Λούζοντας το κεφάλι μου άφησα το νερό να ρέει απάνω μου για να ξεβγάλει τα μαλλιά μου από τους αφρούς και παίρνοντας το φυσικό σφουγγάρι από το καλαθάκι που υπήρχε στο πάτωμα έβαλα λίγο από το αφρόλουτρο που βρήκα μπροστά μου και ξεκίνησα να καθαρίζω το σώμα μου από το ξεραμένο αίμα.
Το νερό σιγά σιγά άρχισε να κάνει την δουλειά του και χαλαρώνοντας όλες μου τις αισθήσεις με παρέσυρε στον κόσμο των ονείρων κάνοντας το κορμί μου να αναριγάτε... έκλεισα τα μάτια γέρνοντας το κεφάλι μου προς τα πίσω και με το σφουγγάρι ξεκινώντας από τον λαιμό μου και κατηφορίζοντας άρχισα να το τρίβω με απαλές κινήσεις διεγείροντας το παρασυρμένη από τις εικόνες που ξεπηδούσαν μέσα στο μυαλό μου αφήνοντας τον εαυτό μου να απολαύσει την στιγμή.
Ένα χέρι με συγκράτησε από την μέση και ένα άλλο παραμέριζε τα μαλλιά μου προς τα πίσω και την στιγμή που αναπήδησα από το ξάφνιασμα η φωνή του Έντουαρντ με επανέφερε στην πραγματικότητα.
«Mμμμ... κάποιο άτακτο κορίτσι κάνει βρώμικες σκέψεις;» ρώτησε ενώ κόλλαγε τα χείλια του πάνω στον λαιμό μου και χαλαρώνοντας περισσότερο ακούμπησα το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του αφήνοντας του το περιθώριο να συνεχίσει.
«Mμμχχχμμμ» επιβεβαίωσα και εκείνος αναστέναξε βαθιά μέσα στο αυτί μου δαγκώνοντας απαλά τον λοβό.
«Θα της μοιραστείς μαζί μου;» ρώτησε με βαθιά φωνή συνεχίζοντας να σκορπίζει ρουφηχτά φιλιά πάνω στον λαιμό μου τόσο απαλά και τόσο βασανιστικά που το σώμα μου από αντίδραση άρχισε να τρέμει.
«Τι θα μου δώσεις για αντάλλαγμα» τον προκάλεσα εγώ βογκώντας ανάμεσα στις λέξεις.
«Τι θα έλεγες για αυτό;» ρώτησε εκείνος πίσω βάζοντας τον ερεθισμό του που ήταν καυτός και σκληρός ανάμεσα στα πόδια μου... και συναντώντας την καυτή μου σάρκα άρχισε να την τρίβει απαλά... με αργές και βασανιστικές κινήσεις... βόγκηξα δυνατά και τυλίγοντας το ένα μου χέρι γύρω από τον λαιμό του έπιασα τον ρυθμό του και προσπάθησα να τον αυξήσω αλλά εκείνος δεν μου έκανε την χάρη.
«Αακαα... πρώτα θα μου πεις» είπε αυστηρά και τα φιλιά του πάνω στον λαιμό μου έγιναν πιο λαίμαργα... πήρε το σφουγγάρι από το χέρι μου και συνέχισε να καθαρίζει το σώμα μου με τον ίδιο ρυθμό που με βασάνιζαν τα χείλια του και ο ερεθισμός του ταυτόχρονα και βγάζοντας μία κραυγή τέντωσα το σώμα μου και αφέθηκα στα χάδια του βάζοντας το ελεύθερο μου χέρι πάνω στο δικό του που με σαπούνιζε... προσπαθώντας να τον αναγκάσω να το κατεβάσει πιο χαμηλά χωρίς να μιλάω.
«Αακαα... πρώτα θα μου πεις... άτακτο κορίτσι» επανέλαβε βασανίζοντας με περισσότερο.
«Σε παρακαλώ» προσπάθησα μάταια να τον μεταπείσω.
«Μμμμ... μου αρέσει να με παρακαλάς» είπε ευχαριστημένος με την ανταπόκριση μου και για να με βασανίσει περισσότερο ελάττωσε και άλλο τις κινήσεις του και αν είναι δυνατόν της έκανε τόσο αργές που κόντεψα να ουρλιάξω... η καρδιά μου είχε σπάσει το κοντέρ και η αναπνοή μου έβγαινε με δυσκολία.
«Σε παρακαλώ... Έντουαρντ μην με βασανίζεις άλλο» κλαψούρισα μέσα από λυγμούς που έπνιγαν τον λαιμό μου από την έξαψη που μου είχε προκαλέσει.
«Πρώτα θα μου πεις» συνέχισε εκείνος και άρχισα να κάνω σαν μικρό πεισματάρικο παιδί που ήθελε να του πάρουν οι γονείς του ένα παιχνίδι.
«Τι σου έχω κάνει και με βασανίζεις έτσιιιιιι» κλαψούριζα χτυπώντας το πόδι μου στο πάτωμα και τραντάζοντας όλο μου το κορμί έκλαιγα ψεύτικα... αληθινά για μένα... εκείνος γέλασε σιγανά αλλά δεν τα παράτησε.
«Πρώτα θα μου πεις και μετά θα σου δώσω αυτό που θες» επανέλαβε και του ξεφούρνισα ότι σκεφτόμουν με μια αναπνοή.
«Έβλεπα να μου ξεσκίζεις το δαντελωτό νυχτικάκι... ικανοποιήθηκες τώρα;» τον ρώτησα με νεύρο και η απάντηση που πήρα ήταν περισσότερο από ικανοποίηση για μένα.
Έχωσε με μια γρήγορη κίνηση τον ερεθισμό του μέσα μου... και ταυτόχρονα τα κορμιά μας τραντάχτηκαν και βγάλαμε μια κραυγή που έκανε αντίλαλο μέσα στους γυάλινους τοίχους της ντουζιέρας.
«Χριστέ μου είσαι τόσο καυτή» αναφώνησε βάζοντας το κεφάλι του να ακουμπήσει πάνω στον ώμο μου και του το ανταπέδωσα.
«Και εσύ τόσο σκληρός» φώναξα εξωτερικεύοντας όλο το πάθος που μου προκαλούσε εκείνος κάθε φορά που βρισκόταν μέσα μου.
«Μόνο για σένα μωρό μου... σου το ορκίζομαι ποτέ καμία άλλη δεν έχει καταφέρει να με κάνει τόσο σκληρό» ανταπέδωσε και βάζοντας το σφουγγάρι πάνω στην κλειτορίδα μου άρχισε να την τρίβει απαλά ενώ ταυτόχρονα συνέχισε να με φιλάει στον λαιμό μου πιο λαίμαργα από πριν.
Οι ωθήσεις του ήταν βασανιστικά αργές... αλλά καταλάβαινα ότι ήταν ήδη στα όρια του και προσπαθούσε πάση θυσία να το κάνει να κρατήσει περισσότερο... έγειρα το σώμα μου μπροστά και ανοίγοντας τα πόδια μου του έδωσα καλύτερη πρόσβαση για να μπει πιο βαθιά μου και εκείνος αμέσως με ακολούθησε και κάνοντας τις ωθήσεις του βαθιές έριξε το κεφάλι του πάνω στην πλάτη μου και συνέχισε να με κατακτά ενώ ταυτόχρονα μου έτριβε και την κλειτορίδα μου πιο γρήγορα για να με προετοιμάσει... δεν ήθελα πολύ... ήδη από την ώρα που τον ένιωσα μέσα μου η έκρηξη μου ήταν πολύ κοντά... όμως τα χάδια του με κάποιον περίεργο τρόπο την επέκτειναν και την έκανα να ανεβαίνει σταδιακά... κάνοντας με να απογειώνομαι περισσότερο.
Πέταξε το σφουγγάρι στο πάτωμα και το αντικατάστησε με τα δάχτυλα του... μόλις τα ένιωσα απάνω μου τέντωσα το κορμί μου και ουρλιάζοντας δυνατά η λάβα μου εκτοξεύτηκε με δύναμη πάνω στο σώμα του και ισιώνοντας το κορμί του μούγκρισε από ικανοποίηση ενώ ο ερεθισμός του μέσα μου ένιωθα να πάλλεται επικίνδυνα και κατάλαβα ότι δεν ήθελε πολύ για να φτάσει και στην δική του κορύφωση και τα λόγια του ήρθαν να το επιβεβαιώσουν.
«Μπέλα δεν μπορώ να το κρατήσω άλλο... πρέπει να βγω» έλεγε με δυσκολία μέσα από τις κοφτές ανάσες που έπαιρνε για να συγκρατήσει τον εαυτό του.
«Άστο σε μένα» του είπα ισιώνοντας το σώμα μου και μόλις γύρισα προς το μέρος του κράτησα τον ερεθισμό του στο χέρι μου και με το ελεύθερο μου χέρι τον συγκράτησα από τον σβέρκο του και τον κόλλησα απάνω μου φιλώντας τον με τέτοιο πάθος που για να μπορέσει να συγκρατήσει το σώμα του όρθιο ακούμπησε την πλάτη του πάνω στην τζαμαρία.
