Ετικέτες

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Fly Away "26. Coconut Tree"



Λίγο πριν φτάσουμε και αφού είχα μαζέψει τα πάντα και ήμουν έτοιμη για την προσγείωση... πήγα στον προσωπικό μου χώρο και βγάζοντας την στολή μου... έβαλα το σκούρο μπλε μαγιό μου και φορώντας μόνο ένα κοντό σορτσάκι, ένα φαρδύ μπλουζάκι με μακρύ μανίκι που έφτανε λίγο ποιο κάτω από τον αγκώνα μου... άφησα να πέσει ο ένας ώμος της μπλούζας πιο κάτω από τον ώμο μου αφήνοντας τον ακάλυπτο ώστε να φαίνεται από μέσα το μαγιό μου και αφού έβγαλα τα βασανιστικά τακούνια μου και φόρεσα τα διχαλωτά φλατ σανδάλια μου και βάζοντας την στολή και τα παπούτσια στην βαλίτσα μου την έκλεισα και την έβαλα ξανά στην θέση της... Ευτυχώς είχα προβλέψει και είχα μακιγιαριστεί πολύ ελαφριά μόνο με λίγη μάσκαρα και ένα μολύβι για να τονίζει τα μάτια μου... ανανέωσα το λιπ γκλος μου και πήγα κοντά του.

Πηγαίνοντας δίπλα του εκείνος σταμάτησε να αναπνέει γουρλώνοντας τα μάτια του με έκπληξη.

«Είπα να μπω λίγο στο κλήμα...» είπα καθώς έκανα έναν γύρω από τον εαυτό μου και έπνιξε το βογκητό του... «Πως σου φαίνομαι;» ρώτησα και τότε το πρόσωπο του σκλήρυνε και άρχισε να παίρνει γρήγορες ανάσες.

«Μπέλα...» είπε πνιχτά.

«Τι;» ρώτησα εγώ αθώα διαβάζοντας την ζήλια του στην ματιά του.

«Είσαι σοβαρή;... Θα βγεις έτσι έξω;» ρώτησε με φρίκη.

«Δεν μπορώ να πω ότι δεν μου αρέσει όταν με ζηλεύεις... αλλά μην είσαι παράλογος... στις Μαλβίδες πάμε... τι θες να φορέσω καμία κελεμπία μόνο και μόνο για να ικανοποιήσω το εγώ σου;»

«Πήγαινε να αλλάξεις τώρα» απαίτησε και ανασήκωσα τα φρύδια μου.

«Αλλιώς τι;» τον προκάλεσα και ξεφυσώντας κοίταξε μακριά έξω από το παράθυρο και δαγκώνοντας τα χείλια του με μανία το άφησε εκεί για να μην πει τίποτα άλλο και τα κάνει χειρότερα... ήξερε ότι δεν πρόκειται να κάνω πίσω.

Μόλις άκουσα το προειδοποιητικό καμπανάκι προσγείωσης πήγα στην θέση μου και αφού έδεσα την ζώνη μου περίμενα υπομονετικά να προσγειωθούμε.

Την στιγμή που το αεροπλάνο σταμάτησε έλυσα την ζώνη μου και άνοιξα την πόρτα... εκείνος χωρίς να με κοιτάει... πήρε τον χαρτοφύλακα και το σακάκι του στο χέρι και σηκώθηκε... εκείνην την στιγμή εμφανίστηκε και ο Τάηλερ με την Σόνια.

«Ουυυ... Μπέλα τι ομορφιές είναι αυτές;» είπε αμέσως με θαυμασμό και του χαμογέλασα αυτάρεσκα.

«Στις Μαλβίδες είμαστε... έχω σκοπό εγώ και το μαγιό μου να γίνουμε ένα» του είπα και του έτριψα την πλάτη παιχνιδιάρικα και ο Έντουαρντ μούγκρισε.

«Δεν πάμε;»

«Μάλιστα κύριε» ανταποκρίθηκε ο Τάηλερ αλλάζοντας αμέσως ύφος και σοβαρός κατέβηκε πρώτος της σκάλες... και ο Έντουαρντ με την Σόνια ακολούθησαν... χωρίς να μου ρίξει ούτε μια ματιά... Ξίδι... είπα από μέσα μου και πήγα να πάρω την βαλίτσα μου για να κατέβω και εγώ για να φύγουμε με τα παιδιά.

Με τον Τάηλερ τον τελευταίο καιρό είχαμε έρθει πιο κοντά... και ο Έντουαρντ ζήλευε οικτρά... αλλά σιγά μην του κάνω το χατίρι... δεν κατάλαβα... θα καταπιέσω εγώ τον εαυτό μου γιατί εκείνος δεν μπορεί να καταλάβει ότι δεν είμαι κτήμα του;... Στο κάτω κάτω δεν τον απατάω κιόλας... απλά με τον Τάηλερ έχουμε τέλεια χημεία και μιλάμε πιο άνετα... αυτό δεν σημαίνει ότι παίζει και τίποτα περισσότερο... Ώρες ώρες... μμμμμ... μούγκρισα από μέσα μου... αυτή του η κτητικότητα μου την δίνει τόσο πολύ.

«Έτοιμη;» άκουσα την φωνή του Ντανιέλ στην πόρτα και γύρισα προς το μέρος του.

«Ποιο έτοιμη από ποτέ» είπα εύθυμα και παίρνοντας την τσάντα μου και την βαλίτσα μου με χορευτικά βήματα άρχισα να φεύγω από το Τζετ και οι άντρες τις παρέας πίσω μου άρχισαν να με πειράζουν.

Φτάνοντας στο ξενοδοχείο πήγαμε κατευθείαν στην ρεσεψιόν και μια πανέμορφη κοπέλα που σου έκοβε την ανάσα μας υποδέχτηκε με το πιο ευγενικό χαμόγελο.

«Καλωσορίσατε στο “Coconut Tree”... πως θα μπορούσα να σας εξυπηρετήσω;»

«Είμαστε το προσωπικό από το ιδιωτικό Τζετ του κυρίου Κάλεν» είπε αμέσως ο Ντανιέλ που πάντα κανόνιζε τα διαδικαστικά και της έδωσε τις ειδικές κάρτες που είχαμε.

«Ναι φυσικά...» ανταποκρίθηκε η κοπέλα γλυκά και βγάζοντας τρία κλειδιά τα έβαλε πάνω στον πάγκο.

«Ο κύριος Ουάσικτον;» ρώτησε προς τον Ντανιέλ και εκείνος κατένευσε... «Έχετε το δωμάτιο 402»

«Σας ευχαριστώ» την ευχαρίστησε ευγενικά και έκανε πιο πέρα για να έρθουμε και εμείς πιο κοντά.

«Ο κύριος Μπέογλου;» ρώτησε η κοπέλα και ο Κερέμ μπήκε μπροστά... «Εσείς έχετε το 403...» ο Κερέμ κατένευσε και την ευχαρίστησε θερμά... «Και ο κύριος Αλμεδαρόν;» ο Γκουστάβο πήγε κοντά της και εκείνη του έδωσε το κλειδί του... «Και εσείς το 404»

«Και εγώ;» ρώτησα με απορία βλέποντας ότι δεν κράταγε άλλο κλειδί στα χέρια της.

«Είσαστε η Δεσποινίδα Ιζαμπέλα Σουαν;» ρώτησε και κατένευσα... «Λυπάμαι πολύ αλλά το δωμάτιο σας δεν είναι έτοιμο ακόμα... Θα μπορούσατε αν θέλετε να περιμένετε για λίγο στο σαλονάκι μέχρι να ετοιμαστεί;» ρώτησε με αγωνία η κοπέλα ενώ με κοίταζε με ένα περίεργο ύφος που με έκανε για λίγο να τρομοκρατηθώ... Χριστέ μου τι ετοιμάζει πάλι;... σκέφτηκα και αναστέναξα.

«Ναι φυσικά δεν είναι πρόβλημα...» ανταποκρίθηκα αμέσως για να την καθησυχάσω και οι άλλοι τρεις με κοίταξαν με απορία... η κούραση του ταξιδιού είχε διαγραφεί στα χαρακτηριστικά τους και έσπευσα αμέσως να τους αποδεσμεύσω για να πάνε να ξεκουραστούν... «Δεν χρειάζεται να με περιμένετε... πηγαίνετε να ξεκουραστείτε» τους είπα αμέσως και εκείνοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.

«Είσαι σίγουρη Μπέλα;...» ρώτησε αμέσως ο Ντανιέλ... «Αν θες μπορούμε να σου κάνουμε παρέα μέχρι να σου ετοιμάσουν το δωμάτιο σου»

«Δεν χρειάζεται Ντανιέλ... πηγαίνετε να ξεκουραστείτε... θα είμαι μια χαρά» του επιβεβαίωσα εγώ και τότε τα παράτησε.

«Όπως επιθυμείς... Πάμε παιδιά;» τους ρώτησε και αφού κατένευσαν ταυτόχρονα με χαιρέτισαν και εξαφανιστήκαν... πριν φύγω η κοπέλα με σταμάτησε και πάλι.

«Δεσποινίς Σουαν;»

«Ναι;» ρώτησα εγώ γυρίζοντας προς το μέρος της.

«Στο πίσω μέρος του κτηρίου υπάρχει και χώρος σπα... αν θέλετε μέχρι να ετοιμαστεί η βίλα σας μπορείτε να τον επισκεφτείτε» μου είπε κλείνοντας μου το μάτι και έμεινα με ανοιχτό το στόμα να την κοιτάω.

«Η ποιά;» είπα ξέπνοα και με κοίταξε για λίγο σοκαρισμένη δαγκώνοντας τα χείλια της καταλαβαίνοντας ότι μάλλον αποκάλυψε κάτι που δεν έπρεπε.

«Ο κύριος Κάλεν έχει δώσει εντολή» ξεκίνησε διστακτικά και αναστέναξα.

«Εντάξει κατάλαβα, δεν χρειάζεται να πεις τίποτα άλλο... σε ευχαριστώ» είπα μόνο νευρικά και πήρε μια ανακουφιστική ανάσα.

«Να σας ενημερώσω ότι ότι χρειαστείτε να ξέρετε ότι το ξενοδοχείο μας μπορεί να σας το παρέχει... ακόμα και κομμωτή... αισθητικό ή και μανικιουρίστα...» είπε με νόημα κοιτώντας τα νύχια μου που σίγουρα χρειαζόντουσαν συντήρηση γιατί τα χτιστά νύχια που μου είχαν βάλει όταν είχαμε επισκεφτεί το κέντρο αισθητικής με την Άλις άρχισαν να κατεβαίνουν και μου την έδιναν στα νεύρα που δεν ξεκολλάγαν με τίποτα.

«Ξέρεις μήπως αν μπορούν να μου τα βγάλουν αυτά τα πράγματα;... Είναι πολύ εκνευριστικά και δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να τα ξεκολλήσω»

«Φυσικά αν το επιθυμείτε μπορούν να σας τα αφαιρέσουν» απάντησε πρόθημα η κοπέλα και κατένευσα.

«Τότε ίσως το επισκεφτώ μέχρι να φύγουμε... Το σαλονάκι που είναι;» ρώτησα και μόλις μου έδωσε οδηγίες την ευχαρίστησα για όλα και έφυγα για να πάω να πιώ κάτι για να δροσιστώ... Με τον Έντουαρντ είχαμε συνεννοηθεί ότι θα φάμε μαζί οπότε δεν έκανα τον κόπο να επισκεφτώ το εστιατόριο και ας λύσσαγα στην πείνα.

Την ώρα που απολάμβανα το φρουιτ παντς μου, να σου και το καμάρι μου.

«Μια τόσο όμορφη δεσποινίδα και να είναι μόνη της;» είπε με δυσπιστία πειράζοντας με αλλά δεν με ξεγέλαγε... ακόμα ήταν θυμωμένος που δεν είχα αλλάξει.

«Κυρία παρακαλώ... Και η θέση είναι πιασμένη» του απάντησα αυστηρά και χαλαρώνοντας χαμογέλασε και έκατσε απέναντι μου.

«Κυρία;» συνέχισε το δούλεμα με ένα αυτάρεσκο ύφος και το συνέχισα και εγώ.

«Μμμχχχμμμ...» είπα πίνοντας μια γουλιά από το υπέροχο ποτό μου.... «Και μάλιστα με έναν πολύ ζηλιάρη άντρα που αν σε δει να κάθεσαι στο ίδιο τραπέζι μαζί μου... θα σου κάνει την μούρη κρέας»

«Τότε καλύτερα να πάρω τα μέτρα μου και να φορέσω καμία πανοπλία» είπε συνωμοτικά και γέλασα.

«Δεν νομίζω ότι θα σε προστατέψει από εκείνον... Δεν φαντάζεσαι πόσο δυνατός είναι»

«Αλήθεια;» ρώτησε δύσπιστα.

«Αλήθεια... και τώρα δίνε του γιατί δεν θέλω να έχω την φαγούρα του εξαιτίας σου» του είπα σκληρά αλλά εκείνος δεν μάσησε.

«Έχει λόγους να ζηλεύει;» ρώτησε και ξεφύσησα.

«Όχι... αλλά είναι τόσο κτητικός και τυφλός που δεν βλέπει τίποτα μπροστά του... Νομίζει ότι επειδή οι άλλοι με κοιτάνε... εγώ σόνι και ντε θα ενδώσω... Λες και δεν με ξέρει ήδη αρκετά» ειρωνεύτηκα και παίρνοντας το ποτήρι μου στο χέρι έπιασα το καλαμάκι μου και συνέχισα να απολαμβάνω το ποτό μου.

«Θα σου κόψει την όρεξη...» είπε με νόημα.

«Τότε πες τους να τελειώνουν με την βίλα μου» σαρκάστηκα σκληρά στριφογυρίζοντας τα μάτια μου χωρίς να το σχολιάσω... «Γιατί σε λίγο θα επισκεφτώ οπωσδήποτε το εστιατόριο... Δεν έχω φάει τίποτα από το πρωί» είπα και άφησα την ανάσα μου να βγει βίαια από το σώμα μου.

«Κύριε Κάλεν;» είπε ένας μικροσκοπικός μεσόκοπος κύριος και ο Έντουραντ γύρισε προς το μέρος του... «Οι βίλες σας είναι έτοιμες... όποτε θέλετε μπορείτε να ξεκινήσετε» τον ενημέρωσε και ο Έντουαρντ κατένευσε και τον ευχαρίστησε.

«Πάμε;» ρώτησε και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.

«Πήγαινε εσύ... εγώ θα ξεκινήσω σε λίγο»

«Γιατί;»

«Δεν τελείωσα ακόμα το φρουιτ παντς μου» του είπα αδιάφορα και τα παράτησε ενώ κατάλαβε ακριβώς ποιος ήταν ο λόγος που δεν ήθελα να φύγω ταυτόχρονα με εκείνον.

«Θα έρθω σε λίγο να σε πάρω για να πάμε για φαγητό» είπε χωρίς να δέχεται αντίρρηση και αυτόματα σηκώθηκε και έφυγε χωρίς να περιμένει την απάντηση μου... Τι τον έχει πιάσει σήμερα;... Χριστέ μου θα υπάρξει άραγε στιγμή που θα τον καταλάβω τελικά αυτόν τον άνθρωπο;... Μπαααα... σκέφτηκα και τα παράτησα... Μετά από πέντε λεπτά σηκώθηκα και εγώ και πηγαίνοντας στην ρεσεψιόν η κοπέλα με οδήγησε στον οδηγό του μίνι αυτοκινήτου που έχουν και στα γήπεδα γκολφ και εκείνος με πήγε στην βίλα μου... Όταν την είδα έπαθα πλάκα... σίγουρα κάποιος μου κάνει πλάκα... το όνειρο μου επιτέλους γίνεται πραγματικότητα.

Παράδεισος........


Η βίλα όπως την αποκαλούν... ήταν ένα απομονωμένο καλυβάκι που ήταν μέσα στο νερό... Δεν μπορώ να το πιστέψω... ήταν σαν να ζούσα το όνειρο μου... Μόλις έφτασα κοντά ένιωσα αμέσως σαν να αναβίωνα την Γαλάζια λίμνη... μόνο ο Richard έλειπε για να ολοκληρωθεί το σκηνικό... και από όσο ήξερα δεν θα αργούσε να έρθει.

Έβαλα ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλη μου και αφού ευχαρίστησα τον οδηγό που είχε μεταφέρει την βαλίτσα μου μπήκα μέσα στο καλυβάκι και άρχισα να το εξερευνώ.


Το εσωτερικό της καλύβας ήταν όλο λιτό και απέριττο... σε χρώματα του ξύλου και του άσπρου... δεν του έλειπε τίποτα και ήταν τόσο εντυπωσιακό... μόνο με μια μεγάλη κρεβατοκάμαρα που έχει ένα υπέρδιπλο κρεβάτι και ένα διθέσιο καναπέ...  μια τηλεόραση.........


 ...........και ένα μπάνιο υπενδεδυμένο όλο με πέτρα ενώ σε μια γωνία είχε ένα ψυγείο και έναν πάγκο που πάνω είχε ένα τεράστιο καλάθι με φρούτα.. και τίποτα άλλο.

Αυτό όμως που σου έκανε περισσότερο εντύπωση ήταν οι βεραντούλες που είχε μπροστά και πίσω από το καλυβάκι... το μπροστινό μέρος είχε ένα μεγάλο καναπέ με ένα τραπεζάκι μπροστά ενώ λίγο πιο μπροστά σε ένα πιο χαμηλότερο επίπεδο είχε δύο αντικριστούς καναπέδες μέσα σε ένα τετράγωνο πλαίσιο και ένα τραπεζάκι στην μέση να απολαμβάνεις την θάλασσα και όλο την ομορφιά του τόπου...


Ενώ στο πίσω μέρος είχε ένα γραφείο με μια καρέκλα... επίσης ένα τεράστιο καναπέ με ένα τραπεζάκι μπροστά και στην μέση της βεράντας ένα ονειρικό στρογγυλό τζακούζι έτοιμο για τρελίτσες... γέλασα από μέσα μου και στο άκουσμα μιας μηχανής με έκανε να παραξενευτώ και κίνησα να πάω στο πάνω μέρος της καλύβας που έχε ένα παρατηρητήριο με έναν επίσης διθέσιο καναπέ στην μπροστινή βεράντα για να δω ποιος είναι.

Μόλις είδα να έρχεται προς το μέρος μου από την απέναντι όχθη που υπήρχε ένα αντίστοιχο καλυβάκι ο Έντουαρντ πάνω σε ένα τζετσκι... φορώντας βερμούδα, φανελάκι και από πάνω ένα πουκάμισο ανοιχτό... έπεσε το στόμα μου στο πάτωμα... Χριστέ μου πόσο πιο όμορφος μπορεί να γίνει πια αυτός ο άνθρωπος... Φτάνοντας κοντά στην σκάλα της καλύβας... ελάττωσε ταχύτητα και χωρίς να σβήνει την μηχανή κρατήθηκε από την κολόνα της σκάλα και βγάζοντας τα γυαλιά του μου χαμογέλασε με το πιο αυτάρεσκο ύφος.

«Πάλι εσύ;... Σου είπα να σταματήσεις να με κυνηγάς... Αν σε δει εδώ ο άντρας μου βρες καράβι να φύγεις» τον πείραξα χωρίς να φεύγω από το σημείο που είχα σταθεί και εκείνος γέλασε δυνατά.

«Δεν τον βλέπω πουθενά... οπότε εκείνος χάνει... Τώρα είσαι δική μου» είπε κτητικά και σβήνοντας την μηχανή έκανε να έρθει κοντά μου και κοιτώντας τον και καλά έντρομη βρέθηκα σε θέση ετοιμότητας.

«Θα με απαγάγεις;» ρώτησα με φρίκη και παίρνοντας ένα δαιμόνιο ύφος απάντησε.

«Ακριβώς» και εγώ άρχισα να τρέχω.

Άνοιξα την πόρτα και χωρίς να κοιτάω πίσω μου έτρεχα σαν τρελή πάνω στις σανίδες για να βγω στην παραλία αλλά εκείνος δεν με ακολούθησε με τα πόδια... Έβαλε μπρος στο τζετ σκι και σε κλάσματα δευτερολέπτου έφτασε δίπλα μου την στιγμή που πάτησα τα πόδια μου στην άμμο... Εκείνος έβγαλε το τζετ σκι στην παραλία και παρατώντας το άρχισε να τρέχει καταπάνω μου... Δεν είχα ελπίδες... η μια δρασκελιά μου ήταν δύο δικές του και έτσι δεν άργησε να με φτάσει και αφού τύλιξε το χέρι του γύρω από την μέση μου με σήκωσε στον αέρα και άρχισε να πηγαίνει πάλι προς το τζετ σκι.

«Άσε με κάτω θα φωνάξωωωω» συνέχισα με πείσμα το παιχνίδι μου χτυπώντας τα χέρια μου και τα πόδια μου για να του ξεφύγω και μόλις εκείνος με άφησε να σταθώ στα πόδια μου δίπλα από το τζετ σκι με κλείδωσε μέσα στην αγκαλιά του και άρχισε να με φιλάει τόσο απαιτητικά που μου έκοψε την ανάσα.

«Και ποιος θα σε ακούσει;» ρώτησε ανάμεσα από το φιλί μας και γέλασα δυνατά.

«Τα δελφίνια» του απάντησα εγώ και γέλασε και εκείνος.

«Έλα πάμε γιατί δεν θέλουμε να κρυώσει το φαγητό... και από όσο ξέρω πεινάς σαν λύκος»

«Μμμμ... πολύ δελεαστικό» ανταποκρίθηκα και δαγκώνοντας τα χείλια του με κοίταξε μέσα στα μάτια με τόσο πάθος που έκαψε κάθε κύτταρο του οργανισμού μου.

«Πάμε πριν ξεκινήσω να τρώω το επιδόρπιο μου» είπε με υπονοούμενο πιο αποφασιστικά και αφήνοντας με, έβαλε το τζετ σκι στην θάλασσα και αφού ανέβηκα και εγώ άρχισε να δαμάζει τα κύματα με τόση χάρη που με εξίταρε και με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά έσφιξα τα χέρια μου περισσότερο γύρω του και του έδωσα ένα φιλί πάνω στον λαιμό του και εκείνος έτριψε το χέρι του πάνω στο χέρι μου για λίγο και βάζοντας ξανά το χέρι του πάνω στο τιμόνι συνέχισε την τρελή του πορεία προς το άγνωστο.

Δεν ήθελα τίποτα άλλο... εκείνος εγώ και το απέραντο γαλάζιο... Αχχχχ κάνε θεέ μου να μην τελειώσει ποτέ αυτό το όνειρο... γιατί όταν τελειώσει ένα είναι το σίγουρο... θα τελειώσω και εγώ μαζί του.

Τρίτη 30 Αυγούστου 2011

Fly Away "25. I Call It Love"



Οι μέρες κυλούσαν και εγώ ένιωθα πιο ευτυχισμένη από ποτέ... Γύρισα κανονικά στο Τζετ μετά από ομηρικούς καυγάδες με τον Έντουαρντ που δεν δεχόταν κουβέντα γι’ αυτό και εκείνος όσο περισσότερο μπορούσε ξέκλεβε χρόνο και με την βοήθεια του Τάιλερ το έσκαγε και ερχόταν στο διαμέρισμα μου για τρελίτσες ... Χριστέ μου το ορκίζομαι στο τέλος θα με αφήσει ανάπηρη αυτός ο άνθρωπος... μετά λέει εμένα λυσσάρα... Αν εγώ είμαι λυσσάρα τότε εκείνος τις είναι;;;... Αχχχχ θεός.

Με τον Καρλάιλ δεν είχαμε καμία επαφή... Τυπική στην δουλειά μου του μίλαγα μόνο όταν το επέβαλε η περίσταση και εκείνος μου απαντούσε πάντα μονολεκτικά... Κάτι ήταν και αυτό... τουλάχιστον δεν είχαμε επιπλέον παρατράγουδα.

Σήμερα είχαμε ακόμα ένα ταξίδι με τον ζουζουνοφ... και ήμουν περισσότερο και από ενθουσιασμένη... γιατί θα πηγαίναμε στο αγαπημένο μου μέρος... στης Μαλβίδες... Αν και στην αρχή παραξενεύτηκα όταν με ενημέρωσε ο Ντανιέλ... Ο Έντουαρντ όταν τον ρώτησα μου είπε αδιάφορα ότι ήταν για δουλειές και έτσι δεν έδωσα περισσότερη σημασία.

Πόσο μου είχε λείψει αυτό το μέρος... όσες φορές και να το είχα επισκεφτεί στο παρελθόν ποτέ δεν κατάφερα να το χορτάσω... και όποτε έβρισκα πτήση να εκκρεμεί πάντα έκανα τα αδύνατα δυνατά να με βάλουν σε αυτήν.

Ήταν μαγεία... πάντα όταν πάταγα το πόδι μου εκεί ένιωθα ότι ζούσα το όνειρο μου... Ένιωθα λίγο σαν την Emmeline την πρωταγωνίστρια στην ταινία “Η γαλάζια λίμνη” και κάνοντας σενάρια με το μυαλό μου φανταζόμουν ότι έβρισκα τον δικό μου Richard και πηγαίναμε εκεί για να ζήσουμε τον έρωτα μας μακριά από όλους και από όλα.

Ίσως γι’ αυτό και να ήμουν σήμερα ειδικά πιο ενθουσιασμένη από ποτέ... γιατί τον δικό μου Richard τον είχα βρει... και έλπιζα ότι έστω και για δύο μέρες που θα καθόμασταν εκεί... θα ζούσα επιτέλους το όνειρο μου... έστω και πλασματικό.

Πλησιάζοντας το Τζετ... δεν είδα τον Τάηλερ να είναι απ’ έξω και παραξενεύτηκα... κοίταξα τα παιδιά που με ακολουθούσαν και εκείνα ανασήκωσαν ταυτόχρονα τους ώμους τους αδιάφορα καταλαβαίνοντας την απορία στο πρόσωπο μου.

«Δεν έχω καμία ακύρωση» επιβεβαίωσε ο Ντανιέλ που ήταν ο υπεύθυνος να μας ενημερώνει για τις πτήσεις μας και όλοι μαζί ανεβήκαμε στο σκάφος με την ίδια απορία... Μέσα δεν ήταν κανείς... Τι στο καλό;... αναρωτήθηκα αλλά τα παράτησα... μπορεί κάτι να τον καθυστέρησε... άλλωστε έχουμε μισή ώρα πριν την αναχώρηση μας.

Πήγα την βαλίτσα μου στον προσωπικό μου χώρο και αφού μπήκα στην ασφάλεια της κουζίνας μου άρχισα να ετοιμάζω καφέ για όλους μας... Πηγαίναμε πιο νωρίς για να τον απολαμβάνουμε με την ησυχία μας... αλλά ο Έντουαρντ ήταν πάντα εδώ, σήμερα γιατί δεν έχει έρθει;... αναρωτήθηκα για άλλη μια φορά με απορία και μια περίεργη αγωνία άρχισε να με καταβάλει... Λες να ακυρωθεί τελικά;... σκέφτηκα και ένας πόνος διαπέρασε την καρδιά μου και με έκανε αμέσως να πέσω ψυχολογικά.

Έλεος πια με τις μεταπτώσεις της ψυχολογίας μου... ήμουν που ήμουν αλλά τις τελευταίες 15 μέρες μετά δηλαδή από την πρώτη επίσκεψη του Έντουαρντ στο διαμέρισμα μου είχα γίνει χειρότερη... Εκεί που γέλαγα εκεί έκλαιγα... εκεί που ήμουν ήρεμη και απολάμβανα τα χάδια του εκεί με έπιανε κρίση πανικού... Ένιωθα ότι πνιγόμουν από το άγχος μου ότι όλο και κάτι θα γίνει και θα μας χωρίσουν... Δεν υπάρχει περίπτωση... αυτή η σχέση θα με αποτελειώσει στο τέλος... Ευτυχώς ο Έντουαρντ με είχε μάθει πια και όταν με έβλεπε στρεσαρισμένη περίμενε υπομονετικά να ξεσπάσω και μετά με κλείδωνε στην αγκαλιά του και με παρηγορούσε με οποιονδήποτε τρόπο μπορούσε.

Τι μπορείς να πεις πια γι’ αυτόν τον άνθρωπο... είχε γίνει θυσία για μένα... και εγώ είχα ήδη εξαρτηθεί τόσο πολύ από εκείνον που είμαι σίγουρη... ότι αν γίνει κάτι και μας το χαλάσουν όλο αυτό... θα καταρρεύσω... Ήδη καταρρέω μόνο με την σκέψη... αν γίνει και στην πραγματικότητα δεν νομίζω ότι θα γλυτώσω αυτήν την φορά την ψυχιατρική κλινική.

Τα βρισίδια και η άγρια φωνή του έφτασε στ’ αυτιά μου και ξέπνοη έβγαλα το κεφάλι μου από την πόρτα της κουζίνα για να τον δω να μπαίνει μέσα στο Τζετ.

«Δεν με νοιάζει τι λέει... αυτό το ταξίδι δεν το ακυρώνω............ Πες του να πάει...» έπνιξε ότι ήταν έτοιμος να πει... και πετώντας τον χαρτοφύλακα του πάνω στο τραπέζι έκατσε στην καρέκλα και άρχισε να τρίβει τα μάτια του με μανία ακούγοντας τον συνομιλητή του χωρίς να μιλάει.

«Όχι δεν το ακυρώνω... οι φάκελοι είναι έτοιμοι... και τα έγγραφα του Θέλοντερ είναι έτοιμα και αυτά... τι άλλο θέλει από μένα;» ρώτησε τον συνομιλητή του και αφήνοντας την ανάσα του να βγει βίαια από μέσα του έκανε το χέρι του μπουνιά και έκλεισε το στόμα του για να μην ξεστομίσει - φαντάστηκα - τίποτα πάνω στην παρόρμηση του και κοίταξε από το παράθυρο μακριά σουφρώνοντας τα φρύδια του με απελπισία... Αν δεν τον ήξερα τόσο καλά θα ορκιζόμουν ότι ήταν έτοιμος να βάλει τα κλάματα.

Κάποια στιγμή που αντιλήφθηκε την παρουσία μου... μου έκανε νόημα με το χέρι του να τον πλησιάσω και με τον δείκτη του πάνω στα χείλια του μου ζήτησε να μην μιλήσω και εγώ κατένευσα... βάζοντας το κινητό του πάνω στο ώμο του άνοιξε τον χαρτοφύλακα του και βγάζοντας ένα μπλοκ και ένα στυλό άρχισε να γράφει κάτι πάνω στο χαρτί ενώ συνέχιζε την συνομιλία του κανονικά.

«Όχι αυτό είναι την άλλη βδομάδα... πες στην Γκλόρια να του πάει τα έγγραφα να τα ελέγξει... είμαι σίγουρος ότι δεν θα βρει ψεγάδι... κάτι άλλο τρέχει;» ειρωνεύτηκε και σκίζοντας το χαρτί από το μπλοκ μου το έδωσε ενώ με κοίταζε στα μάτια... στο χαρτί έγραφε.

“Πες στον Τάηλερ να μπουν μέσα με την Σόνια και δώσε εντολή στον Ντανιέλ να φύγουμε... θα μας ακυρώσουν την πτήση αν δεν ξεκινήσουμε τώρα... Ενημέρωσε τον Ντανιέλ  ότι μιλάω στο κινητό”.

Κατένευσα και έτρεξα να τους ενημερώσω... μετά από πέντε λεπτά ξεκινήσαμε και ο Έντουαρντ ακόμα πάλευε να βγάλει μια άκρη με τον συνομιλητή του αλλά μόλις ένιωσε το αεροπλάνο να απογειώνετε ένιωσε πιο χαλαρός και άρχισε να τον χλευάζει κανονικότατα... δεν έκατσα να ακούσω περισσότερα... μόλις πήραμε ύψος και το Τζετ σταθεροποιήθηκε... έβγαλα την ζώνη μου και γύρισα στο κουζινάκι μου για να σερβίρω τον καφέ που ήταν ήδη έτοιμος.

Αφού πήγα σε όλους καφέ... γύρισα στο κουζινάκι και γυρίζοντας την σελίδα που μου είχε δώσει πριν ο Έντουαρντ ανάποδα πήρα έναν στυλό ζωγράφισα μια μεγάλη κούπα καφέ και ένα άχνισμα από πάνω και βγαίνοντας από το κουζινάκι μου χωρίς να τον πλησιάσω του έδειξα το σκίτσο και εκείνος χαμογελώντας κατένευσε και γύρισα μέσα για να ετοιμάσω άλλες δύο κούπες καφέ για τους δύο μας... Αφού τους πήρα μαζί μου πήγα κοντά του άφησα τον έναν μπροστά του και τον άλλο δίπλα του... και έκατσα μαζί του... Εκείνος αμέσως μου έπιασε το χέρι και μου το χάιδεψε τρυφερά και βάζοντας και το δικό μου χέρι πάνω στο δικό του άρχισα να το χαϊδεύω παρηγορητικά μπας και καταφέρω να τον ηρεμίσω.

«Κοίτα αυτά που λες δεν στέκουν... δεν έτρεχα τρία μερόνυχτα για να ικανοποιήσω τις ορέξεις του για να μου την πει και από πάνω... Τρεις μέρες είναι θα το ξεπεράσει... δεν άφησα καμία εκκρεμότητα γι’ αυτό πες του να ξεχάσει αυτά που ξέρει γιατί δεν περνάνε σε μένα.......... Όχι δεν υπάρχει περίπτωση... ήμαστε ήδη πάνω στα σύννεφα πες του και δεν γυρνάω που να χτυπάει τον κώλο του κάτω....... Αρκετά θείε το θέμα τελείωσε εδώ... θα τα πούμε σε τρεις μέρες........ Όχι δεν το διαπραγματεύομαι... το θέμα τελείωσε εδώ δεν θα το ξαναπώ... Θα σε πάρω αύριο να σε ενημερώσω για τις εξελίξεις.......... Μπααα... σιγά και μην δεν υπογράψει... άλλωστε τον συμφέρει........ Ναι θα σε πάρω όταν έχω νεότερα....... Γεια σου θείε και καλό κουράγιο» του είπε και κλείνοντας την γραμμή έκλεισε το κινητό του τελείως και πετώντας το μέσα στον χαρτοφύλακα τον έκλεισε και αυτόν και με τράβηξε κοντά του.

«Τι έχεις μωράκι μου;» τον ρώτησα μόλις έκατσα πάνω στα πόδια του και εκείνος βάζοντας το κεφάλι του πάνω στο στερνό μου αναστέναξε.

«Ο πατέρας μου ήθελε σόνι και ντε να ακυρώσω το ταξίδι... αλλά εγώ το είχα προβλέψει και του την έφερα... και τώρα έγινε πιο έξαλλος»

«Γιατί να το ακυρώσει;... Για δουλειές δεν πας;» ρώτησα με απορία και εκείνος κατένευσε χωρίς να πει τίποτα άλλο και με έσφιξε περισσότερο στην αγκαλιά του εισπνέοντας άπληστα το άρωμα μου... Δεν είπα ούτε εγώ τίποτα άλλο και τον άφησα να χαλαρώσει δίνοντας ένα απαλό φιλί πάνω στα μαλλιά του ενώ του έτριβα την πλάτη του παρηγορητικά.

«Δεν ήξερα ότι κάνεις τόσο ωραία σκίτσα» είπε ξαφνικά για να αλλάξει την κουβέντα και την στιγμή που σήκωσε το κεφάλι του, του χαμογέλασα ζεστά.

«Ο πατέρας μου όταν ήμουν μικρή πίστευε ότι θα γίνω ζωγράφος... Αντέγραφα όλες τις φιγούρες της Ντίσνεϋ που έβλεπα αλλά όταν μεγάλωσα κατάλαβα ότι οι αριθμοί μου ταίριαζαν περισσότερο και έτσι δεν το προχώρησα άλλο» χαμογέλασε χαλαρώνοντας και ακουμπώντας στην πλάτη της καρέκλας και με κοίταξε σκεπτικός... «Τι;» ρώτησα αμέσως και ξεφύσησε δαγκώνοντας για λίγο το κάτω του χείλος.

«Σκεπτόμουν...» ξεκίνησε και αμέσως τσιτώθηκα.

«Ωχ... δεν μου αρέσει αυτό» είπα και έκανα να σηκωθώ αλλά σιγά να μην με άφηνε να φύγω.

«Έλα εδώ βρε αντιδραστήρα... αμέσως ωχ... Άκου πρώτα αυτό που έχει να σου πει ο άλλος και μετά αντέδρασε»

«Είμαι σίγουρη ότι δεν θα μου αρέσει αυτό που θα ακούσω... Κάθε φορά που ξεκινάς έτσι με βάζει σε μπελάδες»

«μμμμ» ειρωνεύτηκε χαμογελώντας... «Ναι αλλά στο τέλος τους διορθώνω» ανταπάντησε.

«Αφού έχει πάει η καρδιά μας στην κούλουρη και έχει έρθει» του γύρισα πίσω και γέλασε κουνώντας το κεφάλι του εύθυμα... Ο Έντουαρντ που ξέρω και λατρεύω είχε γυρίσει και αυτό δεν ήταν καθόλου υπέρ μου... γιατί τώρα θα χρησιμοποιήσει όλα του τα κόλπα για να με ρίξει.

«Τώρα να πω τι σκέφτηκα ή όχι;»

«Τι έχω επιλογή;» ρώτησα δύσπιστα γουρλώνοντας τα μάτια μου και γέλασε δυνατά δαγκώνοντας τα χείλια του με την γκριμάτσα που έκανα.

«Όχι...» είπε πιο αποφασιστικά σοβαρεύοντας και συνέχισε... «Που λες σκεφτόμουν...»

«Αχ μανούλα μου... γιατί;... Γιατί με έφερες στον κόσμο;... Τι σου έκανα;... Σου είπε κανείς ότι θέλω να το ζήσω όλο αυτό;» ε τώρα έδωσε τα ρέστα του... ρίχνοντας το κεφάλι του πάνω στο στήθος μου τον έπιασαν νευρικά γέλια και παλεύοντας να βρει ανάσα άρχισε να σκουπίζει τα δάκρυα του πάνω στο σακάκι μου για να μην απελευθερώσει τα χέρια του και καταφέρω να του ξεφύγω... Γαμώτο γιατί πρέπει να με ξέρει τόσο καλά;... «Εεεε... μυξιάρη σκουπίσου απάνω σου όχι απάνω μου» είπα με αηδία και αυτό τον έκανε να ξεσπάσει σε πιο τρανταχτά γέλια.

«Αχχχχ... Χριστέ μου τι θα κάνω εγώ μαζί σου;» είπε παλεύοντας να βρει την αναπνοή του.

«Υπομονή;» προσπάθησα εγώ και τα χείλια του βρίσκοντας το εκτεθειμένο μου δέρμα άρχισαν να στέλνουν κύματα σε όλο μου το κορμί και αναστέναξα βαθιά ενώ με το χέρι μου τον πίεσα περισσότερο απάνω μου για να συνεχίσει... μπας και γλυτώσω τις προηγούμενες σκέψεις του αλλά εκείνος καταλαβαίνοντας το όταν έφτασε στον λαιμό μου... πέρασε την γλώσσα του από όλη την επιφάνεια του και φτάνοντας στο σαγόνι μου το δάγκωσε παιχνιδιάρικα και με το χέρι του με ανάγκασε να χαμηλώσω το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω στα μάτια.

«Νομίζεις ότι θα την γλυτώσεις τόσο εύκολα από μένα;» ρώτησε ανασηκώνοντας το ένα του φρύδι προκαλώντας με ανοιχτά.

«Φτου γαμώτο... δεν το ξέχασες;» τον πείραξα και αντί να γελάσει με κοίταξε ζαρώνοντας τα φρύδια του προκλητικά... «Άντε λέγε... να δούμε τι θα καταλάβεις» είπα ηττημένα και δίνοντας μου ένα φιλί στα χείλια μου έκατσε και πάλι αναπαυτικά στην πλάτη της καρέκλας και παίρνοντας μια βαθιά αναπνοή ξεκίνησε.

«Που λες σκεφτόμουν...» με κοίταξε προειδοποιητικά για να μην τον σταματήσω... «Ότι με τόσους καλούς βαθμούς που είχες είναι κρίμα να μην συνεχίσεις τις σπουδές σου» είπε ανάλαφρα και περίμενε τις αντιδράσεις μου.

«Κρίμα που έχασα την υποτροφία... τώρα είναι αργά να κάνω κάτι γι’ αυτό... Κάτι άλλο;» του απάντησα απλά και μου έκανε μια ειρωνική γκριμάτσα.

«Που τα πουλάς αυτά;» με ρώτησε δύσπιστα.

«Έντουαρντ... ξέχνα το... αυτό το όνειρο τελείωσε πριν καν αρχίσει... δεν ξαναγυρίζω πίσω... αλλά τώρα αναρωτιέμαι... γιατί τέτοια πρεμούρα για να συνεχίσω τις σπουδές μου;... Ετοιμάζεις τίποτα πάλι;»

«Όχι» είπε με ειλικρίνεια ανασηκώνοντας τους ώμους του... «Απλά σκεφτόμουν ότι είναι πολύ κρίμα που δεν κατάφερες να τελειώσεις το πανεπιστήμιο εξαιτίας» τον κοίταξα προειδοποιητικά και δεν το συνέχισε... «Εντάξει δεν λέω ξανά τίποτα... Έκανα απλά μια σκέψη και ήθελα να την εκφράσω τόσο κακό είναι;» ρώτησε με απορία αναστενάζοντας.

«Όχι δεν είναι κακό... αλλά νόμιζα ότι είχες καταλάβει ότι αυτό είχε τελειώσει για μένα»

«Εσύ ξέρεις καλύτερα» είπε απαλά και τραβώντας με κοντά του με βόλεψε καλύτερα μέσα στην αγκαλιά του και βάζοντας το χέρι μου πάνω στην γραβάτα του άρχισα να την ξεσφίγγω.

«Πως την αντέχεις;» ρώτησα και ξεφύσησε... «Και μόνο που την βλέπω νιώθω να πνίγομαι εγώ»

«Είναι συνήθεια... ξεχνάω ότι την φοράω» είπε ενώ χασμουρήθηκε κουρασμένα.

«Είσαι κουρασμένος;» ρώτησα και άφησα ένα φιλί πάνω στον λαιμό του και εκείνος έσφιξε τα χέρια του πιο τρυφερά γύρω μου εισπνέοντας το άρωμα που ανέδυαν τα μαλλιά μου.

«μμμχχχμμμ» επιβεβαίωσε αφήνοντας ταυτόχρονα ένα απαλό φιλί πάνω στα μαλλιά μου και ακουμπώντας το μάγουλο του πάνω στο κεφάλι μου... έμεινε σιωπηλός.

«Γιατί δεν πας να ξαπλώσεις;» τον ρώτησα με απορία.

«Θα έρθεις να μου κάνεις παρέα;» ρώτησε παρακλητικά.

«Έντουαρντ... μην το παραχέσουμε... Αν θελήσουν κάτι τα παιδιά πως θα το καταλάβω;»

«Έλαααα... καφέ τους πήγες τι άλλο να θέλουν;»

«Μην κάνεις σαν μωρό... πήγαινε να κοιμηθείς και όταν ξυπνήσεις θα είμαι και πάλι εδώ» του είπα και ξεφύσησε.

«Πεισματάρα... Όχι δεν πάω πουθενά... θα κάτσω εδώ και θα σε βασανίζω μέχρι να φτύσεις αίμα» είπε με πείσμα και άρχισε να με γαργαλάει.

«Εεεε... σταμάτα» φώναξα μέσα από τα γέλια μου.

«’Οχι αν δεν έρθεις να ξαπλώσεις μαζί μου» επέμενε εκείνος.

«Έντουαρνττττ» τσίριξα ξέπνοα και σταμάτησε.

«Έλαααα να ξαπλώσεις μαζί μουυυυυ» παρακάλεσε παραπονιάρικα κάνοντας μια παιδιάστικη γκριμάτσα και έβαλα το μέτωπο μου πάνω στο δικό του και προσπάθησα να βρω ξανά την αναπνοή μου... «Υπόσχομαι να είμαι καλό νινί» συνέχισε και γέλασα δυνατά.

«Δεν πιστεύω να με βυζάξεις πάλι» είπα με φρίκη και γέλασε.

«Δεν είδα να σε χαλάει την τελευταία φορά που το έκανα»

«Ααα Χριστέ μου τι έχω κάνει στην προηγούμενη μου ζωή και με βασανίζεις έτσι σε αυτήν»

«Έλαααα...» συνέχιζε εκείνος απτόητος «Σέλω αγκαλίτσααα»

«Άντε τράβα και έρχομαι... Μπέμπη ε μπέμπη» κατέθεσα τα όπλα και μόλις έκανα να σηκωθώ εκείνος με συγκράτησε και με ανάγκασε να τον κοιτάξω.

«Αν δεν έρθεις σε πέντε λεπτά θα έρθω και θα σε πάρω σηκωτή» απείλησε.

«Θα έρθω... μπορώ να κάνω και αλλιώς;»

«Όχι» επιβεβαίωσε με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο και δίνοντας μου ένα πεταχτό φιλί με άφησε να σηκωθώ και πηγαίνοντας στο πιλοτήριο και στο Τάηλερ με την Σόνια – την κοπέλα που είχε πάρει σήμερα για τα μάτια του κόσμου... ή να πω καλύτερα για τα μάτια του Καρλάιλ – και βεβαιώθηκα ότι ήταν εντάξει και ότι δεν θελαν κάτι άλλο κίνησα προς το πίσω μέρος του Τζετ και μόλις έφτασα στην κρεβατοκάμαρα του τον βρήκα να είναι ξαπλωμένος στο πλάι και με μισάνοιχτο το στόμα ανάσαινε ρυθμικά.

Ήταν τόσο κομμάτια που τον είχε πάρει κιόλας ο ύπνος... Έβγαλα το σακάκι και την φούστα μου για να είμαι πιο άνετα και ξαπλώνοντας δίπλα του τύλιξα το χέρι μου γύρω από το κορμί του και μόλις άφησα ένα απαλό φιλί πάνω στον ώμο του εκείνος αναδεύτηκε ναζιάρικα και γυρίζοντας όλο του το κορμί προς το μέρος μου ακούμπησε το κεφάλι του πάνω στο στήθος μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα τύλιξε το χέρι του γύρω από το σώμα μου και συνέχισε τον ύπνο του... Παρόλο που είχα κοιμηθεί τέσσερις ώρες εγώ δεν μπορούσα να κοιμηθώ και έτσι χαμένη μέσα στις σκέψεις μου άρχισα να του χαϊδεύω απαλά τα μαλλιά του και δεν ξανά κουνήθηκα.

Μετά από μια ώρα και αφού βεβαιώθηκα ότι ο Έντουαρντ κοιμόταν βαθιά... σηκώθηκα και αφού ντύθηκα γύρισα και πάλι στο πόστο μου για να εξυπηρετήσω και τα παιδιά... Δεν μου αρέσει να δίνω δικαιώματα... και το πως έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα και δεν μας έχουν πάρει είδηση είναι κατόρθωμα... Ώρες ώρες είναι τόσο παιδί... Όταν θέλει κάτι δεν σταματάει μέχρι να το πάρει... όχι ότι με χαλάει βέβαια αλλά υπάρχουν στιγμές που με φοβίζει τόσο πολύ μην γίνει τίποτα και μας ανακαλύψουν που όλο αυτό μου προκαλεί νευρικότητα και τα χάνω.

Θέλαμε δύο ώρες για να φτάσουμε και εγώ είχα μια λιγούρα που ένιωθα ότι θα λιποθυμήσω αν δεν έβαζα κάτι στο στόμα μου... αλλά δεν τόλμαγα να φάω πολύ... Έτσι παίρνοντας ένα πακέτο μπισκότα που τα είχα γι’ αυτές τις περιπτώσεις... το άνοιξα και ακουμπώντας στον πάγκο της κουζίνας άφησα την ματιά μου να περιπλανηθεί στον ορίζοντας κοιτώντας έξω από το παράθυρο και άρχισα να τρώω νωχελικά.

«Που τριγυρνά ο λογισμός σου;» ψιθύρισε στο αυτί μου ενώ τύλιγε τα χέρια του γύρω από το σώμα μου και την στιγμή που ακούμπησε το σαγόνι του πάνω στον ώμο μου γύρισα και του έδωσα ένα φιλί στον κρόταφο.

«Πουθενά... απλά χαζεύω» είπα και εκείνος δεν το συνέχισε... «Πεινάς;... Θες να σου φτιάξω τίποτα να φας;» τον ρώτησα για να αλλάξω κουβέντα και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.

«Όχι, δεν έχω όρεξη... αλλά δεν θα έλεγα όχι για ένα καφεδάκι» είπε και αφήνοντας τα μπισκότα πάνω στο μπάγκο πήρα δύο στο χέρι μου γύρισα προς το μέρος του και αφού του έδωσα ένα πεταχτό φιλάκι έβαλα το ένα μπισκότο στο στόμα του και το άλλο στο δικό μου και πήγα κοντά στην καφετιέρα και άρχισα να την ετοιμάζω για να φτιάξω φρέσκο καφέ.

«Ξέρεις τι σκεφτόμουν τώρα;» ρώτησε και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά ενώ συνέχισα να μασουλάω... «Δεν σε έχω δει ποτέ να τρως εν ώρα πτήσης» παρατήρησε και γέλασα... «Γιατί;» επέμενε εκείνος.

«Δεν το διακινδυνεύω» απάντησα μόνο και την στιγμή που γύρισα και πάλι προς το μέρος μου με κοίταξε με απορία... «Εντάξει μην γελάσεις;...» προειδοποίησα και κατένευσε σοβαρός περιμένοντας να συνεχίσω... «Με πειράζει το αεροπλάνο... Αν φάω είμαι ικανή να περάσω την υπόλοιπη ώρα του ταξιδιού στην τουαλέτα αγκαλιά με την λεκάνη» είπα και τότε γούρλωσε τα μάτια και βάζοντας το χέρι του μπροστά από το στόμα του προσπάθησε να μην γελάσει δυνατά αλλά δεν τα κατάφερε... «Εεεε... υποσχέθηκες να μην γελάσεις» είπα θιγμένη και αυτό τον έκανε χειρότερο... Του γύρισα την πλάτη και με νευριασμένες κινήσεις άρχισα να ετοιμάζω την κούπα του... Εκείνος τύλιξε τα χέρια του γύρω από το σώμα μου και μου έδωσε ένα φιλί στην κορυφή του κεφαλιού σταματώντας το γέλιο του.

«Συγνώμη... δεν ήθελα να γελάσω... αλλά φαντάζεσαι πως ακούγετε στον άλλο αυτό;»

«Φυσικά και το φαντάζομαι δεν είμαι χαζή... για ποιον λόγο νομίζεις ότι δεν το λέω πουθενά»

«Και πως το αντιμετωπίζεις;» ρώτησε με περιέργεια.

«Με ομοιοπαθητική... Με έχει βοηθήσει πάρα πολύ... αλλά και πάλι δεν το διακινδυνεύω... γιατί και μόνο με την ιδέα είμαι ικανή να τα βγάλω»

«Σου έχει γίνει εμμονή» παρατήρησε και ανασήκωσα τους ώμους μου.

«Μπορεί» απάντησα και μόλις γέμισα την κούπα του γύρισα προς το μέρος του... «Θα τον πιείς εδώ;»

«Θα έρθεις να μου κάνεις παρέα;»

«Γιατί όχι... δεν έχω τίποτα άλλο να κάνω» απάντησα και παίρνοντας τον καφέ του άρχισε να προχωράει μπροστά... και εγώ παίρνοντας τα μπισκότα μου τον ακολούθησα... μόλις φτάσαμε στην τραπεζαρία και άφησε τον καφέ του πάνω στο τραπέζι με τράβηξε κοντά του και με έβαλε να κάτσω πάνω στα πόδια του.

«Λύσε μου μια απορία...» είπα αμέσως... «Είσαι μόνος σου... δεν σε βλέπει κανείς... γιατί επιμένεις να φοράς κουστούμι;... Πραγματικά ώρες ώρες μου έρχεται να πάρω ένα ψαλίδι και να σου το κάνω κομμάτια» είπα με φρίκη και γέλασε με το ύφος μου.

«Είναι συνήθεια μωρό μου» απάντησε εκείνος απαλά και μου έδωσε ένα φιλί στην άκρη του σαγονιού μου.

«Θες να μου πεις ότι και στο σπίτι σου έτσι κυκλοφορείς;»

«Όχι εντάξει εκεί είμαι περισσότερο ο εαυτός μου... αλλά όταν είμαι έξω από αυτό πρέπει να έχω μια συγκεκριμένη περιβολή»

«Δηλαδή για να σε δω να φοράς κάτι άλλο πρέπει να έρθω πρώτα στο σπίτι σου;» ρώτησα δύσπιστα και άστραψε το μάτι του... τι το θέλω και το ανοίγω το ρημάδι;

«Μμμμμ.... δεν είναι κακή ιδέα»

«Κάνε όνειρα» του απάντησα και γέλασε... δεν ήθελε να με πιέσει άλλο... ξέρει πως νιώθω γι’ αυτό και το σέβεται.

«Και πάλι όμως... εδώ κάθεσαι μόνος σου... γιατί δεν παίρνεις μια φόρμα να είσαι πιο άνετος;» επέμενα εγώ.

«Και να με δει το προσωπικό με τέτοια περιβολή;» σαρκάστηκε και έμεινα με ανοιχτό το στόμα καταλαβαίνοντας τι εννοούσε.

«Συγνώμη... δηλαδή ο Καρλάιλ ακόμα και στο σπίτι του φοράει κουστούμι;» ρώτησα με φρίκη και ανασήκωσε τους ώμους του.

«Γιατί νομίζεις με το που μπήκα στο πανεπιστήμιο έφυγα τρέχοντας;»

«Και στο σπίτι σου δεν έχεις προσωπικό;»

«Έχω μια οικονόμο... αλλά φεύγει όταν γυρίζω και με αφήνει μόνο μου να χαρώ την μοναξιά μου» απάντησε απλά.

«Και αν χρειαστείς κάτι;»

«Μπέλαααα»

«Τι;»

«Νόμιζα ότι είχες πια καταλάβει ότι είμαι ανεξάρτητο άτομο και γενικότερα δεν μου αρέσει να με περιποιούνται... Αυτοεξυπηρετούμαι μόνος μου... δεν χρειάζομαι νταντά»

«Και μένα γιατί με τρέχεις;» ρώτησα με φρίκη δίνοντας του μια μπουνιά στον ώμο και εκείνος γέλασε.

«Αυτό είναι άλλο»

«Δεν καταλαβαίνω που διαφέρει» ειρωνεύτηκα.

«Πρώτη φορά παντρεμένος... να μην χαρώ και εγώ λίγο τις χαρές του έγγαμου βίου;» απάντησε παιχνιδιάρικα και έγινα έξω φρενών.

«Πότε είπαμε ότι βγαίνει το διαζύγιο;»

«Αχχχ... ελπίζω ποτέ» είπε μέσα από έναν αναστεναγμό ενώ κλείδωσε τα χέρια του γύρω μου για να μην με αφήσει να φύγω βάζοντας το κεφάλι του πάνω στο στερνό μου... και έτριξα τα δόντια μου για να μην τον στολίσω.

«Μπέλαααα...» αναφώνησε απηυδισμένος... «Έχεις καταλάβει ότι έχεις γίνει τρομερά ευέξαπτη τον τελευταίο καιρό;» με ρώτησε σοβαρός σηκώνοντας το κεφάλι του για να με κοιτάξει στα μάτια... και ξεφυσώντας κοίταξα μακριά... και δεν το σχολίασα.

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

Fly Away "24. The Voice Within"



Η ατμόσφαιρα αμέσως άλλαξε... και η σιωπή άρχισε να γίνεται τρομερά ενοχλητική... ένιωθα ότι κάτι έπρεπε να κάνω για να το αλλάξω όλο αυτό.. και εκεί που πάλευα να βρω κάτι για να του φτιάξω το κέφι ήρθε ξαφνικά η λέξη που πέταξε όταν αναφέρθηκε στον θέμα του γάμο.

«Τι εννοούσες πριν με την κουνελοποίηση;» τον ρώτησα και μόνο που δεν πνίγηκε μόλις άκουσε την λέξη.

«Μην τα πετάς αυτά όταν τρώω» παρακάλεσε και μόλις ήπιε μια γουλιά από την κόκα κόλα του πήρε μια ανάσα και γύρισε προς το μέρος μου εκδηλώνοντας στο πρόσωπο του όλη την απελπισία του.

«Κάποια στιγμή στην ζωή μου... εύχομαι σε πολλά πολλά πολλά χρόνια από τώρα...» πήρε μια βαθιά ανάσα για να καλμάρει την ένταση του και συνέχισε... «Πρέπει να παντρευτώ για να κάνω παιδιά» εντάξει εδώ τον λυπήθηκα... στην λέξη παιδιά ένιωσα όλη την φρίκη που ένιωθε μέσα του... «Για να συνεχίσω την δυναστεία» σαρκάστηκε ειρωνικά και τον κοίταξα με απορία.

«Και έχει και συγκεκριμένο αριθμό παιδιών που σου επιβάλουν να κάνεις;» ρώτησα χωρίς να καταλαβαίνω.

«Όχι... ευτυχώς... αλλά βλέπεις πρέπει να κάνω τον διάδοχο... αν είμαι τυχερός και έρθει με την πρώτη... τότε θα την γλυτώσω την κουνελοποίηση... αλλιώς κλάψτα Χαράλαμπε... Από τώρα τα λυπάμαι τα κακόμοιρα τα παιδάκια...» σχολίασε στο τέλος και έμεινα με ανοιχτό το στόμα να τον κοιτώ σοκαρισμένη.

«Συγνώμη... γιατί πραγματικά εσύ θα με τρελάνεις καμία μέρα... το όλο θέμα του γάμου για σένα είναι γιατί δεν θέλεις να κάνεις παιδιά;» ρώτησα διαπιστώνοντας μόλις τώρα πιο ήταν το πραγματικό του πρόβλημα με το θεσμό του γάμου.

«Γιατί εσύ τι άλλο νόμιζες ότι ήταν;»

«Δεν ξέρω... συνήθως κάποιος το απομυθοποιεί γιατί έχει πληγωθεί βαθιά... αλλά να μην θες το γάμο για τα παιδιά... δεν μπορώ να το καταλάβω»

«Για να πληγωθείς βαθιά... πρέπει πρώτα να ερωτευτείς και να αγαπήσεις...» είπε κοιτώντας με με νόημα στα μάτια... «Και από όσο ξέρεις αυτό μέχρι πρότινος δεν μου είχε συμβεί...» είπε αλλά έκοψε την φράση του στην μέση... «Τώρα όσο αφορά τα παιδιά τι δεν καταλαβαίνεις;» ρώτησε.

«Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί λες ότι τα λυπάσαι από τώρα» απάντησα αυτόματα αλλά το μυαλό μου ήταν ακόμα στην προηγούμενη του φράση και προσπαθούσα πολύ σκληρά να την απωθήσω για να μην με επηρεάσει.

«Ειλικρινά Μπέλα... με μένα πατέρα και με το όνομα Κάλεν και ότι συνεπάγετε αυτό στην πλάτη τους... πες μου τι μέλλον θα μπορούν να έχουν αυτά τα παιδιά; Πραγματικά σου μιλάω δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι τι έχουν να τραβήξουν... αφού να φανταστείς μέχρι και στείρωση έχω σκεφτεί να κάνω μπας και γλυτώσω από αυτό»

«Για το όνομα και ότι συνεπάγετε αυτό, δεν θα το σχολιάσω γιατί δεν θέλω να σε στενοχωρήσω... Αλλά με εσένα πατέρα;» επανέλαβα την φράση του και άρχισα να γελάω κλείνοντας το στόμα μου με το χέρι μου.

«Δεν καταλαβαίνω που είναι το αστείο» μου πέταξε θιγμένος.

«Σε ικετεύω πες μου τώρα ότι αλήθεια πιστεύεις ότι όταν θα κάνεις εσύ παιδί... θα έχεις την αυταπάτη ότι θα καταφέρεις ποτέ να του επιβληθείς... Ο Χριστέ μου... από τώρα το βλέπω στην μαύρη λίστα του πιο κακομαθημένου παιδιού όχι της Νέας Υόρκης αλλά όλου του κόσμου... Ναι αν το θέτεις έτσι τότε και εγώ το λυπάμαι από τώρα το κακόμοιρο» συνέχισα γελώντας και όλο του το ύφος άλλαξε και δάγκωσε τα χείλια του σκεπτικός κοιτώντας για λίγο μακριά.

«Δηλαδή πιστεύεις ότι εγώ είμαι ικανός να γίνω καλός πατέρας;» ρώτησε με φρίκη δύσπιστος.

«Με ρωτάς;» του απάντησα ακόμα γελώντας αλλά η έλλειψη ανταπόκρισης από μέρους του με έκανε απότομα να σοβαρέψω και με έναν αναστεναγμό συνέχισα... «Γιατί βρε αγόρι μου γλυκό τον αφήνεις να σε ποτίζει με όλα τα λάθος μηνύματα που θέλει να σου περάσει... Πως σκατά άφησες τον εαυτό σου να πιστέψει ότι εσύ θα μπορούσες ποτέ να φερθείς σε ένα παιδί όπως σου φέρεται ο πατέρας σου;»

«Καλός ή κακός... θα πρέπει του επιβάλω όσα μου επιβάλει εκείνος γιατί αυτό θα πρέπει να γίνει... για να συνεχίσει η αυτοκρατορία των Κάλεν» είπε με ένα αναστεναγμό αλλά μέσα από την φωνή του κατάλαβα ότι άρχισε να το βλέπει διαφορετικά.

«Εντάξει αυτό το καταλαβαίνω... Ότι και να θέλει ο ίδιος να ακολουθήσει θα πρέπει να το παρακάμψει για να κάνει τις αντίστοιχες σπουδές για να μπει στην εταιρία και να την συνεχίσει... Αλλά και πάλι αυτό δεν νομίζω ότι είναι και τόσο μεγάλο πρόβλημα πια... Κάνε δύο τρεις γιους εκεί να υπάρχουν και κάνε τον σταυρό σου ένας από τους τρεις να του αρέσει η δουλειά σου... αλλιώς προετοίμασε τους... άστους να κάνουν την ζωή τους και αυτό που γουστάρουν και όταν έρθει η ώρα να παραδώσεις την σκυτάλη οι ίδιοι θα σου το ζητήσουν γι’ αυτό να είσαι σίγουρος... Να σου πω και την αλήθεια μου;» ρώτησα και εκείνος κατένευσε σοβαρός περιμένοντας με ανυπομονησία να συνεχίσω.

«Αν πραγματικά κάνεις την εταιρία όπως την οραματίζεσαι... και δουν και εκείνοι τι μπορεί να τους αποφέρει και τι θα κερδίσουν μέσα από αυτό... να δεις ότι μόνοι τους θα το ζητήσουν να σε ακολουθήσουν... Από την άλλη είμαι σίγουρη ότι όταν θα κάνεις παιδί θα γίνεις τόσο καλός πατέρας που μόνο και μόνο επειδή θα σε έχουν πρότυπο θα σε ακολουθήσουν με κλειστά τα μάτια» είπα με σιγουριά και αυτό τον παραξένεψε περισσότερο.

«Πως μπορείς να είσαι τόσο σίγουρη γι’ αυτό;» ρώτησε ξέπνοα.

«Για ποιο;... Για το ότι θα είσαι καλός πατέρας;» τον ρώτησα και κατένευσε και τότε γέλασα κουνώντας το κεφάλι... «Βρε Έντουαρντ... αυτό κάνει μπαμ από μακριά... Έχεις τόσο ανάγκη από λίγη αγάπη και κατανόηση που μόλις νιώσεις έστω και λίγη από την αγάπη που θα σου προσφέρουν τα παιδιά σου εσύ θα γίνεις χαλί να σε πατήσουν... Την κακόμοιρα την μάνα σκέφτομαι που θα τρέχει από πίσω να τα μαζεύει για να ισορροπήσει τις καταστάσεις» εντάξει τώρα έμεινε μαλάκας... Είχε ανοίξει διάπλατα το στόμα και τα μάτια και με κοίταζε σαν χάνος... Έβαλα το χέρι μου μπροστά από τα μάτια του και το κούνησα πέρα δώθε για να ξυπνήσει.

«Κουκουυυυ... είναι κανείς εδώ;» τον πείραξα και κλείνοντας τα μάτια κούνησε το κεφάλι του σπασμωδικά για να ξεκαθαρίσει τις σκέψεις του και όταν τα άνοιξε ξανά με κοίταξε με ένα βλέμμα που μου έκοψε την ανάσα... Όχι... όχι... πες μου ότι δεν σκέφτηκε τίποτα κουλό... Χριστέ μου τι θέλω και το ανοίγω το ρημάδι.

«Ξέχνα το» είπα αυστηρά πισωπατώντας για να ξεφύγω από τον καναπέ... «Μην με κοιτάς εμένα έτσι γιατί θα σου φέρω την κατσαρόλα στο κεφάλι... Εγώ ήθελα να σε βοηθήσω για να μπορέσεις να ξεπεράσεις το φόβο σου... όχι για να βάλεις τέτοιες σκέψεις στο μυαλό σου» έλεγα ενώ ταυτόχρονα σηκώθηκα από τον καναπές και έτρεξα προς τον πάγκο που υπήρχε στην μέση της κουζίνας για να τον αποφύγω... Εκείνος δεν έλεγε τίποτα... η ματιά του τα έλεγε όλα.

«Έντουαρντ ξεκόλλα» τσίριξα και όταν άρχισε να με πλησιάζει προσπάθησα να ξεφύγω κάνοντας τον γύρω του πάγκου.

«Δεν θα μου ξεφύγεις» είπε σατανικά και με δύο δρασκελιές προσπάθησε να με πιάσει αλλά εγώ του ξέφυγα από την άλλη μεριά και έκανα ξανά τον γύρω του πάγκου.

«Έντουαρντ... δεν πρόκειται να σε αφήσω να με πιάσεις αν δεν κάνεις πρώτα στείρωση»

«Τώρα πάει αυτό» είπε με ένα δαιμόνιο χαμόγελο και έκανε την κίνηση και πάλι για να με πιάσει αλλά για άλλη μια φορά έτρεξα το γύρω του πάγκου και του ξέφυγα.

«Δεν υπάρχεις περίπτωση να σου ξανακάτσω... αν δεν πάρω πρώτα μέτρα αντισύλληψης» τσίριξα και γέλασε δυνατά.

«Μην τρέχεις μακριά μου» απείλησε και άρχισε πάλι να τρέχει προς το μέρος μου και μόλις βρήκα το άνοιγμα άρχισα να τρέχω με όλη την δύναμη που είχα για να φτάσω στην πόρτα και να βγω έξω... αλλά λίγο πριν την φτάσω τύλιξε το χέρι του γύρω από το σώμα μου και σηκώνοντας με στο αέρα... με άρπαξε και με έσυρε προς το καναπέ.

«Άφησε με κάτωωωω» ούρλιαζα ενώ χτύπαγα τα χέρια μου και τα πόδια μου για να του ξεφύγω αλλά εκείνος δεν μάσησε.

Αφού με έβαλε πάνω στον καναπέ φαρδιά πλατιά με πλάκωσε με το σώμα του και βάζοντας τα χέρια μου πάνω από το κεφάλι μου άρχισε να με φιλάει με μανία... Προσπάθησα να του ξεφύγω αλλά δεν τα κατάφερνα... ήταν τόσο δυνατός... και εκεί που πάλευε για λίγη ανταπόκριση του δάγκωσα το κάτω χείλος του και ουρλιάζοντας τραβήχτηκε προς τα πίσω.

«Σήκω από πάνω μου τώρα» ούρλιαξα και άρχισα πάλι να παλεύω να ξεφύγω από τα χέρια του.

«Σταμάτα βρε θηρίο... σταμάτα πια... ούτε ένα αστείο δεν μπορούμε να σου κάνουμε... Ορίστε φύγε... να δω τι θα καταλάβεις» είπε και απελευθερώνοντάς με έκατσε πιο δίπλα στον καναπέ και έλεγχε με το χέρι του να δει αν είχε ματώσει.

«Ούτε για αστείο μην ξανασκεφτείς να μου κάνεις κάτι τέτοιο» του είπα σκληρά εκφράζοντας όλον τον θύμο που είχα μέσα μου.

«Να υποθέσω ότι ο λόγος που σε κάνει να μην το θες είναι γιατί κάποιος σε πλήγωσε βαθιά;» ρώτησε πίσω σκληρά με μια δόση ειρωνείας στην φωνή του... και τότε πάγωσα... η καρδιά μου έχασε έναν χτύπο και γουρλώνοντας τα μάτια μου άρχισα να ανασάνω πιο γρήγορα σοκαρισμένη από την συνειδητοποίηση.

«Ξέρεις...» είπα ξέπνοα... «Έβαλες να ψάξουν για το παρελθόν μου;» τον κατηγόρησα σκληρά και αυτό τον έκανε να μαλακώσει λίγο.

«Όχι... δεν έβαλα κανέναν...» είπε και σκύβοντας το κεφάλι μπροστά πέρασε το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του.

«Ο Καρλάιλ...» διαπίστωσα και κούνησε το κεφάλι καταφατικά... «Φυσικά... και τώρα που κατάλαβες ότι είμαι ένα εύκολο τσουλάκι σαν όλες τις άλλες σκέφτηκες να το εκμεταλλευτείς» του πέταξα και εκείνος έγινε έξαλλος.

«Ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκα κάτι τέτοιο για σένα...» είπε σκληρά κοιτώντας με απειλητικά στα μάτια πιάνοντας με από τα μπράτσα μου για να μην του ξεφύγω... «Δεν πίστεψα λέξη από όσα μου είπε»

«Κακός... γιατί ότι σου είπε είναι αλήθεια» του είπα χωρίς να αλλάζω ύφος και τότε μου πέταξε όλα μου τα λάθη στα μούτρα... γαμώ την ειλικρίνεια μου γαμώ.

«Αλήθεια;... Όλα όσα μου είπε είναι αλήθεια;... Γι’ αυτό το έσκασες την ημέρα του γάμου σου και έτρεξες στην άλλη άκρη του πλανήτη για να του ξεφύγεις... γιατί είναι αλήθεια;... Γι’ αυτό παράτησες μια λαμπρή καριέρα;... γιατί είναι αλήθεια;... Γι’ αυτό κατέστρεψες το μέλλον σου και απαρνήθηκες όλους του άντρες;... γιατί είναι αλήθεια;... Γι’ αυτό τρέχεις μακριά μου μόλις καταλάβεις ότι εγώ σε θέλω;... γιατί είναι αλήθεια;...» είπε αφρίζοντας χωρίς να μου δίνει το δικαίωμα να ξεφύγω από την αγκαλιά του... και γυρίζοντας το κεφάλι από την άλλη μεριά απέφυγα την ματιά του και εκείνος παίρνοντας μια βαθιά ανάσα... κάλμαρε την ένταση του και με ανασήκωσε για να με κλειδώσει στην αγκαλιά του για να με παρηγορήσει.

«Ξέρω πάρα πολύ καλά τον Τζέικομπ Μπλακ... Μπέλα... και δεν με γελάς... Μπορείς να ξεγελάσεις όποιον άλλον θες όχι όμως και μένα»

«Αυτό δεν αλλάζει τα πράγματα Έντουαρντ... Είμαι σίγουρη ότι έχουν παραποιήσει την αλήθεια... αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν συνέβη κιόλας»

«Θα μου πεις τι πραγματικά έγινε;»

«Έχει σημασία;»

«Για μένα ναι»

«Γιατί;»

«Γιατί μόνο αν ξέρω την αλήθεια μπορώ να σε προστατέψω από τις ψευτιές τους Μπέλα»

«Και ποιος θα σε πιστέψει ρε Έντουαρντ... ο πατέρας σου;... ή ο κύκλος σου που με το που με αναγνωρίσουν θα σε κάνουν να μην ξέρεις από που να φύγεις από την ντροπή που θα νιώσεις για μένα;» του είπα και έτριξε τα δόντια του με μανία.

«Να φανταστώ ότι σε βίασε κιόλας;» σήκωσα το κεφάλι μου και τον κοίταξα σοκαρισμένη... αυτό σίγουρα δεν θα μπορούσε να το ξέρει από τις φήμες... Εδώ έγινε ότι έγινε για να το καλύψουν όχι για να το βγάλουν προς τα έξω... «Ξέρω τα βίτσια του Μπέλα... δεν είμαι χαζός... Προσπάθησαν να σου κλείσουν το στόμα;» υπέθεσε να και συναίνεσα αποφεύγοντας την ματιά του και βάζοντας το χέρι του πάνω στο μάγουλο μου με ανάγκασε να ακουμπήσω στο στήθος του παρηγορώντας με... «Πες μου τι πραγματικά συνέβη» παρακάλεσε και αναστέναξα.

«Υποτίθεται ότι δεν πρέπει να το πω πουθενά... Αυτή την συμφωνία κάναμε για να με αφήσουν στην ησυχία μου» του είπα και με τον αντίχειρα του μου χάιδεψε απαλά το μάγουλο.

«Μπέλα δεν έχεις ιδέα τι βρόμες έχουν βγάλει για σένα»

«Και ούτε με ενδιαφέρει να μάθω... Έχω την ζωή μου και την ησυχία μου... δεν με νοιάζει τίποτα άλλο»

«Ούτε καν εγώ;» ρώτησε δύσπιστα.

«Νόμιζα ότι το είχαμε ξεκαθαρίσει αυτό το θέμα» του υπενθύμισα και αναστέναξε.

«Πως ξεκίνησαν όλα αυτά;» ρώτησε και πάλι.

«Δεν τα παρατάς» είπα και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του

«Δεν φεύγω από εδώ αν δεν μου πεις» συνέχισε με πείσμα και τα παράτησα... τι σημασία έχει τώρα πια... έτσι κι αλλιώς και να τα πει σε κάποιον δεν πρόκειται να τον πιστέψουν.

«Με μια συμφωνία»

«Δεν πρόκειται να το πω πουθενά... Απλά θέλω να καταλάβω Μπέλα» επιβεβαίωσε εκείνος.

«Να καταλάβεις τι;»

«Με ποιαν λογική θέλησαν να σε παντρέψουν μαζί του;... Αυτό όσο και να προσπάθησα δεν μπόρεσα να το καταλάβω»

«Δηλαδή δεν ξέρεις τίποτα για το παιδί;» τον ρώτησα με απορία και με κοίταξε ξαφνιασμένος.

«Ποιο παιδί;» ρώτησε και αναστέναξα.

«Ας το πάρουμε από την αρχή...» είπα και συναίνεσε περιμένοντας ξέπνοος να ακούσει την ιστορία μου.

«Μέχρι να πάω στο πανεπιστήμιο δεν είχα κάνει ποτέ σχέση... γενικότερα ήμουν λίγο πολύ φυτό... πάνω από ένα βιβλίο και όλα τα σχετικά... Όταν πήρα την υποτροφία ήταν η καλύτερη στιγμή της ζωής μου... θα έφευγα επιτέλους από το Φόρκς... θα σπούδαζα αυτό που είχα ονειρευτεί... Τέλος πάντων λίγο πολύ ήταν όλα μαγικά για μένα εκείνην την περίοδο... αλλά όταν άρχισε το πρώτο εξάμηνο τα βρήκα λίγο σκούρα... Η συγκάτοικος μου με δούλευε κανονικότατα... και μέσα στην παρέα της ήταν και ο Τζέικ τελειόφοιτος τότε και με μεγάλη φήμη... Έτσι στήσανε μια καλοστημένη μηχανή για να με μειώσουν και τα κατάφεραν... Ο Τζέικ άρχισε να μου κολλάει και όσο εγώ τον απέφευγα τόσο εκείνος γινόταν πιο επίμονος»

«Είχες καταλάβει ότι προσπαθούσε να σε δουλέψει;» ρώτησε περίεργος και κούνησα το κεφάλι μου θετικά.

«Δεν ήμουν χαζή Έντουαρντ... Τι δουλειά είχε να με κοιτάξει ένας πλούσιος σαν τον Τζέικ εμένα;... Τέλος πάντων... ο καιρός πέρναγε και σιγά σιγά άρχισαν διάφορες φήμες να γυρίζουν γύρω από το όνομα μου και εγώ τα πήρα»

«Τι φήμες;»

«Ξαφνικά από το πουθενά... άρχισαν να με παίρνουν διάφοροι ηλίθιοι και να μου λένε διάφορα... και αυτό άρχισε να με πονηρεύει... μέχρι που μια μέρα μου την κάρφωσε και μπήκα μέσα στις αντρικές τουαλέτες και τότε κατάλαβα τον λόγο... Στα πλακάκια απάνω είχαν γράψει το κινητό μου και δίπλα... “αν είσαι καυλωμένος πάρε με”... και άλλα τέτοια» ο Έντουαρντ είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό.

«Τα πήρα άγρια και πήγα να βρω τον Τζέικ για να του ζητήσω εξηγήσεις... γιατί ήμουν σίγουρη ότι εκείνος ήταν πίσω από όλα αυτά... και μόλις τον βρήκα τον κόλλησα στον τοίχο και χωρίς να του πω τίποτα... του ξεκούμπωσα το παντελόνι και τον έκανα να τελειώσει σε χρόνο ντε τε... “αυτό για να δεις ότι οι φήμες σου αληθεύουν μαλάκα”... του είπα και τον άφησα με τα παντελόνια ξεκούμπωτα και έφυγα περνώντας ανάμεσα από τον κόσμο που είχε μαζευτεί γύρω μας από τις φωνές του»

«Είσαι απίστευτη» είπε σοκαρισμένος και συνέχισα.

«Αυτό ήταν η αρχή του πολέμου μας... δεν άντεξε βλέπεις τον εξευτελισμό και προσπαθούσε πάση θυσία να πάρει το αίμα του πίσω αλλά ένα βήμα έκανε μπροστά... δύο βήματα τον έστελνα πίσω... μέχρι που ένα βράδυ ήρθε στο δωμάτιο μου με την παρέα του... και τέλος πάντων καταλαβαίνεις»

«Πες μου τουλάχιστον ότι δεν ήταν η πρώτη σου φορά» τον κοίταξα με νόημα στα μάτια και έκλεισε τα μάτια του τρίζοντας τα δόντια του για να ελέγξει τον θυμό του και βάζοντας το χέρι μου στο μάγουλο του τον ανάγκασα να με κοιτάξει... Άφησε την ανάσα του να βγει βίαια από μέσα του και αφού άφησα ένα πεταχτό φιλί στο στόμα του συνέχισα.

«Την επόμενη μέρα κιόλας... έφυγα για το Φόρκς... Φυσικά είπα τα πάντα στον πατέρα μου και εκείνος προσπάθησε να κάνει τα πάντα για να το πληρώσουν... αλλά τα λεφτά βλέπεις έχουν την δύναμη να βουλώνουν πολλές τρύπες και στόματα»

«Όλα εκτός από ένα» τόνισε και ανασήκωσα του ώμους μου.

«Και τι να το κάνεις... σάμπως βρήκα το δίκιο μου τελικά... το μόνο που κατάφερα είναι να με απαγάγουν και να με κλείσουν μέσα στο χρυσό τους κλουβί εκβιάζοντας τον πατέρα μου με την ζωή μου για να σταματήσει την υπόθεση»

«Μέχρι και στην τουαλέτα μέσα είχες κάποιον να σε προσέχει;» ρώτησε για να επιβεβαιώσει τα λόγια μου από την προηγούμενη φορά που με είχε ακούσει με τον Τάηλερ και κατένευσα.

«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο εξευτελιστικό είναι αυτό...» κούνησε το κεφάλι του καταφατικά.

«Και το παιδί;»

«Το παιδί...» επανέλαβα και κοιτώντας μακριά συγκέντρωσα τις σκέψεις μου... «Από την στιγμή που με έκλεισαν στο σπίτι του εκείνος βρήκε την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί την κατάσταση... μια δυο τρεις... με άφησε έγκυο και μόλις ο πατέρας του το έμαθε έγινε έξαλλος... Στην αρχή με κατηγόρησε ότι το έκανα με άλλον αλλά τα γεγονότα και οι ημερομηνίες τον διέψευσαν γρήγορα... Ούρλιαζα και φώναζα να με αφήσουν να πάω να το ρίξω αλλά αν το μάθαινε ο πατέρας μου τότε ήταν που θα τους έκοβε τον κώλο... οπότε ο Μπίλι - δεν ξέρω με ποια λογική - αποφάσισε να μας παντρέψει... Τότε τα είδα όλα μαύρα... δεν ήξερα τι να κάνω και πάνω στην απελπισία μου προσπάθησα να του ξεφύγω και την στιγμή που έτρεχα στις σκάλες τα πόδια μου μπουρδουκλώθηκα και βούτηξα στο κενό... αλλά για κακή μου τύχη είχαν διαδώσει το γάμο και δεν μπορούσαν να τον ακυρώσουν... και έτσι όταν συνήλθα με ενημέρωσαν ψυχρά ότι δεν αλλάζει τίποτα»

«Ο πατέρας σου δεν τα έμαθε όλα αυτά;»

«Όλα τα τηλεφωνήματα με τους δικούς μου γινόταν πάντα με την παρουσία του Μπίλι... δεν μπορούσα να τους πω τίποτα από το τηλέφωνο»

«Και πως κατάφερες να το σκάσεις;» χαμογέλασα με ένα θριαμβευτικό χαμόγελο και εκείνος με κοίταξε με απορία.

«Ο πατέρας μου όπως ξέρεις είναι αρχηγός της αστυνομίας στο Φόρκς...» ξεκίνησα και συναίνεσε... «Όταν ήρθε να για να με πάρει από το δωμάτιο που με ετοιμάσανε... μου είπε ορθά κοφτά ότι εκείνος δεν πιστεύει λέξη από ότι του έλεγα στο τηλέφωνο»

«Να φανταστώ ότι σε έβαζαν να του λες ότι τον αγαπάς και άλλες τέτοιες αηδίες» διαπίστωσε και κατένευσα.

«Και τότε του είπα με μια ανάσα όλα όσα είχαν συμβεί... Έτρεμα σαν το φύλλο... φοβόμουν περισσότερο για τον ίδιο.. γιατί με είχαν απειλήσει ότι αν μαθευτεί τίποτα παραέξω τότε το λιγότερο που θα πάθαινε εκείνος ήταν να χάσει την δουλειά του»

«Δεν περίμενα τίποτα καλύτερο... Πάτησαν πάνω στην αδυναμία που έχετε ο ένας για τον άλλον» κούνησα το κεφάλι μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα συνέχισα.

«Μου έδωσε μια ψεύτικη ταυτότητα και ένα ψεύτικο διαβατήριο που μου είχε βγάλει και την στιγμή που βγήκαμε από το δωμάτιο και φτάσαμε στον κάτω όροφο... με πέρασε από την κεντρική πόρτα και ανοίγοντας την αρχίσαμε να τρέχουμε όπως μπορούσαμε... Με έβαλε σε ένα αυτοκίνητο που είχε μέσα δύο φίλους του αστυνομικούς και εκείνοι με φυγάδεψαν για λίγες μέρες μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα... στο εξωτερικό»

«Δεν προλάβανε να σας σταματήσουν όταν βγήκατε έξω;»

«Δεν προλάβανε να κάνουν πολλά... γιατί όλοι οι καλεσμένοι από την μεριά της νύφης ήταν στο κόλπο» του είπα και του έκλεισα το μάτι μου και τότε χαλαρώνοντας άρχισε να γελάει.

«Μπράβο ο μπαμπάς Σουαν!» είπε με θαυμασμό.

«Τι μας πέρασες εμάς άντε άντε;» τον πείραξα και γέλασε πιο δυνατά.

«Χριστέ μου... πραγματικά απορώ πως κατάφερες να το ξεπεράσεις όλο αυτό»

«Με τα ταξίδια» του απάντησα και κούνησε το κεφάλι του καταφατικά.

«Ελεύθερο πουλί» επανέλαβε τα λόγια που είχα πει στο δωμάτιο του.

«Τώρα καταλαβαίνεις... γιατί πρέπει να φύγεις μακριά μου Έντουαρντ... δεν πρόκειται ποτέ να συμβιβαστώ»

«Αν τολμήσεις ποτέ να συμβιβαστείς τότε θα σου κόψω τον κώλο» είπε βάζοντας το χέρι του πάνω στο μάγουλο μου κοιτώντας με, με ένταση στα μάτια... «Όσο για το ότι πρέπει να φύγω μακριά σου... αυτό να το ξεχάσεις... δεν πρόκειται να πάω που-θε-να» δήλωσε αυστηρά.

«Έντουαρντ... από την αρχή ήταν λάθος... γιατί δεν το καταλαβαίνεις... Κάποια στιγμή θα πρέπει να κάνεις οικογένεια και τότε θα είναι χειρότερα και για τους δύο μας... Ήδη είναι αβάσταχτο... μπορείς να φανταστείς πως θα είναι αν το αφήσουμε όλο αυτό να προχωρήσει περισσότερο;»

«Δεν πάω πουθενά... πάρτο απόφαση... Αν σε πέντε, δέκα χρόνια τέλος πάντων έρθει η ώρα να γίνει και αυτό... τότε θα δούμε τι θα κάνουμε»

«Σε παρακαλώ... μην είσαι τόσο πεισματάρης... Δεν υπάρχει μέλλον για μας»

«Δεν πάω που-θε-νά... το κατάλαβες;» είπε και σφραγίζοντας το στόμα μου με το δικό του δεν με άφησε να πω τίποτα άλλο.

ESCAPE POLH FANTASMA