Λίγο πριν φτάσουμε και αφού είχα μαζέψει τα πάντα και ήμουν έτοιμη για την προσγείωση... πήγα στον προσωπικό μου χώρο και βγάζοντας την στολή μου... έβαλα το σκούρο μπλε μαγιό μου και φορώντας μόνο ένα κοντό σορτσάκι, ένα φαρδύ μπλουζάκι με μακρύ μανίκι που έφτανε λίγο ποιο κάτω από τον αγκώνα μου... άφησα να πέσει ο ένας ώμος της μπλούζας πιο κάτω από τον ώμο μου αφήνοντας τον ακάλυπτο ώστε να φαίνεται από μέσα το μαγιό μου και αφού έβγαλα τα βασανιστικά τακούνια μου και φόρεσα τα διχαλωτά φλατ σανδάλια μου και βάζοντας την στολή και τα παπούτσια στην βαλίτσα μου την έκλεισα και την έβαλα ξανά στην θέση της... Ευτυχώς είχα προβλέψει και είχα μακιγιαριστεί πολύ ελαφριά μόνο με λίγη μάσκαρα και ένα μολύβι για να τονίζει τα μάτια μου... ανανέωσα το λιπ γκλος μου και πήγα κοντά του.
Πηγαίνοντας δίπλα του εκείνος σταμάτησε να αναπνέει γουρλώνοντας τα μάτια του με έκπληξη.
«Είπα να μπω λίγο στο κλήμα...» είπα καθώς έκανα έναν γύρω από τον εαυτό μου και έπνιξε το βογκητό του... «Πως σου φαίνομαι;» ρώτησα και τότε το πρόσωπο του σκλήρυνε και άρχισε να παίρνει γρήγορες ανάσες.
«Μπέλα...» είπε πνιχτά.
«Τι;» ρώτησα εγώ αθώα διαβάζοντας την ζήλια του στην ματιά του.
«Είσαι σοβαρή;... Θα βγεις έτσι έξω;» ρώτησε με φρίκη.
«Δεν μπορώ να πω ότι δεν μου αρέσει όταν με ζηλεύεις... αλλά μην είσαι παράλογος... στις Μαλβίδες πάμε... τι θες να φορέσω καμία κελεμπία μόνο και μόνο για να ικανοποιήσω το εγώ σου;»
«Πήγαινε να αλλάξεις τώρα» απαίτησε και ανασήκωσα τα φρύδια μου.
«Αλλιώς τι;» τον προκάλεσα και ξεφυσώντας κοίταξε μακριά έξω από το παράθυρο και δαγκώνοντας τα χείλια του με μανία το άφησε εκεί για να μην πει τίποτα άλλο και τα κάνει χειρότερα... ήξερε ότι δεν πρόκειται να κάνω πίσω.
Μόλις άκουσα το προειδοποιητικό καμπανάκι προσγείωσης πήγα στην θέση μου και αφού έδεσα την ζώνη μου περίμενα υπομονετικά να προσγειωθούμε.
Την στιγμή που το αεροπλάνο σταμάτησε έλυσα την ζώνη μου και άνοιξα την πόρτα... εκείνος χωρίς να με κοιτάει... πήρε τον χαρτοφύλακα και το σακάκι του στο χέρι και σηκώθηκε... εκείνην την στιγμή εμφανίστηκε και ο Τάηλερ με την Σόνια.
«Ουυυ... Μπέλα τι ομορφιές είναι αυτές;» είπε αμέσως με θαυμασμό και του χαμογέλασα αυτάρεσκα.
«Στις Μαλβίδες είμαστε... έχω σκοπό εγώ και το μαγιό μου να γίνουμε ένα» του είπα και του έτριψα την πλάτη παιχνιδιάρικα και ο Έντουαρντ μούγκρισε.
«Δεν πάμε;»
«Μάλιστα κύριε» ανταποκρίθηκε ο Τάηλερ αλλάζοντας αμέσως ύφος και σοβαρός κατέβηκε πρώτος της σκάλες... και ο Έντουαρντ με την Σόνια ακολούθησαν... χωρίς να μου ρίξει ούτε μια ματιά... Ξίδι... είπα από μέσα μου και πήγα να πάρω την βαλίτσα μου για να κατέβω και εγώ για να φύγουμε με τα παιδιά.
Με τον Τάηλερ τον τελευταίο καιρό είχαμε έρθει πιο κοντά... και ο Έντουαρντ ζήλευε οικτρά... αλλά σιγά μην του κάνω το χατίρι... δεν κατάλαβα... θα καταπιέσω εγώ τον εαυτό μου γιατί εκείνος δεν μπορεί να καταλάβει ότι δεν είμαι κτήμα του;... Στο κάτω κάτω δεν τον απατάω κιόλας... απλά με τον Τάηλερ έχουμε τέλεια χημεία και μιλάμε πιο άνετα... αυτό δεν σημαίνει ότι παίζει και τίποτα περισσότερο... Ώρες ώρες... μμμμμ... μούγκρισα από μέσα μου... αυτή του η κτητικότητα μου την δίνει τόσο πολύ.
«Έτοιμη;» άκουσα την φωνή του Ντανιέλ στην πόρτα και γύρισα προς το μέρος του.
«Ποιο έτοιμη από ποτέ» είπα εύθυμα και παίρνοντας την τσάντα μου και την βαλίτσα μου με χορευτικά βήματα άρχισα να φεύγω από το Τζετ και οι άντρες τις παρέας πίσω μου άρχισαν να με πειράζουν.
Φτάνοντας στο ξενοδοχείο πήγαμε κατευθείαν στην ρεσεψιόν και μια πανέμορφη κοπέλα που σου έκοβε την ανάσα μας υποδέχτηκε με το πιο ευγενικό χαμόγελο.
«Καλωσορίσατε στο “Coconut Tree”... πως θα μπορούσα να σας εξυπηρετήσω;»
«Είμαστε το προσωπικό από το ιδιωτικό Τζετ του κυρίου Κάλεν» είπε αμέσως ο Ντανιέλ που πάντα κανόνιζε τα διαδικαστικά και της έδωσε τις ειδικές κάρτες που είχαμε.
«Ναι φυσικά...» ανταποκρίθηκε η κοπέλα γλυκά και βγάζοντας τρία κλειδιά τα έβαλε πάνω στον πάγκο.
«Ο κύριος Ουάσικτον;» ρώτησε προς τον Ντανιέλ και εκείνος κατένευσε... «Έχετε το δωμάτιο 402»
«Σας ευχαριστώ» την ευχαρίστησε ευγενικά και έκανε πιο πέρα για να έρθουμε και εμείς πιο κοντά.
«Ο κύριος Μπέογλου;» ρώτησε η κοπέλα και ο Κερέμ μπήκε μπροστά... «Εσείς έχετε το 403...» ο Κερέμ κατένευσε και την ευχαρίστησε θερμά... «Και ο κύριος Αλμεδαρόν;» ο Γκουστάβο πήγε κοντά της και εκείνη του έδωσε το κλειδί του... «Και εσείς το 404»
«Και εγώ;» ρώτησα με απορία βλέποντας ότι δεν κράταγε άλλο κλειδί στα χέρια της.
«Είσαστε η Δεσποινίδα Ιζαμπέλα Σουαν;» ρώτησε και κατένευσα... «Λυπάμαι πολύ αλλά το δωμάτιο σας δεν είναι έτοιμο ακόμα... Θα μπορούσατε αν θέλετε να περιμένετε για λίγο στο σαλονάκι μέχρι να ετοιμαστεί;» ρώτησε με αγωνία η κοπέλα ενώ με κοίταζε με ένα περίεργο ύφος που με έκανε για λίγο να τρομοκρατηθώ... Χριστέ μου τι ετοιμάζει πάλι;... σκέφτηκα και αναστέναξα.
«Ναι φυσικά δεν είναι πρόβλημα...» ανταποκρίθηκα αμέσως για να την καθησυχάσω και οι άλλοι τρεις με κοίταξαν με απορία... η κούραση του ταξιδιού είχε διαγραφεί στα χαρακτηριστικά τους και έσπευσα αμέσως να τους αποδεσμεύσω για να πάνε να ξεκουραστούν... «Δεν χρειάζεται να με περιμένετε... πηγαίνετε να ξεκουραστείτε» τους είπα αμέσως και εκείνοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.
«Είσαι σίγουρη Μπέλα;...» ρώτησε αμέσως ο Ντανιέλ... «Αν θες μπορούμε να σου κάνουμε παρέα μέχρι να σου ετοιμάσουν το δωμάτιο σου»
«Δεν χρειάζεται Ντανιέλ... πηγαίνετε να ξεκουραστείτε... θα είμαι μια χαρά» του επιβεβαίωσα εγώ και τότε τα παράτησε.
«Όπως επιθυμείς... Πάμε παιδιά;» τους ρώτησε και αφού κατένευσαν ταυτόχρονα με χαιρέτισαν και εξαφανιστήκαν... πριν φύγω η κοπέλα με σταμάτησε και πάλι.
«Δεσποινίς Σουαν;»
«Ναι;» ρώτησα εγώ γυρίζοντας προς το μέρος της.
«Στο πίσω μέρος του κτηρίου υπάρχει και χώρος σπα... αν θέλετε μέχρι να ετοιμαστεί η βίλα σας μπορείτε να τον επισκεφτείτε» μου είπε κλείνοντας μου το μάτι και έμεινα με ανοιχτό το στόμα να την κοιτάω.
«Η ποιά;» είπα ξέπνοα και με κοίταξε για λίγο σοκαρισμένη δαγκώνοντας τα χείλια της καταλαβαίνοντας ότι μάλλον αποκάλυψε κάτι που δεν έπρεπε.
«Ο κύριος Κάλεν έχει δώσει εντολή» ξεκίνησε διστακτικά και αναστέναξα.
«Εντάξει κατάλαβα, δεν χρειάζεται να πεις τίποτα άλλο... σε ευχαριστώ» είπα μόνο νευρικά και πήρε μια ανακουφιστική ανάσα.
«Να σας ενημερώσω ότι ότι χρειαστείτε να ξέρετε ότι το ξενοδοχείο μας μπορεί να σας το παρέχει... ακόμα και κομμωτή... αισθητικό ή και μανικιουρίστα...» είπε με νόημα κοιτώντας τα νύχια μου που σίγουρα χρειαζόντουσαν συντήρηση γιατί τα χτιστά νύχια που μου είχαν βάλει όταν είχαμε επισκεφτεί το κέντρο αισθητικής με την Άλις άρχισαν να κατεβαίνουν και μου την έδιναν στα νεύρα που δεν ξεκολλάγαν με τίποτα.
«Ξέρεις μήπως αν μπορούν να μου τα βγάλουν αυτά τα πράγματα;... Είναι πολύ εκνευριστικά και δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να τα ξεκολλήσω»
«Φυσικά αν το επιθυμείτε μπορούν να σας τα αφαιρέσουν» απάντησε πρόθημα η κοπέλα και κατένευσα.
«Τότε ίσως το επισκεφτώ μέχρι να φύγουμε... Το σαλονάκι που είναι;» ρώτησα και μόλις μου έδωσε οδηγίες την ευχαρίστησα για όλα και έφυγα για να πάω να πιώ κάτι για να δροσιστώ... Με τον Έντουαρντ είχαμε συνεννοηθεί ότι θα φάμε μαζί οπότε δεν έκανα τον κόπο να επισκεφτώ το εστιατόριο και ας λύσσαγα στην πείνα.
Την ώρα που απολάμβανα το φρουιτ παντς μου, να σου και το καμάρι μου.
«Μια τόσο όμορφη δεσποινίδα και να είναι μόνη της;» είπε με δυσπιστία πειράζοντας με αλλά δεν με ξεγέλαγε... ακόμα ήταν θυμωμένος που δεν είχα αλλάξει.
«Κυρία παρακαλώ... Και η θέση είναι πιασμένη» του απάντησα αυστηρά και χαλαρώνοντας χαμογέλασε και έκατσε απέναντι μου.
«Κυρία;» συνέχισε το δούλεμα με ένα αυτάρεσκο ύφος και το συνέχισα και εγώ.
«Μμμχχχμμμ...» είπα πίνοντας μια γουλιά από το υπέροχο ποτό μου.... «Και μάλιστα με έναν πολύ ζηλιάρη άντρα που αν σε δει να κάθεσαι στο ίδιο τραπέζι μαζί μου... θα σου κάνει την μούρη κρέας»
«Τότε καλύτερα να πάρω τα μέτρα μου και να φορέσω καμία πανοπλία» είπε συνωμοτικά και γέλασα.
«Δεν νομίζω ότι θα σε προστατέψει από εκείνον... Δεν φαντάζεσαι πόσο δυνατός είναι»
«Αλήθεια;» ρώτησε δύσπιστα.
«Αλήθεια... και τώρα δίνε του γιατί δεν θέλω να έχω την φαγούρα του εξαιτίας σου» του είπα σκληρά αλλά εκείνος δεν μάσησε.
«Έχει λόγους να ζηλεύει;» ρώτησε και ξεφύσησα.
«Όχι... αλλά είναι τόσο κτητικός και τυφλός που δεν βλέπει τίποτα μπροστά του... Νομίζει ότι επειδή οι άλλοι με κοιτάνε... εγώ σόνι και ντε θα ενδώσω... Λες και δεν με ξέρει ήδη αρκετά» ειρωνεύτηκα και παίρνοντας το ποτήρι μου στο χέρι έπιασα το καλαμάκι μου και συνέχισα να απολαμβάνω το ποτό μου.
«Θα σου κόψει την όρεξη...» είπε με νόημα.
«Τότε πες τους να τελειώνουν με την βίλα μου» σαρκάστηκα σκληρά στριφογυρίζοντας τα μάτια μου χωρίς να το σχολιάσω... «Γιατί σε λίγο θα επισκεφτώ οπωσδήποτε το εστιατόριο... Δεν έχω φάει τίποτα από το πρωί» είπα και άφησα την ανάσα μου να βγει βίαια από το σώμα μου.
«Κύριε Κάλεν;» είπε ένας μικροσκοπικός μεσόκοπος κύριος και ο Έντουραντ γύρισε προς το μέρος του... «Οι βίλες σας είναι έτοιμες... όποτε θέλετε μπορείτε να ξεκινήσετε» τον ενημέρωσε και ο Έντουαρντ κατένευσε και τον ευχαρίστησε.
«Πάμε;» ρώτησε και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.
«Πήγαινε εσύ... εγώ θα ξεκινήσω σε λίγο»
«Γιατί;»
«Δεν τελείωσα ακόμα το φρουιτ παντς μου» του είπα αδιάφορα και τα παράτησε ενώ κατάλαβε ακριβώς ποιος ήταν ο λόγος που δεν ήθελα να φύγω ταυτόχρονα με εκείνον.
«Θα έρθω σε λίγο να σε πάρω για να πάμε για φαγητό» είπε χωρίς να δέχεται αντίρρηση και αυτόματα σηκώθηκε και έφυγε χωρίς να περιμένει την απάντηση μου... Τι τον έχει πιάσει σήμερα;... Χριστέ μου θα υπάρξει άραγε στιγμή που θα τον καταλάβω τελικά αυτόν τον άνθρωπο;... Μπαααα... σκέφτηκα και τα παράτησα... Μετά από πέντε λεπτά σηκώθηκα και εγώ και πηγαίνοντας στην ρεσεψιόν η κοπέλα με οδήγησε στον οδηγό του μίνι αυτοκινήτου που έχουν και στα γήπεδα γκολφ και εκείνος με πήγε στην βίλα μου... Όταν την είδα έπαθα πλάκα... σίγουρα κάποιος μου κάνει πλάκα... το όνειρο μου επιτέλους γίνεται πραγματικότητα.
Παράδεισος........
Η βίλα όπως την αποκαλούν... ήταν ένα απομονωμένο καλυβάκι που ήταν μέσα στο νερό... Δεν μπορώ να το πιστέψω... ήταν σαν να ζούσα το όνειρο μου... Μόλις έφτασα κοντά ένιωσα αμέσως σαν να αναβίωνα την Γαλάζια λίμνη... μόνο ο Richard έλειπε για να ολοκληρωθεί το σκηνικό... και από όσο ήξερα δεν θα αργούσε να έρθει.
Έβαλα ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλη μου και αφού ευχαρίστησα τον οδηγό που είχε μεταφέρει την βαλίτσα μου μπήκα μέσα στο καλυβάκι και άρχισα να το εξερευνώ.
Το εσωτερικό της καλύβας ήταν όλο λιτό και απέριττο... σε χρώματα του ξύλου και του άσπρου... δεν του έλειπε τίποτα και ήταν τόσο εντυπωσιακό... μόνο με μια μεγάλη κρεβατοκάμαρα που έχει ένα υπέρδιπλο κρεβάτι και ένα διθέσιο καναπέ... μια τηλεόραση.........
...........και ένα μπάνιο υπενδεδυμένο όλο με πέτρα ενώ σε μια γωνία είχε ένα ψυγείο και έναν πάγκο που πάνω είχε ένα τεράστιο καλάθι με φρούτα.. και τίποτα άλλο.
...........και ένα μπάνιο υπενδεδυμένο όλο με πέτρα ενώ σε μια γωνία είχε ένα ψυγείο και έναν πάγκο που πάνω είχε ένα τεράστιο καλάθι με φρούτα.. και τίποτα άλλο.
Αυτό όμως που σου έκανε περισσότερο εντύπωση ήταν οι βεραντούλες που είχε μπροστά και πίσω από το καλυβάκι... το μπροστινό μέρος είχε ένα μεγάλο καναπέ με ένα τραπεζάκι μπροστά ενώ λίγο πιο μπροστά σε ένα πιο χαμηλότερο επίπεδο είχε δύο αντικριστούς καναπέδες μέσα σε ένα τετράγωνο πλαίσιο και ένα τραπεζάκι στην μέση να απολαμβάνεις την θάλασσα και όλο την ομορφιά του τόπου...
Ενώ στο πίσω μέρος είχε ένα γραφείο με μια καρέκλα... επίσης ένα τεράστιο καναπέ με ένα τραπεζάκι μπροστά και στην μέση της βεράντας ένα ονειρικό στρογγυλό τζακούζι έτοιμο για τρελίτσες... γέλασα από μέσα μου και στο άκουσμα μιας μηχανής με έκανε να παραξενευτώ και κίνησα να πάω στο πάνω μέρος της καλύβας που έχε ένα παρατηρητήριο με έναν επίσης διθέσιο καναπέ στην μπροστινή βεράντα για να δω ποιος είναι.
Μόλις είδα να έρχεται προς το μέρος μου από την απέναντι όχθη που υπήρχε ένα αντίστοιχο καλυβάκι ο Έντουαρντ πάνω σε ένα τζετσκι... φορώντας βερμούδα, φανελάκι και από πάνω ένα πουκάμισο ανοιχτό... έπεσε το στόμα μου στο πάτωμα... Χριστέ μου πόσο πιο όμορφος μπορεί να γίνει πια αυτός ο άνθρωπος... Φτάνοντας κοντά στην σκάλα της καλύβας... ελάττωσε ταχύτητα και χωρίς να σβήνει την μηχανή κρατήθηκε από την κολόνα της σκάλα και βγάζοντας τα γυαλιά του μου χαμογέλασε με το πιο αυτάρεσκο ύφος.
«Πάλι εσύ;... Σου είπα να σταματήσεις να με κυνηγάς... Αν σε δει εδώ ο άντρας μου βρες καράβι να φύγεις» τον πείραξα χωρίς να φεύγω από το σημείο που είχα σταθεί και εκείνος γέλασε δυνατά.
«Δεν τον βλέπω πουθενά... οπότε εκείνος χάνει... Τώρα είσαι δική μου» είπε κτητικά και σβήνοντας την μηχανή έκανε να έρθει κοντά μου και κοιτώντας τον και καλά έντρομη βρέθηκα σε θέση ετοιμότητας.
«Θα με απαγάγεις;» ρώτησα με φρίκη και παίρνοντας ένα δαιμόνιο ύφος απάντησε.
«Ακριβώς» και εγώ άρχισα να τρέχω.
Άνοιξα την πόρτα και χωρίς να κοιτάω πίσω μου έτρεχα σαν τρελή πάνω στις σανίδες για να βγω στην παραλία αλλά εκείνος δεν με ακολούθησε με τα πόδια... Έβαλε μπρος στο τζετ σκι και σε κλάσματα δευτερολέπτου έφτασε δίπλα μου την στιγμή που πάτησα τα πόδια μου στην άμμο... Εκείνος έβγαλε το τζετ σκι στην παραλία και παρατώντας το άρχισε να τρέχει καταπάνω μου... Δεν είχα ελπίδες... η μια δρασκελιά μου ήταν δύο δικές του και έτσι δεν άργησε να με φτάσει και αφού τύλιξε το χέρι του γύρω από την μέση μου με σήκωσε στον αέρα και άρχισε να πηγαίνει πάλι προς το τζετ σκι.
«Άσε με κάτω θα φωνάξωωωω» συνέχισα με πείσμα το παιχνίδι μου χτυπώντας τα χέρια μου και τα πόδια μου για να του ξεφύγω και μόλις εκείνος με άφησε να σταθώ στα πόδια μου δίπλα από το τζετ σκι με κλείδωσε μέσα στην αγκαλιά του και άρχισε να με φιλάει τόσο απαιτητικά που μου έκοψε την ανάσα.
«Και ποιος θα σε ακούσει;» ρώτησε ανάμεσα από το φιλί μας και γέλασα δυνατά.
«Τα δελφίνια» του απάντησα εγώ και γέλασε και εκείνος.
«Έλα πάμε γιατί δεν θέλουμε να κρυώσει το φαγητό... και από όσο ξέρω πεινάς σαν λύκος»
«Μμμμ... πολύ δελεαστικό» ανταποκρίθηκα και δαγκώνοντας τα χείλια του με κοίταξε μέσα στα μάτια με τόσο πάθος που έκαψε κάθε κύτταρο του οργανισμού μου.
«Πάμε πριν ξεκινήσω να τρώω το επιδόρπιο μου» είπε με υπονοούμενο πιο αποφασιστικά και αφήνοντας με, έβαλε το τζετ σκι στην θάλασσα και αφού ανέβηκα και εγώ άρχισε να δαμάζει τα κύματα με τόση χάρη που με εξίταρε και με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά έσφιξα τα χέρια μου περισσότερο γύρω του και του έδωσα ένα φιλί πάνω στον λαιμό του και εκείνος έτριψε το χέρι του πάνω στο χέρι μου για λίγο και βάζοντας ξανά το χέρι του πάνω στο τιμόνι συνέχισε την τρελή του πορεία προς το άγνωστο.
Δεν ήθελα τίποτα άλλο... εκείνος εγώ και το απέραντο γαλάζιο... Αχχχχ κάνε θεέ μου να μην τελειώσει ποτέ αυτό το όνειρο... γιατί όταν τελειώσει ένα είναι το σίγουρο... θα τελειώσω και εγώ μαζί του.