«Αλήθεια εσύ πόσο χρονών είσαι;» ρώτησα ξαφνικά για να αλλάξω την κουβέντα και εκείνος χαμογέλασε πονηρά.
«Πόσο με κάνεις;»
«Τι από τώρα άρχισες να κρύβεις τα χρόνια σου;» ρώτησα με προσποιητή φρίκη και συνέχισα... «Χριστέ μου εσύ είσαι χειρότερος και από τις χαζογκόμενες που πας» αυτό τον έκανε να λυθεί σε τρανταχτά γέλια και με έριξε πάνω στο κρεβάτι ακινητοποιώνταςμε, με το σώμα του.
«Έτσι εεε;;;» είπε ακόμα γελώντας και το συνέχισα.
«’Ετσι» του αντιγύρισα κοιτάζοντας τον με υφάκι
«Και τι δεν θα έδινα να φόραγες τώρα εκείνο το μαύρο δαντελένιο νυχτικάκι για να σου το κάνω κομμάτια» είπε με πάθος στην φωνή του δαγκώνοντας το κάτω του χείλος.
«Εννοείς αυτό;» ρώτησα ανασηκώνοντας το φρύδι μου προκλητικά ενώ κατέβαζα το φερμουάρ που είχε μπροστά το φόρεμα που φόραγα για να του το δείξω και εκείνος σύριξε σύγκορμος ακουμπώντας το κεφάλι του πάνω στο στήθος μου για να ελέγξει τις ορμές του.
«Χριστέ μουυυυ... θα με τρελάνεις» αναφώνησε και άρχισε να παίρνει γρήγορες ανάσες και εγώ γέλασα δυνατά και αυτό τον έκανε πιο επιθετικό.
«Γελάς;;;» ρώτησε με φρίκη αλλά εγώ δεν σταμάτησα... «Γελάς;;;» επανέλαβε και ήρθε πιο κοντά μου αλλά και πάλι δεν σταμάτησα... «Τολμάς να γελάς;;;» ρώτησε πιο σκληρά και σφραγίζοντας τα χείλια μου με άφησε ξέπνοη.
Τα χείλη του καυτά... υγρά... απαιτητικά με κατακτούσαν με όλο το πάθος που τον είχε καταβάλει... με μια φλόγα που έκαψε κάθε κύτταρο του εγκέφαλου μου και έτσι ξαφνικά όλα ξεχάστηκαν... και με έκανε να παραδοθώ στα χέρια του άνευ όρων.
Τα χέρια του γρήγορα κατέβαζαν το φερμουάρ για να με απελευθερώσει από το φόρεμα χωρίς να αποχωρίζεται τα χείλια μου... όμως όταν άνοιξε το φερμουάρ και άφησε το κορμί μου εκτεθειμένο το χέρι του ακούμπησε την μαύρη δαντέλα και ξαφνικά όλα άλλαξαν... εκείνος άλλαξε... τα χάδια του, όλο του το είναι και με μια τρεμάμενη ανάσα ανασήκωσε το σώμα του και έμεινε για λίγο να με κοιτάει.
Το χέρι του πέρναγε αισθησιακά πάνω από την διάφανη δαντέλα... το άγγιγμα του τόσο απαλό τόσο καυτό έκαιγε όλο μου το κορμί που αντιδρούσε σε κάθε του άγγιγμα μοναδικά.
Ξεκινώντας από το στήθος μου άρχισε να κατεβάζει το χέρι του σε όλη την επιφάνεια του κορμιού μου... το βλέμμα του ακολουθούσε την βασανιστική πορεία του χεριού του και η ματιά του καιγόταν περισσότερο από τον πόθο και την αναστάτωση που ένιωθε μέσα του... Άρχισα να τρέμω ανεπαίσθητα και χώνοντας τα χέρια μου μέσα στο σεντόνι το έσφιξα μέσα στις χούφτες μου τόσο δυνατά που λίγο ήθελε από την έξαψη που ένιωθα εκείνην την στιγμή να το κάνω κομμάτια... Το κορμί μου έγινε ένα άκαμπτο τόξο και το κεφάλι μου έγειρε προς τα πίσω την στιγμή που ένα βογκητό ξέφευγε από τα χείλια μου τραντάζοντας όλες μου τις αισθήσεις.
Το χέρι του δεν σταμάτησε να με βασανίζει... μόλις η παλάμη του πέρασε από την δαντέλα συνέχισε να κατηφορίζει προς το πόδι μου...
«Τόσο απαλό...» σιγομουρμούρισε και βάζοντας το χέρι του κάτω από το γόνατο μου το έφερε πιο κοντά του και περνώντας το μάγουλο του πάνω στην επιφάνεια του ποδιού μου με μια βαθιά ανάσα εισέπνευσε το άρωμα που ανέδυε το δέρμα μου... «... σαν μετάξι...» αναστέναξε και χωρίς να σταματά να με αγγίζει με αυτό το πουπουλένιο άγγιγμα που μου έκοβε την ανάσα, τα χείλια του άρχισαν να αφήνουν διάσπαρτά φιλιά σε όλη την επιφάνεια του ποδιού μου περνώντας την γλώσσα του πάνω στο δέρμα μου γεύοντας το.
Κάθε του φιλί ήταν και ένα ηλεκτρικό κύμα που με έκανε να σπαρταρώ κάτω από το τρυφερό του άγγιγμα... δεν μπορούσα να αντέξω περισσότερα και μόλις τα χείλια του ακούμπησαν πάνω στο γόνατο μου εκείνος αναστέναξε και τα λόγια του με επαναφέρανε στην πραγματικότητα.
«... Όχι... δεν μπορώ να καταλάβω» ψιθύρισε περισσότερο στον εαυτό του και ανοίγοντας τα μάτια μου αντίκρισα την ματιά του...
Η ματιά του με έκαιγε.. με έκανε να ξεχνώ κάθε τι που υπήρχε γύρω μου και τα λόγια του καταλυτικά μέσα στην σκέψη μου με έκαναν να συνειδητοποιήσω τόσα πολλά... κάθε φορά που μίλαγε ένιωθα ότι ήταν ο αντικατοπτρισμός της ίδιας μου τις σκέψης... ήταν σαν να έκλεβε την ίδια μου την σκέψη και την εξωτερίκευε για μένα.
Το χέρι του δεν σταμάταγε να με βασανίζει... πότε ανεβαίνοντας και πότε κατεβαίνοντας πάνω στο κορμί μου ενώ η ματιά του κλειδωμένη μέσα στην δική μου συνέχιζε να με καίει... Δεν έλεγε τίποτα μόνο με κοιτούσε... σαν να περίμενε κάτι... σαν να ήταν αναποφάσιστος... αλλά όχι δεν είδα κανέναν δισταγμό μέσα στο βαθύ σμαραγδένιο του βλέμμα... μόνο ανάμεικτα συναισθήματα που μέσα από αυτήν την ματιά πάλευε να βρει τις απαντήσεις στα αναπάντητα ερωτήματα του.
Δεν άντεξα άλλο ανασήκωσα το κορμί μου και βάζοντας το ένα μου χέρι πίσω από τον αυχένα του κόλλησα τα χείλια μου πάνω στα δικά του... Η ανάσα του κόπηκε στην μέση... και τα χείλια του προσπάθησα να πάρουν την ανάσα που έχασε... Η ανάγκη μου να τον νιώσω μέσα μου είχε γίνει επιτακτική... έκαιγε κάθε λογική μου σκέψη και χωρίς να το καταλάβω τα χέρια μου με δική τους πρωτοβουλία... άρχισαν να ξεκουμπώνουν βίαια τα κουμπιά του πουκαμίσου του... Από την ανάγκη μου να τον νιώσω... τα χέρια μου δεν συνεργαζόντουσαν και με μια νευριασμένη κίνηση έπιασα τις άκρες του πουκαμίσου του και τις τράβηξα βίαια για να ανοίξουν.
Εκείνος εβγαλε ένα πνιχτο βογκητο, ανασηκώνοντας το κεφάλι του και βλέποντας το εκτεθειμένο του δέρμα, θόλωσε περισσότερο η κρίση μου... τα χείλια μου βρήκαν τον λαιμό του και τα χέρια μου άρχισαν να εξερευνούν κάθε σπιθαμή αυτού του θεϊκού κορμιού... Το σώμα του άρχισε να τρέμει, η ανάσα του έγινε ακανόνιστη και πριν καταλάβω την κίνηση του έφυγε από την αγκαλιά μου και έμεινα ξέπνοη να τον κοιτώ με απορία.
