Ετικέτες

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2011

Fly Away "3. Undisclosed Desires"


Είχαν περάσει δύο μήνες από τότε που άρχισα να δουλεύω στο ιδιωτικό τζετ του κυρίου Κάλεν και όλα κυλούσαν απελπιστικά ίδια... Όταν πήρα την απόφαση να αφήσω τις διεθνείς αερογραμμές... πίστευα ότι θα ήταν μια ευκαιρία για μένα, ώστε να διευρύνω τους ορίζοντές μου... αλλά κάθε μέρα... κάθε ταξίδι μου αποδείκνυε το ακριβός αντίθετο... Οι πτήσεις ήταν όλες ίδιες... τα μέρη που ταξιδεύαμε συγκεκριμένα... και δεν φτάνανε όλα αυτά... είχα και τον όμορφο μπάσταρδο κάθε τρις και λίγο να ταξιδεύει στα επαγγελματικά του ταξίδια πάντα με συνοδεία κάποια μπάρμπης ή μετρέσας... και επιπλέον να τον έχω μπροστά μου να χαριεντίζεται μαζί τους και να μου την μπαίνει με την πρώτη ευκαιρία... λες και υπήρχε κάποια κόντρα μεταξύ μας... Ναι, κάνε όνειρα που νομίζεις ότι θα μπορέσεις ποτέ να με αγγίξεις με αυτές τις αηδίες... δεν με ξέρεις καθόλου καλά κύριε Κάλεν... δεν γεννήθηκα εχθές.

Σήμερα είχα πάλι πτήση μαζί του... Πήρα μια ανάσα και αφού πέρασα από όλον τον απαραίτητο έλεγχο έφτασα στο τζετ και μόλις είδα τον σεκιούριτι του πήγα και στάθηκα μπροστά του.

«Μπορώ να περάσω... ή έχει ερωτικές περιπτύξεις και δεν θέλει να τον ενοχλήσουμε?» ρώτησα ειρωνικά χωρίς καν να τον χαιρετήσω και ο Τάηλερ γέλασε δυνατά με την έκφραση μου.

«Καλημέρα και σε σένα Μπέλα...» είπε εύθυμα και του χαμογέλασα και εγώ.

«Καλημέρα Τάηλερ... συγνώμη αλλά δεν είμαι και πολύ στα καλά μου σήμερα... Πες τώρα , να περάσω ή δεν θέλει να τον ενοχλήσουμε ;» συνέχισα στριφογυρίζοντας με αηδία τα μάτια μου και εκείνος αμέσως σοβάρεψε και μια περίεργη θλίψη είδα να περνάει στιγμιαία από το πρόσωπο του πριν την κρύψει ξανά ώστε να μην το καταλάβω εγώ.

«Όχι πέρασε... μόνος του είναι»

«Μπα πως και έγινε αυτό?...» συνέχισα εγώ ατάραχη και αναστέναξε δείχνοντας πλέον καθαρά ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε.

«Μπέλα...» δίστασε για μια στιγμή και κοίταξε προς την πόρτα... Μόλις βεβαιώθηκε ότι δεν ήταν κανείς εκεί με πλησίασε και χαμήλωσε τον τόνο της φωνής του κοιτώντας με παρακλητικά... «Κοίτα δεν είναι η δουλειά μου να επεμβαίνω σε τέτοια θέματα αλλά...» πήρε άλλη μια ανάσα κοιτώντας για λίγο μακριά και αφού με ξανακοίταξε σοβαρός στα μάτια συνέχισε... «Μπορώ να σου ζητήσω μια χάρη?»

«Αν μπορώ να την κάνω» είπα αφηρημένα προσπαθώντας πολύ σκληρά να καταλάβω το πού το πήγαινε.

«Δεν είναι στα καλά του σήμερα... σε παρακαλώ προσπάθησε μην του πας κόντρα»

«Και πότε είναι?» ειρωνεύτηκα εγώ αλλά το ύφος του με έκοψε και το σκέφτηκα πιο λογικά... «Θα προσπαθήσω...» είπα και του χτύπησα τον ώμο παρηγορητικά... «Υπάρχει κάτι που πρέπει να γνωρίζω?»

«Όπως είπα και πριν... δεν είναι η δουλειά μου να ανακατεύομαι σε αυτά... απλά προσπάθησε να μην του την μπαίνεις τόσο πολύ... πραγματικά δεν είναι στα καλά του... θα το διαπιστώσεις και μόνη σου όταν τον δεις» είπε μόνο και έκανε χώρο για να περάσω χωρίς να μου πει τίποτα άλλο.

Ανέβαινα την σκάλα μουδιασμένη... Τί στο καλό συνέβη... Πράγματι θα πρέπει να είναι πολύ σοβαρό για να μπει στον κόπο να με προειδοποιήσει ο Τάηλερ... σκέφτηκα και η μόλις η ματιά μου έπεσε απάνω του την στιγμή που μπήκα μέσα, σταμάτησα και έμεινα να τον κοιτώ ξέπνοη με σοκαρισμένο ύφος... Ω! Ρε πούστη μου πράγματι κάτι συμβαίνει... και σίγουρα είναι κάτι πολύ σοβαρό.

Πάντα τον έβλεπα σαν ένα υπεροπτικό γουρούνι που δεν υπολόγιζε τίποτα και κανέναν προκειμένου να περάσει καλά την ώρα του και ιδίως στα ταξίδια του... αλλά μόνο με μια ματιά σήμερα... κάτι μέσα μου έσπασε... μια ακατανίκητη επιθυμία φούντωνε μέσα μου και ένα πόνος στο στήθος μου με έκανε να διπλωθώ στα δύο... Ήθελα να πετάξω την βαλίτσα στο πάτωμα και να τρέξω κοντά του... να τον φυλακίσω στην αγκαλιά μου και με οποιονδήποτε τρόπο να του πάρω όλον αυτόν τον πόνο που εξέφραζαν τα υπέροχα χαρακτηριστικά του μακριά.

«Άλλη δουλειά δεν έχεις να κάνεις από το να με κοιτάς;» μου πέταξε έξαλλος μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία μου και κουνώντας το κεφάλι μου με απελπισία ελπίζοντας αυτό να έφτανε για να ξεκολλήσουν οι σκέψεις μου και τα συναισθήματα που μου δημιούργησε η προηγούμενη εικόνα, ψιθύρισα ένα χαμηλόφωνο συγνώμη και κρύφτηκα αμέσως στην ασφάλεια της κουζίνας για να μπορέσω να βρω ξανά την αυτοκυριαρχία μου.

Βλέποντάς τον θα ορκιζόμουν ότι κάποιος είχε πεθάνει και μάλιστα κάποιο πολύ σημαντικό άτομο για εκείνον... αλλά αν όντως συνέβαινε κάτι τέτοιο ο Τάηλερ δεν θα μου το είχε πει;... δεν ξέρω... πραγματικά σήμερα μου θόλωνε την κρίση μου... Τί στο καλό με έχει πιάσει;... σύνελθε Μπέλα είναι ένα υπεροπτικό καθίκι και τίποτα άλλο... Ό,τι και να του συμβαίνει του αξίζει...! Είσαι πολύ σκληρή... με συνέτισε μια φωνή μέσα στο μυαλό μου και αναστέναξα... Πράγματι είμαι... της απάντησα... αλλά μην ξεχνάς πώς μου έχει συμπεριφερθεί όλον αυτόν τον καιρό... Τα παράτησα και αφοσιώθηκα στην δουλειά μου.

Όσο πέρναγε η ώρα τα πράγματα γινόντουσαν όλο και χειρότερα... για πρώτη φορά από την ημέρα που τον γνώρισα δεν είχε βγάλει άχνα... όσες φορές και να τον ρώταγα κάτι, μου απαντούσε πάντα με νεύμα και από την στιγμή που τον είδα μέχρι και τώρα ήταν μονίμως πάνω από μια στοίβα χαρτιών να τα κοιτάει ξανά και ξανά από την αρχή και όσο τα κοίταζε τόσο πνιγόταν περισσότερο στην αγωνία και την απελπισία που τον είχε καταβάλει... Δεν άντεχα άλλο να τον κοιτώ έτσι... ακόμα και η γραβάτα που φόραγε άρχισε να πνίγει τον δικό μου λαιμό... έπρεπε να κάνω κάτι να τον αποσπάσω από αυτά αλλά τι;...

Καθάρισα τον λαιμό μου ώστε να αντιληφθεί την παρουσία μου και αναστέναξε απελπισμένος κοιτώντας μακριά έξω από το παράθυρο.

«Τι θες πάλι;» ρώτησε τρομερά εκνευρισμένος.

«Δεν έχεις σημασία τι θέλω εγώ... μην ξεχνάτε ότι είμαι εδώ για να εκπληρώνω τις δικές σας επιθυμίες και όχι τις δικές μου» του είπα με παιχνιδιάρικο ύφος και γυρίζοντας προς την μεριά μου με κοίταξε με μια δολοφονική ματιά γεμάτη μίσος προς το πρόσωπο μου αλλά ούτε αυτό με πτόησε... Πέρασα ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλια μου και του έτεινα το μενού της ημέρας για να διαλέξει από αυτό , το φαγητό που προτιμούσε να φάει σήμερα.

«Δεν πεινάω... πάρτο και φύγε» συνέχισε αυστηρά και ξεφυσώντας άφησα το μενού πάνω στα έγγραφα του και έκατσα στην άκρη του τραπεζιού σταυροπόδι... διπλώνοντας τα χέρι μου στο στήθος και τον κοίταξα ήρεμα.

«Έλα πες το... τι σε πνίγει» αυτό τον έκανε ακόμα πιο έξαλλο.

«Πας καλά κοπέλα μου... ξεχνάς σε ποιον μιλάς;... πως τολμάς;» γέλασα και κούνησα το κεφάλι μου.

«Και τι, θα με απολύσεις;» τον προκάλεσα γελώντας πιο δυνατά και έτριξε τα δόντια του σχηματίζοντας τα χέρια του σε μπουνιά για να καλμάρει τα νεύρα του.

«Τι σου συνέβη σήμερα;...» ρώτησα πιο ήρεμα... «Ποτέ δεν σε έχω ξαναδεί τόσο απελπισμένο... μπορείς να μου μιλήσεις αν θες να τα βγάλεις από μέσα σου» συνέχισα εγώ αγνοώντας το ξέσπασμα του.

«Δεν συνηθίζω να μιλάω για τα προσωπικά μου με χαζογγόμενες»

«Σε αυτήν την περίπτωση ήταν συνετή η απόφαση σου να μην πάρεις καμία από αυτές μαζί σου σε αυτό το ταξίδι» του γύρισα ήρεμα για να του δηλώσω κοφτά ότι δεν με αγγίζουν τα λόγια του και αυτό τον έκανε αν είναι δυνατόν πιο έξαλλο ακόμα αλλά και πάλι δεν μίλησε.

«Έντουαρτ... είσαι έτοιμος να εκραγείς... το πρόσωπο σου κοντεύει να γίνει μπλε από την έλλειψη αέρα στα πνευμόνια σου... και αυτή η γραβάτα...» συνέχισα και βάζοντας τα χέρια μου πάνω στην γραβάτα του άρχισα να την χαλαρώνω χωρίς να σταματάω να τον κοιτώ στα μάτια με ήρεμο και σοβαρό ύφος... «Κοντεύει να σε πνίξει...» συνέχισα αλλά πριν προλάβω να συνειδητοποιήσω την κίνηση του εκείνος με άρπαξε από τα μπράτσα και κόλλησε τα χείλια του πάνω στα δικά μου αιφνιδιάζοντάς με.



Τα χείλια του πάνω στα δικά μου απαιτητικά πάλευαν για λίγη ανταπόκριση... έμεινα παγωμένη στην θέση μου χωρίς να ξέρω πώς να αντιδράσω... Μέσα σε αυτό το φιλί ένιωθα την ανάγκη του για λίγη παρηγοριά... για μια ανάσα... ένα ξέσπασμα που δήλωνε καθαρά το πόσο ανάγκη είχε από λίγη κατανόηση... Έμεινα για άλλο λίγο παγωμένη στην ίδια θέση χωρίς να αντιδρώ ή να ανταποκρίνομαι... τελείως μπερδεμένη και αναποφάσιστη... μπορώ να το κάνω αυτό;... από την ώρα που τον είχα δει μέχρι και τώρα έψαχνα απελπισμένα να βρω κάτι για να τον κάνω να ξεσπάσει... να τον κάνω να βγάλει από μέσα του ό,τι τον έπνιγε... και από όσο μου δίνει τώρα να καταλάβω ο μόνος τρόπος για να εκφράζει ό,τι τον βαραίνει, είναι αυτός... Μπορώ να του το αρνηθώ;... ναι... φώναξε η φωνή της λογικής... αλλά η φωνή της καρδιάς είχε άλλη γνώμη.

Σταμάτησε ξαφνικά να με φιλά και με κοίταξε στα μάτια... δεν μπορούσα να τον αποκρυπτογραφήσω... δεν μπορούσα να καταλάβω τι προσπαθούσε να μου περάσει μέσα από αυτή την ματιά... κάθε λογική σκέψη έσβησε από το μυαλό μου και πριν εκείνος το μετανιώσει και κάνει πίσω, τον βούτηξα εγώ και τον κόλλησα απάνω μου κολλώντας τα χείλια μου πάνω στα δικά του, το ίδιο απαιτητικά με εκείνον και άρπαξε αμέσως την ευκαιρία πριν αφήσει την λογική του να τον επηρεάσει.

Τα χείλια μας κινιόντουσαν σε έναν παράλληλο ρυθμό... βίαια... απαιτητικά... απελπισμένα... τα συναισθήματα μου ανάμικτα... οι σκέψεις μου ελλειπείς... Πόσο το ήθελα το καθίκι... από το πρώτο του άγγιγμα είχε τρελάνει κάθε κύτταρο του κορμιού μου.... είχε κλέψει κάθε μου όνειρο... και η ανάγκη μου για το άγγιγμα του είχε γίνει τόσο βασανιστική... που θόλωνε την κρίση μου κι έτσι έπαψα να σκέφτομαι περαιτέρω.

Η γλώσσα μου πέρασε από τα κοφτά του χείλια και εκείνος παίρνοντας μια τρεμάμενη ανάσα ανατρίχιασε ολόκληρος και έγινε πιο επιθετικός... Άνοιξε τα χείλια του και κατέκτησε την γλώσσα μου με την δική του... και βάζοντάς την μέσα στο στόμα μου βίασε όλες μου τις αισθήσεις... βόγκηξα μέσα στο στόμα του και τότε όλες του οι αντιστάσεις εξανεμίστηκαν.

Με το ένα του χέρι πέταξε στο πάτωμα ό,τι υπήρχε πάνω στο τραπέζι χωρίς να σταματάει να με φιλάει και με το άλλο του χέρι βάζοντάς το στην μέση μου με κόλλησε απάνω του για να νιώσω τον ερεθισμό του... μόλις τον ένιωσα ένας έντονος ηλεκτρισμός διαπέρασε την σπονδυλική μου στήλη και ξεκολλώντας τα χείλια μου από τα δικά του τέντωσα το κορμί μου και γέρνοντας το κεφάλι μου προς τα πίσω βόγκηξα δυνατά κλείνοντας τα μάτια μου σφιχτά.

Τα χείλια του βρέθηκα αμέσως πάνω στον λαιμό μου κατηφορίζοντας προς στο στήθος μου, ρουφώντας και δαγκώνοντας την εκτεθειμένη μου επιδερμίδα με τόσο πάθος που θόλωσα... Πού βρίσκομαι;;;

Τα χέρια του λεηλατούσαν το κορμί μου κάνοντάς το να σπαρταράει κάτω από το άγγιγμα του... και με γρήγορες κινήσεις άνοιξε το μπούστο μου και κατεβάζοντας το ύφασμα του στηθόδεσμού μου άρπαξε με τα δόντια του την μία μου θηλή ενώ ζούληξε δυνατά με τα χέρια του και τα δύο μου στήθη ταυτόχρονα... ένα ουρλιαχτό μου, τάραξε την ησυχία της άδειας καμπίνας και ένιωσα τον ερεθισμό του να συσπάται πάνω στην κοιλιά μου... δεν ήθελα τίποτα άλλο... έχωσα με μανία τα χέρια μου μέσα στα μαλλιά του και τον συγκράτησα εκεί παρακαλώντας τον σιωπηλά να μην σταματήσει... και δεν σταμάτησε.

Συνέχιζε να παίρνει στο στόμα του τα στήθη μου εναλλάξ ενώ ταυτόχρονα ανέβαζε την φούστα μου ψηλά για να έχει καλύτερη πρόσβαση στο σημείο που τον είχα περισσότερη ανάγκη... και παίρνοντας το μήνυμα κατέβασα τα χέρια μου χαμηλά και άρχισα να ξεκουμπώνω το παντελόνι του για να βγάλω τα εμπόδια που υπήρχαν ανάμεσα μας.

«Είσαι δαίμονας» με κατηγόρησε σκληρά με μίσος στην ματιά του αλλά δεν μου έδωσε το περιθώριο να το επεξεργαστώ... τα χέρια του γρήγορα με γύρισαν προς το τραπέζι και με ανάγκασαν να γείρω πάνω του παραμερίζοντας το εσώρουχό μου στο πλάι... πιάστηκα αμέσως από την άκρη του και πριν προλάβω να πάρω ανάσα βρέθηκε μέσα μου και άρχισε να με κατακτά.

Το ένα του χέρι πάνω στα μαλλιά μου τα συγκρατούσε με δύναμη αναγκάζοντας το κεφάλι μου να παραμένει σταθερό πάνω στο τραπέζι και με το άλλο του χέρι κρατώντας με σφιχτά από την μέση έκαναν σχεδόν αδύνατο να κουνηθώ... και εκείνος παίρνοντας το πάνω χέρι με κατακτούσε βίαια ξεσπώντας όλο του το πάθος και ό,τι άλλο τον έπνιγε μέσα του αλλά δεν με ένοιαζε... η αίσθηση του ερεθισμού του μέσα μου ήταν τόσο έντονη τόσο υπέροχη που δεν με ένοιαζε τίποτα άλλο αυτήν την στιγμή... τον ήθελα τόσο πολύ... τον είχα τόσο ανάγκη που δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για να φρενάρω την φρενίτιδα που με είχε καταβάλει και βογκώντας δυνατά και ουρλιάζοντας τον παρακάλαγα για περισσότερα.

«Που να με πάρει ο διάολος Μπέλα...» βόγκηξε και τεντώνοντας το κορμί του χτύπησε τον ερεθισμό του πάνω στο τέρμα μου και βάζοντας δύναμη στα χέρια μου τέντωσα το κορμί μου ανασηκώνοντας το και άφησα όλο το πάθος μου να ξεχειλίσει και να με συνεπάρει μαζί του.

«Γαμώτο είναι τόσο καλό» ούρλιαξα και αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε όλα του τα συναισθήματα... αφήνοντας τα μαλλιά μου από το σφιχτό τους κράτημα έβαλε και το δεύτερο χέρι του πάνω στην μέση μου και έκανε τις ωθήσεις του πιο βαθιές... πιο γρήγορες και πιο έντονες, κάνοντας το κορμί μου όλο να τρανταχτεί και να περάσει σε άλλη διάσταση.

Συγχρόνισα τις κινήσεις μου με τις δικές του και σε κάθε του ώθηση την έκανα πιο έντονη χτυπώντας τα κωλομέρια μου πάνω στο χνούδι του για να του δώσω το μήνυμα ότι ήθελα περισσότερα και εκείνος με ακολουθούσε σε κάθε μου κίνηση μουγκρίζοντας σαν αφηνιασμένο λιοντάρι... δεν μου το αρνήθηκε... ακολούθησε τον παλμό μου και επιτάχυνε ακόμα περισσότερο της ωθήσεις του για να με κάνει να τελειώσω βάζοντας το χέρι του πάνω στην φλόγα μου που είχε ήδη καεί από τον ξέφρενο χορό του και μόλις τα δάχτυλα του κατέκτησαν την κλειτορίδα μου με ένα εκκωφαντικό ουρλιαχτό απελευθέρωσα ό,τι με έπνιγε και ένιωσα τα καυτά μου υγρά να εκσφενδονίζονται απάνω του κάνοντας τα κορμιά μας να γλιστράνε ακόμα περισσότερο σε κάθε μας ένωση... το κορμί του συγκλονίστηκε και άρχισε να τρέμει στον ίδιο παλμό με το δικό μου... και εκεί που ο οργασμός μου με είχε συνεπάρει και με είχε κάνει να ξεχάσω μέχρι και το ποια ήμουν, εκείνος βγήκε από μέσα μου και με γύρισε προς το μέρος του.

Δεν περίμενα καμία εντολή... ήθελα τόσο να τον γευτώ που το μυαλό μου είχε θολώσει... τον γύρισα γρήγορα προς το τραπέζι και αφού τον ανάγκασα να ακουμπήσει πάνω σε αυτό γονάτισα μπροστά του και με όλο το πάθος και την φλόγα που έκαιγε κάθε κύτταρο του κορμιού μου τον πήρα βαθιά στο στόμα μου και άρχισα να τον κατακτώ με μανία... τον ήθελα όλο... ήθελα κάθε σπιθαμή από αυτό το έργο τέχνης, που με έκανε να μην ξέρω πού βρίσκομαι και πού πατώ, μέσα στο στόμα μου. Ήθελα να τον ικανοποιήσω και να τον ευχαριστήσω με αυτόν τον τρόπο για όλα τα συναισθήματα που μου είχε ξυπνήσει και εκείνος ουρλιάζοντας και τραντάζοντας το κορμί του μου έδειχνε το πόσο το είχε ανάγκη και ο ίδιος.

Έχωσε τα χέρια του μέσα στα μαλλιά μου απαιτώντας για περισσότερα... Δεν του το αρνήθηκα... ρούφαγα ξανά και ξανά κάθε κύτταρο του ανδρισμού του και εκείνος ένιωθα να ξεσπά όλο το βάρος του και να λυγίζει κάτω από το ζεστό και υγρό άγγιγμά μου... μέχρι που δεν άντεξε άλλο και απελευθέρωσε ό,τι τον έπνιγε μέσα στο στόμα μου με μανία... δεν σταμάτησα ούτε και τώρα... συνέχισα να τον ρουφώ και να τον κάνω να ξεπεράσει κάθε του όριο μέχρι που τον ένιωσα να τραντάζεται και να σπαρταράει ουρλιάζοντας μέσα από έναν λυγμό... αυτό με ακινητοποίησε... σήκωσα την ματιά μου προς τα εκείνον και μόλις αντιλήφθηκε ότι τον κοιτώ έβαλε το χέρι του πάνω στο πρόσωπο του και με ξεκόλλησε με το ελεύθερο χέρι του από πάνω του, σπρώχνοντάς με απότομα και κάνοντας με να πέσω στο πάτωμα. Γυρίζοντας την πλάτη του προς τα μένα σήκωσε όπως όπως το παντελόνι του με το εσώρουχο του και άρχισε να τρέχει... Τί στο καλό έγινε μόλις τώρα;;;... αναρωτιόμουν αλλά δεν κουνήθηκα ούτε σπιθαμή από την θέση μου.

Είχε περάσει αρκετή ώρα να κοιτάω με απορία προς την μεριά που εκείνος είχε φύγει τόσο ξαφνικά ακόμα στην ίδια θέση... το μυαλό μου αδυνατούσε να συλλάβει τι είχε συμβεί μόλις αυτήν την στιγμή... τι τον έκανε να ξεσπάσει έτσι;;;... ποτέ ξανά δεν τον είχα δει να είναι τόσο ευαίσθητος... κάποιος μου κάνει πλάκα δεν εξηγείται.

Πήρα την απόφαση να σηκωθώ και να συντονιστώ με το περιβάλλον... τακτοποίησα τα ρούχα μου και με γρήγορες κινήσεις έτρεξα προς τον ιδιωτικό μου χώρο για να συμμαζευτώ... έβγαλα από την βαλίτσα μου την δεύτερη στολή που πάντα έπαιρνα μαζί μου για καλό και για κακό... καθαρά εσώρουχα και κλείστηκα στο μπάνιο για να κάνω ένα γρήγορο ντουζ και να καθαρίσω τις σκέψεις μου και το κορμί μου από όλα όσα με προβλημάτιζαν... απέφυγα να λούσω τα μαλλιά μου γιατί δεν ήθελα να γυρίσει εκείνος πριν από μένα και να του δώσω δικαιώματα... καθαρή πια και επιμελημένη γύρισα στο πόστο μου κρύβοντας επιμελώς όλα μου τα συναισθήματα... με μια γρήγορη ματιά είδα ότι εκείνος ακόμα δεν είχε γυρίσει από το δωμάτιο του και με έναν αναστεναγμό πλησίασα το τραπέζι και άρχισα να τακτοποιώ τα έγγραφά του που είχαν διασκορπιστεί σε όλο το πάτωμα γύρω από το τραπέζι... δεν πέρασε πολύ ώρα και εκείνος έκανε την εμφάνιση του.

«Με κατασκοπεύεις;» ρώτησε σκληρά με τραχιά φωνή.

«Μετά τα όσα συνέβησαν θα έλεγε κανείς ότι θα έπρεπε να έχεις καλύτερη διάθεση» του γύρισα με τον ίδιο τόνο πίσω σηκώνοντας την ματιά μου με αυθάδεια προς το μέρος του και πετώντας με δύναμη τα χαρτιά που είχα μαζέψει από το πάτωμα πάνω στο τραπέζι και συνέχισα πιο σκληρά... «Μάζεψέ τα μόνος σου» και με νευριασμένο ύφος πέρασα από δίπλα του σκουντώντας τον επίτηδες με τον ώμο μου για να μου κάνει χώρο να περάσω... εκείνος δεν κουνήθηκε σπιθαμή και δεν είπε τίποτα άλλο.

Συνέχισα την δουλειά μου με τα νεύρα μου να χτυπάνε κόκκινο... ποιο είναι το πρόβλημα του επιτέλους;;;... τον κρυφοκοίταζα από το παραθυράκι που συνέδεε την κουζίνα με το σαλονάκι που πάντα πέρναγε την ώρα του και εκείνος έδειχνε ακόμα το ίδιο εκνευριστικός μαζεύοντας και διαβάζοντας ξανά και ξανά τα χαρτιά που πια είχαν γίνει ένα κουβάρι με απελπισία... Κάτι μου έλεγε ότι όλος αυτός ο εκνευρισμός τελικά πήγαζε από εκείνα τα χαρτιά και δεν έπεσα και πολύ έξω.

Το υπόλοιπο ταξίδι κύλησε στο ίδιο μοτίβο... ο ένας αγνοούσε τον άλλο και εφόσον εκείνος δεν με καλούσε για κάτι εγώ δεν ξαναεμφανιστηκα μπροστά του... μέχρι που προσγειωθήκαμε επιτέλους στο Παρίσι και ο καθένας πήρε τον δρόμο του.

Υποτίθεται ότι θα μέναμε τρεις μέρες... αλλά εγώ δεν είχα καμία όρεξη ούτε για βόλτες ούτε για διασκέδαση... έτσι κλείστηκα μέσα στο δωμάτιό μου προσπαθώντας πολύ σκληρά να διαβάσω κανένα βιβλίο για να ξεχαστώ... αλλά αυτό ήταν αδύνατον... είτε με ανοιχτά είτε με κλειστά μάτια... η εικόνα του ήταν παντού γύρω μου να με βασανίζει αλύπητα... Είσαι δαίμονας... έρχονταν ξανά και ξανά τα λόγια του και με έκαναν κομμάτια... τι στο διάολο σου έχω κάνει πια;;;... γιατί με αντιμετωπίζεις όπως τα τσουλάκια σου;;;... ούρλιαζα... αλλά όπως πάντα δεν έπαιρνα καμία απάντηση.

Τα παράτησα και αποφάσισα να πάω για ψώνια... πάντα μου άρεσαν τα εκλεπτυσμένα ρούχα και σε όλα μου τα ταξίδια πάντα έβρισκα ό,τι καλύτερο μπορούσα να βρω για να με κάνουν να νιώθω προσιτή... αλλά όπως έλεγε και ο αδελφός μου... ήμουν γεννημένη παγωμένη βασίλισσα... Οι άντρες πάντα για κάποιον λόγο με φοβόντουσαν και δύσκολα με πλησιάζανε... και όταν το κάνανε αυτό... με το που άνοιγα το στόμα μου φεύγανε με την πρώτη ευκαιρία από κοντά μου γιατί δεν άντεχαν να τους κατατροπώνω... αλλά έτσι ήμουν εγώ... όποιος ήθελε να με δεχθεί, θα έπρεπε να με δεχόταν γι αυτό που ήμουν... δεν θα έκανα ποτέ την χάρη σε κανένα τους να μετατραπώ σε κάτι άλλο από αυτό που είμαι.

Ο αδελφός μου καθώς και οι δικοί μου πάντα ανησυχούσαν για μένα... ήμουν γεννημένη αγοροκόριτσο και ποτέ δεν σήκωνα μύγα στο σπαθί μου με αποτέλεσμα να μην έχω καταφέρει ακόμα να έχω μια σταθερή σχέση... και να σας πω και κάτι λίγο με ένοιαζε... ένας λόγος που αποφάσισα να γίνω αεροσυνοδός ήταν και αυτός... με τα ταξίδια είχα την ευκαιρία να γνωρίζω τον κόσμο... να βλέπω τους διάφορους πολιτισμούς και συνήθειες και αυτό με γέμιζε απίστευτα... με έκανε να βλέπω τον κόσμο με άλλο μάτι και να ζω την ελευθερία μου σαν πουλί πάνω από τα σύννεφα... Ναι, την αγαπάω την δουλειά μου και δεν την αλλάζω για κανένα αλαζονικό γουρούνι που θέλει να με κλείσει σε ένα χρυσό κλουβί μόνο και μόνο για να με έχει κτήμα του... αυτή είμαι εγώ και κανείς και τίποτα δεν θα με κάνει να αλλάξω.

Δοκίμαζα ένα υπέροχο βραδινό φόρεμα... σε χρώματα του μπλε και του χρυσού όταν ξαφνικά το κινητό μου άρχισε να χτυπάει και το σήκωσα με περιέργεια χωρίς να δω ποιος είναι.

«Παρακαλώ;»

«Έλα Μπέλα που είσαι τόση ώρα και ο άλλος έχει αφηνιάσει;»

«Τάηλερ εσύ είσαι;»

«Ναι εγώ είμαι... άλλαξαν τα σχέδια και όλοι σε περιμένουμε για να ξεκινήσουμε»

«Και εγώ γιατί το μαθαίνω τώρα;»

«Προσπαθούσα να σε βρω στο ξενοδοχείο»

«Τα κινητά για ποιον λόγο τα έχουμε Τάηλερ;» τον ρώτησα έξαλλη γιατί εξαιτίας του τώρα θα έπρεπε να βάλω φτερά στα πόδια μου και να πετάξω για να γυρίσω στο ξενοδοχείο, να πάρω την βαλίτσα μου και να πάω στο αεροδρόμιο με την ψυχή στα πόδια.

«Ό,τι έγινε έγινε... μην αργήσεις άλλο... ο άλλος έχει τα νεύρα του και καταλαβαίνεις»

«Ξίδι» του πέταξα και του έκλεισα το κινητό εντελώς εκνευρισμένη.

Από την σαστιμάρα μου ξέχασα ότι φόραγα ακόμα το φόρεμα και παίρνοντας τα ρούχα μου στο χέρι άρχισα να τρέχω προς τα έξω.

«Μαντάμ το φόρεμα» ούρλιαξε η πωλήτρια και κοιτώντας το τι φορούσα σταμάτησα απότομα και γύρισα προς την μεριά της.

«Χρέωσέ το εδώ» της είπα πετώντας της την κάρτα μου και αφού εκείνη μου έδωσε και τις υπόλοιπες σακούλες από τα ψώνια που είχα κάνει... έβαλα μέσα όπως όπως τα ρούχα που φόραγα πριν... υπέγραψα το χαρτάκι που μου έδωσε και κρατώντας τις σακούλες στο χέρι άρχισα να τρέχω σαν τον άνεμο.

Μόλις έφτασα μπροστά από τον Τάηλερ τον κοίταξα νευριασμένα και χωρίς να του πω τίποτα έτρεξα προς την σκάλα για να μπω στο Τζετ... εκείνος ήταν εκεί να με κοιτά με δολοφονική ματιά και αυτό με έκανε ακόμα πιο έξαλλη.

«Μην πεις κουβέντα» του πέταξα βγάζοντας όλο το δηλητήριο στην φωνή μου τρίζοντας τα δόντια μου και χωρίς να περιμένω την ανταπόκρισή του έτρεξα μέσα στον προσωπικό μου χώρο και πέταξα τα πράγματα στο πάτωμα παίρνοντας μια βαθιά ανάσα για να ελέγξω τον εαυτό μου πριν εκραγώ από το τρέξιμο που είχα ρίξει.

ESCAPE POLH FANTASMA