Μπέλα
Για άλλη μια φορά βρισκόμουν στο ίδιο άγονο κάτασπρο απο το χιόνι λιβάδι και μύριζα την πυκνή μυρωδιά του λιβανιού που καιγόταν στον αέρα. Δεν ήμουν μόνη εκεί, το πηγαδάκι των μορφών στο κέντρο του λιβαδιού, όλες σκεπασμένες με σταχτιούς μανδύες, κοίταζαν στον μοναδικό σωρό που καιγόταν έντονα μπροστά τους γελώντας αυτάρεσκα, πλησιάζοντας για να καταστρέψουν το τελευταίο ζωντανό πλάσμα που έμενε ανάμεσα τους.
Η αναπνοή μου κόπηκε στην μέση και άρχισα να τρέχω για άλλη μια φορά κοντά τους φωνάζοντας με όση δύναμη είχε μείνει στα πνευμόνια μου
«ΟΧΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ» έτρεχα με όλη την ταχύτητα που μπορούσα να αναπτύξω αλλά δεν τους πλησίαζα ούτε στο ελάχιστο και αυτό έκανε την αγωνία μου και την απελπισία μου μεγαλύτερη μέχρι που ξαφνικά βρέθηκα μπροστά στον πύρινο σωρό να βλέπω όλα μου τα αγαπημένα πρόσωπα να καίγοντα άψυχα και διαμελισμένα.
«ΟΧΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ» άρχισα πάλι να φωνάζω λυγίζοντας και άφησα τον εαυτό μου να πέσει στο έδαφος βάζοντας τα χέρια στο πρόσωπο μου και κλαίγοντας με λυγμούς
«μπορείς να το κάνεις» άκουσα ξαφνικά μια ψιλή φωνούλα απο πίσω μου να λέει βάζοντας το μικρό του χεράκι πάνω στον ώμο μου για να με παρηγορήσει και βγάζοντας τα χέρια μου πάνω απο το πρόσωπο μου γύρισα να αντικρίσω το πρόσωπο του.
Ήταν ένα μικρό κοριτσάκι που όμοιο του δεν είχα ξαναδεί ούτε στα όνειρα μου αλλά ούτε και στην πραγματικότητα και έμεινα εκεί να θαυμάζω την ομορφιά του ξεχνώντας για μια στιγμή το που βρίσκομαι αλλά και ποιος είναι ο λόγος που είμαι εδώ.
«είσαι η μόνη που μπορείς να τους φέρεις και πάλι κοντά μας» είπε πάλι αγγίζοντας απαλά το πρόσωπο μου και απο την επαφή ένιωσα την καρδιά μου να πεταρίζει και να ζωντανεύει ξανά βγάζοντας με απο τον λήθαργο που ειχα πέσει και ελευθερώνοντας με από τον πόνο που ένιωθα εκείνη την στιγμή..
Για άλλη μια φορά βρισκόμουν στο ίδιο άγονο κάτασπρο απο το χιόνι λιβάδι και μύριζα την πυκνή μυρωδιά του λιβανιού που καιγόταν στον αέρα. Δεν ήμουν μόνη εκεί, το πηγαδάκι των μορφών στο κέντρο του λιβαδιού, όλες σκεπασμένες με σταχτιούς μανδύες, κοίταζαν στον μοναδικό σωρό που καιγόταν έντονα μπροστά τους γελώντας αυτάρεσκα, πλησιάζοντας για να καταστρέψουν το τελευταίο ζωντανό πλάσμα που έμενε ανάμεσα τους.
Η αναπνοή μου κόπηκε στην μέση και άρχισα να τρέχω για άλλη μια φορά κοντά τους φωνάζοντας με όση δύναμη είχε μείνει στα πνευμόνια μου
«ΟΧΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ» έτρεχα με όλη την ταχύτητα που μπορούσα να αναπτύξω αλλά δεν τους πλησίαζα ούτε στο ελάχιστο και αυτό έκανε την αγωνία μου και την απελπισία μου μεγαλύτερη μέχρι που ξαφνικά βρέθηκα μπροστά στον πύρινο σωρό να βλέπω όλα μου τα αγαπημένα πρόσωπα να καίγοντα άψυχα και διαμελισμένα.
«ΟΧΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ» άρχισα πάλι να φωνάζω λυγίζοντας και άφησα τον εαυτό μου να πέσει στο έδαφος βάζοντας τα χέρια στο πρόσωπο μου και κλαίγοντας με λυγμούς
«μπορείς να το κάνεις» άκουσα ξαφνικά μια ψιλή φωνούλα απο πίσω μου να λέει βάζοντας το μικρό του χεράκι πάνω στον ώμο μου για να με παρηγορήσει και βγάζοντας τα χέρια μου πάνω απο το πρόσωπο μου γύρισα να αντικρίσω το πρόσωπο του.
Ήταν ένα μικρό κοριτσάκι που όμοιο του δεν είχα ξαναδεί ούτε στα όνειρα μου αλλά ούτε και στην πραγματικότητα και έμεινα εκεί να θαυμάζω την ομορφιά του ξεχνώντας για μια στιγμή το που βρίσκομαι αλλά και ποιος είναι ο λόγος που είμαι εδώ.
«είσαι η μόνη που μπορείς να τους φέρεις και πάλι κοντά μας» είπε πάλι αγγίζοντας απαλά το πρόσωπο μου και απο την επαφή ένιωσα την καρδιά μου να πεταρίζει και να ζωντανεύει ξανά βγάζοντας με απο τον λήθαργο που ειχα πέσει και ελευθερώνοντας με από τον πόνο που ένιωθα εκείνη την στιγμή..
Γύρισα το κεφάλι προς τον σορό και τους αντίκρισα για άλλη μια φορά και αυτό με επανέφερε στην πραγματικότητα κάνοντας την καρδιά μου να σπάσει και να γίνει χίλια κομμάτια. Τότε ο χτύπος της σταμάτησε απότομα και το στήθος μου φούσκωσε απο θυμό και ένιωσα την δύναμη μου να υπερδιπλασιάζεται. Σηκώνοντας την ματιά μου στον ουρανό έβλεπα πάνω στα σύννεφα τις αύρες τους να παλεύουν να βρουν τις ισορροπίες που χρειαζόντουσαν για να βρουν τον δρόμο τους.
«περιμένουν εσένα για να τους σώσεις, μόνο εσύ μπορείς» άκουσα πάλι την ψιλή φωνούλα του μικρού αυτού κοριτσιού και τότε την ένιωσα να φεύγει και ένιωσα τόσο μόνη
«περίμενεεε .... άρχισα να της φωνάζω με αγωνία χωρίς να μπορώ να κουνηθώ απο την θέση μου για να την φτάσω .... εσύ πια είσαι???»
«όταν έρθει η ώρα θα μάθεις ... τώρα πρέπει να φέρεις την βροχή» είπε δείχνοντας ψιλά τα σύννεφα πάνω απο το κεφάλι μου
«όχιιιιι μην φεύγειςςςςςςςςςςςςςς» φώναζα με αγωνία νιώθοντας απελπισία και φόβο ότι δεν θα μπορέσω να τα καταφέρω μόνη μου
«Μπέλα???» άκουγα απο μακριά την φωνή του Έντουαρντ να με καλεί και γύρισα πάλι την ματιά μου προς τον σορό για να τον ψάξω με την ματιά μου
«Έντουαρντττττ» άρχισα να φωνάζω με αγωνία
«εδώ είμαι Μπέλα μου άνοιξε τα μάτια σου»
«Έντουαρντττττ» συνέχιζα να φωνάζω και τότε άκουσα για άλλη μια φορά την φωνή του κοριτσιού να με φωνάζει
«μην ξεχάσεις να φέρεις την βροχή, μόνο έτσι θα γυρίσουν κοντά μας» τότε πετάχτηκα απάνω προσπαθώντας να βρω την ανάσα μου και ένιωσα δυο χέρια να τυλίγονται γύρω μου αλλά εγώ ήμουν τόσο απορροφημένη ακόμα μέσα στην ανάμνηση του ονείρου που συνέχισα να μονολογώ.
«μην ξεχάσεις να φέρεις την βροχή»
«Μπέλα ποια βροχή?» άκουγα τον Έντουαρντ απο μακριά να με ρωτάει αλλά εγώ τότε άρχισα να συνδυάζω όλα όσα είχα ακούσει
«η βροχη, πως δεν το είχα καταλάβει πιο πρίν, η βροχή»
«Μπέλα με τρομάζεις .... είπε ο Έντουαρντ ήρεμα αλλά με πολύ αγωνία στην φωνή του ... σε παρακαλώ ματάκια μου ξύπνα, ένα όνειρο είναι»
«είχα κάνει λάθος, “Το κορίτσι που θα φέρει την βροχή” ... η βροχή αυτό είναι η λύση .... “Όταν όλα θα έχουν γκρεμιστεί, αυτή θα ξαναφέρει την ζωή” ... τα σύννεφα, οι ψυχές είναι στα σύννεφα και η βροχή θα τις φέρει πίσω»
«Μπέλα τι λες??? .... είπε τώρα πιο έξαλλος ταρακουνώντας με για να ξυπνήσω, συνειδητοποιώντας τι ήταν αυτό που έλεγα σε συνδυασμό με αυτό που είχε ακούσει από τον Έφραιμ .... σε παρακαλώ Μπέλα σύνελθε και άνοιξε τα μάτια σου» γύρισα και τον κοίταξα ακόμα με το μυαλό μου να είναι μακριά
«Έντουαρντ??» είπα δειλά
Άφησε την ανάσα του να βγει βίαια απο μέσα του ανακουφισμένος και με πήρε στην αγκαλιά του φιλώντας μου απαλά το μέτωπο.
«δεν έχεις ιδέα πόσο με τρόμαξες»
«συ – συγνώμη» είπα τραυλίζοντας ακόμα σαστισμένη γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω αν κοιμόμουν ακόμα ή αν συνεχιζόταν το όνειρο
«σσσς ένα όνειρο ήταν» μου είπε παρηγορητικά και άρχισε να με κουνάει απαλά στην αγκαλιά του για να με καθησυχάσει και βάζοντας το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του κοίταξα πίσω του και κοκάλωσα
«σσσσς .... μου είπε το κορίτσι βάζοντας το μικρό της χεράκι πάνω στα χείλια της απαλά και ανοιγόκλεισα τα μάτια .... τώρα ξέρεις ..... μην ξεχάσεις να φέρεις την βροχή» είπε για άλλη μια φορά και εξαφανήστικε
«Μπέλα, Μπέλα .... άκουγα απο μακριά για άλλη μια φορά την φωνή του Έντουαρντ και ένιωσα τα χέρια του να με ταρακουνάνε. Άνοιξα τα μάτια μου δειλά και τον κοίταξα αδύναμα μέσα στα μάτια του ... τι θα σε κάνω εγώ εσένα??» είπε με απελπισία στην φωνή του και με έσφιξε στην αγκαλιά του
«τι – τι έγινε??» είπα εγώ ακόμα αποπροσανατολισμένη
«φώναζες μέσα στον ύπνο σου και την ώρα που σε ξύπνησα μου λιποθύμησες πάλι» πετάρισα τα μάτια μου και κοίταξα γύρω μου
«τι ώρα είναι?»
«ώρα να χαλαρώσεις λίγο πριν πάθεις τίποτα χειρότερο»
«Έντουραντ τι ώρα είναι?» είπα και πετάχτηκα απάνω αρχίζοντας να συνέρχομαι απο το λήθαργο του ονείρου
«αν νομίζεις ότι θα σε αφήσω να φύγεις στην κατάσταση που είσαι, είσαι πολύ γελασμένη» είπε αυστηρά και με κοίταξε νευριασμένα μέσα στα μάτια.
Γύρισα το κεφάλι μου προς το κομοδίνο και βλέποντας την ώρα πετάχτηκα απάνω αγνοώντας τον.
«Χριστέ μου τι φοράω πάλι?? ... είπα πιάνοντας το κεφάλι μου με απελπισία ... που είναι τα ρούχα μου??» είπα θυμωμένα και μου έπιασε το χέρι μου
«Μπέλα έχεις εξαντληθεί τελείως δεν πρόκειται να σε αφήσω να πας πουθενά»
«είμαι ικανή να φύγω όπως είμαι γι αυτό αν δεν θες να προκαλέσω εμφράγματα φέρε μου τώρα τα ρούχα μου» του είπα με το ίδιο άγριο ύφος που είχε και εκείνος
«δεν υπάρχει περίπτωση να σε αφήσω να φύγεις»
«Έντουαρντττ ... είπα κλείνοντας τα μάτια μου και συνέχισα πιο μαλακά ... πρέπει να πάω πριν να είναι αργά»
«αργά για πιο πράγμα?»
«για τον Χάρη» είπα και τον κοίταξα παρακλητικά στα μάτια
«εννοείς ότι έχεις σκοπό να τον γλυτώσεις?» είπε σοκαρισμένος γνωρίζοντας πλέον την επίπτωση που έχει σε μένα όταν σώζω μια ζωή
«αν μου το επιτρέψει ναι»
«αν σου το επιτρέψει? Μπέλα τι λες?? ... είπε νευριασμένα ... τώρα είναι που δεν σε αφήνω να φύγεις με τίποτα»
«Έντουαρντ ... είπα άγρια και παίρνοντας το χέρι μου απο το δικό του έτρεξα στην πόρτα αλλά εκείνος την έκλεισε πριν προλάβω να βγω ... σε παρακαλώωωω»
«δεν υπάρχει περίπτωση τώρα που ξέρω την αλήθεια να σε αφήσω να ξανακάνεις κάτι τέτοιο»
«δεν έχεις επιλογή» του απάντησα στα ίσα καταλαβαίνοντας ακριβώς που αναφερόταν και με κοίταξε άγρια στα μάτια πιάνοντας μου τα χέρια στα δικά του
«δεν πρόκειται ποτέ να σε αφήσω να θυσιαστείς για μένα αλλά ούτε και για κανέναν άλλον, το κατάλαβες??» είπε μέσα απο τα δόντια του πολύ άγρια και τράβηξα τα χέρια μου βίαια απο τα δικά του και γύρισα και έκατσα στο κρεβάτι χώνοντας τα χέρια μου μέσα στις παλάμες μου
«έχω πάρει την απόφαση μου και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα γι αυτό» ήρθε ήρεμα και έκατσε δίπλα μου περνώντας το χέρι του απαλά πάνω απο τους ώμους μου ενώ με το άλλο προσπάθησε να μου απομακρύνει τα χέρια για να τον κοιτάξω στα μάτια
«και πως θα ζήσω εγώ χωρίς εσένα??» είπε μαλακά όταν αντίκρισα την ματιά του
«θα έχεις ένα λόγο να ζήσεις και χωρίς εμένα»
«δεν υπάρχει κανένας λόγος που να με κρατήσει πάνω σε αυτήν την γη αν εσύ δεν είσαι κοντά μου» έφερα απαλά το χέρι μου πάνω στο μάγουλο του
«πρέπει να φύγω σε παρακαλώ»
«όχι δεν θα σε αφήσω» είπε με πείσμα και γύρισε την ματιά του αλλού και έπιασα το χέρι του και το έφερα κοντά στην καρδιά μου
«πρέπει να είμαι κοντά τους, έχουν κάνει τόσα πολλά για μένα δεν μπορώ να τους αγνοήσω σε αυτήν την δύσκολη φάση της ζωής τους. Η Σου είναι η καλύτερη μου φίλη έχουμε μεγαλώσει μαζί και έχουμε περάσει τόσα πολλά, με έχει στηρίξει τόσο όσο κανένας άλλος δεν μπορώ τώρα να της γυρίσω την πλάτη μου. Σε παρακαλώ» γύρισε και με κοίταξε στα μάτια μου και είδα ότι είχε λυγίσει αλλά ο φόβος του για μένα δεν τον άφηνε να κάνει πίσω
«θα έρθω και εγώ μαζί σου» είπε αποφασιστικά
«μόνο αν μου υποσχεθείς ότι δεν θα έρθεις στο δωμάτιο»
«αλλά και πάλι θα είμαι κοντά και αν ακούσω ότι πας να του γλυτώσεις την ζωή να είσαι σίγουρη ότι δεν θα σε αφήσω να το κάνεις» είπε με πείσμα και γέλασα απαλά χαϊδεύοντας το μάγουλο του.
«θα μου φέρεις τα ρούχα μου σε παρακαλώ?» με κοίταξε σμίγοντας τα φρύδια του και το σαγόνι του σαν αντίδραση που δεν του υποσχέθηκα τίποτα και σηκώθηκε απότομα και βγήκε απο το δωμάτιο και έγω έτρεξα να κάνω ένα ντουζ στα γρήγορα μέχρι να γυρίσει.
Όταν φτάσαμε στο νοσοκομείο με πήγε μέχρι τον όροφο και έμεινε στην είσοδο της πτέρυγας ακουμπώντας πάνω στον τοίχο σταυρώνοντας τα χέρια του στο στήθος κοιτώντας με με το βλέμμα “μην τολμίσεις”. Του χαμογέλασα άλλη μια φορά και δίνοντας του ένα πεταχτό φιλί στα χείλια, έφυγα να πάω να βρω τους υπόλοιπους.
Μόλις έφτασα κοντά στην Σου την βρήκα να κλαίει μαζί με τον Σεθ και την Λια αγκαλιά και έκατσα στο πάτωμα μπροστά της πιάνοντας απαλά τα πόδια της.
«Σου??» είπα με αγωνία
«τον χάνουμε Μπέλα μου» είπε εκείνη με δυσκολία μέσα απο τους λυγμούς της και έπεσε στην αγκαλιά μου και άρχισα να της χαϊδεύω παρηγορητικά τα μαλλιά της.
«μπορώ να τον αποχαιρετήσω?» είπα απαλά και εκείνη με κοίταξε στα μάτια με πονεμένο βλέμμα και κούνησε το κεφάλι της την στιγμή που άκουσα το γρύλισμα του Έντουαρντ.
Της έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο και σηκώθηκα να μπω στο δωμάτιο με αργό βήμα. Ο Έντουαρντ μόλις κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να κουνηθεί απο την θέση του άρχισε να ακούει τις σκέψεις του Χάρη για να δει τι θα κάνω έξαλλος απο θυμό που τον εμπόδιζα να έρθει κοντά μου. Πήγα δίπλα στον Χάρη και έβαλα το χέρι μου απαλά πάνω στο μέτωπο του και του κράτησα το χέρι αρχίζοντας να συγκεντρώνομαι στην αύρα του.
«Χάρη, το ξέρω ότι με ακούς»
«Μπέλα?» άκουσα τις σκέψεις του και τον καθησύχασα
«σσς μην ταράζεσαι, ξέρω ότι σου φαίνεται περίεργο αλλά μπορώ να σε ακούσω όπως και μπορώ να σου παρατείνω την ζωή αν το επιθυμείς» του είπα απαλά και οι χτύποι τις καρδιά του γίνανε λίγο πιο αυξημένοι
«Μπέλα μα πως, τι, τι εννοείς??»
«δεν έχουμε πολύ χρόνο γι αυτό άκουσε με. Αν εσύ το θέλεις μπορώ να σου παρατείνω την ζωή αλλά θα πρέπει να ξέρεις απο τώρα ότι αν το κάνω θα ζήσεις όσα χρόνια θα ζω και εγώ»
«εννοείς ότι θα με κάνεις βδέλα??»
«όχι Χάρη το ξέρεις ότι ποτέ δεν θα σου ζήταγα κάτι τέτοιο»
«τότε πως?»
«είναι δύσκολο να σου το εξηγήσω αυτήν την στιγμή γιατί δεν έχουμε χρόνο όμως σου το ορκίζομαι ότι δεν θα αλλάξει τίποτα στην ζωή σου και θα μπορείς να ζεις όπως και τώρα»
«ναι αλλά...»είπε διστακτικά
«αλλά?» τον παρότρυνα εγώ να συνεχίσει
«αν φύγει η Σου μου εγώ τι θα κάνω??»
«καταλαβαίνω απόλυτα τι εννοείς όμως σκέψου και εκείνη και τα παιδιά....»
«Μπέλα.... γιατί το κάνεις αυτό?»
«μπορεί να μην το παραδέχτηκες ποτέ αλλά ξέρεις το πόσο σε αγαπάω και πως πάντα σε έβλεπα σαν το παιδί που δεν απέκτησα ποτέ»
«πόσο σε έχω πληγώσει» είπε με πόνο
«μην τα σκέφτεσαι τώρα αυτά, αν θελήσεις...»
«όχι Μπέλα δεν μπορώ να το κάνω αυτό .... είπε αποφασιστικά ... το ξέρω ότι είναι βαρύ για την Σου αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο»
«σε παρακαλώ ξα.....»
«όχι Μπέλα ... έκοψε την φράση μου στην μέση ... άσε με να σου πω αυτά που θέλω»
«εντάξει» είπα μόνο και τον άφησα ελεύθερο να μου πει αυτά που ένιωθε
«ξέρεις πόσο αγαπάω την Σου και μπορείς να καταλάβεις ότι αν φύγει πριν απο μένα δεν θα αντέξω μακριά της και μόνο που σκέφτομαι ότι θα πρέπει να ζω για μια ζωή μακριά της χωρίς να έχω την επιλογή όπως οι λύκοι να αφεθώ για να πεθάνω φυσιολογικά ..... αυτό δεν θα το αντέξω»
«πίστεψε με καταλαβαίνω απόλυτα το συναίσθημα αυτό»
«οπότε καταλαβαίνεις και τον λόγο που θα αρνηθώ την προσφορά σου και θέλω τώρα που μου δίνεται η ευκαιρία να σε ευχαριστήσω για όλα όσα έχεις κάνει και που πάντα πολεμάς για μας παρόλη την ταπείνωση και την απόρριψη που εισπράττεις απο εμάς τους ξεροκέφαλους»
«ότι και να λέτε εγώ ξέρω ότι καταβάθος νοιάζεστε για μένα όπως ακριβώς νοιάζομαι και εγώ για σας και αυτό έχει μόνο σημασία»
«είσαι μεγάλη καρδιά και λυπάμαι που ποτέ δεν άφησα τον εγωισμό μου να σε γνωρίσει καλύτερα»
«του μοιάζεις τόσο πολύ»
«το ξέρεις ότι αυτό ήταν πάντα το πρόβλημα έτσι δεν είναι?»
«ποτέ δεν καταλάβατε όμως ότι η αγάπη μας ήταν αδελφική και αυτό μας πλήγωνε και τους δύο»
«τώρα μπορώ να το καταλάβω και σου ζητώ συγνώμη»
«δεν χρειάζεται Χάρη. Μόνο όταν βρεθείς κοντά του μπορείς να του πεις κάτι απο μένα?»
«θα τον ξαναδώ?»
«φυσικά και θα τον ξαναδείς ήδη σε περιμένει αλλά θα έρθει μόλις θα είσαι έτοιμος»
«τι θέλεις να του πω?»
«ότι ποτέ δεν έπαψα να τον αγαπώ και ότι θα είναι πάντα στην καρδιά μου όσα χρόνια και αν περάσουν» είπα δακρύζοντας
«και εσύ για αντάλλαγμα μπορείς να μου κάνεις μια χάρη?»
«φυσικά ότι θες»
«μπορείς να πεις στην Σου πως την αγαπάω και πάντα ήταν τα πάντα για μένα?» άφησα για μια στιγμή το χέρι του ξανά στην θέση του και πήγα μέχρι την πόρτα.
«Σοο, έρχεσαι λίγο μέσα?» της είπα απαλά για να μην την ταράξω περισσότερο
«ο Χάρη....» είπε εκείνη σοκαρισμένη νομίζοντας ότι έχει ήδη φύγει
«όχι ακόμα» τις είπα ήρεμα και εκείνη σηκώθηκε αμέσως και ήρθε κοντά μου.
Την έπιασα απο τον ώμο και την πήγα κοντά του, έβαλα το χέρι της πάνω στο δικό του και εκείνη το έσφιξε αμέσως φέρνοντας το κοντά της, πήγα απο πίσω της και έβαλα το ένα μου χέρι πάνω στο μέτωπο του Χάρη και το άλλο πάνω στο δικό της και τότε άρχισε να ακούει τις σκέψης του και σοκαρίστηκε.
«Χάρη μπορεί να σε ακούσει» η Σου γύρισε και με κοίταξε με ορθάνοιχτα μάτια αλλά όταν άκουσε την φωνή του Χάρη ξέχασε τα πάντα και γύρισε την προσοχή της μόνο σε εκείνον
«Χάρη μου, μην με αφήνεις» είπε παραπονιάρικα
«γλυκιά μου Σου σε παρακαλώ μην μου κλαις»
«Χάρη...»
«σσσς δεν έχουμε πολύ ώρα»
«όχι Χάρη όχι σε παρακαλώ»
«σ’ αγαπώ Σου πάντα σε αγαπούσα και πάντα θα σε αγαπώ. Είσαι ήσουν και θα είσαι τα πάντα για μένα, μόνο έσυ και τα παιδιά μας»
«και εσύ Χάρη μου και εσύ.... είπε σπασμένα απο τα δάκρυα της .... θα σε αγαπώ για πάντα»
«πήγαινε στα παιδιά μας Σου σε έχουν ανάγκη»
«Χάρη μου» είπε και έπεσε πάνω του και άρχισε να του φιλάει και να του χαϊδεύει το πρόσωπο τρέμοντας απο τον πόνο και την απόγνωση.
Έβαλα απαλά τα χέρια μου πάνω στους ώμους της και την σήκωσα απαλά και έπεσε στην αγκαλιά μου μην μπορώντας πλέων να σταματήσει το ξέσπασμα της και εγώ την κράτησα σφιχτά απάνω μου βλέποντας την αύρα του Χάρη να απελευθερώνετε απο το σώμα του και οι καρδιακοί του παλμοί σιγά σιγά να σβήνουν. Βλέποντας ότι τον κοίταγα μου χαμήλωσε το κεφάλι του απο σεβασμό και άφησε την αύρα του να τον παρασύρει προς τα έξω.
Την στιγμή που οι χτύποι τις καρδιά του έσβησαν μπήκαν στο δωμάτιο οι γιατροί για να τον επαναφέρουν και μας έβγαλαν έξω. Η Σου φτάνοντας κοντά στα παιδιά της έφυγε απο την αγκαλιά μου και έπεσε στην δική τους.
Μέχρι εκείνη την ώρα είχαν ειδοποιηθεί όλοι και ο διάδρομος ασφυκτιούσε απο τον κόσμο που είχε μαζευτεί για να τους συμπαρασταθούν,εκείνη την στιγμή άρχισα να νιώθω ότι πνίγομαι και ένιωσα την ανάγκη να απελευθερωθώ απο όλα αυτά τα βλέμματα και τα αποδοκιμαστικά σχόλια στις σκέψεις τους για μένα λόγο της παρουσίας του Έντουαρντ στο νοσοκομείο και αφήνοντας τους άρχισα να τρέχω προς την έξοδο με δάκρυα στα μάτια προσπαθώντας πολύ σκληρά να θυμάμαι που είμαι για να μην τρέξω με την κανονική μου ταχύτητα, την στιγμή όμως που έφτασα στην έξοδο ο Έντουαρντ με πρόλαβε και με σταμάτησε παίρνοντας με στην αγκαλιά του αφήνοντας με να ξεσπάσω.
«ήταν ο γιος του Οουμεν» είπε μόλις με είδε να ηρεμώ
«ναι»
«δεν καταλαβαίνω πόσο χρονών ήταν?»
«37 ήταν μόνο 37» είπα εγώ και άρχισα πάλι να ξεσπάω σε κλάματα και εκείνος με παρηγορούσε με τα χάδια του χωρίς να μπορεί να πει κάτι άλλο αλλά άκουγα στις σκέψεις του τους υπολογισμούς που έκανε
«ήμουν 7 όταν τον παντρεύτηκα» στην ερώτηση που τον προβλημάτιζε
«7???»
«έχω μνήμες απο όταν ήμουν ακόμα στην κοιλιά της μητέρας μου, ενός μηνών περπάτησα, δύο μηνών μίλησα και όταν ήμουν τριών μηνών διάβασα το πρώτο μου βιβλίο, οπότε καταλαβαίνεις ότι στην ηλικία των 7 δεν ήμουν και τόσο μικρή όσο έλεγαν τα χρόνια μου όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά» είπα χαμογελώντας θλιμμένα.
«μάλλον τώρα το καταλαβαίνω καλύτερα» είπε και με κοίταξε στα μάτια σκουπίζοντας τα δάκρυα μου και εκείνη την στιγμή είδαμε τον Σεθ να περνάει απο δίπλα μας τρέχοντας σαν τρελός χωρίς να βλέπει μπροστά του.
«Σεθ .... άρχισα να του φωνάζω άλλα δεν γύρισε προς το μέρος μου ... είναι ο γιος της Σου πρέπει να πάω να δω αν είναι καλά» τον παρακάλεσα με το βλέμμα μου και εκείνος μου ένευσε και με άφησε να φύγω.
Κοίταξα γύρω μου και αφού είδα ότι δεν ήταν κάνεις να με δει έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και μόλις έφτασα κοντά του προσπάθησα να τον σταματήσω και εκείνος τρόμαξε και γύρισε προς τα μένα αγριεμένος και άρχισε να τρέμει.
«Σεθ αγόρι μου ... είπα εγώ σοκαρισμένη αφού κατάλαβα ότι ήταν έτοιμος να μεταμορφωθεί, ποτέ στην φυλή δεν είχε μεταμορφωθεί κανείς σε τόσο νεαρή ηλικία και ήξερα πολύ καλά ότι στην κατάσταση που ήταν και ψυχικά λόγο του χαμού του πατέρα του αλλά και λόγο της ανωριμότητας του, τα πράγματα θα ήταν πολύ άσχημα .... έλα μαζί μου» του είπα και πιάνοντας τον απο τον αγκώνα του άρχισα να τον πηγαίνω μέσα στο δάσος για να μην μας δει κανείς.
«άσε με ήσυχο» είπε και προσπάθησε να απελευθερωθεί αλλά εγώ δεν τον άφηνα
«Σεθ είσαι έτοιμος να μεταμορφωθείς....του είπα εγώ και τότε σταμάτησε να παλεύει και με κοίταξε με πόνο στα μάτια, τον πήγα πιο βαθιά στο δάσος και τον άφησα απο το κράτημα μου .... άσε τον εαυτός σου ελεύθερο και ξέσπασε αυτό που νιώθεις μέσα σου» είπα πηγαίνοντας μερικά βήματα πιο πίσω και είδα ότι ο Έντουαρντ μας έχει ακολουθήσει
«Έντουαρντ φύγε θα μεταμορφωθεί και είναι η πρώτη του φορά, αν πιάσει την μυρωδιά σου θα τρελαθεί και δεν θα μπορέσω να τον συγκρατήσω» του μετέφερα την σκέψη μου για να μην κάνω την κατάσταση πιο δύσκολη απο ότι ήταν όμως ο Σεθ είχε πιάσει την μυρωδιά του ήδη και αυτό τον έκανε να τρελαθεί και άρχισε να τρέμει περισσότερο.
Χωρίς να περιμένω άλλο μεταμορφώθηκα και άρχισα να ενημερώνω τον Σαμ και τον κάλεσα για να έρθουν με τον Τζέηκ να με βοηθήσουν ώστε να μπορέσουμε να ηρεμήσουμε τον Σεθ στην περίπτωση που θα έκανε καμία κίνηση να βγει και πάλι στον δρόμο ή να γυρίσει στο νοσοκομείο.
Ο Έντουαρντ είχε ήδη μπει στο αυτοκίνητο και είχε ξεκινήσει για το σπίτι όταν ο Σεθ βρήκε τελικά την εσωτερική του δύναμη να μεταμορφωθεί και ο Σαμ με τον Τζέικ ευτυχώς ήταν πολύ κοντά και άρχισαν να τον καθοδηγούν και να τον ηρεμούν μιλώντας του με την σκέψη τους.
«Σεθ? .... του είπα ήρεμα πλησιάζοντας τον ... πως είσαι αγόρι μου?»
«γκρρρρρρ» μου γρύλισε τρελαμένος απο τον θυμό του
«Σεθ ήρεμα αγόρι μου» είπε ο Σαμ και μπήκε μπροστά του
«μήπως εσύ να φεύγεις?» είπε ο Τζεηκ ειρωνικά
«Τζέικ» είπε ο Σαμ απότομα
«η παρουσία της εδώ τα κάνει χειρότερα τα πράγματα» δεν απάντησα σε κανέναν τους και κράτησα όλες μου τις σκέψεις καλά κρυμμένες για να μην δουν πόσο με πλήγωσε με τα λόγια του και αφού απομακρύνθηκα αρκετά απο κοντά τους ώστε να μην με βλέπουν μεταμορφώθηκα σε γεράκι και άρχισα να πετάω ψηλά στα σύννεφα για να νιώσω το μαστίγωμα του ανέμου ξεσπώντας ότι είχα μέσα μου πλέων ελεύθερα.
«Σεθ αγόρι μου ... είπα εγώ σοκαρισμένη αφού κατάλαβα ότι ήταν έτοιμος να μεταμορφωθεί, ποτέ στην φυλή δεν είχε μεταμορφωθεί κανείς σε τόσο νεαρή ηλικία και ήξερα πολύ καλά ότι στην κατάσταση που ήταν και ψυχικά λόγο του χαμού του πατέρα του αλλά και λόγο της ανωριμότητας του, τα πράγματα θα ήταν πολύ άσχημα .... έλα μαζί μου» του είπα και πιάνοντας τον απο τον αγκώνα του άρχισα να τον πηγαίνω μέσα στο δάσος για να μην μας δει κανείς.
«άσε με ήσυχο» είπε και προσπάθησε να απελευθερωθεί αλλά εγώ δεν τον άφηνα
«Σεθ είσαι έτοιμος να μεταμορφωθείς....του είπα εγώ και τότε σταμάτησε να παλεύει και με κοίταξε με πόνο στα μάτια, τον πήγα πιο βαθιά στο δάσος και τον άφησα απο το κράτημα μου .... άσε τον εαυτός σου ελεύθερο και ξέσπασε αυτό που νιώθεις μέσα σου» είπα πηγαίνοντας μερικά βήματα πιο πίσω και είδα ότι ο Έντουαρντ μας έχει ακολουθήσει
«Έντουαρντ φύγε θα μεταμορφωθεί και είναι η πρώτη του φορά, αν πιάσει την μυρωδιά σου θα τρελαθεί και δεν θα μπορέσω να τον συγκρατήσω» του μετέφερα την σκέψη μου για να μην κάνω την κατάσταση πιο δύσκολη απο ότι ήταν όμως ο Σεθ είχε πιάσει την μυρωδιά του ήδη και αυτό τον έκανε να τρελαθεί και άρχισε να τρέμει περισσότερο.
Χωρίς να περιμένω άλλο μεταμορφώθηκα και άρχισα να ενημερώνω τον Σαμ και τον κάλεσα για να έρθουν με τον Τζέηκ να με βοηθήσουν ώστε να μπορέσουμε να ηρεμήσουμε τον Σεθ στην περίπτωση που θα έκανε καμία κίνηση να βγει και πάλι στον δρόμο ή να γυρίσει στο νοσοκομείο.
Ο Έντουαρντ είχε ήδη μπει στο αυτοκίνητο και είχε ξεκινήσει για το σπίτι όταν ο Σεθ βρήκε τελικά την εσωτερική του δύναμη να μεταμορφωθεί και ο Σαμ με τον Τζέικ ευτυχώς ήταν πολύ κοντά και άρχισαν να τον καθοδηγούν και να τον ηρεμούν μιλώντας του με την σκέψη τους.
«Σεθ? .... του είπα ήρεμα πλησιάζοντας τον ... πως είσαι αγόρι μου?»
«γκρρρρρρ» μου γρύλισε τρελαμένος απο τον θυμό του
«Σεθ ήρεμα αγόρι μου» είπε ο Σαμ και μπήκε μπροστά του
«μήπως εσύ να φεύγεις?» είπε ο Τζεηκ ειρωνικά
«Τζέικ» είπε ο Σαμ απότομα
«η παρουσία της εδώ τα κάνει χειρότερα τα πράγματα» δεν απάντησα σε κανέναν τους και κράτησα όλες μου τις σκέψεις καλά κρυμμένες για να μην δουν πόσο με πλήγωσε με τα λόγια του και αφού απομακρύνθηκα αρκετά απο κοντά τους ώστε να μην με βλέπουν μεταμορφώθηκα σε γεράκι και άρχισα να πετάω ψηλά στα σύννεφα για να νιώσω το μαστίγωμα του ανέμου ξεσπώντας ότι είχα μέσα μου πλέων ελεύθερα.
Έντουαρντ
Ήμουν στο αμάξι όταν άκουσα τα σχόλια του Τζέικ και δεν ξέρω πως κρατήθηκα για να μην γυρίσω πίσω να του σπάσω τα μούτρα για όσα της είπε αλλά ήξερα ότι αν το έκανα το μόνο που θα κατάφερνα θα ήταν να κάνω τα πράγματα πιο δύσκολα για την Μπέλα και έτσι αποφάσισα να γυρίσω στο σπίτι ώστε να ηρεμήσω και να την περιμένω.
Τα παιδιά ευτυχώς είχαν πάει για κυνήγι και θα γυρίζανε σε δύο μέρες και η Έσμε με τον Καρλάηλ ήταν τόσο απορροφημένοι στις δικές τους σκέψεις που κατάφερα να ηρεμήσω χωρίς να ακούω τις σκέψεις κανενός άλλου.
Ήμουν ξαπλωμένος στο σκοτάδι με κλειστά μάτια και το μόνο που είχα στο μυαλό μου ήταν εκείνη και το πόσο υποφέρει, μέχρι που άκουσα το θρόισμα απο τα φτερά ενός πουλιού και γυρίζοντας προς την μπαλκονόπορτα την είδα να μπαίνει αλλάζοντας μορφή και έπεσε κατευθείαν στην αγκαλιά μου αρχίζοντας να με φιλάει τόσο απελπισμένα και απαιτητικά που ένιωθα λες και όλη της η ζωή εξαρτιόταν απο αυτό το φιλί.
Την έσφιξα κατευθείαν στην αγκαλιά μου και τις ανταπέδωσα το φιλί με όλη την αγάπη που ένιωθα για εκείνη. Μέσα απο αυτό το φιλί μπόρεσα να καταλάβω όλη την ανάγκη και την δίψα που είχε η ψυχή της για κατανόηση και αγάπη και ίσως γι αυτό και να της λείπει τόσο πολύ ο Έφραιμ που φαίνεται να είναι ο μόνος που κατάφερε να της το προσφέρει.
Σήκωσε την ματιά της στην δική μου και μέσα σε αυτό το βλέμμα έβλεπα όλη την απελπισία και τον πόνο που ένιωθε. Της χάιδεψα απαλά το πρόσωπο και έκλεισε τα μάτια της αφήνοντας το κεφάλι της να πέσει απαλά πάνω στο στερνό μου.
Ο πόνος της ήταν αβάσταχτος αλλά η εξάντληση της ήταν ακόμα πιο μεγάλη, κλείδωσε τα χέρια της γύρω απο τον λαιμό μου και γατζώθηκε απο τα ρούχα μου χωρίς να πει τίποτα, χωρίς να στάξει ούτε άλλο ένα δάκρυ, είχε στερέψει απο κουράγιο και έτσι την άφησα εκεί χαϊδεύοντας απαλά την πλάτη της και τα μαλλιά της για να την παρηγορήσω μέχρι που η αναπνοή της έγινε πιο ρυθμική και τα μάτια της είχαν πια σφραγίσει.
Προσπάθησα να την ξαγκιστρώσω απο το κράτημα της για να την βάλω στο κρεβάτι να κοιμηθεί πιο ήρεμα αλλά μόλις ένιωθε το άγγιγμα μου και καταλάβαινε ότι πήγαινα να βγάλω τα χέρια της απο πάνω μου εκείνη με έσφιγγε πιο κοντά της απο την ανάγκη της για να με νιώσει.
Περίμενα μέχρι να την πάρει πιο βαθιά ο ύπνος και μόλις χαλάρωσε το κράτημα της τότε έκανα άλλη μια προσπάθεια και αφού την έβαλα να ξαπλώσει πάνω στο στρώμα ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα στην αγκαλιά μου και την φυλάκισα εκεί μέχρι το πρωί.
Μόλις την ένιωσα να ξυπνά της έδωσα ένα τρυφερό φιλί στον ώμο της και εκείνη χαμογέλασε και γύρισε όλο της το κορμί προς το μέρος μου και φυλάκισε τα χέρια της γύρω απο το σώμα μου και κόλλησε όλο της το κορμί απάνω μου.
«καλημέρα» είπε με βαθιά φωνή χωρίς να ανοίγει τα μάτια της και έτριψε το μάγουλο της πάνω στο στερνό μου και ανατρίχιασα ολόκληρος.
Ήμουν στο αμάξι όταν άκουσα τα σχόλια του Τζέικ και δεν ξέρω πως κρατήθηκα για να μην γυρίσω πίσω να του σπάσω τα μούτρα για όσα της είπε αλλά ήξερα ότι αν το έκανα το μόνο που θα κατάφερνα θα ήταν να κάνω τα πράγματα πιο δύσκολα για την Μπέλα και έτσι αποφάσισα να γυρίσω στο σπίτι ώστε να ηρεμήσω και να την περιμένω.
Τα παιδιά ευτυχώς είχαν πάει για κυνήγι και θα γυρίζανε σε δύο μέρες και η Έσμε με τον Καρλάηλ ήταν τόσο απορροφημένοι στις δικές τους σκέψεις που κατάφερα να ηρεμήσω χωρίς να ακούω τις σκέψεις κανενός άλλου.
Ήμουν ξαπλωμένος στο σκοτάδι με κλειστά μάτια και το μόνο που είχα στο μυαλό μου ήταν εκείνη και το πόσο υποφέρει, μέχρι που άκουσα το θρόισμα απο τα φτερά ενός πουλιού και γυρίζοντας προς την μπαλκονόπορτα την είδα να μπαίνει αλλάζοντας μορφή και έπεσε κατευθείαν στην αγκαλιά μου αρχίζοντας να με φιλάει τόσο απελπισμένα και απαιτητικά που ένιωθα λες και όλη της η ζωή εξαρτιόταν απο αυτό το φιλί.
Την έσφιξα κατευθείαν στην αγκαλιά μου και τις ανταπέδωσα το φιλί με όλη την αγάπη που ένιωθα για εκείνη. Μέσα απο αυτό το φιλί μπόρεσα να καταλάβω όλη την ανάγκη και την δίψα που είχε η ψυχή της για κατανόηση και αγάπη και ίσως γι αυτό και να της λείπει τόσο πολύ ο Έφραιμ που φαίνεται να είναι ο μόνος που κατάφερε να της το προσφέρει.
Σήκωσε την ματιά της στην δική μου και μέσα σε αυτό το βλέμμα έβλεπα όλη την απελπισία και τον πόνο που ένιωθε. Της χάιδεψα απαλά το πρόσωπο και έκλεισε τα μάτια της αφήνοντας το κεφάλι της να πέσει απαλά πάνω στο στερνό μου.
Ο πόνος της ήταν αβάσταχτος αλλά η εξάντληση της ήταν ακόμα πιο μεγάλη, κλείδωσε τα χέρια της γύρω απο τον λαιμό μου και γατζώθηκε απο τα ρούχα μου χωρίς να πει τίποτα, χωρίς να στάξει ούτε άλλο ένα δάκρυ, είχε στερέψει απο κουράγιο και έτσι την άφησα εκεί χαϊδεύοντας απαλά την πλάτη της και τα μαλλιά της για να την παρηγορήσω μέχρι που η αναπνοή της έγινε πιο ρυθμική και τα μάτια της είχαν πια σφραγίσει.
Προσπάθησα να την ξαγκιστρώσω απο το κράτημα της για να την βάλω στο κρεβάτι να κοιμηθεί πιο ήρεμα αλλά μόλις ένιωθε το άγγιγμα μου και καταλάβαινε ότι πήγαινα να βγάλω τα χέρια της απο πάνω μου εκείνη με έσφιγγε πιο κοντά της απο την ανάγκη της για να με νιώσει.
Περίμενα μέχρι να την πάρει πιο βαθιά ο ύπνος και μόλις χαλάρωσε το κράτημα της τότε έκανα άλλη μια προσπάθεια και αφού την έβαλα να ξαπλώσει πάνω στο στρώμα ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα στην αγκαλιά μου και την φυλάκισα εκεί μέχρι το πρωί.
Μόλις την ένιωσα να ξυπνά της έδωσα ένα τρυφερό φιλί στον ώμο της και εκείνη χαμογέλασε και γύρισε όλο της το κορμί προς το μέρος μου και φυλάκισε τα χέρια της γύρω απο το σώμα μου και κόλλησε όλο της το κορμί απάνω μου.
«καλημέρα» είπε με βαθιά φωνή χωρίς να ανοίγει τα μάτια της και έτριψε το μάγουλο της πάνω στο στερνό μου και ανατρίχιασα ολόκληρος.
«καλημέρα ομορφιά μου .... της είπα και την φίλησα τρυφερά πάνω στα μαλλιά της ... πως είσαι?...την ρώτησα με αγωνία και ανασήκωσε τους ώμους της ... μήπως πεινάς θέλεις να φτιάξω κάτι να φας???»
«μμμμμ ... είπε και τρίφτηκε άλλη μια φορά πάνω μου και έπνιξα ένα αγκομαχητό ... πολύ ησυχία έχει»
«τα παιδιά έχουν πάει για κυνήγι και θα γυρίσουν αύριο και ο Καρλάηλ είναι στο νοσοκομείο»
«και η Έσμε?»
«έχει πάει για κάτι ψώνια στο Πορτ Άντζελες και θα γυρίσει σε λίγο»
«δηλαδή είμαστε μόνοι μας?» είπε με έκπληξη και άνοιξε τα μάτια της και αντίκρισε την ματιά μου
«ναι» είπα και της χάιδεψα απαλά τα μαλλιά της
«δεν το πιστεύω ότι είμαστε μόνοι μας ... είπε και χαμογέλασε και χαμογέλασε όλος μου ο κόσμος ... τι κρίμα που πρέπει να φύγω» είπε και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία και έβγαλε έναν αναστεναγμό και έπεσε πάλι πάνω στο στερνό μου χαϊδεύοντας απαλά με το ένας της δάκτυλο απο το στήθος μου μέχρι την κοιλιά μου και πάλι πίσω και άρχισα να αισθάνομαι λίγο άβολα γιατί μετά τα χθεσινά δεν ήθελα να την πιέσω για τίποτα αλλά αν συνέχιζε έτσι σίγουρα θα έχανα το μυαλό μου.
«γιατί πρέπει να φύγεις?» είπα παραπονιάρικα και σήκωσε πάλι την ματιά της στην δική μου
«σε μια ώρα είναι η κηδεία του Χάρη και πρέπει να πάω απο το σπίτι να κάνω ένα ντουζ και να αλλάξω»
«και πως θα πας στο σπίτι?»
«πως ήρθα?» είπε και γέλασε
«άρα έχουμε λίγη ώρα για μας, έλα» είπα αποφασιστικά και την τράβηξα απο το χέρι και σηκώθηκε κοιτώντας με στα μάτια με απορία
«Έντουαρντ δεν μπορώ να κατέβω έτσι κάτω και αν έρθει η Έσμε» γέλασα με το ύφος της και πήγα κοντά της και την πήρα στην αγκαλιά μου και άρχισα να την φιλάω
Το φιλί της αμέσως έγινε πιο ζεστό και κόλλησε όλο της το κορμί απάνω μου.
«μμμ μάλλον καλύτερα να φέρω κάτι να φορέσεις πριν ξεχάσω το όνομα μου» της είπα πάνω στα χείλι της και εκείνη γέλασε απαλά πάνω στα χείλια μου και μου έδωσε άλλο ένα βαθύ φιλί πριν με αφήσει.
Της έφερα ένα πουκάμισο μου και αφού το φόρεσε και διπλώσαμε μαζί τα μανίκια που περίσσευαν την πήρα απο το χέρι και την κατέβασα στην κουζίνα.
«τι θα ήθελες να φας?» της είπα και την ανέβασα στον πάγκο της κουζίνας
«δεν ξέρω τι ξέρεις να φτιάχνεις?» είπε και ανασήκωσε τους ώμους της
«όχι πολλά ... είπα απολογητικά ... τώρα άρχισα να μαθαίνω αλλά και πάλι δεν έχω κάνει εξάσκηση» γέλασε και πήρε το πρόσωπο μου στα χέρια της χαϊδεύοντας τα μάγουλα μου με τους αντίχειρες της κοιτώντας με βαθιά στα μάτια με αγάπη και αφού άφησε ένα απαλό φιλί στα χείλια μου είπε ναζιάρικα
«κοίτα με να κυνηγάω» και τρίβοντας την μύτη της στην μύτη μου παιχνιδιάρικα κατέβηκε απο τον πάγκο και άρχισε να κοιτάει στα ντουλάπια.
Βρήκε ένα κουτί με δημητριακά πήρε και το γάλα απο το ψυγείο και τα έβαλε σε ένα μπολ, πήρε και ένα κουτάλι και έκατσε στο τραπέζι και εγώ έκατσα δίπλα της και την παρατηρούσα.
«δεν φαίνεται και τόσο ενδιαφέρον»
«δεν είνα και καμία αρκούδα γκρίζλι ή κανένα πούμα αλλά είναι σίγουρα πιο βολικό» είπε πειρακτικά και γέλασα
«έχεις δοκιμάσει?»
«όχι αλλά απο ότι καταλαβαίνω για σας είναι πολύ διασκεδαστικό» γέλασα απαλά
«δεν φαντάζεσαι πόσο. Πολύ θα ήθελα να σε δω να κυνηγάς»
«με έχεις δει»
«τι εννοείς με το ελάφι?»
«εγώ Έντουαρντ δεν μπορώ να κυνηγάω όπως εσείς»
«γιατί ότι ισχύει για μας ισχύει και για τα ζώα»
«ακριβώς»
«θα βρεθούμε καθόλου σήμερα?»
«δεν ξέρω καθόλου γίνεται ένας πανικός στο Λαπους σιν του ότι έχουμε και την εκπαίδευση αλλά για λίγο μπορούμε να χαλαρώσουμε απο τις περιπόλους»
«και γιατί αυτό?»
«η Βικτώρια τουλάχιστον δεν θα έρθει σύντομα»
«και πως το ξέρεις αυτό?»
«πήγα εχθές στο Σιατλ και την βρήκα σε έξαλλη κατάσταση»
«πήγες μόνη σου μέχρι το Σιάτλ???»
«Έντουαρντ ηρέμησε με την μορφή του γερακιού πήγα δεν με κατάλαβε κανείς ... είπε και μου έπιασε το χέρι για να με καθησυχάσει
«και τι γίνεται εκεί???»
«χαμός ... είπε γελώντας ... τους είχε αφήσει για πολλές μέρες μόνους τους και αυτοί είναι ανεξέλεγκτοι»
«μήπως πρέπει να πάμε εμείς στο Σιατλ τελικά??» είπα σκεπτικός
«καταλαβαίνω τι εννοείς αλλά πιστεύω ότι είναι καλύτερα να έρθουν εδώ και να τους παγιδεύσουμε στο λιβάδι που παίζεται μπέηζμπολ»
«γιατί εκεί?»
«γιατί έτσι δεν θα πάρουμε στον λαιμό μας και άλλα αθώα θύματα και εκτός αυτού θα αποκλείσουμε και το γεγονός να αποκαλυφθούμαι»
«έχεις δίκιο σε αυτό αλλά έχει παραγίνει και η κατάσταση στο Σιατλ»
«το πολύ σε δύο βδομάδες θα τελειώσουν όλα μην ανησυχείς η Βικτώρια με τον φόβο μην φύγετε θα κάνει γρήγορα την κίνηση της»
«μμμμ, πρέπει να κανονίσουμε να ξεκινήσουμε και την εκπαίδευση με τον Τζαζ»
«σίγουρα ... είπε και γυρίζοντας την ματιά της στο ρολόι της κουζίνας είπε με έναν αναστεναγμό ... πρέπει να φύγω» και με κοίταξε μέσα στα μάτια με παραπονιάρικο ύφος
«πόσο θα ήθελα να μπορούσα να έρθω μαζί σου»
«δεν φαντάζεσαι πόσο το θέλω και εγώ» είπε και έριξε το κεφάλι της πάνω στον ώμο μου και την χάιδεψα παρηγορητικά
«υποσχέσου μου τουλάχιστον ότι θα γυρίσεις με την πρώτη ευκαιρία»