Μέχρι να φτάσει μπροστά στην ντουλάπα του, έβγαλε από πάνω του το κατεστραμμένο πουκάμισο με γρήγορες κινήσεις και με μια νευριασμένη κίνηση το πέταξε στο πάτωμα... Ανοίγοντας την ντουλάπα άρπαξε μια τυχαία γραβάτα του και ήρθε ξανά κοντά μου... τον κοίταζα προειδοποιητικά αλλά εκείνος ήταν πολύ μακριά για να καταλάβει οτιδήποτε άλλο... τα χέρια του γρήγορα άρπαξαν τα δικά μου και βάζοντας τα πίσω από την πλάτη μου τα έδεσε με την γραβάτα που κρατούσε.
«Λύσε μου τα χέρια τώρα» ούρλιαξα λίγο καθυστερημένα... και εκείνος σοβαρός με έριξε στο στρώμα ακινητοποιώντας το σώμα μου με το δικό του και με κοίταξε με ένα βλέμμα που έκαψε κάθε λογική μου σκέψη.
«Θέλω να παραδοθείς σε μένα» απαίτησε... με φωνή γεμάτη πάθος και έμεινα να τον κοιτώ παγωμένη... “Ναι ότι θες”... έλεγε μια φωνούλα μέσα μου αλλά η λογική μου ήταν πολύ πιο πάνω από αυτήν την φωνή και αμέσως αντέδρασα.
«Σε παρακαλώ.. δεν μου αρέσει να με δένουν... μπορείς να με λύσεις;» έκανα μια απελπισμένη προσπάθεια αλλά τα λόγια του με έκοψαν στην μέση.
«Όχι πριν παραδοθείς σε μένα... σε θέλω μόνο για μένα» είπε κτητικά χωρίς να δέχεται αντίρρηση...
«Έντουαρντ τι έπαθες;» ρώτησα τρομοκρατημένη... πρώτη φορά τον έβλεπα έτσι… Σχεδόν ποτέ δεν μπορούσα να αποκρυπτογραφήσω την σκέψη του αλλά αυτή την στιγμή ήταν ακόμη πιο δύσκολο να καταφέρω να δω που τον είχε οδηγήσει όλο αυτό.
Τα χείλια του σφράγισαν τα δικά μου... το φιλί του ήταν κτητικό όπως και τα λόγια του... απαιτητικό... απελπισμένο... και μόλις η γλώσσα του συνάντησε την δική μου για άλλη μια φορά ξύπνησε όλες μου τις αισθήσεις και με άφησε ξέπνοη να αναζητώ τα χάδια του περισσότερο... τα χέρια του με λεηλατούσαν... με κατακτούσαν και με έναν μοναδικό τρόπο με έστελναν στα ουράνια κάνοντας το κορμί μου να σπαρταράει σε κάθε του άγγιγμα.
«Σε θέλω μόνο για μένα» επαναλάμβανε σκληρά απελπισμένα και μόλις ένιωσε την δαντέλα που χώριζε το δέρμα μου από το άγγιγμά του την έκανε κομμάτια... Την έσκισε στα δύο και με τα χέρια του άρχισε να εξερευνά την γυμνή μου σάρκα ενώ με τα χείλια του φίλαγε... ρουφούσε και γευόταν κάθε σπιθαμή της εκτεθειμένης μου επιδερμίδας λατρεύοντας την με έναν πρωτόγνωρο τρόπο που όμοιο του δεν είχα ξανανιώσει ποτέ μου.
Ένιωθα όλο μου το κορμί να εκρήγνυται... και από αντίδραση προσπάθησα μάταια να ελευθερώσω τα χέρια μου και αυτό άρχισε να με πνίγει... ήθελα να χώσω τα δαχτυλα μου μέσα στα μαλλιά του... να φωνάξω και να τον παρακαλέσω για περισσότερα... όμως ούτε τα χέρια μου αλλά ούτε και η φωνή μου δεν μπορούσαν να υπακούσουν την εντολή μου και αυτό με τρέλαινε... αγκομαχούσα και τέντωνα το κορμί μου προσπαθώντας απελπισμένα να ανταποκριθώ με όποιον τρόπο μπορούσα.
Τα πνευμόνια μου άρχισαν να διαμαρτύρονται και μόλις εκείνην την στιγμή κατάλαβα ότι δεν ανάσαινα...
«Έντουαρντ» κλαψούρισα μέσα από τα δάκρια της ηδονής και εκείνος τρελάθηκε περισσότερο.
Βγάζοντας το εσώρουχο μου, άνοιξε τα πόδια μου και σαν διψασμένος που λαχταρούσε για λίγο νερό κατέκτησε την φλόγα μου για να ξεδιψάσει... Τα χείλια του ρουφούσαν με μανία το νέκταρ μου και τα δάχτυλα του κατακτούσαν κάθε κύτταρο του εσωτερικού μου κόσμου κάνοντας με να ξεπεράσω κάθε μου όριο.
«Έντουαρντ» ούρλιαξα ανασηκώνοντας τους γοφούς μου για να του δώσω καλύτερη πρόσβαση και εκείνος παίρνοντας το μήνυμα έγινε πιο επιθετικός πιο κατακτητικός και με έστειλε στον έβδομο έναστρο ουρανό.
Όλος μου ο εσωτερικός κόσμος τρελάθηκε... πέρασε σε άλλη διάσταση και ένιωσα ξαφνικά να βρίσκομαι πάνω σε σένα σύννεφο να αιωρούμαι στο απέραντο γαλάζιο... με όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου εκτυφλωτικά μπροστά μου να με κάνουν να βλέπω την ομορφιά του κόσμου από ψηλά, να με παρασέρνουν στην απόλυτη γαλήνη... στην απόλυτη αγαλλίαση και ολοκλήρωση.
Με άλλο ένα ουρλιαχτό μου να σπάει την απόλυτη σιωπή ξαφνικά επανήλθα στην πραγματικότητα και μόλις ένιωσα τα χείλια του πάνω στα δικά μου φώναξα πριν μου σφραγίσει το στόμα.
«Λύσε με τώρα»
Για μια στιγμή πάγωσε... σήκωσε το κεφάλι του για να αντικρίσει την ματιά μου και έμεινε εκεί ξέπνοος να με κοιτάει... Το χέρι του απαλό πάνω στο πρόσωπο μου... χάιδευε αισθησιακά κάθε γωνία του και μέσα στην ματιά του υπήρχε μια αρχαία θλίψη που με έκανε να τον κοιτώ με πόνο... Τι σκέφτεται;;;... Γιατί δεν μου μιλά;;;... Γιατί με αυτήν την ματιά νιώθω τον κόσμο μου να διαλύεται γύρω μου;;;...
“Όχι... δεν μπορώ να καταλάβω”... ασυναίσθητα άκουσα τα ίδια του τα λόγια μέσα στα αυτιά μου και τότε ξαφνικά κατάλαβα τι εννοούσε... “Όχι... δεν μπορώ να καταλάβω... πως μπορεί να τα νιώθω όλα αυτά!... δεν μπορώ να καταλάβω τι είναι αυτό που νιώθω... Όχι... δεν μπορώ να καταλάβω”.
«Λύσε με» παρακάλεσα με όση πνοή μου είχε απομείνει και ανασηκώνοντας με στην αγκαλιά του έβαλε τα χέρια του στην πλάτη μου και την στιγμή που έλυσε την γραβάτα του από τα χέρια μου τα τύλιξα γύρω από τον λαιμό του χωρίς να αποχωρίζομαι την ματιά του.
Εκείνος δεν έλεγε τίποτα άλλο... συνέχιζε να με κοιτά με το ίδιο βλέμμα και η καρδιά μου που ήδη χτύπαγε σε ξέφρενους ρυθμούς άρχισε να καλπάζει πιο ζωηρά... μιμήθηκα τις κινήσεις του και με την ανάστροφη του χεριού μου άρχισα να χαϊδεύω απαλά τις γωνίες του προσώπου του και εκείνος από αντίδραση έκλεισε τα μάτια του γέρνοντας προς τα πίσω το κεφάλι του και με άφησε να συνεχίσω... Η ανάσα του ακανόνιστη μου δήλωνε ότι ήδη είχε ξεπεράσει τα όρια του... αλλά είχε τόσο ανάγκη αυτό το άγγιγμα που θα μπορούσε να κάτσει ακίνητος στην ίδια θέση για πάντα προκειμένου να αφήσει τον εαυτό του να νιώσει αυτό το πρωτόγνωρο συναίσθημα.
«Δεν θέλω αυτή να είναι η τελευταία φορά» ψιθύρισε μέσα από έναν λυγμό που έκανε την φωνή του να σβήσει.... και το στήθος μου διαλύθηκε από τον πόνο που ένιωσα μέσα από τα λόγια του.
Πιάνοντας το μάγουλο του τον ανάγκασα να με κοιτάξει... άνοιξε τα μάτια του και ενώ έβλεπα μέσα σε αυτά την αυτογνωσία του... με άφησε να καταλάβω ότι δεν τον ένοιαζε τίποτα πια... Ήθελε να τον δω όπως πράγματι είναι... ήθελε να δω πόσο τον αγγίζω... δεν ήθελε να παλέψει άλλο... ήθελε να παραδοθεί... σε μένα.
Τα χείλια μου κάλυψαν τα δικά του... τρυφερά... απαλά... μια ανάσα μέσα στην σκληρότητα και την αδικία που μας έπνιγε γύρω μας... μια σπίθα για να ξυπνήσει την δύναμη που υπήρχε μέσα μας... και να μας κάνει πιο δυνατούς να αντιμετωπίσουμε, σαν μια γροθιά ό, τι μας ξημερώσει το αύριο.
Τα χέρια του απαλά με απάλλασσαν από τα ρούχα που υπήρχαν ακόμα πάνω στο κορμί μου χωρίς να αποχωρίζεται τα χείλια μου... τα δικά μου χέρια πάνω στο παντελόνι του δεν μπορούσαν να κάνουν και πολλά πράγματα οπότε τα παράτησα... Με ξάπλωσε απαλά πάνω στο στρώμα και βγάζοντας και τα δικά του ρούχα... ήρθε ξανά από πάνω μου και με κοίταξε με προσμονή... περιμένοντας την δική μου εντολή για να συνεχίσει.
«Κάνε με δική σου» ψιθύρισα και χαϊδεύοντας απαλά το πρόσωπο μου... έγειρε ξανά κοντά μου και σφραγίζοντας τα χείλη μου έκλεψε και την τελευταία ανάσα που είχε απομείνει μέσα στα πνευμόνια μου.
Ο έρωτας μας αυτός δεν είχε σχέση με οτιδήποτε άλλο είχα νιώσει ξανά σε ολόκληρη την ζωή μου... Τα χέρια του απαλά κατακτούσαν όλες μου τις αισθήσεις και το έργο τέχνης του με γέμιζε ως τα βάθη της ύπαρξης μου κάνοντας με να σπαρταράω από ηδονή... μέσα από έναν απαλό, ερωτικό και αισθησιακό χορό που ξύπναγε όλο μου το είναι και το αφυπνούσε ... όμως εγώ ήμουν πολύ μακριά για να το συνειδητοποιήσω εκείνην την στιγμή.
Δεν θυμάμαι και πολλά πράγματα από την στιγμή που τον ένιωσα μέσα μου... όμως ένα ήταν σίγουρο... αυτός ο άνθρωπος ήταν η αρχή και το τέλος μου... και πλέον ξέρω ότι όταν θα έρθει η ώρα του αποχωρισμού θα στοιχήσει και στους δύο μας.
Με το κεφάλι μου να ακουμπάει πάνω στο στήθος του απαλά και με το χέρι του να μου χαϊδεύει νωχελικά τις τούφες του μαλλιού μου είχαμε μείνει και οι δύο ξέπνοοι χαμένοι μέσα στον δικό μας κόσμο στην απόλυτη σιωπή... Κανείς δεν είχε την δύναμη να πει τίποτα... κανείς δεν είχε την δύναμη να αντιμετωπίσει την αλήθεια κατάματα και έτσι χωρίς να πούμε τίποτα άλλο μείναμε στην ίδια θέση μέχρι που η καρδιές μας και οι αναπνοές μας συντονισμένες πια βρήκαν ξανά τους κανονικούς τους ρυθμούς.
«Μάλλον πρέπει να σταματήσουμε να κάνουμε σεξ» πέταξα ξαφνικά και από το ξάφνιασμα του με ανάγκασε να τον κοιτάξω... «Τώρα που κάναμε έρωτα δεν σε έπιασε κρίση άσθματος» διευκρίνισα και γέλασε με μια ανακουφιστική ανάσα και με άφησε να ξαπλώσω και πάλι πάνω στο στερνό του.
«Μην ανησυχείς δεν παθαίνω τόσο συχνά κρίση... ο γιατρός είπε ότι είναι περισσότερο ψυχολογικό κάτι σαν κρίση άγχους... το παθαίνω συνήθως όταν στρεσάρομαι πολύ»
«Συγνώμη τώρα, θες να μου πεις ότι υπάρχουν και στιγμές που δεν είσαι στρεσαρισμένος;» τον ρώτησα δύσπιστα και γέλασε σιγανά.
«Εννοώ τελείως στρεσαρισμένος» τόνισε.
«Ναι και τώρα το σωσές... επιμένω στην πρώτη επιλογή»
«Αν νομίζεις ότι θα την γλυτώσεις τόσο εύκολα από μένα είσαι πολύ γελασμένη» είπε αυστηρά και κλείδωσε τα χέρια του πιο σφιχτά γύρω μου προβλέποντας την επόμενη μου κίνηση... φτου γαμώτο με έχει μάθει πια.
«Δεν θα με κλείσεις εσύ φυλακή γιατί δεν ξέρεις να ελέγχεις το πάθος σου» του πέταξα νευριασμένα και αυτό τον έκανε να γελάσει πιο δυνατά.
«Δεν θα είμαι ο πρώτος που θα φύγει ευτυχισμένος από ηδονή... και να σου πως την αλήθεια, έτσι όπως τα κάναμε...» τον κοίταξα νευριασμένα και διόρθωσε με ένα στραβό χαμόγελο... «Εντάξει έτσι όπως τα έκανα... μάλλον σε συμφέρει να μείνω στον τόπο» τον κοίταξα με απορία και συνέχισε... «Αν πεθάνω όλη μου η περιουσία περνάει στα χέρια σου» εξήγησε και από το σοκ άνοιξα το στόμα και τα μάτια μου διάπλατα και άρχισα να τσιρίζω.
«Πας καλά άνθρωπέ μουυυυυ... ο Χριστέ μου που έμπλεξα... γι’ αυτό τέτοια πρεμούρα για να με ξεφορτωθεί...» είπα πιάνοντας το κεφάλι μου απελπισμένη.
«Όπως είπες και εσύ δεν μπορεί να σου κάνει τίποτα»
«Δικηγόρο έχεις;» τον ρώτησα ανοίγοντας τα μάτια μου διάπλατα κοιτώντας τον νευριασμένα.
«Φυσικά και έχω» είπε με μια απορία στο πρόσωπο του.
«Τον ίδιο που έχει ο πατέρας σου;»
«Όχι έχω δικό μου... γιατί;»
«Σήκω...» του είπα και φεύγοντας από την αγκαλιά του κατέβηκα από το κρεβάτι αρπάζοντας το πουκάμισο που είχα φορέσει και πριν βγω από το δωμάτιο για να τους αντιμετωπίσω... Το πέρασα γύρω από τους ώμους μου ενώ γύρισα πάλι προς το μέρος του τον είδα να με κοιτά σαν χαζός χωρίς να καταλαβαίνει τι με είχε πιάσει... «Τι με κοιτάς παιδί μου σαν χάνος... σήκω και παρ’ τον τηλέφωνο»
«Για ποιον λόγο;» με ρώτησε χωρίς να καταλαβαίνει ακόμα και χτύπησα το μέτωπο μου με δύναμη απηυδισμένα.
