Τα μάτια του πετάγανε σπίθες αλλά ο ίδιος δεν έλεγε τίποτα... Μαζεύοντας κάθε σκέψη και συναίσθημα που είχαν συσσωρευτεί μέσα του, έκατσε ξανά στο σκαμπό που ήταν πίσω μου αφήνοντας την ανάσα του να βγει βεβιασμένα από μέσα του... Ένιωσα εκείνην την στιγμή ότι τα πόδια του δεν τον βαστάγανε άλλο όρθιο, ότι είχε ξεπεράσει κάθε προσωπικό του όριο και θέλοντας να μην τον προκαλέσω άλλο έμεινα σιωπηλή αποφεύγοντας ακόμα και την ματιά του.
Τα χέρια του γρήγορα με απαλλάσσανε από τα υπόλοιπα ρούχα μου και εγώ δεν ήξερα τι να κάνω... Τι έχει μέσα στο μυαλό του;... Τι πρέπει να κάνω τώρα;... Πως πρέπει να αντιδράσω;... Αναρωτιόμουν μέσα μου, μέχρι που η φωνή του έσπασε ξανά την σύντομη σιωπή που υπήρχε μεταξύ μας.
«Στο ντουλάπι που είναι μπροστά σου έχει ξεβαφτηκο, πάρτο και καθάρισε όλες τις αηδίες που έχεις απάνω σου» είπε με ένα σκληρό αλλά συγκρατημένο τόνο και χωρίς να φέρω αντίρρηση, υπάκουσα σιωπηλά.
Μέχρι να απλώσω το σαπούνι πάνω στο πρόσωπο μου, εκείνος είχε ήδη περιποιηθεί την πληγή μου και την είχε κλείσει τόσο απαλά που δεν είχα πονέσει καθόλου... Αλλάζοντας το νερό και προσθέτοντας ξανά αντισηπτικό, ετοίμασε ξανά το λεκανάκι κάνοντας με να σταματήσω για λίγο... Αφήνοντας με να συνεχίσω, εκείνος άρχισε να καθαρίζει και το υπόλοιπο μου σώμα από τα ξεραμένα και τα νωπά αίματα που είχαν μείνει πάνω στο κορμί μου.
Φτάνοντας στην ευαίσθητη μου περιοχή ακριβώς την στιγμή που ξέβγαζα ξανά το σαπούνι από το πρόσωπο μου, τελείως ασυναίσθητα για λίγο πάγωσα και αυτό δεν διέφυγε της προσοχής του... Παραπλανώντας με, καθάρισε ξανά το σφουγγάρι του, δίνοντας μου χρόνο να συνεχίσω και ακριβώς την στιγμή που έριχνα ξανά νερό πάνω στο πρόσωπο μου, χωρίς καμία προειδοποίηση, έχωσε το ένα του δάχτυλο μέσα μου... Πριν προλάβω να το συγκρατήσω, ένας λυγμός ξεπήδησε από τα χείλια μου μόλις η αίσθηση αυτή αυτόματα με έκανε να θυμηθώ τα γλοιώδη δάχτυλα του Χάντερ να με βεβηλώνουν και εκείνος βγάζοντας το δάχτυλο του γρήγορα από μέσα μου ξαφνικά μεταμορφώθηκε στο τέρας που γνώριζα πολύ καλά, βρίζοντας ασύστολα.
«Τον παλιό πούστη... Τόλμησε να σε αγγίξει;» είπε τελικά και γυρίζοντας όλο μου το σώμα προς το μέρος του βάζοντας τα χέρια μου πάνω στο μπάγκο έμεινα ξέπνοη να κοιτώ τις προθέσεις του.
Κάνοντας την κίνηση να σηκωθεί απότομα για λίγο ζαλίστηκε και πιάνοντας τον μπάγκο έκατσε ξανά στο σκαμπό... Αρπάζοντας την ευκαιρία που μου δόθηκε από αυτήν του την αδυναμία, φοβούμενη ότι θα ήταν ικανός να σηκωθεί για να πάει να τον βρει, πέρασα τα πόδια μου πάνω από τα δικά του και μόλις έκατσα απάνω του τύλιξα τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του, ελπίζοντας αυτό να είναι αρκετό για να τον σταματήσει.
«Μπέλα φύγε από πάνω μου» απαίτησε μέσα από τα δόντια του και επιβεβαιώνοντας ότι ο σκοπός του είναι να πάει πίσω και όχι να με κάνει να το πληρώσω που τον άφησα να με αγγίξει, πήρα κατευθείαν την δύναμη που χρειαζόμουν και έσφιξα τα χέρια μου πιο σφιχτά γύρω του.
«Σε παρακαλώ... σε παρακαλώ... μην το κάνεις... μην πας... μην με αφήνεις μόνη» παρακάλαγα μιλώντας ακατάπαυστα και τα χέρια του πάνω στο κορμί μου χωρίς να ελέγχει την δύναμη του σφίχτηκαν περισσότερο κάνοντας με να βογκήξω από τον πόνο.
«Πως τολμάς να μου λες τι να κάνω και τι όχι;» ξέσπασε όλο του τον εγωισμό ενώ ακόμα προσπαθούσε να με ξεκολλήσει από πάνω του αλλά εγώ δεν θα τον άφηνα αμαχητί.
«Δεν σου λέω τι να κάνεις... Αν αυτό είναι που πρέπει να κάνεις, αν αυτό είναι που θες να κάνεις, μπορείς να το κάνεις αύριο... ή μεθαύριο... μια οποιαδήποτε άλλη μέρα... Σε παρακαλώ όχι σήμερα, όχι τώρα... Είσαι μεθυσμένος, έχεις χάσει τόσο αίμα, είσαι αδύναμος και το μυαλό σου είναι τυφλωμένο από οργή... Μην πας τώρα σε παρακαλώ, δεν θέλω να χάσω και εσένα» είπα γρήγορα προσπαθώντας να τον μεταπείσω και αυτό για λίγο τον πάγωσε και σταμάτησα να αναπνέω ενώ δειλά σηκώνοντας το κεφάλι μου, τον κοίταξα στα μάτια.
Δεν έχω ιδέα τι σκεφτόταν, δεν έχω ιδέα τι αισθανόταν αλλά η σιωπή του με έκανε να πάρω μια ανάσα για να προσπαθήσω ξανά.
«Σε παρακαλώ Έντουαρτ... Όχι σήμερα» παρακάλεσα κοιτώντας τον πληγωμένα και τρίζοντας τα δόντια του έμεινε αναποφάσιστος.
Χωρίς να υπολογίσω τις κινήσεις μου, με την αναστροφή του χεριού μου, άγγιξα απαλά το πρόσωπο του και αυτόματα έκλεισε τα μάτια του σταματώντας την ανάσα του.
«Γιατί το κάνεις αυτό;... Δεν το καταλαβαίνεις ότι έτσι με κάνεις χειρότερα;» ρώτησε και πήρα μια τρεμάμενη ανάσα ενώ κατέβαζα το χέρι μου, με την καρδιά μου να χτυπά άρρυθμα από τον πόνο που με διαπέρασε.
«Δεν θέλω να χάσεις την ζωή σου εξαιτίας μου» είπα πνιγμένα ενώ χαμήλωνα το κεφάλι μου και δεν συνειδητοποίησα αμέσως ότι εκείνος είχε ανοίξει τα μάτια του και με κοίταζε.
Με το δεξί του χέρι να με συγκρατεί από την μέση και το αριστερό από τον αυχένα, με έγειρε απότομα προς τα πίσω ενώ βάζοντας τον αγκώνα του να ακουμπήσει πάνω στον μπάγκο του νιπτήρα, με ανάγκασε να τον κοιτάξω καθώς ένιωθα τα χέρια του να με σφίγγουν τόσο πολύ σε σημείο να με κάνουν να σαστίσω από τον πόνο... Αυτόματα τα χέρια μου βρέθηκαν πάνω στα μπράτσα του αμυντικά ενώ τον κοίταζα με πόνο και απόγνωση στα μάτια χωρίς να είμαι ικανή να καταλάβω τις προθέσεις του.
«Είναι νεκρός...» σίριξε μέσα από τα δόντια του κοιτώντας με, με την γνωστή πια σε μένα δολοφονική του ματιά ενώ τα χέρια του ασυναίσθητα έσφιγγαν περισσότερο το κορμί μου και αυτόματα τα μάτια μου άρχισαν να δακρύζουν από τον πόνο που μου προκαλούσαν ενώ τα χέρια μου έσφιγγαν τα μπράτσα του... «Όποιος τολμήσει να αγγίξει ξανά αυτό το κορμί είναι νεκρός...» συνέχισε χωρίς να αλλάζει ύφος ενώ ανάσανε γρήγορα και χωρίς να ξέρω τι άλλο να κάνω κατένευσα μηχανικά... «Είναι μόνο δικό μου... Μόνο... δικό μου» έλεγε με έναν κτητικό τόνο που σε άλλη περίπτωση αυτό θα με έκανε να στριφογυρίσω τα μάτια μου απηυδισμένα, αλλά όχι τώρα... Τώρα το μόνο που μπορούσα να νιώσω ήταν όλη του την απελπισία να αντικατοπτρίζεται μέσα από όλες τις κινήσεις του και δεν μπορούσα παρά να τον καθησυχάσω.
«Μόνο δικό σου» επιβεβαίωσα με κόπο καθώς ένιωθα το στόμα μου να ξεραίνεται και την καρδιά μου να χτυπά σε ξέφρενους ρυθμούς.
Κλείνοντας τα μάτια του σφιχτά, κράτησε την ανάσα του και παραμένοντας σαν άγαλμα ακίνητος ένιωσα σταδιακά τα χέρια του να ξεσφίγγουν αλλά δεν με άφηνε να κουνηθώ σπιθαμή από την θέση μου.
«Διάολε... σε θέλω τόσο πολύ» είπε περισσότερο απευθυνόμενος στον ίδιο του τον εαυτό παρά σε μένα, κάτω από την ανάσα του και η καρδιά μου έγινε χίλια κομμάτια... Μέσα από αυτές τις λέξεις, ένιωσα όλη του την ανάγκη να με νιώσει που έκανε αδύνατον να αντισταθώ στο θέλημα του, τόσο πολύ που άρχισα να αναρωτιέμαι... Τελικά πόσο μαζόχα παίζει να είμαι;.
Τα χέρια μου με δική τους πρωτοβουλία, ακούμπησαν πάνω στην πετσέτα που ήταν ακόμα τυλιγμένη γύρω του αλλά πριν προλάβω να την ανοίξω, το χέρι του που με συγκρατούσε από την μέση, με σταμάτησε.
«Μπέλα...» είπε επιτακτικά μέσα από τα δόντια του, με τα μηλίγγια του να πάλλονται σαν τρελά... «Όχι...» διέταξε και τον κοίταξα μπερδεμένη χωρίς να καταλαβαίνω αλλά εκείνος έχοντας ακόμα τα μάτια του κλειστά δεν μπορούσε να διακρίνει την απορία στο πρόσωπο μου... Πριν προλάβω να εκφράσω την απορία μου δυνατά... συνέχισε... «Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να συγκρατήσω τον εαυτό μου...» είπε και παίρνοντας άλλη μια βαθιά ανάσα την κράτησε ενώ παρέμενε στην ίδια θέση με τα μάτια κλειστά... «Δεν θέλω να σε πονέσω περισσότερο» διευκρίνισε και αμέσως κατάλαβα την διαφορά.
Πράγματι δεν του άρεσε η βία στην σεξουαλική πράξη αλλά ο Έντουαρτ ήταν ένα οξύθυμο πλάσμα που είχε τα όρια του... Αν τον έκανες να τα ξεπερνά, τότε δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα άγρια ένστικτα του ακόμα και όταν τον έκαναν μετά να μην νιώθει καλά με τις πράξεις του... Όχι ότι αυτό έφτανε για να τον κάνει να μετανιώσει αλλά έφτανε για να τον κάνει να μην το ευχαριστιέται ή ίσως και κάτι παραπάνω από αυτό... Γι αυτό και ένιωθε τόσο άσχημα εκείνο το βράδυ με την Ρόουζ και το κοριτσάκι που είχε φέρει μαζί της, που μπορεί να μην ήταν ανήλικο αλλά δεν παύει να μην ήταν και κανένα έμπειρο κορίτσι που ήταν μέσα στα κόλπα τους... Γι αυτό και βρήκε την δύναμη να σταματήσει με την κοπέλα που είχε φέρει την επόμενη μέρα σπίτι του, γι αυτό και πάντα έβρισκε την δύναμη να βάζει εμένα, πάνω από το ίδιο του το πάθος, πάνω από το ίδιο του τον εγωισμό.
Τα χέρια μου αυτόματα βρέθηκαν πάνω στο πρόσωπο του και συγκρατώντας τον, άρχισα απαλά να χαϊδεύω της σακούλες που ήταν κάτω από τα μάτια του με τους αντίχειρες μου και αυτόματα άνοιξε τα μάτια του κοιτώντας με εξονυχιστικά ανέκφραστος.
«Σου έχω εμπιστοσύνη... Ξέρω ότι μπορείς να συγκρατηθείς» του είπα με ειλικρίνεια εννοώντας κάθε λέξη ξεχωριστά και εκείνος έσμιξε τα φρύδια του με απορία χωρίς να είναι ικανός να πιστέψει τι είχα πει μόλις.
«Γιατί;» ρώτησε εύλογα και χαμογέλασα με ένα θλιμμένο χαμόγελο ενώ αυθόρμητα συνέχισα να του χαϊδεύω το πρόσωπο με το πιο απαλό μου άγγιγμα.
«Γιατί είσαι ο μόνος που δεν με κορόιδεψε ποτέ... Είσαι ο μόνος που μου λες την αλήθεια κατάμουτρα, ακόμα και αν αυτή πονάει... Είσαι ο μόνος που δεν με αφήνεις στο σκοτάδι, που με κάνεις να ξυπνώ από τον λήθαργο που μου ανοίγεις τα μάτια και ταυτόχρονα με δέχεσαι γι αυτό που είμαι και όχι για κάτι που εσύ θα ήθελες να είμαι και είναι το μόνο που ζητώ και χρειάζομαι...» έμεινε αναποφάσιστος να με κοιτάει βαθιά μέσα στα μάτια, με τις κόρες των ματιών του να πηγαίνουν αριστερά και δεξιά σαν να με διάβαζαν... «Σου έχω εμπιστοσύνη... Ξέρω ότι δεν θες να μου κάνεις κακό» επανέλαβα.
Πριν συνειδητοποιήσω καλά καλά τις κινήσεις του, εκείνος παραμερίζοντας την πετσέτα από μπροστά του ακούμπησε τον ερεθισμό του στην είσοδο μου και βάζοντας ξανά το χέρι του πάνω στην μέση μου, με μια κίνηση με γέμισε ως τα βάθη της ύπαρξης μου αφήνοντας με ξέπνοη από τον πόνο.
«Σς...σς...σς... δεν θα σου κάνω κακό...» έλεγε την στιγμή που στα αυτιά μου έφταναν ταυτόχρονα οι λυγμοί μου... «Δεν θα σου κάνω κακό» επαναλάμβανε περισσότερο για να πείσει τον εαυτό του;... θα σας γελάσω... αλλά πράγματι πέρα από αυτό δεν έκανε καμία άλλη κίνηση.
Ανασαίνοντας μέσα στο αυτί μου τόσο γρήγορα που για λίγο φοβήθηκα ότι θα πάθαινε τίποτα... έμεινε απόλυτα ακίνητος σαν άγαλμα ενώ το κεφάλι του ακουμπούσε πάνω στην ένωση του λαιμού μου με του ώμου μου και πραγματικά δεν είχα ιδέα τι να κάνω.
«Μην κουνηθείς» σχεδόν διέταξε σαν να είχε ακούσεις τις σκέψεις μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την κράτησε καθώς ένιωθα το σώμα του να τρέμει και τον ερεθισμό του να πάλετε μέσα μου... «Δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο μακριά σου αλλά δεν θα προδώσω την εμπιστοσύνη σου» είπε πιο απαλά με βαθιά φωνή και αμέσως όλο μου το σώμα χαλάρωσε καθώς άφηνα την ανάσα που κρατούσα να βγει ήρεμα από μέσα μου.
Πιέζοντας το κεφάλι μου πάνω στο δικό του πέρασα το ένα χέρι μου γύρω από τον αυχένα του συγκρατώντας τον απάνω μου ενώ με το δεύτερο μου χέρι μέσα στα μαλλιά του τον χάιδευα απαλά και το βογκητό του αισθησιακό μέσα στα αυτιά μου με έκανε να ανατριχιάσω ολόκληρη... Τα χείλια του πάνω στο λαιμό μου έστελναν κύματα φωτιάς σε όλο μου το σώμα ξυπνώντας το αυτόματα από τον λήθαργο.
«Είναι νεκρός» επανέλαβε με τραχιά φωνή μέσα στην παραζάλη του και κρατώντας την ανάσα του ενώ ρούφηξε την επιδερμίδα του λαιμού μου με έναν τρόπο που μου δήλωνε το πόσο ανάγκη με είχε... μου θόλωσε την κρίση μου και από αντίδραση το σώμα μου τεντώθηκε ενώ έγερνα το κεφάλι μου προς τα πίσω, καθώς τα αγκομαχητά μου έσπασαν την σιωπή και απατώντας με ένα βογκητό άρχισε να κινείται μέσα μου αργά για λίγο αλλά πολύ γρήγορα σταμάτησε τρίζοντας τα δόντια του χωρίς να ανοίγει τα μάτια του καθώς κράταγε την ανάσα του... Πρέπει να πόναγε πάρα πολύ αλλά ήταν πολύ πεισματάρης για να το παραδεχτεί.
«Πες μου τι πρέπει να κάνω» του είπα καθώς του χάιδευα απαλά τα μαλλιά του ενώ κρατούσα με νύχια και με δόντια τον εαυτό μου για να μην τον φιλήσω πάνω στα υγρά του μαλλιά από φόβο μην τον κάνω χειρότερο... Καθώς ανασήκωσε το κεφάλι του και με κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια μου, ξαφνικά μεταμορφώθηκε και όλα του τα χαρακτηριστικά μαλάκωσαν τόσο πολύ που μόνο με αυτήν του την ματιά ένιωσα να λιώνω μέσα στην αγκαλιά του.
«Βάλε τα πόδια σου να ακουμπήσουν πάνω στο σκαμπό και πάρτο απάνω σου... Κάνε ότι θες» μου έδωσε την άδεια και μόλις έβαλα τα πόδια μου πάνω στο σκαμπό πίσω από την πλάτη του, βάζοντας τον αγκώνα μου πάνω στον πάγκο του νιπτήρα ανασήκωσα τον σώμα μου και εκείνος με άφησε από το κράτημα του για να μου δώσει το δικαίωμα να συνεχίσω.
Τα χείλια του βρέθηκαν αμέσως πάνω στο στήθος μου και βογκώντας ταυτόχρονα με εκείνον, με το χέρι μου που ήταν ακόμα μέσα στα μαλλιά του τον κράτησα σφιχτά απάνω μου και άρχισα να κουνιέμαι κλείνοντας τα μάτια μου.
Τα ηδονικά του βογκητά για άλλη μια φορά άρχισαν να στέλνουν κύματα φωτιάς σε όλο μου το σώμα, κάνοντας το να ξεδιπλώνεται...
Μπαίνοντας στην σφαίρα της φαντασίας, χάνοντας την αίσθηση του χρόνου και του χορού με το κορμί μου να φλέγεται ολόκληρο, ξέχασα τελείως τι είχε συμβεί από την στιγμή που τον είχα αντικρίσει ξανά, από την στιγμή που με είχε ρίξει ο Φλικ στο πάτωμα και μετά... Ακόμα και όλη την αηδία που ένιωσα με εκείνο το απαίσιο άγγιγμα, με την σφαίρα που μου έκαψε την μέση και με έκανε να σαστίζω από τον πόνο... Τα ξέχασα όλα και αυτόματα παραδόθηκα στο άγγιγμα του στα υγρά του φιλιά και πέφτοντας μέσα στην φωτιά, άφησα τον εαυτό μου να καεί και να εξωτερικεύσει όλα όσα δεν τολμούσα να σκεφτώ, δεν τολμούσα να κάνω σε άλλη περίπτωση... Χωρίς ίχνος ντροπής άφησα τον εαυτό μου να γευτεί την εμπειρία με όλη μου την ψυχή.
«Πως μπορείς να είσαι τόσο τέλεια» εξωτερίκευσε και με έκανε να νιώσω τόσο μοναδική.
«Φίλα με» παρακάλεσα παραπονιάρικα ενώ αγκομαχούσα και τα χείλια του αμέσως υπάκουσαν την εντολή μου και βογκώντας κοντά στο αυτί μου ένιωσα για άλλη μια φορά τα υγρά του χείλια να με ρουφάνε ολόκληρη, κάνοντας την ανάσα μου να χάνεται από αυτήν την αίσθηση.
«Μπέλα πιο σιγά» τον άκουσα να μου λέει με το χέρι του πάνω στην μέση μου να προσπαθεί να με φρενάρει, αλλά μου ήταν αδύνατον να σταματήσω.
«Φίλα με» παρακάλεσα ενώ ένιωσα τα μάγουλα μου να υγραίνονται από τα δάκρυα της ηδονής που με είχε ξεπεράσει, καθώς το σώμα μου παίρνοντας φωτιά συνέχισε να κουνιέται στον ξέφρενο ρυθμό της απόλυτης ολοκλήρωσης, μέσα από της απανωτές εκρήξεις που έκαναν το κορμί μου να τραντάζεται ολόκληρο... «Φίλα με» παρακάλαγα και τον ένιωσα να σφίγγετε.
«Μπέλα... αααααα» τον άκουσα από μακριά και ξαφνικά τον ένιωσα να με ξεκολλά από πάνω του ενώ σηκωνόταν όρθιος... «Άνοιξε το στόμα σου μωρό μου» έλεγε με μια παθιασμένη φωνή και ανοίγοντας τα μάτια μου και το στόμα μου αυτόματα, εκείνος ακούμπησε τον γίγαντά πάνω στα χείλια μου και χωρίς πραγματικά να σκεφτώ τις κινήσεις μου, απομακρύνοντας το χέρι του τον άρπαξα βγάζοντας την γλώσσα μου έξω και παρασυρμένη από το πάθος μου άρχισα να τον παίζω γρήγορα ενώ βογκούσα από την έξαψη... «Ω μωρό μου...» μούγκρισε καθώς λύγισε το κορμί του μπροστά χωρίς να έχει κουράγιο να μείνει άλλο τελείως όρθιος, ακουμπώντας το χέρι του πάνω στον μπάγκο για να υποβαστάξει το βάρος του ενώ ανάσαινε τόσο γρήγορα που δεν μπορούσα να καταλάβω αν αυτό ήταν καλό ή όχι.
Πριν σαστίσω και τα χάσω, νιώθοντας τα υγρά του να καίνε την γλώσσα μου για λίγο ξαφνιάστηκα... αλλά την στιγμή που δεν ένιωσα να αηδιάζω όπως θα περίμενα, πήρα την πρωτοβουλία και βάζοντας τον όσο χωρούσε μέσα στο στόμα μου, άρχισα να τον ρουφώ με μανία και εκείνος άρχισε να τραντάζεται και να τρέμει...
«Γαμώτο... πως μπορείς να είσαι τόσο τέλεια...» έλεγε ενώ αγκομαχούσε... «Μην σταματάς μωρό μου...» παρακάλαγε με μια κραυγή που με έκανε να νιώσω όλη του την ανάγκη καθώς ίσιωνε ξανά το σώμα του βάζοντας το χέρι του πάνω στο κεφάλι μου.
Ήμουν πολύ μακριά για να μπορέσω εκείνην την στιγμή να τον σταματήσω... όμως και εκείνος όπως είχε υποσχεθεί δεν πρόδωσε την εμπιστοσύνη που του είχα και αφήνοντας το εκεί, πάλεψε με τον εαυτό του μουγκρίζοντας από απόλυτη ηδονή και ικανοποίηση χωρίς να κουνηθεί σπιθαμή μέχρι που ένιωσα ότι δεν είχε τίποτα άλλο να δώσει και εκεί που τον άφηνα από το σφιχτό μου κράτημα, η φωνή της Ρόουζ με έστειλε αδιάβαστη.
«Όχι ρε πούστη... Έχασα το καλύτερο;» είπε και η κραυγή που ξέφυγε από μέσα μου από το ξάφνιασμα μου, ήρθε σαν πρώτη αντίδραση από την ντροπή που ένιωσα μέσα μου... Ο Έντουαρτ όμως πιο γρήγορος από μένα, καθώς έκατσε ξανά στο σκαμπό με έκλεισε μέσα στην αγκαλιά του χαϊδεύοντας το μαλλί μου παρηγορητικά ενώ με το δεύτερο του χέρι με συγκρατούσε από την πλάτη απόλυτα απάνω του.
«Σς..σς...σς... εγώ είμαι εδώ» ψιθύρισε και καθώς κατένευσα τρεμάμενα έκρυψα το κεφάλι μου πάνω στο στερνό του και έμεινα ακίνητη περιμένοντας υπομονετικά τις εξελίξεις... «Ήθελες κάτι;» ρώτησε με τραχιά φωνή αλλά δεν μπορούσα να δω ούτε το δικό του ύφος αλλά ούτε και το δικός της.
«Εγώ φταίω που κάνω και τον χαμάλη από πάνω...» είπε με δηλητήριο στην φωνή της και για μια στιγμή απλώθηκε μια περίεργη σιωπή ενώ φαντάστηκα ότι ανταλλάσανε τις σκέψεις τους με τα βλέμματα τους... «Τεσπά... Έχω ραντεβού, θα τα καταφέρετε μόνοι σας;» ρώτησε τελικά η Ρόουζ και μια απερίγραπτη ανακούφιση πλημμύρισε όλες μου τις αισθήσεις στην ιδέα ότι εκείνη δεν θα ήταν στον ίδιο χώρο με μένα που αυτόματα το σώμα μου χαλάρωσε.
«Να μην σε κρατάμε» της γύρισε με δηλητήριο στην φωνή του και εκείνη χωρίς να πει τίποτα άλλο, έφυγε ενώ κοπάνησε την πόρτα πίσω της... «Μην της δίνεις σημασία... Πάντα τόσο πικρόχολη ήταν...» είπε κατευθείαν μόλις μείναμε ξανά μόνοι μας, αναγκάζοντας με να τον κοιτάξω αλλά δεν ήξερα πως να απαντήσω σε αυτό... «Έλα να πλυθούμε και να πάμε να ξαπλώσουμε» συνέχισε τελικά και παρασέρνοντας με μαζί του με τράβηξε προς την ντουζιέρα.
Καθαρίζοντας τα σώματα μας γρήγορα προσέχοντας πάρα πολύ καλά να μην βρέξουμε τα τραύματα μας βγαίνοντας από την ντουζιέρα, πήρα μια πετσέτα την τύλιξα γύρω μου και παίρνοντας μια δεύτερη, άρχισα να του στεγνώνω το κορμί απαλά... Η ματιά του ήταν τόσο περίεργη που δεν μπορούσα να την αποκωδικοποιήσω αλλά δεν εξέφραζα την απορία μου για το τι σκεφτόταν ανοιχτά γιατί ακόμα δεν είχα ιδέα για το ποιες ήταν οι διαθέσεις του.
Καθώς πήρα ένα εσώρουχο από την μια σακούλα που περιείχε μέσα διάφορα ρούχα, την στιγμή που του ανασήκωνα το ένα πόδι για να του το φορέσω δεν άντεξε άλλο και έσπασε πρώτος την σιωπή.
«Γιατί το κάνεις αυτό;» ρώτησε και ανασήκωσα αυτόματα τους ώμους μου αδιάφορα καθώς του ανέβαζα το εσώρουχο πιο ψηλά.
«Γιατί πάντα αυτό ήταν το όνειρο μου» του απάντησα και μόλις έκατσα στο σκαμπό και αντίκρισα την ματιά του εκείνος με κοίταξε με απορία ανασηκώνοντας τα φρύδια του... «Για ποιον λόγο πιστεύεις ότι ακολούθησα την νοσηλευτική;» τον ρώτησα και ήταν σειρά του να ανασηκώσει τους ώμους του.
«Για να βοηθήσεις την γιαγιά σου στην περίπτωση που το χρειαζόταν» είπε την διαπίστωση που είχε κάνει και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου σοβαρή.
«Για να βοηθάω όποιον με έχει ανάγκη» τον διόρθωσα και εκείνος ανέκφραστος, έμεινε σιωπηλός μαζεύοντας τις σκέψεις του.
«Ακόμα και όσους δεν το αξίζουν;» είπε μισό αστεία μισό σοβαρά αλλά εγώ παραμένοντας σοβαρή διαφώνησα.
«Έντουαρτ... όλοι έχουμε δικαίωμα για μια δεύτερη ευκαιρία, γιατί όχι και εσύ;» τον ρώτησα και κρατώντας την ανάσα του ζάρωσε για λίγο τα φρύδια του ενώ τα χείλια του έγιναν αμέσως μια ίσια άκαμπτη γραμμή και χωρίς να πει τίποτα άλλο πάνω σε αυτό, σηκώθηκε και έφυγε με μεγάλες δρασκελιές ενώ βγαίνοντας από την πόρτα την κοπάνισε με δύναμη πίσω του και έμεινα να κοιτώ την κλειστή πόρτα με απορία.
Τι μύγα τον τσίμπησε πάλι;... Γιατί δεν μπορώ να τον καταλάβω αυτόν τον άνθρωπο;... αναρωτήθηκα αλλά αφήνοντας την ανάσα μου να βγει από μέσα μου αργά τα παράτησα και ψαχουλεύοντας τις σακούλες μόλις βρήκα ένα νυχτηκάκι και εσώρουχα άρχισα να τα φορώ χωρίς να έχω επιλογή... Δεν θα ήταν κάτι που θα διάλεγα για μένα αλλά ήταν το τελευταίο που με απασχολούσε... Μετά από όλα αυτά η σεμνοτυφία μας μάρανε, σκέφτηκα.
Φτάνοντας στο δωμάτιο που ήταν εκείνος ήδη ξαπλωμένος τον κοίταξα από το κατώφλι της πόρτας χωρίς να μπαίνω μέσα.
«Μπορώ να...» ξεκίνησα να λέω για να τον αποδεσμεύσω αλλά με ένα του βλέμμα μου δήλωσε ξεκάθαρα να μην τολμήσω να κάνω παραπάνω βήμα εκτός και αν ήταν προς το μέρος του.
Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα πήγα κοντά του, ξάπλωσα στο χώρο που μου είχε κάνει εκείνος και ανεβάζοντας τα πόδια μου πάνω στο κρεβάτι, εκείνος με τράβηξε κοντά του κολλώντας την πλάτη μου πάνω στο στερνό του και αφού με σκέπασε έβαλε το κεφάλι του να ακουμπήσει στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου και μένοντας σιωπηλός δεν ξανακουνήθηκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου