Είχαν συμβεί τόσα πολλά μέσα σε μια μέρα και ακόμα το 24ώρο δεν είχε τελειώσει... Η υπερένταση και ταραχή που ένιωθα μέσα μου, ακόμα και μέσα στην ζεστή ασφάλεια της αγκαλιάς του, έκαναν αδύνατον να χαλαρώσω έστω και λίγο ώστε να κλείσω τα μάτια μου και αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από εκείνον.
«Τι σκέφτεσαι;» ρώτησε με περιέργεια χωρίς να κουνιέται σπιθαμή.
«Τα πόσα πολλά πράγματα συνέβησαν μέσα σε μια μέρα» απάντησα ειλικρινά και εκείνος κρατώντας για λίγο την ανάσα του την άφησε να βγει από μέσα του ήρεμα και συναίνεσε.
«Μην τα σκέφτεσαι, προσπάθησε να κοιμηθείς» είπε αχρωμάτιστα και αναστέναξα καθώς βόλευα το κεφάλι μου καλύτερα πάνω στο χέρι του και εκείνος αμέσως σταμάτησε πάλι να ανασαίνει ενώ το χέρι του που ήταν πάνω στο σώμα μου σφίχτηκε καθώς άρχισε να τρέμει ανεπαίσθητα... Πρέπει η επήρεια της αναισθητικής να είχε περάσει και ο πόνος του να ήταν αφόρητος αλλά και πάλι εκείνος δεν εξέφραζε κανένα βογκητό πόνου... Ήταν τόσο σκληρό καρύδι.
Αυτόματα χωρίς πραγματικά να θέλω να τον προκαλέσω, τύλιξα το χέρι μου γύρω από το χέρι που ήταν κάτω από το κεφάλι μου και φέρνοντας το κοντά μου άρχισα να το χαϊδεύω παρηγορητικά.
«Σταμάτα επιτέλους να με κανακεύεις και προσπάθησε να κοιμηθείς» είπε εκνευρισμένα και παγώνοντας σταμάτησα την ανάσα μου στην μέση.
«Συγνώμη» μουρμούρισα και μένοντας ακίνητη αυτόματα έβαλα τον αντίχειρα μου μέσα στο στόμα μου και άρχισα να παίζω με μανία με το νύχι μου προσπαθώντας μάταια να το ξεκολλήσω... Ήταν μια συνήθεια που είχα από μικρή... Όταν ήθελα να νιώσω παρηγοριά, έπαιζα με το νύχι του αντίχειρα μου ενώ συνήθως στο τέλος το έτρωγα αλλά αυτά τα ψεύτικα νύχια που μου είχε βάλει η Βι, μου είχαν σπάσει τα νεύρα δεν έλεγαν με τίποτα να ξεκολλήσουν και αυτό με εκνεύριζε αφάνταστα.
«Μπέλα... σταμάτα να τρως τα νύχια σου και κοιμήσου επιτέλους» με επέπληξε το ίδιο εκνευρισμένα με πριν και παίρνοντας μια παραπονιάρικη έκφραση, έβγαλα το χέρι μου από το στόμα μου και έμεινα ακίνητη με τις σκέψεις μου μακριά χωρίς ωστόσο να κλείνω τα μάτια μου.
Γιατί περίμενε να κοιμηθώ πρώτη;... Ήρθε στο μυαλό μου αυτόματα η πρώτη μου απορία και έμεινα για λίγο να το σκέφτομαι.
Ο λόγος που ήθελε να μοιραστεί μαζί μου το κρεβάτι ήταν όντως γιατί δεν ήθελε στον ίδιο χώρο τον Φλικ με την Ρόουζ;... αναρωτήθηκα και αυτόματα το απέρριψα... Μπαααα... για τον Έντουαρτ μιλάμε... Αν πράγματι ήταν γι αυτό, τότε σίγουρα αυτήν την στιγμή θα ήμουν στο γκαράζ να κοιμάμαι μαζί του... Από την άλλη, η Ρόουζ δεν ήταν εδώ, οπότε θα μπορούσα να κοιμηθώ και σε κάποιον καναπέ στο σαλόνι παρέα με τον Φλικ... Οπότε γιατί;... αναρωτήθηκα για άλλη μια φορά και την στιγμή που ασυναίσθητα το δάχτυλο μου χωρίς να το καταλάβω βρέθηκε και πάλι μέσα στο στόμα μου, εκείνος γρήγορα πριν ακόμα αρχίσω να παίζω με το νύχι μου, το τράβηξε απότομα με το ελεύθερο του χέρι και το συγκράτησε μέσα στην παλάμη του για να με αποτρέψει να το ξανακάνω.
Άφησα έναν αναστεναγμό και τα παράτησα... Τι σημασία είχε τι ήθελα εγώ... πάντα στο τέλος το δικό του θα γινόταν... σκέφτηκα.
«Τι σε προβληματίζει;» ρώτησε απαλά και κούνησα αμέσως αρνητικά το κεφάλι μου χωρίς να εξωτερικεύω τις σκέψεις μου με πείσμα... «Μπέλα... σταμάτα να κάνεις σαν πεισματάρικο μωρό και πες το» απαίτησε εκείνος και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει από μέσα μου άτσαλα, του απάντησα με ένα παράπονο.
«Θέλω το χέρι μου πίσω, δεν μπορώ να χαλαρώσω αν δεν παίζω με το νύχι μου» είπα και εκείνος αναστέναξε απηυδισμένος.
«Είναι τρομερά κακή συνήθεια, πρέπει να την κόψεις» είπε επιτακτικά και σμίγοντας τα χείλια μου σε μια ίσια γραμμή σφράγισα στο στόμα μου πριν του πετάξω ότι κατηγόρια είχα μέσα στην σκέψη μου... «Πες το Μπέλα, μην το κρατάς μέσα σου» απαίτησε ξανά και δεν άντεξα άλλο.
«Και οι άντρες όταν πιάνουν τα απ' αυτά τους και κλάνουν σε δημόσιο χώρο είναι μια αηδιαστική και κακιά συνήθεια... αλλά ακόμα και εσύ που υποτίθεται ότι είσαι και καθώς πρέπει, το κάνεις επανειλημμένα» του κάρφωσα και άρχισε να γελάει για λίγο αλλά αμέσως το μετάνιωσε και σφίγγοντας το χέρι μου που κρατούσε, κράτησε την ανάσα του για να ελέγξει τον πόνο που τον διαπέρασε και μόλις κατάφερε να ηρεμήσει τελικά μου άφησε το χέρι μου.
«Προσπάθησε να κοιμηθείς» είπε πάλι επιτακτικά αφήνοντας με να το κάνω με τον τρόπο μου και έμεινα ξέπνοη με άδεια σκέψη να κοιτώ το κενό.
Πραγματικά με αφήνει να το κάνω ενώ ξέρω ότι τον εκνευρίζει;... Τι στο;... Μμμμμ κάτι μου βρομάει εδω πέρα και πρέπει να το ανακαλύψω... Σκέφτηκα και άρχισα να μαζεύω ξανά τις σκέψεις μου αναμασώντας τα όσα είχαν γίνει, μέχρι που εκείνος δεν άντεξε άλλο και ξέσπασε πιο νευριασμένα...
«Θα κοιμηθείς επιτέλους;» ρώτησε και δάγκωσα τα χείλια μου για να μην γελάσω από την επιβεβαίωση που πήρα... Ο λόγος που ήθελε να κοιμηθώ μαζί του δεν ήταν γιατί το είχα ανάγκη εγώ, αλλά γιατί το είχε ανάγκη και ο ίδιος αλλά ήταν πολύ εγωιστής για να το παραδεχτεί... «Το βρίσκεις αστείο;» ρώτησε χωρίς να αλλάζει ύφος και αμέσως σοβάρεψα.
«Όχι... συγνώμη... Θα προσπαθήσω να κοιμηθώ» απάντησα αυτόματα ενώ βολευόμουν καλύτερα πάνω στο χέρι του και εκείνος ξεφύσησε εκνευρισμένα από την μύτη και αυτό έφερε ξανά στο μυαλό μου τον προηγούμενο προβληματισμό μου.
«Έντουαρντ;» ρώτησα δειλά χωρίς να είμαι ικανή να το συγκρατήσω άλλο.
«Μμμμμ;» απάντησε μέσα από τα δόντια του και λίγο ήθελε να γελάσω πάλι, αλλά δεν το έκανα.
«Γιατί νευρίασες πριν;» τον ρώτησα και κράτησε για λίγο την ανάσα του ενώ άκουγα τον εκνευριστικό ήχο που κάνανε τα δόντια του όταν τα έτριζε.
«Από όλα όσα συνέβησαν, αυτό σε προβλημάτισε περισσότερο;...» ρώτησε περισσότερο τον εαυτό του και καθώς έκλεινα τα μάτια μου ηττημένα από την απογοήτευση, εκεί που δεν το περίμενα, εκείνος συνέχισε... «Γιατί όταν λες ή κάνεις τέτοια πράγματα, μου θυμίζεις τόσο πολύ εκείνην... Ήταν τόσο ηλίθια που σπατάλησε τα νιάτα της και την ομορφιά της για να μεγαλώσει μακριά από το μίσος του, τον αχάριστο τον γιό της, χωρίς να ζητήσει ποτέ τίποτα για αντάλλαγμα... και το ευχαριστώ;... Μία μόνο φορά ζήτησε να μείνω μαζί της, γιατί εκείνη ένιωθε το τέλος της να πλησιάζει και αντί να το σεβαστώ σηκώθηκα και έφυγα για να μην χάσω τους αγώνες μου, αφήνοντας την μόνη να πεθάνει μέσα στο ψυχρό και άδειο δωμάτιο της...» είπε με κρύα και ψυχρή φωνή που με έκανε να ανατριχιάσω ολόκληρη από τον πόνο που ένιωσα μέσα του... «Μην κάνεις το ίδιος λάθος με εκείνην Μπέλα...» συνέχισε πιο ήρεμα και πήρα μια κοφτή ανάσα... «Μην κολλήσεις σε αυτήν την σαπίλα περιμένοντας κάποια στιγμή να σου το ανταποδώσω γιατί αυτό δεν πρόκειται να γίνει ποτέ... Δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξω... Αυτό ήμουν, είμαι και θα είμαι πάντα... Ένα σιχαμερό σαδιστικό καθίκι που το μόνο που ξέρει να κάνει είναι να απαιτεί για περισσότερα...» έκανε μια παύση και παίρνοντας μια πιο απαλή ανάσα ασυναίσθητα άρχισε να με παρηγορεί τρίβοντας το μπράτσο μου... «Μην αφήσεις τον εαυτό σου να παρασυρθεί από λάθος συμπεράσματα Μπέλα, δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει τίποτα, γιατί ποτέ δεν πρόκειται να αλλάξω εγώ... Βρες αυτό που αναζητά η καρδιά σου, άρπαξε τον από τα μαλλιά και σήκω και φύγε μακριά από όλη αυτήν την σαπίλα... Δεν θα μπω ποτέ εμπόδιο στην ευτυχία σου... Δεν θα σε σταματήσω... Γιατί αξίζεις πολλά και εγώ δεν πρόκειται να σου τα προσφέρω ποτέ» είπε τελικά και σταματώντας την ανάσα μου στην μέση σοκαρισμένη χωρίς να είμαι ικανή να κάνω μια λογική σκέψη πάνω σε αυτό που μόλις είχα ακούσει.
«Ο πατέρας σου...» εξέφρασα δυνατά την απορία μου ξέπνοα αλλά εκείνος απάντησε πριν καν ολοκληρώσω την φράση μου.
«Πολύ πιθανόν, αλλά δεν μπορώ να σου το πω με σιγουριά... Βλέπεις ήμουν πολύ μικρός για να θυμάμαι τον πραγματικό λόγο που την έκανε να με πάρει μακριά του για να με προστατέψει και εκείνη δεν μου τον είπε ποτέ» είπε με μια δόση πικρίας και χωρίς να το θέλω αναστέναξα.
«Τώρα μπερδεύτηκα περισσότερο» είπα αυτόματα την σκέψη μου και εκείνος αυτόματα με το χέρι που του κράταγα, με κόλλησε απόλυτα απάνω του απαλά καθώς με το ελεύθερο του χέρι άρχισε να μου χαϊδεύει τα μαλλιά τόσο τρυφερά, ακριβώς όπως θα έκανε ένας πατέρας στο παιδί του για να το καθησυχάσει... ενώ ταυτόχρονα άφησε ένα απαλό φιλί πάνω στην κορυφή του κεφαλιού μου και αυτό έκανε την καρδιά μου να σπάσει σε χίλια κομμάτια... Αντί να τον παρηγορώ εγώ, με παρηγορεί εκείνος;
«Δεν βίωσα ποτέ την βία Μπέλα, όπως είμαι σίγουρος ότι έχεις βάλει με το μυαλό σου» είπε απαλά ακουμπώντας το κεφάλι του πάνω στο δικό μου... «Μεγάλωσα με την μητέρα μου η οποία δεν με ακούμπησε ποτέ» συνέχισε με μια τραχιά φωνή δηλώνοντας μου ότι αυτό δεν της το συγχώρεσε ποτέ.
«Δεν καταλαβαίνω γιατί τον μισείς τόσο πολύ» εξέφρασα την απορία μου και εκείνος άφησε ένα γελάκι να του ξεφύγει.
«Ήμουν 2-3 χρονών όταν με πήρε μακριά του για να μην μεγαλώσω με την οργή του... Εκείνη για να τα βγάλουμε πέρα, δούλευε καθαρίστρια σε ξενοδοχεία και με έκρυβε μέσα στο δωμάτιο που της παρείχαν, κρυφά από τ’ αφεντικά της... Μέχρι τα δέκα μου που εκείνος αποφάσισε να ψοφήσει και να μας αφήσει στην ησυχία μας, έμενα όλη μέρα κλεισμένος μέσα στα δωμάτια των ξενοδοχείων που αλλάζαμε σαν τα πουκάμισα εξαιτίας μου, γιατί το τερατάκι δεν άντεχε να μείνει στιγμή σιωπηλός παρόλες τις παρακλήσεις της» είπε ενώ χαμογελούσε αλλά δεν με ξεγέλασε καθόλου, ένιωθε πάρα πολύ άσχημα γι αυτό.
«Έντουαρντ ήταν λογικό να μην μπορείς να μείνεις στιγμή ήσυχος...» είπα με παράπονο την άποψη μου και εκείνος αναστέναξε απηυδισμένα... «Ήσουν σαν αφηνιασμένο λιοντάρι στο κλουβί... Αντί να είσαι με άλλα παιδιά της ηλικίας σου να παίζεις και να εξωτερικεύεις όλη την ενέργεια σου, εσύ έπρεπε να την καταπνίγεις... Πως είναι δυνατόν αυτό να μην σε έκανε νευρικό;» ρώτησα αγνοώντας την προηγούμενη του αντίδραση και ξαφνιάζοντας με εκείνος χαμογέλασε απαλά ενώ η ανάσα του γαργάλησε το αυτί μου και αυτόματα με έκανε να αναριγήσω χωρίς να είμαι ικανή να το συγκρατήσω... «Που είναι το αστείο;» ρώτησα και εκείνος αμέσως σοβάρεψε και πήρε μια πιο ήρεμη ανάσα.
«Ακριβώς το ίδιο έλεγε και εκείνη κάθε φορά που την ρώταγα με απορία, γιατί δεν είναι νευριασμένη μαζί μου» είπε και αυθόρμητα χαμογέλασα και εγώ.
«Αλλά δεν της το συγχωρείς που δεν σε μάλωνε» είπα την προηγούμενη διαπίστωση μου και αυτόματα κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
«Αν μου έδινε καμιά σφαλιάρα που και που όπως μου άξιζε, ίσως και να έστρωνα» απάντησε αυτόματα με την δική του λογική και αναστέναξα απηυδισμένα.
«Έντουαρντ, η βία το μόνο που καταφέρνει είναι να φέρνει βία...» του είπα και την στιγμή που πήγε να διαφωνήσει συνέχισα σταματώντας τον... «Είχες ήδη συσσωρεύσει τόσο οργή και αγανάκτηση μέσα σου, που αν πράγματι σε βάραγε που και που, για να σε συνετίσει όπως λες, τι ακριβώς θα κατάφερνε;... Θες να σου απαντήσω εγώ;» τον ρώτησα και έμεινες σιωπηλός από περιέργεια και μόνο για να συνεχίσω χωρίς να με διακόπτει... «Αν χρησιμοποιούσε βία Έντουαρντ, το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να σε κάνει χειρότερο, γιατί θα διπλασίαζε την αδικία που ένιωθες μέσα σου»
«Έχεις κάνει και ψυχολογία;» ρώτησε σχεδόν κοροϊδευτικά για να με πικάρει ώστε να μην εκφράσει την διαφωνία του ανοιχτά από εγωισμό και μόνο και ανασήκωσα τους ώμους μου.
«Ήταν στα υποχρεωτικά μαθήματα που έπρεπε να παρακολουθήσω, αλλά δεν χρειάζεται να έχεις κάνει ψυχολογία για να κάνεις αυτήν την διαπίστωση» του γύρισα πίσω το σχόλιο του και έμεινε για λίγο σιωπηλός με τις σκέψεις του μακριά, παλεύοντας με τον εγωισμό του ώστε να μην έρθει ξανά σε αντιπαράθεση μαζί μου.
«Ο λόγος που τον μισώ τόσο πολύ, είναι γιατί όσο ζούσε δεν σταμάτησε να μας ψάχνει και κάθε φορά που την πετύχαινε εκείνη γύριζε πίσω γεμάτη μώλωπες από τα χτυπήματα του... Ο λόγος που δεν την συγχώρεσα ποτέ μου είναι γιατί ότι και να της κάναμε, είχε πάντα μια δικαιολογία για όλα... Δεν μας κράτησες ποτέ της κακία, δεν θύμωσε ποτέ, όσο σκληρά και να της φερθήκαμε... Πάντα μας κατανοούσε, πάντα μας συγχωρούσε και σβήνοντας ότι και να κάναμε, ξεκίναγε με περισσότερο πείσμα από την αρχή... Μην κάνεις τα ίδια λάθη με εκείνην Μπέλα, κανείς δεν θα σου πει ευχαριστώ και η μόνη ζημιωμένη θα είσαι πάντα εσύ... Πάντα να κοιτάς πρώτα την Μπέλα και μετά όλους τους άλλους και περισσότερο αυτούς που το αξίζουν και όχι όσους σου δείχνουν έστω και ένα ψίχουλο καλοσύνης» είπε τελικά και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την άφησα να βγει αργά από μέσα μου για να συγκρατήσω τον εαυτό μου ώστε να μην του απαντήσω πάνω σε αυτό.
«Πως ήταν εξωτερικά;» ρώτησα τελικά με περιέργεια την στιγμή που ένιωθα το κεφάλι του να βαραίνει πάνω στο δικό μου... Η εξάντληση τον είχε καταβάλει και ήμουν σίγουρη ότι δεν θα αργούσε να πέσει στον λήθαργο.
«Ήταν σαν άγγελος...» ψιθύρισε με βαθιά φωνή από συγκίνηση μέσα στο αυτί μου, με την πιο βελούδινη φωνή που τον είχα ακούσει ποτέ να μου μιλάει και αμέσως ένιωσα όλο μου το κορμί να μυρμηγκιάζει... «Μοιάζαμε σαν δύο σταγόνες νερό, αλλά δυστυχώς εγώ πήρα μόνο την ομορφιά της και όχι το μεγαλείο της ψυχής της» συμπλήρωσε με τον ίδιο πάθος στην φωνή του και αφήνοντας το κεφάλι του να γλιστρήσει πίσω στο μαξιλάρι δεν ξαναμίλησε.
Δεν είχα καταλάβει πια στιγμή με είχε πάρει ο ύπνος, αλλά μόλις ένιωσα έντονη την αίσθηση ότι θέλω να πάω στην τουαλέτα ξαφνικά άνοιξα τα μάτια μου απότομα και κοιτάζοντας γύρω μου προσπάθησα να συνειδητοποιήσω που είμαι... Μόλις η ματιά μου έπεσε απάνω του και τον είδα να με κοιτάει με ορθάνοιχτα μάτια ανέκφραστος, δεν έχω ιδέα πως συγκρατήθηκα για να μην ουρλιάξω από το ξάφνιασμα... Έτσι όπως με κοιτούσε με κομμένη την ανάσα σε συνδυασμό το χλωμό του πρόσωπο, για μια στιγμή νόμιζα ότι είχε πεθάνει αλλά πριν προλάβω να κάνω μια οποιαδήποτε κίνηση εκείνος πήρε τον λόγο πρώτος και με έκανε να πάρω μια ανακουφιστική ανάσα.
«Έχεις ξυπνήσει;» ρώτησε και κοιτάζοντας τον με απορία κατένευσα χωρίς να είμαι ικανή να καταλάβω γιατί μου έκανε αυτήν την ερώτηση.
«Θέλω να πάω τουαλέτα» είπα απολογητικά και αφήνοντας την ανάσα του να βγει ήρεμα από μέσα του άνοιξε τα χέρια του που ήταν ασφυκτικά κλειδωμένα γύρω μου και με άφησε να φύγω ενώ έκλεινε ξανά τα μάτια του για να συνεχίσει τον ύπνο του χωρίς να πει τίποτα άλλο.
Τι έκανα πάλι όσο κοιμόμουν;... αναρωτήθηκα καθώς τον κοίταξα την στιγμή που σηκώθηκα, αλλά δεν έκατσα άλλο να το επεξεργαστώ γιατί αν δεν έφευγα τώρα, δεν θα κατάφερνα να κρατήσω άλλο την φυσική μου ανάγκη και τρέχοντας μπήκα στο μπάνιο και κλείστηκα μέσα.
Βγαίνοντας από την τουαλέτα, είχα χάσει πια τον ύπνο μου και παίρνοντας τον δρόμο προς τον κάτω όροφο πήγα προς την κουζίνα, χωρίς πραγματικά να ρίξω μια ματιά στο υπόλοιπο σπίτι... Μέσα σε τόσο μικρό διάστημα είχαν συμβεί τόσα πολλά που το τελευταίο πράγμα που με απασχολούσε αυτήν την στιγμή ήταν να δω το γούστο της Ρόουζ που είχα την ελπίδα να μην είχε γυρίσει ακόμα... ή έστω να γυρίσει αφού ο Έντουαρντ ξυπνούσε.
Μπαίνοντας μέσα στην κουζίνα η κοιλιά μου αμέσως διαμαρτυρήθηκε υπενθυμίζοντας μου ότι δεν έχω βάλει τίποτα στο στόμα μου από το πρωί, αλλά ήμουν τόσο κουρασμένη ψυχικά που δεν είχα όρεξη να ικανοποιήσω αυτήν μου την επιθυμία... Αφού πλησίασα τον νεροχύτη, βρίσκοντας ένα καθαρό ποτήρι το πήρα στα χέρια μου, το γέμισα με νερό και έκατσα σε μια καρέκλα στο τραπέζι της κουζίνας, μαζεύοντας τα πόδια μου κοντά στο σώμα μου ενώ βάζοντας το σαγόνι μου να ακουμπήσει πάνω στα γόνατα μου κάρφωσα την ματιά μου στο γεμάτο πακέτο με τα τσιγάρα που ήταν μπροστά μου τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από τα πόδια μου.
Με προκαλούσαν τόσο πολύ που δεν είχα ιδέα τι να κάνω... Ένιωθα μια ακαταμάχητη επιθυμία να ανάψω ένα αλλά γνωρίζοντας ακριβώς ποιες θα ήταν οι αντιδράσεις του, για λίγο έμεινα αναποφάσιστη.
Κλείνοντας τα μάτια μου για να μην τα κοιτώ, το μυαλό μου άρχισε να αναμασά όλα όσα είχαν διαδραματιστεί από την στιγμή που γύρισα κοντά του και καθώς οι σκέψεις μου φτάνανε στην τελευταία μας κουβέντα τότε δεν άντεξα άλλο και απλώνοντας τα χέρια μου μπροστά, πήρα ένα τσιγάρο από το πακέτο και το άναψα ενώ κρατώντας την πρώτη τζούρα μέσα μου έκλεισα τα μάτια μου και πάλεψα πολύ σκληρά να κατευνάσω όλα τα συναισθήματα που μου είχαν δημιουργήσει τα λόγια του.
«Αν σε δει κακομοίρα μου, θα σε κάνει με τα κρεμμυδάκια» άκουσα την φωνή της Ρόουζ κοντά μου και ανοίγοντας τα μάτια μου έβγαλα τον καπνό από μέσα μου και την κοίταξα εχθρικά.
«Γιατί δεν τρέχεις τότε να του το πεις... Είμαι σίγουρη ότι αυτό θες και εσύ, να φύγω από την μέση για να τον έχεις και πάλι δικό σου» της πέταξα πίσω πικρόχολα με όλο το δηλητήριο που ανέβλυζε από μέσα μου και καθώς την κοίταξα ανέκφραστα πήρα άλλη μια γερή ρουφηξιά από το τσιγάρο και την προκάλεσα με την ματιά μου.
«Αν συνεχίσεις με αυτά τα μυαλά, δεν σε βλέπω να επιζείς για πολύ ακόμα» μου γύρισε πίσω και ξεφύσησα από την μύτη αφήνοντας ένα ειρωνικό γελάκι.
«Άλλο που δεν θες» της απάντησα και σβήνοντας το τσιγάρο, ήπια το υπόλοιπο νερό που είχε μέσα στο ποτήρι και έκανα την κίνηση να σηκωθώ για να γυρίσω στο δωμάτιο που ήταν ο Έντουαρντ για να μην την βλέπω μπροστά μου... Με αηδίαζε τόσο πολύ.
«Για να σου πω αυθάδικο πλάσμα...» είπε εκείνη νευριασμένα καθώς πέρναγα από δίπλα της και πιάνοντας με από το μπράτσο με μια γρήγορη κίνηση με κάρφωσε πάνω στον τοίχο για να με τρομάξει και καλά... Εγώ όμως ήμουν ήδη πολύ μακριά για να τρομάξω με αυτήν της την πράξη και κοιτώντας την απαξιωτικά την άφησα να συνεχίσει χωρίς να φέρνω αντίσταση... «Δεν θα μου μιλάς εμένα έτσι και μετά θα σηκώνεσαι να φεύγεις... Το κατάλαβες;»
«Τελείωσες;» ρώτησα βαριεστημένα και αυτό την έκανε να εξοστρακιστεί τελείως.
«Ποια νομίζεις ότι είσαι;... Έχεις ιδέα με ποιους τα βάζεις;... Έχεις ιδέα τις επιπτώσεις των πράξεων σου;» ρώτησε με τα μάτια της να πετάνε σπίθες και αναστέναξα κουρασμένα, καθώς πραγματικά είχα βαρεθεί να ακούω τα ίδια και τα ίδια... Τι σκατά την ίδια κασέτα έχουν;
«Ρόουζ, ειλικρινά δεν θέλω να προκαλέσω το μένος σου πρόωρα αλλά έχω κουραστεί πάρα πολύ με όλα αυτά... Μπορείς σε παρακαλώ να με αφήσεις, πριν πάρει ο Έντουαρντ είδηση τι γίνεται εδώ και έχουμε νέο ξέσπασμα νεύρων;»
«Ναι και τώρα φοβήθηκα» γύρισε πίσω εκείνη ειρωνικά.
«Δεν έχω την όρεξη σας Ρόουζ... Βαρέθηκα τις φαγωμάρες σας... Σε παρακαλώ» έκανα μια απελπισμένη προσπάθεια που όπως και περίμενα πήγε στον βρόντο.
«Τι θα μου δώσεις για αντάλλαγμα» προκάλεσε εκείνη με ένα σατανικό βλέμμα και πάγωσα για μια στιγμή.
«Ξέχνα το» είπα κατηγορηματικά ενώ αυτόματα έκανα την κίνηση να την ξεκολλήσω από πάνω μου αλλά εκείνη έχοντας το προβάδισμα, με κάρφωσε ξανά στον τοίχο ενώ πλησίαζε το πρόσωπο της απειλητικά προς το δικό μου... «Ρόουζ ξεκόλλα» είπα με περισσότερο πείσμα ενώ έβαζα τα χέρια μου πάνω στο στερνό της για να την εμποδίσω να με πλησιάσει αλλά εκείνη δεν μάσησε μια.
Κολλώντας τα χείλια της πάνω στα δικά μου βίαια, άρχισε να τα τρίβει με έναν αηδιαστικό τρόπο προσπαθώντας να τα κάνει να ανοίξουν και τότε το μυαλό μου θόλωσε... Ήξερα τι έπρεπε να κάνω για να την ξεκολλήσω από πάνω μου, αλλά αυτό που δεν ήξερα ήταν οι δικές της αντιδράσεις πάνω σε αυτό, αλλά πολύ χειρότερα στην μια και μόνο περίπτωση ότι ο Έντουαρντ θα μπορούσε να αντιληφθεί το τι γίνεται εδώ, με έκανε αυτόματα να φοβηθώ για την ίδια της την ζωή... Θα μπορούσε εκείνος να διαλύσει τα πάντα προκειμένου να εκπληρώσει την απειλή του;... Θα μπορούσε πράγματι να την σκοτώσει μόνο και μόνο γιατί τόλμησε να με αγγίξει ξανά;... Πως μπορώ να αποτρέψω κάτι τέτοιο και ταυτόχρονα να καταφέρω να την πείσω να με αφήσει στην ησυχία μου;... Ήταν οι σκέψεις μου καθώς πάλευα με όποιον τρόπο μπορούσα να την ξεκολλήσω από πάνω μου ενώ ταυτόχρονα κρατούσα με όλο μου το πείσμα το στόμα μου σφραγισμένο για να μην της κάνω την χάρη να πάρει αυτό που ήθελε, μέχρι την στιγμή που ο Φλικ έκανε την εμφάνιση του και με ένα απειλητικό γάβγισμα που έκανε μέχρι και εμένα να ανατριχιάσω, έπεσε απάνω στην Ρόουζ και ξεκολλώντας την από πάνω μου, με ένα σάλτο έπεσε απάνω της για να την κατασπαράξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου