«Μπορείς να πιάσεις το κινητό από την τσέπη μου;» ρώτησε πριν το φανάρι ανάψει και ξεφύσησα από την μύτη τρίζοντας τα δόντια μου προσπαθώντας πολύ σκληρά να τον αγνοήσω πριν εξοστρακιστώ τελείως... μουρμουρίζοντας από μέσα μου.
Εδώ ο κόσμος καίγεται και το καυλί χτενίζεται... να είχε και τίποτα να χτενίσει πάει στο καλό... Μα καλά πως είναι δυνατών να κάνει αποτρίχωση μέχρι και εκεί;... αναρωτήθηκα απελπισμένα με το μυαλό μου να ξεφεύγει τελείως...
Μπέλα δεν είναι ώρα για τέτοιες σκέψεις... η φωνή της λογικής με επανέφερε και καθώς εκείνος συνέχιζε το παιχνίδι του με έκανε να βγω τελείως από τα ρούχα μου.
«Δεν με λυπάσαι καθόλου... πληγωμένο άνθρωπο;» ρώτησε και καλά αθώα.
«Απαίτησες να μην το ξανακάνω... Οπότε όχι» του απάντησα ψυχρά βγάζοντας όλο το δηλητήριο που ανάβλυζε από μέσα μου και για μια στιγμή εκείνος πάγωσε.
Βλέποντας το φανάρι να ανάβει πράσινο με όλον τον εκνευρισμό που με είχε καταβάλει... κάρφωσα την πρώτη και πατώντας παραπάνω το γκάζι... έκανα το αυτοκίνητο να κλωτσήσει και μόλις η μηχανή του έσβησε... χτύπησα το χέρι μου πάνω στο τιμόνι ενώ σβήνοντας την για να την ξαναβάλω μπρος εξέφραζα τα νεύρα μου πια δυνατά.
«Άντε γαμήσου και εσύ... κωλάμαξο» έλεγα και το γελάκι του Έντουαρτ με έκανε να ξεπεράσω κάθε προηγούμενο... «Ειλικρινά Έντουαρτ... αν δεν το κόψεις τώρα, είμαι στο τσακ να σε παρατήσω όπως είσαι και να σηκωθώ να φύγω» τον απείλησα με τα μηλίγγια μου να πάλλονται τόσο γρήγορα που με έκαναν να νιώθω ότι θα πάθω κανένα εγκεφαλικό από την πίεση που μου προκαλούσε ενώ το πρόσωπο μου πια έπρεπε να είχε κατακοκκινίσει.
«Και που θα βρεις χειρότερα;» ρώτησε προκαλώντας με περισσότερο και αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε.
Με τα κορναρίσματα από πίσω... το κοροϊδευτικό ύφος του Έντουαρτ... και τα νεύρα μου να χτυπάνε κόκκινο... σφίγγοντας το τιμόνι πιο δυνατά με το ένα μου χέρι, έβαλα το άλλο μου χέρι πάνω στην μίζα για να βάλω μπροστά ξανά το αμάξι λέγοντας με πικρία.
«Μην αγχώνεσαι... και η μοίρα μου δεν θα με αφήσει έτσι... Όλο και κάποιον χειρότερο θα βρει να μου στείλει για να με αποτελειώσει...» του πέταξα και βάζοντας μπρος ξανά, πατώντας το γκάζι έκανα το αυτοκίνητο να πετάξει... ενώ δεν παρέλειπα να μουρμουρίζω ότι με έπνιγε μέσα μου από όλην αυτήν την κοροϊδία που έτρωγα λίγο από εκείνον και λίγο από τα βρισίδια και τα κορναρίσματα των αυτοκινήτων που ήταν πίσω μας... «Άστο διάολο όλοι σας πια... όταν εσείς πιάνατε τιμόνι για πρώτη φορά στην ζωή σας ξέρατε να οδηγείτε;... Δεν σας έσβησε ποτέ η μηχανή;... Γιατί πάντα πρέπει να κοροϊδεύεται ότι και οι ίδιοι έχετε κάνει άπυρες φορές στην ζωής σας;.....» και άλλα πολλά που πραγματικά δεν θυμάμαι γιατί είχα ξεφύγει τελείως.
Προς μεγάλη μου έκπληξη ο Έντουαρτ αντί να απαιτήσει να τα πω πιο δυνατά, όπως θα έκανε κάθε άλλη φορά... ή αντί να εκνευριστεί... παραμένοντας σιωπηλός, με άφησε να ξεσπάσω όλον μου τον εκνευρισμό... μέχρι που έφτασε η στιγμή να με καθοδηγήσει ξανά προς το σπίτι της Ρόουζ... που κατάλαβα ότι κατευθυνόμασταν από το τηλεφώνημα που της έκανε.
Σβήνοντας την μηχανή, μόλις πάρκαρα το αυτοκίνητο στο γκαράζ της Ρόουζ, μέχρι εκείνη να έρθει κοντά μας, έκλεισα τα μάτια αφήνοντας το κεφάλι μου να ξεκουραστεί στο μαξιλάρι του καθίσματος και ο Έντουαρτ βάζοντας το χέρι του απαλά πάνω στο δικό μου, με έκανε να τον κοιτάξω.
«Είσαι καλά;» ρώτησε με αγωνία και αυτό με έκανε να τρελαθώ περισσότερο.
«Ναι λες και σε νοιάζει» του είπα εκνευρισμένα, τραβώντας το χέρι μου από το δικό του ενώ πάλευα να βγάλω την διαολεμένη ζώνη και εκείνος με σταμάτησε.
«Μπέλα...» αγνοώντας τον μόλις κατάφερα να πατήσω την ασφάλεια της ζώνης, την αφαίρεσα από πάνω μου και προσπάθησα να βγω με όση αξιοπρέπεια μου είχε απομείνει... «Μπέλα...» απαίτησε ξανά με το χέρι του να σφίγγει σαν μέγγενη γύρω από το δικό μου καθηλώνοντας με ξανά στο κάθισμα... «Είσαι καλά;» ρώτησε ξανά και τρίζοντας τα δόντια μου έμεινα να τον κοιτώ με μια δολοφονική ματιά, ενώ ανάσαινα γρήγορα χωρίς να του απαντώ και η Ρόουζ μας έβγαλε από την σύντομη σιωπή.
«Θα μου πει κανείς τι γίνεται εδώ;... Καλά μωρή πως διάολο κατάφερες να διαλύσεις τέτοιο αριστούργημα;» συνέχιζε εκείνη και ο Έντουαρτ αφήνοντας με, ξεφυσώντας από την μύτη του, γύρισε από την άλλη για να ανοίξει την πόρτα αλλά από το χτύπημα δεν άνοιγε με τίποτα.
«Έλα να με βοηθήσεις να την ανοίξουμε... και άσε τις ερωτήσεις για μετά» απαίτησε εκείνος και η Ρόουζ στριφογύρισε τα μάτια της ενώ δεν παρέλειψε να μου ρίξει μια ματιά όλο δηλητήριο.
Αγνοώντας και τους δύο πήγα στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου και μόλις άνοιξα το πορτμπαγκάζ και ο Φλικ βγήκε από μέσα, εκείνη αφήνοντας μια στριγκλιά έκανε το σώμα της πιο πίσω ακριβός την στιγμή που Φλικ άρχισε να ξεγυμνώνει τα δόντια του.
«Φλικ... ήρεμα αγόρι μου» του είπα αμέσως συγκρατώντας τον από το κολάρο του, ενώ χαμηλώνοντας το κορμί μου τον έκλεισα στην αγκαλιά μου.
«Πάρε αυτόν τον δαίμονα από μπροστά μου» φώναξε εκείνη κοιτώντας με ξαφνιασμένα αλλά και σοκαρισμένη ταυτόχρονα χωρίς να είναι ικανή να συντονίσει τις σκέψεις της.
«Ρόζαλη... επιτέλους βγάλε με από εδώ γαμώτο σου... Θα τον κρατήσει η Μπέλα» της είπε εκνευρισμένα ο Έντουαρτ και εκείνη γυρίζοντας την ματιά της προς τον Έντουαρτ, τον κοίταξε δύσπιστα αλλά τελικά πηγαίνοντας προς το τέρμα του γκαράζ που είχε κάποια εργαλεία, πήρε ένα μεγάλο σιδερένιο εργαλείο που δεν είχα ιδέα πως λεγόταν και με αυτό τον βοήθησε να ανοίξει την πόρτα καταστρέφοντας την τελείως.
«Ω ρε πούστη μου... εσύ έχεις πάθει μεγάλη ζημιά... Μην περιμένεις να πάρω την ευθύνη και να σου το βγάλω εγώ...»είπε και εκείνος την κοίταξε προειδοποιητικά... Σηκώνοντας τα χέρια της ψιλά αμυντικά συνέχισε... «Ξέχνα το... είναι πολύ βαθύ... Πήγαινε σε κανένα νοσοκομείο»
«Ρόουζ... βλέπεις να φτάνω να το κάνω μόνος μου;» την ρώτησε αφρίζοντας.
«Μπορώ να το κάνω εγώ...» προσφέρθηκα και γύρισαν αυτόματα προς το μέρος μου δύσπιστα... «Αν φυσικά το θες»
«Το έχεις ξανακάνει;» ρώτησε ο Έντουαρτ και πήρα μια βαθιά ανάσα.
«Όχι σε ζωντανό άνθρωπο... αλλά έχω παρακολουθήσει μαθήματα... στην περίπτωση που χρειαζόταν για την γιαγιά μου» Εξήγησα και ο Έντουαρτ έβγαλε την ανάσα του εξουθενωμένα ενώ κατένευσε.
«Πάμε μέσα» διέταξε και η Ρόουζ πρώτη από όλους μας, βγήκε από την πόρτα που οδηγούσε προς το εσωτερικό του σπιτιού της... κλείνοντας την πίσω της με δύναμη από τα νεύρα της... «Φλικ μείνε εδώ και μην κάνει καμία βλακεία» τον προειδοποίησε αυστηρά και εκείνος αμέσως έκατσε σούζα και εγώ ισιώνοντας το κορμί μου τον κοίταξα και κάνοντας νόημα με το κεφάλι του, μου υπέδειξε να πάω προς το μέρος που είχε φύγει και η Ρόουζ.
«Ότι χρειάζεσαι ξέρεις που θα τα βρεις... Θα πάω να σας φέρω τίποτα για να αλλάξετε... και να ετοιμάσω τον καναπέ για τηνννν» είπε με αηδία στην φωνή της η Ρόουζ μόλις μπήκαμε στην τουαλέτα που ήταν στον δεύτερο όροφο του σπιτιού της... και ο Έντουαρτ την έκοψε κατευθείαν.
«Η Μπέλα θα κοιμηθεί μαζί μου» δήλωσε και η Ρόουζ τον κοίταξε σοκαρισμένη... «Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;» την ρώτησε και τρίζοντας τα δόντια της χωρίς να πει τίποτα άλλο γύρισε την πλάτη της και έφυγε... «Δεν διακινδυνεύω να είναι μαζί στον ίδιο χώρο» διευκρίνισε... και κατένευσα ενώ γυρίζοντας την πλάτη μου άρχισα να σηκώνω τα μανίκια μου για να τα πλύνω τα χέρια μου καλά πριν ξεκινήσω.
«Γιατί δεν βγάζεις την καπαρντίνα σου;» ρώτησε εκείνος ενώ καθόταν στο σκαμπό που ήταν πίσω μου και άρχισα να ανασαίνω και πάλι γρήγορα.
«Γιατί κρυώνω... έχεις κάποιο πρόβλημα σε αυτό;» τον ρώτησα εκδηλώνοντας όλον μου τον εκνευρισμό και εκείνος σήκωσε τα χέρια του ψιλά αμυντικά δηλώνοντας μου ότι δεν ήθελε να με προκαλέσει περισσότερο... ενώ παίρνοντας το μπουκάλι με το ουίσκι που του είχε αφήσει η Ρόουζ από το μπάγκο... έβγαλε το καπάκι και άρχισε να το κατεβάζει σαν νερό... «Το θεωρείς καλή ιδέα;» τον ρώτησα και μόλις κατέβασε το μπουκάλι σκούπισε το στόμα του με την αναστροφή του χεριού του και παίρνοντας μια ανάσα έκλεισε τα μάτια του για να συγκεντρωθεί... Με μια γουλιά είχε κιόλας αδειάσει το ¼ του μπουκαλιού... Μα καλά πότε πρόλαβε;... αναρωτήθηκα.
«Προτείνω ο καθένας να κοιτάξει την δουλειά του... Τι λες;» ρώτησε χωρίς να ανοίγει τα μάτια του και τα παράτησα.
Τράβα κουρέψου μαλάκα... εγώ φταίω που ενδιαφέρομαι κιόλας... Μουρμούρισα μέσα μου και γυρίζοντας την πλάτη μου βάζοντας σε σειρά όσα χρειαζόμουν παίρνοντας το τοπικό αναισθητικό και μια γάζα με αντισηπτικό πήγα πίσω από την πλάτη του... και απομακρύνοντας το ξεραμένο και το νωπό αίμα γύρω από την πληγή του άρχισα να απλώνω την τοπική αναισθητική γύρω από την πληγή του.
Αμέσως άρχισε να γίνεται ανυπόμονος ενώ όλο του το δέρμα άρχισε να τσιτώνεται και πραγματικά δεν ήξερα τι να κάνω για να του πάρω τον πόνο μακριά αλλά δεν μπορούσα να κάνω και περισσότερα μέχρι η αναισθησία να τον πιάσει.
«Θα το βγάλεις επιτέλους να τελειώνουμε;» ρώτησε εκνευρισμένος και αναστέναξα.
«Προτείνω ο καθένας να κοιτάξει την δουλειά του... Τι λες;» του γύρισα τα λόγια του όπως ακριβός τα είχε πει ο ίδιος και τρίζοντας τα δόντια του με κοίταξε για μια στιγμή με μια δολοφονική ματιά μέσα από τον καθρέπτη... αλλά προς μεγάλη μου έκπληξη... κατέπνιξε ότι άλλο ήθελε να μου πετάξει και πίνοντας μια γερή γουλιά από το μπουκάλι του έκλεισε τα μάτια του σταματώντας την ανάσα του και αφού την άφησε ξανά να βγει από μέσα του αργά... έσκυψε μπροστά το κεφάλι του και έμεινε ακίνητος περιμένοντας και πάλι υπομονετικά.
Με την κίνηση του αυτή, από τα μαλλιά του έπεσαν σκόνες από τα συντρίμμια και έτσι αναγκάστηκα για άλλη μια φορά να καθαρίσω την πληγή του και γύρω από αυτήν πριν πάθει καμία μόλυνση και υπενθύμισα στον εαυτό μου να μην τον αφήσω να το ξανακάνει μέχρι να τελειώσω.
Καθώς το χέρι μου πέρναγε από τα παλιά του σημάδια καθαρίζοντας τα, ξαφνικά ένιωσα σαν κάποιος να μου έδωσε μια γροθιά στην κοιλιά αφήνοντας με ξέπνοη από την διαπίστωση μου.
«Μοιάζουν σαν κάποιος να με έχει κρεμάσει από δώδεκα τσιγκέλια σαν πρόβατο στην σφαγή από το ταβάνι;» ρώτησε με μια δώσει ειρωνείας κοιτώντας με από τον καθρέπτη... και γύρισα ξέπνοη ακόμα να τον κοιτάξω με πόνο στην ματιά μου και εκείνος χαμογέλασε με ένα ψυχρό χαμόγελο... «Εσύ τι θα επέλεγες Μπέλα;... Να είναι αυτό το τέλος σου ή να ζήσεις όπως ζω εγώ τώρα;» ρώτησε και ένιωσα την γη να φεύγει κάτω από τα πόδια μου.
«Λυπάμαι» είπα ειλικρινά και εκείνος γελώντας χωρίς χιούμορ έκανε την κίνηση να περάσει το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του και τον σταμάτησα πριν συνεχίσει... «Μην το κάνεις αυτό... το μαλλί σου είναι γεμάτο χώματα και θα πάθεις καμία μόλυνση» τον παρακάλεσα και αφήνοντας την ανάσα του να βγει αργά κατέβασε το χέρι του και έμεινε σκυφτός.
«Δεν είχα επιλογή...» συνέχισε χωρίς κανένα συναίσθημα να καλύπτει τα λόγια του... «Κοίτα μην επαναλάβεις τα δικά μου λάθη... Μείνε μακριά από αυτήν την ζωή... γιατί δεν πρόκειται ποτέ να την συνηθίσεις... Μην κοιτάς εμένα... ένα σιχαμένο σαδιστικό καθίκι ήμουν ένα σιχαμένο σαδιστικό καθίκι θα πεθάνω... Ο άνθρωπος Μπέλα γεννιέται δεν γίνεται»
«Δεν το πιστεύω αυτό» είπα ανοιχτά την άποψη μου πάνω σε αυτό και ξεφύσησε γελώντας δύσπιστα.
«Σε αυτήν την περίπτωση τότε θα σου δώσω μια συμβουλή... Μην αλλάξεις ποτέ» είπε μόνο και μένοντας και πάλι σιωπηλός προσπάθησε με νύχια και με δόντια να καταπνίξει τον πόνο του για να με αφήσει να συνεχίσω.
Καταλαβαίνοντας ότι στα αγγίγματα μου δεν αντιδρούσε πια, πήρα την απόφαση να συνεχίσω και τον κοίταξα μέσα από τον καθρέφτη.
«Μείνε όσο μπορείς πιο ακίνητος... Δεν μπορώ να το τραβήξω μια και έξω... είναι πολύ βαθιά» του είπα ήρεμα και κατένευσε καθώς έκλεινε τα μάτια και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα ξεκίνησα.
Δεν κουνήθηκε καθόλου... δεν έβγαλε καν ένα βογκητό πόνου... και αυτό με έκανε να το θαυμάσω για το κουράγιο του... καθώς εγώ δεν το έβγαλα μια και έξω από τον φόβο μην έχει κόψει καμία αρτηρία και τρέχουμε και δεν φτάνουμε μετά.
«Το καλό νέο είναι ότι δεν έχει κοπεί καμία αρτηρία... η αιμορραγία δεν είναι ανεξέλεγκτη...» είπα και πήρε μια ανάσα... «Το κακό νέο είναι ότι είναι πολύ βαθύ και θα πρέπει να κάνω και εσωτερικά ράμματα... Θα αντέξεις;» τον ρώτησα και έσφιξε την μπουνιά του.
«Κράτα κλειστή την πληγή» είπε και μόλις το έκανα σήκωσε το κεφάλι του και με μια γουλιά ήπιε μια γερή ποσότητα από το μπουκάλι με το ουίσκι που κράταγε ακόμα.
Μόλις πήρε την προηγούμενη θέση... ξεκίνησα αμέσως τα ράμματα με την ψυχή στο στόμα αλλά δεν τα έβαζα κάτω... Απόλυτα συγκεντρωμένη έκανα όσα είχα μάθει και μόλις έδεσα και το τελευταίο ράμμα το κοίταξα με θαυμασμό.
«Δεν τα πήγα και άσχημα για πρώτη φορά» είπα με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά ενώ άφηνα την βελόνα στην άκρη για να πάρω το μπενταντίν να το απολυμάνω πριν κλείσω τελείως την πληγή.
«Νόμιζα ότι δεν ήταν η πρώτη σου φορά» μου κάρφωσε και πάγωσα δαγκώνοντας τα χείλια μου... Ηλίθια της θες και το ανοίγεις.
«Συγνώμη» είπα μόνο ενώ ένιωθα να κοκκινίζω ολόκληρη.
«Είπες ψέματα;» ρώτησε δύσπιστα και άρχισε να γελάει χωρίς να το πιστεύει.
«Ήταν ικανή να σε αφήσει να πεθάνεις από αιμορραγία... Τι άλλο να έκανα;» απολογήθηκα και αυτό τον έκανε να ξεπεράσει κάθε άλλο... «Θύμωσες πολύ;» ρώτησα και εκείνος αφήνοντας την ανάσα του να βγει βαριά από μέσα του κούνησε τελικά το κεφάλι του αρνητικά.
«Αν το έλεγες πιο πριν... Δεν θα σε άφηνα να το κάνεις» παραδέχτηκε και καθώς κόλλησα την αυτοκόλλητη αποστειρωμένη γάζα κλείνοντας το... εκείνος ίσιωσε το κορμί του και ήπιε άλλη μια γερή γουλιά από το μπουκάλι για να πάρει δύναμη... ενώ από τον τρόπο που μετακινιόταν φαινόταν καθαρά ότι είχε ήδη αρχίσει να τον πιάνει.
«Τουλάχιστον παρακολούθησες μαθήματα ή ήταν και αυτό ψέματα;» ρώτησε μόλις γύρισα την πλάτη μου και ετοίμασα ένα λεκανάκι που είχε αφήσει η Ρόουζ για μας... με αντισηπτικό σαπούνι και νερό για να του καθαρίσω το υπόλοιπο του σώμα, μιας και δεν μπορούσε να κάνει μπάνιο στην κατάσταση που ήταν.
«Μας άφηναν να βλέπουμε σαν παρατηρητές αλλά δεν μας άφηναν να κάνουμε εξάσκηση γιατί δεν ήταν μάθημα επιλογής μας» εξήγησα και κατένευσε.
Μόλις ένιωσε το σφουγγάρι πάνω στο σώμα του, άρχισε να μεταλλάσσετε και αυτό δεν μου άρεσε καθόλου... γιατί ήξερα ακριβός τι θα επακολουθήσει.
«Δεν ζεστάθηκες ακόμα;» πέταξε την πρώτη σπόντα και αμέσως η κοιλιά μου σφίχτηκε αλλά χωρίς να τον κοιτώ κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου... ενώ πέρναγα το πετσετάκι από όλην την επιφάνεια της πλάτης του για να τον στεγνώσω πριν συνεχίσω και στον μπροστινό μέρος του σώματος του.
«Μπορείς να σηκωθείς να κάνω και το υπόλοιπο σώμα;» τον ρώτησα και εκείνος δεν έφερε καμία αντίρρηση.
Μόλις το κορμί του ίσιωσε δεν διέφυγε της αντίληψης μου το πόσο καυλωμένος ήταν πάλι και αυτό άρχισε να με τρελαίνει... Έλεος πια... μετά από τόσο πόνο... τόσο αίμα που έχασε... η βόμβα... όλα όσα τέλος πάντων περάσαμε... Πως μπορεί να έχει το μυαλό του εκεί;
Βγάζοντας τα παπούτσια του και το παντελόνι του... μαζί με την πετσέτα που είχε νοτίσει από το αίμα του που ήταν πάνω στο περίεργο μακρόστενο καρεκλάκι που καθόταν πριν, τα πήρα και τα έβαλα μέσα στην μπανιερά για να μην λερώσουμε και τίποτα άλλο... και την στιγμή που γύρισα για να του καθαρίσω και το υπόλοιπο του σώμα... τον είδα να με κοιτάει με ένα βλέμμα... που έκαψε όλες μου τις αισθήσεις αλλά αποφεύγοντας την ματιά του τον αγνόησα και εντελώς επαγγελματικά... όπως ακριβός θα καθάριζα και την γιαγιά μου, άρχισα να καθαρίζω και εκείνον μπας και καταφέρει να ξενερώσει... αλλά γαμώτο του δεν πτοούταν καθόλου.
«Βγάλε επιτέλους αυτό το παλτό» είπε ξαφνικά ενώ με τα χέρια του προσπάθησε να κάνει πράξη τα λόγια του και αμύνθηκα πισωπατώντας.
«Έντουαρτ αρκετά... δεν είναι όλες οι ώρες ίδιες... Μπορεί εσένα να εξιτάρουν όλα αυτά αλλά εμένα όχι» του είπα εκνευρισμένα και ξεφυσώντας τα παράτησε για λίγο αλλά δεν με ξεγελούσε... «Θα πάω να φέρω μια κανάτα για να σου λούσω το μαλλί... Μπορείς να στεγνώσεις και μόνος του υπόλοιπο σώμα» του πέταξα και δίνοντας του μια πετσέτα έφυγα από το μπάνιο χωρίς να περιμένω ανταπόκριση του.
Φτάνοντας στον κάτω όροφο δεν βρήκα πουθενά την Ρόουζ... και έτσι πήρα το θάρρος και μπήκα στην κουζίνα που ήταν απέναντι από την σκάλα και μόλις βρήκα μια κανάτα την πήρα στα χέρια μου και γύρισα στο μπάνιο με την ψυχή στα πόδια... Γαμώτο σου ρε Έντουαρτ... δεν μπορείς έστω και λίγο να με καταλάβεις;... Έστω για λίγο... είπα με παράπονο και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα άνοιξα την πόρτα ξανά και μπήκα μέσα.
Καθισμένος και πάλι πάνω στο καρεκλάκι... τον βρήκα να πίνει ξανά ενώ είχε τυλίξει πρώτα γύρω από την μέση του μια πετσέτα και κλείνοντας την πόρτα τον πλησίασα και εκείνος με κοίταξε με μια άδεια ματιά... Και τι δεν θα έδινα να ακούσω την σκέψη του αυτήν την στιγμή... ήταν τόσο περίεργος.
Ρυθμίζοντας το νερό... γέμισα την κανάτα και μόλις την άφησα δίπλα μου βάζοντας μια πετσέτα πάνω στον μπάγκο... τον βοήθησα να κάνει προς τα πίσω και εκείνος έκανε μια γκριμάτσα σταματώντας την ανάσα του.
«Πονάς;» ρώτησα... Παραμένοντας στην ίδια θέση δεν απάντησε... και τον άφησα να χαθεί στον κόσμο του... ενώ παράλληλα με γρήγορες κινήσεις έβρεξα τα μαλλιά του και βάζοντας σαμπουάν, άρχισα να του κάνω μασάζ με τα δάχτυλα μου πάνω στο κρανίο του για να μπορέσω να απομακρύνω όλην την σκόνη που είχε μέσα στα μαλλιά του και εκείνος χαλαρώνοντας γύρισε ξανά στην προηγούμενη του κατάσταση.
Με μια κίνηση που δεν πρόλαβα καν να δω, εκείνος ξαφνικά αρπάζοντας με από τα πόδια μου... περνώντας το πόδι μου που ήταν από την μεριά του... πάνω από το σώμα του με καθήλωσε πάνω στα πόδια του και εγώ αμέσως προσπάθησα να του ξεφύγω.
«Έντουαρτ σταμάτα... άφησε με επιτέλους» φώναξα καθώς πήγα το σώμα μου προς τα πίσω για να καταφέρω να ξεκαβαλικέψω τα πόδια μου αλλά εκείνος πιο γρήγορος από μένα... βάζοντας τα χέρια μου πάνω στην μέση μου με τράβηξε κατευθείαν να ακουμπήσω απόλυτα απάνω του... Αφήνοντας την κραυγή μου να βγει από μέσα μου, από τον πόνο που ένιωσα έβαλα το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του και άρχισα να ξεσπώ ότι με έπνιγε χωρίς να έχω άλλη αντοχή να το κρατήσω και για μια στιγμή πάγωσε χωρίς να είναι ικανός να καταλάβει τι είχε συμβεί... μέχρι που περνώντας το χέρι του κάτω από την καπαρντίνα τελικά βρήκε την αιτία που με έκανε να πονέσω και άρχισε να βρίζει χωρίς να είναι ικανός να το ελέγξει.
«Διάολε... Είσαι με τα καλά σου;... Έχεις χτυπήσει και τόση ώρα κάθεσαι και περιποιείσαι εμένα;... Τι σκατά έχεις πια μέσα στο κεφάλι σου μπορείς να μου πεις;... Τι σκατά έχεις πια;» έλεγε ακατάπαυστα ενώ ταυτόχρονα σηκώνοντας με όρθια μου έβγαλε με το έτσι θέλω την καπαρντίνα από πάνω μου και γυρίζοντας με προς τον μπάγκο πήρε το ψαλίδι και άρχισε να κόβει την χιαστή κορδέλα που συγκρατούσε τον κορσέ μου... και μόλις το άνοιξε τελείως έμεινε σοκαρισμένος να το κοιτά και καρφώνοντας την ματιά του μέσα από τον καθρέφτη έμεινε να με κοιτά με μια δολοφονική ματιά που μου έκοψε την ανάσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου