Κεφάλαιο Έντουαρτ Κάλεν... αυτός ο άνθρωπος μα τον θεό είναι ένα κεφάλαιο μόνος του...
Ένα αλαζονικό, εγωκεντρικό, εγωπαθές, φαλλοκρατικό γουρούνι... που επειδή είχε τα λεφτά του μπαμπάκα να ρέουν από τα μπατζάκια του... νόμιζε ότι μπορεί να επιβληθεί και να κάνει την ζωή των άλλων κόλαση μόνο και μόνο επειδή μπορούσε... αν ήταν έτσι αυτός βάλτε με τον νου σας τι έχω να τραβήξω από το πατέρα του... Χριστέ μου γιατί δέχτηκα να μείνω;... γιατί δεν τον έστειλα στον διάολο και ακόμα παραπέρα όταν είχα την ευκαιρία;;... γιατί;;;
Μπαίνοντας στο γραφείο προσωπικού για να πάρω την στολή μου η κοπέλα που καθόταν στο γραφείο για να συντονίζει τις πτήσεις και τις ανάγκες του Τζετ σηκώθηκε και με υποδέχθηκε θερμά.
«Πως θα μπορούσα να σας εξυπηρετήσω;» ρώτησε.
«Ονομάζομαι Ιζαμπέλα Σουάν... είμαι η καινούργια αεροσυνοδός» εξήγησα και κατένευσε γνωρίζοντας φυσικά ήδη ποια ήμουν.
«Φυσικά δεσποινίς Σουάν... εγώ είμαι η Μπεατρής Κορνηλιάν... σας περίμενα πιο νωρίς» συστήθηκε εκείνη δίνοντας μου το χέρι της και της την ανταπέδωσα χαμογελώντας της επαγγελματικά ευγενικά.
«Χαίρω πολύ... είχα έρθει και πιο νωρίς αλλά δεν ήταν κανείς εδώ»
«Ναι με ενημερώσανε μόλις ήρθα... συγνώμη για την καθυστέρηση... θα σας φέρω αμέσως τις στολές σας» είπε ευγενικά και έφυγε από το γραφείο της αφήνοντας με μόνη μου... μόλις γύρισε κρατούσε στο χέρι της δύο κρεμάστρες με τις στολές στο χέρι της.
«Μήπως υπάρχει κάποιος χώρος για να αλλάξω... δεν θα ήθελα να γυρίσω στο Τζετ χωρίς να την φοράω»
«Φυσικά...» ανταποκρίθηκε εκείνη και με οδήγησε προς την πόρτα που είχε μπει και πριν... και με πέρασε στην ιματιοθήκη για να αλλάξω... «Εδώ μπορείτε να αλλάξετε με την ησυχία σας»
«Σ' ευχαριστώ» της είπα ευγενικά και μόλις έκλεισε την πόρτα κρέμασα τις στολές και βγάζοντας την μια από την ειδική θήκη που την είχε έμεινα για λίγο να την κοιτώ.
Αυτή η στολή δεν έμοιαζε με τις άλλες που φόραγα μέχρι τώρα... ήταν απλή λιτή και απέριττη... μια μπλε σκούρα φούστα και αντίστοιχα στο ίδιο χρώμα σακάκι που έκλεινε μέχρι πιο πάνω από το στήθος και κάλυπτε τα πάντα με δύο τεράστιους γιακάδες και τίποτα άλλο... πρέπει να θυμάμαι να φοράω κανένα τιραντένιο μπλουζάκι από μέσα γιατί με αυτό θα νιώθω γυμνή... σκέφτηκα και χωρίς να χάνω χρόνο άρχισα να αλλάζω.
Ένα αλαζονικό, εγωκεντρικό, εγωπαθές, φαλλοκρατικό γουρούνι... που επειδή είχε τα λεφτά του μπαμπάκα να ρέουν από τα μπατζάκια του... νόμιζε ότι μπορεί να επιβληθεί και να κάνει την ζωή των άλλων κόλαση μόνο και μόνο επειδή μπορούσε... αν ήταν έτσι αυτός βάλτε με τον νου σας τι έχω να τραβήξω από το πατέρα του... Χριστέ μου γιατί δέχτηκα να μείνω;... γιατί δεν τον έστειλα στον διάολο και ακόμα παραπέρα όταν είχα την ευκαιρία;;... γιατί;;;
Μπαίνοντας στο γραφείο προσωπικού για να πάρω την στολή μου η κοπέλα που καθόταν στο γραφείο για να συντονίζει τις πτήσεις και τις ανάγκες του Τζετ σηκώθηκε και με υποδέχθηκε θερμά.
«Πως θα μπορούσα να σας εξυπηρετήσω;» ρώτησε.
«Ονομάζομαι Ιζαμπέλα Σουάν... είμαι η καινούργια αεροσυνοδός» εξήγησα και κατένευσε γνωρίζοντας φυσικά ήδη ποια ήμουν.
«Φυσικά δεσποινίς Σουάν... εγώ είμαι η Μπεατρής Κορνηλιάν... σας περίμενα πιο νωρίς» συστήθηκε εκείνη δίνοντας μου το χέρι της και της την ανταπέδωσα χαμογελώντας της επαγγελματικά ευγενικά.
«Χαίρω πολύ... είχα έρθει και πιο νωρίς αλλά δεν ήταν κανείς εδώ»
«Ναι με ενημερώσανε μόλις ήρθα... συγνώμη για την καθυστέρηση... θα σας φέρω αμέσως τις στολές σας» είπε ευγενικά και έφυγε από το γραφείο της αφήνοντας με μόνη μου... μόλις γύρισε κρατούσε στο χέρι της δύο κρεμάστρες με τις στολές στο χέρι της.
«Μήπως υπάρχει κάποιος χώρος για να αλλάξω... δεν θα ήθελα να γυρίσω στο Τζετ χωρίς να την φοράω»
«Φυσικά...» ανταποκρίθηκε εκείνη και με οδήγησε προς την πόρτα που είχε μπει και πριν... και με πέρασε στην ιματιοθήκη για να αλλάξω... «Εδώ μπορείτε να αλλάξετε με την ησυχία σας»
«Σ' ευχαριστώ» της είπα ευγενικά και μόλις έκλεισε την πόρτα κρέμασα τις στολές και βγάζοντας την μια από την ειδική θήκη που την είχε έμεινα για λίγο να την κοιτώ.
Αυτή η στολή δεν έμοιαζε με τις άλλες που φόραγα μέχρι τώρα... ήταν απλή λιτή και απέριττη... μια μπλε σκούρα φούστα και αντίστοιχα στο ίδιο χρώμα σακάκι που έκλεινε μέχρι πιο πάνω από το στήθος και κάλυπτε τα πάντα με δύο τεράστιους γιακάδες και τίποτα άλλο... πρέπει να θυμάμαι να φοράω κανένα τιραντένιο μπλουζάκι από μέσα γιατί με αυτό θα νιώθω γυμνή... σκέφτηκα και χωρίς να χάνω χρόνο άρχισα να αλλάζω.
Φτάνοντας ξανά στο Τζετ ανταλλάξαμε ένα βλέμμα με τον Τάηλερ που ήταν άγρυπνος φρουρός έξω από αυτό και ανεβαίνοντας τα σκαλιά τον είδα να είναι πάλι απορροφημένος μακριά στις σκέψεις του κρατώντας την εφημερίδα μπροστά του χωρίς να την κοιτά... μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία μου γύρισε την ματιά του προς το μέρος μου άδειος... τίποτα από όσα είχε μέσα στην σκέψη του δεν πρόδιδε το πρόσωπο του.
«Θα θέλατε να σας φέρω κάτι πριν ξεκινήσουμε;» ρώτησα και εκείνος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και γυρίζοντας την ματιά του προς το παράθυρο με αποδέσμευσε χωρίς να πει τίποτα άλλο... τι περίεργος άνθρωπος... σκέφτηκα αλλά δεν του έδωσα άλλη σημασία.
Γύρισα πίσω στο κουζινάκι μου και περιεργάστηκα τον χώρο ανοίγοντας τα ντουλάπια για να δω που είναι όλα όσα χρειάζομαι για να κάνω την δουλειά μου.
«Θα θέλατε να σας φέρω κάτι πριν ξεκινήσουμε;» ρώτησα και εκείνος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και γυρίζοντας την ματιά του προς το παράθυρο με αποδέσμευσε χωρίς να πει τίποτα άλλο... τι περίεργος άνθρωπος... σκέφτηκα αλλά δεν του έδωσα άλλη σημασία.
Γύρισα πίσω στο κουζινάκι μου και περιεργάστηκα τον χώρο ανοίγοντας τα ντουλάπια για να δω που είναι όλα όσα χρειάζομαι για να κάνω την δουλειά μου.
Ήταν μικρό αλλά τόσο καλά οργανωμένο που μου παρείχε όλα όσα χρειαζόμουν... στα χρώματα του χρυσού... ετοίμασα την καφετιέρα και μέχρι να γίνει ο καφές βρήκα την ευκαιρία να εξερευνήσω και τον υπόλοιπο χώρο παίρνοντας την βαλίτσα μου στο χέρι για να βρω τον προσωπικό μου χώρο όπως μου είχαν πει ότι θα έχω ανεξάρτητο από αυτό του υπόλοιπου προσωπικού.
Δεν άργησα να τον βρω... ήταν η πόρτα δίπλα από το κουζινάκι για να μπορώ να είμαι σε άμεση επαφή για ότι με χρειαστούν.
Ήταν ένας μικρός αλλά τόσο άνετος χώρος με ένα εκπληκτικό νιπτήρα με έναν οβάλ καθρέφτη σε φοβερό ντιζάιν διακοσμημένο... είχε ένα αναπαυτικό καναπέ που άνετα θα μπορούσα να κοιμηθώ σε αυτόν αν χρειαζόταν και πίσω από ένα χώρισμα είχε τουαλέτα και ντουζιέρα... άφησα την βαλίτσα μου στην ειδική θέση που υπήρχε και έφυγα από εκεί για να εξερευνήσω και το υπόλοιπο Τζετ για να μπορέσω να κινηθώ με μεγαλύτερη ευκολία.
Η επόμενη καμπίνα μετά τον προσωπικό μου χώρο ήταν ο χώρος του προσωπικού... που ήταν σαφώς πιο ευρύχωρος.
Όπως και στον προσωπικό μου χώρο και τον χώρο που αρχικά είχα βρει τον αντιπαθητικό... παντού επικρατούσαν τα χρώματα του λευκού αναμειγμένα με το σκούρο καφέ χρώμα του ξύλου... και στους καναπέδες υπήρχαν πάνω πολλά μαξιλάρια στα χρώμα τα του καφέ και του χρυσού.
Ο χώρος του προσωπικού περιλαμβανόταν από ένα τεράστιο γωνιακό καναπέ μια βιβλιοθήκη με αμέτρητα βιβλία και ένα γραφείο με υπολογιστή που μπροστά του υπήρχε ειδικό κάθισμα προσγείωσης που χρησίμευε και για καρέκλα του γραφείου.
Μετά τον χώρο του προσωπικού υπήρχε άλλη μια τουαλέτα ίδια με τον προσωπικό μου χώρος και αμέσως μετά ήταν το πιλοτήριο...
Χτύπησα την πόρτα απαλά και μόλις μου δώσανε την άδεια μπήκα μέσα.
«Καλησπέρα σας... ονομάζομαι Ιζαμπέλα Σουάν και είμαι η καινούργια σας αεροσυνοδός» ενημέρωσα καθώς μπήκα μέσα και αμέσως και οι τρεις που ήταν εκεί με καλωσόρισαν.
«Καλησπέρα Ιζαμπέλα εγώ είμαι ο Ντανιέλ Ουάσικτον... ο κυβερνήτης του αεροσκάφους» μίλησε πρώτος ο κυβερνήτης δίνοντας μου το χέρι του.
«Χαίρω πολύ Ντανιέλ... μπορείτε να φωνάζετε Μπέλα» τον διόρθωσα με ένα ζεστό χαμόγελο ανταποδίδοντας την χειραψία του.
«Και εγώ χαίρομαι Μπέλα...» διόρθωσε με ένα ζεστό χαμόγελο και συνέχισε τις συστάσεις... «Να σου συστήσω από εδώ είναι ο Κερέμ Μπέογλου... ο συγκυβερνήτης μας»
«Χαίρω πολύ Κερέμ» του είπα ζεστά και του έδωσα το χέρι μου και εκείνος ανταπέδωσε.
«Και εγώ Μπέλα»
«Και ο Γκουστάβο Αλμεδαρόν... ο φροντιστής μας» συνέχισε ο Ντανιέλ και γύρισα προς τον Γκουστάβο.
«Χαίρω πολύ Γκουστάβο»
«Και εγώ ωραία μου δεσποινίς» ανταπέδωσε και μου έσφιξε το χέρι θερμά με ένα γλυκανάλατο ύφος και ένα περίεργο αξάν... χαμογέλασα αλλά δεν είπα τίποτα άλλο.
«Θα θέλατε να σας φέρω τίποτα πριν ξεκινήσουμε;» ρώτησα ευγενικά.
«Δεν θα έλεγα όχι για έναν καφέ... έτσι κι αλλιώς έχουμε καιρό ακόμα... τι λέτε και εσείς παιδιά;» ρώτησε ο Ντανιέλ τους άλλους δύο και εκείνη συμφώνησαν.
«Νόμιζα ότι ήδη είχαμε καθυστερήσει» είπα εγώ παραξενευμένη.
«Άλλαξαν τα σχέδια...» ανασήκωσε ο Ντανιέλ τους ώμους του αδιάφορα και συνέχισε... «Ο μικρός περιμένει παρέα... μιας και που τον έστησε η προηγούμενη και μας ζήτησε να την περιμένουμε» είπε με μια ματιά όλο νόημα... νννναι... σκέφτηκα... δεν περίμενα τίποτα καλύτερο από αυτόν.
«Οκ λοιπόν... τότε αφού έχουμε χρόνο... θα σας φέρω τα καφεδάκια σας και θα ρίξω και εγώ επιτέλους μια ματιά γύρω να δω και τα υπόλοιπα μέρη του σκάφους»
«Καλωσόρισες και ελπίζω να επιβιώσεις» πέταξε ο φροντιστής και γύρισα και τον κοίταξα με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο.
«Είμαι σίγουρη γι αυτό»
«Έτσι είπαν και οι υπόλοιπες που πέρασαν από εδώ» συνέχισε ο Γκουστάβο με ένα χαμόγελο να τρεμοπαίζει στα χείλια του.
«Μην ανησυχείς και δεν γεννήθηκα εχθές... τα λέμε μετά παιδιά... και χάρηκα για την γνωριμία»
«Καλή αρχή» μου φώναξαν και οι τρεις σαν χορωδία και κλείνοντας την πόρτα γύρισα προς τα πίσω για να εξερευνήσω και όσα δωμάτια μου είχαν μείνει... αλλά δυστυχώς θα έπρεπε πάλι να περάσω από μπροστά του μιας και το σαλονάκι – τραπεζαρία που καθόταν εκείνος ήταν στην μέση του αεροσκάφους και δεν είχα καμία όρεξη να δω και πάλι τα μούτρα του.
Αφού ετοίμασα τον καφέ για τον κυβερνήτη τον δεύτερο και τον φροντιστή και τους τον σέρβιρα γύρισα και πάλι στο μικρό μου κουζινάκι και έμεινα για λίγο εκεί αναποφάσιστη... στον τοίχο που χώριζε το κουζινάκι με το μεγάλο σαλόνι - τραπεζαρία... υπήρχε ένα μικρό φινιστρίνι που μου έδινε τον δικαίωμα να τους κοιτώ για να βλέπω αν χρειάζονται κάτι... ακούμπησα τα χέρια μου πάνω στον μπάγκο και άρχισα να επεξεργάζομαι τον γύρω χώρο.
«Καλησπέρα σας... ονομάζομαι Ιζαμπέλα Σουάν και είμαι η καινούργια σας αεροσυνοδός» ενημέρωσα καθώς μπήκα μέσα και αμέσως και οι τρεις που ήταν εκεί με καλωσόρισαν.
«Καλησπέρα Ιζαμπέλα εγώ είμαι ο Ντανιέλ Ουάσικτον... ο κυβερνήτης του αεροσκάφους» μίλησε πρώτος ο κυβερνήτης δίνοντας μου το χέρι του.
«Χαίρω πολύ Ντανιέλ... μπορείτε να φωνάζετε Μπέλα» τον διόρθωσα με ένα ζεστό χαμόγελο ανταποδίδοντας την χειραψία του.
«Και εγώ χαίρομαι Μπέλα...» διόρθωσε με ένα ζεστό χαμόγελο και συνέχισε τις συστάσεις... «Να σου συστήσω από εδώ είναι ο Κερέμ Μπέογλου... ο συγκυβερνήτης μας»
«Χαίρω πολύ Κερέμ» του είπα ζεστά και του έδωσα το χέρι μου και εκείνος ανταπέδωσε.
«Και εγώ Μπέλα»
«Και ο Γκουστάβο Αλμεδαρόν... ο φροντιστής μας» συνέχισε ο Ντανιέλ και γύρισα προς τον Γκουστάβο.
«Χαίρω πολύ Γκουστάβο»
«Και εγώ ωραία μου δεσποινίς» ανταπέδωσε και μου έσφιξε το χέρι θερμά με ένα γλυκανάλατο ύφος και ένα περίεργο αξάν... χαμογέλασα αλλά δεν είπα τίποτα άλλο.
«Θα θέλατε να σας φέρω τίποτα πριν ξεκινήσουμε;» ρώτησα ευγενικά.
«Δεν θα έλεγα όχι για έναν καφέ... έτσι κι αλλιώς έχουμε καιρό ακόμα... τι λέτε και εσείς παιδιά;» ρώτησε ο Ντανιέλ τους άλλους δύο και εκείνη συμφώνησαν.
«Νόμιζα ότι ήδη είχαμε καθυστερήσει» είπα εγώ παραξενευμένη.
«Άλλαξαν τα σχέδια...» ανασήκωσε ο Ντανιέλ τους ώμους του αδιάφορα και συνέχισε... «Ο μικρός περιμένει παρέα... μιας και που τον έστησε η προηγούμενη και μας ζήτησε να την περιμένουμε» είπε με μια ματιά όλο νόημα... νννναι... σκέφτηκα... δεν περίμενα τίποτα καλύτερο από αυτόν.
«Οκ λοιπόν... τότε αφού έχουμε χρόνο... θα σας φέρω τα καφεδάκια σας και θα ρίξω και εγώ επιτέλους μια ματιά γύρω να δω και τα υπόλοιπα μέρη του σκάφους»
«Καλωσόρισες και ελπίζω να επιβιώσεις» πέταξε ο φροντιστής και γύρισα και τον κοίταξα με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο.
«Είμαι σίγουρη γι αυτό»
«Έτσι είπαν και οι υπόλοιπες που πέρασαν από εδώ» συνέχισε ο Γκουστάβο με ένα χαμόγελο να τρεμοπαίζει στα χείλια του.
«Μην ανησυχείς και δεν γεννήθηκα εχθές... τα λέμε μετά παιδιά... και χάρηκα για την γνωριμία»
«Καλή αρχή» μου φώναξαν και οι τρεις σαν χορωδία και κλείνοντας την πόρτα γύρισα προς τα πίσω για να εξερευνήσω και όσα δωμάτια μου είχαν μείνει... αλλά δυστυχώς θα έπρεπε πάλι να περάσω από μπροστά του μιας και το σαλονάκι – τραπεζαρία που καθόταν εκείνος ήταν στην μέση του αεροσκάφους και δεν είχα καμία όρεξη να δω και πάλι τα μούτρα του.
Αφού ετοίμασα τον καφέ για τον κυβερνήτη τον δεύτερο και τον φροντιστή και τους τον σέρβιρα γύρισα και πάλι στο μικρό μου κουζινάκι και έμεινα για λίγο εκεί αναποφάσιστη... στον τοίχο που χώριζε το κουζινάκι με το μεγάλο σαλόνι - τραπεζαρία... υπήρχε ένα μικρό φινιστρίνι που μου έδινε τον δικαίωμα να τους κοιτώ για να βλέπω αν χρειάζονται κάτι... ακούμπησα τα χέρια μου πάνω στον μπάγκο και άρχισα να επεξεργάζομαι τον γύρω χώρο.
Ήταν ένας ευρύχωρος χώρος που χωριζόταν σε δύο μέρη... πίσω από τον τοίχο της κουζίνας υπήρχε μια τεράστια τραπεζαρία που από την μεριά των παραθύρων είχαν βάλει ένα τεράστιο ενιαίο τριθέσιο καναπέ ενώ από την απέναντι πλευρά υπήρχαν τρία ειδικά καθίσματα προσγείωσης και άλλα δύο ένα σε κάθε κορυφή του τεράστιου τραπεζιού σε μαύρο χρώμα... όλος ο χώρος ήταν στα χρώματα του άσπρου, του μαύρου και του χρυσού... με έπιπλα στο χρώμα του σκούρου καφέ ξύλου.
Πέρα από την τραπεζαρία υπήρχε ένα πολύ αναπαυτικό σαλονάκι σε άσπρο χρώμα στο ίδιο ακριβώς ύφος με το γραφείο – προσωπικό χώρο του προσωπικού με χρυσά και καφέ μαξιλάρια ενώ στο τελείωμα του σαλονιού αυτού υπήρχε ένα διαχωριστικό που πίσω από αυτό ήξερα ότι ήταν τα ιδιαίτερα διαμερίσματα του κυρίου Κάλεν... που περιελάμβανε μια κρεβατοκάμαρα με προσωπικό μπάνιο και μια αίθουσα ψυχαγωγίας... ήθελα να πάω να τα εξερευνήσω αλλά για να γίνει αυτό έπρεπε να περάσω πρώτα από μπροστά του και δεν ήθελα να δώσω δικαιώματα... έριξα άλλη μια ματιά προς το μέρος του.
Ήταν ακόμα στην ίδια θέση που τον είχα βρει όταν γύρισα... με την ματιά του να κοιτάει μακριά έξω από το παράθυρο χωρίς ίχνος συναισθήματος να εκδηλώνεται στα υπέροχα χαρακτηριστικά του... αναστέναξα και άφησα τον εαυτό μου για πρώτη φορά να τον επεξεργαστεί.
Η λέξη πανέμορφος τολμώ να πω ότι ωχριά μπροστά στην ομορφιά του... ένας ψηλός... αδύνατος... καλογυμνασμένος άντρας κοντά στα τριάντα... μέσα σε μια πανάκριβη σκουρόχρωμη κουστουμιά να σου κόβει την ανάσα... με σμαραγδένια μάτια και χαλκοκάστανα μαλλιά επιμελώς ατημέλητα να πετάνε από κάθε μεριά και να σε προκαλούν να χώσεις τα δάχτυλά σου μέσα σε αυτά και χαθείς στο μεταξένιο τους άγγιγμα... να τα αναστατώσεις με όλη την σημασία της λέξης παρασυρμένη από το πάθος σου και να τα κάνεις πιο ακατάστατα από ότι ήδη ήταν... Οι γωνίες του προσώπου του ήταν τόσο δελεαστικές... που σε προκαλούσαν να της εξερευνήσεις και να γευτείς κάθε πόντο φιλί φιλί και αυτά τα υπέροχα κόκκινα σαρκώδη χείλια που μόλις δάγκωνε σμίγοντας τα φρύδια του να σε κάνουν να θες να τα χώσεις μέσα στα δικά σου δόντια και παρασυρμένος από το πάθος σου αν σε κάνουν τα δαγκώνεις ξανά και ξανά μέχρι να ακούσεις τα βογκητά του να σε παρασέρνουν σε άλλη διάσταση.
Μια κίνηση του κεφαλιού του προς το μέρος μου με ξάφνιασε και αμέσως ίσιωσα το κορμί μου πιάνοντας το κεφάλι μου με το χέρι μου.. τι διάολο σκέφτομαι;;;... Μπέλα σύνελθε... μην ξεχνάς ποιος είναι και το κυριότερο τι είναι... κούνησα το κεφάλι μου σπασμωδικά για να ξεκαθαρίσω τις σκέψεις μου και με γρήγορες κινήσεις άρχισα να τακτοποιώ τις προμήθειες που είχα μπροστά μου... μέσα σε αυτές βρήκα και καθαρές πετσέτες και μόλις τις έπιασα στο χέρι μου μια ιδέα άστραψε στο μυαλό μου και αμέσως την υλοποίησα.
Κρατώντας τις στο χέρι μου με αέρα και άνεση πέρασα από δίπλα του χωρίς να του ρίξω ούτε μια ματιά και μόλις πέρασα το χώρισμα έμεινα για λίγο να κοιτώ τον χώρο που απλωνόταν μπροστά μου... ήταν σαν να έμπαινα σε άλλη διάσταση.. τόσο διαφορετικό από τον υπόλοιπο αεροπλάνο.
Μια κίνηση του κεφαλιού του προς το μέρος μου με ξάφνιασε και αμέσως ίσιωσα το κορμί μου πιάνοντας το κεφάλι μου με το χέρι μου.. τι διάολο σκέφτομαι;;;... Μπέλα σύνελθε... μην ξεχνάς ποιος είναι και το κυριότερο τι είναι... κούνησα το κεφάλι μου σπασμωδικά για να ξεκαθαρίσω τις σκέψεις μου και με γρήγορες κινήσεις άρχισα να τακτοποιώ τις προμήθειες που είχα μπροστά μου... μέσα σε αυτές βρήκα και καθαρές πετσέτες και μόλις τις έπιασα στο χέρι μου μια ιδέα άστραψε στο μυαλό μου και αμέσως την υλοποίησα.
Κρατώντας τις στο χέρι μου με αέρα και άνεση πέρασα από δίπλα του χωρίς να του ρίξω ούτε μια ματιά και μόλις πέρασα το χώρισμα έμεινα για λίγο να κοιτώ τον χώρο που απλωνόταν μπροστά μου... ήταν σαν να έμπαινα σε άλλη διάσταση.. τόσο διαφορετικό από τον υπόλοιπο αεροπλάνο.
Μπροστά μου ήταν ένας μικρός χώρος με έναν άνετο καναπέ από την μια μεριά που από πάνω της υπήρχε μια τηλεόραση και άλλη μια απέναντι ακριβώς από την μεριά του καναπέ... και στις δύο εισόδους εκεί που στεκόμουν εγώ και στην απέναντι που υπήρχε το άνοιγμα για να σε οδηγήσουν στο πίσω μέρος του Τζετ... υπήρχαν δύο άνετες πολυθρόνες... όλος ο τοίχος ήταν καλυμμένος με μάρμαρο και το ταβάνι το στόλιζε μια υπέροχη οβάλ κατασκευή με κρυφό φωτισμό.
Από την άλλη μεριά του χώρου αναψυχής... υπήρχε ένα μικρό μπαράκι με ότι βάλει ο νους σου σαν διάδρομος και μόλις το περνούσες βρισκόσουν στο τέρμα του Τζετ που σε έκανε να νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε ένα διαστημικό αεροσκάφος.
Από την άλλη μεριά του χώρου αναψυχής... υπήρχε ένα μικρό μπαράκι με ότι βάλει ο νους σου σαν διάδρομος και μόλις το περνούσες βρισκόσουν στο τέρμα του Τζετ που σε έκανε να νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε ένα διαστημικό αεροσκάφος.
Μια υπερυψωμένη εντυπωσιακή κρεβατοκάμαρα σε χρώματα του λευκού και του γκρι... με μαύρα και κόκκινα καλύμματα και με μια τζαμαρία να διαχωρίζει το μέρος... σε ένα εντυπωσιακό ντιζάιν.
Κλείνοντας ασυναίσθητα τα μάτια μου τον φαντάστηκα απάνω σε αυτά με το μαλλί του πιο ανακατεμένο από ποτέ και το καλοσχηματισμένο του κορμί μούσκεμα από τον ιδρώτα της ηδονής... να αγκομαχάει και απελπισμένος να ζητάει για λίγο αέρα και αμέσως το κορμί μου αναρίγησε και ένα αγκομαχητό βγήκε από τα χείλη μου... Χριστέ μου τι σκέφτομαι;;;... Μπέλα σύνελθε δεν σε βλέπω καλά... αυτός ο άνθρωπος το ορκίζομαι μου έχει πάρει τα μυαλά... μούγκρισα θυμωμένα και τα παράτησα.
Στο σημείο της σκάλας αν είναι δυνατόν είχαν βάλει μέχρι και ζαρντινιέρα με αληθινά φυτά... τι άλλο θα δω θεέ μου... γύρισα προς τα πίσω και αποφάσισα να εξερευνήσω και το τελευταίο δωμάτιο που μου απέμεινε που ήταν το μπάνιο τους...
Εντάξει εδώ ένιωθες ότι μπήκες σε μπάνιο σε πολυτελές ξενοδοχείο στα Εμιράτα... όλο διακοσμημένο με πανάκριβο μάρμαρο με χρυσούς νιπτήρες και διάφορους χρυσούς διάκοσμους... θέλει να χέζει και σε χρυσή τουαλέτα ο κώλος του... μην ξεράσω τώρα... σκέφτηκα και αλλάζοντας της ανέγγιχτες πετσέτες γύρισα στο πόστο μου περιμένοντας επιτέλους κάποια στιγμή να ξεκινήσουμε... όταν πέρασα από μπροστά του δεν του έριξα ούτε ένα βλέμμα... και έτσι δεν ήξερα ούτε τι έκανε αλλά ούτε και την διάθεση του... όμως πολύ σύντομα άκουσα τις φωνές μια κλώσας και τότε εκείνος λύθηκε και γύρισε στον χαρακτήρα που μου είχε δείξει από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα και όλα πήραν τον δρόμο τους.
Το ταξίδι κυλούσε ομαλά και κάποια στιγμή χτύπησε το καμπανάκι καλώντας με...
«Τι θα μπορούσα να κάνω για σας;» ρώτησα ευγενικά πάντα με το επαγγελματικό μου ύφος την στιγμή που τους πλησίασα και η κλώσα – μια εντυπωσιακή δίμετρη γυναίκα κοντά στο ύψος του, με μακριά ξανθά... βαμμένα... μαλλιά και καταγάλανα μάτια... με λεπτή σιλουέτα καλογραμμωμένη και κατακόκκινα σαρκώδη χείλια... με κοίταξε με ένα περίεργο ύφος περιφρονητικά αλλά εκείνος μίλησε πρώτος.
«Θα μπορούσαμε να έχουμε το μενού για το δείπνο μας;» ρώτησε ψυχρά.
«Φυσικά κύριε» ανταποκρίθηκα εγώ πάντα με το επαγγελματικό μου ύφος και μπαίνοντας στην κουζίνα πήρα δύο καταλόγους με τα φαγητά που περιείχαν το μενού της ημέρας και γυρίζοντας κοντά τους τους τα έδωσα και περίμενα υπομονετικά να διαλέξουν το φαγητό της αρεσκείας τους.
«Δεν ξέρω...» ξεκίνησε η κλώσα και κοίταξε προς το μέρος του... «Σκέφτομαι κάτι ελαφρύ... ίσως μια πιατέλα με διάφορα τυριά, χαβιάρι και σολομό... και σίγουρα σαμπάνια» να ήξερες και να τα συνδύαζες... σκέφτηκα ξινίζοντας τα μούτρα μου με αηδία μέσα μου αλλά στο ύφος μου δεν άφησα να εκφραστεί τίποτα.
«Εγώ προτιμώ κοτόπουλο...» είπε εκείνος χωρίς να της δίνει σημασία και έτεινε το μενού προς το μέρος μου και κουνώντας το κεφάλι μου καταφατικά, γύρισα πάλι προς το μέρος της για να μου πει την τελική της απόφαση.
«Κάντα δύο» είπε τελικά με απογοήτευση στην φωνή της και μου έδωσε και το δικό της.
«Τι θα θέλατε να πιείτε;»
«ροζέ» είπε αμέσως εκείνος χωρίς να την αφήνει να κάνει κάποια επιλογή και μόλις γύρισα προς το μέρος της είπε με ένα αναστεναγμό.
«Ροζέ» και συνέχισα.
«Και για επιδόρπιο;» πήρε τον λόγο αυτήν την φορά πρώτη η κλώσα του.
«Για επιδόρπιο θέλω παγωτό» δήλωσε χωρίς να σηκώνει αντίρρηση.
«Κάντα δύο» συμφώνησε εκείνος.
«Έχετε κάποια προτίμηση σε γεύσεις;»
«Μμμμ...» ξεκίνησε η κλώσα με ένα πονηρό παιχνίδι αγγίζοντας του την γραβάτα παιχνιδιάρικα τραβώντας τον κοντά της... «Φράουλα...» έγλυψε τα χείλια της... «Σίγουρα μπανάνα...» τα δάγκωσε κοιτώντας τον λάγνα... «Και μπόλικο σιρόπι φρούτων» τελείωσε την φράση της και αρπάζοντας το κάτω του χείλος το τράβηξε απαλά δηλώνοντας ξεκάθαρα σε ποιο δωμάτιο του Τζετ θα γεύονταν τον επιδόρπιο τους.
Αυτό που μου έκανε περισσότερο εντύπωση όμως ήταν η δική του αντίδραση... αντί να μπει στο παιχνίδι εκείνος εκνευρίστηκε με την διαχυτικότητα της και την τράβηξε απαλά προς τα πίσω και γύρισε προς το μέρος μου.
«Κάντα δύο και κοίτα μην τα καθυστερήσεις πολύ γιατί πεινάμε»
«Θα κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ» επιβεβαίωσα και γύρισα να φύγω.
«Και Μπέλα;» με σταμάτησε και γύρισα πάλι προς το μέρος του... «Φέρε μας και μια φρέσκια σαλάτα... ότι νομίζεις ότι ταιριάζει με το κυρίως πιάτο»
«Αμέσως κύριε» ανταποκρίθηκα εγώ και γύρισα στην κουζίνα μου για να ετοιμάσω τα πιάτα τους.
Τα φαγητά ήταν όλα συσκευασμένα και έτοιμα σε ειδικά σκεύη ψησίματος... αλλά ήταν ωμά και θα έπρεπε να τα ψήσω πριν τα σερβίρω... και έτσι αναγκαστικά δεν μπορούσα να τους σερβίρω πιο νωρίς από την απαιτούμενη ώρα ψησίματος που αναγραφόταν πάνω στην συσκευασία τους.
Πήρα ένα ροζέ κρασί... τους το σέρβιρα και γύρισα στην κουζίνα για να ετοιμάσω την σαλάτα... μόλις την τέλειωσα έβαλα ένα σελοφάν από πάνω την έβαλα ξανά στο ψυγείο και έσκυψα για να ανοίξω το κάτω ντουλάπι ώστε να βγάλω έξω τους δίσκους για να σερβίρω και το φαγητό τους ώσπου έμεινα στην ίδια θέση παγωμένη.
«Ελπίζω αυτό που νιώθω να μην είναι κανένα οπλισμένο όπλο γιατί αυτήν την φορά δεν θα διστάσω να πατήσω την σκανδάλη μόλις το πάρω από τα χέρια μου» του πέταξα νευριασμένη από το θράσος του...
Το ταξίδι κυλούσε ομαλά και κάποια στιγμή χτύπησε το καμπανάκι καλώντας με...
«Τι θα μπορούσα να κάνω για σας;» ρώτησα ευγενικά πάντα με το επαγγελματικό μου ύφος την στιγμή που τους πλησίασα και η κλώσα – μια εντυπωσιακή δίμετρη γυναίκα κοντά στο ύψος του, με μακριά ξανθά... βαμμένα... μαλλιά και καταγάλανα μάτια... με λεπτή σιλουέτα καλογραμμωμένη και κατακόκκινα σαρκώδη χείλια... με κοίταξε με ένα περίεργο ύφος περιφρονητικά αλλά εκείνος μίλησε πρώτος.
«Θα μπορούσαμε να έχουμε το μενού για το δείπνο μας;» ρώτησε ψυχρά.
«Φυσικά κύριε» ανταποκρίθηκα εγώ πάντα με το επαγγελματικό μου ύφος και μπαίνοντας στην κουζίνα πήρα δύο καταλόγους με τα φαγητά που περιείχαν το μενού της ημέρας και γυρίζοντας κοντά τους τους τα έδωσα και περίμενα υπομονετικά να διαλέξουν το φαγητό της αρεσκείας τους.
«Δεν ξέρω...» ξεκίνησε η κλώσα και κοίταξε προς το μέρος του... «Σκέφτομαι κάτι ελαφρύ... ίσως μια πιατέλα με διάφορα τυριά, χαβιάρι και σολομό... και σίγουρα σαμπάνια» να ήξερες και να τα συνδύαζες... σκέφτηκα ξινίζοντας τα μούτρα μου με αηδία μέσα μου αλλά στο ύφος μου δεν άφησα να εκφραστεί τίποτα.
«Εγώ προτιμώ κοτόπουλο...» είπε εκείνος χωρίς να της δίνει σημασία και έτεινε το μενού προς το μέρος μου και κουνώντας το κεφάλι μου καταφατικά, γύρισα πάλι προς το μέρος της για να μου πει την τελική της απόφαση.
«Κάντα δύο» είπε τελικά με απογοήτευση στην φωνή της και μου έδωσε και το δικό της.
«Τι θα θέλατε να πιείτε;»
«ροζέ» είπε αμέσως εκείνος χωρίς να την αφήνει να κάνει κάποια επιλογή και μόλις γύρισα προς το μέρος της είπε με ένα αναστεναγμό.
«Ροζέ» και συνέχισα.
«Και για επιδόρπιο;» πήρε τον λόγο αυτήν την φορά πρώτη η κλώσα του.
«Για επιδόρπιο θέλω παγωτό» δήλωσε χωρίς να σηκώνει αντίρρηση.
«Κάντα δύο» συμφώνησε εκείνος.
«Έχετε κάποια προτίμηση σε γεύσεις;»
«Μμμμ...» ξεκίνησε η κλώσα με ένα πονηρό παιχνίδι αγγίζοντας του την γραβάτα παιχνιδιάρικα τραβώντας τον κοντά της... «Φράουλα...» έγλυψε τα χείλια της... «Σίγουρα μπανάνα...» τα δάγκωσε κοιτώντας τον λάγνα... «Και μπόλικο σιρόπι φρούτων» τελείωσε την φράση της και αρπάζοντας το κάτω του χείλος το τράβηξε απαλά δηλώνοντας ξεκάθαρα σε ποιο δωμάτιο του Τζετ θα γεύονταν τον επιδόρπιο τους.
Αυτό που μου έκανε περισσότερο εντύπωση όμως ήταν η δική του αντίδραση... αντί να μπει στο παιχνίδι εκείνος εκνευρίστηκε με την διαχυτικότητα της και την τράβηξε απαλά προς τα πίσω και γύρισε προς το μέρος μου.
«Κάντα δύο και κοίτα μην τα καθυστερήσεις πολύ γιατί πεινάμε»
«Θα κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ» επιβεβαίωσα και γύρισα να φύγω.
«Και Μπέλα;» με σταμάτησε και γύρισα πάλι προς το μέρος του... «Φέρε μας και μια φρέσκια σαλάτα... ότι νομίζεις ότι ταιριάζει με το κυρίως πιάτο»
«Αμέσως κύριε» ανταποκρίθηκα εγώ και γύρισα στην κουζίνα μου για να ετοιμάσω τα πιάτα τους.
Τα φαγητά ήταν όλα συσκευασμένα και έτοιμα σε ειδικά σκεύη ψησίματος... αλλά ήταν ωμά και θα έπρεπε να τα ψήσω πριν τα σερβίρω... και έτσι αναγκαστικά δεν μπορούσα να τους σερβίρω πιο νωρίς από την απαιτούμενη ώρα ψησίματος που αναγραφόταν πάνω στην συσκευασία τους.
Πήρα ένα ροζέ κρασί... τους το σέρβιρα και γύρισα στην κουζίνα για να ετοιμάσω την σαλάτα... μόλις την τέλειωσα έβαλα ένα σελοφάν από πάνω την έβαλα ξανά στο ψυγείο και έσκυψα για να ανοίξω το κάτω ντουλάπι ώστε να βγάλω έξω τους δίσκους για να σερβίρω και το φαγητό τους ώσπου έμεινα στην ίδια θέση παγωμένη.
«Ελπίζω αυτό που νιώθω να μην είναι κανένα οπλισμένο όπλο γιατί αυτήν την φορά δεν θα διστάσω να πατήσω την σκανδάλη μόλις το πάρω από τα χέρια μου» του πέταξα νευριασμένη από το θράσος του...
Σε όλο το ταξίδι μέχρι στιγμής τον αντιμετώπιζα πάντα με το επαγγελματικό μου ύφος χωρίς να του δίνω το δικαίωμα να αμφισβητήσει την δουλειά μου... αλλά μόλις ένιωσα την κίνηση του βγήκα εκτός εαυτού... Πως τολμά το καθίκι... δεν θα τα πάμε καλά... μα καθόλου καλά... Βάζοντας τα χέρια του στην μέση μου έτριψε για λίγο τον ερεθισμό του που ήταν στα όρια του πάνω στα κωλομέρια μου και γελώντας μου απάντησε κοροϊδευτικά.
«Σου μοιάζει για όπλο;» ένα κάψιμο χαμηλά στην κοιλιά μου έκανε την εμφάνιση του από την κίνηση του αυτή τραντάζοντας με και αυτό έφτασε για να με κάνει να ξεπεράσω τα όρια μου... άστο καλό δεν αναγνωρίζω πια ούτε τον ίδιο μου τον εαυτό... πως μπορεί το σώμα μου να αντιδράει έτσι στο άγγιγμα αυτού του πανέμορφου μπάσταρδου... Μπέλα συγκεντρώσου... δεν είναι ώρα για τέτοιες σκέψεις.
«Πάρτω από πάνω μου τώρα πριν το δεις διαλυμένο σε καμία τουρμπίνα... και μετά να σε δω πως θα μπορείς να παίζεις τον γόη» τον απείλησα και ισιώνοντας το κορμί μου δίπλωσα τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου και γύρισα προς το μέρος του σε έξαλλη κατάσταση κοιτώντας τον με μια δολοφονική ματιά την στιγμή που εκείνος πισωπατούσε για να ξεκολλήσει από πάνω μου με ένα περίεργο χαμόγελο να τρεμοπαίζει στα χείλια του.
«Νόμιζα ότι είχαμε κάνει μια συμφωνία» του είπα μέσα από τα δόντια μου εκνευρισμένα χωρίς να αλλάζω ύφος.
«Δεν φταίω εγώ αν με προκαλείς»
«Δεν έχεις καμία δουλειά εδώ μέσα... εκτός και αν θες να πάρεις την θέση μου και να σερβίρεις μόνος σου τις αηδίες που θα φας» του γύρισα ειρωνικά και γέλασε δυνατά.
«Το γυρίσαμε και στον ενικό τώρα;» με ειρωνεύτηκε πίσω και στριφογύρισα τα μάτια μου.
«Ναι ξέχασα πρέπει να χρησιμοποιούμε και τον πληθυντικό αηδίας... στα μούτρα σας» ανασήκωσε το φρύδι του φανερά ξαφνιασμένος και κατεβάζοντας τα χέρια μου και ισιώνοντας το κορμί μου έβαλα το επαγγελματικό μου χαμόγελο και συνέχισα με πιο ψιλή φωνούλα πεταρίζοντας τα μάτια μου όπως θα έκανε η μπάρμπη του.
«Ωωω... κύριε Κάλεν... χίλια συγνώμη για την αυθάδεια μου... τι θα μπορούσα να κάνω για σας;» αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε για εκείνον και πιάνοντας την κοιλιά του άρχισε να χαχανίζει σαν χάνος κλείνοντας τα μάτια του χωρίς να μπορεί να ελέγξει το ξέσπασμα του και στριφογυρίζοντας για άλλη μια φορά τα μάτια μου έκανα μια γκριμάτσα αηδίας και περίμενα υπομονετικά μέχρι να ηρεμήσει επιτέλους και να μου αδειάσει την γωνία ή έστω να μου πει τι θέλει από μένα.
«Ωωω Χριστέ μου εσύ θα με πεθάνεις...» έλεγε μέσα από τα χαχανητά του και ισιώνοντας το κορμί του προσπάθησε να ηρεμήσει με πολύ δυσκολία... «Από που πηγάζει όλη αυτή η αυτοπεποίθηση;... δεν φοβάσαι;» συνέχιζε χαχανίζοντας και του έκοψα την φράση στην μέση συμπληρώνοντας την εγώ.
«Τι; μην με απολύσεις... ναι και τώρα τρέμω... δεν έχεις ιδέα τι καλό θα μου κάνεις» αυτό τον ξάφνιασε περισσότερο και με κοίταξε με δυσπιστία σταματώντας το γέλιο του ξαφνικά.
«Πραγματικά δεν σε νοιάζει;»
«Έχεις διαβάσει το βιογραφικό μου;» τον ρώτησα ανασηκώνοντας τα φρύδια μου προκαλώντας τον.
«Δεν συνηθίζω να το κάνω» ανασήκωσε τους ώμους του.
«Δεν περίμενα κάτι καλύτερο από αυτό... αλλά καλό είναι να ξεκινήσεις να το κάνεις για να ξέρεις τι να περιμένεις την επόμενη φορά»
«Ειλικρινά είσαι το κάτι άλλο... είσαι πάντα τόσο αυθάδεις με όλα σου τα αφεντικά;»
«Μόνο με όσους το αξίζουν» του απάντησα και δάγκωσε τα χείλια του για να μην αφήσει τον νέο κύμα ξεσπάσματος να τον κάνει να παρασυρθεί.
«Ναι αλλά έτσι όπως το πας όμως θα καταστρέψεις την καριέρα σου»
«Έχω χτίσει με την αξία μου πάρα πολύ καλά την καριέρα μου και κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό... για ποιον λόγο νομίζεις ότι ήρθε ή ίδια η ιδιαιτέρα γραμματέας του πατέρα σου να μου κάνει αυτήν την πρόταση» στην λέξει πρόταση έκανα μια γκριμάτσα αηδίας δηλώνοντας ανοιχτά ότι ήδη το είχα μετανιώσει που τελικά την δέχτηκα.
«Και τότε γιατί δέχτηκες να συνεχίσεις;» ρώτησε τώρα με πραγματική περιέργεια.
«Πίστεψε με όλη αυτήν την ώρα ακριβώς το ίδιο αναρωτιέμαι και εγώ»
«Και τελικά που κατέληξες;» συνέχισε εκείνος σταυρώνοντας τα χέρια του στο στήθος ρίχνοντας το βάρος στον μπάγκο για να υποβασταχτεί... η προσωποποίηση της χαλαρότητας.
«Πουθενά» είπα ειλικρινά ανασηκώνοντας τους όμως μου και αντιγράφοντας τον, πήρα και εγώ την ίδια στάση με την δική του και δαγκώθηκε για άλλη μια φορά για να μην γελάσει με την αναίδεια μου.
«Πως κατάφερες να κρατηθείς τόσο ψύχραιμη;»
«Δεν είναι η πρώτη φορά που βρέθηκα υπό την απειλή όπλου... εδώ κατάφερα να εξουδετερώσω έναν απεσταλμένο του Μπιλ Άντεν... σε σένα θα κώλωνα;» του είπα ψυχρά και το ξάφνιασμα στον ύφος του δεν μου πέρασε απαρατήρητο.
«Έχεις βρεθεί σε κατάσταση ομηρίας;» ρώτησε δύσπιστα και ανασήκωσα για άλλη μια φορά τους ώμους μου επιβεβαιώνοντας το αδιάφορα.
«Δύο φορές»
«Μωρέ μπράβο...» είπε με θαυμασμό και συνέχισε... «Και δεν σου φαίνεται» συνέχισε πειραχτικά.
«Είμαι αυτό που λένε... μικρή στο μάτι»
«Είμαι σίγουρος ότι θα είσαι μεγάλη στο κρεβάτι» συνέχισε την φράση μου και τον κοίταξα αηδιασμένη.
«Τι κρίμα για σένα που δεν θα σου δοθεί ποτέ η ευκαιρία να το διαπιστώσεις και μόνος σου» του το επιβεβαίωσα με την ίδια αηδιασμένη γκριμάτσα κοιτώντας τον προκλητικά... και γέλασε για άλλη μια φορά κουνώντας το κεφάλι του πέρα δώθε κοιτώντας προς τα πλάγια.
«Όπως και να έχει όμως... κάτι πάνω σου δηλώνει πολλά περισσότερα... μια απλή εκπαίδευση αεροσυνοδού... δεν σου δίνει τόσο αέρα και τόση αυτοπεποίθηση σαν και την δική σου»
«Ο πατέρας μου είναι αστυνομικός... με έμαθε από μικρή ηλικία πως να προστατεύω τον εαυτό μου από κάτι...» με κοίταξε προειδοποιητικά για να μην το χοντρύνω αλλά εγώ συνέχισα έτσι κι αλλιώς... «Μαλάκες σαν και του λόγου σου» αυτό τον έβγαλε από τα ρούχα του και ισιώνοντας το κορμί του ήρθε απειλητικά προς το μέρος μου... αμέσως πήρα θέση ετοιμότητας για να τον αντιμετωπίσω κοιτώντας τον προειδοποιητικά στα μάτια και κάτι στο ύφος μου τον ξάφνιασε και σταμάτησε τον βηματισμό του αλλά όχι και αυτό που ήθελε να μου πει εξαρχής.
«Για άκου να σου πω... ως εδώ... ποια διάολο νομίζεις ότι είσαι;» η εμφάνιση της μπάρμπης του μου έκοψε οποιαδήποτε αντίδραση.
«Μωρό μου... τι συμβαίνει εδώ;» τον ρώτησε με συρτή φωνούλα... κοιτώντας με απαξιωτικά από πάνω μέχρι κάτω τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από τα μπράτσα του και εκείνος γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος της ακόμα πολύ εκνευρισμένος.
«Τίποτα που να σε αφορά...» της πέταξε έξαλλος και εκείνη του πετάρισε τα μάτια της για να τον κατευνάσει... κάνοντας ένα ναζιάρικο μουτράκι σαν πληγωμένο κουτάβι... και εκείνος ξεφυσώντας χαλάρωσε τον τόνο της φωνής του καθώς και την στάση του σώματος του... της έδωσε ένα βαθύ φιλί στο στόμα και κατέθεσε τα όπλα... μην ξεράσω τώρα... «Συγνώμη μωρό μου αλλά είχα ένα θέμα με το προσωπικό»
«Πολύ αέρα της έχεις δώσει αυτής... δεν μου αρέσουν τα μούτρα της καθόλου» είπε περιφρονητικά και την στιγμή που ο Έντουαρντ δεν κοίταζε της έκανα μια κοροϊδευτική γκριμάτσα και με κοίταξε σοκαρισμένη... βλέποντας την φάτσα της εκείνος γύρισε απότομα προς το μέρος μου για να δει και εκείνος τον λόγο του ξαφνιάσματος της αλλά εγώ είχα ήδη προλάβει να αλλάξω την έκφραση μου και την ώρα που γύρισε προς το μέρος μου τον κοίταξα με το επαγγελματικό σοβαρό μου ύφος... και έσμιξε τα φρύδια του με απορία.... αλλά δεν είπε τίποτα άλλο πάνω σε αυτό.
«Αργεί πολύ το φαγητό μας;» άλλαξε την κουβέντα και κρατήθηκα για να μην του δώσω μια πιο κατάλληλη απάντηση.
«Όχι κύριε... σε 20 λεπτά θα σας το σερβίρω»
«20 λεπτά;» ρώτησε εκείνος εκνευρισμένος και κρατήθηκα να μην γελάσω.
«Συγνώμη κύριε... τόσο θέλει ακόμα για να ετοιμαστεί»
«Να το ετοιμάσεις πιο γρήγορα» μου γύρισε είμαι σίγουρα για να μου την πει.
«Με συγχωρείτε κύριε.. αλλά τόσο θέλει για να ετοιμαστεί...» επέμενα εγώ πάντα με το επαγγελματικό μου ύφος χωρίς να του δίνω λαβή για να αμφισβητήσει την δουλειά μου... «Δεν μπορώ να το σερβίρω πιο νωρίς... εκτός και αν το προτιμάτε μισοψημένο» συνέχισα πάντα επαγγελματικά και σοβαρά αλλά κατά βάθος τον προκαλούσα με τον τρόπο μου... εκείνος ξεφύσησε και αποφάσισε να το αφήσει εδώ το θέμα... αλλά στην ματιά του είδα να αστράφτει μια ιδέα και δεν άργησε να την υλοποιήσει... ήμουν σίγουρη ότι όλες του οι κινήσεις από εδώ και πέρα θα ήταν απλά και μόνο για να με προκαλέσει περισσότερο.
«Μμμ... νομίζω ότι είναι τέλειος χρόνος για το πρώτο μας ορεκτικό» είπε αυτάρεσκα εκείνος γυρίζοντας την πλάτη του προς το μέρος μου απευθυνόμενος προς την μπάρμπη του... πιάνοντας την από την μέση και αμέσως τα χείλια του βρέθηκαν πάνω στον λαιμό της φιλώντας την επιδεικτικά λαίμαργα για να της δείξει τα κίνητρα του και εκείνη το έπιασε και τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του έγειρε το κεφάλι της προς τα πίσω για να του δώσει καλύτερη πρόσβαση ώστε να συνεχίσει.
«Δεν είναι άσχημη ιδέα...» είπε μέσα από ένα τελείως βαθύ και προσποιητό βογκητό και τύλιξε το ένα της πόδι γύρω από τα δικά του για να τον φέρει πιο κοντά της και γυρίζοντας την φάτσα της προς το μέρος μου είπε με αυστηρό τόνο στην φωνή της λες και ήταν το αφεντικό εδώ μέσα... «Εσύ... δεν μας αφήνεις λίγο μόνους»
«Πολύ ευχαρίστως... δεν συνηθίζω να παίρνω μάτι... αλλά αν το κάνω τότε θα αναγκαστείτε να φάτε το φαγητό σας καρκαλιασμένο... και από όσο ξέρω τουλάχιστον οοο...» εραστής της πεντάρας... ήμουν έτοιμη να πω αλλά η ματιά του μου έκοψε την φράση στην μέση και καθαρίζοντας τον λαιμό μου συνέχισα πιο ήρεμα... «Ο κύριος Κάλεν... δεν συνηθίζει να τρώει τα φαγητά του ξεροψημένα»
«Και που ξέρεις εσύ πως τρώω ή δεν τρώω τα φαγητά μου;»
«Θέλετε να σας απαντήσω τώρα σε αυτήν σας την απορία;» του γύρισα πίσω με αυθάδεια και η μπάρμπη πήρε και πάλι τον λόγο.
«Πως ανέχεσαι να σου μιλάει έτσι αυτό το αυθάδικο πράγμα» πράγμα να πεις την μάνα σου... πήγα να της πετάξω αλλά κρατήθηκα.
«Πάμε να φύγουμε από εδώ... και έννοια σου θα την κανονίσω εγώ όταν θα έρθει η ώρα της» είπε τραβώντας την από την μέση παρασέρνοντας τον προς τα έξω.
«Στο χαρτί της απόλυσης μην ξεχάσεις να βάλεις και τον αρχικό λόγο που σε έκανε να πάρεις αυτήν σου την απόφαση...» του πέταξα θίγοντας το συμβάν που είχε διαδραματιστεί μεταξύ μας και γύρισε προς το μέρος μου με δολοφονική ματιά... μαλάκα... είπα από μέσα μου για να μην το κάνω χειρότερο και τελικά εκείνος τα παράτησε και η μπάρμπη πήρε και πάλι τα ινία στα χέρια της.
«Έλα αγάπη μου... πολύ σημασία δώσαμε στο δουλικό... πάμε να χαρούμε τον έρωτα μας στο δωμάτιο σου... μακριά από τα ζηλιάρικα αυθάδικα βλέμματα αυτού του απαίσιου δουλικού... αλήθεια που την πέτυχες;» είπε στριφογυρίζοντας τα μάτια της και εκείνος έγινε ακόμα πιο έξαλλος.
«Επίτηδες το κάνεις;» της είπε άγρια και τυλίγοντας για άλλη μια φορά τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του μαλάκωσε την φωνή της και συνέχισε πιο ναζιάρικα.
«Σε παρακαλώ... μην χαλάμε την μέρα μας γι αυτήν» είπε παρακλητικά κοιτώντας τον μέσα στα μάτια και περνώντας το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του αναστέναξε και κατένευσε.
Εκείνη έγειρε κοντά του και άρχισε να τον φιλάει με πάθος... φροντίζοντας να είναι γυρισμένη προς το μέρος μου ώστε να μπορεί να με κοιτάει... τα μάτια της χαμογελούσαν αυτάρεσκα με ένα ύφος νικητή και τότε δεν άντεξα άλλο... άνοιξα το στόμα μου και βγάζοντας την γλώσσα μου έξω έβαλα μέσα το δάχτυλο μου και της έκανα μια γκριμάτσα εμετού... αυτό την έβγαλε τελείως από τα ρούχα της και σταματώντας το φιλί τους πήγε να μου επιτεθεί αλλά την πρόλαβα.
«Δεν πάτε κάπου αλλού να βγάλετε τα μάτια σας για να μην σας σερβίρω το φαΐ με μια ωραιότατη όξινη σάλτσα από πάνω;»
«Πως τολμάς...» ξεκίνησε εκείνη αλλά πιάνοντας της το χέρι ο Έντουαρντ την σταμάτησε και με κοίταξε σκληρά στα μάτια.
«Με σένα θα τα πούμε αργότερα... εσύ προχώρα μέσα γιατί δεν θέλω πολύ να ξεσπάσω απάνω σου» της δήλωσε με ένα δολοφονικό ύφος και εκείνη αμέσως μαζεύτηκε και έκανε αυτό που της είπε... γύρισε για άλλη μια φορά τα μούτρα του προς το μέρος μου.
Τρίζοντας τα δόντια του και σχηματίζοντας τα χέρια του σε μπουνιές έμεινε στην ίδια θέση να με κοιτάει μοχθηρά χωρίς να λέει τίποτα άλλο... τι στο διάολο σκέφτεται αυτό το παρανοϊκό μυαλό... δεν το χόντρυνα περισσότερο... παρέμεινα στην ίδια θέση με ανέκφραστο βλέμμα χωρίς να μιλώ μέχρι που εκείνος αποφάσισε να φύγει.
Πρέπει οπωσδήποτε να τον κοιτάξει ένας ειδικός... δεν υπάρχει περίπτωση.
«Σου μοιάζει για όπλο;» ένα κάψιμο χαμηλά στην κοιλιά μου έκανε την εμφάνιση του από την κίνηση του αυτή τραντάζοντας με και αυτό έφτασε για να με κάνει να ξεπεράσω τα όρια μου... άστο καλό δεν αναγνωρίζω πια ούτε τον ίδιο μου τον εαυτό... πως μπορεί το σώμα μου να αντιδράει έτσι στο άγγιγμα αυτού του πανέμορφου μπάσταρδου... Μπέλα συγκεντρώσου... δεν είναι ώρα για τέτοιες σκέψεις.
«Πάρτω από πάνω μου τώρα πριν το δεις διαλυμένο σε καμία τουρμπίνα... και μετά να σε δω πως θα μπορείς να παίζεις τον γόη» τον απείλησα και ισιώνοντας το κορμί μου δίπλωσα τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου και γύρισα προς το μέρος του σε έξαλλη κατάσταση κοιτώντας τον με μια δολοφονική ματιά την στιγμή που εκείνος πισωπατούσε για να ξεκολλήσει από πάνω μου με ένα περίεργο χαμόγελο να τρεμοπαίζει στα χείλια του.
«Νόμιζα ότι είχαμε κάνει μια συμφωνία» του είπα μέσα από τα δόντια μου εκνευρισμένα χωρίς να αλλάζω ύφος.
«Δεν φταίω εγώ αν με προκαλείς»
«Δεν έχεις καμία δουλειά εδώ μέσα... εκτός και αν θες να πάρεις την θέση μου και να σερβίρεις μόνος σου τις αηδίες που θα φας» του γύρισα ειρωνικά και γέλασε δυνατά.
«Το γυρίσαμε και στον ενικό τώρα;» με ειρωνεύτηκε πίσω και στριφογύρισα τα μάτια μου.
«Ναι ξέχασα πρέπει να χρησιμοποιούμε και τον πληθυντικό αηδίας... στα μούτρα σας» ανασήκωσε το φρύδι του φανερά ξαφνιασμένος και κατεβάζοντας τα χέρια μου και ισιώνοντας το κορμί μου έβαλα το επαγγελματικό μου χαμόγελο και συνέχισα με πιο ψιλή φωνούλα πεταρίζοντας τα μάτια μου όπως θα έκανε η μπάρμπη του.
«Ωωω... κύριε Κάλεν... χίλια συγνώμη για την αυθάδεια μου... τι θα μπορούσα να κάνω για σας;» αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε για εκείνον και πιάνοντας την κοιλιά του άρχισε να χαχανίζει σαν χάνος κλείνοντας τα μάτια του χωρίς να μπορεί να ελέγξει το ξέσπασμα του και στριφογυρίζοντας για άλλη μια φορά τα μάτια μου έκανα μια γκριμάτσα αηδίας και περίμενα υπομονετικά μέχρι να ηρεμήσει επιτέλους και να μου αδειάσει την γωνία ή έστω να μου πει τι θέλει από μένα.
«Ωωω Χριστέ μου εσύ θα με πεθάνεις...» έλεγε μέσα από τα χαχανητά του και ισιώνοντας το κορμί του προσπάθησε να ηρεμήσει με πολύ δυσκολία... «Από που πηγάζει όλη αυτή η αυτοπεποίθηση;... δεν φοβάσαι;» συνέχιζε χαχανίζοντας και του έκοψα την φράση στην μέση συμπληρώνοντας την εγώ.
«Τι; μην με απολύσεις... ναι και τώρα τρέμω... δεν έχεις ιδέα τι καλό θα μου κάνεις» αυτό τον ξάφνιασε περισσότερο και με κοίταξε με δυσπιστία σταματώντας το γέλιο του ξαφνικά.
«Πραγματικά δεν σε νοιάζει;»
«Έχεις διαβάσει το βιογραφικό μου;» τον ρώτησα ανασηκώνοντας τα φρύδια μου προκαλώντας τον.
«Δεν συνηθίζω να το κάνω» ανασήκωσε τους ώμους του.
«Δεν περίμενα κάτι καλύτερο από αυτό... αλλά καλό είναι να ξεκινήσεις να το κάνεις για να ξέρεις τι να περιμένεις την επόμενη φορά»
«Ειλικρινά είσαι το κάτι άλλο... είσαι πάντα τόσο αυθάδεις με όλα σου τα αφεντικά;»
«Μόνο με όσους το αξίζουν» του απάντησα και δάγκωσε τα χείλια του για να μην αφήσει τον νέο κύμα ξεσπάσματος να τον κάνει να παρασυρθεί.
«Ναι αλλά έτσι όπως το πας όμως θα καταστρέψεις την καριέρα σου»
«Έχω χτίσει με την αξία μου πάρα πολύ καλά την καριέρα μου και κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό... για ποιον λόγο νομίζεις ότι ήρθε ή ίδια η ιδιαιτέρα γραμματέας του πατέρα σου να μου κάνει αυτήν την πρόταση» στην λέξει πρόταση έκανα μια γκριμάτσα αηδίας δηλώνοντας ανοιχτά ότι ήδη το είχα μετανιώσει που τελικά την δέχτηκα.
«Και τότε γιατί δέχτηκες να συνεχίσεις;» ρώτησε τώρα με πραγματική περιέργεια.
«Πίστεψε με όλη αυτήν την ώρα ακριβώς το ίδιο αναρωτιέμαι και εγώ»
«Και τελικά που κατέληξες;» συνέχισε εκείνος σταυρώνοντας τα χέρια του στο στήθος ρίχνοντας το βάρος στον μπάγκο για να υποβασταχτεί... η προσωποποίηση της χαλαρότητας.
«Πουθενά» είπα ειλικρινά ανασηκώνοντας τους όμως μου και αντιγράφοντας τον, πήρα και εγώ την ίδια στάση με την δική του και δαγκώθηκε για άλλη μια φορά για να μην γελάσει με την αναίδεια μου.
«Πως κατάφερες να κρατηθείς τόσο ψύχραιμη;»
«Δεν είναι η πρώτη φορά που βρέθηκα υπό την απειλή όπλου... εδώ κατάφερα να εξουδετερώσω έναν απεσταλμένο του Μπιλ Άντεν... σε σένα θα κώλωνα;» του είπα ψυχρά και το ξάφνιασμα στον ύφος του δεν μου πέρασε απαρατήρητο.
«Έχεις βρεθεί σε κατάσταση ομηρίας;» ρώτησε δύσπιστα και ανασήκωσα για άλλη μια φορά τους ώμους μου επιβεβαιώνοντας το αδιάφορα.
«Δύο φορές»
«Μωρέ μπράβο...» είπε με θαυμασμό και συνέχισε... «Και δεν σου φαίνεται» συνέχισε πειραχτικά.
«Είμαι αυτό που λένε... μικρή στο μάτι»
«Είμαι σίγουρος ότι θα είσαι μεγάλη στο κρεβάτι» συνέχισε την φράση μου και τον κοίταξα αηδιασμένη.
«Τι κρίμα για σένα που δεν θα σου δοθεί ποτέ η ευκαιρία να το διαπιστώσεις και μόνος σου» του το επιβεβαίωσα με την ίδια αηδιασμένη γκριμάτσα κοιτώντας τον προκλητικά... και γέλασε για άλλη μια φορά κουνώντας το κεφάλι του πέρα δώθε κοιτώντας προς τα πλάγια.
«Όπως και να έχει όμως... κάτι πάνω σου δηλώνει πολλά περισσότερα... μια απλή εκπαίδευση αεροσυνοδού... δεν σου δίνει τόσο αέρα και τόση αυτοπεποίθηση σαν και την δική σου»
«Ο πατέρας μου είναι αστυνομικός... με έμαθε από μικρή ηλικία πως να προστατεύω τον εαυτό μου από κάτι...» με κοίταξε προειδοποιητικά για να μην το χοντρύνω αλλά εγώ συνέχισα έτσι κι αλλιώς... «Μαλάκες σαν και του λόγου σου» αυτό τον έβγαλε από τα ρούχα του και ισιώνοντας το κορμί του ήρθε απειλητικά προς το μέρος μου... αμέσως πήρα θέση ετοιμότητας για να τον αντιμετωπίσω κοιτώντας τον προειδοποιητικά στα μάτια και κάτι στο ύφος μου τον ξάφνιασε και σταμάτησε τον βηματισμό του αλλά όχι και αυτό που ήθελε να μου πει εξαρχής.
«Για άκου να σου πω... ως εδώ... ποια διάολο νομίζεις ότι είσαι;» η εμφάνιση της μπάρμπης του μου έκοψε οποιαδήποτε αντίδραση.
«Μωρό μου... τι συμβαίνει εδώ;» τον ρώτησε με συρτή φωνούλα... κοιτώντας με απαξιωτικά από πάνω μέχρι κάτω τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από τα μπράτσα του και εκείνος γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος της ακόμα πολύ εκνευρισμένος.
«Τίποτα που να σε αφορά...» της πέταξε έξαλλος και εκείνη του πετάρισε τα μάτια της για να τον κατευνάσει... κάνοντας ένα ναζιάρικο μουτράκι σαν πληγωμένο κουτάβι... και εκείνος ξεφυσώντας χαλάρωσε τον τόνο της φωνής του καθώς και την στάση του σώματος του... της έδωσε ένα βαθύ φιλί στο στόμα και κατέθεσε τα όπλα... μην ξεράσω τώρα... «Συγνώμη μωρό μου αλλά είχα ένα θέμα με το προσωπικό»
«Πολύ αέρα της έχεις δώσει αυτής... δεν μου αρέσουν τα μούτρα της καθόλου» είπε περιφρονητικά και την στιγμή που ο Έντουαρντ δεν κοίταζε της έκανα μια κοροϊδευτική γκριμάτσα και με κοίταξε σοκαρισμένη... βλέποντας την φάτσα της εκείνος γύρισε απότομα προς το μέρος μου για να δει και εκείνος τον λόγο του ξαφνιάσματος της αλλά εγώ είχα ήδη προλάβει να αλλάξω την έκφραση μου και την ώρα που γύρισε προς το μέρος μου τον κοίταξα με το επαγγελματικό σοβαρό μου ύφος... και έσμιξε τα φρύδια του με απορία.... αλλά δεν είπε τίποτα άλλο πάνω σε αυτό.
«Αργεί πολύ το φαγητό μας;» άλλαξε την κουβέντα και κρατήθηκα για να μην του δώσω μια πιο κατάλληλη απάντηση.
«Όχι κύριε... σε 20 λεπτά θα σας το σερβίρω»
«20 λεπτά;» ρώτησε εκείνος εκνευρισμένος και κρατήθηκα να μην γελάσω.
«Συγνώμη κύριε... τόσο θέλει ακόμα για να ετοιμαστεί»
«Να το ετοιμάσεις πιο γρήγορα» μου γύρισε είμαι σίγουρα για να μου την πει.
«Με συγχωρείτε κύριε.. αλλά τόσο θέλει για να ετοιμαστεί...» επέμενα εγώ πάντα με το επαγγελματικό μου ύφος χωρίς να του δίνω λαβή για να αμφισβητήσει την δουλειά μου... «Δεν μπορώ να το σερβίρω πιο νωρίς... εκτός και αν το προτιμάτε μισοψημένο» συνέχισα πάντα επαγγελματικά και σοβαρά αλλά κατά βάθος τον προκαλούσα με τον τρόπο μου... εκείνος ξεφύσησε και αποφάσισε να το αφήσει εδώ το θέμα... αλλά στην ματιά του είδα να αστράφτει μια ιδέα και δεν άργησε να την υλοποιήσει... ήμουν σίγουρη ότι όλες του οι κινήσεις από εδώ και πέρα θα ήταν απλά και μόνο για να με προκαλέσει περισσότερο.
«Μμμ... νομίζω ότι είναι τέλειος χρόνος για το πρώτο μας ορεκτικό» είπε αυτάρεσκα εκείνος γυρίζοντας την πλάτη του προς το μέρος μου απευθυνόμενος προς την μπάρμπη του... πιάνοντας την από την μέση και αμέσως τα χείλια του βρέθηκαν πάνω στον λαιμό της φιλώντας την επιδεικτικά λαίμαργα για να της δείξει τα κίνητρα του και εκείνη το έπιασε και τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του έγειρε το κεφάλι της προς τα πίσω για να του δώσει καλύτερη πρόσβαση ώστε να συνεχίσει.
«Δεν είναι άσχημη ιδέα...» είπε μέσα από ένα τελείως βαθύ και προσποιητό βογκητό και τύλιξε το ένα της πόδι γύρω από τα δικά του για να τον φέρει πιο κοντά της και γυρίζοντας την φάτσα της προς το μέρος μου είπε με αυστηρό τόνο στην φωνή της λες και ήταν το αφεντικό εδώ μέσα... «Εσύ... δεν μας αφήνεις λίγο μόνους»
«Πολύ ευχαρίστως... δεν συνηθίζω να παίρνω μάτι... αλλά αν το κάνω τότε θα αναγκαστείτε να φάτε το φαγητό σας καρκαλιασμένο... και από όσο ξέρω τουλάχιστον οοο...» εραστής της πεντάρας... ήμουν έτοιμη να πω αλλά η ματιά του μου έκοψε την φράση στην μέση και καθαρίζοντας τον λαιμό μου συνέχισα πιο ήρεμα... «Ο κύριος Κάλεν... δεν συνηθίζει να τρώει τα φαγητά του ξεροψημένα»
«Και που ξέρεις εσύ πως τρώω ή δεν τρώω τα φαγητά μου;»
«Θέλετε να σας απαντήσω τώρα σε αυτήν σας την απορία;» του γύρισα πίσω με αυθάδεια και η μπάρμπη πήρε και πάλι τον λόγο.
«Πως ανέχεσαι να σου μιλάει έτσι αυτό το αυθάδικο πράγμα» πράγμα να πεις την μάνα σου... πήγα να της πετάξω αλλά κρατήθηκα.
«Πάμε να φύγουμε από εδώ... και έννοια σου θα την κανονίσω εγώ όταν θα έρθει η ώρα της» είπε τραβώντας την από την μέση παρασέρνοντας τον προς τα έξω.
«Στο χαρτί της απόλυσης μην ξεχάσεις να βάλεις και τον αρχικό λόγο που σε έκανε να πάρεις αυτήν σου την απόφαση...» του πέταξα θίγοντας το συμβάν που είχε διαδραματιστεί μεταξύ μας και γύρισε προς το μέρος μου με δολοφονική ματιά... μαλάκα... είπα από μέσα μου για να μην το κάνω χειρότερο και τελικά εκείνος τα παράτησε και η μπάρμπη πήρε και πάλι τα ινία στα χέρια της.
«Έλα αγάπη μου... πολύ σημασία δώσαμε στο δουλικό... πάμε να χαρούμε τον έρωτα μας στο δωμάτιο σου... μακριά από τα ζηλιάρικα αυθάδικα βλέμματα αυτού του απαίσιου δουλικού... αλήθεια που την πέτυχες;» είπε στριφογυρίζοντας τα μάτια της και εκείνος έγινε ακόμα πιο έξαλλος.
«Επίτηδες το κάνεις;» της είπε άγρια και τυλίγοντας για άλλη μια φορά τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του μαλάκωσε την φωνή της και συνέχισε πιο ναζιάρικα.
«Σε παρακαλώ... μην χαλάμε την μέρα μας γι αυτήν» είπε παρακλητικά κοιτώντας τον μέσα στα μάτια και περνώντας το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του αναστέναξε και κατένευσε.
Εκείνη έγειρε κοντά του και άρχισε να τον φιλάει με πάθος... φροντίζοντας να είναι γυρισμένη προς το μέρος μου ώστε να μπορεί να με κοιτάει... τα μάτια της χαμογελούσαν αυτάρεσκα με ένα ύφος νικητή και τότε δεν άντεξα άλλο... άνοιξα το στόμα μου και βγάζοντας την γλώσσα μου έξω έβαλα μέσα το δάχτυλο μου και της έκανα μια γκριμάτσα εμετού... αυτό την έβγαλε τελείως από τα ρούχα της και σταματώντας το φιλί τους πήγε να μου επιτεθεί αλλά την πρόλαβα.
«Δεν πάτε κάπου αλλού να βγάλετε τα μάτια σας για να μην σας σερβίρω το φαΐ με μια ωραιότατη όξινη σάλτσα από πάνω;»
«Πως τολμάς...» ξεκίνησε εκείνη αλλά πιάνοντας της το χέρι ο Έντουαρντ την σταμάτησε και με κοίταξε σκληρά στα μάτια.
«Με σένα θα τα πούμε αργότερα... εσύ προχώρα μέσα γιατί δεν θέλω πολύ να ξεσπάσω απάνω σου» της δήλωσε με ένα δολοφονικό ύφος και εκείνη αμέσως μαζεύτηκε και έκανε αυτό που της είπε... γύρισε για άλλη μια φορά τα μούτρα του προς το μέρος μου.
Τρίζοντας τα δόντια του και σχηματίζοντας τα χέρια του σε μπουνιές έμεινε στην ίδια θέση να με κοιτάει μοχθηρά χωρίς να λέει τίποτα άλλο... τι στο διάολο σκέφτεται αυτό το παρανοϊκό μυαλό... δεν το χόντρυνα περισσότερο... παρέμεινα στην ίδια θέση με ανέκφραστο βλέμμα χωρίς να μιλώ μέχρι που εκείνος αποφάσισε να φύγει.
Πρέπει οπωσδήποτε να τον κοιτάξει ένας ειδικός... δεν υπάρχει περίπτωση.