Το χέρι μου γρήγορο τον κατακτούσε ακουμπώντας τον ερεθισμό του πάνω στο κορμί μου για να νιώθει την επαφή του δέρματος... και χωρίς να σταματώ να τον φιλώ με πάθος... τον έκανα να ξεπεράσει τα όρια του... σήκωσε το κεφάλι του για να πάρει μια ανάσα κλείνοντας τα μάτια του σφιχτά και συνέχισα να τον φιλώ πάνω στον λαιμό του τόσο λαίμαργα που εκείνος άρχισε να τρέμει ουρλιάζοντας την στιγμή που ένιωθα την λάβα του να ξεχειλίζει πάνω στο χέρι μου... τα υγρά του ξεχύνονταν με τέτοια ορμή που ένιωθα να καίει το στήθος μου όπου ακουμπούσαν... δεν σταμάτησα... ήθελα να τον κάνω να ξεπεράσει κάθε όριο του και εκείνος άρχισε να σπαρταρά και να βαρυγκωμά φωνάζοντας το όνομα μου τόσο σπαρακτικά που μου έδωσε να καταλάβω ότι δεν άντεχε άλλο.
Τον απελευθέρωσα και ξέπνοος έριξε το κεφάλι του πάνω στον ώμο μου σφίγγοντας τα χέρια του γύρω μου για να κρατηθεί... προσπαθώντας να ξαναβρεί την αναπνοή του με μεγάλη δυσκολία... Δεν υπάρχει περίπτωση... είμαι σίγουρη ότι μια μέρα θα μου μείνει στα χέρια... Μια μέρα;... σκέφτηκα... Δηλαδή υπάρχει περίπτωση να υπάρχει και συνέχεια;
«Πως καταφέρνεις κάτι τόσο απλό να το κάνεις τόσο εκρηκτικό;» η φωνή του με απέσπασε από τις σκέψεις μου και τότε άρχισα να γελάω σιγανά τραντάζοντας το κορμί μου ξεχνώντας για λίγο όλα τα άλλα χαϊδεύοντας τα μαλλιά του με απαλές κινήσεις για να τον ηρεμήσω.
«Σου το είπα... είμαι μικρή στο μάτι»
«Ήμουν σίγουρος ότι ήσουν πολύ μεγάλη στο κρεβάτι» ανταπέδωσε και γελάσαμε ταυτόχρονα... «Είσαι πάντα τόσο εκρηκτική;» ρώτησε μόλις χαλάρωσε με περιέργεια.
«Μπααα... συνήθως είμαι χειρότερη» του δήλωσα και σήκωσε το κεφάλι του για να με κοιτάξει σμίγοντας τα φρύδια του δύσπιστα νομίζοντας ότι το έλεγα μόνο και μόνο για να τον πειράξω αλλά η σοβαρότητα του προσώπου μου τον έκανε να καταλάβει ότι έλεγα την αλήθεια.
«Περισσότερο από αυτό;» ρώτησε ξανά πνίγοντας ένα βογκητό.
«Γιατί σου κάνει εντύπωση;» ρώτησα πληγωμένη.
«Μπέλα έχεις καταλάβει τι μπορείς να προσφέρεις στον άλλον;»
«Από την εμπειρία μου μπορώ να πω λίγα» είπα με ένα παράπονο... και κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
«Δεν καταλαβαίνω τι σε κάνει να το λες αυτό;»
«Εσύ μπορεί να το βλέπεις έτσι οι άλλοι όμως όχι... θα έλεγα περισσότερο ότι τους τρόμαζε και τους έκανε να φεύγουν μακριά»
«Δεν ήξεραν τι χάνανε» ανασήκωσα τους ώμους μου.
«Είσαι ο μόνος που το βλέπεις σαν προσόν» χαμογέλασε και μου χάιδεψε ήρεμα το πρόσωπο.
«Κύλησε ο τέντζερης...» ξεκίνησε να λέει.
«Και βρήκε το καπάκι» συμπλήρωσα εγώ και βάζοντας το μέτωπο του απαλά πάνω στο δικό μου γελάσαμε ταυτόχρονα.
«Έλα να τελειώνουμε με το ντους γιατί θα την αρπάξουμε στο τέλος» είπε ξεκολλώντας από πάνω μου... και τον κοίταξα για λίγο... «Τι;» ρώτησε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.
«Ώρες ώρες με τρομάζεις»
«Γιατί;» ρώτησε με απορία.
«Γιατί δεν ξέρω τι να περιμένω από σένα» απάντησα ειλικρινά και αναστέναξε με ένα θλιμμένο ύφος... χωρίς να πει τίποτα.
Μόλις τελειώσαμε με το ντουζ... βγήκαμε από την ντουζιέρα και φορέσαμε από ένα μπουρνούζι και παίρνοντας μια πετσέτα άρχισα να στεγνώνω όπως όπως τα μαλλιά μου.
«Θες σεσουάρ;» ρώτησε και γύρισα προς το μέρος του.
«Έχεις και σεσουάρ;» ρώτησα με ένα πειραχτικό τόνο και γέλασε και εκείνος κουνώντας αρνητικά το κεφάλι του και περνώντας από πίσω μου άνοιξε ένα ντουλάπι και βγάζοντας ένα σεσουάρ το έτεινε προς το μέρος μου.
«Έχει το ξενοδοχείο» απάντησε κλείνοντας μου το μάτι... και αφήνοντας ένα απαλό φιλί πάνω στα υγρά μου μαλλιά με άφησε μόνη μου.
Με το χέρι μου ακόμα να κρατά την πετσέτα πάνω στα μαλλιά μου κοίταγα μια το σεσουάρ και μια προς την μεριά που έφυγε σαν χαζή... Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος;;;... Το ορκίζομαι ποτέ δεν πρόκειται να τον καταλάβω... άφησα μια απελπιστική ανάσα και τα παράτησα.
Μόλις στέγνωσα το μαλλί μου γύρισα στο δωμάτιο και βρήκα την βαλίτσα μου στο πάτωμα... την εναποθέτεισα πάνω στο κρεβάτι και ανοίγοντας την άρχισα απελπισμένη να ψάχνω για να βρω κάτι να φορέσω... αλλά ήταν όλα τόσο κουβάρια και τόσο μπερδεμένα που απελπιστικά... οι φόρμα μου λογικά είχε μείνει πίσω στο δωμάτιο... και όσα υπήρχαν μέσα στην βαλίτσα δεν ήταν καθόλου άνετα και εγώ ήμουν πολύ κουρασμένη για να φορέσω κάποια φούστα ή κάποιο φόρεμα μόνο και μόνο για να καλύψω το κορμί μου... άφησα μια απελπισμένη ανάσα και τα παράτησα... ποιος ο λόγος πια... είχαμε και οι δύο παραδεχθεί το αρρωστημένο πάθος που μας κυρίευε... το να ντυθώ για να μην τον προκαλέσω περισσότερο ήταν απλός ανώφελο... Ψάχνοντας καλύτερα την βαλίτσα ταίριαξα ένα άσπρο δαντελένιο εσώρουχο με αντίστοιχο σουτιέν και αφού τα φόρεσα έβαλα πάλι το μπουρνούζι μου και κλείνοντας την βαλίτσα πήγα να τον βρω στο σαλόνι.
Από το άνοιγμα της πόρτας τον κοίταζα που καθόταν σε ένα από τους μεγάλους καναπέδες κοιτώντας μακριά... κλειδωμένος στις σκέψεις του... με ένα ποτήρι ουίσκι στο χέρι.
Είχε γύρει το σώμα του μπροστά ακουμπώντας τους αγκώνες του πάνω στα γόνατα του και κοιτώντας το μισό άδειο του ποτήρι αναστέναξε βαριά... Δεν άντεχα άλλο να τον κοιτώ έτσι... Τι του έχει κάνει αυτός ο άνθρωπος;... Πόσο περισσότερο μπορεί να πονέσει το ίδιο του το παιδί...; καλά λένε ότι τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία... η απόδειξη είναι μπροστά μου.
Με αργά βήματα άρχισα να τον πλησιάζω και μόλις ένιωσε την παρουσία μου... άφησε το ποτήρι του πάνω στο τραπεζάκι και γυρίζοντας προς το μέρος μου άνοιξε την αγκαλιά του για μένα... Δεν έκατσα να το σκεφτώ... ήμουν πολύ κουρασμένη για να του αρνηθώ το οτιδήποτε... έκατσα δίπλα του και μόλις ακούμπησα το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του εκείνος τύλιξε το χέρι του γύρω από την πλάτη μου και χαϊδεύοντας τρυφερά το μπράτσο μου άφησε ένα απαλό φιλί πάνω στα μαλλιά μου και ακούμπησε το κεφάλι του πάνω στο δικό μου απαλά ενώ με το ελεύθερο χέρι του άρχισε να μου χαϊδεύει τα μαλλιά ήρεμα... αναστέναξα βαριά αλλά δεν είπα τίποτα άλλο.
Είχαμε μείνει για λίγο στην ίδια θέση χωρίς να έχουμε κουράγιο για τίποτα άλλο και εκεί που ένιωσα τα μάτια μου να βαραίνουν ένα χασμουρητό μου έσπασε την σιωπή.
«Νυστάζεις;» ρώτησε απλά με την βελούδινη φωνή του και κατένευσα χωρίς να μπορώ να απαντήσω... «Γιατί δεν πας να ξαπλώσεις στο κρεβάτι;» ρώτησε με περιέργεια και ανασήκωσα το κεφάλι μου για να αντικρίσω την ματιά του και με κοίταξε με ένα τρυφερό βλέμμα που έκανε την καρδιά μου να φτερουγίσει.
«Εσύ δεν νυστάζεις;» ρώτησα περίεργα... φαινόταν καθαρά το πόσο εξουθενωμένος ήταν και ο ίδιος... αλλά εκείνος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και γύρισε την ματιά στην ευθεία αποφεύγοντας την ματιά μου.
«Είμαι τόσο στρεσαρισμένος που είμαι σίγουρος ότι ούτε και το υπνωτικό θα κάνει πολλά πράγματα αυτήν την στιγμή» ξεφύσησε βγάζοντας από μέσα του όλο το βάρος που τον πλάκωνε.
«Χρειάζεσαι υπνωτικό για να κοιμηθείς;» ρώτησα σοκαρισμένη.
«Καμία φορά... όχι πάντα» απάντησε ακόμα κοιτώντας μακριά... βόλεψα καλύτερα το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του και εκείνος με έσφιξε περισσότερο στην αγκαλιά του χαϊδεύοντας και πάλι το μπράτσο και τα μαλλιά μου με τα χέρια του.
«Λυπάμαι» είπε μέσα από τον αναστεναγμό μου ελπίζοντας να μην τον είχα προσβάλει... τον είχα μάθει αρκετά καλά ώστε να ξέρω ότι δεν του αρέσει να τον λυπούνται.
«Μην λυπάσαι... ο καθένας ορίζει μόνος του την μοίρα του... αφού τον αφήνω να μου τα κάνει όλα αυτά... καλά να πάθω»
«Μην το κάνεις αυτό» τον παρακάλεσα και με ανάγκασε να τον κοιτάξω... «Τι άλλο να μπορείς να κάνεις;...» συνέχισα... «Τώρα καταλαβαίνω» είπα με ειλικρίνεια και ένιωσα ότι τα μάτια του βούρκωσαν... αλλά ήταν πολύ εγωιστής ώστε να με αφήσει να το δω... βάζοντας ξανά το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στον ώμο του κοίταξε και πάλι μακριά... αλλά αυτό μου θύμισε την πρώτη μας φορά.
«Έντουαρντ;»
«Μμμ;» ανταποκρίθηκε μην έχοντας εμπιστοσύνη στην φωνή του.
«Γιατί έκλαψες την πρώτη φορά που κάναμε έρωτα;» το σώμα του αμέσως τσιτώθηκε τα χέρια του ασυναίσθητα με έσφιξαν περισσότερο απάνω του και η αναπνοή του σταμάτησε... για λίγο έμεινε χωρίς να ανταποκρίνεται... «Δεν είσαι υποχρεωμένος να μου απαντήσεις...» ξεκίνησα να λέω για να τον αποδεσμεύσω γιατί ένιωθα ότι τον είχα φέρει σε πολύ δύσκολη θέση αλλά εκείνος κουνώντας το κεφάλι του αρνητικά έκοψε την φράση μου στην μέση και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα απάντησε με βαθιά φωνή.
«Δώσε μου ένα λεπτό» μου ζήτησε και το σεβάστηκα χωρίς να πω τίποτα άλλο... «Δεν είχα σκοπό να σε εκμεταλλευτώ...» ξεκίνησε παίρνοντας μια βαθιά ανάσα... «Το ήξερα... το έβλεπα... ότι εσύ δεν είχες καμία σχέση με όσες είχα γνωρίσει... και αυτό με τρόμαζε... με τρομοκρατούσε... αλλά όσο και να προσπαθούσα να σε βγάλω από το μυαλό μου εσύ επέμενες να τρυπώνεις στις σκέψεις μου και να με βασανίζεις... με μια και μόνο σκέψη γινόμουν τόσο σκληρός που με τρέλαινε... σε ήθελα σαν τρελός... αλλά με φόβιζες και ανάγκαζα τον εαυτό μου μέρα με την ημέρα να σε απαρνηθεί... ήξερα πολύ καλά ότι αν πήγαινα έστω και μια φορά μαζί σου θα ήταν χειρότερα... και όντως ήταν» είπε με ένα αχνό θλιμμένο χαμόγελο να τρεμοπαίζει στα χείλια του.