«Σήκω παιδί μου σου λέω και παρ’ τον τηλέφωνο... πες του να φτιάξει ένα ιδιωτικό συμφωνητικό ή δεν ξέρω τι άλλο φτιάχνουν σε αυτές τι περιπτώσεις για να με απαλλάξεις από αυτό»
«Μπέλα σε εμπιστεύομαι... δεν χρειάζεται να κάνουμε κάτι τέτοιο»
«Είσαι τρελόςςςς... σου είπε κανείς ότι εγώ τα θέλω όλα αυτά;;;... Σήκω... παρ’ τον... τηλέφωνο... ΤΩΡΑ» απαίτησα και εκείνος ξεφύσησε και ερχόμενος κοντά μου με τράβηξε από το χέρι και με έβαλε να καθίσω ξανά στο κρεβάτι.
«Το έκανα για σένα... με αυτόν τον τρόπο μπορώ να τον εκβιάσω»
«Βρες άλλον τρόπο... δεν ξέρω τι θα κάνεις θέλω να με απαλλάξεις από αυτό τώρα» φώναξα έξαλλη... κούνησε αρνητικά το κεφάλι του με μια αρχαία θλίψη να καλύπτει τα υπέροχα χαρακτηριστικά του και δίνοντας μου ένα απαλό φιλί πάνω στο μέτωπο μου είπε μέσα από ένα αναστεναγμό.
«Είσαι σπάνιο κορίτσι» άφησα την αναπνοή μου να βγει βίαια από μέσα μου και ακούμπησα το κεφάλι μου πάνω στο στήθος του.
«Ναι και μετά από μένα έσπασαν το καλούπι... γιατί η ανθρωπότητα δεν θα έβλεπε άσπρη μέρα αν όλες οι γυναίκες ήταν σαν και μένα» του είπα μεταξύ σοβαρού και αστείου αλλά εκείνος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του με πείσμα.
«Αν όλες οι γυναίκες ήταν σαν και εσένα η ανθρωπότητα θα ήταν ακόμα καλύτερη»
«Αρχίσαμε πάλι τα γλυκανάλατα;;» του πέταξα και γέλασε δυνατά.
«Έλα σήκω να πάμε μέσα... γιατί αν κάτσουμε άλλο ένα δευτερόλεπτο ακόμα εδώ δεν την γλυτώνεις» τόνισε με νόημα.
«Τι δεύτερο γύρω;... ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ...» τσίριξα τρομοκρατημένη... «Ιδίως μέχρι να με απαλλάξεις από την χαζομάρα που έκανες» του είπα και πήγα να φύγω αλλά εκείνος με συγκράτησε γελώντας δυνατά... «Α και παράγγειλε και καμία φιάλη οξυγόνου για καλό και για κακό... Δεν θα σε αφήσω να με πάρεις στον λαιμό σου γιατί εσύ είσαι ασυγκράτητος» του είπα σοβαρά και αυτό τον έκανε να πέσει ανάσκελα απάνω στο κρεβάτι ξεσπώντας, δακρύζοντας από τα γέλια .
«Ωωω Χριστέ μου λυπήσουμε δεν αντέχω άλλο»
«Μπέλα για σένα...» του πέταξα και διπλώθηκε στα δύο κρατώντας την κοιλιά του... «Και τώρα σήκω και πάρ’ τον τηλέφωνο, δεν θα το ξαναπώ» του είπα αυστηρά και πήγα προς την τουαλέτα για να πάω να κάνω ένα ντουζάκι για να καλμάρω από όλη αυτήν την ένταση.
Χριστέ μου τι θα κάνω με αυτόν τον άνθρωπο... μα καλά δεν έχει καθόλου μυαλό;;... αναρωτήθηκα μέσα από τον αναστεναγμό μου και ανοίγοντας την βρύση μπήκα κάτω από το ζεστό νερό για να ηρεμήσω και να μπορέσω να βάλω τις σκέψεις μου σε μια τάξη ελπίζοντας να βρω επιτέλους μια αρχή και ένα τέλος... γιατί αν συνεχίσω με την ίδια τακτική το ορκίζομαι θα τρελαθώ... δεν υπάρχει περίπτωση... μα τον θεό θα τρελαθώ.