Ήταν η χρονιά που θα γύριζαν και πάλι οι Κάλεν και όλοι στο Λαπους ήταν νευρικοί και εκνευρισμένοι. Εγώ δεν τους έδινα και τόσο σημασία, καθόμουν στο μικρό μου σπιτάκι και ετοίμασα τα πράγματα μου για την αυριανή ημέρα. Αύριο θα ήταν η πρώτη μου μέρα στο κανονικό σχολείο του Φορκς και μου είχε δημιουργήσει μεγάλη νευρικότητα.
Όλοι στο Λαπους πηγαίνανε στο νυχτερινό σχολείο αλλά φέτος παρακάλεσα τον Μπιλ να με γράψει στο κανονικό σχολείο του Φορκς για να μπορέσω να βγάλω καλούς βαθμούς και να προχωρήσω σε κάποιο καλό Πανεπιστήμιο.
Σκέφτηκα πριν σκοτεινιάσει να πάω για τελευταία φορά πριν να έρθουν στο αγαπημένο μου λιβάδι για να απολαύσω τον ήλιο διαβάζοντας ένα βιβλίο όπως κάνω τα τελευταία 60 χρόνια που λείπουν εκείνοι. Απο όλα όσα μου απαγόρευσαν για να μην έχω προβλήματα με εκείνους αυτό ήταν που με πόνεσε περισσότερο. Αυτό το μέρος το λάτρευα και ήταν το μοναδικό μέρος που έβρισκα ηρεμία και γαλήνη μακριά απο όλα, όμως γνωρίζοντας ότι είναι δική τους περιοχή θα πρέπει σήμερα να προσέχω πάρα πολύ ώστε να μην με δούνε και έχουμε κανένα πρόβλημα με την συνθήκη που είχε κάνει ο παππούς του Τζέηκ μαζί τους.
Ξάπλωσα στο καταπράσινο γρασίδι και χάζεψα για μια στιγμή τα υπέροχα χρώματα που παίζανε παιχνιδιάρικα με τον αέρα σκορπώντας διάφορες μυρωδιές που σου γαληνεύαν τον νου και την ψυχή.
Είχε περάσει αρκετή ώρα και ήμουν τόσο απορροφημένη απο όλη αυτήν την μαγεία και την ανάγνωση που στην αρχή δεν κατάλαβα ότι κάποιος πλησιάζει, όσφρηστηκα την ατμόσφαιρα και μόλις κατάλαβα ότι είναι κάποιος απο εκείνους αμέσως έτρεξα και κρύφτηκα στο ποιο ψιλό σημείο για να περιμένω μια καλή ευκαιρία για να ξεφύγω απο τον νεοφερμένο χωρίς να με πιάσει. Ήξερα ότι θα με έπαιρνε αμέσως είδηση άλλα είχα την ελπίδα να μπορέσω να ξεφύγω απο το μονοπάτι που είχα ανακαλύψει για τέτοιες περιπτώσεις πριν φτάσει κοντά μου.
Ο ήλιος ήταν πολύ έντονος και αρκετά ψηλά που όταν ο νεοφερμένος μπήκε στην αρχή του λιβαδιού έλαμψε τόσο πολύ που παρόλο την άψογη μου όραση στην αρχή θαμπώθηκα τόσο πολύ που έμεινα ακίνητη ξεχνώντας για λίγο την φυγή μου.
Σταμάτησε απότομα και κοίταξε γύρο του να δει απο που έρχεται η μυρωδιά που έπιασε στον αέρα και μόλις είδα να κοιτάει προς το μέρος μου θυμήθηκα ότι δεν πρέπει να με πιάσει εδώ και άρχισα να τρέχω όσο πιο γρήγορα μπορούσα ώστε να φτάσω στα όρια πριν καταλάβει ποια είμαι.
Είχαν περάσει 60 χρόνια απο την τελευταία φορά που είχα να τον δω και δεν είχε αλλάξει καθόλου και αυτό έκανε την καρδιά μου να πονέσει τόσο πολύ που ένιωθα ότι θα γίνει κομμάτια. Εκείνος δεν γνώριζε την ύπαρξη μου άλλα εγώ ποτέ δεν κατάφερα να τον ξεπεράσω όσο και να προσπάθησα ακόμα και με όλες ιστορίες και όλες τις προειδοποιήσεις του Μπίλι Μπλακ δεν μπόρεσα ποτέ να τους δω διαφορετικά ή να τους μισήσω όσο τους μισούσαν όλοι στο Λαπους και πάντα περίμενα να ξαναγυρίσουν.
Όταν έφτασα στο σπιτάκι μου έπεσα κατευθείαν στο κρεβάτι και άφησα τα δάκρυα μου να κυλήσουν, ήθελα τόσο πολύ να έχω την ευκαιρία να του μιλήσω έστω και μια φορά αλλά όλες αυτές οι απαγορεύσεις ήταν αρκετές για να ξέρω ότι αυτό και μόνο θα με έφερνε σε μπελάδες και έτσι θα επρέπε να είμαι αναγκασμένη να βράζω μέσα μου μόνο κοιτάζοντας τους απο μακριά.
*_*_*_*_*_*_*
Ήταν η δεύτερη χρονιά και έπρεπε να βάλω τα δυνατά μου για να βγάλω καλούς βαθμούς για να περάσω στο πανεπιστήμιο που ήθελα να πάω όλα αυτά τα χρόνια. Τον προηγούμενο χρόνο μπορώ να πω ότι είχα καταφέρει να έχω και καλούς βαθμούς και καλή φήμη στο σχολείο και έτσι όλοι οι καθηγητές μου με είχαν σε εκτίμηση απο την πρώτη στιγμή παρόλο που ήμουν απο το Λαπους. Στην αρχή υπήρχαν προβλήματα απο παντού, λίγο οι καθηγητές που δεν με εβλέπαν με καλό μάτι λόγο την καταγωγής μου – όσοι προσπαθούσαν απο το λαπους να μπουν στο σχολείο του φορκς περνάγανε απο πολλές δοκιμασίες για να μπορέσουν να τους εκτιμήσουν γιατί παρόλο που κανείς δεν το παραδεχόταν πάντα υπήρχε ο ρατσισμός της καταγωγής μας – και απο την άλλη υπήρχαν οι Κάλεν που πάντα με κοιτάζανε με μίσος στα μάτια και αυτό με πόναγε περισσότερο ιδίως το δικό του βλέμμα που με τρύπαγε μες την καρδιά.
«Μπέλα» άκουσα τον Τζέηκ να με φωνάζει απο έξω και έκοψε τις σκέψεις μου στην μέση κοιτώντας το ρολόι στον τοίχο.
«ωχ έχω αργήσει .......... φώναξα δυνατά και παίρνοντας το μπουφάν μου έτρεξα κοντά του ....... Τζέηκ σε παρακαλώ μπορείς να με πας εσύ?»
«φυσικά χαζούλα γι αυτό είμαι εδώ έλα ανέβα»
«σε ευχαριστώ τόσο πολύ, δεν ξέρω πως ξεχάστηκα έτσι»
«Μπέλα με ανησυχείς, εχθές δεν συνεννοηθήκαμε ότι θα σε πάω εγώ σήμερα?»
«το ξέχασα τελείως, συγνώμη» είπα και έσκυψα πάνω στην πλάτη του
«μην ανησυχείς άλλη μια χρονιά είναι και μετά θα τους ξεφορτωθείς για πάντα» είπε υπεροπτικά.
«Τζέηκ»
«γιατί άδικο έχω? Αυτοί δεν είναι πάντα η αιτία για όλα όσα μας συμβαίνουν?»
«είσαι υπερβολικός όπως πάντα»
«ναι καλά, δες τον Σαμ πως έχει αλλάξει απο την ημέρα που έχουν έρθει και μετά όλη την γερουσία, ακόμα και ο μπαμπάς μου είναι έξαλλος και νευρικός»
«ναι γιατί σας έχουν φάει οι προκαταλήψεις, πότε είδατε να κάνουν κάτι ώστε να έχετε κάτι εναντίων τους?»
«αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ακίνδυνοι»
«αυτό όμως σημαίνει ότι είναι πολύ προσεκτικοί και σέβονται τους άλλους γύρω τους»
«καλά καλά δεν θα βγάλω άκρη μαζί σου, ποτέ δεν θα καταφέρουμε να συμφωνήσουμε πάνω σε αυτό το θέμα»
«τότε μην το ξανασυζητήσουμε εντάξει?»
«ότι πεις» είπε πιο νευριασμένα και μπήκε στο προαύλιο του σχολείου
«άσε με στην γραμματεία για να πάρω το πρόγραμμα μου»
«οκ γλύκα» είπε και σταμάτησε την μηχανή του ακριβώς έξω απο το κτήριο της γραμματείας και με άφησε.
«ανυπομονώ να τελειώσει το φορτηγάκι μου για να μην σε επιβαρύνω»
«σε λίγες μέρες θα είναι έτοιμο αλλά για μένα ξέρεις ότι δεν είναι κόπος»
«Τζέηκ ξέρεις πολύ καλά ότι μου αρέσει να είμαι ανεξάρτητη»
«το ξέρω» είπε με μια υποψία πόνου αφήνοντας έναν αναστεναγμό αλλά πριν πει τίποτα άλλο του έδωσα μια μπουνίτσα στον ώμο και έφυγα να πάρω το πρόγραμμά μου.
Στην γραμματεία υπήρχαν πολλά παιδιά που περιμένανε για τον ίδιο λόγο και αυτό με έκανε να αργήσω να φτάσω στο πρώτο μου μάθημα που ήταν η βιολογία, όταν όμως έφτασα ο καθηγητής ήταν ήδη μέσα και τα παιδιά είχαν κάτσει κι όλας στις θέσεις τους.
Μπαίνοντας μέσα έπαθα ένα σοκ, στην μοναδική θέση που υπήρχε για να κάτσω καθόταν εκείνος και μόλις με είδε και κατάλαβε τι θα επακολουθήσει στα μάτια του είδα όλο το μίσος και την απέχθεια που είχε πάντα στο πρόσωπο μου. Ήταν τόσο άδικο, μόνο και μόνο για την καταγωγή μου πάντα έπρεπε να περνάω απο χίλια κύματα για να αποδείξω σε όλους πως και εγώ έχω το δικαίωμα να βρίσκομαι εδώ, για εκείνους όμως η μεταξύ μας σχέση πάντα ήταν η πιο δύσκολη. Πάντα απο μακριά έβλεπα όλη την απέχθεια τους και ποτέ δεν τόλμαγα να τους πλησιάσω γιατί φοβόμουν τις αντιδράσεις τους. Τώρα όμως που θα έπρεπε να βρεθούμε τόσο κοντά ο ένας στον άλλον άλλο ένα πρόβλημα θα δημιουργούνταν γιατί θα καταλάβαινε κατευθείαν το ποιος ήταν εκείνη την ημέρα στο λιβάδι που έτρεξα μακριά του.
«Δεσποινίς Σουαν πολύ χαίρομαι που μας κάνατε την τιμή να έρθετε στο μάθημα μου» είπε ειρωνικά ο κύριος Μολινα και αμέσως κοκκίνισα.
«συγνώμη κύριε Μολίνα αλλά είχε μεγάλη ουρά στην γραμματεία» είπα ψιθυριστά και του έδωσα την κάρτα μου για να την υπογράψει.
«εντάξει τώρα πάρε το βιβλίο σου και πήγαινε να κάτσεις για να ξεκινήσω επιτέλους το μάθημα μου».
«μάλιστα κύριε» είπα και παίρνοντας μια αναπνοή άρχισα να κατευθύνομαι στην μοναδική θέση που ήταν ελεύθερη .
Μόλις έκατσα δίπλα του τον είδα με την άκρη του ματιού μου να τραβιέται όσο πιο μακριά μπορούσε απο μένα με καθαρή αηδιασμένη ματιά. Δεν του έδωσα σημασία και γύρισα μπροστά να παρακολουθήσω το μάθημα τρομερά πληγωμένη και διαλυμένη. Απο πέρσι ήθελα να μου δοθεί η ευκαιρία γι αυτήν την στιγμή και τώρα που επιτέλους ήμουν τόσο κοντά του ένιωθα τόσο άσχημα που το μόνο που ήθελα να κάνω είναι να πάω να κρυφτώ κάπου για να κλάψω. Ένα σκούντηγμα απέσπασε τις σκέψεις μου και γύρισα να κοιτάξω ποιος ήταν.
«γιατί άργησες τόσο?» άκουσα την φωνή του Μάικ να μου ψιθυρίζει απο πίσω και γέλασα.
«είχε μεγάλη ουρά στην γραμματεία» του είπα και χαμογέλασα με την ανυπομονησία του.
«μην το ξανακάνεις μας έλειψες πολύ» είπε και ένιωσα τον Έντουαρτ δίπλα μου να προσπαθεί να κρύψει ένα χαμόγελο.
«δεν θα το ξανακάνω» του απάντησα και η φωνή του κύριου Μολινα μου έκοψε την φράση στην μέση.
«Δεσποινίς Σουαν δεν φτάνει που καθυστερείτε στο μάθημα τώρα δεν θα μας αφήσετε να το ολοκληρώσω κι όλας?» είπε ειρωνικά και αμέσως κατάλαβα τον λόγο που έκανε τον Έντουαρντ ξαφνικά να γίνει πιο ευδιάθετος.
«συγνώμη κύριε Μολίνα δεν θα ξανά επαναληφθεί» είπα και χαμήλωσα το κεφάλι μου γυρίζοντας την ματιά μου καθαρά εχθρικά προς το μέρος του Έντουαρτ για να του δείξω την δυσαρέσκιά μου για όλη του την αντιμετώπιση απέναντι μου αλλά όπως το περίμενα με ένα αηδιασμένο ύφος γύρισε το κεφάλι του απο την άλλη τσιμπώντας την μύτη του με τον αντίχειρα και τον δείκτη του, για να με κάνει να νιώσω πιο άσχημα και αυτό με έκανε να γελάσω κουνόντας το κεφάλι μου. Αυτό τον εκνεύρισε περισσότερο και τον έκανε να με κοιτάξει με περισσότερο μίσος.
Η ώρα πέρασε γρήγορα και την στιγμή που χτύπησε το κουδούνι ένιωσα τον Έντουαρτ να περνάει με αέρα πίσω απο την πλάτη μου τρομερά εκνευρισμένος και να τρέχει με τον πιο αργό ρυθμό για τα δικά του δεδομένα προς την πόρτα χωρίς να με κοιτάει. Τον έβλεπα να φεύγει και ευχόμουν τουλάχιστον να είναι το μοναδικό μάθημα που θα ήμασταν μαζί γιατί πραγματικά δεν θα το άντεχα να τον έχω δίπλα μου και να νιώθω όλο αυτό το μίσος να μου τρυπάει την καρδιά ξανά και ξανά.
Οι επόμενες ώρες πέρασαν πιο ανάλαφρα και ευτυχώς στα επόμενα δύο μαθήματα δεν ήμασταν μαζί. Χτύπησε το κουδούνι και πριν προλάβω να πάρω την τσάντα μου είδα τον Μάικ να έρχεται κοντά μου.
«φυσικά και θα κάτσεις μαζί μας».
«Μάικ εννοείτε που αλλού θα καθόμουν?»
«δεν ξέρω έλεγα επειδή εξαφανίστηκες το καλοκαίρι ότι υπήρχε κάποιος ιδιαίτερος λόγος που το έκανες .
«Μάικ όλο το καλοκαίρι ήμουν στο Λαπους δεν ξέρω πως έγινε και δεν συναντηθήκαμε καθόλου».
«περίεργο, τέλος πάντων πάμε?»
«ναι φυσικά» είπα και σηκώθηκα απρόθυμα απο την θέση μου μιας και που ήξερα ότι εκείνος θα ήταν εκεί να με κοιτάει για άλλη μια φορά με μίσος στα μάτια.
«τι θα φας?» με ρώτησε ο Μάικ όταν φτάσαμε στον πάγκο με τα φαγητά.
«δεν πεινάω σήμερα, θα πάρω μια πορτοκαλάδα και θα πάω στην Άντζελα και την Τζέσικα, θα τα πούμε εκεί εντάξει?»
«εντάξει όπως θες» είπε και με άφησε επιτέλους να φύγω.
Δεν μπορώ να πω τα παιδιά μου φερόντουσαν πολύ καλά αλλά αυτή η επιμονή του Μάικ πάντα μου την έδινε στα νεύρα γιατί δεν μπορούσε να καταλάβει ότι δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει κάτι μεταξύ μας. Μόνο που το σκεφτόμουν γέλαγα τόσο πολύ, άραγε πως θα του φαινόταν αν του αποκάλυπτα την ηλικία μου?
«Μπέλαααα» άκουσα την Άντζελα και την Τζέσικα να με καλωσορίζουν με ανοιχτή την αγκαλιά τους.
Πήγα κατευθείαν κοντά τους ενώ ταυτόχρονα άκουγα πίσω μου τα μικρο σχόλια που κάνανε οι Κάλεν για μένα. Εκείνοι δεν το γνωρίζανε αλλά εγώ μπορούσα να ακούσω ακόμα και τους παραμικρούς ψιθύρους που ανταλλάσσανε μεταξύ τους για να μην τους ακούνε τα αυτιά των υπόλοιπων κανονικών ανθρώπων και έτσι μάθαινα πολλά περισσότερα για εκείνους απο όσα θα ήθελαν εκείνοι να μοιραστούν με τον οποιοδήποτε.
Αυτό με βοήθησε να ολοκληρώσω την άποψη μου για το εκείνους και με έκανε να έχω μεγαλύτερο σεβασμό και εκτίμηση στο πρόσωπο του Δρ. Κάλεν παρόλο που δεν τον είχα γνωρίσει ποτέ απο κοντά.
«τι έγινε την πέτυχε κανείς σας σε κανένα μάθημα ή είσαστε τυχεροί και αυτήν την χρονιά?» άκουσα τον Έμετ να λέει γελώντας
«εγώ την πέτυχα στην βιολογία ...... άκουσα να λέει ο Έντουαρτ εκνευρισμένος ..... δεν φτάνει που δεν μπορώ να ακούσω τις σκέψεις της τώρα θα είμαι αναγκασμένος να μυρίζω και την αηδιαστική της σκυλίσια μυρωδιά κάθε πρωί να μου φτιάχνει την ημέρα» δεν μπόρεσα να μην γελάσω με αυτό και εκείνοι σαν να κατάλαβαν ότι γελάω για εκείνους παρόλο που δεν τους κοίταγα γύρισαν την ματιά τους σε μένα με απορία.
Η ζωή μου για όλους μας ήταν πάντα ένα μυστήριο, όταν με βρήκε ο Εφραιμ Μπλακ να γυρίζω μέσα στο δάσος μόνη μου με πήρε κατευθείαν κοντά του και μου δίδαξε όλα όσα γνώριζε για την ιστορία της φυλής του. Πάντα μου έλεγε ότι έχω την μαγεία της φυλής άλλα για κάποιο λόγο ποτέ δεν κατάφερε το σώμα μου να αλλάξει σε λύκο όπως εκείνοι.
Φυσικά ποτέ στην ιστορία της φυλής μας καμία γυναίκα δεν είχε μεταμορφωθεί άλλα δεν είχε καταφέρει και να έχει τις δυνάμεις κάποιου που είχε υποστεί την μεταμόρφωση όπως είχε γίνει και σε εκείνους και απο την στιγμή που δεν καταφέραμε να βρούμε μια άκρη για το ποιοι ήταν οι γονείς μου έτσι όλα μείνανε άλυτα μυστήρια.
Στα 65 χρόνια της ζωής μου κανείς εκτός απο την φυλή δεν γνώριζε την ύπαρξη μου μέχρι που πήρα την απόφαση να προχωρήσω και να αρχίσω μια διαφορετική ζωή μακριά απο εδώ. Ο Μπίλι είχε τις αντιστηρίσεις του γι αυτό αλλά εγώ δεν άντεχα άλλο αυτήν την ζωή και έτσι του ζήτησα να με γράψει εδώ για να μπορέσω να μπω σε κάποιο καλό πανεπιστήμιο για να ξεκινήσω απο κάπου.
Το σώμα μου απο τα 7 μου χρόνια είχε κλειδωθεί στην ηλικία των 18 και έτσι δεν ήταν δύσκολο να ξεγελάσουμε τους κατοίκους του Φόρκς ότι ήμουν στην σωστή ηλικία για να μπορέσω να μπω στο λύκειο και να ξεκινήσω να υλοποιώ το όνειρο μου να γυρίσω όσα περισσότερα μέρη της γης μπορούσα. Το ότι δεν γνωρίζαμε την εξέλιξη μου αυτό μας έκανε όλους νευρικούς για το πόσο θα κράταγε όλο αυτό αλλά εγώ δεν άντεχα άλλο να κάθομαι απομονωμένη απο όλους γυρίζοντας μόνο μέσα στα δάση μακριά απο όλα τα βλέμματα των κατοίκων για να μην προδοθώ και υποψιαστεί κανείς για μένα ή την φυλή μας, μόνο και μόνο να περιμένω το άγνωστο.
Το γεγονός ότι δεν μεγαλώνω με έκανε να κλειστό περισσότερο στον εαυτό μου και ποτέ δεν επέτρεψα σε κανέναν να με πλησιάσει συναισθηματικά γιατί δεν θα άντεχα να δεθώ με κανέναν τους και στο τέλος να τους χάσω όπως είχα χάσει και τον Εφραιμ που για μένα ήταν πάντα σαν πατέρας μου και τον σεβόμουν και τον αγαπούσα με όλη μου την καρδιά γι αυτό και όταν αποφάσισε να αφήσει την λυκίσια του ζωή και να γεράσει φυσιολογικά τον ζήλευα τόσο πολύ που εκείνος τουλάχιστον είχε την επιλογή ενώ εγώ όχι.
«λες να μας ακούει?» ρώτησε η Άλις με σηκωμένο το φρύδι.
«τι να σου πω πια όλα τα περιμένω απο αυτούς» άκουσα τον Έντουαρντ να λέει με ειρωνικό ύφος
«αμαν Έντουαρντ μην είσαι τόσο κακός πια, στο κάτω κάτω ποτέ δεν μας έχει πειράξει ούτε και μας έδωσε ποτέ δικαιώματα»
«αυτό δεν αλλάζει το τι είναι»
«καλά ότι και να πω εσύ τον χαβά σου»
«Άλις ο Έντουαρντ έχει δίκιο και πολύ ασχοληθήκαμε μαζί της, αν ακούει καλά θα κάνει να ακούσει αυτό ........ άκουσα την Ρόζαλι να λέει γυρίζοντας την ματιά της διακριτικά προς τα εμένα ......... μακριά απο μας και άλλη φορά μην πλησιάσεις τα μέρη μας γιατί δεν έχουμε σε τίποτα να σπάσουμε την συνθήκη»
«Ρόζαλι.... άκουσα την Άλις να λέει .......... στο κάτω κάτω εκτός απο την πρώτη μέρα που ήρθαμε δεν το έχει ξανακάνει»
«αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα τολμήσει ξανά και το καλοκαίρι που λείπαμε το ίδιο δεν έκανε?»
«ναι όταν εμείς δεν ήμασταν εδώ»
«αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι πως κατάφερε να φύγει τόσο γρήγορα όταν την βρήκα εκείνο το απόγευμα» είπε ο Έντουαρντ απορημένος
«ίσως να έχει αλλάξει και αυτή σε λύκο και να έχει τις δυνάμεις».
«όχι δεν μύρισα σκύλο και η καρδιά της ακουγόταν το ίδιο ρυθμική με τώρα, είναι πάντα πιο γρήγορη απο τους υπόλοιπους άλλα όχι τόσο γρήγορη όσο των λύκων»
«αυτό είναι ένα μυστήριο αλλά και πάλι είναι γυναίκα, από όσο θυμάμαι δεν είχαν καμία άλλη γυναίκα λύκο στην φυλή τους» είπε η Ροζαλι απορροφημένη στις σκέψεις της
«ήταν εδώ και όταν είχατε ξαναέρθει?» ρώτησε η Άλις με απορία – εκείνη και ο Τζασπερ δεν ήταν εδώ την τελευταία φορά που είχαν έρθει και ότι ήξεραν για μας ήταν μόνο μέσα απο τις ιστορίες που μοιραζόντουσαν μεταξύ τους.
«όχι δεν την έχουμε ξαναδεί» είπε ο Έμετ σοβαρά
«τότε μπορεί να είναι νέα γενιά» είπε η Άλις κουνόντας αδιάφορα τους ώμους της
«λες πάλι να άρχισαν να μεταμορφώνονται και να έχουν μεταλλαχτεί τόσο πολύ?» είπε ο Έμετ και άρχισε να ξεσπά σε γέλια
«κόφτο δεν είναι αστείο» είπε η Άλις και σηκώθηκε απηυδισμένη
Απο όλες τις συζητήσεις τους πάντα η Άλις ήταν η μόνη που με υπερασπιζόταν όσο αφορά τα πειράγματα τους προς τα μένα και πάντα ένιωθα ότι καταβάθος με συμπαθούσε.
Εκείνη την ώρα χτύπησε το κουδούνι και σηκώθηκα για να πάω στο επόμενο μάθημα που ήταν τα ισπανικά. Όταν μπήκα μέσα ήταν ελεύθερα τα δύο τελευταία θρανία και έτσι επέλεξα αυτήν την φορά να κάτσω μόνη μου στο προτελευταίο θρανίο. Η κυρία Γκόφ εκείνη την ώρα μπήκε στην αίθουσα και εμένα μου ξέφυγε ένας αναστεναγμός ανακούφισης που για ακόμα μια φορά δεν θα είχα να αντιμετωπίσω κανέναν τους για άλλη μια ώρα. Όμως είχα κάνει λάθος γιατί με το που ένιωσα την ανακούφιση άκουσα τον Έντουαρντ και τον Έμετ εκείνη την ώρα να μπαίνουν στην αίθουσα δίνοντας την κάρτα τους στην κυρία Γκόφ.
«όχι πάλι δεν θα το αντέξω» άκουσα να λέει μέσα απο τα δόντια του στον Έμετ
«σκάσε βρε πλάκα θα έχει» είπε Έμετ γελώντας σαρκαστικά
Εκείνη την στιγμή ήθελα τόσο πολύ να σηκωθώ και να φύγω απο κοντά τους, δεν θα άντεχα τα πειράγματα τους και ταυτόχρονα να ελέγχω τις εκφράσεις μου για να μην προδοθώ.
Όταν έκατσαν πίσω μου όμως σκέφτηκα να τους βασανίσω με αυτό που τους πόναγε περισσότερο, την μυρωδιά μου και έτσι κάθε λίγο και λιγάκι τάραζα τον αέρα είτε με το χέρι μου είτε με τα μαλλιά μου και τα επιφωνήματα αηδίας που άκουγα απο πίσω μου με έκαναν να παίρνω το αίμα μου πίσω για όλα όσα λέγανε συνέχεια για μένα, προσπαθώντας με πολύ κόπο να κρύβω το χαμόγελο μου.
Ο Έντουαρντ είχε διαλέξει να κάθετε πίσω μου και αυτό με εκνεύριζε πολύ γιατί δεν είχα την ευκαιρία να μπορώ να τον κοιτάζω που και που. Κάποια στιγμή η κυρία Γκόφ μας ρώτησε κάτι στα Ισπανικά και εγώ με τον Έντουαρντ είπαμε ταυτόχρονα την απάντηση και εκείνος με κοίταζε μέσα στα μάτια σαστισμένος.
«τι έκπληξη είναι αυτή, Μπέλα δεν ήξερα ότι είχες προχωρήσει τόσο πολύ στα Ισπανικά».
«έκανα ιδιαίτερα το καλοκαίρι» είπα ψέματα στην κυρία Γκόφ, φυσικά η αλήθεια ήταν ότι την γνώριζα πολλά χρόνια τώρα όπως και τα περισσότερα μαθήματα που παρακολουθούσα αφού τα επαναλάμβανα πολλές φορές στο νυχτερινό σχολείο του Λαπους αλλά πάντα κράταγα χαμηλούς τόνους εδώ για να μην δίνω αφορμή για σχόλια.
«μπράβο Μπέλα θα κάνετε καλή ομάδα με τον Έντουαρντ στις εργασίες που θα ακολουθήσουν μέσα στην χρονιά, η αλήθεια ήταν ότι το προχωρημένο επίπεδο του Έντουαρντ είχε αρχίσει να με προβληματίζει και τώρα που βλέπω πως συμβαδίζετε μπορώ να είμαι πιο ήσυχη ότι θα μπορέσει να γίνει ομάδα με κάποιον του ίδιου επιπέδου με εκείνον.»
«συγνώμη όταν λέτε ομάδα?» είπαμε πάλι ταυτόχρονα τρομοκρατημένοι και την κοιτάξαμε μέσα στα μάτια με κομμένη την ανάσα για να ακούσουμε την απάντηση που ήδη ξέραμε αλλά δεν θέλαμε να παραδεχτούμε.
«εννοώ αυτό που καταλαβαίνετε, τις εργασίες που θα σας δίνω θα τις κάνετε μαζί» κοιτάξαμε στα μάτια ο ένας τον άλλο με ανοιχτό το στόμα και γυρίσαμε προς εκείνη για άλλη μια φορά
«εεε κυρία Γκόφ δεν νομίζω αυτό μπορεί να είναι εφικτό» είπε εκείνος.
«γιατί Έντουαρτ θα είναι μια καλή ευκαιρία για μια φορά κάποιος να είναι στο ίδιο επίπεδο με σένα, δεν νομίζεις ότι με το να σε βάλω με κάποιον άλλον θα είναι αδικία για εκείνον?»
«Κυρία Γκόφ έχει δίκιο, δεν νομίζω ότι είναι καλό να»
«σε παρακαλώ Μπέλα αν έχεις προχωρήσει τόσο πολύ είναι καλό να δείξεις την αξία σου και να ανεβάσεις τον βαθμό σου για το πανεπιστήμιο που έχεις διαλέξει»
Γύρισα και τον κοίταξα άλλη μια φορά παρακαλώντας με τα μάτια μου να κάνει κάτι για να μας απαλλάξει απο όλο αυτό, εκείνος όμως πιο εκνευρισμένος απο ποτέ αρκέστηκε μόνο στο να με κοιτάει με τα δολοφονικά του μαύρα μάτια, μάλλον δεν ήταν καλή ώρα για να τον εκνευρίσω περισσότερο μιας και δεν ήθελα να διακινδυνεύσω την ασφάλεια τον παιδιών που ήταν μέσα στην τάξη.
«σκέψου τα παιδιά που δεν φταίνε σε τίποτα» του ψιθύρισα μόνο μέσα απο τα δόντια μου και γύρισα μπροστά
«βλέπω ότι δεν υπάρχει άλλη αντίρρηση οπότε Έντουαρντ απο το επόμενο μάθημα θα κάθεσαι με την Μπέλα και έσυ Έμετ με τον Πολ για να αρχίσουμε τις εργασίες μας» αυτό ηταν η σταγονα που ξεχειλισε το ποτηρι για τον Έντουαρντ και ένα κρατς κάτω απο το θρανίο του ήρθε σαν απάντηση σε αυτό που μόλις είχει πει η κυρία Γκόφ, εγώ ασυναίσθητα μαζεύτηκα κοντά στο θρανίο μου και περίμενα με κομμένη την ανάσα να δω τις αντιδράσεις του, ευτυχώς τα χέρια του Έμετ βρέθηκαν γρήγορα στα μπράτσα του και εκείνος με ήρεμες αναπνοές μετά απο πολύ ώρα και κόπο κατάφερε να καταλαγιάσει τον εκνευρισμό του. Μα τι στο καλό του έχω κάνει και είναι τόσο εκνευρισμένος με μένα? Σκέφτηκα παραπονιάρικα.
Την επόμενη ώρα θα είχα γυμναστική και θα ήμουν με τον Μαικ οπότε με βαριά καρδιά άρχισα να μαζεύω τα πράγματα μου, άκουσα απο πίσω μου τον Έμετ να του ψιθυρίζει να φύγουν αλλά εκείνος για έναν περίεργο λόγο δεν κουνιόταν απο την θέση του, δεν έκατσα να του δώσω σημασία, πήρα τα πράγματα μου και άρχισα να προχωρώ προς την πόρτα ενώ ένιωθα την ματιά του να μου καίει την πλάτη.
Στο γυμναστήριο σαν πρώτη μέρα θα παίζαμε βόλεϊ σε ζευγάρια, για κακή μου τύχει την ώρα που ο γυμναστής μας χώριζε σε ομάδες ήρθε ο Έντουαρντ με την Άλις και κάτσανε κοντά σε μένα και τον Μαικ που ήμασταν ήδη μαζί και πέφτοντας η ματιά του προπονητή απάνω τους τους έβαλε αντιπάλους με μας. Και τώρα? Είπα μέσα μου. την περσινή χρόνια έκανα την αδέξια για να μην προδόσω τις δυνατότητες μου αλλά αν εκείνος άρχισε να παίζει επιθετικά σίγουρα δεν θα μπορούσα να μείνω αμέτοχη να τρώω τις πάσες του γιατί ήξερα ότι δεν θα ήταν σαν τις άλλες πάσες τον παιδιών και θα με πονάγανε πολύ.
Όπως το μυρίστηκα κάποια στιγμή είδα με την άκρη του ματιού μου να κάνει νόημα στην Άλις, εκείνη του έκανε πάσα και εκείνος με καρφί την έστειλε με δύναμη κατευθείαν απάνω μου, για να την αποφύγω άφησα το ένστικτό μου ελεύθερο και την απέκρουσα στέλνοντας την πάλι πάνω του, φυσικά εκείνος την απέκρουσε και τότε την γύρισε πάλι προς τα μένα με περισσότερη δύναμη, δεν μπορούσα να συνεχίσω το παιχνίδι του γιατί σίγουρα μετά όλοι οι υπόλοιποι θα άρχισαν να αναρωτιούνται για το τι συμβαίνει με μένα και ξαφνικά τα αντανακλαστικά μου λειτουργούν κανονικά ενώ πέρσι ήμουν η πιο αδέξια μαθήτρια στην ιστορία.
Την στιγμή που η μπάλα έφυγε απο τα χέρια του και υπολογίζοντας για το που θα πέσει εγώ αδιάφορα έσκυψα και κάνοντας ότι μου είχε λυθεί το κορδόνι άρχισα να το δένω αφήνοντας την μπάλα να περάσει πάνω ακριβώς απο το κεφάλι μου, οι υπόλοιποι με κοίταζαν σαν χαζοί και η Άλις άρχισε να ξεσπά σε γέλια.
«είναι τρομερή πρέπει να το παραδεχθείς πόσο έξυπνα την απέφυγε» είπε μέσα απο τα δόντια της χαχανίζοντας ακόμα, ένα σύριγμα έφυγε απο τον λαιμό του Έντουαρντ και έκατσε με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος να με κοιτάει.
«τι θα γίνει δεσποινίς μου θα το δένετε για πολύ ώρα αυτό το κορδόνι?» είπε ειρωνικά και σήκωσα την ματιά μου στην δική του χωρίς να του απαντήσω.
«Μπέλα είσαι καλά?» ρώτησε ο Μαικ
«ναι φυσικά και είμαι συνεχίζουμε?» τον ρώτησα αγνοώντας τους άλλους.
Μετά απο αυτό δεν αποπειράθηκε να με κοντράρει γιατί φυσικά δεν σύμφερε ούτε και εκείνον να δείξει την δύναμη του και έτσι πέρασε η υπόλοιπη ώρα χαλαρά. Στα αποδυτήρια η Άλις με κοίταζε καλά καλά προσπαθώντας να μου πει κάτι αλλά για κάποιον λόγο δεν τόλμαγε να το πει, λίγο πριν όμως βγω απο τα αποδυτήρια με σταμάτησε και με πήγε στο πιο βαθύ μέρος της αίθουσας και αυτό στην αρχή με σόκαρε.
«εδώ δεν θα μας ακούσει γιατί ποτέ δεν με ελέγχει μέσα στα αποδυτήρια»
«δεν καταλαβαίνω» της είπα με απορία
«άκου δεν έχω πολύ χρόνο γιατί θα το ψυλλιαστεί αλλά θέλω να σου μιλήσω»
«για ποιο πράγμα?»
«μπορείς να βρεθούμε σε κάποιο ουδέτερο μέρος την Κυριακή?»
«Άλις τι θέλεις απο μένα?»
«σου υπόσχομαι μόνο το καλό σου»
«δεν ξέρω γιατί αλλά σου έχω εμπιστοσύνη, που θες να βρεθούμε?»
«τι θα έλεγες για το Πορτ Άντζελες?»
«οκ τι ώρα?»
«κατά της 6 το απόγευμα έλα στο εμπορικό και κάνε ότι ψωνίζεις ρούχα, θα σε περιμένω μέσα στο δοκιμαστήριο»
«αν και είναι λίγο περίεργο θα το κάνω»
«οκ τότε θα τα πούμε εκει» είπε ενθουσιασμένη και δίνοντας μου ένα φιλί στο μάγουλο έτρεξε με χορευτικές κινήσεις προς την πόρτα. Εγώ είχα μείνει με το στόμα ανοιχτό και την κοίταζα σαν χαζή, πριν βγει γύρισε με κοίταξε στα μάτια μου χαμογέλασε και έφυγε. Τι στο καλό ήταν όλα αυτό??? Αναρωτιόμουν αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τίποτα.
Όλη η βδομάδα κύλησε θα μπορούσε να πεις ομαλά σε σχέση με το τι θα περίμενα, στα μαθήματα ήταν όλοι τους παγεροί και ευτυχώς εκτός απο την βιολογία τα Ισπανικά και την γυμναστική δεν τους είχα σε κανένα άλλο κοινώ μάθημα και ήμουν σχετικά πιο ήρεμη. Στα διαλύματα βέβαια συνέχιζαν να έχουν την αδιάφορη στάση απέναντι μου και η Άλις δεν μου έριχνε ποτέ ούτε μια ματιά, καταλάβαινα ότι το έκανε για να μην προδοθεί αλλά το μυστήριο της επιθυμίας της να με συναντήσει πάντα με έτρωγε.
Την Παρασκευή στα Αγγλικά ενώ ο κύριος Μπέρτι είχε αρχίσει το μάθημα του ξαφνικά χτύπησε η πόρτα και μπήκε μέσα η Άλις, γύρισε με κοίταξε χαμογελώντας και κλείνοντας μου το μάτι πήγε κοντά στον καθηγητή και του έδωσε την κάρτα της.
«κύριε Μπέρτι μου περισσεύουν ώρες και μου είπε η κυρία Κόουπ ότι θα μπορούσατε εσείς να με δεχτείτε στο μάθημα σας»
«φυσικά δεσποινίς Κάλεν και βέβαια μπορείτε να το παρακολουθήσετε» της είπε ευγενικά και υπογράφοντας την κάρτα της της έδωσε το ελεύθερο να κάτσει όπου θέλει.
Παρόλο που είχε και άλλες κενές θέσης εκείνη διάλεξε την θέση που ήταν αδειανή δίπλα μου και αφού μου χάρισε το πιο υπέροχο χαμόγελο της έκατσε χωρίς να μου μιλήσει ξανά. Εγώ την κοίταζα σαστισμένη χωρίς να καταλαβαίνω τι προκάλεσε όλην αυτήν την αλλαγή αλλά δεν τόλμησα να της πω τίποτα γιατί ήξερα πολύ καλά ότι το πιο πιθανών θα ήταν ο Έντουαρντ να μας κρυφακούει και δεν ήθελα να την προδώσω. Κάποια στιγμή ακούμπησε το χέρι της πάνω στο δικό μου και με απαλή κίνηση το έσφιξε για να μου δώσει το μήνυμα να ηρεμήσω και εγώ κουνόντας μόνο το κεφάλι γύρισα την ματιά μου στον κύριο Μπέρτι και άρχισα να παρακολουθώ το μάθημα χαμένη μέσα στις σκέψεις μου. Όταν γύρισα στο σπίτι ακόμα προσπαθούσα να βρω μια λογική σε όλα αυτά αλλά δεν τα κατάφερα