«Όσο σε έβλεπα να αντιδράς στα πειράγματα μου και να μου αντιστέκεσαι με κάθε τρόπο... μου έδινες ελπίδες... δεν είμαι χαζός Μπέλα... ξέρω πως σε βασάνιζε η σκέψη μου όπως ακριβώς εσύ βασάνιζες την δική μου αλλά ήσουν πολύ εγωίστρια να το παραδεχτείς... και αυτό με ικανοποιούσε... δεν ήθελα να έχω καμία σχέση μαζί σου... ήθελα να σε βγάλω από το σύστημα μου όχι να σε βάλω πιο βαθιά μέσα σε αυτό» είπε σκληρά χωρίς να με κοιτά... έβλεπα ένα ίχνος μεταμέλειας μέσα στο βλέμμα του αλλά δεν το εξέφραζε δυνατά... η καρδιά μου άρχιζε να καλπάζει τρελά... η αναπνοή μου άρχισε να βγαίνει κοφτά... τα λόγια του άρχισαν να με τρομοκρατούν... που το πήγαινε;... Χριστέ μου κάνε να μην με έχει ερωτευτεί... όχι δεν θα το αντέξω και αυτό.
«Εκείνη την ημέρα ήμουν να σκάσω... από όλη την πίεση και την αγωνία ώστε να μην πάει τίποτα στραβά... πνιγόμουν... ούρλιαζα μέσα μου... δεν μπορούσα να σκεφτώ λογικά... κοίταζα τα χαρτιά ξανά και ξανά... άλλα όσο τα κοίταζα τόσο πιο ακαταλαβίστικα μου φαίνονταν αυτά που υπήρχαν πάνω στα χαρτιά και ξεπέρασα κάθε μου όριο... χανόμουν... πνιγόμουν... και δεν ήξερα τι να κάνω για να βγω από αυτόν τον λαβύρινθο... μέχρι που ήρθες εσύ... Όταν μου μίλησες ένιωσα να εκρήγνυμαι... ένιωθα ότι αν μου έκλεινες εκείνην την στιγμή την μύτη... θα έσκαγα από την έλλειψη αέρα που είχα ήδη στα πνευμόνια μου... αλλά μόλις σε κοίταξα δεν άντεξα άλλο... είχα τέτοια ανάγκη για λίγη κατανόηση που θα την άρπαζα από όποιον μου την πρόσφερε... και αυτός ο κάποιος ήσουν εσύ...» αναστέναξε.
«Δεν ήθελα να σε εκμεταλλευτώ... άλλα είχα ανάγκη την ανάσα σου... και όταν μου την πρόσφερες τόσο ανιδιοτελώς τρελάθηκα... εγώ σου φερόμουν με τον χειρότερο τρόπο... και εσύ αντί να με στείλεις στον διάολο... μόλις κατάλαβες ότι σε έχω ανάγκη μου παραδόθηκες άνευ όρων... Πως μπορούσα αυτό να το αγνοήσω... Ξέσπαγα απάνω σου όλο το βάρος που ένιωθα μέσα μου και αντί να προσπαθείς να με σταματήσεις... ζήταγες περισσότερα... Προσπαθούσα να σε τιμωρήσω για όλες τις βασανιστικές βραδιές και μέρες που πέρασα εξαιτίας σου και αντί εσύ να με σκυλοβρίσεις όπως θα έκανες κάθε άλλη φορά... γύρισες και με τον τρόπο σου με ευχαριστούσες για όλα όσα σε έκανα να νιώσεις με αυτήν την επαφή...» κούνησε το κεφάλι του με πείσμα αρνητικά σμίγοντας τα χείλια του και τα φρύδια του σε μια ίσια γραμμή κοιτώντας μακριά.
«Δεν μπορούσα να σε καταλάβω...» γέλασε αχνά... «Ακόμα δεν μπορώ να σε καταλάβω» ψιθύρισε κλείνοντας και σκύβοντας το κεφάλι έμεινε για λίγο στην σιωπή χωρίς να πει τίποτα άλλο... έμεινα ξέπνοη να τον κοιτώ... τι προσπαθεί να μου πει;
«Σε ικετεύω πες μου ότι δεν είσαι ερωτευμένος μαζί μου» παρακάλεσα εξωτερικεύοντας άθελα μου την σκέψη μου με τρόμο στην φωνή μου.
«Ερωτευμένος...» γέλασε σιγανά και γύρισε προς το μέρος μου για να αντικρίσω την ματιά του... «Έθισμένος ναι...» συνέχισε και με κοίταξε σοβαρός στα μάτια για να καταλάβω ότι το εννοεί... «Είσαι σαν ναρκωτικό... η προσωπική μου μάρκα ηρωίνης...» γέλασε αχνά εισπνέοντας βαθιά το άρωμα που ανέδυαν τα μαλλιά μου... «Αλλά ερωτευμένος όχι... δεν μπορώ να πω ότι είμαι ερωτευμένος μαζί σου... δεν ξέρω καν τι σημαίνει αυτή η λέξη»
«Και ελπίζω να μην την μάθεις σύντομα...» του είπα αυστηρά χωρίς να δέχομαι αντίρρηση γι αυτό με πείσμα... «Η ακόμα καλύτερα αν θες να μάθεις το τι σημαίνει καλύτερα να με διώξεις πρώτα και μετά να ψάξεις να βρεις την σημασία της» του είπα σκληρά και γελώντας τράνταξε τα κορμιά μας.
«Τόσο ίδιοι» συμπλήρωσε μόνο και πήρα μια ανακουφιστική ανάσα... αυτό μου έλειπε τώρα... Χριστέ μου όχι... με τίποτα... όχι όχι αυτό... σκέφτηκα τρομοκρατημένη και για άλλη μια φορά ήρθε να με καθησυχάσει.
«Δεν είμαι ικανός να αγαπήσω Μπέλα... δυστυχώς ή ευτυχώς δεν είμαι ικανός» είπε πιο σοβαρός και αναστέναξα άλλη μια φορά με ανακούφιση και άφησα το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στον ώμο του.
«Ευτυχώς» του είπα και μείναμε για άλλη μια στιγμή έτσι χωρίς να πούμε τίποτα άλλο.
«Δεν μπορώ να καταλάβω» ξεκίνησα και εκείνος γύρισε και με κοίταξε σοβαρός στα μάτια αναμένοντας να συνεχίσω... «Γιατί αντιστέκεσαι τόσο πολύ σε αυτόν τον γάμο... από ότι κατάλαβα και οι δύο είσαστε στο ίδιο μήκος κύματος... σιγά μην θέλει η μπάρμπη να σε παντρευτεί από αγάπη... και εκείνη το δικό της συμφέρον σκέφτεται... πάνω κάτω... είναι ο τύπος γυναίκας που συνήθως διαλέγεις για συντροφιά... οπότε γιατί να μην κάνεις έναν συμβατικό γάμο για να ικανοποιηθείτε όλοι και ο καθένας να κάνει την ζωή του;»
«Δεν είναι τόσο απλό Μπέλα... είναι λογικό να το βλέπεις έτσι... αλλά είναι πολλά περισσότερα από αυτό»
«Θα μου εξηγήσεις;» ρώτησα δειλά και ανασήκωσε τους ώμους του αδιάφορα κοιτώντας μακριά.
«Γιατί όχι...» ξεκίνησε και ανασυγκρότησε τις σκέψεις του... «Η Τάνια δεν είναι μια απλή μπάρμπη σαν τις άλλες Μπέλα... έχει δύναμη... δύναμη που της δίνει η εταιρία του μπαμπακά της... έχω καταλάβει ότι μπορείς και διαβάζεις τους άλλους πάρα πολύ καλά...»
«Όλους εκτός από έναν» διόρθωσα και γέλασε...
«Εκτός από έναν...» επανέλαβε και συνέχισε... «Την ψυχολόγησες για γυναίκα που δεν διεκδικεί αυτό που θέλει;» κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.
«Και πάλι όμως δεν καταλαβαίνω... τι παραπάνω μπορεί να θέλει εκτός από λούσα και καλοπέραση;» ρώτησα με απορία και αναστέναξε.
«Μπορεί να μην της φαίνεται αλλά είναι το δεξί χέρι του πατέρα της... αυτό που θέλει είναι την δική μου θέση... και δεν πρόκειται να της την χαρίσω που να χτυπάει τον κώλο της κάτω... Μπορεί προς τα έξω να φαίνομαι το παιδί του μπαμπά μου... αλλά ένας θεός ξέρει πόσο έχω παλέψει για να διεκδικήσω την θέση που έχω τώρα... και όλα τα ξενύχτια και την σκληρή δουλειά που έχω πατήσει δεν την χαλαλίζω σε κανένα πορνίδιο μόνο και μόνο γιατί με αυτόν τον τρόπο νομίζει ότι μπορεί να γλυτώσει το τομάρι μου... ενώ εγώ ξέρω πολύ καλά ότι μπορώ να το σώσω μόνος μου... Με εξαπάτησαν... δεν ξέρω ποιος βρίσκεται πίσω από όλα αυτά... αλλά δεν θα ησυχάσω αν δεν τον αποκαλύψω... Δεν πρόκειται να υποκύψω Μπέλα... απλά δεν το δέχομαι να μου κλέψουν ότι έχτισα με τόσο κόπο» τον κοίταζα σοκαρισμένη δεν μπορούσα να βγάλω μιλιά τι θα μπορούσα να πω γι αυτό... τον καταλάβαινα απόλυτα.
«Είσαι καλά;» με ρώτησε με αγωνία και κατένευσα μην μπορώντας ακόμα να μιλήσω.
