Ετικέτες

Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

Fly Away "23. All Fall Down"




Καθώς στέγνωνα όπως όπως τα μαλλιά μου με μια πετσέτα ήρθε από πίσω μου και με κοίταξε με ένα μεγάλο χαμόγελο, παιχνιδιάρικα... Ωχ τι είχε πάλι μέσα στο βρώμικο μυαλό του;;;... όχι ότι με χάλαγε... αλλά υποψιάζομαι σκανδαλιά.

«Πες το» είπα εγώ αγανακτισμένα και γέλασε δυνατά.

«Σκεφτόμουν...» ξεκίνησε.

«Ελπίζω κάτι λογικό... μην τρέχουμε στα εφημερεύοντα βραδιάτικα» του πέταξα εγώ και τότε ξέσπασε πιάνοντας την κοιλιά του και κούνησα το κεφάλι μου απηυδισμένα στριφογυρίζοντας τα μάτια μου και μόλις ηρέμησε ήρθε από πίσω μου και αφού άφησα την πετσέτα πάνω στον πάγκο... μου έδωσε ένα φιλί πάνω στα υγρά μου μαλλιά εισπνέοντας άπληστα το άρωμα τους και τυλίγοντας τα χέρια του γύρω από το σώμα μου έβαλε το πρόσωπο του δίπλα από το δικό μου και με κοίταξε μέσα από το καθρέφτη την στιγμή που τύλιξα και τα δικά μου χέρια πάνω στα δικά του χαϊδεύοντας τα τρυφερά.

«Τι θα φτιάξει το γυναικάκι μου για να φάμε;» συνέχισε από εκεί που τον είχα διακόψει με ένα σκανδαλιάρικο ύφος.

«Καλός τον... τίποτα άλλο;» τον ρώτησα και γέλασε δίνοντας μου ένα φιλί στο μάγουλο πριν συνεχίσει.

«Έλααα... θέλω να μου μαγειρέψεις... απεχθάνομαι τα ετοιματζίδικα» είπε με πείσμα ενός τρίχρονου παιδιού και τον πείραξα περισσότερο.

«Πόσο χρονών είπαμε ότι είσαι;»

«Δυόμιση μηνών» είπε αυτόματα και έβαλε τον αντίχειρα του μέσα στο στόμα και το συνέχισα.

«Ε τότε δεν είναι πρόβλημα»

«Αλήθεια θα μαγειρέψεις;» είπε με έναν περίσσιο ενθουσιασμό και το πρόσωπο του έλαμψε με τέτοια χαρά που μου έκοψε την ανάσα.

«Γιατί όχι άλλωστε τι άλλο τρώει ένα μωρό εκτός από γάλα...» συνέχισα... «Πάω να σου ζεστάνω λίγο... γαμώτο όμως δεν έχω μπιμπερό σε ποτήρι το πίνεις» τον ρώτησα και αμέσως το σκατό τσίμπησε.

«Μμμμ... σε αυτήν την περίπτωση νομίζω ότι δεν χρειάζεται τίποτα από όλα αυτά... και το στηθάκι σου μια χαρά δουλειά κάνει» είπε, Χριστέ μου και μόλις με γύρισε προς την μεριά του έλυσε την ζώνη μου... και ανεβάζοντας με πάνω στον πάγκο... άνοιξε το μπουρνούζι μου και αμέσως έβαλε τα χείλια του πάνω στην ρόγα μου και άρχισε να την πιπιλίζει με τέτοιο τρόπο που τρελάθηκα.

Όλο μου το σώμα συγκλονιστικέ και εγώ έβαλα τα χέρια μου πάνω στα μαλλιά του για να συγκρατηθώ ενώ τα πόδια μου αμέσως τυλίχτηκαν γύρω από το κορμί του.

«Έντουαρντ» είπα πνιχτά την στιγμή που άρχισε να περιποιείται και την άλλη μου ρόγα και βόγκηξα εξωτερικεύοντας το πόσο με είχε συνεπάρει αυτή του η κίνηση φέρνοντας τον πιο κοντά μου

Εκείνος αμέσως πήρε το μήνυμα και ισιώνοντας το κορμί του ξεκόλλησε τα πόδια μου από το σώμα του και μόλις τα άφησε να ακουμπήσουν στην άκρη του πάγκου με τράβηξε κοντά του πιάνοντας με από τους γλουτούς μου και βγάζοντας την πετσέτα που φόραγε ακούμπησε τον ερεθισμό του πάνω στην είσοδο μου και τον έβαλε με μια κίνηση βαθιά μέσα μου.

Ταυτόχρονα βογκήξαμε και οι δύο και τα κορμιά μας άρχισαν να τρέμουν...

«Πως γίνετε πάντα να είσαι τόσο καυτή» ούρλιαξε.

«Δεν ξέρωωω» απάντησα και βάζοντας τα χέρια μου μέσα στις τούφες των μαλλιών του τον φίλησα με τέτοιο πάθος που απογειώθηκε.

Τα χείλια μας συγχρονισμένα εξέφραζαν όλο το πάθος που μας κυρίευε και πιάνοντας το παλμό των κινήσεων του οι γλώσσες μας κατακτούσαν η μια την άλλη με μανία...

«Χριστέ μου σε θέλω τόσο πολύ» είπε ανάμεσα από τα φιλιά μας και ζουλώντας τους γλουτούς μου πιο δυνατά έκανε τις ωθήσεις του πιο γρήγορες και πιο βαθιές... ξεσπώντας μέσα μου όλη την ανάγκη του να με νιώσει... χτυπώντας απανωτά τον ερεθισμό του πάνω στο τέρμα μου και αυτό με έκανε να τρελαθώ.

Ήταν τόσο σκληρός και τόσο καυτός... με κατακτούσε με κάθε τρόπο.. με τα χείλια του με τα χέρια του με όλο του το είναι και εγώ παραδινόμουν με όλη μου την ψυχή... τον είχα τόσο ανάγκη.

«Έντουαρντ...» βόγκηξα και γέρνοντας με προς τα πίσω άρπαξε και πάλι την θηλή μου και την έκανε με ένα μοναδικό τρόπο δική του... ρουφώντας την άπληστα ενώ με την γλώσσα του την σκλήρυνε ακόμα περισσότερο.

«Έντουαρντ...» τσίριξα για άλλη μια φορά προειδοποιώντας τον ότι έφτανε το τέλος μου... και την στιγμή που τσιτώθηκα έχωσα τα νύχια μου μέσα στα μπράτσα του τεντώνοντας το κορμί μου και εκείνος έκανε τις κινήσεις ακόμα πιο γρήγορες.

«Θέλω να σε νιώσω... κάψε με μωρό μου» ούρλιαξε και αρπάζοντας και πάλι την θηλή μου την δάγκωσε με τέτοιο τρόπο που δεν άντεξα άλλο... Άφησα τον εαυτό μου να εκφραστή και οι χυμοί μου ξέσπασαν απάνω του με μανία και μόλις τους ένιωσε βόγκηξε από ικανοποίηση και αφήνοντας το στήθος μου κατέκτησε και πάλι τα χείλια μου με τέτοιο πάθος που μου έκοψε την ανάσα.

«Δεν σε χορταίνω» μούγκριζε και πάλευε να το κρατήσει λίγο περισσότερο... αλλά ένιωθα ότι δεν θα άντεχε για πολύ... «Δεν σε χορταίνω» ούρλιαξε και γέρνοντας το κεφάλι του προς τα πίσω έκλεισε τα μάτια του για να μπορέσει να το παρατείνει... Τύλιξα ξανά τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του και άρχισα να τον φιλώ την επιδερμίδα του τόσο απαιτητικά που ξεπέρασε τα όρια του.

«Μπέλα..» σίριξε μέσα από τα δόντια του για να με σταματήσει... αλλά ήμουν πολύ μακριά για να το καταλάβω και με περισσότερο πάθος συνέχισα να ρουφάω και να γεύομαι την επιδερμίδα του σαν μανιασμένη... και εκείνος άρχισε να τρέμει αγκομαχώντας.

«Μμμμ... μμμμ... αααα» τσίριξε παλεύοντας να το κρατήσει αλλά δεν τα κατάφερε... «Δεν αντέχω άλλο» φώναξε και βγαίνοντας από μέσα μου άρχισε να ξεσπά τα καυτά του υγρά πάνω στο σώμα μου ενώ εγώ δεν σταμάταγα να τον φιλάω.

Άφησε το ερεθισμό του από το χέρι του και κατεβάζοντας τα πόδια μου από τον πάγκο... εναποθέτησε τα χέρια του αριστερά και δεξιά από το κορμί μου για να στηριχτεί ενώ άφησε το κεφάλι του απαλά πάνω στον ώμο μου για να ξαναβρεί και πάλι της ισορροπίες του. 
«Μαζί σου έχω καταρρίψει κάθε μου ρεκόρ» μούγκρισε ασθμαίνοντας και γέλασα ενώ του χάιδευα τα μαλλιά του παιχνιδιάρικα για να χαλαρώσει.

«Μην γελάς δεν είναι αστείο» είπε θυμωμένα και αυτό με έκανε να γελάσω πιο δυνατά... «Μπέλαααα» γκρίνιαξε και φιλώντας τον πάνω στο λαιμό του προσπάθησα να σταματήσω αλλά δεν τα κατάφερνα... «Χριστέ μου... είσαι η καταστροφή μου» είπε και αφήνοντας το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στον ώμο του σοβάρεψα και συνέχισα να του χαϊδεύω την πλάτη και τα μαλλιά του παρηγορητικά... “και εσύ μωρό μου... και εσύ”... είπα από μέσα μου και αναστέναξα.

«Τώρα πεινάω περισσότερο» είπε πάλι με παιδιάστικη φωνή και κούνησα το κεφάλι μου γελώντας.

«Έλα να πλυθούμε και κάτι θα κάνω και γι’ αυτό» του είπα εγώ χτυπώντας του χαδιάρικα την πλάτη και ξεκόλλησε από πάνω μου.

«Αλήθεια θα μου μαγειρέψεις;» με ρώτησε κοιτώντας με με την ίδια λάμψη στην ματιά του που με κοίταζε και πριν και απομακρύνοντας τις τούφες των μαλλιών του που είχαν πέσει πάνω στο πρόσωπο του... αναστέναξα.

«Πως μπορώ να αρνηθώ σε μια τέτοια φατσούλα» είπα απαλά και τότε το πρόσωπο του άστραψε και το χαμόγελο του μου έκοψε την ανάσα.

«Μμμμ... θα το έχω υπόψη μου» πέταξε δαγκώνοντας τα χείλια του παιχνιδιάρικα και του έδωσα μια ψεύτικη μπουνιά στον ώμο.

«Μην τολμήσεις να το εκμεταλλευτείς» τον απείλησα κουνώντας τον δείκτη μου θυμωμένα και αυτό έφτασε για να ξαναγίνει ο εαυτός του.

«Αλλιώς τι;» προκάλεσε και κοιτώντας με απειλητικά έβαλε τα χέρια του πάνω στην μέση μου και με έσυρε πιο κοντά του.

«Έντουαρνττττ» γκρίνιαξα εγώ τρομοκρατημένα.

«Τι;» ρώτησε και καλά αθώα

«Έτσι όπως το πας δεν θα μπορούμε να περπατάμε αύριο» του είπα και τότε ξέσπασε σε τρανταχτά γέλια.

«Εντάξει σε αυτό έχεις δίκιο αλλά δε φταίω εγώ» είπε παραπονιάρικα και κοίταξα προς τα κάτω και έμεινα με το στόμα ανοιχτό από το θέαμα.

«Πότε πρόλαβες» αναφώνησα και την στιγμή που τον κοίταξα και πάλι στα μάτια και εκείνος ανασήκωσε τους ώμους του.

«Σου το είπα ότι μαζί σου έχω καταρρίψει όλα μου τα ρεκόρ... εσύ δεν με πίστεψες» είπε και μου έδωσε ένα βαθύ φιλί που με έκανε να αναστενάξω... “εγώ να δεις”... ήθελα να του απαντήσω αλλά δεν τα κατάφερα.

Αφού τελικά καταφέραμε με τα πολλά να φτάσουμε στην κουζίνα... οι σκέψεις δεν μπορούσαν να συντονιστούν και ανοιγοκλείνοντας τα ντουλάπια έμεινα αναποφάσιστη να τα κοιτώ.

«Και μια μακαρονάδα καλή είναι» μου έδωσε εκείνος την λύση βλέποντας τον δισταγμό μου και τελικά άρχισα να παίρνω μπρος... Έβγαλα την μεγάλη κατσαρόλα και αφού την γέμισα νερό και την έβαλα πάνω στο μάτι άρχισα να μαζεύω υλικά για την σάλτσα.

«Κόκκινη ή λευκή;» ρώτησα γυρίζοντας προς το μέρος του αλλά εκείνος δεν ανταποκρίθηκε αμέσως... Οι σκέψεις του τον είχαν απορροφήσει τόσο πολύ που δεν κατάλαβε αμέσως ότι τον ρώτησα κάτι... Τι σκέφτεται;... αναρωτήθηκα αλλά δεν τον ρώτησα.

«Μμμμ;» με ρώτησε πίσω σηκώνοντας την ματιά του προς το μέρος μου ξαφνιασμένος.

«Προτιμάς, κόκκινη σάλτσα ή λευκή;» τον ξαναρώτησα και γυρίζοντας πάλι την ματιά του στο μήλο που είχε πάνω στο πάγκο συνέχιζε να παίζει μαζί του ανασηκώνοντας τους ώμους του αδιάφορα.

«Ότι και να κάνεις είμαι σίγουρος ότι θα είναι καλό» απάντησε μόνο με αχρωμάτιστη φωνή και αυτό με πονήρεψε περισσότερο... αλλά δεν φαινόταν να ήταν διατεθειμένος να εξωτερικεύσει ότι τον έπνιγε και έτσι δεν του είπα τίποτα άλλο και συνέχισα να μαζεύω υλικά για να φτιάξω την αγαπημένη μου καρμπονάρα.

«Είναι πολύ γενναιόδωρο πάντως αυτό που κάνετε για τους υπαλλήλους σας» είπα για να τον αποσπάσω από τις σκέψεις του ξεκινώντας μια ανάλαφρη κουβέντα.

«Δεν βαριέσαι... περισσότερο είναι για να τους χρυσώνουμε το χάπι... ώστε να μην χρειάζεται να τους αλλάζουμε τόσο τακτικά» απάντησε αδιάφορα επιβεβαιώνοντας μου αυτό που είχα σκεφτεί και εγώ.

«Να σε ρωτήσω κάτι;» συνέχισα εγώ την ώρα που έκοβα το κρεμμύδι και με την ανάστροφη του χεριού μου σκούπισα τα δάκρυα που είχαν ξεχειλίσει εξαιτίας του.

«Μμμχχχμμμ» η ανταπόκριση του άρχισε να με ανησυχεί... Τι είχε συμβεί και ξαφνικά μελαγχόλησε τόσο πολύ;... αναρωτήθηκα αλλά δεν έκανα καμία νύξη γι αυτό.

«Το διαμέρισμα του τέταρτου ορόφου... σε τι χρησιμεύει;»

«Σε τίποτα» απάντησε απλά.

«Α» απάντησα μόνο και ρίχνοντας το κρεμμύδι μέσα στο τηγάνι έπλυνα τα χέρια μου για ξεβγάλω τα μάτια μου μπας και ηρεμήσουν από το τσούξιμο του κρεμμυδιού.

«Αυτό ήταν το πρώτο μου διαμέρισμα...» εξήγησε και σκουπίζοντας το πρόσωπο μου με μια πετσέτα γύρισα ξαφνιασμένη και τον κοίταξα... «Και όταν έφυγα... το ζήτησε μια από τις κοπέλες που είχαμε για αεροσυνοδό γιατί τις άρεσε περισσότερο... και από τότε καθιερώθηκε να το παραχωρούμε σε όλες τις επόμενες» συνέχισε ανάλαφρα.

«Αλήθεια;»

«Ναι... γιατί σου κάνει εντύπωση;»

«Δεν ξέρω... εγώ νόμιζα ότι μένεις ακόμα στην έπαυλη του πατέρα σου» απάντησα ειλικρινά και γέλασε κουνώντας το κεφάλι του αρνητικά.

«Όχι αυτό πάει πολύ... και τα δεκαοκτώ χρόνια που έμεινα κοντά του ήταν υπέρ αρκετά για μένα»

«Το φαντάζομαι» συναίνεσα και γυρίζοντας πάλι προς την κουζίνα άνοιξα το μάτι για να ετοιμάσω την σάλτσα και εκείνος συνέχισε.

«Έχω απίστευτες αναμνήσεις από αυτό το σπίτι... πρώτη φορά ανεξάρτητος...» γέλασε σιγανά... «Του έδωσα και κατάλαβε»

«Αυτό και αν το φαντάζομαι» είπα και γέλασε πιο δυνατά.

«Εσύ;»

«Τι εγώ;»

«Είχες δικό σου σπίτι όταν σπούδαζες;» ρώτησε και για μια στιγμή κοκάλωσα αλλά δεν τον άφησα να το δει και συνεχίζοντας το μαγείρεμα απάντησα απλά ελπίζοντας να μην με ρωτήσει περισσότερα πράγματα.

«Όχι έμενα στην εστία»

«Α...» είπε και κόμπιασε... και για μια στιγμή ένιωσα ότι κάτι πάλευε να μου πει ή ότι προσπαθούσε να φέρει την κουβέντα κάπου και αυτό μου έφερε μεγάλη νευρικότητα... Λες να ξέρει;... σκέφτηκα... Μπαα... το απέρριψα αμέσως αλλά κράτησα και μια πισινή... Άλλωστε αν ήξερε εδώ θα ήταν τώρα;... αναλογίστηκα αλλά η επόμενη του ερώτηση με έκανε για λίγο να ξεχαστώ.

«Δεν μου είπες όμως;»

«Τι πράγμα;»

«Εσύ πως το έχεις περίπου... όπως λένε και οι καπετάνιοι κάθε λιμάνι και καημός;» είπε πειραχτικά.

«Ωραία άποψη έχεις για μένα» του γύρισα πίσω αλλά δεν γύρισα να τον κοιτάξω.

«Ωωω έλα τώρα Μπέλα... μην θίγεσαι... νέα είσαι... ωραία είσαι... δεν έχεις να δώσεις σε κανέναν λογαριασμό... που είναι το κακό;»

«Πουθενά... απλά αυτό που περιγράφεις δεν είμαι εγώ»

«Και πως είσαι εσύ δηλαδή;... γιατί για γυναίκα με μόνιμες σχέσης αποκλείετε να είσαι»

«Μόνιμες σχέσεις;» είπα και έκανα μια αηδιαστική γκριμάτσα ανατριχιάζοντας... «Αυτό και αν είναι ανέκδοτο» επιβεβαίωσα και συνέχισε.

«Μόνιμες σχέσεις δεν κάνεις... εφήμερους έρωτες δεν έχεις... που εκτονώνεις όλο αυτό το πάθος που κρύβεις μέσα σου;» ρώτησε τώρα με απορία και χτυπώντας την κουτάλα πάνω στο τηγάνι την έβαλα στην άκρη και αναστέναξα.

«Ο καθένας έχει τον τρόπο του» είπα και ανοίγοντας το ντουλάπι έβγαλα τα μακαρόνια για να τα ρίξω μέσα στο νερό που άρχισε να κοχλάζει αποφεύγοντας την ματιά του.

«Μην μου πεις τώρα ότι είσαι και λεσβία» με πείραξε... αλλά η ματιά μου του έκοψε το πονηρό του χαμόγελο και σοβάρεψε.. καταλαβαίνοντας επιτέλους τι εννοώ και δαγκώνοντας τα χείλια του κοίταξε τα χέρια του που συνέχιζαν να παίζουν νευρικά με το μήλο που κράταγε... Που το πήγαινε;... αναρωτήθηκα για άλλη μια φορά αλλά δεν το συνέχισα... και γυρίζοντας προς την κουζίνα συνέχισα το μαγείρεμα.

«Πάντως δεν φαίνεσαι και για πρωτάρα» συνέχισε εκείνος και γύρισα προς το μέρος του επιθετικά.

«Έντουαρντ που ακριβώς το πας;» τον ρώτησα νευριασμένα και αναστέναξε.

«Πουθενά... απλά προσπαθώ να καταλάβω» είπε αμυντικά και τον κοίταξα ερευνητικά.

«Να καταλάβεις τι;»

«Γενικά...» είπα αδιάφορα ανασηκώνοντας τους ώμους του... Λες;... Λες να ξέρει;... Και αν ξέρει γιατί είναι εδώ;... Γαμώτο του θα με τρελάνει σήμερα... «Απλά προσπαθώ να σε μάθω Μπέλα τίποτα περισσότερο»

«Δεν βγάζω άκρη μαζί σου» είπα απηυδισμένα και γύρισα προς την κουζίνα πριν κάψω την σάλτσα και αναγκαστώ να την κάνω από την αρχή.

«Θα μου πεις;» ρώτησε εκείνος χωρίς να τα παρατά.

«Να σου πω τι;»

«Για σένα... πως κίνησε... τι κάνεις στην ζωή σου... πως περνάς τις ελεύθερες ώρες σου...»

«Είναι μακριά η λίστα;... Για να ξέρω να τα γράψω μην τα ξεχάσω» του έκοψα την φόρα και αναστέναξε.

«Θα μου πεις;» επέμενε εκείνος και βγάζοντας την έτοιμη σάλτσα από το μάτι της κουζίνας... έκλεισα τον διακόπτη και ανακατεύοντας τα μακαρόνια για να μην κολλήσουν έπλυνα τα χέρια μου και την στιγμή που τα σκούπισα γύρισα προς το μέρος του και σταυρώνοντας τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου ακούμπησα το σώμα μου πάνω στον πάγκο της κουζίνας και τα παράτησα.

«Τι θες να μάθεις»

«Δεν ξέρω...» είπα ανασηκώνοντας τους ώμους του... «Ας πούμε για αρχή... όταν πάμε ταξίδι... Τι κάνεις για να περάσεις την ώρα σου μέχρι να φύγουμε;»

«Πάλι καλά ξεκινάς από τα εύκολα...» τον πείραξα και χαμογέλασε και εκείνος χαλαρώνοντας... «Διάφορα...» συνέχισα και εκείνος με παρότρυνε.

«Όπως;»

«Αν δεν έχω επισκεφτεί ξανά τον μέρος που βρίσκομαι... παίρνω έναν ταξιδιωτικό οδηγό... και ξεχύνομαι στους δρόμους... θαυμάζοντας και μαθαίνοντας της ομορφιές του τόπου... Αν τον έχω επισκεφτεί... ή κλείνομαι στο δωμάτιο παρέα με κανένα βιβλίο... ή κάνω καμία βόλτα σε μέρη που τα ξέρω και μου αρέσουν... Αυτά πάνω κάτω»

«Μόνο αυτά;» ρώτησε δύσπιστα.

«Δεν καταλαβαίνω τον λόγο που σου κάνει εντύπωση»

«Και δεν βγαίνεις;... Δεν διασκεδάζεις;» συνέχισε εκείνος παρακάμπτοντας την δική μου απορία.

«Εντάξει δεν είμαι και τόσο μούχλα όσο φαίνομαι... αλλά γενικότερα το αποφεύγω»

«Γιατί;»

«Κοίτα θα σου το θέσω απλά... επειδή έχω γενικότερα τον μαλακομαγνήτη... και επειδή έχω βαρεθεί να μου την πέφτει το κάθε ψώνιο γιατί με βλέπει ότι δεν είμαι από τον τόπο του και αμέσως για κάποιον λόγο αυτό τον κάνει να πιστεύει ότι ψάχνομαι κιόλας... μια δύο τρεις... το βαρέθηκα... και από το να έχω τον κάθε ένα να προσπαθεί να με πείσει να με πάει σόνι και ντε στο δωμάτιο του... προτιμώ να πίνω το ποτό μου στο δικό μου δωμάτιο με την ησυχία μου και αν θέλω να χορέψω... βάζω και την μουσική που μου αρέσει και κάνω το δικό μου προσωπικό πάρτι... Αυτό σε καλύπτει;»

«Μάλλον...» είπε με μια δόση χιούμορ στην φωνή του αλλά δεν σταμάτησε εκεί... «Και δεν έχεις κάνει ποτέ σχέση στην ζωή σου;»

«Πάλι εκεί μου το γυρνάς...» είπα υποψιασμένη και δάγκωσε τα χείλια του... Να το... κάτι μου κρύβει... όχι γαμώτο... πες μου ότι δεν ξέρει... αλλά και πάλι αν το ήξερε γιατί το φέρει τριγύρω και δεν το λέει ξεκάθαρα;

«Όχι σχέση όπως το εννοείς δεν έχω κάνει ποτέ»

«Τι άλλου είδους σχέση έχεις κάνει δηλαδή;»

«Τα είχα με έναν πιλότο ένα φεγγάρι... αλλά ήταν καθαρά μόνο σεξ και τίποτα άλλο» είπα αδιάφορα ανασηκώνοντας τους ώμους μου.

«Για πολύ καιρό;» συνέχισε της απορίες του και αναστέναξα αλλά τελικά του απάντησα.

«Για ένα χρόνο πάνω κάτω... αλλά μόλις ανακάλυψα ότι παντρεύτηκε... τον στόλισα καταλλήλως και τον έστειλα στην γυναικούλα του»

«Γιατί;» ρώτησε με περιέργεια.

«Τι γιατί;... επειδή δεν κάνω μόνιμες σχέσεις αυτό αυτομάτως με κατατάσσει στα γκομενάκια της αρπαχτής;... Με συγχωρείς πάρα πολύ αλλά έχω και μια αξιοπρέπεια... Ποτέ δεν απαίτησα να είμαι αποκλειστικότητα... αλλά αν θέλει να κοροϊδέψει την γυναίκα του να πάει να βρει άλλην... Εγώ δεν είμαι γι’ αυτά»

«Δηλαδή θες να μου πεις τώρα ότι όταν θα έρθει η ώρα που θα πρέπει...» άφησε μια απελπισμένη ανάσα... και συνέχισε με δυσκολία λες και είχε καταπιεί κάκτο... «Εγώ να παντρευτώ για να αρχίσω την κουνελοποίηση» σαρκάστηκε και έτριψε τα μάτια του με μανία για να συνέλθει... «Θα με παρατήσεις και μένα;» κατέληξε τελικά βγάζοντας την αναπνοή του από μέσα του βαριά.

«Εννοείτε» επιβεβαίωσα το προφανές... «Όσο ψεύτικος και να είναι ο γάμος σου... εγώ ποτέ δεν πρόκειται να δεχτώ να είμαι το τρίτο πρόσωπο» του είπα σοβαρά και με κοίταξε με πόνο στα μάτια... «Αλήθεια πίστεψες ότι θα μπορούσα ποτέ να το δεχτώ αυτό;» τον ρώτησα τώρα δύσπιστα και αναστέναξε γυρίζοντας την ματιά του για λίγο μακριά.

«Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία» σχολίασε απλά... και γυρίζοντας προς την κουζίνα το άφησα ασχολίαστο για να μην χαλάσω την ατμόσφαιρα... Έκλεισα το μάτι της κουζίνας και παίρνοντας την κατσαρόλα στα χέρια μου την πήγα στον νεροχύτη και στράγγιξα τα μακαρόνια... Εκείνος δεν είπε τίποτα άλλο.

Μόλις σέρβιρα το φαγητό και κάτσαμε στο τραπέζι... φάγαμε για λίγο αμίλητοι... όμως έβλεπα στο ύφος του ότι ακόμα έψαχνε κάποιον τρόπο να συνεχίσουμε την προηγούμενη μας κουβέντα.

«Τελικά δεν μου είπες»

«Τι πάλι;» είπα εγώ απηυδισμένα και άφησα το πιρούνι μου στο πιάτο.

«Με πόσους έχεις πάει;»

«Εσύ με πόσες έχεις πάει;» του γύρισα πίσω και γέλασε δαγκώνοντας τα χείλια του.

«Δεν νομίζω ότι θα σου αρέσει ο αριθμός»

«Ούτε και ο δικός μου» του γύρισα πίσω και συνέχισα να τρώω.

«Ψεύτρα» με πείραξε σκουντώντας με... «Τελικά καλά έκανα και επέμενα να μαγειρέψεις... είναι η καλύτερη καρμπονάρα που έχω φάει ποτέ στην ζωή μου»

«Άστο το έχεις κάψει ήδη... δεν σώζεται με κολακείες»

«Τι έκαψα;» ρώτησε και καλά με το βλέμμα του αθώου.

«Ότι και να κάνεις αυτό που θες να μάθεις δεν πρόκειται να σου το πω» του δήλωσα ανοιχτά ότι είχα καταλάβει ότι το γυρόφερνε για να μάθει για το χρυσό κλουβί... αλλά αυτό που δεν μου έδειχνε εκείνος να καταλάβω είναι αν ξέρει και πόσα ξέρει γι’ αυτό.

«Και τι θέλω να μάθω;» ρώτησε κατευθείαν ελπίζοντας να τσιμπήσω.

«Δεν με γελάς Έντουαρντ... και δεν πρόκειται να μιλήσω γι’ αυτό... πάρτο απόφαση και ξεπέρασε το»

«Δεν νομίζω ότι καταλαβαίνω τι εννοείς» ανασήκωσα το φρύδι μου και τον κοίταξα με ύφος στα μάτια.

«Εντάξει τα παρατάω... εφόσον δεν θες δεν θα σε πιέσω» είπε σοβαρός και συνέχισε να τρώει.

ESCAPE POLH FANTASMA