Ετικέτες

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

Πλασμένοι ο ένας για τον άλλο "11. Ερωτήσεις"


Μπέλα

Καθόμουν στο θρανίο μου περιμένοντας τον τρίβοντας το κεφάλι μου για να ηρεμήσω τον πονοκέφαλο που με είχε πιάσει από την αϋπνία και τον είδα μέσα απο την σκέψη του να με κοιτάει τρέχοντας κοντά μου. Πέρασε την καρέκλα απο πίσω μου και γεμάτος ανησυχία με κοίταξε εξονυχιστικά.

«καλήμερα» του είπα χαμογελώντας και με κοίταξε με δύσπιστα

«καλημέρα, τι σου συμβαίνει?» δεν μπορούσα να μην γελάσω

«τίποτα καλά είμαι .....εκείνη την στιγμή ο Μάικ που μας κοίταγε απο την πόρτα άρχισε να σκέφτεται διάφορα για μας και ο Έντουαρντ γύρισε την ματιά του τελείως εκνευρισμένα προς τα εκείνον .... ήρεμα» του είπα προσπαθώντας να πνίξω το νευρικό γέλιο που ήταν έτοιμο να ξεσπάει και γύρισα την ματιά μου μπροστά

«καλημέρα Μπέλα» είπε καθώς ήρθε κοντά μας και έκατσε πάνω στο θρανίο αγνοώντας την ματιά που του έριξε ο Έντουαρντ

«καλημέρα Μάικ» του αποκρίθηκα εγώ πιο ήρεμα ακόμα προσπαθώντας να απωθήσω τις σκέψεις και τον δύο τους που δεν ήθελε πολύ για να με κάνουν να πεταχτώ έξω απο την τάξη για να ξεσπάσω σε γέλια

«γιατί χάθηκες?»

«δεν σου είχα πει ότι θα έφευγα αυτό το Σαββατοκύριακο?»

«ααα ναι το είχα ξεχάσει» είπε ανακουφισμένος

«πως τα περάσατε στον χορό με την Τζέσικα?»

«καλά ήταν αλλά μας έλειπε η παρουσία σου......ο Έντουαρντ έκρυψε ένα σύριγμα μέσα στο χέρι του που είχε σχηματίσει μπουνιά και εγώ έβηξα επίτηδες για να εμποδίσω το γέλιο μου μέσα στο χέρι μου .... συμβαίνει κάτι? δεν σε βλέπω πολύ καλά σήμερα» είπε ο Μάικ με αγωνία

«όχι όχι είμαι μια χαρά αλήθεια.....εκείνη την στιγμή η παρουσία του κύριου Μολίνα μας γλύτωσε απο τα χειρότερα – τι τρομερό συγχρονισμό έχει αυτός ο άνθρωπος, εμφανιζόταν πάντα ακριβώς την στιγμή που τον χρειαζόμουν – και άφησα την ανάσα μου να βγει με ανακούφιση και γύρισα την ματιά μου στον Έντουαρντ .... μπορείς σε παρακαλώ να ηρεμήσεις λίγο?» του είπα ψιθυριστά για να το ακούσει μόνο εκείνος και με κοίταξε σμίγοντας τα φρύδια του

«ο Νιούτον μου την δίνει στα νεύρα»

«και εγώ τι φταίω να ακούω την φαγωμάρα σας?» τον ρώτησα εκνευρισμένη και γύρισα απο την άλλη για να παρακολουθήσω το μάθημα.

«συγνώμη .... είπε μέσα απο τα δόντια του και γύρισε και εκείνος μπροστά για να ακούσει την παράδοση .... ξέρεις σκεφτόμουν όλο το βράδυ» άκουσα την σκέψη του και το γέλιο που δεν κατάφερα να κρατήσω του έκοψε την φόρα

«δεσποινίς Σουάν γιατί δεν μοιράζεστε το αστείο σας και με μας για να γελάσουμε?» είπε ειρωνικά ο κύριος Μολίνα και κοκκίνισα χαμηλώνοντας την ματιά μου

«συγνώμη» είπα μόνο και έκρυψα το πρόσωπο μου στο χέρι μου και ο κύριος Μολίνα συνέχισε την παράδοση του δυσαρεστημένος απο την συμπεριφορά μου

«το μεσημέρι δεν θα μου την γλυτώσεις τόσο εύκολα»

«θα πάω σπίτι μετά το σχολείο»

«γιατί?»

«κάποιος εχθές το βράδυ δεν με άφησε να κοιμηθώ απο τις έντονες σκέψεις που είχε» του είπα και τώρα ήταν η σειρά του να γελάσει και να του κάνει παρατήρηση ο κύριος Μολίνα και αυτό μας έκανε να ξεσπάσουμε σε περισσότερα γέλια και τελικά ο κύριο Μολίνα μας πέταξε έξω απο την τάξη τρομερά εκνευρισμένος με την συμπεριφορά μας.

Όταν βγήκαμε απο την τάξη είχαμε πια ξεπεράσει τα όρια και κρατάγαμε και οι δύο την κοιλιά μας απο τα γέλια.

«τουλάχιστον βγήκε και κάτι καλό» είπε μέσα απο τα γέλια του και με έπιασε απο την μέση και με έφερε κοντά του αρχίζοντας να με φιλάει με πάθος αφού δεν υπήρχε κανείς να μας κοιτάει.

Η πόρτα πίσω μας άνοιξε απότομα και απομακρυνθήκαμε αυτόματα ο ένας απο τον άλλο αλλά η σοκαριστική ματιά του Μάικ μας έκανε να καταλάβουμε ότι είχε προλάβει να δει το φιλί μας.

«εεε Μπέλα ξέχασες το βιβλίο σου» είπε τρομερά αμήχανος και έτεινε το βιβλίο μου αποφεύγοντας την ματιά μου

«σε ευχαριστώ Μάικ..... είπα εγώ και εκείνος ρίχνοντας ένα βλέμμα γεμάτο μίσος στον Έντουαρντ μπήκε ξανά στην τάξη και έκλεισε την πόρτα πίσω του.... κάνε μου την χάρη και απέφυγε την σκέψη του δεν θα αντέξω να ακούσω άλλα» γέλασε με την έκφραση μου και παίρνοντας με απο το χέρι με οδήγησε προς την τραπεζαρία και κάτσαμε σε ένα απο τα άδεια τραπέζια χωρίς να αφήνουμε τα χέρια μας.

«πρώτη φορά με πετάνε απο το μάθημα»

«για όλα υπάρχει πρώτη φορά» είπα αδιάφορα κοιτώντας γύρω μου

«με ακούς και την ώρα που κοιμάσαι?»

«όταν οι σκέψεις σου είναι δυνατές περνάνε στα όνειρα μου και είναι σαν να μου ψιθυρίζεις και αν είναι κάτι έντονο με ξυπνάει»

«αν το ήξερα θα προσπαθούσα να κάνω κάτι πιο ήσυχο για να μην σε ενοχλώ»

«δεν πειράζει» είπα και έτριψα τους κροτάφους μου ασυναίσθητα

«θα μου πεις τι έχεις?»

«πονοκέφαλο απο την αϋπνία, θα περάσει μετά απο έναν καλό ύπνο μην ανησυχείς»

«πως να μην ανησυχώ ιδίως όταν ξέρω ότι είμαι εγώ η αιτία»

«Έντουαρντ σταμάτα να ενοχοποιείς για τα πάντα τον εαυτό σου, δεν ακούω μόνο εσένα, απλά οι δικές σου σκέψεις επειδή μπερδεύονται και με τις σκέψεις των άλλων είναι πιο δύσκολες να της ηρεμήσω, απορώ εσύ πως το καταφέρνεις?»

«αιώνες εξάσκησης»

«μόνο ένας είναι» του απάντησα και γέλασε κουνώντας το κεφάλι

«στο διάλειμμα τουλάχιστον θα κάτσεις μαζί μου?»

«θα μου θυμώσεις πολύ αν δεν κάτσω?» με κοίταξε αυστηρά

«πάρα πολύ»

«ουυυυυ τρόμαξα .... του είπα και γελάσαμε μαζί .... εντάξει θα κάτσω αλλά σε προειδοποιώ απο τώρα»

«για ποιό πράγμα»

«έχω ήδη πονοκέφαλο, αν δεν απωθήσεις τις σκέψεις των κουτσομπολιών θα σηκωθώ και θα φύγω»

«καλά καλά θα κάνω ότι μπορώ» είπε σηκώνοντας τα χέρια του και γελώντας σαν μικρό παιδί απο ικανοποίηση,εκείνη την στιγμή ακούσαμε το κουδούνι και σηκωθήκαμε για να πάμε στο επόμενο μας μάθημα

Όταν φτάσαμε στην πόρτα όλοι μας κοιτάζανε καλά καλά αλλά εμείς είχαμε μάτια μόνο ο ένας για τον άλλο, την στιγμή που γύρισα για να τον χαιρετήσω το αντίο μου στάθηκε στον λαιμό βλέποντας την ματιά του που μου έκοψε την ανάσα. Δεν είπε τίποτα ούτε και εκείνος παρά μόνο με άγγιξε με την αναστροφή του χεριού του απο τον κρόταφο ως το πιγούνι μου και γύρισε και έφυγε με ήσυχα αλλά σχεδόν χορευτικά βήματα και τον κοίταζα μένοντας στην ίδια θέση μέχρι να βγει τελείως απο το οπτικό μου πεδίο χαμογελώντας.
Όταν μπήκα στην τάξη ο Μάικ με περίμενε με βλέμμα γεμάτο ανυπομονησία

«λοιπόν»

«τι λοιπόν?» είπα εγώ καθώς άφηνα την τσάντα μου στο θρανίο και άνοιγα την καρέκλα για να κάτσω

«εσύ και ο Κάλεν, ε???»

«αυτό δεν σε αφορά Μάικ» του είπα αυστηρά νευριάζοντας με το θράσος του

«δεν μου αρέσει» συνέχισε έτσι κι αλλιώς αγνοώντας το σχόλιο μου

«δεν είναι ανάγκη να σου αρέσει» του είπα πιο εκνευρισμένη και αισθάνθηκα τον Έντουαρντ να γελά αλλά εγώ ένιωσα πιο εκνευρισμένη γιατί όλη αυτή η μεταξύ τους μουρμούρα είχε αρχίσει να με τρελαίνει

«σε κοιτάει λες και .... λες και είσαι φαγώσιμο» συνέχισε και δεν κρατήθηκα άλλο

«άκου να σου πω Μαηκ ο καθένας κάνει τις επιλογές του, η δική μου είναι ο Έντουαρντ και δεν θα δώσω σε κανέναν εξηγήσεις, το κατάλαβες? .... του είπα και παίρνοντας την τσάντα και τα βιβλία μου χωρίς να περιμένω απάντηση πήγα και έκατσα με ένα άλλο κορίτσι που είχε κενή θέση δίπλα της ... συγνώμη θα μπορούσα να κάτσω μαζί σου» της είπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα γιατί δεν έφταιγε εκείνη για τον εκνευρισμό που είχα,κούνησε το κεφάλι της και μου έκανε χώρο για να αφήσω τα βιβλία μου στο θρανίο.

Την επόμενη ώρα ευτυχώς ήμουν με την Τζέσικα και έτσι μπόρεσα να ηρεμήσω λίγο μιας και οι σκέψεις του Έντουαρντ περιοριζόντουσαν μόνο στις δικές του σκέψεις και έτσι κατάφερα να τις απομακρύνω για λίγο μήπως και η ηρεμήσει ο πονοκέφαλος που ένιωθα ότι απο στιγμή σε στιγμή θα με διαλούσε.

Την ώρα όμως που χτύπησε το κουδούνι για το μεγάλο διάλειμμα θυμήθηκα ότι δεν είχα ενημερώσει την Τζέσικα ότι δεν θα κάτσω μαζί τους και την στιγμή που πηγαίναμε προς την πόρτα ξεκίνησα να της το πω.

«Τζέσικα?»

«ναι?»

«ξέχασα να σου πω ότι σήμερα δεν θα κάτσω μαζί σας»

«γιατί?» είπε με απορία αλλά εκείνη την στιγμή είδε τον Έντουαρντ ακουμπισμένο στον τοίχο να μας χαμογελά και οι σκέψεις της γύρισαν σε εκείνον – Χριστέ μου ο θεός μου χαμογέλασε – σκέφτηκε και έκρυψα με κόπο τα νεύρα μου για να μην δώσω αφορμή στον Έντουαρντ να με πειράξει γι αυτό

«καλημέρα κορίτσια» είπε τότε και οι σκέψεις της Τζέσικας πήραν φωτιά – όχι δεν είναι δυνατόν, ο θεός μίλησε σε μας??? Ή μήπως??? Όχι όχι δεν το πιστεύω θα την σκοτώσω αν είναι αυτό που νομίζω – συνέχισε τον παραλογισμό και τότε δεν άντεξα άλλο

«ννννναι ... είπα τρίβοντας το κούτελο μου για να απωθήσω τις σκέψεις της ..... εεε Τζέσικα αυτό που εννοούσα πριν είναι ότι σήμερα δεν θα κάτσω μαζί σας γιατί με κάλεσε ο Έντουαρντ να κάτσουμε παρέα» - τι όχι όχι όχι αυτήν εμένα ήθελα να κοιτάξει τόσο καιρό, μα τι της βρίσκουν τέλος πάντων δεν μπορώ να καταλάβω? Μια ασήμαντη ινδιάνα σαν .... Τζέσικα είσαι καλά?» την ρώτησα με προσποιητή ευγένεια για να σταματήσω τις σκέψεις της

«εεε ναι ναι βέβαια ... είπε σαστισμένη ... φυσικά καταλαβαίνω, άλλωστε αυτά συμβαίνουν σωστά?»

«ναι μάλλον» είπα αδιάφορα

«μια στιγμή είσαστε μαζί?» είπε τότε απότομα και γύρισε την ματιά της σε μένα σοκαρισμένη – όχι πες μου όχι!!!– παρακαλούσε μέσα της

«βασικά είμαστε αρκετό καιρό μαζί αλλά μετά τα όσα συνέβησαν το Σαββατοκύριακο μεταξύ μας ... είπα με νόημα μπας και ξεκολλήσει επιτέλους .... σκεφτήκαμε ότι δεν έχουμε πλέον λόγο να το κρύβουμε» είπα και πιάνοντας τον Έντουαρντ απο το αγκώνα άρχισα να τον παρασέρνω προς την τραπεζαρία γυρίζοντας την πλάτη μου σε εκείνη για να σταματήσουμε την κουβέντα μας εδώ.

«θα σε δω μετά» είπε εκείνη πίσω μας απαιτητικά και κατάλαβα ακριβώς τι εννοούσε και ο Έντουαρντ άφησε να βγει επιτέλους το γέλιο του που με κόπο τόση ώρα κράταγε για να μην προδοθεί

«δεν ακούω κουβέντα» του είπα αυστηρά και παίρνοντας απαλά το χέρι του απο το δικό μου το πέρασε πάνω απο τους ώμους του και με το άλλο του χέρι πείραξε παιχνιδιάρικα τα μαλλιά μου για να με πειράξει

Όταν φτάσαμε στην ουρά για να πάρουμε κάτι να φάμε οι μυρωδιές ανακάτεψαν το στομάχι μου και έτσι προχώρησα μπροστά χωρίς να κοιτάω τι κάνει πίσω μου ο Έντουαρντ παίζοντας νευρικά με το φερμουάρ του μπουφάν μου. Όταν γύρισα για μια στιγμή είδα τον δίσκο του γεμάτο και τρελάθηκα

«τι κάνεις εκεί?» του είπα σοκαρισμένη

«πρέπει να φας»

«όλα αυτά??» είπα ανοίγοντας διάπλατα τα μάτια μου

«τα μισά είναι για μένα» είπε κλείνοντας μου το μάτι και πέρασε μπροστά μου για να πληρώσει στο ταμείο.
 
Κουνώντας το κεφάλι μου απελπισμένα τον προσπέρασα και πήγα στον αυτόματο πωλητή για να πάρω μια πορτοκαλάδα. Όταν φτάσαμε σε ένα άδειο τραπέζι έκατσε στην καρέκλα και εγώ διάλεξα να κάτσω ακριβώς απέναντι του και αυτό τον εκνεύρισε.

«σε βλέπω καλύτερα απο εδώ» του είπα γελώντας με το ύφος του και άφησε έναν αναστεναγμό

«είσαι πεισματάρα πάντως» ανασήκωσα αδιάφορα τους ώμους μου και άνοιξα την πορτοκαλάδα μου και ήπια μια γερή γουλιά για να καταλαγιάσει την δίψα μου ελπίζοντας ότι αυτό θα φτάσει για να μην επιτεθώ πάνω στα νεύρα μου στην Τζέσικα ή τον Μάικ που μου είχαν κάνει τα νεύρα κουρέλι απο το πρωί.

Δεν μπορώ να πω ο Έντουαρντ προσπαθούσε με πολύ κόπο να απωθήσει τις σκέψεις τους και όλων όσων μας σχολιάζανε γύρώ μας και πραγματικά είχα αρχίσει να τον λυπάμαι πάρα πολύ γιατί αν συνέχιζε έτσι σίγουρα θα τον έπιανε και εκείνον πονοκέφαλος αν αυτό μπορούσε να συμβεί.

«πάρε ότι θες» είπε σπρώχνοντας τον δίσκο απαλά προς το μέρος μου

«ευχαριστώ αλλά δεν είναι και η καλύτερη ιδέα αυτήν την στιγμή»

«γιατί?»

«όλος αυτός ο πονοκέφαλος μου προκαλεί αναγούλα»

«ναι αλλά πρέπει να φας» είπε κοιτώντας με βαθιά στα μάτια

«έφαγα χθες πριν έρθεις» του είπα κλείνοντας του το μάτι με νόημα και χαμογέλασε

«και είναι αρκετό?»

«για την ώρα ναι» είπα πίνοντας άλλη μια γερή γουλιά απο την πορτοκαλάδα μου

«δεν φαίνεται πάντως να σε ενοχλεί η γεύση του»

«όχι δεν με ενοχλεί μπορώ να φάω ή να πιω ότι θέλω, φυσικά καταλαβαίνεις ότι δεν είναι το ίδιο»

«τότε γιατί το τρως?» δεν μπορούσα να μην γελάσω με αυτό

«όταν βρίσκεσαι όλη μέρα με ανθρώπους δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ότι δεν τρως»

«σωστά»

«έχω όμως την απορία, αν εσένα σε προκαλέσουν τι κάνεις? .... με κοίταξε βαθιά στα μάτια και παίρνοντας ένα κομμάτι πίτσα που ήταν μπροστά του την δάγκωσε και γρήγορα την κατάπιε σχεδόν αμάσητη .... γιαχχχχ ... είπα αηδιασμένη ... αυτό ήταν πραγματικά χάλια» είπα και γέλασε με το ύφος μου

«τουλάχιστον μπορώ να προσποιηθώ όταν το απαιτεί η περίσταση»

«ελπίζω να το φτύσεις πολύ γρήγορα γιατί με κάνει να νιώθω χειρότερα» του είπα και ένιωσε πιο άσχημα

«μάλλον θα ήταν καλύτερα να περιοριστώ στο να σου το περιγράψω»

«δεν πειράζει» του είπα και ήπια άλλη μια γερή γουλιά μπας και μου αλλάξει την γεύση

«πάντως σε παρατηρώ ότι περισσότερο πίνεις κάποιο αναψυκτικό παρά τρώς»

«βοηθάει την δίψα» είπα κλείνοντας πάλι το μάτι μου

«αλήθεια?» με ρώτησε με δυσπιστία

«μμμχχχμμμ ..... είπα και κοίταξα γύρω μου αδιάφορα .... τελικά θα μου πεις τι σκεφτόσουν εχθές το βράδυ?»

«νόμιζα ότι άκουσες τις σκέψεις μου» με πείραξε παιχνιδιάρικα και σταμάτησα την ματιά μου απάνω του ανασηκώνοντας το φρύδι μου

«οκ λοιπόν, ναι, όχι, ίσως, μπορεί»

«εεε σταμάτα να με πειράζεις»

«νόμιζα ότι ήθελες τις απαντήσεις χωρίς να κάνεις τις ερωτήσεις σου» του είπα γελώντας και γέλασε μαζί μου

«εντάξει παραδίνομαι»

«λοιπόν θα μου πεις?»

«για να είμαι ειλικρινής θέλω τόσα πράγματα να σε ρωτήσω που δεν ξέρω απο που να ξεκινήσω»

«αφού ξεκινήσαμε με το θέμα του φαγητού γιατί δεν συνεχίζεις με αυτό» του είπα για να τον παροτρύνω να ξεκινήσει

«δεν έχεις άδικο, ακόμα με τρώει η περιέργεια πως ξέρεις πόσες μέρες έχω να κυνηγήσω»

«μμμμ εύστοχη ερώτηση.....είπα και έβαλα το χέρι μου πάνω στο δικό του και φέρνοντας το πιο κοντά μου το γύρισα ώστε η παλάμη του να είναι προς τα πάνω και άρχισα να περνάω το δάχτυλο μου πάνω απο της φλέβες του και ένιωσα τον ηλεκτρισμό που τον διαπέρασε και άκουσα να σταματάει η αναπνοή του, σήκωσα την ματιά μου σε εκείνον σοβαρά και του έδωσα την απάντηση που περίμενε .... με δύο τρόπους, πρώτον όταν έχεις κυνηγήσει το σώμα σου είναι πιο ζεστό και όσο περνάνε οι μέρες γίνετε πάλι πιο κρύο, οι ροή του αίματος στις φλέβες σου είναι πιο γρήγορη και όσο περνάνε οι μέρες γίνετε όλο και πιο αργή»

«και δεύτερον?»

«σε παρακολουθώ όταν κυνηγάς» είπα και τον κοίταξα στα μάτια περιμένοντας την αντίδραση του

«πάντα?» είπε με απορία

«ναι»

«εννοείς και πριν...»

«ναι»

«πως?..... χαμογέλασα χαμηλώνοντας τα μάτια μου αφήνοντας την απάντηση μου αναπάντητη ... μην μου πεις πάλι ότι δεν αποκαλύπτεις τα μυστικά σου»

«κάποια πράγματα είναι καλύτερα όταν τα βλέπεις στην πράξη» του είπα με νόημα και η ματιά του φωτίστηκε

«θα μου δείξεις?»

«κάποια μέρα, όχι όμως σήμερα»

«σήμερα?»

«πρέπει να πας για κυνήγι Έντουαρντ δεν μπορείς να αφήνεις τον εαυτό σου να εξασθενεί τόσο πολύ» του είπα αυστηρά

«νόμιζα ότι το χθεσινό έφτανε»

«Έντουαρντ μιλάω σοβαρά, πόσος καιρός έχει περάσει απο το τελευταίο σου κυνήγι?»

«νόμιζα ότι αυτό το ήξερες καλύτερα απο μένα»

«με βλέπεις να κάνω πλάκα?» του είπα απότομα και με κοίταξε σαστισμένος με την απότομη αλλαγή της συμπεριφοράς μου προς τα εκείνον

«έχει περάσει μήνας?» είπε χωρίς να είναι σίγουρος

«και μπορείς να μου δώσεις μια καλή δικαιολογία γι αυτό?» τον ρώτησα στο ίδιο ύφος σταυρώνοντας τα χέρια μου πάνω στο τραπέζι και κοιτώντας τον αυστηρά στα μάτια

«είχα άλλα πράγματα στο μυαλό μου τον τελευταίο καιρό» μου απάντησε στο ίδιο ύφος με το δικό μου χωρίς να καταλαβαίνει που θα οδηγήσει αυτή η κουβέντα

«μπορώ να σε προστατέψω απο εξωτερικούς παράγοντες αλλά θα σου ήμουν υπόχρεη αν με βοηθούσες λίγο προσέχοντας τον εαυτό σου περισσότερο»

«τι εννοείς με αυτό?»

«όλο αυτόν το καιρό ένιωσες εξαντλημένος ή στερημένος??? Και δεν εννοώ την δίψα που σίγουρα ήταν ανεξέλεγκτη»

«αν και δεν έδινα πολύ σημασία σε αυτό τώρα που το λες νομίζω πως όχι»

«νομίζεις??? ... του είπα ειρωνικά και έσμιξε τα φρύδια του ... εγω σου λέω ότι αν έδινες περισσότερο σημασία σε αυτό τότε θα καταλάβαινες ότι όσες μέρες και να περάσουν δεν θα νιώσεις διαφορά όσο αφορά την σωματική σου εξασθένηση»

«και γιατί αυτό?» είπε πραγματικά προβληματισμένος πλέον

«γιατί πολύ απλά το αίμα μου υπερισχύει στο σώμα σου και το συντηρεί χωρίς να έχεις ανάγκη το ξένο αίμα. Στους ανθρώπους το αίμα το ανανεώνει ο ίδιος τους ο οργανισμός αλλά στην δική σου περίπτωση αν δεν κυνηγάς συχνά τότε κάποια στιγμή θα φτάσεις σε σημείο να το εξαντλήσεις»

«και τι θα γίνει αν συμβεί αυτό»

«για αρχή φρόντισε να μην γίνει»

«αν όμως συμβεί.....πήρα μια ανάσα χαλαρώνοντας την στάση του σώματος μου και με μια γρήγορη ματιά γύρισα προς το τραπέζι της οικογένειας του που παρόλο που κάνανε πως ήταν απορροφημένοι στην δική τους κουβέντα ήμουν σίγουρη ότι όλων η προσοχή ήταν στραμμένη απάνω μας απορροφώντας κάθε λέξη που ανταλλάζαμε .... Μπέλα» είπε πιο απαλά ο Έντουαρντ πιάνοντας το χέρι μου και μου γύρισε την προσοχή σε εκείνον. Άφησα άλλον έναν αναστεναγμό περνώντας το χέρι μου απο τα μαλλιά μου και συνέχισα όσο πιο μαλάκα μπορούσα λέγοντας του την αλήθεια

«όταν σκοτώνω κάποιον» ξεκίνησα πλησιάζοντας πάλι προς το τραπέζι και κοιτώντας τον στα μάτια με νόημα κρατώντας του το χέρι

«εννοείς?» είπε σμίγοντας τα φρύδια του συνειδητοποιώντας την αλήθεια

«εννοώ ότι όταν περάσει το δηλητήριο μου στο αίμα κάποιου είτε είναι άνθρωπος, είτε ζώο, είτε βρυκόλακας ή δεν ξέρω και εγώ τι άλλο είδος τότε ο θάνατος είναι αναπόφευκτος .... του είπα ήρεμα περιμένοντας την αντίδραση του, πήρε μια ανάσα και την κράτησε περιμένοντας να συνεχίσω. Οι δική του απο την άλλη είχαν κόψει την κουβέντα που κάνανε στην μέση και μας κοίταζαν πλέον φανερά, σοκαρισμένοι – ο Έντουαρντ και η Άλις στην συζήτηση που είχαν κάνει μαζί τους είχαν παραβλέψει να τους πουν τι είχε γίνει εκείνη την βραδιά – τώρα ακούγοντας το, είχαν αρχίσει ο καθένας ξεχωριστά να βγάζει τα δικά του συμπεράσματα. Ο Έντουαρντ προσπάθησε με κόπο να σταματήσει τις σκέψεις τους για να μην τους ακούσω αλλά εγώ πρόλαβα να πάρω μια γεύση απο αυτές και άρχισα να αισθάνομαι πιο άσχημα που δεν κατάφερα να το αποτρέψω αυτό εκείνη την βραδιά ... αν δώσω λίγο απο το αίμα μου σε αυτόν που έχει δεχτεί το δηλητήριο μου τότε προλαβαίνω το μοιραίο αλλά δεν μπορώ να το αποτρέψω κι όλας»

«δεν καταλαβαίνω» είπε ειλικρινά και προσπάθησα να βρω έναν πιο απλό τρόπο για να του το εξηγήσω

«όλοι πιστεύετε ότι η ψυχή είναι αυτή που κρατάει το σώμα ζωντανό και ότι αν φύγει η ψυχή τότε χάνετε και το σώμα αλλά η αλήθεια είναι ότι γίνετε ακριβώς το αντίθετο. Όσο το αίμα μου συντηρεί το σώμα σου αναλλοίωτο τότε και η ψυχή σου παραμένει σε αυτό αν όμως το σώμα σου εξαντλήσει το αίμα μου για οποιονδήποτε λόγο τότε η ψυχή σου....»

«η ψυχή μου?» είπε δύσπιστα

«πιστεύεις ότι δεν έχεις ψυχή αλλά κάνεις λάθος Έντουαρντ»

«άρα εσύ»

«προστατεύω τις ψυχές.... συμπλήρωσα την διαπίστωση του ... όσο ζούσε η Ομουτ νόμιζα ότι μπορούσα να προστατέψω και το σώμα της αλλά είχα κάνει λάθος Έντουαρντ, γι αυτό και φοβήθηκα τόσο πολύ για σένα. Ακόμα και με το αίμα μου στις φλέβες σου δεν είναι αρκετό αυτό για να σε γλιτώσω»

«και αν φύγω εγώ?»

«τότε η ψυχή σου περνάει στο σώμα μου αλλά αν φύγω εγώ πρώτη....» είπα χαμηλώνοντας την ματιά μου

«τότε τι?» είπε μαλακά χαϊδεύοντας το χέρι μου για να μου δώσει δύναμη να συνεχίσω

«θα ελευθερωθούν αυτόματα και όλες οι ψυχές που προστατεύω» του απάντησα κοιτώντας τον πάλι μέσα στα μάτια

«τότε θα με γλυτώσεις απο μεγάλο κόπο» είπε χαμογελώντας μου για να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα αλλά εμένα αυτό με έκανε πιο έξαλλη

«και πιστεύεις ότι αυτό είναι αστείο?» του είπα αυστηρά τραβώντας το χέρι μου απο το δικό του και βάζοντας το πάνω στο πρόσωπο μου παίρνοντας μια βαθιά ανάσα

«Μπέλα ηρέμησε»

«να ηρεμήσω? Σου λέω ότι η ζωή σου εξαρτάται καθαρά απο την δική μου και μου λες να ηρεμήσω?»

«σε παρακαλώ Μπέλα»

«όχι Έντουαρτ εγώ σε παρακαλώ για μια φορά να κοιτάξεις την αλήθεια κατάματα και να καταλάβεις επιτέλους γιατί προσπαθούσα με νύχια και με δόντια να το αποτρέψω όλο αυτό» του είπα πιο νευριασμένα και σηκώθηκα παίρνοντας την τσάντα μου και άρχισα να περπατάω προς τις τάξεις εντελώς εξαντλημένη απο όλον τον πονοκέφαλο που με ταλαιπωρούσε και την συζήτηση που είχαμε κάνει όλη αυτήν την ώρα.

Εκείνος με πρόλαβε γρήγορα και όταν κάτσαμε στο θρανίο περιμένοντας να ξεκινήσει το μάθημα πέρασε το χέρι του γύρω απο τους ώμους μου και με ανάγκασε να τον κοιτάξω.

«θα προσέχω περισσότερο» είπε πιο σοβαρά και με έβαλε να ακουμπήσω πάνω στο στερνό του χαϊδεύοντας μου τα μαλλιά για να με καθησυχάσει.

Όλη την ώρα στο μάθημα το μυαλό μου ήταν αλλού και όταν με ρώτησε κάτι η κυρία Γκοφ ο Έντουαρντ με σκούντηξε για να απαντήσω, λέγοντας μου την σωστή απάντηση με την σκέψη του.

«εεε συγνώμη» είπα εγώ κλείνοντας τα μάτια για να συγκεντρωθώ και της έδωσα την απάντηση που περίμενε γυρίζοντας πάλι την ματιά μου στο βιβλίο

«Μπέλα είσαι καλά?» με ρώτησε με αγωνία ο Έντουαρντ και του κούνησα το κεφάλι

Στην γυμναστική τα πράγματα γίνανε χειρότερα και η εξάντληση πλέον με είχε καταβάλλει. Ο Μάικ απο την άλλη την έκανε χειρότερη σε συνδυασμό με τον Έντουαρντ που ήθελε σόνι και ντε να κάνουμε μαζί ζευγάρι αλλά τελικά με την Άλις τον πείσαμε ότι ήταν καλύτερα να αφήσουμε τα πράγματα ως έχουν για να μην τα κάνουμε χειρότερα.

Κάποια στιγμή όμως η αντιπαλότητά τους βγήκε εκτός ορίων και άρχισαν να κάνουν το παιχνίδι πιο σκληρό. Σήμερα ο γυμναστής, μας είχε βάλει να παίξουμε μπάμπικτον και εκεί που έστειλε ο Έντουαρντ μια δυνατή μπαλιά μπήκα μπροστά απο τον Μάικ και πηγαίνοντας την ρακέτα προς τα πίσω για να πάρω φόρα κανόνισα έτσι ώστε να πέσει απαλά πάνω στον ώμο του Μάικ και κάνοντας γκέλ η ρακέτα γύρισε και με χτύπησε στο κεφάλι μου και αρπάζοντας την ευκαιρία άρχισα το θέατρο.

«αουυυυ» είπα δυνατά για να αποσπάσω την προσοχή του γυμναστή και εκείνος έτρεξε κατευθείαν κοντά μου

«Μπέλα είσαι καλά?» είπε με φανερή αγωνία

«εεε χτύπησα το κεφάλι μου» του είπα βάζοντας το χέρι μου στο σημείο που με είχε χτυπήσει η ρακέτα και έκανα μια γκριμάτσα πόνου

«μάλλον είναι καλύτερα να σταματήσεις για σήμερα»

«και εγώ έτσι πιστεύω» του είπα και τον κοίταξα παραπονιάρικα

«θες βοήθεια μήπως»

«όχι θα τα καταφέρω και μόνη μου»

«εντάξει τότε, αν χρειαστείς βοήθεια φώναξε μας» είπε και έφυγε να δει τα υπόλοιπα παιδιά που έπαιζαν, ο Μάικ, η Άλις και ο Έντουαρντ ήρθα κατευθείαν κοντά μου.

«είσαι καλά» είπαν σαν χορωδία και δεν είχα ιδέα πως κρατήθηκα για να μην γελάσω

«ναι ναι ευχαριστώ, μην ανησυχήτε, θα πάω στα αποδυτήρια να αλλάξω και αν νιώσω ότι πονάω ακόμα θα πάω στην νοσοκόμα» είπα με νόημα για να το καταλάβουν ο Έντουαρντ και η Άλις - μην τολμήσεις να φύγεις χωρίς να σε χαιρετήσω – άκουσα εκείνη την στηγμή την σκέψη του Έντουαρντ που είχε καταλάβει πια ότι όλο αυτό ήταν κόλπο για να φύγω και κούνησα ανεπαίσθητα το κεφάλι μου για να καταλάβει ότι δεν θα φύγω πριν τελειώσει το μάθημα και ξεκίνησα για τα αποδυτήρια χωρίς καμιά άλλη παρέμβαση απο εκείνους αφήνοντας τους πίσω μου.

Στα αποδυτήρια άλλαξα και έκατσα πάνω στον πάγκο γέρνοντας το κορμί μου προς τα πίσω και χωρίς να το καταλάβω με πήρε ο ύπνος.

«Μπέλα, Μπέλα είσαι καλά?» άκουσα την φωνή της Άλις ξαφνικά και τρόμαξα

«εεεε ... είπα καθώς σηκωνόμουν ατσούμπαλα πιάνοντας το κεφάλι μου και εκείνη την ώρα άκουσα κοροϊδευτικά σχόλια απο τα άλλα κορίτσια που ήταν γύρω μου ... μάλλον το χτύπημα ήταν πιο γερό απο όσο το φανταζόμουν» είπα για να της κάνω να σταματήσουν και αμέσως τα σούσουρα σταμάτησαν και γύρισαν σε λόγια συμπόνιας

«είσαι καλύτερα τώρα?» με ρώτησε με αγωνία η Άλις αγνοώντας τες και με πήρε στην αγκαλιά της

«ναι μάλλον» είπα εγώ απολογητικά και κλείνοντας το κεφάλι μου μέσα στις παλάμες μου άφησα τους αγκώνες μου να ακουμπήσουν πάνω στα γόνατα μου

«πάω να αλλάξω και σε ένα λεπτό θα είμαι πίσω να έρθω να σε πάρω να σε πάω στο σπίτι» είπε με νόημα η Άλις δίνοντας μου να καταλάβω ότι δεν με έπαιρνε να αρνηθώ τα λόγια της, εννοώντας φυσικά το δικό τους σπίτι για να με δει ο Καρλάηλ

«Άλιςςς» ξεκίνησα να διαμαρτύρομαι και εκείνη σηκώθηκε γρήγορα για να αλλάξει λέγοντας μου ταυτόχρονα

«δεν ακούω κουβέντα»

Όταν άλλαξε ήρθε και σηκώνοντας με, με βοήθησε να βγω απο τα αποδυτήρια χωρίς να με αφήνει απο την αγκαλιά της, ήμουν τόσο εξαντλημένη που δεν μπορούσα να της το αρνηθώ αλλά βγαίνοντας έξω μας είδε ο Έντουαρντ και έτρεξε κατευθείαν δίπλα μου απαιτώντας να μάθει τι είχε συμβεί.

«δεν είναι τίποτα απλά μου λείπει ύπνος» είπα εγώ απολογητικά ελπίζοντας να σταματήσουν για λίγο

«δεν το συζητώ θα έρθεις μαζί μας στο σπίτι και τέλος» είπε εκείνος αυστηρά και σφίχτηκε το στομάχι μου

«Έντουαρντττ» άρχισα να διαμαρτύρομαι αλλά με έκοψε το βλέμμα του και τον άφησα να με οδηγήσει στο πάρκινγκ

«θα πάμε με το δικό σου γιατί δεν χωράμε όλοι μαζί στο δικό μου» μου δήλωσε και δίνοντας τα κλειδιά του στην Άλις γύρισε και ζήτησε τα δικά μου, του τα έδωσα γιατί ήξερα ότι το να αρνηθώ θα ήταν χαμένη μάχη οπότε τον άφησα να με οδηγήσει στην θέση του συνοδηγού και αφού μπήκαμε και οι δύο γύρισα με ένα αυτάρεσκο γέλιο προς τα εκείνον.

«σε προειδοποιώ απο τώρα δεν πάει πάνω απο 60» γούρλωσε τα μάτια του αλλά δεν είπε τίποτα άλλο και εγώ έγειρα το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του και έκλεισα για άλλη μια φορά τα μάτια μου που δεν άντεχαν άλλο να μείνουν ανοιχτά.

Την στιγμή που άρχισα να ξυπνάω ένιωσα το χέρι του Έντουαρντ που με είχε αγκαλιάσει και πριν ανοίξω τα μάτια μου τεντώθηκα νωχελικά και γύρισα το σώμα μου να προς το μέρος του βάζοντας το χέρι μου να ακουμπήσει πάνω στο στερνό του και εκείνος μου έδωσε ένα φιλί πάνω στα μαλλιά μου.

Άνοιξα αργά τα μάτια μου για να αντικρίσω την ματιά του και μόλις συνειδητοποίησα ότι έξω είχε σκοτεινιάσει ανασήκωσα το σώμα μου για να κοιτάξω καλύτερα και γύρισα σοκαρισμένη προς το μέρος τους

«πόση ώρα κοιμάμαι?»

«αρκετή» είπε εκείνος με ένα χαμόγελο

«τι ώρα είναι?»

«έχει πάει 12» είπε απλά και ήρθε κοντά μου χαϊδεύοντας το μάγουλο μου για να με καθησυχάσει αλλά εγώ ταράχτηκα περισσότερο και φεύγοντας απο την αγκαλιά του έκατσα στο κρεβάτι για να βάλω τα παπούτσια μου που ήταν ακριβώς μπροστά μου και την στιγμή που έβαλα το ένα πόδι πάνω στο άλλο παρατήρησα ότι ήταν γυμνό.

Σήκωσα την ματιά μου για να δω τι φοράω και βλέποντας το υπέροχο νυχτικάκι που φορούσα ξαναγύρισα την ματιά μου προς τον Έντουαρντ

«τι φοράω?» ανασήκωσε τους ώμους απολογητικά και αυτόματα είπα

«Άλις» μέσα απο τα δόντια μου και εκείνος ήρθε πιο κοντά μου και περνώντας το χέρι του μπροστά απο την κοιλιά μου με τράβηξε ξανά πίσω στα μαξιλάρια.

Αφήνοντας το παπούτσι να πέσει πάλι στο πάτωμα έβαλα το χέρι μου πάνω στο δικό του και τον άφησα να με παρασύρει κοιτώντας τον μέσα στα μάτια.

«μείνε απόψε εδώ» μου είπε παρακλητικά και μου ράγισε την καρδιά γιατί άκουγα τις ανησυχίες απο το Λαπούς μέσα στις σκέψεις μου και ξέροντας ότι η άρνηση μου θα τον απογοήτευση άφησα να βγει η ανάσα μου βίαια απο μέσα μου και του χάιδεψα απαλά το πρόσωπο

«δεν μπορώ καρδιά μου .... του είπα όσο πιο μαλακά μπορούσα και πηγαίνοντας κοντά του άφησα ένα απαλό φιλί πάνω στα χείλια του ... ήδη έχουν ανησυχήσει» τελείωσα την φράση μου και τον κοίταξα μέσα στα μάτια ελπίζοντας να καταλάβει ότι το ήθελα και εγώ αλλά δεν μπορούσα να το κάνω

«δεν μπορείς να τους ειδοποιήσεις?» προσπάθησε εκείνος περισσότερο

«Έντουαρντ δεν πρέπει να πιέζουμε τις καταστάσεις που είναι ήδη τεταμένες, άλλωστε δεν νομίζω ότι είμαι και πολύ ευπρόσδεκτη εδώ ιδίως μετά της σημερινές αποκαλύψεις» έσκυψε το κεφάλι και το άφησε απαλά πάνω στο δικό μου

«κακός που τους το κρύψαμε, η Άλις τώρα τους είπε την αλήθεια»

«ότι έγινε έγινε, όμως στο Λαπούς ακόμα τα πράγματα είναι ρευστά και δεν θέλω να δίνω περισσότερα δικαιώματα για σχόλια,πρέπει να με καταλάβεις»

«δεν είναι ότι δεν σε καταλαβαίνω»

«τότε άσε με να φύγω σε παρακαλώ» του είπα και τον αγκάλιασα πιο πολύ για να νιώσει τον πόνο μου

«δεν μπορείς τουλάχιστον να το σκάσεις?» προσπάθησε άλλη μια φόρα

«είναι ήδη 12 μέχρι να πάω στο Λαπούς και να τους δω και να τους ηρεμήσω θα πάει 1 και μετά μέχρι να με αφήσουν ήσυχη για να βρω την ευκαιρία να το σκάσω καλές 2 στις 7 πρέπει να σηκωθούμε για το σχολείο, δεν με λυπάσαι? .... άφησε μια ανάσα να του ξεφύγει και τον φίλησα πάνω στον ώμο του .... σου υπόσχομαι όμως ότι θα προσπαθήσω αύριο» του είπα και αμέσως με ανασήκωσε και με κοίταξε μέσα στα μάτια

«μου λες αλήθεια?»

«ναι» του είπα χαμογελώντας του και άρχισε να με φιλάει για να μου δείξει την χαρά του ξαπλώνοντας με πάνω στο κρεβάτι και αμέσως άρχισα να του χαϊδεύω τα μαλλιά και να ανταποκρίνομαι στο φιλί του

«μου αρέσει πάρα πολύ αυτό το νυχτικό» είπε και γέλασα πάνω στα χείλια του

«τότε να πούμε στην Άλις να μου το δανείσει και αύριο» τον πείραξα καθώς του χάιδευα το πρόσωπο

«οπωσδήποτε» είπε και εκείνος και εκεί που γέλαγε σοβάρεψε ξαφνικά και ήρθε πιο κοντά μου αρχίζοντας πάλι να με φιλά και το πάθος του με παρέσυρε και άφησα να μου ξεφύγει απο τα χείλια μου ένας πιο δυνατός αναστεναγμός.

Εκείνη την στιγμή ακούσαμε ταυτόχρονα την Ρόζαλι που άφησε ένα σχόλιο γεμάτο δηλητήριο και εγώ γύρισα το κεφάλι απο την άλλη παίρνοντας μια βαθιά ανάσα και ο Έντουαρντ έριξε το κεφάλι του τρομερά εκνευρισμένος πάνω στο στήθος μου.

«είναι εύκολο να μου βρεις τα ρούχα μου?» του είπα προσπαθώντας να κρύψω την στεναχώρια μου απο εκείνον και αφήνοντας ένα τρυφερό φιλί πάνω στον θώρακα μου είπε «ναι» και εξαφανίστηκε.

Μετά απο λίγο άνοιξε η πόρτα και μπήκε μέσα η Άλις κρατώντας τα ρούχα μου στα χέρια της για να τα φορέσω. Σηκώθηκα και έκατσα στο κρεβάτι περνώντας το χέρι μου απο τα μαλλιά μου και έκατσε δίπλα μου βάζοντας το χέρι της παρηγορητικά πάνω στον ώμο μου και γύρισα και την κοίταξα.

«μου το είπε.... είπε μόνο και μου έδωσε τα ρούχα στο χέρι. Τα πήρα και βάζοντας τα απο την άλλη μεριά του κρεβατιού γύρισα και την αγκάλιασα .... θα αλλάξουν γνώμη θα το δεις»

«το ξέρω .... είπα αναστενάζοντας και μου χάιδεψε τα μαλλιά ... θα μου κάνεις παρέα μέχρι να αλλάξω δεν θέλω να μείνω μόνη μου» της είπα παρακλητικά

«φυσικά καλή μου» είπε και αφού μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο σηκώθηκε και πήγε μέχρι το παράθυρο.

Έβγαλα το νυχτικό και πριν προλάβω να βάλω την μπλούζα η Άλις γύρισε την ματιά της προς τα μένα και αναφώνησε τρέχοντας κοντά μου με τέτοια ταχύτητα που με τρόμαξε και έγειρα το σώμα μου μακριά της κοιτώντας την με απορία.

«Μπέλα τι είναι αυτό» είπε αγνοώντας την αντίδραση μου

«ποιο?» είπα εγώ προσπαθώντας να καταλάβω τι έπαθε

«αυτό Μπέλα» είπε πάλι εκείνη βάζοντας το χέρι της πάνω στο σημάδι μου

«το σημάδι που έλεγε ο Άρο, γιατί?» είπα πάλι με απορία και με κοίταξε σαστισμένη στα μάτια

«ντύσου γρήγορα και έλα κάτω» είπε τότε βιαστικά και εξαφανίστηκε πριν προλάβω να την ρωτήσω οτιδήποτε άλλο

Ντύθηκα γρήγορα και βάζοντας τα παπούτσια μου κατέβηκα κάτω ακόμα σαστισμένη, όλη η οικογένεια ήταν μαζεμένη στο σαλόνι και μόλις έφτασα στην αρχή της σκάλας και πριν προλάβω να τους χαιρετίσω η Άλις εμφανίστηκε μπροστά μου και τραβώντας με απο το χέρι με έβαλε να καθίσω μπροστά απο τον υπολογιστή που ήταν πάνω στο γραφείο κάτω απο την σκάλα.

«δες.....είπε επίμονα και εγώ την κοίταξα στα μάτια προσπαθώντας να καταλάβω τι την είχε πιάσει .... μην με κοιτάς παιδί μου έτσι δες εδώ τι γράφει για σένα»

Ο Έντουαρντ ακούγοντας την ήρθε κοντά μας και άρχισε να διαβάζει μαζί με μένα το άρθρο και τον ένιωσα που κοκάλωσε όπως και εγώ και γύρισα την ματιά μου προς τα εκείνον σοκαρισμένη και μου έτριψε το ώμο για να με καθησυχάσει.

«το ήξερες?.......... τον ρώτησα και κούνησε το κεφάλι του αρνητικά με ειλικρίνεια και ξαναγύρισα την ματιά μου στην Άλις ... μπορείς να μου το εκτυπώσεις?»

«ναι φυσικά» είπε εκείνη κοιτώντας μια εμένα και μια τον Έντουαρντ προσπαθώντας να πάρει περισσότερες πληροφορίες απο τις ματιές μας αφού εμείς δεν δίναμε τίποτα άλλο πέρα απο αυτό.

Πέρασα το χέρι μου απο το μαλλί μου και πήγα κοντά στην τζαμαρία για να προσπαθήσω να βρω μια λογική σε όλα αυτά και ο Έντουαρντ ήρθε κοντά μου δίνοντας μου το χαρτί που είχε εκτυπώσει μόλις η Άλις και άφησε ένα φιλί πάνω στα μαλλιά μου. Παίρνοντας το χαρτί στο χέρι μου γύρισα την ματιά μου προς την οικογένεια του και τους είπα απολογητικά.

«συγνώμη δεν πρόλαβα ούτε να σας χαιρετήσω αλλά πραγματικά πρέπει να φύγω»

«Μπέλα μην φεύγεις τώρα» με παρακάλεσε ο Έντουαρντ και γύρισα την ματιά μου σε εκείνον

«Έντουαρντ σε παρακαλώ πρέπει να φύγω .... τώρα»

«θα σε πάω μέχρι τα σύνορα» είπα αποφασιστικά και κούνησα το κεφάλι μου αφήνοντας τον να με οδηγήσει έξω

«θα τα πούμε αύριο» είπε η Άλις χωρίς να μου δίνει το δικαίωμα αντίρρησης και κούνησα άλλη μια φορά το κεφάλι μου χωρίς να μπορέσω να βγάλω μιλιά και βγήκα απο την πόρτα.

Όταν μπήκαμε στο αυτοκίνητο ο Έντουαρντ έβαλε μπρος και γύρισε την ματιά του σε μένα.

«Μπέλα ένας θρύλος είναι» ξεκίνησε και γύρισα απότομα την ματιά μου σε εκείνον

Έντουαρντ και εσύ ένας θρύλος είσαι και είσαι εδώ,και οι λύκοι και και και» άρχισα να ξεσπάω και μου έπιασε το χέρι μου για να με καθησυχάσει θα μπορούσες να γράψεις τα δάκρυά μου είχαν αρχίσει να αναβλύζουν και δεν μπορούσα πια να κάνω τίποτα για να τα σταματήσω.

«τι θα κάνεις τώρα» με ρώτησε με αγωνία

«για αρχή έχω να πω δύο λογάκια με τον Έφραιμ και μετά βλέπουμε» στο άκουσμα του ονόματος του Έφραιμ σάστισε και με κοίταξε με απορία. Σκούπισα τα δάκρυα μου και γύρισα να τον κοιτάξω

«νόμιζα ότι το είχες καταλάβει μετά την μεσημεριανή μας κουβέντα» του είπα και έσμιξε τα φρύδια του αλλά δεν είπε τίποτα και πήγε κατευθείαν στην ερώτηση που είχε ζωτική σημασία για εκείνον

«υπάρχει δηλαδή η δυνατότητα...» ο πόνος του ήταν τόσο μεγάλος που τον έκανε να μην μπορεί να πει ούτε την ίδια την λέξη

«να φύγω? ..... τον ρώτησα απαλά κοιτώντας τον και κούνησε το κεφάλι χωρίς να με κοιτάει .... όχι Έντουαρντ ότι και να γίνει δεν πρόκειται να σε αφήσω ξανά πίσω εσύ είσαι πιο σημαντικός για μένα,περισσότερο απο κάθε γελοίο θρύλο....... άφησε την ανάσα που κρατούσε τόση ώρα να βγει ανακουφισμένος και με πήρε στην αγκαλιά του τρίβοντας τον ώμο μου .... αλλά τουλάχιστον υποσχέσου μου ότι θα προσέχουμε» του ζήτησα παρακλητικά και μου έδωσε ένα φιλί στα μαλλιά

Όταν φτάσαμε τα σύνορα σταμάτησε το αμάξι και γύρισε προς το μέρος μου χαϊδεύοντας το πρόσωπο μου.

«να έρθω αύριο να σε πάρω?»

«Έντουαρντ δεν χρειάζεται να το κάνεις αυτό»

«το θέλω σε παρακαλώ»

«εντάξει τότε θα σε περιμένω εδώ κατά της 7:30»

«7:30 θα είμαι εδώ»

«και οι υπόλοιποί?»

«θα πάνε με το αμάξι της Ρόζαλι»

«σίγουρα δεν θα σου δημιουργήσουν πρόβλημα?»

«μην σε ανησυχούν αυτά τώρα»

«εντάξει........είπα μόνο και έσκυψα να τον φιλήσω και με έχωσε μέσα στην αγκαλιά του βαθαίνοντας το φιλί μας και άφησα έναν αναστεναγμό .... θα μου λείψεις» του είπα παραπονιάρικα και άφησε και εκείνος έναν αναστεναγμό

«μπορείς να με πάρεις τηλέφωνο για να ξέρω ότι είσαι καλά?»

«δεν έχω τηλέφωνο.... είπα και με κοίταξε με απορία .... δεν το χρειάστηκα ποτέ» είπα απολογητικά και έσκασε ένα χαμόγελο βάζοντας το χέρι του στην τσέπη, έβγαλε τον κινητό του και μου το έδωσε

«πάρτο μέχρι να πάρουμε ένα καινούργιο .... είπε χωρίς να δέχεται αντίρρηση και άρχισε να μου δείχνει πως να βρω τους αριθμούς των τηλεφώνων ... πάρε στην Άλις εντάξει?»

«εντάξει» του είπα και δίνοντας μου άλλο ένα γρήγορο άλλα πολύ παθιασμένο φιλί με άφησε για να γυρίσει στο σπίτι πιο ανακουφισμένος.

Όταν έφτασα σπίτι ο Τζέικ που είχε ακούσει το αυτοκίνητο να πλησιάζει, έτρεξε και μου άνοιξε την πόρτα πριν ακόμα σβήσω την μηχανή.

«Μπέλα έχουμε τρελαθεί απο την αγωνία μας, που χάθηκες??» είπε γρήγορα μέσα απο την αγωνία του

«απο την εξάντληση με πήρε ο ύπνος στα αποδυτήρια του γυμναστηρίου και οι Κάλεν με πήγαν σπίτι τους μέχρι να συνέλθω» του είπα ειλικρινά και εκείνος έγινε έξαλλος στο άκουσμα του ονόματος του.

«ναι σωστά» ξεκίνησε να λέει ειρωνικά αλλά εγώ τον έκοψα βάζοντας το χέρι μου μπροστά

«Τζέικ λες αν ήμουν καλά θα άφηνα να συμβεί αυτό?» του είπα απότομα και χαμήλωσε το κεφάλι

«είσαι καλύτερα?» με ρώτησε χωρίς να με κοιτάει

«προσπαθώ Τζέικ προσπαθώ» του είπα και άρχισα να πηγαίνω προς το σπίτι

«ο Σαμ θέλει να σου μιλήσει»

«θα πάω να αλλάξω και θα έρθω να σας βρω» του είπα και μπήκα στο σπίτι για να κάνω ένα ντούζ για να χαλαρώσω.

Μόλις ετοιμάστηκα πήρα μια βαθιά ανάσα για να δώσω θάρρος στον εαυτό μου και βγήκα να πάω να τους βρώ. Όταν έφτασα κοντά τους όλοι γυρίσανε και με κοιτάξανε αποδοκιμαστικά, πλησίασα τον Σαμ και έκατσα δίπλα του, γύρισε και με κοίταξε με ύφος και πέρασα το χέρι μου μέσα απο τα μαλλιά μου αφήνοντας μια ανάσα να βγει απο μέσα μου.

«τι συμβαίνει?» τον ρώτησα εγώ αφού έβλεπα ότι δεν είχε κανείς σκοπό να ξεκινήσει

«βρήκαμε ίχνη της Βικτώριας στο δάσος κοντά στα σύνορα»

«δεν μου κάνει εντύπωση, την είδατε καθόλου ή μόνο τα ίχνη της βρήκατε?»

«όχι μόνο ίχνη»

«εντάξει, να έχετε το νου σας δεν θα φύγει γρήγορα, θα κάνουμε βάρδιες για να δούμε τι έχει σκοπό να κάνει και μετά θα οργανωθούμε»

«στις διαταγές σας» είπε ειρωνικά και πήγε να σηκωθεί αλλά εγώ τον σταμάτησα πιάνοντας τον απο το μπράτσο και τον ανάγκασα να κάτσει πάλι κάτω γυρίζοντας την ματιά μου σε όλο το συμβούλιο

«έχετε σκοπό να συνεχίσετε να προστατεύετε αυτόν τον τόπο με τον τρόπο που μόνο εσείς ξέρετε, ή θα τα παρατήσετε γιατί έτυχε η Άλφα σας να είναι μισή απόγονος των εχθρών σας?»

«μισή?»

«ναι Σαμ μισή»

«και η άλλη μισή τι είναι?»

«την μητέρα μου την λέγανε Ρενέ Άκι» είπα και σταμάτησα την ματιά μου στον Μπίλι που με κοίταζε με γουρλωμένα μάτια

«η εγγονή του Τάχα Άκι» είπε εκείνος και κούνησε το κεφάλι του

«ακριβώς»

«και που ξέρουμε ότι λέει την αλήθεια?» πετάχτηκε ο Χάρη Κλιαγουότερ και ο Μπίλι τον σταμάτησε με το χέρι του για να μην σηκωθεί

Σηκώθηκα απο την θέση μου και πλησίασα την φωτιά, έκατσα μπροστά της και ανοίγοντας τα χέρια μου έκλεισα τα μάτια για να συγκεντρωθώ.

«θα σας ήμουν ευγνώμον αν μέχρι να τελειώσω δεν κάνετε καμία ερώτηση, χρειάζομαι πολύ ενέργεια για να κάνω αυτό που θα δείτε τώρα και είμαι ήδη αδύναμη»

«Μπέλα τι θα κάνεις?» ρώτησε ο Μπίλι με αγωνία

«αφού δεν πιστεύετε εμένα ήρθε η ώρα να σας τα πει ο ίδιος ο Εφραίμ» του είπα και είδα τα μάτια όλων να γουρλώνουν αλλά γύρισα πάλι το πρόσωπο μου στην φωτιά και κλείνοντας πάλι τα μάτια μου άρχισα να συγκεντρώνομαι ώστε να επικοινωνήσω μαζί του αλλά ταυτόχρονα να τον δουν και εκείνοι.

*_*_*_*_*_*_*

Την άλλη μέρα το πρωί μόλις κατάλαβα ότι με είχε πάρει ο ύπνος και είδα μέσα απο την σκέψη του Έντουαρντ ότι ερχόταν εδώ, σηκώθηκα αμέσως και μέσα σε ένα λεπτό ετοιμάστηκα και προσπάθησα να φτάσω στο σημείο συνάντησης μας πριν απο εκείνον αλλά όταν έφτασα ήταν ήδη εκεί και με περίμενε τρομερά εκνευρισμένος.

Μόλις με είδε έτρεξε γρήγορα και με κλείδωσε στην αγκαλιά του και άφησα έναν αναστεναγμό προσπαθώντας να ξεφύγω απο αυτήν χωρίς να τον πληγώσω πάλι.

«συγνώμη» είπα απολογητικά και πήγα προς την πόρτα του συνοδηγού και μπαίνοντας μέσα άκουσα της συγχυσμένες του σκέψης και έπιασα ασυναίσθητα το κεφάλι μου παίρνοντας μια ανάσα

«σε πονάει ακόμα το κεφάλι σου?» με ρώτησε με ενδιαφέρον αλλά ήμουν πολύ εκνευρισμένη για να του απαντήσω ήρεμα και έτσι ξέσπασα χωρίς να το σκεφτώ

«αμάν βρε Έντουαρντ κάθε φορά που θα πιάνω το κεφάλι μου,θα με ρωτάς τώρα αν έχω πονοκέφαλο?» γύρισε την ματιά του για να μην προλάβω να δω την έκφραση ξεχνώντας για μια στιγμή ότι μπορώ να νιώσω ότι και εκείνος

«γιατί δεν σήκωνες το τηλέφωνο? Το ξέρεις ότι κόντεψα να σπάσω την συνθήκη για να έρθω να σε βρω? Αν δεν ήταν η Άλις να με διαβεβαιώσει ότι θα έρθεις σήμερα το πρωί δεν ξέρω και εγώ τι ήμουν ικανός να κάνω»

«μάλλον λιποθύμησα και το κατάλαβα το πρωί»

«λιποθύμησες?? Μετά το σχολείο θα πάμε στον Καρλάηλ θες δεν θες» είπε αυστηρά και κοίταξα το ταβάνι απιβδισμένη

«Έντουαρντ χαλάρωσε επιτέλους και προσπάθησε να συγκρατείς όσα σου λέω»

«δεν έχω ξεχάσει τίποτα απο όσα μου έχεις πει»

«τότε θυμήσου τι σου είπα την πρώτη φορά που σου μετέφερα την σκέψη μου και θα καταλάβεις τον λόγο που λιποθύμησα» του πέταξα ξερά και γύρισα απο την άλλη μεριά σταυρώνοντας τα χέρια μου στο στήθος

«και πάλι ο Καρλάηλ θα σε δει σήμερα κι όλας,θες δεν θες» φώναξε απαιτητικά και γύρισα την ματιά μου έξαλλη προς εκείνον

«έχω πάει και έχω έρθει απο την Ιταλία μέσα σε τρείς άυπνες μέρες γυρίζω και κοιμάμαι μόνο για μερικές ώρες αντιμετωπίζω την φυλή και όλες τις σκέψης σας, την ήδια μέρα κάνουμε έρωτα και πίνεις αρκετό απο το αίμα μου, αντιμετωπίζω πάλι με όλο αυτόν τον φρικτό πονοκέφαλο εσάς και τους γύρω που έχουν όρεξη για κουτσομπολιό και με λίγες ώρες ύπνο προσπαθώ να επικοινωνήσω με ένα πνεύμα που ο μόνος τρόπος για να με ακούσει είναι να του μεταφέρω τις σκέψης μου και περιμένεις μετά απο όλα αυτά να μην είμαι αδύναμη ή να μην λιποθυμήσω??» του είπα εκνευρισμένα και άφησε την αναπνοή του να βγει απο μέσα του περνώντας το χέρι του απο τα μαλλιά του και κοιτάζοντας το τιμόνι

«έχεις δίκιο» είπε απολογητικά

«Έντουαρντ σου το είπα απο την αρχή μπορεί να είμαι σαν και εσάς αλλά δεν παύει να είμαι και άνθρωπος πόσα πιστεύεις ότι μπορώ να αντέξω μέσα σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα?»

«εντάξει εντάξει έχεις δίκιο συγνώμη»

«μην ζητάς συγνώμη γιατί με κάνει να νιώθω χειρότερα» του είπα πιάνοντας πάλι το κεφάλι μου κλείνοντας τα μάτια μου σφιχτά

«γιατί το λες αυτό?»

«γιατί κανονικά εγώ πρέπει να σου ζητάω συγνώμη και όχι εσύ»

«δεν πειράζει»

«όχι Έντουαρντ πειράζει και πολύ μάλιστα, γιατί δεν γίνεται κάθε φορά που συμβαίνει κάτι να την πληρώνεις εσύ για όλα» γέλασε για μια στιγμή αλλά κατάλαβε ότι δεν τον αδικώ,όμως και εγώ έχω τα όρια μου

«μην νευριάσεις πάλι αλλά δεν μπορώ να μην σε ρωτήσω» είπε απολογητικά και γύρισα την ματιά μου σε εκείνον

«όχι δεν με πονάει απλά είναι μια συνήθεια όταν είμαι απελπισμένη να το κάνω αυτό» είπα και του γέλασα συνεσθαλμένα και έβαλε το χέρι του πάνω στο μάγουλο μου χαϊδεύοντας το με τον αντίχειρα του

«μακάρι να μπορούσα να πω ότι όλα θα πάνε καλά»

«στο χέρι μας είναι»

«είναι??»

«είναι Έντουαρντ» του είπα και γέρνοντας κοντά του άρχισα να τον φιλάω χαϊδεύοντας τον στο πρόσωπο για να του δώσω κουράγιο και με έσφιξε στην αγκαλιά του συνεχίζοντας το φιλί μας με περισσότερο πάθος.

ESCAPE POLH FANTASMA