«Γιατί διάλεξες εμένα;» ρώτησα ξέπνοη... αρχίζοντας να δημιουργείτε ένα περίεργο πάζλ στο μυαλό μου.
«Όσο και να σου φαίνεται περίεργο... είσαι η μόνη που εμπιστεύομαι... και ήξερα ότι δεν θα με απογοητεύσεις»
«Δηλαδή ήξερες ότι θα εναντιωνόμουν στον πατέρα σου;...» ρώτησα δύσπιστα υψώνοντας την φωνή μου... «Με διάλεξες για να εναντιωθώ εγώ σε εκείνον γιατί δεν ήσουν ικανός να το κάνεις μόνος σου;» τον κατηγόρησα ανασηκώνοντας το σώμα μου για να τον κοιτάξω καλύτερα.
«Όχι Μπέλα μην βγάζεις λάθος συμπεράσματα» είπε σοκαρισμένος από το συμπέρασμα μου και τρομερά πληγωμένος.
«Τότε τι;... Τι περίμενες από μένα;»
«Όπως σου είπα και το πρωί δεν περίμενα ποτέ ότι θα μπορούσες να ξεπεράσεις τα όρια σου και να του εναντιωθείς»
«Τότε τι Έντουαρντ... τι περίμενες από μένα;» επέμενα και είδα το σαγόνι του να τρέμει για λίγο ενώ κοίταζε μακριά για να αποφύγει την ματιά μου.
«Δεν περίμενα τίποτα από σένα Μπέλα» επέμενε εκείνος αλλά δεν με έπειθε πια.
«Δεν καταλαβαίνω τίποτα τότε γιατί με διάλεξες;»
«Σου είπα γιατί σε διάλεξα...» συνέχισε εκείνος με πείσμα ενώ εξακολουθούσε να μην με κοιτάει.
«Υπάρχει κι άλλο... μην κρύβεσαι πίσω από το δάχτυλο σου... υπάρχει κι άλλος λόγος» του πέταξα έξαλλη στα μούτρα και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα γύρισε προς το μέρος μου επιθετικά και συγκρατώντας με από τους ώμους με κοίταξε σοβαρός στα μάτια με μια υποψία εκνευρισμού να διαπερνά την ματιά του.
«Όταν είσαι κοντά μου... νιώθω ότι μπορώ να αντιμετωπίσω τα πάντα... νιώθω ότι μπορώ να αντιμετωπίσω μέχρι και εκείνον... νιώθω...» αναστέναξε σταματώντας την φράση του στην μέση και απελευθερώνοντας με από το σφιχτό του κράτημα γύρισε το σώμα του στην ευθεία και βάζοντας τους αγκώνες του να ακουμπήσουν πάνω στα γόνατα του έκλεισε το πρόσωπο του μέσα στις παλάμες του και πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο θαυμάζω το κουράγιο σου... πόσο ζηλεύω τον τσαμπουκά σου... όταν είσαι δίπλα μου νιώθω ότι με κάποιον τρόπο μου τα μεταφέρεις όλα αυτά... και αυτό με τρελαίνει... με κάνει να νιώθω ακόμα πιο αδύναμος όταν είσαι μακριά μου» είπε πνίγοντας ένα λυγμό ενώ χτύπαγε το πόδι του με νεύρο πάνω στο πάτωμα... Είχα μείνει ξέπνοη... δεν ήξερα τι να πω... δεν ήξερα τι να σκεφτώ... ο Έντουαρντ Κάλεν... ο Έντουαρντ Κάλεν που εγώ γνώριζα... λύγιζε μπροστά μου... παραδεχόταν ότι με ένιωθε πιο ισχυρή από εκείνον και δεν ήξερα τι να κάνω γι αυτό.
Ασυναίσθητα άπλωσα το χέρι μου και το άφησα να ακουμπήσει πάνω στα μαλλιά του... όμως αυτό τον έκανε χειρότερο... Παίρνοντας μια βαθιά τρεμάμενη ανάσα απομάκρυνε το χέρι μου από πάνω του με νεύρο και σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να φεύγει γρήγορα από κοντά μου... άρπαξε την κάρτα – κλειδί του δωματίου του στο χέρι του και κλείνοντας την πόρτα με δύναμη... με άφησε μόνη μου... Εγώ τώρα τι πρέπει να κάνω;;;... αναρωτήθηκα και ακουμπώντας το κεφάλι μου πάνω στην πλάτη του καναπέ... άφησα την ματιά μου να κοιτάξει μακριά... Ξαφνικά ένιωσα τόσο άδεια... και ένας πόνος στο στήθος μου με έκανε να λυγίσω τόσο πολύ που μου έκοψε την ανάσα... δεν θα τον καταλάβω ποτέ... το ορκίζομαι ποτέ.