Μπέλα
Ανοίγοντας τα μάτια μου καλωσόρισα το φως που πλημμύρισε όλες μου τις αισθήσεις και τεντώνοντας το κορμί μου γέλασα με ένα χαμόγελο ικανοποίησης.
«Καλημέρα ζουζούνι μου» είπα στον Φλικ που με κοίταζε με περιέργεια καθώς του χάιδεψα την κορυφή του κεφαλιού του παιχνιδιάρικα... «Έλα μωράκι μου να κάνουμε μπάνιο...» η περιέργεια του έγινε πιο έκδηλη και άρχισα να χαχανίζω όλο ζωντάνια... «Σταμάτα καλέ να με κοιτάς έτσι... Είναι μια νέα ημέρα καρδιά μου» του είπα και αφού του φίλησα την μουσούδα, κατέβηκα από το κρεβάτι και μόλις με μιμήθηκε άρχισα να βγάζω τα σεντόνια αφού πρώτα δίπλωσα και έβαλα στην άκρη το πάπλωμα... και μόλις τα πήρα μαζί μου... κλειστήκαμε μέσα στο μπάνιο για να πλυθούμε.
Βάζοντας μια πετσέτα στο μαλλί μου έβαλα την μπεζ στενή φούστα που έφτανε λίγο κάτω από το γόνατο μου και το καφέ ιριδίζον χρυσό σατέν πουκάμισο που βρήκα στις σακούλες που είχε φέρει εχθές η Ρόουζ... φόρεσα και τα ψηλοτάκουνα ανοιχτόχρωμα καφέ τακούνια και αφού κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέφτη... έκλεισα το μάτι στον εαυτό μου... φόρεσα το καλό μου χαμόγελο και κάνοντας σήμα με την κίνηση του κεφαλιού μου προς τον Φλικ... πήρα τον δρόμο προς την κουζίνα... Ήμουν σίγουρη ότι εκείνοι θα είχαν ήδη ξυπνήσει... αν είχαν κοιμηθεί καθόλου.
«Καλημέρες!» είπα ευδιάθετα καθώς μπήκα μέσα και η Ρόουζ μόλις σήκωσε την ματιά της προς το μέρος μου με κοίταξε σοκαρισμένη.
«Καλέ εσύ λάμπεις!» αναφώνησε και κάτι στο ύφος του Έντουαρτ που εγώ δεν μπορούσα να δω, αφού ήταν πλάτη σε μένα, της κίνησε την περιέργεια και τον κοίταξε για λίγο την στιγμή που τους πλησίαζα για να κάτσω ανάμεσα τους... «Τι σκατά πια... Βρε μήπως με τον Φλικ κάνεις και τίποτα άλλο και μας το κρύβεις;» συνέχισε αγνοώντας το βλέμμα του Έντουαρτ και άρχισα να ξεκαρδίζομαι στα γέλια.
«Έλεος βρε Ρόουζ... μην με κάνεις να ξεράσω πρωί, πρωί» είπα ενώ γέλαγα ακόμα και ο Έντουαρτ όπως και το περίμενα έκανε την κίνηση να σηκωθεί για να φύγει... γιατί δεν άντεχε να με βλέπει να έχω τα κέφια μου αλλά εγώ δεν του έδωσα καμία σημασία.
«Αν κάνεις μπάνιο... φώναξε με να σου κάνω αλλαγή στην πληγή σου» του φώναξα αλλά όπως και το περίμενα εκείνος χωρίς να πει τίποτα, ανέβηκε την σκάλα και μόλις έφτασε στον πάνω όροφο έκλεισε μια πόρτα με δύναμη και κούνησα το κεφάλι μου απηυδισμένα... «Μην του δίνεις σημασία... πάντα το κάνει αυτό όταν με βλέπει να έχω τα κέφια μου» είπα στην Ρόουζ καθώς άπλωνα το χέρι μου να πάρω ένα κρουασανάκι από την πιατέλα μπροστά μου και εκείνη άρχισε να με κοιτά εξεταστικά.
«Τι άλλαξε;» δεν άντεξε και ρώτησε φανερά προβληματισμένη από την αλλαγή μου και της χαμογέλασα ζεστά καθώς ανασήκωνα τους ώμους μου.
«Πολύ απλά Ρόουζ... το πήρα απόφαση... Αφού δεν μπορεί να αλλάξει εκείνος... θα αλλάξω εγώ για εκείνον» της είπα και αναστέναξε απηυδισμένα... «Όχι από αυτήν την άποψη Ρόουζ...» συμπλήρωσα και μπερδεύτηκε περισσότερο... «Δεν μπορώ να πάω με τα νερά του... γιατί ο Έντουαρτ δεν είναι απλά νερό, είναι ο Αμαζόνιος, ο Ατλαντικός και ο Νιαγάρας μαζί!!!» της είπα και άρχισε να γελάει δυνατά αλλά πριν ηρεμήσει ακόμα συνέχισα πιο σοβαρά... «Αφού δεν μου μένει τίποτα άλλο... σκέφτηκα να ακολουθήσω την συμβουλή σου και να τον αφήσω να με καθοδηγήσει... Αλλά για να μπορέσουμε να βρούμε την χρυσή τομή ώστε να τα αποφύγουμε πάλι όλα αυτά... θέλω και την βοήθεια σου» είπα κοιτώντας την παρακλητικά και κόβοντας το γέλιο της στην μέση, με κοίταξε σοκαρισμένη... «Δεν με ενδιαφέρει ποια είναι η δουλειά σας και που είσαστε μπλεγμένοι... Δεν θέλω να μπλεχτώ μέσα στα πόδια σας... δεν θέλω να ξέρω τίποτα από τα βρόμικα μυστικά σας... Αλλά για να μπορώ να κατανοώ τι ζητάει από μένα, πρέπει να ξέρω τι με περιμένει Ρόουζ... και εκείνος δεν βοηθάει καθόλου πάνω σε αυτό... Εσύ από την άλλη τον ξέρεις καλύτερα... γνωρίζεις τα κουμπιά του και ξέρεις πως να τον κάνεις να συγκρατεί την οργή του ώστε να σε ακούει... και αυτό χρειάζομαι και εγώ... Δεν θέλω να τον προκαλώ λόγο της άγνοιας μου... θέλω απλά να βρω έναν τρόπο να τον κάνω να με ακούει» της είπα και το σκέφτηκε για λίγο κοιτώντας προς την σκάλα και μόλις γύρισε ξανά την ματιά της προς το μέρος μου με πλησίασε συνωμοτικά.
«Τι σχέδιο έχεις;» ρώτησε πονηρά και γέλασα για λίγο.
«Ρόουζ... σύνελθε για τον Έντουαρτ μιλάμε... Δεν έχω κανένα πονηρό σχέδιο όπως βάζεις με το μυαλό σου... απλά θέλω να επιβιώσω από όλα αυτά... Αυτό είναι όλο» της είπα ειλικρινά και κατένευσε με κατανόηση... «Μπορώ να βασιστώ απάνω σου;» την ρώτησα με ελπίδα και μου έκλεισε το μάτι καθώς έτεινε το χέρι της προς το μέρος μου.
«Με μια συμφωνία» είπε την στιγμή που της ανταπέδιδα την χειραψία και την κοίταξα παραξενευμένη... «Δεν ξέρω τι σκατά κάνεις... αλλά ότι και να κάνεις συνέχισε την καλή δουλειά... Θέλω να τον δω να πληρώνει ότι μας έχει κάνει... Μην του αφήσει κοκαλάκι όρθιο» είπε και δεν είχα ιδέα για πιο πράγμα μιλούσε.
«Σε χάνω λίγο» είπα ειλικρινά και εκείνη κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.
«Μην ανησυχείς και ξέρω εγώ τι λέω... Συνέχισε εσύ την καλή δουλειά και όλα τα άλλα άστα απάνω μου» είπε ξανά καθώς μου έσφιγγε και μου χτύπησε το χέρι μου φιλικά με το ελεύθερο της χέρι και σηκώθηκε όρθια... «Καφεδάκι;» ρώτησε και κατένευσα.
«Μήπως έχεις ένα μπιστολάκι να στεγνώσω τα μαλλιά μου;... Δεν θέλω να χαλάσω το πουκάμισο αφήνοντας τα μαλλιά μου κάτω νωπά» της είπα και εκείνη με κοίταξε με ένα πονηρό βλέμμα και για λίγο άρχισα να ανησυχώ πάλι.
«Έρχομαι αμέσως... Νιώσε σαν στο σπίτι σου» είπε και καθώς ξεμάκραινε, την κοίταζα από την ανοιχτή πόρτα που ανέβαινε την σκάλα με χορευτικά βήματα... Τι περίεργο άνθρωπος... σκέφτηκα αλλά η κοιλιά μου είχε αρχίσει να διαμαρτύρεται από την πείνα που είχα και έτσι παραμερίζοντας τα όλα στην άκρη... πίνοντας μια γουλιά από τον καφέ μου, άρχισα να τρώω με όρεξη, μέχρι που εκείνη γύρισε κρατώντας το πιστολάκι για να τα μαλλιά στο χέρι κουνώντας το παιχνιδιάρικα.
«Θα σου τα στεγνώσω απλά, γιατί μετά θα σε αναλάβει ο Μισέλ» έλεγε ενώ ταυτόχρονα κατέβαζε την πετσέτα από τα μαλλιά μου και τα σκούπιζε καλά, καλά πριν ξεκινήσει να τα στεγνώνει... Γυρίζοντας το κεφάλι μου προς το μέρος της την κοίταξα με απορία... «Σήμερα είναι η πρώτη σου αποστολή το ξέχασες;» ρώτησε και καλά σοκαρισμένη ενώ γέλαγε κοροϊδευτικά με το ύφος μου... «Ήμουν σίγουρη ότι το είχε ξεχάσει» συμπλήρωσε και αμέσως ένιωσα το στομάχι μου να σφίγγετε καθώς το πρόσωπο μου κοκκίνιζε από το άγχος που με είχε καταβάλει... «Ε... μην μου το αλλάζεις τώρα... Θα δεις δεν είναι τίποτα... ίσα ίσα θα το διασκεδάσεις κιόλας... Να δω τον Αλφόνσο Μπινιαριάδες έρμαιο στα χέρια σου και τι στον κόσμο... Δεν υπάρχει περίπτωση να χάσω εγώ αυτό το θέαμα... θα έρθω οπωσδήποτε το βράδυ» συνέχιζε την φλυαρία της ενώ τα χέρια της γρήγορα μου στέγνωναν το μαλλί μου και μόλις έκλεισε το πιστολάκι μάζεψε δύο τούφες από τα μαλλιά μου και από τις δύο μεριές, τα στερέωσε προς τα πίσω με τσιμπιδάκια στο χρώμα των μαλλιών μου και μόλις έφυγε με το μπιστολάκι αγκαλιά... μετά από λίγο γύρισε ξανά με ένα βαλιτσάκι καλλυντικών.
«Ξέρεις κανονικά αυτή ήταν η δουλειά μου...» συνέχισε με έναν φιλικό τόνο ενώ ανοίγοντας το βαλιτσάκι της αμέσως άρχισε να με βάφει με τόση μαεστρία που πραγματικά την ζήλεψα... «Αλλά τώρα για να χτενίσω και να βάψω κάποιαν θα πρέπει να έχω πολύ όρεξη...» συνέχισε ενώ μου έβαζε κραγιόν με ένα πινελάκι και μόλις έτριψε τα χείλια της μεταξύ τους, για να μου υποδείξει να κάνω το ίδιο, μάζεψε τα συμπράγκαλα της και τα έβαλε στην άκρη για να συνεχίσει το πρωινό της... «Θα σε βοηθήσω... μπορείς να στηριχτείς απάνω μου» τελικά δήλωσε καθώς έπινε μια γουλιά από τον καφέ της και την κοίταξα με περιέργεια.
«Γιατί;» ρώτησα εύλογα την απορία μου και χαμογελώντας μου ζεστά, με κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια.
«Εχθές μου έσωσες την ζωή μου δύο φορές... Απλά πες ότι σου το ανταποδίδω» είπε ήρεμα και ανταποδίδοντας της το χαμόγελο, την ευχαρίστησα με το βλέμμα μου... «Πες μου τώρα γιατί θα σκάσω... Πραγματικά δεν θυμάσαι τίποτα από την παιδική σου ηλικία;» ρώτησε και αναστέναξα.
«Όχι δεν θυμάμαι... αλλά τουλάχιστον τώρα ξέρω για πιο λόγο είναι καλό να μην σκαλίσω περισσότερο τις μνήμες μου για να θυμηθώ» της είπα με νόημα και κατένευσε και εκείνη.
«Πως διάολο το καταφέρνεις αυτό;» ρώτησε και την κοίταξα με απορία χωρίς να καταλαβαίνω τι θέλει να πει... «Εχθές ήσουν τόσο απελπισμένη που δεν σου κρύβω ότι με έκανες να προβληματιστώ για την ζωή σου... Σήμερα...»
«Δεν είναι τόσο δύσκολο Ρόουζ... απλά παίζω το παιχνίδι της χαράς» την διέκοψα μόλις κατάλαβα τι εννοεί και αυτό την έκανε να μπερδευτεί περισσότερο.
«Το παιχνίδι της χαράς» επανέλαβε δύσπιστα.
«Να φανταστώ ότι δεν έχεις διαβάσεις ποτέ την Πολυάννα και το παιχνίδι της χαράς;...» ρώτησα και με κοίταξε σμίγοντας τα φρύδια της... «Το παιχνίδι της χαράς - το παιχνίδι της αισιοδοξίας....της άποψης πως πάντα μπορείς να βρεις τη θετική πλευρά των πραγμάτων....το παιχνίδι της Πολυάννας της ηρωίδας ενώ παραμυθιού που διάβαζα μικρή... Στην πραγματικότητα δεν είναι καν παιχνίδι, είναι στάση και τρόπος ζωής. Το κόλπο είναι να προσπαθείς να βρίσκεις, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές σου, έναν τρόπο να ανακαλύπτεις αχτίνες φωτός, όταν όλα γύρω σου είναι σκοτεινά» της είπα και χρειάστηκε λίγο να το σκεφτεί πριν συμπληρώσει κάτι πάνω σε αυτό.
«Και σε βοηθάει;» ρώτησε δύσπιστα.
«Από ότι φαίνεται» της απάντησα κλείνοντας της το μάτι και εκείνη κούνησε το κεφάλι της απηυδισμένα κοιτώντας για λίγο το ταβάνι αλλά δεν το σχολίασε περισσότερο.
Τελειώνοντας το πρωινό μας, αφήσαμε τον Έντουαρτ στο σπίτι και με το αυτοκίνητο της Ρόουζ πήραμε τον δρόμο προς το ινστιτούτο της... Σε όλη την διαδρομή η Ρόουζ δεν έβαλε γλώσσα μέσα της και της ήμουν ευγνώμον γι αυτό... Μου είπε τα πάντα... όσα εκείνος σιχαίνεται... όσα τον κρατούν ήρεμο... όχι ότι ήταν και πολλά... όσα τον ανάβουν... τον σβήνουν και ότι άλλο βάζει ο νους σας που θα μπορούσε να μου χρησιμεύσει ώστε να μπορώ να τον ελέγχω για να μην έχουμε ξανά τα ίδια που είχαμε όσο καιρό ήμουν μαζί του... Φτάνοντας όμως στο ινστιτούτο της η καρδιά μου σφίχτηκε και την στιγμή που πάρκαρε και έσβησε την μηχανή γύρισα προς την μεριά της και βάζοντας το χέρι μου πάνω στο δικό της... την απέτρεψα ώστε να βγει από το αυτοκίνητο.
«Ρόουζ;»
«Τι είναι καλή μου;» ρώτησε με περιέργεια.
«Η Βι δουλεύει ακόμα εδώ;» ρώτησα συγκρατώντας όλα μου τα συναισθήματα για τον εαυτό μου.
«Ναι... γιατί;» ρώτησε ψυλλιασμένη αλλά δεν της έδωσα άλλες λαβές για να καταλάβει έστω και στο ελάχιστο το πως ένιωθα για εκείνην.
«Και πως είναι;» ρώτησα για να την αποπροσανατολίσω άλλα δεν την ξεγέλασα καθόλου.
«Όπως πάντα... φλύαρη και ανίκανη... Αμάν κάνω να βρω μια ευκαιρία να την διώξω... Ξέρεις την κράτησα μήπως μας δώσει κανένα στοιχείο για σένα... αλλά εκείνη το μόνο που μας έδινε ήταν όλες τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για το νέο της αμόρε» είπε απηυδισμένα και την κοίταξα για λίγο σοκαρισμένη με την πληροφορία που μόλις είχα λάβει.
«Η Βι έχει αγόρι» επανέλαβα δύσπιστα.
«Όχι απλά έχει αγόρι... αλλά σχεδόν τον έχει σπιτώσει κιόλας» μου επιβεβαίωσε η Ρόουζ και κοίταξα για λίγο μακριά.
«Καλό για εκείνην» συμπλήρωσα μόνο μουρμουρίζοντας και ανοίγοντας την πόρτα βγήκα από το αυτοκίνητο γιατί πραγματικά δεν με ενδιέφερε να μάθω τίποτα περισσότερο.
Η καλύτερη μου φίλη... ο μοναδικός άνθρωπος που μου είχε απομείνει... με είχε κοροϊδέψει με τον χειρότερο τρόπο... με είχε κάνει να βγάλω λάθος συμπεράσματα... και εκεί που εγώ είχα τύψεις στο ότι υπέφερε εξαιτίας μου γιατί δεν της έκανα ούτε ένα τηλεφώνημα... ξαφνικά μαθαίνω ότι όχι μόνο δεν ανησύχησε αλλά ότι διασκέδαζε και από πάνω ενώ η δική μου ζωή κρεμόταν σε μια κλωστή;;;... Ε όχι αυτό πάει πολύ.
«Μπέλα... κάνει μπαμ από μακριά ότι τα έχεις πάρει μαζί της... Θες να σου αλλάξω το ραντεβού και να την διώξω μια και καλή επιτέλους, μπας και ησυχάσω και εγώ;» ρώτησε η Ρόουζ όταν βρεθήκαμε στο ασανσέρ και γύρισα προς την μεριά της παρακλητικά.
«Ρόούζ όχι... σε παρακαλώ... Ξέρω πόσο ανάγκη έχει την δουλειά... δεν θέλω να είμαι η αιτία που θα την χάσει» της είπα κοιτώντας την πληγωμένη και εκείνη αναστέναξε απηυδισμένα.
«Μπέλα... εξαιτίας σου έχει δουλειά... Όχι το αντίθετο» διευκρίνισε και ήταν σειρά μου να αναστενάξω.
«Ρόουζ, σε παρακαλώ» έκανα μια απελπισμένη προσπάθεια.
«Δεν κάνω χάρες τσάμπα...» ξεκίνησε και καθώς χαμήλωσα την ματιά μου στο πάτωμα, εκείνη συνέχισε ενώ κρατώντας με από το σαγόνι μου ανασήκωνε το πρόσωπο... «Θα της δώσω μια τελευταία ευκαιρία... αλλά στο επόμενο λάθος της, θα πάρει πόδι» δήλωσε και κατένευσα.
«Κάνε ότι καταλαβαίνεις... δεν μπορώ να επέμβω στην δουλειά σου... αλλά δεν θέλω να φύγει εξαιτίας μου» της είπα άλλη μια φορά και μου χαμογέλασε με ένα χαμόγελο που δεν είχα ιδέα πως να το χαρακτηρίσω... Πονηρό;... Ικανοποίησης;... θα σας γελάσω.
«Θες να αλλάξω το ραντεβού σου;» ρώτησε άλλη μια φορά και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.
«Όχι... αλλά ότι και να γίνει σε παρακαλώ αγνόησε το... Γιατί δεν ξέρω αν είμαι σε κατάσταση να συγκρατήσω σήμερα τον εαυτό μου» της είπα απολογητικά και εκείνη με κοίταξε με μεγαλύτερη περιέργεια.
«Τι σου έκανε;» δεν μπόρεσε να συγκρατήσει την επόμενη απορία της και αναστέναξα.
«Μεγάλη ιστορία» απάντησα μόνο και μόλις άνοιξαν οι πόρτες αρχίσαμε μαζί να προχωράμε προς τα μέσα.
«Σήμερα δεν γλυτώνεις την αποτρίχωση» δήλωσε... ή να το πω πιο σωστά... απείλησε και γέλασα με το ύφος της.
«Γες μαθστερ» της απάντησα και μόλις γέλασε κουνώντας το κεφάλι της με δυσπιστία κοιτώντας το ταβάνι ακριβός όπως θα έκανε και ο Έντουαρτ, με πήγε προς την αίθουσα που ήταν η Βι.
«Έχω να κανονίσω κάποια πράγματα... Θα είσαι οκ μόνη σου;» ρώτησε και μόλις κατένευσα με άφησε πριν ανοίξω την πόρτα και έφυγε.
Ρόζαλη
Μόλις την άφησα μόνη και απομακρύνθηκα από κοντά της πήρα αμέσως τον Έντουαρτ... γιατί κάτι μου έλεγε ότι θα έχουμε άσχημες εξελίξεις... και σίγουρα δεν θα έπαιρνα την ευθύνη γι αυτό.
«Έλα έρωτα... έχουμε εξελίξεις» είπα στον Έντουαρτ μόλις σήκωσε το τηλέφωνο του.
«Τι εξελίξεις;» ρώτησε βαριεστημένα και πέταξα ένα γελάκι.
«Η δικιά σου τα έχει πάρει άγρια με το παρτσακλό... Με προειδοποίησε ότι μπορεί να πέσει και καβγαδάκι» τον ενημέρωσα και εκείνος έμεινε για λίγο σιωπηλός ενώ άκουγα ότι ήταν σε εγρήγορση.
«Έρχομαι... κατέγραψε ότι χάσω» διέταξε και μου έκλεισε το τηλέφωνο στην μούρη την στιγμή που έμπαινα στο γραφείο μου.
Μωρέ θα το φυσάς και δεν θα κρυώνει... την βλέπω την δουλειά... αυτή θα σου ψήσει το ψάρι στα χείλια... και θα την προσκυνάς και από πάνω... Δώσε Μπέλα... και εγώ μαζί σου μωρό μου... Ήρθε η ώρα να πληρώσει και εκείνος... όλες του της μαλακίες.
Μπέλα
Καθόμουν έξω από την πόρτα και την κοίταζα χωρίς να την ανοίγω... Μετά τα τελευταία γεγονότα δεν ήμουν έτοιμη να την αντιμετωπίσω με ψυχραιμία... Ξέρω πόσο χαζή είναι... και δεν της κρατάω κακία... αλλά γαμώτη μου πόση κοροϊδία μπορεί να αντέξει πια ένας άνθρωπος;... αναρωτιόμουν και η κοπέλα που μου είχε φέρει νερό, την προηγούμενη φορά που ήμουν ξανά εδώ, ήρθε μπροστά μου και με κοίταξε με απορία.
«Είσαστε καλά;» ρώτησε με ενδιαφέρον και μόλις την κοίταξα της χαμογέλασα συγκρατημένα.
«Ναι ευχαριστώ... Ειρένε, σωστά;» ρώτησα και μου ανταπέδωσε το χαμόγελο.
«Χρειάζεστε να σας φέρω κάτι;» ρώτησε ευγενικά και κατένευσα.
«Έναν χυμό;» ρώτησα και αμέσως μου άνοιξε την πόρτα και με παρέσυρε προς τα μέσα.
«Θα σας τον φέρω αμέσως» ανταποκρίθηκε ευγενικά και με άφησε μόνη.
Μόλις η ματιά μου συναντήθηκε με την Βι... εκείνη έμεινε να με κοιτά για λίγο με ανάμικτα συναισθήματα να διαπερνάνε τα χαρακτηριστικά της.
Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα... με όλον τον αέρα και την αυτοπεποίθηση που είχα αποκτήσεις την τελευταία βδομάδα βάδισα προς προς μέρος της και αυτό την ξάφνιασε και την έκανε να με κοιτάξει από πάνω μέχρι κάτω τελείως σοκαρισμένη.
«Μπέμπα;» είπε ενώ βγαίνοντας από τον μπάγκο εργασίας της με πλησίασε και με έκλεισε στην αγκαλιά της αλλά εγώ της την ανταπέδωσα ψυχρά και αυτό δεν διέφυγε της προσοχής της.
«Γεια σου Βι» είπα αχρωμάτιστα και εκείνη καθώς ξεκόλλησε από πάνω μου με κοίταξε για μια στιγμή... αλλά μόλις ξεπέρασε το πρώτο σοκ... κοιτώντας για λίγο γύρω της συνειδητοποίησε ότι δεν είχε περιθώριο για περισσότερα... Βοηθώντας με να βγάλω το παλτό μου, πήρε και την τσάντα μου στα χέρια της και μόλις τα έβαλε στον καλόγερο που είχε δίπλα της, έκατσε στην καρέκλα της καθώς είδε ότι είχα κάτσει και εγώ στην καρέκλα που ήταν απέναντι της ήδη.
«Έχεις ιδέα τι πέρασα την τελευταία βδομάδα;... Υποσχέθηκες ότι θα πάρεις τηλέφωνο να μου πεις τι συμβαίνει και εσύ όχι μόνο δεν με πήρες αλλά μου έρχεσαι τώρα και μου το παίζεις και κυρία της υψηλής κοινωνίας;... Που είναι η Μπέλα που ξέρω;... Τι της έκανες;» δεν έχασε ευκαιρία και γελώντας ειρωνικά, έγειρα το κορμί μου προς το μέρος της συνωμοτικά και εκείνη τσιμπώντας... αμέσως πήρε τα πάνω της και με μιμήθηκε.
«Η πραγματική ερώτηση είναι... Που είναι η Βι που εμπιστευόμουν όλα αυτά τα χρόνια;... Που είναι η Βι που ζήσαμε μια ζωή;... Που είναι η αδελφή που θεωρούσα ότι είχα;» της γύρισα πίσω σκληρά και έμεινε να με κοιτά έχοντας ανοίξει τα μάτια της και το στόμα της διάπλατα... «Λοιπόν;» ξαναρώτησα και το γύρισε στην επίθεση.
«Πως τολμάς;... Ξέρεις τι πέρασα;...» ξεκίνησε αλλά αμέσως την διέκοψα.
«Αλήθεια, ο φιλαράκος σου τι κάνει;... Κάνει τόσο καλό γαμήσι που ξέχασες όλον σου τον πόνο;... Σου λέει τόσα καλά γλυκόλογα που φτάνουν να σε ξελογιάσουν ώστε να ξεχνάς το πιο σημαντικό άτομο στην ζωή σου... όπως ορκιζόσουνα ότι ήμουν;»
«Μπέμπα...»
«Τέρμα τα ψέματα Βι... τα ξέρω όλα» της δήλωσα και αμέσως δαγκώθηκε ανίκανη να κρύψει τις τύψεις της.
«Όταν λες όλα;» ρώτησε δειλά και την κοίταξα βαθιά στα μάτια.
«Εννοώ όλα» την διαβεβαίωσα και μόλις ίσιωσα το κορμί μου... της έτεινα τα χέρια μου για να πιάσει δουλειά και εκείνη αμέσως για να μπορέσει να απασχολήσει το μυαλό της... με γρήγορες κινήσεις ξεκίνησε παλεύοντας σκληρά να βρει κάτι προς υπεράσπιση της.
«Πως τα έμαθες;... Θέλω να πω ποιος σου τα είπε;» ρώτησε ξέπνοα χωρίς να τολμάει ακόμα να με κοιτάει και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου απηυδισμένα.
«Ούτε στα μάτια δεν μπορείς να με κοιτάξεις...» είπα πληγωμένα και μόλις σήκωσε την ματιά της με κοίταξε ενώ τα μάτια της είχα πια θολώσει... αμέσως η καρδιά μου έγινε χίλια κομμάτια... και μετάνιωσα για όσα της είπα... αλλά πως μπορούσα να την αφήσω να συνεχίσει να με κοροϊδεύει μπροστά στα μούτρα μου;... «Γιατί δεν μου είπες τίποτα Βι;... εγώ σου εμπιστευόμουν την ζωή μου... σε ένιωθα αδελφή μου... μπορούσα να κάνω τα πάντα για σένα και εσύ μου το ανταπέδωσες με αυτόν τον τρόπο;» συνέχισα με την φωνή μου να σπάει και μάζεψε τα δάκρυα της ενώ κοίταξε για λίγο γύρω της.
«Η μαμά μου, μου είπε....»
«Η μαμά σου... Βι... όπως και η γιαγιά μου... πιστεύανε ότι αυτός ήταν ο ποιο σωστός τρόπος για να με προστατέψουν... Αλλά εσύ... εσύ που με ήξερες καλύτερα από τον καθένα... που ήξερες ότι μπορώ να αντιμετωπίσω τα πάντα μόνο όταν ξέρω την αλήθεια... πως μπόρεσες να τους αφήσεις να σε πείσουν να συνωμοτήσεις εναντίων μου;... Και ακόμα όταν πήρες το θάρρος να τα πεις... πως μπόρεσες να μου κρύψεις τα περισσότερα... και ακόμα χειρότερα να τα φουσκώσεις τόσο πολύ ώστε να με κάνεις να βγάλω τα λάθος συμπεράσματα;... Ήξερες πόσο τον αγαπούσα... γιατί με έκανες να νιώθω ότι με μισούσε;» την ρώτησα και πήρε μια βαθιά ανάσα κοιτώντας για λίγο μακριά.
«Πίστευα ότι ήταν ο καλύτερος τρόπος για να σε κάνει να το ξεπεράσεις» είπε κάτω από την ανάσα της και χτυπώντας το χέρι μου πάνω στον πάγκο απαίτησα την προσοχή της.
«Δυνατά» απαίτησα υψώνοντας την φωνή μου, σμίγοντας τα χείλια μου σε μια άκαμπτη ίσια γραμμή, προσπαθώντας να κρατήσω την αγανάκτηση που ένιωθα μέσα μου και εκείνη με κοίταξε σοκαρισμένη.
«Συγνώμη ρε μπέμπα... δεν ξέρω πως μου ήρθε να το κάνω αυτό... αλλά ειλικρινά δεν ήθελα να σε πληγώσω» αμύνθηκε εκείνη και άρχισα να ανασαίνω με δυσκολία.
«Το έκανες όμως Βι... το έκανες με το χειρότερο τρόπο... Σε εμπιστευόμουν... ήσουν τα πάντα για μένα... και με πρόδωσες με τον χειρότερο τρόπο... Πως περιμένεις αυτό να το φάω έτσι απλά και να το προσπεράσω;... Μπορείς να μπεις έστω και λίγο στην θέση μου;... Μπορείς έστω και στο ελάχιστον να καταλάβεις πως νιώθω αυτήν την στιγμή... να σε βλέπω μπροστά μου και να μου το παίζεις κλαίουσα μετανιωμένη... ενώ ακόμα και τώρα δεν τολμάς να πεις την αλήθεια;»
«Μπέμπα...»
«Σκάσε... δεν θέλω να σε ακούσω ξανά να μου μιλάς... Δεν σε αναγνωρίζω πια... δεν ξέρω καν πια είσαι» της είπα και πάνω στον εκνευρισμό μου γύρισα το μπολάκι με τον πράσινο υγρό προς το μέρος της και μόλις σηκώθηκα από την θέση μου ρίχνοντας την καρέκλα που ήταν πίσω μου με το πόδι μου άρχισα να φεύγω από εκεί γιατί δεν άντεχα άλλο ούτε να την βλέπω μπροστά μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου