε και μου έδωσε πάλι το δαχτυλίδι μου και αναστέναξα

«αλλιώς παράτα τον τώρα πριν να είναι αργά για σένα... πόσα θα αντέξεις ακόμα καρδιά μου... ήδη σε έχει κάνει χίλια κομμάτια... κάθε του λέξη παίρνει και ένα κομμάτι σου... κάθε κομμάτι σου σπάει σε ακόμα πιο μικρά κομμάτια... έχεις ήδη περάσει πολλά... τι νομίζεις ότι είναι το μυαλό?... πολύ θέλει να γυρίσεις στο ψυχιατρείο... εξαιτίας του κλείστηκες την πρώτη φορά... μην τον αφήσεις να σε αποτελειώσει τώρα»

«δεν μπορώ να του το κάνω αυτό... έχει ήδη περάσει πάρα πολλά για να αντέξει κάτι τέτοιο» είπα ξεψυχισμένα και τότε πείσμωσε

«αν δεν το κάνεις εσύ τότε σου το ορκίζομαι ότι θα το κάνω εγώ... και ξέρεις ότι εγώ δεν μασάω... διάλεξε Μπέλα... ή τον παρατάς ή αναλαμβάνω δράση στην περίπτωση που κάνεις πίσω»

«θέλω τον χρόνο μου να το σκεφτώ» τον παρακάλεσα και το σεβάστηκε

«όχι πάνω από 200» με όρκισε γιατί ήταν σίγουρος ότι θα του ζητήσω το αμάξι μου

«όχι πάνω από 200»

«και θα με πάρεις τηλέφωνο μόλις φτάσεις»

«θα σε πάρω μόλις φτάσω»

«άσε την Άλις σε μένα... κλείσε το τηλέφωνο και σκέψου ήρεμα και ώριμα... σε παρακαλώ»

«θα το κάνω»

«το ορκίζεσαι?»

«το ορκίζομαι» του επιβεβαίωσα και μου έβαλε στο χέρι το δαχτυλίδι μου και έβγαλε από την τσέπη του τα κλειδιά του αυτοκινήτου μου και τα τοποθέτησε και αυτά μέσα στην χούφτα μου μαζί με το δαχτυλίδι.

«το ξέρεις ότι για χάρη σου μόνο θα άφηνα μια για πάντα την μαύρη μου πλευρά... αλλά ξέρω ότι αυτό δεν θα είναι ποτέ αρκετό έτσι δεν είναι?» είπε παραπονιάρικα και του χάιδεψα το μάγουλο

«και εγώ σ’ αγαπώ Τζέηκ... ξέρεις πόσο σε αγαπώ»

«αλλά μόνο σαν φίλο... είπε και με φίλησε στο μέτωπο μου... αυτό μου αρκεί» συνέχισε και με έσφιξε και πάλι στην αγκαλιά του χαϊδεύοντας την πλάτη μου παρηγορητικά...



Όταν έφτασα κοντά τους και οι δύο σηκώθηκαν για να με υποδεχθούν...

«σε παρακαλώ Τάηλερ άφησε μας για λίγο μόνους... δεν θα πάρει πολύ... σε 15 το πολύ θα φύγουμε»

«είσαι καλά?» με ρώτησε με αγωνία και τον κοίταξα παρακλητικά στα μάτια αναστενάζοντας... σεβάστηκε την επιθυμία μου και έφυγε αμέσως... πήρα το ποτήρι του κρασιού μου και κάνοντας τον γύρω έκατσα απέναντι του για να δημιουργήσω μια απόσταση μεταξύ μας και με ένα νεύμα φώναξα τον Χοσέ.

«μπορείς να τα μαζέψεις... έχουμε τελειώσει... άσε το κρασί και φύγε, δεν θα σε χρειαστούμε κάτι άλλο»

«σι σενιόρα» ανταποκρίθηκε αμέσως και άρχισε να μαζεύει το τραπέζι.

Ήπια μονομιάς όλη την υπόλοιπη ποσότητα που περιείχε μέσα στο ποτήρι μου και το κινητό μου δονήθηκε αμέσως... έριξα μια σουβλερή ματιά προς τον Τζέηκ... >*παράταμε*<... και παίρνοντας το κινητό στα χέρια μου το απενεργοποίησα και το έβαλα μαζί με τα κλειδιά και το δαχτυλίδι μέσα στην τσάντα μου... απαλλάχτηκα και από το μπλουτουθ και κοίταξα τον Έντουαρντ στα μάτια.

«είχες πάει στον μίστερ ΜΠ» διαπίστωσε

«ναι» του επιβεβαίωσα

«και σε έπεισε να φύγεις» έβγαλε το λάθος συμπέρασμα πάλι και αναστέναξα

«άκουσε με Έντουαρντ» του είπα παρακλητικά την ώρα που ο Χοσε έφυγε και με κοίταξε με παράπονο στα μάτια ζητώντας μου σιωπηλά να μην το κάνω και σφίχτηκε η καρδιά μου.

«αυτό που μου ζητάς να κάνω είναι πάρα πολύ για μένα και θέλω τον χρόνο μου για να σκεφτώ τις επιλογές μου» πήρε μια βαθιά ανάσα

«δώσε μου μια ευκαιρία Μπέλα σε παρακαλώ» τον σταμάτησα με το χέρι μου και περίμενε υπομονετικά να συνεχίσω

«δεν λέω ότι φεύγω για πάντα αλλά δεν σου υπόσχομαι ότι θα γυρίσω κιόλας... δήλωσα και έκανα μια παύση για να ελέγξω τα συναισθήματα μου... χρειάζομαι λίγο χρόνο... δεν έχεις ιδέα τι μου ζητάς να κάνω και πρέπει να σκεφτώ τις επιλογές μου ανεπηρέαστη» του ζήτησα παρακλητικά

«το σέβομαι» είπε ξεψυχισμένα

«πριν φύγω όμως θα ήθελα αν μπορείς να μου λύσεις μια απορία»

«ότι θες» είπε ξέπνοα και ήπια άλλη μια γερή γουλιά από το κρασί μου που το είχε ξαναγεμίσει ο Χοσέ πριν φύγει.

«αυτό που έκανες πριν στο σπίτι σου... παραδέχτηκες ότι το έκανες και στο Παρίσι»

«δεν σε άγγιζα Μπέλα» πήγε να υπερασπιστεί τον εαυτό του και τον σταμάτησα με την ματιά μου

«δεν έχει διαφορά Έντουαρντ... μην κοροϊδεύεις τον εαυτό σου... αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα»

«και ποιο είναι το θέμα μας?»

«αυτό που έκανες σε μένα... το έκανες και στην μητέρα σου?» έσμιξε τα φρύδια του και προσπαθούσε να αποκρυπτογραφήσει την σημασία της ερώτησης μου

«νομίζεις ότι είμαι ερωτευμένος με την μητέρα μου?» ρώτησε σοκαρισμένος

«απάντησε μου» απαίτησα

«φυσικά και όχι... Μπέλα ποτέ δεν την είδα με αυτόν τον τρόπο... για ποιον λόγο νομίζεις ότι σιχαίνομαι να γλύφω τις γυναίκες... την μισούσα που με ανάγκαζε να το κάνω αυτό... ήταν ο χειρότερος μου εφιάλτης... προτιμούσα τα βασανιστήρια από το να την αγγίζω με αυτόν τον τρόπο»

«τότε γιατί το έκανες?»

«δεν ξέρω... αυτόματα θα απαντούσα γιατί δεν είχα άλλη επιλογή αλλά τώρα καταλαβαίνω ότι ήταν μια φτηνή δικαιολογία από την στιγμή που είτε το έκανα είτε όχι έτρωγα την ίδια τιμωρία»

«τότε γιατί Έντουαρντ?... γιατί βλέπεις συγκεκριμένα εκείνην και όχι κάποιον άλλον?» με κοίταζε στα μάτια και αναστέναξε

«γιατί ήταν ο μόνος τρόπος που με άφηνε να την αγγίζω... ήταν η μοναδική μας επαφή... όσο γιατί βλέπω συγκεκριμένα μόνο εκείνην αυτό ούτε και εγώ το έχω καταλάβει ακόμα... όταν ήμουν στο ψυχιατρείο... άκουσα που λέγανε ότι με τα χρόνια θα χειροτερεύει... διάβασα και έμαθα ότι είναι αλήθεια και ότι οι παραισθήσεις γίνονται με τα χρόνια πιο έντονες και πολλαπλασιάζονται... σε μένα όμως δεν συνέβη αυτό»

«την βλέπεις όμως όλη μέρα... δεν φεύγει από κοντά σου»

«όχι δεν φεύγει αλλά δεν της δίνω σημασία... κάνω σαν να μην υπάρχει»

«και μόνο όταν κάνεις έρωτα σου μιλάει?»

«ναι όταν κάνω έρωτα τότε μου πιπιλάει το μυαλό και τα χάνω» παραδέχτηκε

«και όταν είμαι μαζί σου... διαπίστωσα... γι αυτό αλλάζεις εκατό γνώμες το λεπτό? με κοίταζε παρακλητικά

«δεν με νοιάζει τι λέει Μπέλα για σένα»

«ναι αλλά σε επηρεάζει Έντουαρντ αυτό είναι το θέμα» ξέσπασα και έβαλα το χέρι μου πάνω στο μέτωπο μου για να καλμάρω την ένταση μου και ήπια άλλη μια γουλιά από το κρασί μου

«τώρα που κατάλαβα την αλήθεια δεν θα την αφήσω να το κάνει ξανά σου το υπόσχομαι»

«και πιστεύεις ότι αυτό είναι αρκετό?... αναστέναξα... Έντουαρντ ζεις τα τελευταία 15 χρόνια χωρίς κανονική θεραπεία... ξέρεις ότι όσο την θρέφεις θα γίνεται χειρότερη... όσο είμαι δίπλα σου θα την θρέφεις περισσότερο και όσο θα γίνεται χειρότερη εσύ θα χάνεις περισσότερο την λογική σου... μήπως είναι καλύτερα να το σκεφτείς λίγο περισσότερο αυτό?... μήπως είναι καιρός να σκεφτείς ότι το καλύτερο για σένα είναι να μην με έχεις?»

«ΟΧΙ... όχι μην μου το κάνεις αυτό» παρακάλεσε και έφερε τα χέρια του μπροστά αναζητώντας τα δικά μου... άπλωσα τα χέρια μου και μόλις τον άγγιξα τα έσφιξε τόσο δυνατά που το αίμα στράγγιξε από τα ακροδάχτυλα μου

«Μπέλα... είπε και έκλεισε τα μάτια του παίρνοντας μια βαθιά ανάσα... είσαι η μόνη που μπορείς να με καταλάβεις... πήρε άλλη μια βαθιά ανάσα και άνοιξε τα μάτια του... αλλά ο λόγος που δεν μπορώ να σε χάσω είναι γιατί είσαι η μόνη που με άγγιξες... αυτό είναι που την κάνει να τρελαίνεται... το ότι με αγγίζεις με τόση αγάπη... είπε και άφησε τα δάκρυα του να κυλίσουν και αναστέναξε... είσαι ο παράδεισος και η κόλαση μαζί για μένα... αλλά προτιμώ να ζω στην κόλαση της παρά να χάσω τον παράδεισο μου... το βράδυ που ήρθα στο δωμάτιο σου δεν ήθελα να σε αγγίξω γιατί φοβόμουν ότι θα με άγγιζες και εσύ... ο τελευταίος που με είχε αγγίξει πριν από εκείνην την βραδιά ήταν ο πατέρας μου... μετά τον θάνατο του δεν άφηνε κανέναν άλλον από όσους με αγαπούσαν να με αγγίζουν... και μόλις με άγγιξες εσύ ένιωσα ξανά τι θα πει αγάπη... είσαι η όαση μου Μπέλα...όταν δεν με αγγίζεις τρελαίνομαι... δεν μπορώ να σκεφτώ την ζωή μου χωρίς την αγκαλιά σου... το πρώτο βράδυ που κοιμήθηκα μετά τον θάνατο του πατέρα μου ήταν εκείνο το βράδυ... δεν θυμάμαι τι σου έκανα... το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι ότι είχα κλείσει τα μάτια μου και τα αυτιά μου και την παρακαλούσα να με παρατήσει ήσυχο... μετά από αυτό θυμάμαι ότι άνοιξα τα μάτια μου και ήμουν στην αγκαλιά σου... δεν είχα πάρει υπνωτικό και για πρώτη φορά στην ζωή μου κοιμήθηκα χωρίς να δω εφιάλτες... αλλά όταν είδα ότι είχε χαράξει αποφάσισα να φύγω πριν ξυπνήσετε και μόλις ένιωσες ότι έφυγα από πάνω σου, φώναξες το όνομα μου και χαμογέλασα... με είχες ανάγκη Μπέλα όπως σε είχα και εγώ... κάθε φορά που έκανα την κίνηση να φύγω πάντα με γύριζες πίσω... αλλά μόλις είδα το αίμα στο σεντόνι τα έχασα... εκείνη την στιγμή μόνο συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί... αλλά δεν θυμάμαι το πως... έφυγα σαν κυνηγημένος... προσπάθησα να βρω τρόπους να σε πλησιάσω να σου ζητήσω συγνώμη... αλλά φοβόμουν ότι αν ποτέ μάθαινες την αλήθεια θα με μισούσες γι αυτό... γι αυτό και αποφάσισα να σε αφήσω στην ησυχία σου... είχα αποτύχει... δεν άξιζα να είμαι κοντά σου... και έτσι τα παράτησα.... εγώ τα παράτησα Μπέλα όχι εσύ»

«και στην παράσταση?»

«αν σου πω ότι ήταν ατύχημα θα με πιστέψεις?» με ρώτησε με παράπονο

«ναι σε πιστεύω» του χαμογέλασα ζεστά και πήρε μια βαθιά ανάσα

«υποσχέθηκα ότι θα σεβαστώ όποια απόφαση και να πάρεις και θα το κάνω... δεν θα σου φέρω αντίρρηση... αν δεν θες να με ξανά δεις στα μάτια σου θα το καταλάβω... αλλά δεν μπορούσα να σε αφήσω να φύγεις χωρίς πρώτα να σου πως την αλήθεια... αν θες να φύγεις... φύγε δεν θα σε εμποδίσω» είπε και κοιτώντας τα χέρια μας αναστέναξε... φίλησε τρυφερά τα χέρια μου και τα άφησε απαλά πάνω στο τραπέζι απελευθερώνοντας με.

«δεν σε μισώ Έντουαρντ... γέλασα θλιμμένα... αυτό ήταν πάντα το πρόβλημα... ότι δεν μπορούσα να σε μισήσω... από την συμπεριφορά σου και την απότομη αλλαγή σου... πάντα ψυλλιαζόμουν ότι κάτι τέτοιο είχε συμβεί... φυσικά ποτέ δεν πήγε το μυαλό μου σε τέτοια υπερπαραγωγή» τον πείραξα και μου χαμογέλασε χαλαρώνοντας

«αλλά ποτέ δεν σε μίσησα... ούτε ακόμα και όταν νόμιζα ότι έκανες την φάρσα για να με πληγώσεις... το μόνο που με βασάνιζε όλα αυτά τα χρόνια είναι γιατί με μισούσες τόσο πολύ... όταν με κοίταζες με εκείνο το βλέμμα» ανατρίχιασα και μόνο στην θύμηση

«δεν κοίταζα με μίσος εσένα Μπέλα... είπε και αναστέναξε... άλλα εκείνην... πάντα έμπαινε ανάμεσα μας μόλις καταλάβαινε ότι σε κοιτάω»



αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε όλα μου τα συναισθήματα... έβαλα το χέρι μου μέσα στην τσάντα μου και μόλις έπιασα το δαχτυλίδι το φόρεσα και κοιτάζοντας προς τον Τζέικ σηκώθηκα επιβλητικά, κάνοντας τον γύρω του τραπεζιού... πήγα πίσω από την καρέκλα του και γέρνοντας κοντά του έβαλα το χέρι μου πάνω στον ώμο του και άρχισα να του ψιθυρίζω στο αυτί...

«είναι αυτήν την στιγμή εδώ?... κούνησε καταφατικά το κεφάλι του... και πετάει από την χαρά της που φεύγω έτσι δεν είναι?... γύρισε προς το μέρος μου και με κοίταξε με απορία... μπορείς να της μεταφέρεις κάτι από μένα?»

«να της μεταφέρω κάτι από σένα?» ρώτησε με απορία και αγρίεψα το ύφος μου

«πες στην γαμημένη την σκύλα σου ότι θα γυρίσω για εκείνην... πες της ότι όποιος τολμάει να με κοροϊδεύει το πληρώνει πολύ ακριβά... πήρε μια βαθιά ανάσα και την κράτησε σοκαρισμένος... της κόπηκε το γέλιο... σωστά?»

«πως το ξέρεις αυτό?» ρώτησε ξέπνοα

«πες της ακόμα ότι εγώ δεν είμαι κανένας χαζογιατρουδάκος που μπορεί να παίζει μαζί του... πες της ότι εγώ είμαι χειρότερη από εκείνην και αν τολμήσει να σε αγγίξει ξανά με οποιονδήποτε τρόπο τότε θα έχει να κάνει μαζί μου»

«μπορώ να επιλέξω εσένα?» ρώτησε με αγωνία σμίγοντας τα φρύδια του παρακαλώντας με σιωπηλά

«αν είναι αυτό που επιθυμείς»

«επιλέγω εσένα Μπέλα... μόνο εσένα... σε παρακαλώ βοήθησε με... απάλλαξε με από αυτόν τον εφιάλτη... θα κάνω τα πάντα για σένα... τα πάντα... μόνο για σένα»

Έβαλα τα χέρια μου αριστερά και δεξιά από το πρόσωπο του και τον κοίταξα σοβαρά στα μάτια...

«ήμουν... είμαι... και θα είμαι... πάντα δική σου» μιμήθηκε την κίνηση μου και επανέλαβε τα λόγια μου

«ήμουν... είμαι... και θα είμαι... πάντα δικός σου Μπέλα... μόνο δικός σου» είπε και αφού παραμέρισε την καρέκλα με τον πόδι του σηκώθηκε όρθιος και με έκλεισε στην αγκαλιά του φιλώντας με τέτοιο πάθος που μου έκοψε την ανάσα... κανείς από τους δύο μας δεν έδινε σημασία στον κόσμο που μας κοιτούσε όλη αυτήν την ώρα... βρισκόμασταν μακριά χαμένοι στον δικό μας κόσμο... απολαμβάνοντας την ολοκλήρωση της ψυχής μας... γιατί αυτό ήταν ο ένας για τον άλλον... πέρα από την κατανόηση... πέρα από την αγάπη... δεν μπορούμε να νιώσουμε ολοκληρωμένοι αν δεν είμαστε μαζί... αυτός ήταν πάντα ο λόγος αυτό που μας ένωνε... αυτός ήταν πάντα ο λόγος που μας χώριζε... ήμαστε ο ένας για τον άλλον... ο παράδεισος και η κόλαση μαζί.

Ξέπνοοι πια καθίσαμε δίπλα δίπλα στις καρέκλες... έβαλα το κεφάλι μου στον ώμο του και εκείνος στο δικό μου...

«πρέπει να φύγω» του είπα ήρεμα και σήκωσε το κεφάλι του για να με αντικρίσει... του χάιδεψα τρυφερά το μάγουλο του

«πρέπει να μου δώσεις λίγο χρόνο για να μαζέψω τα κομμάτια μου Έντουαρντ... δεν είναι εύκολο αυτό που μου ζητάς... αναστέναξε και χαμήλωσε το βλέμμα του κουνώντας καταφατικά το κεφάλι του, φοβόταν να μείνει μόνος... σε παρακαλώ... όσο θα είμαι μακριά μην μείνεις μόνος» τον παρακάλεσα και με κοίταξε στα μάτια με απορία... >*πως ξέρει τι σκέφτομαι?*< του χαμογέλασα και του έδωσα ένα τρυφερό φιλί στα χείλια

«είσαι ανοιχτό βιβλίο» απάντησα στην ερώτηση του και γέλασε και εκείνος

«ειλικρινά Μπέλα λυπάμαι πάρα πολύ για όλα όσα σου έχω κάνει... δεν μπορώ να σου ορκιστώ ότι από σήμερα θα είμαι ο τέλειος... γιατί είναι απρόβλεπτη... αλλά ξέρεις ότι θα κάνω τα πάντα για να την πολεμήσω... και αν ξεφεύγω καμία φορά... θέλω να με συνετίζεις... δεν θέλω να με λυπάσαι... δεν σου αξίζει η συμπεριφορά μου» έκλεισα τα μάτια και αναστέναξα... τι ειρωνεία... μόλις τώρα μου έδωσε την συγκατάθεση του να του κάνω αυτό που πολέμαγα με τόσο κόπο όλους αυτούς τους μήνες να μην κάνω... είμαι όμως ικανή να το κάνω?

«και στην παράσταση... συνέχισε και άνοιξα τα μάτια και τον κοίταξα... δεν ήθελα να σε εξευτελίσω... ήθελα να τους προκαλέσω να με διώξουν» γέλασα και τον κοίταξα με ύφος

«με ποιον τρόπο... ξεγυμνώνοντας εμένα?»

«όχι... κούνησε αρνητικά το κεφάλι του... πήγα να ανάψω τσιγάρο και να το παίξω μαγκάκι για να τους νευριάσω και να με αποβάλουν... αλλά όπως ήσουν μπροστά μου την ώρα που άναψα τον αναπτήρα άρπαξε το φόρεμα σου και προσπάθησα να σβήσω την φωτιά πριν λαμπαδιάσεις αλλά εσύ όπως τρόμαξες πήγες να φύγεις και αναγκάστηκα να το κρατήσω με περισσότερη δύναμη απ’ όσο χρειαζόταν για να μην φύγεις και λαμπαδιάσεις ολόκληρη και τότε»

«σχίστηκε το φόρεμα και βγήκα σχεδόν γυμνή στην σκηνή» συνέχισα και άρχισα να γελάω με την ειρωνεία της υπόθεσης... ο Έντουαρντ περίμενε υπομονετικά να ηρεμήσω... δεν γέλαγε γιατί δεν μπορούσε να πιάσει το αστείο... είναι φυσικό να μην καταλαβαίνει.

«άκουσε με Έντουαρντ... του είπα σοβαρά μόλις ηρέμησα... μην βασανίζεις άδικα τον εαυτό σου για κάτι που δεν μπορείς να αλλάξεις... ο χρόνος δεν γυρίζεις πίσω... διόρθωσε το μέλλον σου από τα λάθη του παρελθόντος... μην τα αφήνεις να γίνονται σκιές σου... ότι μας συμβαίνει στην ζωή για κάποιο λόγο γίνεται... δες το έτσι... αν δεν συνέβαινε τότε ότι είχε συμβεί... ποτέ δεν θα μπορούσα με να είμαστε πραγματικά μαζί... αν ο Πάολο δεν είχε βρεθεί στον δρόμο μου, τότε εγώ θα ήμουν αυτή που θα τα παρατούσα τώρα»

«του είμαι ευγνώμον για ότι έκανε για μένα... αλλά δεν μπορώ να τον συγχωρέσω για όλα αυτά που έκανε σε σένα»

«μισούμε όσα τους περιβάλουν... αλλά δεν μπορούμε να μισήσουμε τους ίδιους» με κοίταξε μέσα στα μάτια κάνοντας την σύνδεση

«εννοούσες τον Πάολο όχι τον πατέρα σου, σωστά?»

«εννοούσα και τους δύο... ο πατέρα μου με αγαπάει Έντουαρντ... και ποτέ δεν έκανε κάτι για να με πληγώσει... οι επιλογές του έφεραν στον δρόμο μου τον Πάολο... θα μπορούσα να τον μισήσω γι αυτό αλλά μετά από όσα έχεις μάθει για εκείνον... εσύ στην θέση μου θα μπορούσες να τον μισήσεις?»

«όχι σίγουρα όχι... ίσως στην αρχή αλλά μετά... και πάλι όμως δεν δικαιολογεί την πράξη του Μπέλα»

«σίγουρα όχι... αλλά και εκείνος ήταν άνθρωπος Έντουαρντ μην το ξεχνάς αυτό... σε μια στιγμή αδυναμίας... άφησε τον εαυτό του να παρασυρθεί από το μίσος του... δεν μπορείς να τον καταδικάσεις γι αυτό... άλλωστε αναγνώρισε το λάθος του και δεν με άφησε στο έλεος του θεού να παλεύω μέχρι σήμερα μέσα στο σκοτάδι»

«εσένα πως σε αποκαλούσε?. με ρώτησε με περιέργεια και κοίταξα το δαχτυλίδι μου και το κοίταξε και εκείνος και χαμογέλασε... Wild Rose»

«Rose salvaje»

«αυτό που έλεγες στον ύπνο σου»

«εκεί κατάλαβα ότι με δούλευες... δεν μιλάγαμε ποτέ Ισπανικά μεταξύ μας... εκτός από τα ονόματα μας»

«και εκείνον πως τον έλεγες... δεν ξέρω Ισπανικά δεν θυμάμαι πως το έλεγες»

«sombra de la soledad... δηλαδή... Μοναχική Σκιά»

«γιατί φόρεσες το δαχτυλίδι την στιγμή που πήρες την απόφαση σου?»

«γιατί είναι ο μοναδικός τρόπος να την αντιμετωπίσω»

«δεν το καταλαβαίνω αυτό»

«τι μου ζήτησες πριν να κάνω?»

«να μην με λυπηθείς?... κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά... και που κολλάει το δαχτυλίδι»

«είναι μεγάλη ιστορία... μόλις γυρίσω θα τα συζητήσουμε όλα αυτά εντάξει?»

«θα έχω υπομονή» υποσχέθηκε και του χαμογέλασα

«πρέπει να φύγεις τώρα» είπε με παράπονο

«αλλά θα γυρίσω» του επιβεβαίωσα και με έκλεισε στην αγκαλιά του

«θα σε περιμένω»

«δεν θα αργήσω καρδιά μου... σου το υπόσχομαι... σε εκλιπαρώ, μην μείνεις μόνο σου μέχρι να γυρίσω»

«έχουμε πολλά να πούμε με τον Τάηλερ... θα εκμεταλλευτώ τον χρόνο και θα του μιλήσω... είναι εκπληκτικός άνθρωπος» χαμογέλασα

«και εσύ Έντουαρντ... όταν είσαι ο εαυτός σου και εσύ είσαι εκπληκτικός άνθρωπος... μην αμφιβάλεις ποτέ γι αυτό»

«δεν θα κάνω το ίδιο λάθος δύο φορές Μπέλα... σου το υπόσχομαι»

«σου έχω εμπιστοσύνη καρδιά μου... το ξέρω ότι δεν θα με απογοητεύσεις» πήγε λίγο πιο πίσω και με κοίταξε βαθιά στα μάτια

«σ’ αγαπάω Μπέλα... μην αμφιβάλεις ποτέ γι αυτό»

«δεν αμφιβάλω καρδιά μου» του είπα χαϊδεύοντας το μάγουλο του και πήρε μια ανακουφισμένη ανάσα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA