Αφού έκανα ένα ντους να ηρεμήσω, φορώντας ένα μαύρο διάφανο νυχτηκάκι με το αντίστοιχο στριγκάκι του, άρχισα να κάνω πάνω κάτω μέσα στο δωμάτιο, με την νευρικότητα μου να με ξεπερνά... Τα είχα καταφέρει;... Εκείνος θα εμφανιστεί ή θα με αφήσει μόνη;... Θα είναι νευριασμένος ή ευδιάθετος;... σκεπτόμουν με την καρδιά μου να σπάει όλα τα κοντέρ μέχρι που η πόρτα του δωματίου μου χτύπησε και έμεινα ξέπνοη να την κοιτώ χωρίς να ξέρω πως να αντιδράσω... Είχε δηλώσει ένα Ισπανικό όνομα για μένα, εγώ τώρα πως πρέπει να απαντήσω;
«Quién es?»
«Ποιος είναι;» ρώτησα στα Ισπανικά χωρίς να κουνιέμαι σπιθαμή από την θέση μου.
«Room services» ήρθε κατευθείαν η απάντηση και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία... Δεν είχα παραγγείλει τίποτα και ο Έντουαρντ δεν ήταν εδώ... Λες να είναι κανένα κόλπο του Χάντερ για να με παγιδέψει;... σκέφτηκα και αμέσως πήρα το κινητό μου στο χέρι μου καθώς απαντούσα.
«Un minuto por favor»
«Ένα λεπτό παρακαλώ» είπε σε όποιον ήταν πίσω από την πόρτα και πηγαίνοντας προς το μπάνιο πάτησα την αυτόματη κλήση του κινητού του Έντουαρντ ενώ παίρνοντας το μπουρνούζι του μπάνιου άρχισα να το φοράω γρήγορα.
«Θα ανοίξεις επιτέλους την πόρτα;» ρώτησε σχεδόν εκνευρισμένος αλλά με μια περίεργη ικανοποίηση στην φωνή του και πήρα μια ανακουφιστική ανάσα.
«Τώρα» απάντησα και καθώς έκλεισα το κινητό το έβαλα πάνω στο κομοδίνο και σφίγγοντας την ζώνη μου έτρεξα προς την πόρτα.
Μόλις την άνοιξα και τον είδα ντυμένο με την στολή του ξενοδοχείου, έβαλα το χέρι μου μπροστά στο στόμα και χωρίς να είμαι ικανή να το ελέγξω άρχισα να χαχανίζω καθώς εκείνος σέρνοντας ένα τραπεζάκι που είχε απάνω μια σαμπάνια και δύο κλειστά πιάτα με το χαρακτηριστικό σκέπασμα που χρησιμοποιούσαν τα ξενοδοχεία για να καλύπτουν τα φαγητά.
«Που είναι το αστείο;» ρώτησε κάπως αυστηρά αλλά δεν με ξεγελούσε... Η ικανοποίηση στην ματιά του μου δήλωνε ότι όλα είχαν πάει καλά.
«Δεν ήξερα ότι ήσουν τόσο άφραγκος ώστε να χρειάζεται να δουλεύεις στο ξενοδοχείο για να πληρώσεις τα δωμάτια» τον πείραξα καθώς τον πλησίαζα ενώ πρώτα έκλεισα απαλά την πόρτα πίσω μου και εκείνος γύρισε με το προσωπείο του νικητή επιβεβαιώνοντας μου την προηγούμενη μου διαπίστωση.
«Όχι πια» είπε και ανασήκωσα το φρύδι μου με απίστευτη περιέργεια.
«Αυτό σημαίνει ότι τα κατάφερα;» ρώτησα και εκείνος βγάζοντας το περιτύλιγμα που είχε πάνω στον φελλό, το άνοιξε με μια απίστευτη ευκολία και κάνοντας το χαρακτηριστικό ποπ... άρχισε να βγάζει κάτι σαν καπνό μέσα από το μπουκάλι.
Σερβίροντας και στα δύο ποτήρια λίγη από την σαμπάνια, γύρισε προς το μέρος μου και μου πρόσφερε το ένα ποτήρι...
«Και όχι μόνο...» είπε με μια βαθιά φωνή καθώς τσούγκριζε το ποτήρι μου και άρχισε να πίνει περιμένοντας να κάνω το ίδιο, αλλά η περιέργεια μου είχε εκτοξευθεί στα ύψη.
«Θα μου πεις ή θα με σκάσεις;» ρώτησα χωρίς να πίνω καθόλου και ανασήκωσε το ένα του φρύδι κοιτώντας το ποτήρι μου και πριν με κάνει να εκραγώ, το ήπια μονορούφι... «Τώρα θα μου πεις;» ρώτησα εκνευρισμένη καθώς έκλεινα τα μάτια για να ελέγξω το γαργάλημα που μου είχε δημιουργήσει μέσα στο στόμα και τον λαιμό η σαμπάνια και εκείνος γέλασε πειράζοντας με περισσότερο... Ανοίγοντας τα μάτια μου, τον κοίταξα με ένα ανυπόμονο βλέμμα και καθώς μου χάιδεψε απαλά το μάγουλο με τον αντίχειρα του, μου έκλεισε το μάτι και φέρνοντας το μπουκάλι ξανά κοντά μου άρχισε πάλι να γεμίζει το ποτήρι μου χωρίς να συμπληρώνει τίποτα άλλο... «Ωχου γάηδαρο σκας» είπα με πείσμα και κρατώντας το ποτήρι μου τον προσπέρασα και έκατσα πάνω στο κρεβάτι ενώ δίπλωνα τα πόδια μου μπροστά στο σώμα μου σε στάση γιόγκας και ήπια λίγο ακόμα από την σαμπάνια που μου είχε σερβίρει.
Εκείνος πλησιάζοντας με, έκατσε στο πάτωμα γυρίζοντας το σώμα του προς το πλάι και τελείως χαλαρά συνέχισε να πίνει την σαμπάνια του κοιτώντας με από πάνω μέχρι κάτω, ή να το πω καλύτερα, τρώγοντας με, με τα μάτια του καλά καλά.
«Γιατί έκατσες στο πάτωμα;» ρώτησα με απορία ενώ ήξερα ήδη την απάντηση και εκείνος με κοίταξε με μια ματιά που αμέσως ξεσήκωσε όλα τα μέσα μου.
«Για να έχω καλύτερη θέα» απάντησε παίζοντας με τα φρύδια του παιχνιδιάρικα και στριφογύρισα τα μάτια μου κάνοντας μια απελπισμένη γκριμάτσα.
«Σοβαρέψου επιτέλους Έντουαρντ και επιτέλους θα μου πεις η θα με σκάσεις;» τον ρώτησα πάλι σχεδόν εκνευρισμένη και το στραβό του χαμόγελο έκανε ξανά την εμφάνιση του ενώ πέρναγε το μάγουλο του πάνω από το πόδι μου και αμέσως το σώμα μου αντέδρασε σε απάντηση ενώ ανατρίχιαζε ολόκληρο.
«Μμμμ... κάποιο καλό κοριτσάκι έκανε αποτρίχωση;...» ρώτησε και για απάντηση άφησα την ανάσα μου να βγει εξουθενωμένα... «Αν εξαιρέσεις το γεγονός ότι πήγες να σωριαστείς πάλι...» τόνισε με ένα αυστηρό τόνο... «Τα πήγες πολύ καλύτερα από όσο πίστευα ότι θα τα πήγαινες» είπε τελικά και τον κοίταξα δύσπιστα.
«Αλήθεια;» δεν μπόρεσα να μην ρωτήσω και ήταν η σειρά του να στριφογυρίσει τα μάτια του απελπισμένα.
«Κάποιος ψάχνει για φιλοφρονήσεις;» ρώτησε πίσω και αναστέναξα... «Πραγματικά με εξέπληξες... Πάλι...» τόνισε και γέμισε άλλη μια φορά τα ποτήρια μας... «Αλήθεια από που ξεσήκωσες όλα αυτά που έλεγες για τον πίνακα;» ρώτησε τελικά με πραγματική περιέργεια και ανασήκωσα τους ώμους μου.
«Από πουθενά» απάντησα ειλικρινά και έσμιξε τα φρύδια του με έκδηλη την δυσπιστία του στα χαρακτηριστικά του.
«Από πουθενά...» επανέλαβε κοιτώντας με σταθερά στα μάτια.
«Είπα το πρώτο που με έκανε να νιώσω ο πίνακας την στιγμή που τον κοιτούσα» του επιβεβαίωσα και για λίγο έμεινε σοκαρισμένος να με κοιτά.
«Θες να μου πεις ότι εννοούσες όσα έλεγες;» δεν άντεξε και ρώτησε και ανασήκωσα ξανά τους ώμους μου καθώς έπινα μια μικρή γουλιά από το ποτήρι μου, πριν το αφήσω πάνω στον δίσκο.
«Αν αυτό έφτανε να πάρει τον πόνο που σε κάνει να νιώθεις ότι είχε... γιατί όχι» απάντησα απλά σαν να ήταν το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο και κατάπιε οποιαδήποτε απάντηση ήταν έτοιμος να μου δώσει, κοιτώντας για λίγο μακριά ανασυγκροτώντας τις σκέψεις του... «Γιατί ντύθηκες σαν υπάλληλος ξενοδοχείου;» τον ρώτησα ξαφνικά για να τον αποσπάσω από τις σκέψεις του και εκείνος χαμογέλασε με ένα πονηρό χαμόγελο πριν γυρίσει την ματιά του προς το μέρος μου.
«Δεν θέλει πολύ σκέψη» με επέπληξε που δεν το είχα καταλάβει από μόνη μου αλλά συνέχισε πριν προσθέσω κάτι άλλο αρχίζοντας ένα παμπόνηρο παιχνίδι που αμέσως με ξεσήκωσε... «Όσο έχουμε αποστολές δεν πρέπει να μας βλέπουν μαζί...» είπε απόλυτα σοβαρός κάνοντας μου ρητό ότι όταν είμαστε σε δημόσιο χώρο, θα έπρεπε να κάνουμε ότι δεν γνωριζόμαστε μεταξύ μας... «Από την άλλη πιστεύεις ότι θα άφηνα ποτέ να μπει κανένας μέσα σε αυτό το δωμάτιο και να σε δει με αυτήν την εμφάνιση;» ρώτησε παιχνιδιάρικα ενώ σκύβοντας προς το μέρος μου άρχισε να τραγανίζει τα πόδια μου με τα δόντια του τόσο αισθησιακά που ένιωσα να περνάει ένας ηλεκτρισμός από όλο μου το σώμα κάνοντας το να τρέμει ανεπαίσθητα και σταματώντας την ανάσα μου στην μέση τον κοίταξα με όλο το πάθος που μου είχε ξυπνήσει και εκείνος ανταπέδωσε την ματιά μου, με το ίδιο, μην πω με περισσότερο πάθος από όσο σιγόκαιγε εμένα και μου έκαψε κάθε μου λογική.
«Αυτό να το κοιτάξεις λίγο, γιατί δεν θα σου βγει σε καλό» του απάντησα εγώ πειραχτικά και αμέσως τσίμπησε ενώ αφήνοντας το ποτήρι του στον δίσκο, έβαλε τα χέρια του πάνω στα πόδια μου και με την πιο απαλή κίνηση άρχισε να τα ανηφορίζει προς τους γοφούς μου ακουμπώντας με ανεπαίσθητα για να με κάνει να τρελαθώ περισσότερο.
«Είσαι δική μου... Μόνο δική μου» τόνισε με έναν επιτακτικό τόνο καθώς το σώμα του πλησίαζε το δικό μου με μια φιδίσια κίνηση κοιτώντας με επιβλητικά στα μάτια και άφησα ένα γελάκι να μου ξεφύγει.
«Οκ, οκ... το πιάσαμε το υπονοούμενο, αλλά ειλικρινά έχει αρχίσει να καταντάει αηδία να το επαναλαμβάνεις κάθε τρεις και λίγο» του γύρισα πίσω και αντί αυτό να τον εκνευρίσει όπως θα περίμενα, άρχισε να γελάει με ένα δύσπιστο γελάκι που πραγματικά με έκανε να πεθαίνω να μάθω τις σκέψεις του.
«Είσαι κουρασμένη;» ρώτησε ρητορικά ενώ μου άνοιγε τα πόδια προχωρώντας στην επόμενη του κίνηση και εξωθώντας τον στα άκρα, συνέχισα να τον πειράζω.
«Μμμχχχμμμ» απάντησα ενώ τεντωνόμουν με ένα χασμουρητό και το γελάκι του έγινε πιο πλατύ ενώ μου δήλωνε ότι δεν με πίστεψε ούτε στο ελάχιστο καθώς χαμηλώνοντας το σώμα μου με το χέρι του προς το στρώμα, εκείνος άρχισε πάλι να τραγανίζει το εσωτερικό των μοιρών μου με τέτοιο τρόπο που ένιωθα σαν να πάθαινα ηλεκτροσόκ σε κάθε του δαγκωματιά ενώ το σώμα μου τρανταζόταν για απάντηση και η ανάσα μου άρχισε να γίνεται πιο δύσκολη.
«Τι κρίμα που πρέπει να φύγω» πέταξε και ανασηκώθηκα απότομα για να τον κοιτάξω με μια δολοφονική ματιά.
«Μην τολμήσεις» δήλωσα χωρίς να δέχομαι αντίρρηση γι αυτό... Είναι σοβαρός;... Με είχε φέρει στα όρια μου για να με παρατήσει τώρα στο έλεος του, έτσι απλά;
«Δεν νομίζεις ότι θα κινήσουμε υποψίες αν μείνω παραπάνω;» ρώτησε αθώα και βγήκα τελείως από τα ρούχα μου.
«Γιατί φοβάσαι μην σε απολύσουν;» του πέταξα στην μούρη ενώ ανασηκώνοντας τελείως το σώμα μου, τράβηξα τα πόδια μου πιο πίσω για να ξεκολλήσω από πάνω του, τελείως εκνευρισμένη.
«Σόρρυ μωρό μου αλλά δεν μπορώ να το διακινδυνεύσω» είπε αδιάφορα, κυνικά ενώ σηκωνόταν όρθιος και τον κοίταξα χωρίς να το πιστεύω ότι πράγματι το εννοούσε...Εκείνος όμως χωρίς να πει τίποτα άλλο, μου έκλεισε το μάτι και πήγε προς την πόρτα... «Καλή διασκέδαση» συμπλήρωσε και από τα νεύρα μου αρπάζοντας ένα μαξιλάρι, του το πέταξα την στιγμή που εκείνος έκλεινε την πόρτα και μούγκρισα εκφράζοντας όλη την αγανάκτηση που ένιωθα μέσα μου.
Είναι σοβαρός;... Πόσα θέλει πια για να με τρελάνει;... Με άφησε εδώ μόνη μου, σε αυτήν την κατάσταση και σηκώθηκε και έφυγες έτσι απλά;... Και εφόσον δεν θα το συνέχιζε γιατί με έκανε πρώτα μπαρούτι και μετά σηκώθηκε και έφυγε;... Αμ το άλλο;... Πως μπορεί να με αφήνει να κοιμηθώ μόνη μου και μάλιστα χωρίς τον Φλικ;... αναρωτιόμουν εκνευρισμένη ενώ παίρνοντας το μπουκάλι από το πάτωμα, γέμισα το ποτήρι μου ξανά και άρχισα να το πίνω μονορούφι αλλά την στιγμή που πήγα να το ξαναγεμίσω τα χέρια του με ακινητοποίησαν καθώς κόλλησε το σώμα του πάνω στο δικό μου και δεν έχω ιδέα πως σταμάτησα την κραυγή μου πριν βγει από μέσα μου, από την τρομάρα που πήρα.
«Άσε και λίγο για μένα...» είπε με μια αισθησιακή φωνή μέσα στο αυτί μου και γύρισα την ματιά μου εχθρική προς την μεριά του ενώ έσμιγα τα χείλια μου σε μια ίσια γραμμή... «Είσαι τόσο χαζούλα, πραγματικά πίστεψες ότι θα σε άφηνα χωρίς να φάω το επιδόρπιο μου;» συνέχισε ενώ άρχισε να γελάει με το ύφος μου και τότε τα πήρα τελείως.
«Και εσύ τόσο απαίσιος και ναι το πίστεψα, γιατί σε έχω για όλα ικανό» του γύρισα πίσω ενώ γύριζα το σώμα μου στην ευθεία προσπαθώντας να ξεκολλήσω από πάνω του αλλά εκείνος παίρνοντας το μπουκάλι από τα χέρια μου και το ποτήρι μου, έγειρε μπροστά και τα άφησε πάνω στον δίσκο, αφήνοντας τα ένα ένα, ώστε να με κρατάει σταθερά απάνω του για να μην του ξεφύγω.
Παραμερίζοντας το μαλλί μου στο πλάι άφησε τα χείλια του να συρθούν πάνω στον λαιμό μου για να με φέρει στην προηγούμενη μου κατάσταση... Ήμουν όμως τόσο εκνευρισμένη μαζί του, που όσο περισσότερο με διέγειρε τόσο περισσότερο με εκνεύριζε που έπαιζε τόσο άσχημα μαζί μου.
«Το πόσο μου αρέσει όταν τσιμπάς δεν λέγετε...» συνέχιζε απτόητος ενώ ψιθύριζε μέσα στο αυτί μου δαγκώνοντας το τρυφερά και πέρασα την γλώσσα του από το περίγραμμα του, αλλά εγώ παρέμενα ψυχρή... «Είσαι τόσο όμορφη όταν θυμώνεις, που μου είναι αδύνατον να μην μπω στον πειρασμό να σε τσιγκλήσω λίγο για να πάρεις ακριβώς αυτήν την φατσούλα» είπε καθώς μου γύριζε το πρόσωπο μου προς το μέρος του αλλά εγώ από πείσμα συνέχισα να μην ανταποκρίνομαι... «Μμμμμ... μάλλον πρέπει να βάλω τα μεγάλα μέσα για να σε μεταπείσω» είπε ανοιχτά την σκέψη του και καθώς άνοιξε την ζώνη μου... Βάζοντας τα χέρια του πάνω στα πέτα μου κατεβάζοντας τα χέρια του προς τα κάτω, ακουμπώντας το σώμα μου ανεπαίσθητα άνοιγε το μπουρνούζι σιγά σιγά, χωρίς να αποχωρίζεται την ματιά μου… Μόλις το παραμέρισε στο πλάι, ανεβάζοντας τα χέρια του με τον ίδιο τρόπο προς τα πάνω, κατέβασε το μπουρνούζι από τους ώμους μου χωρίς να κατεβάζει τελείως και μόλις πήρε τα χέρια του από πάνω μου για λίγο, τα πέρασε ξανά γύρω από τον λαιμό μου και ένιωσα μια αλυσίδα να με δροσίζει και στριφογύρισα τα μάτια μου με αηδία.
«Αυτά είναι τα μεγάλα μέσα;» τον ειρωνεύτηκα και άφησε το στραβό του χαμόγελο να κάνει την εμφάνιση του, καθώς με κοίταζε με νόημα στα μάτια.
«Κοίτα το» σχεδόν διέταξε και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει από μέσα μου εξουθενωμένα, το κοίταξα βαριεστημένα και μόλις είδα το δάκρυ που μου είχε χαρίσει στα γενέθλια μου, τον κοίταξα ξαφνιασμένη... «Όλα όσα σου είχα αγοράσει, έπρεπε να τα ρευστοποιήσω για να μπορέσω να έχω λεφτά για τις επισκευές, αλλά όταν ήρθε η ώρα να το δώσω αυτό πίσω...» είπε ενώ έσερνε απαλά το δάχτυλο του από την βάση του λαιμού μου καταλήγοντας πάνω στο περιδέραιο... «Απλά δεν μπορούσα» κατέληξε και τον κοίταξα δύσπιστα.
«Για να μου θυμίζει πάντα το πόσο πικρά θα κλάψω για τις επιλογές μου;» του χτύπησα σκληρά και άφησε ένα γελάκι κουνώντας αρνητικά το κεφάλι του.
«Η πρώτη μου σκέψη, όταν το είδα ήταν... Αυτό το δάκρυ να είναι το τελευταίο που θα πάρεις από μένα, όχι το αντίθετο» είπε απόλυτα σοβαρός εννοώντας κάθε λέξη που έλεγε και έμεινα για λίγο να τον κοιτώ χωρίς να είμαι ικανή να πω κάτι γι αυτό... Μπορεί πραγματικά να το εννοεί;
Χωρίς να μου δίνει άλλο περιθώριο για περισσότερες σκέψεις με τράβηξε προς το κεφαλάρι και αφού με έβαλε να ξαπλώσω πάνω στα μαξιλάρια, εκείνος έκατσε στην άκρη του κρεβατιού από τα αριστερά μου και γεμίζοντας ξανά τα ποτήρια μας μου πρόσφερε το ένα.
«Στην αρχή μια νέας συνεργασίας που θα κάνει πάταγο» έκανε πρόποση καθώς τσούγκριζε το ποτήρι μου και βρέχοντας μόνο τα χείλια μου δεν θέλησα να πιω παραπάνω γιατί είχε αρχίσει να με πιάνει και δεν ήθελα να έχω θολωμένο μυαλό... Ποιος ξέρει πάλι τι είχε μέσα στο βρώμικο μυαλό του.
Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά απογοητευμένος και με κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια.
«Γιατί με προσβάλλεις έτσι;» ρώτησε ενώ άφηνε το δικό του άδειο ποτήρι πάνω στον δίσκο και γυρίζοντας προς την μεριά μου περίμενε να πιω και το υπόλοιπο.
«Νομίζω ότι ήπια αρκετά για μία μέρα» είπα τείνοντας το ποτήρι μου προς το μέρος του και εκείνος ανασήκωσε και τα δύο του φρύδια απογοητευμένος.
«Μην με κάνεις να σε βάλω να το πιεις με το ζόρι» είπε αυστηρά και άνοιξα τα μάτια μου διάπλατα από την έκπληξη... Θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο;... Για τον Έντουαρντ μιλάμε, φυσικά και μπορεί αλλά εγώ δεν καταθέτω τα όπλα τόσο εύκολα... Δεν θα με κάνει εκείνος ότι θέλει.
«Δεν μιλάς σοβαρά» του γύρισα σκληρά και εκείνος παίρνοντας το ποτήρι μου από τα χέρια μου, με κοίταξε απόλυτα σοβαρά.
«Μιλάω απόλυτα σοβαρά» δήλωσε και ενώ περίμενα ότι θα με άρπαζε και θα με έβαζε να το πιω με το ζόρι, αντίθετα εκείνος έφερε το ποτήρι μου κοντά στα χείλια του και αφού έβαλε μέσα στο στόμα του μια γερή γουλιά, έγειρε το σώμα του προς το μέρος μου και εγώ τον κοίταξα χωρίς να ξέρω πως να αντιδράσω... Από την μια ήθελα να βάλω τα γέλια αλλά από την άλλη να το παίξω δύσκολη για να δω μέχρι που μπορεί να το φτάσει... Αποφάσισα να κάνω το δεύτερο.
Ήμουν σίγουρη ότι εκείνος περίμενε την αντίδραση μου και χωρίς να πτοείτε αφού έφερε το πρόσωπο του σε απόσταση αναπνοής από το δικό μου, ξαφνιάζοντας με, έβγαλε την γλώσσα του έξω και άρχισε να την περνάει πάνω από τα χείλια μου ενώ η σαμπάνια που είχε μέσα στο στόμα του κατηφόριζε από την γλώσσα του αργά, υγραίνοντας τα χείλια μου... Πριν καν προλάβω να το καταλάβω, ένα αγκομαχητό μου έσπασε την σιωπή και μισανοίγοντας τα χείλια μου τον άφησα να συνεχίσει το παιχνίδι του.
Καθώς η σαμπάνια σε συνδυασμό με το σάλιο του μπερδεύτηκε με την δική μου γεύση, ξαφνικά ένιωσα μια έκρηξη μέσα μου που ένιωθα σαν μόλις κάποιος είχε βάλει το χέρι μου μέσα σε μια πρίζα και με είχε κάνει να ηλεκτριστώ ολόκληρη... Η σαμπάνια αργά και βασανιστικά περνώντας από την γλώσσα του, έρεε μέσα στο στόμα μου σαν ένα γλυκό δηλητήριο που με έκαιγε ολόκληρη, κάνοντας της φλέβες μου να αυξάνουν την ροή τους και να πάλλονται σαν τρελές από την έξαψη που μου προκάλεσε, ενώ η ανάσα μου άρχισε να επιταχύνετε επικίνδυνα.
Πριν προλάβω να συντονίσω τις κινήσεις μου, αρπάζοντας την γλώσσα του μέσα στο στόμα μου, άρχισα να την γεύομαι και να παίζω μαζί της θέλοντας να πάρω όσα περισσότερα μπορούσα... Η γεύση του ήταν απερίγραπτη, ο συνδυασμός της μέντας και της σαμπάνιας έκανε τις αισθήσεις μου να εκτοξεύονται στα ύψη, αλλά πριν προλάβω να τον χορτάσω περισσότερο εκείνος την τράβηξε απότομα και με κοίταξε αυστηρά.
«Μμμμ... κάποιο κοριτσάκι σήμερα είναι πολύ άτακτο;» ρώτησε χωρίς να αλλάζει ύφος αλλά δεν με ξεγελούσε, είμαι σίγουρη ότι και ο ίδιος το είχε απολαύσει όσο και εγώ.
«Δεν σε φίλησα» του είπα αμυντικά, παίρνοντας το πιο αθώο μου βλέμμα και εκείνος έκανε τάχα μου ότι νευρίασε περισσότερο... Τι παιχνίδι παίζεται κύριες Κάλλεν;;;... αναρωτήθηκα αλλά χωρίς να το δείχνω συνέχισα το παιχνίδι του, όποιο και να ήταν αυτό.
«Τώρα πρέπει να σε τιμωρήσω» δήλωσε και αφού ήπιε την υπόλοιπη σαμπάνια από το ποτήρι μου, γύρισε το σώμα του προς τα πίσω... Πήρε το μπουκάλι της σαμπάνιας στα χέρια του και αφού κόλλησε τον γοφό του πάνω στο αριστερό μου πόδι, με το αριστερό του χέρι συγκράτησε τα πόδια μου σταθερά κλειστά ώστε να μην με αφήσει να μετακινηθώ και αφού ήρθε ξανά κοντά μου, με κοίταξε αυστηρά μέσα στα μάτια.
«Άνοιξε το στόμα σου» διέταξε και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά ενώ πάσχιζα με νύχια και με δόντια να μην γελάσω δυνατά καθώς δάγκωνα τα χείλια μου με μανία... «Άνοιξε το είπα» διέταξε πιο αυστηρά και τον προκάλεσα περισσότερο.
«Προσπάθησε να τα ανοίξεις μόνος σου» του είπα ενώ τα σφράγιζα ξανά και έσμιξε τα φρύδια του ενώ ανασήκωνε το ένα του φρύδι και σηκώνοντας το μπουκάλι πιο ψηλά, άρχισε να ραίνει όλο μου το σώμα με την σαμπάνια από τον λαιμό μου μέχρι την φλόγα μου και πάλι πίσω ενώ έσφιγγε τα πόδια μου για να μείνουν κλειστά ώστε να παραμείνει όσο περισσότερη ποσότητα μπορούσε, πάνω ακριβώς στην ένωση των ποδιών μου... Το σώμα μου αμέσως αντέδρασε από την διαφορά της θερμοκρασίας καθώς η κρύα σαμπάνια νότιζε το νυχτηκάκι μου και μια ανατριχίλα με έκανε να αναστενάξω καθώς έκλεινα τα μάτια μου και πριν προλάβω να σφραγίσω ξανά το στόμα μου, εκείνος κλέβοντας την ευκαιρία έβαλε το μπουκάλι ακριβώς πάνω από τα χείλια μου και άφησε την υπόλοιπη σαμπάνια να εισχωρήσει μέσα στο στόμα μου... Την καλωσόρισα με μεγάλη ικανοποίηση και την άφησα να με δροσίσει καθώς όλο μου το κορμί είχε πια καεί σε τέτοιο βαθμό που ένιωθα τα υγρά μου να ανακατεύονται με την σαμπάνια που σιγά, σιγά, άρχισε να υγραίνει και το υπόλοιπο στριγκάκι μου κάνοντας με να θέλω να τον βουτήξω εδώ και τώρα και να του σκίσω όλα του τα ρούχα για να τον νιώσω μέσα μου, αλλά σιγά εκείνος μην μου έκανε την χάρη.
Πετώντας το μπουκάλι στο πάτωμα, έγειρε προς το μέρος μου και παίρνοντας την γλώσσα του από όλα τα σημεία του προσώπου μου που είχαν πασαλειφθεί με την σαμπάνια, άρχισε να την γεύεται ενώ μούγκριζε εκστασιασμένος.
«Μμμμμ... η καλύτερη σαμπάνια στον κόσμο...» μουρμούρισε ενώ κατηφόριζε προς τον λαιμό μου ρουφώντας τον με τέτοιο τρόπο, που όλο μου το κορμί σύγκορμο άρχισε να τρέμει και η ανάσα μου άρχισε να χάνεται... «Τι λες να την ονομάσουμε... “Bella Rose”;» ρώτησε και τον κοίταξα με ένα πεινασμένο βλέμμα, ανίκανη να του απαντήσω ασθμαίνοντας, αλλά εκείνος δεν σταμάτησε εκεί.
Συνεχίζοντας το βασανιστικό του παιχνίδι, άρχισε να ρουφάει και την υπόλοιπη σαμπάνια που είχε νοτίσει το νυχτηκάκι μου, στέλνοντας σε όλο μου το κορμί κύματα φωτιάς ενώ μαζί με το νυχτηκάκι ρούφαγε και το στήθος μου, τραγάνιζε τις σκληρές μου ρόγες και κατηφορίζοντας, με τον τρόπο που γευόταν το υγρό ύφασμα, το έκανε να κολλάει αν είναι δυνατόν περισσότερο απάνω μου κάνοντας με να αναριγήσω... Ήταν τόσο αισθησιακός, τόσο απόλυτα συγκεντρωμένος, τόσο καυτός που δεν έχω ιδέα πως κρατήθηκα για να μην ανασηκώσω το κορμί μου ώστε να το κολλήσω απόλυτα απάνω του για να σταματήσω να πονάω.
Φτάνοντας στο αντικείμενο του πόθου του, άρχισε να πίνει την σαμπάνια που είχε παραμείνει ανάμεσα στα πόδια μου με την γλώσσα του, όχι ότι είχε και πολύ, με έναν τρόπο που με έκανε αμέσως να βογκήξω και ανασηκώνοντας το φρύδι του επιδεικτικά με λοξοκοίταξε ενώ πέρναγε την γλώσσα του πάνω από το εσώρουχο μου για να γευτεί μέχρι και την τελευταία σταγόνα της σαμπάνιας που είχε κατασταλάξει εκεί και από αντίδραση το σώμα μου τεντώθηκε ενώ τα χέρια μου σφίγγανε τα σεντόνια με δύναμη από την ηδονή που ένιωθα μέσα μου και η ικανοποίηση που υπήρχε μέσα στην ματιά του ήταν τόσο μεγάλη... αλλά εκείνος δεν είχε τελειώσει ακόμα μαζί μου.
Ανοίγοντας τα πόδια μου, περνώντας το πόδι που ήταν δίπλα στο σώμα του πάνω από τα πόδια του, έγειρε προς το μέρος μου και κολλώντας τα χείλια του πάνω στο εσώρουχο μου συνέχισε να το ρουφάει ενώ βογκούσε δυνατά, καθώς με κράταγε με τα χέρια του από την μέση μου σταθερή και τότε τα είδα όλα... Η γλώσσα του περίτεχνα γευόταν τους χυμούς μου ενώ πέρναγε κάτω από το λάστιχο, με τα χείλια του να παίζουν πάνω στην δαντέλα χωρίς να την απομακρύνουν από πάνω μου και αυτό με έκανε να εκραγώ περισσότερο.
«Έντουαρντττττ» φώναξα καθώς τέντωνα το σώμα μου... χωρίς ανάσα... μην αντέχοντας άλλο όλο αυτό το βασανιστήριο και εκείνος αρπάζοντας με τα δόντια του την κλειτορίδα μου χωρίς να παραμερίζει το ύφασμα, άρχισε να την τραγανίζει με τέτοιο τρόπο που η επόμενη έκρηξη ήρθε να με αποτελειώσει.
Αγκομαχώντας με το χέρι μου να μπαίνει αυτόματα μέσα στα μαλλιά του, βάζοντας το δεύτερο μου χέρι πάνω στο κεφαλάρι, κόλλησα το σώμα μου πάνω στο πρόσωπο του απόλυτα και καθώς κράτησα την ανάσα μου, ένιωσα όλον μου τον εσωτερικό κόσμο να ξεσπάει με ορμή... Μόλις εκείνος το ένιωσε, δεν άντεξε άλλο και παραμερίζοντας το εσώρουχο μου ενώ βόγκηξε δυνατά, μόλις αντίκρισε το τελείως αποτριχωμένο μουνάκι μου, κόλλησε τα χείλια του απόλυτα πάνω στα κάτω μου χείλια και άρχισε να τα ρουφάει και να τα γεύεται με τέτοια έξαψη που ένιωθα ότι δεν ήθελε και ο ίδιος πολύ για να τελειώσει μαζί μου και αυτό αυτόματα έκανε τον οργασμό μου να με ξεπεράσει βογκώντας δυνατά το όνομα του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου