Ετικέτες

Σάββατο 20 Αυγούστου 2011

Fly Away "16. How did we get here?"



Εκεί που έτρωγα ανενόχλητη, κάποια στιγμή η Άλις σηκώθηκε από την θέση της και ήρθε κοντά μου...

«Μπορώ;» ρώτησε ζητώντας μου την άδεια για να κάτσει στην άδεια καρέκλα που υπήρχε δίπλα μου και από ευγένεια έβγαλα τα ακουστικά από τ’ αυτιά μου κοιτώντας την με απορία.

«Γιατί με ρωτάς;» χαμογέλασε και έκατσε δίνοντάς μου το χέρι της.

«Δεν καταφέραμε να συστηθούμε... Είμαι η Άλις Χέιλ.» της ανταπέδωσα την χειραψία και είπα με ένα είδος ειρωνείας στη φωνή μου.

«Μπέλα Κάλεν...» στριφογύρισα τα μάτια μου... «Μέχρι να πάρω τουλάχιστον το όνομά μου πίσω!» σχολίασα και ένιωσα τον Έντουαρντ να τραντάζεται, ενώ πάσχιζε να μην γελάσει δυνατά. Ήμουν σίγουρη πως σκάναρε ό,τι λέγαμε. Η Άλις πέταξε ένα γελάκι αλλά πριν πει κάτι συνέχισα εγώ.

«Να σε ρωτήσω κάτι;» της είπα συνωμοτικά μιλώντας χαμηλόφωνα.

«Φυσικά!» ανταποκρίθηκε εκείνη με ένα περίσσιο ενθουσιασμό.

«Πάντα τόσο βαρετά είναι όταν τρώτε το πρωινό σας;» ένα δεύτερο ξέσπασμα του Έντουαρντ με έκανε να εκνευριστώ αλλά έδωσα τόπο στην οργή και έστρεψα την προσοχή μου προς την Άλις.

«Μπα χειρότερα... αλλά βλέπεις...» ψιθύρισε και πλησιάζοντάς με περισσότερο, συνέχισε μιλώντας μου στο αυτί για να μην ακούσουν οι άλλοι... «Ο θείος φοβάται μην μαζέψεις πληροφορίες από τις δουλειές του και μιλάει λιτά για να μην καταλάβεις εσύ τίποτα.»

«Ναι, λες και θα υπήρχε περίπτωση να καταλάβαινα τίποτα αν μιλούσανε κανονικά. Απορώ... σε ποια γλώσσα μιλάνε;» η Άλις χαμογέλασε και συνέχισε χωρίς να το σχολιάσει.

«Πάντως είσαι εκκεντρική.» ανασήκωσα τους ώμους μου και παίρνοντας την πορτοκαλάδα μου στο χέρι απάντησα.

«Κάνω ό,τι μπορώ.» ο Έντουαρντ άρχισε πάλι να τραντάζεται όμως δεν άντεξα άλλο και του έδωσα μια σπρωξιά με το πόδι μου για να σταματήσει, αλλά αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να τον κάνει να γελάσει πιο δυνατά και ο πατέρας του να τον επιπλήξει.

«Υπάρχει κάτι αστείο σε αυτό που είπα Έντουαρντ;» τον ρώτησε αυστηρά και τότε ήρθε η δική μου σειρά να γελάσω. Πάρ’ τα μπέμπη!  με σκούντησε με το πόδι του πίσω για να με πικάρει και του το ανταπέδωσα πάλι γυρίζοντας προς το μέρος του και καρφώνοντας τη ματιά μου στην δική του. Ανασήκωσα το φρύδι μου προκαλώντας τον, δάγκωσε τα χείλια του αλλά πριν μιλήσει ο πατέρας του τον επανέφερε και πάλι στην τάξη.

«Έντουαρντ... θα σοβαρευτείς καμιά φορά;» εκείνος αναστέναξε στριφογυρίζοντας τα μάτια του και χωρίς να το σχολιάσει γύρισε ξανά προς το μέρος του και συνέχισε να ακούει το βαρετό μονόλογο του πατέρα του, σοβαρός.

«Πάντα έτσι είσαστε εσείς;» ρώτησε η Άλις.

«Μπα χειρότερα!» της απάντησα και αφού ήπια από την πορτοκαλάδα μου που την κρατούσα ακόμα στο χέρι, άφησα το ποτήρι πάνω στο τραπέζι και γύρισα τη ματιά μου προς την Άλις.

«Δηλαδή;» επέμενε εκείνη και αναστέναξα.

«Συνήθως είμαστε σαν το σκύλο με την γάτα, αλλά εχθές είχαμε το πρώτο επίσημο επεισοδιακό καυγά σαν νιόπαντροι.» ειρωνεύτηκα και ο Έντουαρντ τσιτώθηκε αλλά δεν μίλησε.

«Τίποτα σοβαρό;» ρώτησε με μια δόση αγωνίας στην φωνή της η Άλις και μίλησα πιο ανάλαφρα για να τη χαλαρώσω.

«Μπα μαλακίες, ξέρεις μωρέ τώρα... Λίγο η μέρα, λίγο τα λόγια του παπά... Φορτιστήκαμε και ξεφύγαμε.» εντάξει τώρα έδωσε τα ρέστα του... Βάζοντας το χέρι του σε μπουνιά μπροστά στο στόμα του άρχισε να κακαρίζει και δεν άντεξα άλλο.

«Θα σταματήσεις επιτέλους;;;» είπα λίγο πιο δυνατά ταυτόχρονα με τον Καρλάηλ και πάγωσα. Κοιταχτήκαμε έντονα με τον Καρλάηλ για κλάσματα του δευτερολέπτου και αφού σκληρύναμε ταυτόχρονα τις εκφράσεις μας, γυρίσαμε τις ματιές μας αλλού. Όλοι για έναν περίεργο λόγο κοιτούσαν μία εμένα και μια τον Καρλάηλ με ανοιχτό το στόμα... Τι στο καλό;;;... το ορκίζομαι... όσο περνάει η ώρα με κάνουν σαν τα μούτρα τους... πρέπει να φύγω... πρέπει να φύγω μακριά πριν με τρελάνουν τελείως.

Ο Έντουαρντ προβλέποντας την κίνησή μου, έπιασε το χέρι μου κάτω από το τραπέζι χωρίς να με κοιτάει και το ζούληξε για να μου περάσει το μήνυμα.

«Μάλλον τα νεύρα σας έχουν τεντωθεί.» σχολίασε η Άλις σιγομουρμουρίζοντας περισσότερο στον εαυτό της χωρίς να με κοιτά και αφήνοντας έναν αναστεναγμό πήρα και πάλι την πορτοκαλάδα μου στο χέρι μου και πίνοντας το υπόλοιπο που υπήρχε μέσα στο ποτήρι. Πήρα μια βαθιά ανάσα και το άφησα να περάσει... Πόσο θα κρατήσει πια όλο αυτό; Ανάσες Μπέλα... ανάσες, λίγο έμεινε..., επαναλάμβανα μέσα μου για να κατευνάσω τα νεύρα μου. Πού να ήξερα τί με περίμενε παρακάτω.

«Αλήθεια θα φύγεις αύριο;» ρώτησε ξανά και κατένευσα μη έχοντας ακόμα εμπιστοσύνη στην φωνή μου.

«Και σήμερα τι θα κάνεις;» συνέχισε εκείνη προσπαθώντας – απ’ ότι κατάλαβα - από κάπου να πιαστεί. Πού το πήγαινε;;

«Για αρχή σκέφτομαι να πάω να πάρω κάτι της προκοπής...» είπα δείχνοντας τα ρούχα που φορούσα με μια αηδιαστική γκριμάτσα και το πρόσωπό της έλαμψε. Ωχ, γιατί δε μου αρέσει αυτό;

«Ήθελα να σου το πω και εγώ αλλά δεν ήθελα να σε προσβάλλω...» ξεκίνησε και δάγκωσα τα χείλια μου για να μη γελάσω δυνατά... «Αλλά πού το πέτυχες αυτό το κομμάτι;» Τη στιγμή που προσπαθούσα να βρω μια απάντηση ώστε να μην προσβάλλω τον Έντουαρντ ξανά, εκείνος με πρόλαβε και γυρίζοντας προς το μέρος μας απάντησε για μένα.

«Εγώ φταίω γι αυτό.» γύρισα απότομα προς το μέρος του και τον κοίταξα έντονα. Εκείνος τσίμπησε το μάγουλό μου παιχνιδιάρικα και περνώντας το χέρι του πίσω από την καρέκλα μου, έγειρε προς το μέρος μου και συνέχισε να μιλάει με την Άλις  αγνοώντας την προειδοποιητική ματιά που του είχα ρίξει.

«Βλέπεις , εξαιτίας μου τα ρούχα της γίνανε ένα κουβάρι...»

«Εγώ το έκανα, όχι εσύ!» διόρθωσα εκνευρισμένη... και χαμογέλασε.

«Ναι, αλλά εγώ τα άφησα στο δωμάτιό σου, όχι εσύ...» μου αντιγύρισε αλλά πριν συνεχίσει του ψιθύρισα στο αυτί πριν κάνω τα πράγματα χειρότερα.

«Σταμάτα να προκαλείς τον πατέρα σου... γύρνα από την άλλη!» τον παρακάλεσα αλλά εκείνος γέλασε περισσότερο.

«Τους ζυγούς λύσατε... τελείωσε τον μονόλογό του... τώρα μπορούμε να αναπνεύσουμε και χωρίς την άδειά του!» ψιθύρισε συνωμοτικά και στριφογύρισα τα μάτια μου.

«Ουδέν σχόλιον!» είπα και γύρισε πάλι την προσοχή του προς την Άλις.

«Που λες ξαδερφούλα... δεν έχω δει και ποτέ τη Μπέλα χωρίς την στολή της και δεν είχα ιδέα πώς ντυνόταν στην καθημερινότητά της...»

«Όχι και ποτέ.» διόρθωσα εγώ και το ξανασκέφτηκε...

«Εντάξει όχι και ποτέ, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι συγκεκριμένο και έτσι είπα στην κοπέλα από το “Μποτε” να μου φέρει ό,τι νομίζει για καλύτερο. Και αν δεις τι έφερε πραγματικά θα της τα φέρεις στο κεφάλι....» γέλασε κουνώντας το κεφάλι του με απελπισία.

«Το τι γέλιο κάναμε πρωί-πρωί βλέποντας τά...» συνέχισε και χαλαρώνοντας και εγώ, άρχισα να γελάω βάζοντας το χέρι μου πάνω στο μέτωπό μου.

«Πραγματικά ήταν το κάτι άλλο...» συναίνεσα.

«Είχε όμως και καλά κομμάτια...» συμπλήρωσε εκείνος με νόημα και τον σκούντηξα με τον αγκώνα μου για να το κόψει, αλλά αυτό τον έκανε να γελάσει περισσότερο. Η Άλις μας κοίταζε χωρίς να ξέρει πώς να αντιδράσει, σκανάροντάς μας σκεπτική.

«Με τη Ρόζαλη θα πάμε στα μαγαζιά για να ψωνίσουμε για το βράδυ και μετά έχουμε ραντεβού με την αισθητικό. Θες να έρθεις μαζί μας;» ρώτησε ξαφνικά... και γύρισα ξαφνιασμένη προς το μέρος της.

«Άλις...» ξεκίνησα σκεπτική... δεν ήθελα να την προσβάλλω αλλά δεν μπορούσα να το δεχτώ. Άσε που θα μου έφευγαν και οι δύο μισθοί που είχα στην άκρη αν πήγαινα μαζί της.

«Υποσχέθηκες.» ψιθύρισε αυστηρά στο αυτί μου ο Έντουαρντ και γύρισα σοκαρισμένη και τον κοίταξα. Όχι, δεν μπορώ να το δεχτώ αυτό, αλλά πριν πω οτιδήποτε εκείνος συνέχισε αγνοώντας με.

«Θα έρθει!» δήλωσε και έτριξα τα δόντια για να μην τον κάνω ξανά ρεζίλι μπροστά σε όλη του την οικογένεια.

«Αχχχ... τι καλά!» ξέσπασε η Άλις με μια τεράστια χαρά χτυπώντας παλαμάκια και την κοίταξα με περιέργεια. Τι περίεργο κορίτσι!

«Δεν πρόκειται να με αφήσετε στην ησυχία μου αν δεν δεχθώ, σωστά;» ρώτησα με έναν αναστεναγμό εξουθενωμένα και απάντησαν με μια φωνή συγχρονισμένα.

«Όχι!» και έτριψα το μέτωπό μου σπασμωδικά απηυδισμένα.

«Τι σας ποτίζουν όταν γεννιέστε ήθελα να ήξερα!» εξωτερίκευσα ασυναίσθητα την σκέψη μου και πάγωσα αλλά η αντίδρασή τους με ξάφνιασε.

«Καλεν-όσπορο!» είπαν ταυτόχρονα συνωμοτικά και ξέσπασαν με τρανταχτά γέλια με ένα προσωπικό τους αστείο, όπως φαντάστηκα  και κοίταζα μια εκείνην και μια τον Έντουαρντ σοκαρισμένη.

«Είναι οικογενειακό αστείο!» επιβεβαίωσε ο Έντουαρντ και κούνησα το κεφάλι μου απηυδισμένα... Χριστέ μου πού έμπλεξα;

«Αρκετά φάγαμε... ώρα για δουλειά» είπε με τραχιά φωνή ξαφνικά ο Κάρλάηλ ενώ σηκώθηκε όρθιος επιβλητικά και λίγο ο τόνος που χρησιμοποίησε λίγο ο τρόπος που σηκώθηκε όρθιος με έκανε να αναπηδήσω και ασυναίσθητα έπιασα τον λαιμό μου.

«Ο Χριστός και η Παναγία!» αναφώνησα γουρλώνοντας τα μάτια μου κοιτώντας προς το μέρος του... «Πώς τα πετάς έτσι αυτά άνθρωπέ μου;» ο Έντουαρντ και η Άλις δίπλα μου κρατιόντουσαν με νύχια και με δόντια για να μην γελάσουν και τρίβοντας την πλάτη μου απαλά, ο Έντουαρντ προσπαθούσε να με ηρεμήσει.

«Συμβαίνει κάτι;....» ούτε το όνομά μου δεν μπορούσε να πει.

«Ξέρεις, τελικά εσύ αδικείσαι ...» του γύρισα με σκληρό ύφος ζαρώνοντας τα μάτια μου... «Επί εποχή Χίτλερ θα έκανες θραύση!» έκανε μια ειρωνική γκριμάτσα και χωρίς να πει τίποτα άρχισε να περπατάει προς την έξοδο με τους υπόλοιπους σαν στρατιωτάκια να τον ακολουθούν. Χριστέ μου τι οικογένεια είναι αυτή;;;  Ο Έντουαρντ ακόμα δάγκωνε τα χείλια του για να μην γελάσει... «Έντουαρνττττ!» γκρίνιαξα απηυδισμένη μπας και τον κάνω να σταματήσει.

«Συγνώμη αλλά είναι πάνω από τις δυνάμεις μου...» είπε και άρχισε να γελά πιο δυνατά μην μπορώντας άλλο να κρατήσει το ξέσπασμά του... «Δυστυχώς πρέπει να φύγω όμως...» συνέχισε με έναν αναστεναγμό και σοβάρεψε... «Αν χρειαστείς κάτι πάρε με τηλέφωνο, εντάξει;»

«Έντουαρντ.» είπα ξεφυσώντας.

«Τι;» ρώτησε εκείνος πίσω.

«Τίποτα...» είπα τελικά και το άφησα εκεί παίρνοντας την τσάντα μου και το κινητό μου στο χέρι για να το βάλω ξανά μέσα...

«Θα μου λείψεις.» ψιθύρισε στο αυτί μου και δίνοντάς μου ένα πεταχτό φιλί στα χείλια με άφησε μόνη μου αντιμέτωπη με την Άλις και τη Ρόζαλη.

Η Άλις είχε γυρίσει στην αρχική της θέση και μιλούσε με τη Ρόζαλη και εγώ πίνοντας άλλη μια γουλιά από την πορτοκαλάδα που μου είχαν ξαναγεμίσει, πήρα την τσάντα μου και έκανα να σηκωθώ.

«Εεε που πας;» με σταμάτησε η Άλις και γύρισα προς τη μεριά της με περιέργεια... «Δεν συμφωνήσαμε να έρθεις μαζί μας;»

«Τι από τώρα;» ρώτησα σοκαρισμένη.

«Είναι μεγάλη βραδιά η σημερινή και έχουμε να κάνουμε πολλές ετοιμασίες.» είπε εκείνη καθώς σηκωνόταν και πιάνοντάς με αγκαζέ άρχισε να με παρασέρνει προς τα έξω.

«Μα είναι μόλις 8:30 το πρωί!» γκρίνιαξα εγώ αλλά δεν μου έδωσε σημασία και συνέχισε να με τραβολογά, ενώ η Ρόζαλη μας ακολουθούσε με ένα απαξιωτικό ύφος. Δε νομίζω ότι με συμπάθησε και πολύ..., σχολίασα μέσα μου αλλά λίγο με ένοιαζε. Μια μέρα είναι Μπέλα, θα περάσει... μια μέρα... έλεγα ξανά και ξανά στον εαυτό μου για να πάρω δύναμη, αλλά μάλλον χρειαζόμουν κάτι περισσότερο από αυτό.

Η ημέρα μου μετατράπηκε σε εφιάλτη... Τολμώ να πω, χειρότερο και από τον εφιάλτη που είχα δει το πρωί. Με τραβολογούσαν όπου μπορεί να βάλει ο νους σας και η Άλις έπαιρνε ό,τι μπορείτε να φανταστείτε χωρίς να με ρωτά. Είχα αρχίσει να βγάζω αφρούς από τα αυτιά μου! Κι άλλα πεταμένα λεφτά, για πράγματα που δεν υπήρχε περίπτωση να φορέσω ποτέ μου, αλλά μπορούσε να σταματήσει κανείς τον τυφώνα Άλις;;;  Μπαααα... οπότε από ένα σημείο και ύστερα, υπομονετικά της έκανα την χάρη να ξεσπάσει την φρενίτιδα που την είχε καταβάλει και ήλπιζα τουλάχιστον αυτό να τελειώσει πολύ σύντομα για να γυρίσω στο δωμάτιο και να ξεφύγω λίγο από όλους και από όλα.

Και τα χειρότερα έρχονται!  Μετά τα ψώνια ήρθε το ινστιτούτο αισθητικής. Χριστέ μου, στο Άουσβιτς λιγότερα βασανιστήρια θα μου έκαναν... Με πήγαιναν από εδώ, με πήγαιναν από εκεί. Τι μου έβαζαν κάτι αηδίες στο σώμα μου... τι με λούζανε με κάτι θεραπευτικά βότανα που βρομούσαν... τι μου καθαρίζανε το πρόσωπο με ένα ειδικό ατμό, αλλά το χειρότερο ήταν η αποτρίχωση. Στο μπικίνι δε, δεν άντεξα και σφαλιάρισα την κοπέλα στο πρόσωπο. Βέβαια το μετάνιωσα και της ζήτησα συγνώμη, τι έφταιγε και εκείνη...; Αλλά δεν άντεξα άλλο... Θέλω την μαμά μου τώρα...!! ούρλιαξα μέσα μου κάποια στιγμή και τότε εμφανίστηκε ξανά η Άλις... Το δίκανοοοοοο... μα τω Θεώ θα την σκοτώσωωωωω!

«Πριν πεις οτιδήποτε, έλα εδώ να δεις!» είπε αυστηρά προβλέποντας το ξέσπασμά μου και παίρνοντάς με από τους ώμους μου με έβαλε να σταθώ μπροστά σε έναν τεράστιο καθρέφτη... Κοκάλωσα... ποια ήταν αυτή που με κοιτούσε; Η Άλις ικανοποιημένη από την αντίδρασή μου έβαλε στο πρόσωπο της ένα αυτάρεσκο χαμόγελο και με κοίταξε με νόημα μέσα από την αντανάκλαση του καθρέφτη.

«Λοιπόν;» ρώτησε και δεν ήξερα τι να πω.

«Εντάξει... το παραδέχομαι... έκανες καταπληκτική δουλειά... αλλά Άλις... αυτό δεν είμαι εγώ!» της είπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα για να μην την προσβάλλω και εκείνη μου έτριψε τα μπράτσα παρηγορητικά, αλλά πριν μιλήσει η φωνή της Ρόζαλη μας ξάφνιασε και τις δύο.

«Της χαρίζανε τον γάιδαρο και τον κοίταζε και στα δόντια!» γύρισα αγριεμένα προς το μέρος της και την κοίταξα μοχθηρά.

«Δεν ζήτησα τίποτα από όλα αυτά... και αν ήταν στο χέρι μου τώρα θα ήμουν μακριά από όλους και από όλα αυτά!» της πέταξα στα μούτρα και η Άλις μπήκε στην μέση να κατευνάσει τα πνεύματα.

«Ας ηρεμήσουμε λίγο κορίτσια... για να διασκεδάσουμε ήρθαμε.»

«Συγνώμη ρε Άλις την διασκέδαση που την είδες;;; Τόσα βασανιστήρια ούτε στο Άουσβιτς δεν τα έκαναν.» της πέταξα εξουθενωμένα και εκείνη χαμογέλασε συγκαταβατικά...

«Ελάτε πάμε για ένα καφεδάκι να χαλαρώσουμε λίγο, τι λέτε;» προσπάθησε άλλη μια φορά κοιτώντας μια μένα και μια την Ροζαλη παρακλητικά.

«Εγώ έχω ραντεβού με τον Έμετ». είπε η Ρόζαλη και η Άλις κατένευσε και γύρισε προς το μέρος μου. Δάγκωσα τα χείλια μου και τελικά κατένευσα, δεν ήθελα να φερθώ γαϊδουρινά άλλωστε τόσα έκανε για μένα από το πρωί... Ένα καφεδάκι νομίζω ότι το δικαιούνταν,  τι το ήθελα;;;

Μόλις κάτσαμε σε μια καφετέρια ο bodyguard, της Άλις που μας ακολουθούσε παντού, έκατσε διακριτικά σε ένα διπλανό τραπέζι και κοίταζε γύρω με μεγάλη ένταση. Ανάσα δεν παίρνουν πια;;;... αναρωτήθηκα.

«Στην τουαλέτα τουλάχιστον σε αφήνει να πηγαίνεις μόνη σου ή κάθεται μπάστακας μαζί σου από τον φόβο μην πέσεις μέσα στην λεκάνη και σε καταπιεί η δίνη του νερού;» σχολίασα και η Άλις δεν κρατήθηκε άλλο και ξέσπασε σε τρανταχτά γέλια.

«Είσαι το κάτι άλλο...» έλεγε απηυδισμένα μέσα από τα γέλια της κρατώντας την κοιλιά της και συνέχισε... «Δεν απορώ που προσπαθεί να κάνει τα πάντα για να σε κρατήσει!» αυτό με πάγωσε και την κοίταξα σοκαρισμένα.

«Τι προσπαθεί;...» ξεκίνησα αλλά εκείνη με διέκοψε και μου μίλησε δύσπιστα.

«Ωωω... έλα τώρα Μπέλα... μην μου πεις ότι δεν το κατάλαβες γιατί πραγματικά δεν θα σε πιστέψω!»

«Να καταλάβω τι;» απαίτησα και πήρε μια βαθιά ανάσα.

«Ότι είναι ερωτευμένος μαζί σου!» δήλωσε και με κοίταξε με νόημα στα μάτια περιμένοντας την αντίδρασή μου.

«Ο Έντουαρντ... ερωτευμένος μαζί μου...» είπα και ανασήκωσε το ένα της φρύδι προκαλώντας με... «Μάλλον κάνεις κάποιο λάθος...» της είπα κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά.

«Ναι, συνέχισε να το λες αυτό στον εαυτό σου και ίσως μια μέρα να τον πείσεις. Ξεκόλλα Μπέλα... είσαι ό,τι καλύτερο του έχει συμβεί και δεν νομίζω ότι είναι διατεθειμένος να σε αφήσει ποτέ να του ξεφύγεις μέσα από τα χέρια του.»

«Εγώ... ό,τι καλύτερο του έχει συμβεί...» είπα δύσπιστα... «Ό,τι χειρότερο ίσως... ό,τι καλύτερο δεν το νομίζω.» συνέχισα με πείσμα και ξεφύσησε στριφογυρίζοντας τα μάτια της κοιτώντας το ταβάνι, αλλά εκείνη τη στιγμή ήρθε η κοπέλα να μας πάρει παραγγελία και δεν το συνέχισε.

Εγώ ζήτησα έναν χυμό και εκείνη ένα καπουτσίνο. Μόλις η κοπέλα μας άφησε τα νερά και εξαφανίστηκε, η Άλις συνέχισε.

«Δεν είσαι του καφέ ε;»

«Με τέτοια νεύρα που έχω, αν πιο και καφέ τότε σίγουρα θα γίνω δολοφόνος.» της είπα και γέλασε περνώντας την γλώσσα της πάνω από τα χείλια της.

«Εδώ που τα λέμε δεν έχεις και άδικο... Πόσα να αντέξεις πια;»

«Δεν έχεις ιδέα πώς μετράω τις ώρες για να φύγω. Έχω αρχίσει και νιώθω σαν τους φυλακισμένους που μετρούν τις ημέρες μία-μία έως ότου αποφυλακιστούν. Το χαρακίρι μου λείπει μόνο!» είπα ανάλαφρα για να την κάνω να γελάσει, αλλά εκείνη με κοίταξε με ένα συγκαταβατικό βλέμμα και μου έτριψε τρυφερά το μπράτσο δηλώνοντάς μου το πόσο με καταλαβαίνει.

«Μπέλα... δεν έχει καμία σχέση με τον πατέρα του.»

«Ναι αλλά δεν παύει να είναι ένας Κάλεν Άλις... και αυτό είναι χειρότερο.»

«Γιατί το λες αυτό;»

«Γιατί κάποια στιγμή θα γίνει σαν και εκείνον. Κοίτα... σε συμπάθησα από την πρώτη στιγμή και για κάποιον ανεξήγητο λόγο νιώθω πολύ άνετα μαζί σου. Μπορώ να σου έχω εμπιστοσύνη;;;» την ρώτησα και κατένευσε περιμένοντας να συνεχίσω.

«Μέσα από τις λίγες ώρες που μοιραστήκαμε μαζί, κατάλαβα πολλά πράγματα για εκείνον... Και ναι, δεν έχει καμία σχέση με τον πατέρα του και αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα ίσως και να μπορούσα να παραβλέψω το γεγονός ότι είναι ένας Κάλεν, αλλά δεν είναι διαφορετικά Άλις και εγώ απλά δεν μπορώ να τα δω αλλιώς.»

«Τι εννοείς λέγοντας αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα;»

«Θα στο θέσω απλά. Ο κόσμος σας δεν είναι για μένα, δεν είμαι από τα άτομα που συμβιβάζονται και δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου κλεισμένο μέσα σε ένα χρυσό κλουβί!»

«Γιατί να κλειστείς σε ένα χρυσό κλουβί;»

«Ωωω έλα τώρα Άλις μεταξύ μας μιλάμε. Εδώ δεν μπορείτε να κάνετε βήμα χωρίς κάποιος να σας ακολουθεί για την ασφάλεια σας, δεν μπορείτε καν να πάρετε ανάσα αν δεν σας δώσει την άδειά του ο θείος σου... Δεν ξέρω, αν δουλεύεις αλλά και να δουλεύεις, σίγουρα θα κάνεις μια εργασία που το επιτρέπει το κοινωνικό σου περιβάλλον.»

«Πού θες να καταλήξεις;»

«Όλα αυτά Άλις... δεν είμαι εγώ.»

«Και ποιος σου είπε ότι θα σου επιβάλει κανείς να κάνεις κάτι που δεν θες;»

«Εντάξει τώρα με δουλεύεις!» της είπα αυστηρά και εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι της σοβαρή.

«Θες να μου πεις ότι ο λόγος που δεν τον αφήνεις να δει το πόσο ερωτευμένη είσαι μαζί του είναι όλα αυτά;» ρώτησε δύσπιστα και έμεινα να την κοιτώ με ανοιχτό το στόμα.

«Εγώ ερωτευμένη;!» είπα σοκαρισμένη και πιάνοντάς μου το χέρι τρυφερά με κοίταξε ήρεμα στα μάτια και συνέχισε.

«Μπέλα... κάνει μπαμ από μακριά... Γιατί νομίζεις ότι ο θείος προσπαθεί να σε ξεκολλήσει από πάνω του;»

«Άλις...» ξεκίνησα αλλά με διέκοψε.

«Ίσως να μην έχεις βρει τον χρόνο να το συνειδητοποιήσεις ακόμα, αλλά Μπέλα σε διαβεβαιώνω... ότι όχι μόνο είσαι ερωτευμένη μαζί του αλλά και ότι είσαι η μόνη κατάλληλη για εκείνον!»

«Πώς μπορείς να το λες με τόση σιγουριά;» την ρώτησα απελπισμένα και κοκάλωσα... Τι με έχει πιάσει;;;... Γιατί ψάχνω για επιβεβαίωση;;;

«Με τον Έντουαρντ έχουμε μεγαλώσει μαζί Μπέλα. Είμαστε σαν αδέλφια και έχω περάσει μαζί του όλες τις φάσεις της ζωής του και ναι, ξέρω ότι είσαι Η ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ...» τόνισε και συνέχισε πριν πάρω ανάσα... «Και όχι γιατί βρήκες το θάρρος να αντιμετωπίσεις τον πατέρα του, αλλά γιατί πρώτη φορά στη ζωή μου τον βλέπω να χαμογελάει με την καρδιά του!» είπε με νόημα και έμεινα ξέπνοη και σοκαρισμένη να την κοιτώ.

«Δεν έχει γελάσει ποτέ στην ζωή του;» ρώτησα με όση ανάσα μου είχε απομείνει και κούνησε το κεφάλι της αρνητικά με μια αρχαία θλίψη να καλύπτει τα όμορφα χαρακτηριστικά της. Τι μπορούσα να πω εγώ τώρα γι αυτό;

«Άλις...» ξεκίνησα αλλά με διέκοψε άλλη μια φορά και είπε παρακλητικά.

«Δώς’ του μια ευκαιρία. Να φανταστώ ότι δεν είχες ερωτευτεί ξανά στην ζωή σου;» ρώτησε και κατένευσα... «Τότε πώς μπορείς να το ξέρεις ότι όλο αυτό δεν είναι για σένα Μπέλα...; Αν δεν το δοκιμάσεις;» είπε και με αποστόμωσε χρησιμοποιώντας τα ίδια λόγια που μου είχε πει και ο Έντουαρντ και έμεινα ξέπνοη να την κοιτώ. Μπορώ να το κάνω αυτό;;; Ίσως τελικά και να μπορώ...

ESCAPE POLH FANTASMA