Γυρίζοντας κατά της 3 τα μεσάνυχτα με την διάθεση μου να είχε φτάσει στα ύψη έχοντας περάσει απίστευτα καλά... με τον Φλικ να περπατάει δίπλα μου φορώντας την στέκα που του είχα φορέσει με τα κέρατα του Ρούντολφ με τα κουδουνάκια... μπήκαμε στο σπίτι και τραγουδώντας ασταμάτητα το τραγούδι του Ρούντολφ το ελαφάκι και με χοροπηδηχτά βήματα ανεβήκαμε στον πάνω όροφο για να πάμε να ξαπλώσουμε... Δεν είχα πιει πολύ αλλά αυτό που είχα πιει έφτανε να με κάνει να ψιλό παραπατώ και να χαχανίζω από την απίστευτα καλή διάθεση που είχα και ξεχνώντας τελείως τα πρωινά... Φτάνοντας στο δωμάτιο του, τον κοίταξα πονηρά καθώς του έκλεινα το μάτι με ένα τεράστιο χαμόγελο μέχρι τα αυτά.
«Μπα θυμήθηκες τον δρόμο της επιστροφής;... Τι χάλια είναι αυτά;» ρώτησε εκείνος πικρόχολα για να με πικάρει αλλά εγώ είχα περάσει τόσο καλά που δεν του έκανα την χάρη να μου το χαλάσει όλο αυτό.
«Μκκμμμ... δεν πρόκειται να σε αφήσω να μου το χαλάσεις» του δήλωσα κουνώντας το δάχτυλο μου επιδεικτικά μπροστά στην μούρη του και τσιμπώντας το μάγουλο του απομακρύνθηκα από κοντά του και άρχισα να ξεντύνομαι άτσαλα ενώ παραπάταγα χαχανίζοντας και μένοντας μόνο με τα εσώρουχα μου... σήκωσα τις κουβέρτες και χώθηκα από κάτω ενώ πλησίαζα το σώμα μου προς το δικό του... «Ήταν τόσο τέλεια... κρίμα που δεν κατάφερες να έρθεις... θα περνάγαμε απίστευτα καλά» του είπα ενώ παίρνοντας το βιβλίο του από τα χέρια του, το πέταξα στον αέρα και εκείνο το βλαμμένο, γύρισε πίσω και με χτύπησε στο κεφάλι και γελώντας ενώ πρώτα άφησα ένα επιφώνημα έκπληξης, το πήρα και το πέταξα, σωστά αυτήν την φορά, στο πάτωμα και τυλίγοντας το χέρι μου γύρω από το σώμα του, άρχισα να τον φιλώ πάνω στο στερνό του.
«Ναι δεν είχα τίποτα καλύτερο να κάνω από το να περάσω την ώρα μου με ένα μάτσο...» πριν προλάβει να πει τίποτα άλλο τον κοίταξα προειδοποιητικά αλλά εκείνος δεν μάσησε... «Πουστράκια» συνέχισε και έμεινα με ανοιχτό το στόμα να τον κοιτώ δύσπιστα... Ήταν φανερό ότι δεν είχε καθόλου καλή διάθεση και σίγουρα ήθελε να με κάνει να νιώσω άσχημα που διάλεξα την δική τους παρέα από την δική του και αυτό δεν θα του το επέτρεπα.
«Όχι δεν θα μου την χαλάσεις εσύ...» του δήλωσα άλλη μια φορά και χαμηλώνοντας το κεφάλι μου άρχισα πάλι να τον προκαλώ ενώ το χέρι μου άρχισε να κατηφορίζει προς το αντικείμενο του πόθου μου αλλά εκείνος ξαφνιάζοντας με, έμεινε παγερά αδιάφορος... «Αν έριχνες για λίγο τα μούτρα σου και τον εγωισμό σου... τώρα θα είχε σίγουρα διαφορετική γνώμη... Δεν έχεις ιδέα πόσο όμορφα περάσαμε... Φάγαμε μέχρι σκασμού... ήπιαμε... χορέψαμε...» συνέχιζα με περισσότερη πειθώ ενώ συνέχιζα να τον προκαλώ και εκείνος μην αντέχοντας το άλλο όλο αυτό, τράβηξε απότομα το χέρι μου μέσα από το εσώρουχο μου και με συνοπτικές διαδικασίες με απομάκρυνε από πάνω του κάνοντας με να τον κοιτώ σαν χαζή... Ήταν η πρώτη φορά που με απέρριπτε και δεν μπορούσα να καταλάβω το γιατί.
«Βρωμοκοπάς τσιγαρίλα» ήρθε η απάντηση στην ανείπωτη ερώτηση μου και τον κοίταξα δύσπιστα... και άλλη φορά μύριζα τσιγαρίλα αλλά αυτό δεν ήταν λόγος να με απορρίψει... «Πέσε κοιμήσου είναι αργά» συνέχισε εκείνος και γυρίζοντας από την άλλη άρπαξε το βιβλίο του από το πάτωμα και με γείωσε κανονικότατα.
«Μην με δεις να είμαι ευτυχισμένη... κάτι σε πιάνει» του γύρισα πίσω πικρόχολα και εκείνος γυρίζοντας προς την μεριά μου με κοίταξε αδιάφορα για μια στιγμή ενώ αμέσως μετά βολεύοντας το βιβλίο του καλύτερα πάνω στα πόδια του, βρίσκοντας την σελίδα που είχε σταματήσει συνέχισε την ανάγνωση του σαν να ήταν μόνος του μέσα στο δωμάτιο και έμεινα μαλάκας να τον κοιτώ χωρίς να πιστεύω πραγματικά ότι έκανε κάτι τέτοιο... «Ποιο είναι επιτέλους το πρόβλημα σου;» δεν άντεξα και τον ρώτησα ενώ καθόμουν πάνω στα πόδια μου κοιτώντας τον επίμονα και βλέποντας την έλλειψη ανταπόκρισης του με έκανε να εκραγώ και χωρίς να το υπολογίσω πραγματικά, τράβηξα το μαξιλάρι μου και προσπάθησα να του το φέρω στην μούρη μπας και ξεκολλήσει λίγο το μυαλό του επιτέλους... αλλά εκείνος πιο γρήγορος από μένα... αρπάζοντας το μαξιλάρι στον αέρα το τράβηξε απότομα από τα χέρια μου και γυρίζοντας το προς το μέρος μου... με βάρεσε με αυτό, τόσο δυνατά που με έκανε να χάσω την ισορροπία μου και να πέσω πάνω στο στρώμα βγάζοντας μια κραυγή έκπληξης πριν προλάβω να την σταματήσω.
«Είναι αργά κοιμήσου» διέταξε πετώντας το μαξιλάρι πάνω στην μούρη μου νευριασμένα την στιγμή που τον κοίταζα χωρίς να είμαι ικανή να πιστέψω ότι πράγματι έκανε κάτι τέτοιο και χωρίς να περιμένει την αντίδραση μου... πήρε το σχεδόν άδειο του ποτήρι στα χέρια καθώς και το μπουκάλι με το ουίσκι και αφού στάθηκε δίπλα στο πιάνο του, γέμισε το ποτήρι του ξανά και μένοντας μπροστά στην τζαμαρία σαν άγαλμα άφησε την ματιά του να ταξιδέψεις στα φώτα του ορίζοντα χωρίς να ξανακουνηθεί πίνοντας ενώ όλες του οι μύες πάλλονταν σαν τρελές εκδηλώνοντας το πόσο εκνευρισμένος ήταν.
Έντουαρτ
Δεν φτάνει που είχα περάσει μια μέρα σκατά... εξαιτίας της Όρκας που μου το έπαιζε και την δύσκολη και χρειάστηκε να εξαπολύσω σχεδόν όλη μου την γοητεία απάνω της για να την ρίξω στα δίχτυα μου... Δεν φτάνει που είχε επιλέξει την δική τους παρέα αντί για την δική μου... δεν φτάνει που αντί να είναι εδώ για να με κάνει να ξεχάσω όλη την αηδία που νιώθω από το απαίσιο κορμί της ηλίθιας που πιστεύει ότι είναι το κέντρο του κόσμου... θα μου την πει και από πάνω;... Ε όχι αυτό πάει πολύ... Η θέση της είναι εδώ... δίπλα μου... όχι με ένα μάτσο πούστηδες που δεν έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν από το να διοργανώνουν κάθε τρεις και λίγο χάπενινγκ ενώ ντυνόντουσαν γυναίκες και να χορεύουν σε μπάρες και δεν ξέρω εγώ τι άλλα κάνανε για να διασκεδάζουν... Η θέση της είναι εδώ... για να με κάνει να νιώθω καλύτερα μετά από της αηδιαστικές μου αποστολές, να με κάνει να νιώθω όμορφα και όχι έτοιμος να ξεράσω όπως ένιωθα αυτήν την στιγμή από όλη την αηδία που είχε κατακλύσει όλο του το είναι.
«Δύσκολη μέρα;» ρώτησε απαλά καθώς το χέρι της διστακτικά ακουμπούσε την πλάτη μου και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει από μέσα μου βαριά ήπια με μια γουλιά όλο το υπόλοιπο από το περιεχόμενο του ποτηριού μου και αφήνοντας το πάνω στο πιάνο κατένευσα καθώς τύλιγα το χέρι μου γύρω από το κορμί της για να την φέρω πιο κοντά μου ώστε να αφήσω την ζεστή της επιδερμίδα να με κατευνάσει πριν εξοστρακιστώ τελείως... Τι έφταιγε και εκείνη... πως θα μπορούσε να ξέρει τι με βασάνιζε ή ακόμα χειρότερα αν το ήξερε, σίγουρα θα είχε άλλον έναν λόγο τώρα να ήταν μακριά μου και αυτό δεν θα το άντεχα με τίποτα.
«Είναι τόσο όμορφα» σχολίασε με την ματιά της μακριά να κοιτά τα φωτάκια που αναβόσβηναν από τα σπίτια που ήταν στον ορίζοντα.
«Εσύ είσαι πολύ πιο όμορφη από αυτά» είπα και άφησε ένα δύσπιστο χαμόγελο να της ξεφύγει καθώς έμπαινε μπροστά μου αλλά μόλις με κοίταξε στα μάτια, έμεινε για λίγο ανέκφραστη καθώς τα χέρια της απαλά χάιδευαν με τον πιο τρυφερό τρόπο το πρόσωπο μου.
Γαμώτο την είχα τόσο ανάγκη... είχα τόσο ανάγκη να την φιλήσω... να αφήσω την απίστευτη γεύση της να με κατακλύσει και να πάρει μακριά όλη εκείνην την αηδιαστική γεύση που τώρα με βασάνιζε και με έκανε να θέλω να ξεράσω όλη εκείνην την αηδία που ένιωθα από την στιγμή που φίλησα την όρκα για να την λυγίσω.
«Υπάρχουν στιγμές... όπως αυτή... που νιώθω πολύ έντονα ότι θες να με φιλήσεις... Γιατί δεν το κάνεις;» είπε και με έστειλε για άλλη μια φορά στα τάρταρα... Πως διάολο το κάνεις αυτό ρε Μπέλλα;... Γιατί πρέπει να είσαι τόσο παρατηρητική;... Γιατί πάντα πρέπει να πετάς την πιο ταιριαστή ατάκα για να μου χτυπήσεις όλα όσα με πνίγουν;
«Είναι αργά... ώρα για ύπνο» δήλωσα αυστηρά και αρπάζοντας την από την μέση την έβαλα πάνω στον ώμο μου και την παρέσυρα προς το κρεβάτι και εκείνη άρχισε να χαχανίζει σαν 5 χρόνο.
Ανασηκώνοντας τα σκεπάσματα την έβαλα απαλά πάνω στα μαξιλάρια και πριν προλάβει να κάνει τίποτα... τρύπωσα και εγώ από κάτω και βάζοντας την πλάτη της να ακουμπήσει πάνω στο στήθος μου... την κράτησα μέσα στην αγκαλιά μου και άφησα το κεφάλι μου να ακουμπήσει απαλά πάνω στο δικό της με την ματιά μου να είναι μακριά.
«Έντουαρτ;» ρώτησε δειλά και αναστέναξα... Τι άλλο με περιμένει;... αναρωτήθηκα αλλά δεν κουνήθηκα σπιθαμή... «Πως σκέφτεσαι τον εαυτό σου σε 10 με 15 χρόνια από τώρα;» ρώτησε και πήρα μια βαθιά ανάσα.
«Δεν νομίζω ότι θα έχει καμία μεγάλη διαφορά από τώρα» απάντησα απλά και εκείνη γύρισε το κεφάλι για να με αντικρίσει και εγώ την κοίταξα ανέκφραστος.
«Ξέρεις ότι δεν θα μπορείς να το κάνεις αυτό για πάντα» δήλωσε και χαμογέλασα καθώς της χάιδευα απαλά το μάγουλο της.
«Σε αυτήν την περίπτωση... απλά εύχομαι η επόμενη σφαίρα να με αποτελειώσει» της δήλωσα απλά και εκείνη έμεινε να με κοιτά δύσπιστα.
«Δεν μπορεί να μιλάς σοβαρά» είπε και γέλασα πιο πλατιά γιατί εγώ το εννοούσα.
«Μιλάω απόλυτα σοβαρά... Το έχω σκεφτεί πάρα πολλές φορές... και πάντα καταλήγω στο ίδιο συμπέρασμα... Δεν μπορώ να ζήσω διαφορετικά, οπότε προτιμώ να πεθάνω παρά να μου το στερήσουν» της είπα και έμεινε σοκαρισμένη να με κοιτά χωρίς να μπορεί να πει κάτι πάνω σε αυτό... «Εσύ πως τον έχεις φανταστεί τον εαυτό σου;» της γύρισα την ερώτηση για να την ξεκολλήσω και αμέσως άρχισε να κοιτάει γύρω της με την ανάσα της να επανέρχεται σταδιακά καθώς την είχε χάσει.
«Δεν νομίζω ότι θα σου αρέσει η απάντηση» δήλωσε και πήρα μια βαθιά ανάσα.
«Δοκίμασε με» την παρότρυνα και μόλις η ματιά της αντίκρισε και πάλι την δική μου, υπήρχε μέσα σε αυτήν μια περίεργη ζεστασιά που δεν ήξερα πραγματικά τι να σκεφτώ γι αυτό.
«Φαντάζομαι τον εαυτό μου... να είμαι καθισμένη σε ένα καναπέ μπροστά στο τζάκι...» ξεκίνησε και όλο της το πρόσωπο φωτίστηκε τόσο πολύ που με έκανε να σαστίσω από την ομορφιά της... τόσο πολύ που με το ζόρι κατάφερα να συγκεντρωθώ σε ότι είπε παρακάτω... «Να είμαι μέσα στην αγκαλιά του αγαπημένου μου και να κοιτάμε μαζί τα παιδιά μας, να είναι απλωμένα στο πάτωμα κάτω από το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, να ξεφωνίζουν από χαρά ανοίγοντας τα δώρα τους... τα μεγαλύτερα να συναρμολογούν τα παιχνίδια ενώ τα μικρότερα να τραβάνε τα παιχνίδια το ένα από το άλλο και να τσιρίζουν... “Όχι δικό μου είναι... όχι δικό μου είναι”... και εμείς να τα κοιτάμε και η καρδιά μας να ξεχειλίζει από περηφάνια και αγάπη για εκείνα» τελείωσε την φράση της και έμεινα αποσβολωμένος να την κοιτώ χωρίς να είμαι ικανός να κάνω μια λογική σκέψη.
Τι άλλο περίμενες ρε μαλάκα να σου πει;... Ότι φαντάζεται την ζωή της να ζει μέσα στην σαπίλα και την κακομουντρουχιά σου;... Ότι την φαντάζεται να είναι κρεμασμένη από στέγες να κάνει τον κλέφτη;... Ή ότι την φαντάζεται να είναι με ένα άψυχο και ηλίθιο τέρας σαν και εσένα να της μαυρίζει την ζωή κάθε τρεις και λίγο γιατί δεν είναι ικανός να χαλιναγωγήσει έστω και λίγο τα άγρια ενστικτά του ακόμα και γι αυτό το πλάσμα που υποτίθεται ότι είναι πλέον όλη του η ζωή... που υποτίθεται ότι είναι ο λόγος της ύπαρξης του;... Μην έχεις αυταπάτες... δεν πρόκειται να σε δει ποτέ όπως θες να σε δει... γιατί ποτέ δεν πρόκειται να γίνεις κάτι ισάξιο της... ποτέ δεν πρόκειται να γίνεις τίποτα παραπάνω από ένα άδειο κουφάρι.
«Μιας και που ανέφερες την οικογένεια...» είπα ενώ κατάπινα με δυσκολία λες και είχε σταθεί ένας τεράστιος κάκτος πάνω στο λαρύγγι μου... «Η περίοδος σου δεν θα έπρεπε να είχε έρθει;» είπα αμέσως το πρώτο που μου ήρθε για να σβήσω τις προηγούμενες μου σκέψεις και εκείνη παίρνοντας ένα σοκαρισμένο πειραχτικό ύφος που σε άλλη περίπτωση θα το είχα καταλάβει από την αρχή αλλά στην σύγχυση που βρισκόμουν αυτήν την στιγμή δεν έδωσα και τόση σημασία.
«Λες να περιμένουμε τον πρώτο διάδοχο;» ρώτησε ενώ με κοίταζε με γουρλωμένα μάτια καθώς έβαζε τα χέρια της πάνω στην κοιλιά της και αυτό έφτασε να με κάνει να εξοστρακιστώ τελείως.
Όλα γύρω μου ξαφνικά μαύρισαν... και χωρίς να σκεφτώ απλά έπραξα όπως θα έκανα κάθε άλλη φορά...
«Σήκω» διέταξα απαιτητικά και αφήνοντας την απότομα από την αγκαλιά μου κάνοντας το σώμα της να πέσει απότομα πάνω στο στρώμα σηκώθηκα όρθιος και περίμενα από εκείνην να κάνει το ίδιο αλλά εκείνη σοκαρισμένη γυρίζοντας προς το μέρος μου με κοίταξε χωρίς να αντιδρά και αυτό με έκανε χειρότερα.
«Να σηκωθώ να πάω που;» ρώτησε εύλογα χωρίς να κουνιέται και μην έχοντας άλλες αντοχές για τα τερτίπια της, κάνοντας τον γύρω του κρεβατιού την άρπαξα από το μπράτσο και στην κυριολεξία, σέρνοντας την προς στην τουαλέτα καθώς η ίδια δεν είχε προλάβει να βρει την ισορροπία της, την άφησα μπροστά από την λεκάνη της τουαλέτας και πηγαίνοντας προς το ντουλαπάκι του μπάνιου το άνοιξα και βρίσκοντας τα τεστ εγκυμοσύνης που φίλαγα εκεί... πήρα ένα στα χέρια μου και αφού έλεγξα την ημερομηνία και είδα ότι είναι οκ... το άνοιξα και γυρίζοντας προς το μέρος της, της το έτεινα και εκείνη με κοίταζε ακόμα σοκαρισμένη.
«Κάντο» διέταξα και εκείνη κοιτώντας το χωρίς να το αναγνωρίζει έμεινε ακόμα ακίνητη χωρίς να το παίρνει.
«Τι είναι αυτό;» ρώτησε και αναστέναξα.
«Τεστ εγκυμοσύνης... Κάντο» διέταξα ξανά πιο αλλόφρων και ζάρωσε τα φρύδια της με απορία.
«Έχεις ξεφύγει τελείως;... Για ποιον λόγο;» ρώτησε ξανά και λίγο ήθελα να την βουτήξω και την βάλω να το κάνει με το ζόρι.
«Μην με αναγκάσεις να βάλω να το κάνεις με το ζόρι... Κάντο τώρα» της φώναξα και εκείνη τινάχτηκε από την έκπληξη αλλά τελικά το πήρε και με κοίταξε υπομονετικά.
«Τουλάχιστον μπορείς να πας μέσα;» ρώτησε καθώς έβλεπε ότι δεν το κουνούσα ρούπι από την θέση μου και την κοίταξα πιο αυστηρά.
«Ξέχνα το... θα το κάνεις μπροστά μου... δεν σου έχω εμπιστοσύνη» της είπα πάνω στον παραλογισμό μου και η έκφραση της αμέσως όλη άλλαξε και ο πόνος που διαπέρασε την ματιά της θα έπρεπε να με είχε κάνει να συνέλθω από όλη αυτήν την παραζάλη αλλά δυστυχώς δεν έγινε τίποτα τέτοιο αντίθετα με έκανε να τα χάσω περισσότερο.
«Όχι δεν μπορώ να το κάνω... αν θες σόνι και ντε να το κάνω, τράβα έξω» είπε με πείσμα νευριασμένη και ξεφεύγοντας τελείως, αφού της κατέβασα το εσώρουχο της με το έτσι θέλω, την τράβηξα προς τα πίσω και αφού την ανάγκασα να καθίσει στην τουαλέτα την συγκράτησα με τέτοια δύναμη που της ξέφυγε μια κραυγή από τον πόνο που ένοιωσε αλλά ούτε αυτό ήταν ικανό να με κάνει να σταματήσω... και παίρνοντας το τεστ από τα χέρια της άνοιξα το καπάκι και βάζοντας το ανάμεσα από τα πόδια της την κοίταξα επιβλητικά.
«Κάντο τώρα» απαίτησα και εκείνη έκλεισε τα μάτια της για να αποφύγει την ματιά μου ενώ τα μάτια της άρχιζαν να ξεχειλίζουν...
Εντάξει είχα ξεφύγει τελείως αλλά δεν μπορούσα να το ελέγξω... δεν μπορούσα να το διανοηθώ να μας συμβεί κάτι τέτοιο... και μόνο στην ιδέα να της επιβάλω να κάνει έκτρωση στην περίπτωση που θα ήταν έγκυος με τρέλαινε... αλλά ήταν μονόδρομος και δεν μπορούσα να το διακινδυνεύσω.
«Κάντο» τσίριξα μέσα στα αυτιά της και τρέμοντας ολόκληρη ενώ μυξοέκλαιγε χωρίς να έχει επιλογή, τελικά άφησε τον εαυτό της ελεύθερο και μόλις άκουσα ότι τελείωσε την απελευθέρωσα από το κράτημα μου και κλείνοντας το καπάκι του τεστ το πέταξα απάνω στον νιπτήρα και ανοίγοντας την βρύση άρχισα να πλένω τα χέρια μου με μανία προσπαθώντας πολύ σκληρά να συγκεντρωθώ ώστε να μαζέψω τις σκέψεις μου χωρίς να κοιτώ εκείνη τι έκανε μέχρι που άκουσα την πόρτα του δωματίου της να κλείνει με δύναμη και να κλειδώνει και με ένα κλικ μέσα μου όλα ξεκαθάρισαν και άρχιζα να βρίζω ασύστολα τον εαυτό μου που για άλλη μια φορά τα είχα κάνει όλα σκατά... και αυτήν την φορά ήμουν σίγουρος ότι δεν επρόκειτο να μου το συγχωρέσει... όχι ότι θα είχε άδικο.
Το τεστ όπως ήταν φυσικό... ήταν αρνητικό... και ενώ αυτό θα έπρεπε να με ανακουφίσει... αντιθέτως με έκανε χειρότερο που δεν κατάφερα να συγκρατηθώ ώστε να δουλέψει η λογική μου σωστά και να καταλάβω από την αρχή ότι με πείραζε αφού ξέραμε και οι δύο πάρα πολύ καλά, ότι δεν υπήρχε περιθώριο για κανένα λάθος από την στιγμή που παίρναμε όλες τις προφυλάξεις.
Γαμώ το κέρατο μου γαμώ... πόσο ηλίθιος είμαι πια;... πόσο;
Μπέλλα
Δεν είχα νιώσει ποτέ ξανά στην ζωή μου τέτοιο εξευτελισμό... Δεν ξέρω ποιο είναι το πρόβλημα του... αλλά όποιο και να ήταν δεν θα τον άφηνα ξανά να με εξευτελίσει κατ’ αυτόν τον τρόπο... Θα μου το πλήρωνε πολύ ακριβά το σημερινό... Πάρα πολύ ακριβά.
Έντουαρτ
Άφησα το βράδυ να περάσει δίνοντας της το περιθώριο να το ξεπεράσει με τον τρόπο της και πρωί, πρωί πήγα σε ένα εικοσιτετράωρο πολυκατάστημα και αφού πήρα ότι στην κυριολεξία βρήκα μπροστά μου από στολίδια και όλες αυτές τις αηδίες που χρησιμοποιούν για να στολίζουν τα σπίτια τέτοιες μέρες... πήρα και ένα πανύψηλο φυσικό δέντρο από έναν πωλητή που βρήκα στον δρόμο και πήγα στο σπίτι για να της κάνω έκπληξη.
Αφού έστησα το δέντρο μπροστά στο τζάκι στο σαλόνι... έβαλα και της κούτες με τα στολίδια στο πάτωμα και ετοιμάζοντας ένα πλούσιο πρωινό με κρουασανάκια που της άρεσαν και με ότι άλλο ήξερα ότι προτιμάει για πρωινό... έφτιαξα έναν τεράστιο δίσκο με καφέ γάλα και χυμό... και της τον ανέβασα στο δωμάτιο της... Ήξερα ότι η μάχη θα ήταν σκληρή... αλλά δεν θα λύγιζα μέχρι να την δω να με συγχωρεί... στο κάτω κάτω ήταν μια στιγμή αδυναμίας... πόσο θα μου το κρατούσε πια;
Χτυπώντας την πόρτα της άκουσα από μέσα που εκείνη δυνάμωνε επίτηδες την φωνή της τηλεόρασης που της είχα αγοράσει πριν γυρίσουμε από το ξενοδοχείο... τι το ήθελα;
«Μπέλλα άνοιξε την πόρτα σου έχω φτιάξει πρωινό» έκανα την πρώτη προσπάθεια και για απάντηση η φωνή της τηλεόρασης άνοιξε περισσότερο και αναστέναξα... «Μπέλλα μην με κάνεις να την ανοίξω μόνος μου» απείλησα αλλά αμέσως το μετάνιωσα και μόλις κατάλαβα ότι δεν θα έπαιρνα καμία απάντηση... άφησα τον δίσκο στο πάτωμα... έβγαλα από την τσέπη μου το αντικλείδι αλλά όπως το περίμενα... εκείνη είχε αφήσει το κλειδί της πάνω στην πόρτα και το είχε γυρίσει έτσι ώστε να μην μπορώ να ανοίξω με το δικό μου κλειδί και αυτό με έκανε να εξοργιστώ... Τέτοιο πείσμα πια;... «Μπέλλα άνοιξε την πόρτα σε παρακαλώ... θέλω να σου ζητήσω συγνώμη... άφησε με να το κάνω σωστά» προσπάθησα άλλη μια φορά αλλά εκείνη ανεβάζοντας την ένταση της τηλεόρασης αν είναι δυνατόν πιο δυνατά, έμεινε και πάλι στην σιωπή και δεν είχα ιδέα τι άλλο να κάνω για να την μεταπείσω... Σίγουρα το να σπάσω την πόρτα δεν θα ήταν και ο καλύτερος τρόπος για να την κάνω να με συγχωρέσει, οπότε έμεινα έξω από την πόρτα της αναποφάσιστος μέχρι που το κινητό μου χτύπησε και μόλις είδα να με καλεί η Όρκα έβρισα σιγανά... «Γαμώτο εσύ μου έλειπες τώρα» είπα και πηγαίνοντας προς το δωμάτιο μου έκλεισα την πόρτα πίσω μου και αναγκαστικά απάντησα στην κλίση της.
«Ναι;» ρώτησα και καλά ανάλαφρα.
«Πως κοιμήθηκε το αγοράκι μου;» ρώτησε με ένα τελείως χυδαίο τρόπο που μου ανακάτεψε το στομάχι.
«Καθόλου καλά» απάντησα αυτόματα και έσφιξα την μπουνιά μου για να μπορέσω να συγκρατήσω τον εαυτό μου... Τι διάολο με έχει πιάσει πια;... Θα τα καταστρέψω όλα γιατί εκείνη δεν μου μιλάει και με το δίκιο της;
«Γιατί μωρουλίνι μου;» ρώτησε η Όρκα και κατέπνιξα ότι άλλο με βάραινε και άρχισα να μπαίνω στο παιχνίδι καθώς πήγαινα προς την τουαλέτα.
«Πως θα μπορούσα να κοιμηθώ όταν μου στροβιλίζεις την σκέψη μου και δεν με αφήνεις σε ησυχία;» η αλήθεια καμία φορά είναι το πιο πιστικό ψέμα για τέτοιες περιπτώσεις σκέφτηκα και έκανα μια αηδιαστική γκριμάτσα στον καθρέφτη.
«Ωωωω μωρό μου... σε βασανίζει η σκέψη μου;» τσίμπησε το θωρηκτό και δεν είχα ιδέα πως κρατήθηκα για να μην γελάσω.
«Δεν έχεις ιδέα πόσο» επιβεβαίωσα.
«Κάνε λίγη υπομονή μωρό μου... μια βδομάδα είναι θα περάσει και στην Φιλανδία θα κάνουμε όσες τρελίτσες θες... Ξέρεις ότι εδώ όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα απάνω μας» ευτυχώς γιατί αλλιώς δεν θα το άντεχα.
«Μπορώ να κάνω και τίποτα άλλο;... Μια βδομάδα... μέρα παραπάνω» την απείλησα και το ζώον χαχάνισε από ικανοποίηση.
«Μια βδομάδα μωρό μου και θα είμαι όλη δική σου» με αυτό το πλευρό να κοιμάσαι.
«Πως και τόσο πρωινή;» ρώτησα για να αλλάξουμε κουβέντα και άκουσα έναν βαριεστημένο αναστεναγμό από μέρους της.
«Δεν με χωράει το σπίτι και έλεγα αν θες να πάμε για πρωινό κάπου μαζί»
«Που έχεις υπόψιν σου;» ρώτησα και καλά με ενθουσιασμό ενώ μέσα μου έβραζα που θα έπρεπε να την αφήσω μόνη της πάλι και μάλιστα χωρίς πρώτα να έχω καταφέρει να την κάνω να ξεχάσει την χθεσινή βραδιά.
«Στο “Buster”;» ρώτησε και έπνιξα στον αναστεναγμό μου.
«Σε μισή ώρα θα είμαι εκεί» της επιβεβαίωσα και αφού χαιρετηθήκαμε έκλεισα στο κινητό και το πέταξα πάνω στον νιπτήρα τελείως νευριασμένος... Δεν μου φτάνει που δεν έχω κλείσει μάτι όλη νύχτα τώρα θα έπρεπε να την φάω και στην μάπα πρωί, πρωί;... Ευτυχώς που θα βρισκόμασταν σε δημόσιο χώρο και δεν θα χρειαζόταν να κάνω τίποτα παραπάνω από αυτό γιατί πραγματικά δεν θα το άντεχα δεύτερη μέρα στην σειρά.
«Μπέλλα πρέπει να φύγω» της είπα ενώ χτύπαγα την πόρτα της κάνοντας άλλη μια απελπισμένη προσπάθεια και η απάντηση ήρθε έτοιμη.
«Χέστηκα» είπε και γέλασα ενώ περνούσα το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου.
«Το πρωινό σου έχει παγώσει» της είπα άλλη μια φορά για να δω της αντιδράσεις της και η απάντηση ήρθε ξανά η ίδια.
«Χέστηκα» αγύριστο, πεισματάρικο κεφάλι.
«Τα λέμε το μεσημέρι» την πληροφόρησα και αυτήν την φορά δεν ήρθε καμία άλλη απάντηση και αναγκαστικά έφυγα γιατί αρκετά είχα ρίξει τα μούτρα μου... Κάποια στιγμή θα το ξεπερνούσε που θα πήγαινε και τότε ίσως να ήταν πιο λογική για να με ακούσει... ή ίσως και όχι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου