Τρώγοντας το θεσπέσιο παγωντοποπκορνσυροπένιο μου επιδόρπιο, το μυαλό μου άρχισε να λειτουργεί πυρετωδώς και αναλύοντας ξανά και ξανά όλη την προηγούμενη μας κουβέντα ξέχασα τελείως την ταινία που βλέπαμε.
«Κάτι δεν μου κολλάει» μουρμούρισα ασυναίσθητα.
«Μάλλον θα φταίει το σιρόπι» απάντησε ο Έντουαρντ πειράζοντας με και φτιάχνοντας μια περιποιημένη κουταλιά με λίγο παγωτό, λίγο ποπκορν και σιρόπι σοκολάτας το έτεινα προς το μέρος του και εκείνος έγειρε προς τα πίσω με φρίκη.
«Άνοιξε το στόμα σου» απαίτησα και το σφράγισε κουνώντας αρνητικά το κεφάλι του... «ΑΑΑ... ΑΑΑ... ΑΑΑ» του έκανα όπως κάνουμε στα μωρά βάζοντας το κουτάλι να ακουμπήσει στο σφραγισμένο του στόμα και εκεί που πήγε να μιλήσει για να με παρακαλέσει να μην τον πιέσω άλλο... του έχωσα το κουτάλι μέσα στο στόμα και γούρλωσε τα μάτια από έκπληξη... Έβγαλα το κουτάλι από το στόμα του και το έβαλα στο δικό μου για να φάω το υπόλοιπο που είχε μείνει και τον κοίταξα που έμενε ακόμα σοκαρισμένος στην θέση του χωρίς να κουνιέται.
«Μάσα το» απαίτησα και έκανε μια γκριμάτσα αηδίας... «Αν το φτύσεις θα σου βάλω κι άλλο» το κατάπιε αμάσητο και βγάζοντας την γλώσσα του έξω ανοίγοντας το στόμα του διάπλατα πήρε την κόκα κόλα του και άρχισε να την κατεβάζει μονορούφι για να αλλάξει γεύση.
«Δεν φταίει το σιρόπι... κάτι άλλο μου βρομάει εδώ» του δήλωσα κοιτώντας τον αυστηρά και είχε μείνει να με κοιτά άλαλος.. δεν ήξερε πως να εκφραστεί μετά το σοκ που είχε υποστεί.
«Δεν έχει λογική...» κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά σμίγοντας τα χείλη μου και με κοίταξε με απορία χωρίς να καταλαβαίνει... «Δεν έχω δει ποτέ τον Καρλάιλ να εκδηλώνει τα συναισθήματα του και όμως όταν αντίκρισε το δαχτυλίδι έπαθε μεγαλύτερο σοκ από ότι όταν με είδε να μπαίνω μέσα στην τραπεζαρία... και στο δωμάτιο ο τρόπος που απαίτησε να το πάρει πίσω...» συνέχισα να κουνάω το κεφάλι μου αρνητικά με πείσμα... «Δεν σου το έδωσε η μητέρα σου για να το δώσεις στην Τάνια... σου το έδωσε η Μαρίνα» διαπίστωσα και άνοιξε τα μάτια του διάπλατα χωρίς να ξέρεις τι να πει.
«Πως έκανες αυτήν την διαπίστωση;» ρώτησε σοκαρισμένος προσπαθώντας πολύ σκληρά να κρύψει τα συναισθήματα του μάταια... ήδη είχε πιαστεί στην φάκα.
«Με αποκάλεσε άγγελο... από την άλλη ο Καρλάιλ έδειχνε να θέλει να με κατασπαράξει μόνο και μόνο επειδή το φόραγα... Γι αυτό είχες τόση αυτοπεποίθηση... όχι γιατί είχες εμένα μαζί σου αλλά γιατί είχες την υποστήριξη της Μαρίνας... και η μητέρα σου ήταν στο κόλπο γι αυτό απογοητευτικές που δεν σε υπερασπίστηκε» συνέχισα εγώ και ακουμπώντας την πλάτη του στην πολυθρόνα κοίταξε για λίγο το ταβάνι για να ανασυγκροτήσει τις σκέψεις του... και άφησα ένα ειρωνικό γελάκι κουνώντας αρνητικά το κεφάλι μου.
«Δεν με χρειαζόσουν για να μπορέσεις να διαλύσεις αυτόν τον γάμο...» πέρασα την γλώσσα μου από τα χείλια μου και ακουμπώντας το κεφάλι μου πάνω στην πλάτη του καναπέ άρχισα να γελάω βάζοντας το χέρι μου πάνω στο μέτωπο μου... «Είσαι απίστευτος» είπα χωρίς να το πιστεύω.
Ο Έντουαρντ με κοίταζε χωρίς να ξέρει πως να αντιδράσει... ή να το πω πιο σωστά προσπαθώντας να διαβάσει τις αντιδράσεις μου πριν αντιδράσει ο ίδιος... Είχε τρομοκρατηθεί για τα καλά.
«Γιατί;» τον ρώτησα σοβαρά κοιτάζοντας τον στα μάτια... Πήρε μια βαθιά ανάσα και ανασηκώνοντας το σώμα του πήρε το μπολ από τα χέρια μου και βάζοντας τα χέρια του πάνω στα δικά μου με κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια.
«Όταν ο παππούς μου γνώρισε την γιαγιά μου την ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά... αλλά επειδή η γιαγιά μου θα έφευγε για την Ελλάδα εκείνος μέσα στην απελπισία του έψαχνε ένα τρόπο για να την κάνει να μείνει... αλλά εκείνη ήταν ανένδοτη... Έτσι ένα βράδυ πήγε και την βρήκε εκεί που έμενε... Λέγοντας της ότι ο πατέρας του ήθελε να τον στείλει σε στρατιωτική σχολή και ότι ο μόνος τρόπος για να απαλλαγεί από όλο αυτό ήταν να παντρευτεί, της ζήτησε την βοήθεια της και η γιαγιά μου τον λυπήθηκε... Όταν την πήγε στο σπίτι του και είδε πως εναντιώθηκαν οι γονείς του απέναντι του για αυτόν τον γάμο... εκείνη ένιωσε την ανάγκη να τον υπερασπιστεί και έτσι μαζί τους αντιμετώπισαν και τον άφησαν να κάνει αυτό που ήθελε... Πριν η γιαγιά μου φύγει εκείνος προσπάθησε να την μεταπείσει αλλά εκείνη ήταν και πάλι ανένδοτη... Ήταν μόλις δεκαεπτά χρονών και δεν ήθελε δεσμεύσεις αλλά όταν γύρισε στην Ελλάδα και ανακάλυψε ότι ήταν έγκυος τότε δεν είχε άλλη επιλογή από το να πει την αλήθεια στους γονείς της και τότε όλα εξελίχθηκαν μόνα τους...» γέλασε δαγκώνοντας τα χείλια του χαμηλώνοντας την ματιά του και μόλις σοβάρεψε με κοίταξε ξανά...
«Είχες αποφασίσει να δηλώσεις παραίτηση... από την άλλη η μητέρα μου με ενημέρωσε ότι όταν ο πατέρας μου θα γύριζε θα με παντρολογούσε με την Τάνια... Πανικοβλήθηκα... δεν ήθελα να σε χάσω... και πάνω στην απελπισία μου η γιαγιά μου μου έδωσε την λύση... Μου έδωσε τις βέρες και το δαχτυλίδι της και μου ευχήθηκε να ζήσω την ίδια ευτυχία που έζησε εκείνη μαζί του» είπε και έμεινα να τον κοιτώ χωρίς να ξέρω τι να πω.
«Δεν μπορώ να πω ότι σε αγαπούσα από τότε... δεν ήξερα τι μου γινόταν... αλλά δεν ήθελα να σε χάσω... δεν θα άντεχα μακριά σου... Μου είχες χαρίσει το χαμόγελο που δεν είχα ποτέ στην ζωή μου... κάθε φορά που σε κοίταζα ένιωθα ότι ήμουν στο σπίτι μου... και όταν η γιαγιά μου με ρώτησε αν σε αγαπούσα αυτό που της απάντησα ήταν ότι δεν ξέρω αν σε αγαπώ... αυτό που ξέρω είναι ότι αν κάποια στιγμή στην ζωή μου πρέπει να κάνω οικογένεια τότε με την μοναδική γυναίκα που θα μπορούσα ποτέ να κάνω αυτό το βήμα ήταν μόνο μαζί σου»
Είχα μείνει άφωνη... δεν ήξερα πως να ανταποκριθώ... έβαλε απαλά το χέρι του πάνω στο μάγουλο μου και χαϊδεύοντας το τρυφερά με τον αντίχειρα του με κοίταξε απολογητικά.
«Δεν ήθελα να σε κοροϊδέψω... ήθελα μόνο να μου δώσεις μια ευκαιρία να με δεις όπως είμαι... Δεν θα σε κράταγα ποτέ παρά την θέληση σου... αλλά δεν μπορούσα να σε αφήσω να φύγεις πριν μου δώσεις μια ευκαιρία... Έχω παλέψει στην ζωή μου και έχω χάσει πολλές μάχες... δεν θα με πείραζε να χάσω άλλη μια... όχι όμως πριν παλέψω γι αυτήν»
Έβαλα το χέρι μου πάνω στο μάγουλο του χωρίς να μιλάω και με την ματιά μου προσπάθησα να του περάσω πως με έκανε να νιώθω η ειλικρίνεια του... Η αναπνοή του άρχισε να γίνεται γρήγορη και όσο εγώ δεν μίλαγα τόσο εκείνος αγχωνόταν περισσότερο.
«Φίλα με» παρακάλεσα ενώ τα δάκρυα μου άρχισαν να θολώνουν τα μάτια μου και παίρνοντας μια ανακουφιστική ανάσα πλησιάζοντας με άφησε τα χείλια του απαλά πάνω στα δικά μου και ακολουθώντας έναν αργό ρυθμό μοιραζόμασταν την πληρότητα που νιώθαμε.
Βάζοντας το ένα του χέρι πάνω στα πόδια μου και το άλλο πάνω στην μέση μου με έφερε κοντά του και με έβαλε να κάτσω πάνω στα πόδια του χωρίς να αποχωρίζεται τα χείλια μου... Βάζοντας και το δεύτερο χέρι μου πάνω στο πρόσωπο του άρχισα να βαθαίνω το φιλί μας και εκείνος δεν μου το αρνήθηκε.
Άφησα για λίγο τα χείλη του και κλειδώνοντας την ματιά μου μέσα στην δική του άρχισα να του χαϊδεύω το πρόσωπο... αλλά και πάλι καμία λέξη δεν έλεγε να βγει μέσα από τα χείλη μου και αναστέναξα απογοητευμένη από τον εαυτό μου και βάζοντας το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στον ώμο του τύλιξα το ένα μου χέρι πάνω στο λαιμό του και έβαλα το άλλο μου χέρι πάνω στο δικό του που με συγκρατούσε και εκείνος μου άφησε ένα παρατεταμένο φιλί πάνω στα μαλλιά μου.
«Να υποθέσω ότι δεν μου είσαι θυμωμένη;» έγειρα το κεφάλι μου προς τα πίσω και τον κοίταξα.
«Πως μπορώ να θυμώσω σε κάτι τέτοιο;...» ρώτησα με ειλικρίνεια... «Έχεις κάνεις τόσα για μένα...» είπα συγκινημένη... «Αν δεν τα έβλεπα τότε θα ήμουν σίγουρα τυφλή» μου χάιδεψε απαλά το πρόσωπο και αφήνοντας ένα τρυφερό φιλί πάνω στα χείλια μου του χάιδεψα τα μαλλιά και προσπάθησα να βαθύνω το φιλί μας αλλά όπως ανασηκώθηκα ένιωσα μια δυσφορία και πάγωσα.
Ο Έντουαρντ νιώθοντας το ξαφνικό μου πάγωμα με κοίταξε τρομοκρατημένος και του κούνησα αρνητικά το κεφάλι για να τον καθησυχάσω.
«Μάλλον πρέπει να αδειάσω το Βόσπορο πάλι» είπα και αφήνοντας την αναπνοή του να βγει από μέσα του με ανακούφιση με βοήθησε να σηκωθώ αλλά πριν φύγω από την αγκαλιά του τον συγκράτησα από το πρόσωπο και του έδωσα άλλο ένα πεταχτό φιλί.
«Η τουαλέτα είναι η πόρτα απέναντι» μου υπέδειξε και πήγα σχεδόν τρέχοντας... Χριστέ μου τι θα γίνει με αυτό το χάλι... σκέφτηκα και μόλις έκλεισα την πόρτα πίσω μου ίσα που πρόλαβα να φτάσω στην τουαλέτα.
Αδειάζοντας τον Βόσπορο και πλένοντας τα χέρια μου έμεινα για λίγο μπροστά από τον καθρέφτη και πήρα μια βαθιά ανάσα... "Γαμώτο γιατί είναι τόσο δύσκολο;... γιατί δεν μπορώ να του το πω... τι διάολο περιμένω;"... έλεγα ξανά και ξανά μέσα μου αλλά μου ήταν τόσο δύσκολο να το εξωτερικεύσω... Έμοιαζα τόσο πολύ στον Τσάρλι σε αυτό... αναστέναξα και τα παράτησα... "Ηρέμησε Μπέλα και όταν θα είσαι έτοιμη θα το πεις... σημασία έχει ότι ξέρεις που ανήκεις"... καθησύχασα τον εαυτό μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα βγήκα από την τουαλέτα και ο Έντουαρντ εκείνην την στιγμή ρύθμιζε κάτι στην οθόνη... Μόλις τον πλησίασα άνοιξε την αγκαλιά του για μένα και βάζοντας με να καθίσω στα πόδια του βολεύτηκα στην ζεστή του αγκαλιά και κοίταξα προς την οθόνη.
«Τι ψάχνεις;» ρώτησα και δίνοντας μου ένα φιλί πάνω στο μέτωπο μου χωρίς να με κοιτάει απάντησε με ενθουσιασμό.
«Σκέφτηκα αυτό που είπες πριν...»
«Ποιο;» ρώτησα με απορία.
«Ότι δεν ξέρεις τίποτα για μένα και σκέφτηκα να σε γνωρίσω λίγο με τον Έντουαρντ» είπε και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία και πατώντας το start βολεύτηκε καλύτερα πάνω στην πολυθρόνα και κοιτώντας την οθόνη είδα ένα μικρό ξανθούλικο μωράκι με σμαραγδένια μάτια και γούρλωσα τα μάτια μου από την έκπληξη.
«Αυτός είσαι εσύ;» ρώτησα δύσπιστα και χαμογέλασε.
«Έχω κάνει ένα βίντεο με τις καλύτερες φωτογραφίες της ζωής μου... Νομίζω ότι με αυτό ίσως μπορέσεις να με γνωρίσεις καλύτερα» είπε και γέλασα πλατιά και βολεύοντας το κορμί μου καλύτερα μέσα στην αγκαλιά του άρχισα να κοιτώ την οθόνη με μεγάλη προσήλωση.
«Ήσουν τόσο γλυκό μωράκι» σιγομουρμούρισα και μου έτριψε τρυφερά τα μπράτσα μου... και σε κάθε φωτογραφία άρχισε να μου λέει διάφορες ιστορίες για την ζωή του μέσα από όσα του είχαν διηγηθεί για την μικρότερη του ηλικία και όσα ο ίδιος θυμόταν μέσα από τις αναμνήσεις του... και τον άκουγα με μεγάλη αφοσίωση ρουφώντας κάθε του λέξη μαγεμένη.
Όσο μεγάλωνε άλλαζε ραγδαία... τα μαλλιά του σταδιακά άρχιζαν να σκουραίνουν ενώ από την ηλικία των 7 ετών φορούσε και γυαλιά... ενώ τα περιττά κιλάκια άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους... Από ότι μου εξήγησε... από τα 6 του χρόνια και μετά, η γιαγιά του πήρε το πάνω χέρι και άρχισε να τον έχει περισσότερο εκείνη με το έτσι θέλω γιατί ήδη του είχαν δημιουργηθεί πολλά τραύματα από την καταπίεση που του ασκούσε ο Καρλάιλ και μέχρι το γυμνάσιο με ειδικούς γιατρούς προσπάθησαν να καταπολεμήσουν όλο το άγχος που του είχε δημιουργηθεί και επιπλέον να σταματήσουν το κεκέδισμα που είχε που ήταν καθαρά ψυχολογικό... Όμως τα δύσκολα δεν ήταν μόνο στο σπίτι ήταν και στο σχολείο... Τα περισσότερα παιδία τον κορόιδευαν και σιγά σιγά άρχισε να κλείνετε στον εαυτό του και η μόνη του διέξοδος ήταν τα βιβλία και το πιάνο που το ξεκίνησε σαν ψυχοθεραπεία και στην συνέχεια αυτό άρχισε να λειτουργεί σαν ξέσπασμα συναισθημάτων.
«Δεν ήξερα ότι έχεις μυωπία» σχολίασα και με κοίταξε για λίγο... «Φοράς φακούς επαφής;» ρώτησα με περιέργεια και κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
«Έκανα λέιζερ... έχω μόνιμους εσωτερικούς φακούς»
«Έξυπνο» είπα δίνοντας μια ψεύτικη μπουνιά στον ώμο του και γέλασε και εκείνος.
«Ένας Κάλεν δεν μπορεί να χαλάει την εικόνα του με γυαλιά μυωπίας» είπε παίζοντας τα φρύδια του παιχνιδιάρικα.
«Μμμμμ» του ειρωνεύτηκα... «Πάντως πρέπει να σε προειδοποιήσω»
«Για ποιος πράγμα;»
«Όταν κάνεις παιδιά μην τα στείλεις να τα προσέξει η Μαρίνα»
«Γιατί;» ρώτησε με απορία.
«Αν το εγγόνι της το έκανε δίφυλλη ντουλάπα... το δισέγγονο θα τα κάνει τρίφυλλη ντουλάπα... Δεν λένε του παιδιού μου το παιδί δύο φορές παιδί μου;... Ε του εγγονού μου το παιδί τρεις φορές παιδί μου» του είπα κλείνοντας το μάτι και γέλασε δυνατά τραντάζοντας το κορμί του... ενώ μου έδωσε ένα βαθύ φιλί και αναστέναξα.
«Αν νομίζεις ότι μπορεί κανείς να πείσει την γιαγιά μου να μείνει μακριά από το παιδί...» έκανε μια παύση και συνέχισε... «Είσαι πολύ γελασμένη... Δεν έχεις ιδέα πως το περιμένει... “Αν δεν δω το παιδί του Έντουαρντ να περπατάει και να με φωνάζει γιαγιά δεν πάω πουθενά” απειλεί» είπε μιμούμενος την φωνή της Μαρίνας και γελάσαμε μαζί.
«Ε τότε καλό θα είναι να μην την κάνεις σύντομα δύο φορές γιαγιά» τον πείραξα και δάγκωσε τα χείλια του... «Έλα σε πειράζω» του είπα για να το σώσω αλλά εκείνος ήδη το είχε πάρει πολύ στραβά και συνέχισα για να τον κάνω να ξεχαστεί.
«Να σε ρωτήσω κάτι;...» κούνησε καταφατικά το κεφάλι... «Αν μείνω έχεις σκοπό να με καταντήσεις κουνέλα;» για λίγο γέλασε ξεχνώντας φαινομενικά την προηγούμενη μπούρδα που πέταξα και συνέχισε σοβαρός τρίβοντας τρυφερά την κοιλιά μου.
«Αν δεν θες να γίνεις κουνέλα τότε παρακάλα να είναι αγόρι να την γλυτώσεις»
«Νόμιζα ότι το πλάνο έλεγε να κάνεις δύο τρία αγόρια για να είσαι σίγουρος»... έριξα άδεια για να πιάσω γεμάτα.
«Και ένα κορίτσι» επιβεβαίωσε.
«Καλώς τον τίποτα άλλο;» ρώτησα εγώ σοκαρισμένη και γέλασε δυνατά.. «Μουσίτσα... ένα ένα μας τα βγάζεις» τον πείραξα τσιμπώντας το μπράτσο του.
«Εγώ έμαθα ότι εσύ ονειρευόσουν να κάνεις πέντε παιδιά τα δικά μου τέσσερα σε πείραξαν;... Δεν φτάνει που σου κάνω σκόντο πας να βγεις από πάνω;»
«Ο Τσάρλι...» γκρίνιαξα και με γύρισε προς το μέρος του
«Μπέλα... το μόνο που με νοιάζει είναι να είμαστε μαζί... όλα τα άλλα - αν φυσικά αποφασίσεις να μείνεις κοντά μου - θα έρθουν μόνα τους... Είτε είναι ένα είτε δέκα... δεν με νοιάζει... μου αρκεί εσύ μόνο να είσαι ευτυχισμένη» είπε με ειλικρίνεια και αναστέναξα.
«Τελικά τι έγινε όταν πήγες στο λύκειο;» ρώτησα για να αλλάξουμε κουβέντα και εκείνος γέλασε πονηρά και πατώντας πάλι το start άλλαξε φωτογραφία και συνέχισε να μου διηγείται την ιστορία της ζωή του.
Με το που μπήκε στην πρώτη λυκείου ο Καρλάιλ επέμενε να αλλάξει το ιματζ του και να αρχίσει να γίνεται πιο άντρας... Τον έστελνε σε διάφορα γυμναστήρια και ινστιτούτα αδυνατίσματος... αλλά εκείνος δεν το αρνιόταν γιατί το ήθελε και ο ίδιος... και έτσι φτιάχνοντας το σώμα άρχισαν και οι κατακτήσεις και μετά την επέμβαση βγάζοντας τα γυαλιά και τα σιδεράκια απελευθερώθηκε και έγινε άλλος άνθρωπος... Στην αρχή άρχιζε να ξεδίνει βγάζοντας τα σπασμένα αλλά περνώντας τα χρόνια και φτάνοντας λίγο πριν το πανεπιστήμιο τα πράγματα δυσκόλεψαν... Εκείνος ήθελε να σπουδάσει οικονομικά ενώ ο πατέρας του διοίκηση επιχειρήσεων και εκεί ήρθε η πρώτη του επανάσταση... Έκανε κρυφά δεύτερη αίτηση στα πανεπιστήμια και όταν του ήρθε η θετική απάντηση μάζεψε τα πράγματα του και έφυγε από το σπίτι... Ήταν η Τρίτη φορά που το έκανε... Από ότι μου είπε οι άλλες δύο ήταν επιπόλαιες το πολύ σε μια βδομάδα γύριζε πίσω... αλλά η Τρίτη ήταν και η φαρμακερή.
Τον απαρνήθηκε... έγινε ανεξάρτητος και με την υποτροφία στο τσεπάκι δεν υπολόγισε τίποτα... Στην αρχή έμενε με μια γκόμενα του αλλά όταν τα λεφτά στέρεψαν και η καλή ζωή που γευόταν εκείνη μαζί του λιγόστεψε τον έδιωξε κλοτσηδόν και τότε τα πήρε στο κρανίο... Έπιανε δουλειά όπου έβρισκε και παράλληλα έμενε κάθε βράδυ και σε διαφορετικό φίλο του που μπορούσε να τον φιλοξενήσει... και μόλις ο Καρλάιλ κατάλαβε ότι δεν είναι καπρίτσιο και ότι δεν θα γυρνούσε... μπήκε στην δράση.
Στην αρχή απειλώντας τα αφεντικά του και αργότερα κλείνοντας όλες τις γύρω πόρτες που μπορούσαν να τον κάνουν να βγάλει τα προς το ζην αλλά εκείνος δεν τα παρατούσε... ώσπου στο τέλος κάνανε συμφωνία... Του αγόρασε τον πέμπτο όροφο του διαμερίσματος που έμενα σαν αεροσυνοδός και του πρόσφερε δουλειά στην εταιρία τους... και έτσι σιγά σιγά παράλληλα με τις σπουδές του από το κατώτερο πόστο άρχισε να ανεβαίνει μέχρι που παράλληλα με τα πτυχία του κέρδιζε και τις αντίστοιχες θέσεις που έχει τώρα... Ήμουν τόσο υπερήφανη για εκείνον... τον κοίταζα χωρίς να μιλώ και μόλις σταμάτησε να μιλάει η καρδιά μου σταμάτησε να χτυπά...Εκείνος με κοίταξε με απορία... και πριν το καταλάβει τύλιξα τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του και άρχισα να τον φιλάω με τέτοιο πάθος που του έκοψα την ανάσα.
«Μπέλα» αναφώνησε ξαφνισμένος.
«Είμαι τόσο υπερήφανη για σένα» είπα την σκέψη μου και αναστέναξε αλλά προσπαθούσε με ήρεμες κινήσεις να με σταματήσει καταλαβαίνοντας ακριβώς που το πήγαινα.
«Μωράκι μου» παρακάλεσε.
«Σσσσς... είναι εντολή γιατρού» του υπενθύμισα και εκείνος βόγκηξε αλλά δεν τα παρατούσε.
«Σε παρακαλώ καρδιά μου... μην το παρακάνουμε» έκανε άλλη μια απελπισμένη προσπάθεια και βάζοντας τα χέρια μου πάνω στο μπλουζάκι του το έβγαλα γρήγορα πριν προλάβει να αντιδράσει με πολύ λίγη βοήθεια από μέρος του.
«Μπέλα μου... σε παρακαλώ» έλεγε μέσα από τα απαιτητικά μου φιλιά αλλά μόλις ένιωσε το χέρι μου να περνάει από όλες τις γραμμώσεις του σώματος του έκλεισε τα μάτια του τεντώνοντας το σώμα του... Φιλώντας τον λαιμό του άρχισα να κατηφορίζω και εκείνος τσιτώθηκε.
«Μπέλα» σίριξε και με τα χέρια του με σταμάτησε και τον κοίταξα μέσα στα μάτια.
«Ηρέμησε μωρό μου... και απόλαυσε το» είπα προκλητικά βάζοντας το χέρι μου μέσα από την φόρμα του και βόγκηξε κλείνοντας τα μάτια του... Κατεβαίνοντας από τα πόδια του συνέχισα να τον φιλάω πάνω στο στήθος του χωρίς να σταματάω, καυλώνοντας τον περισσότερο και τότε δεν άντεξε και με άφησε να συνεχίσω.
Μόλις ένιωσε τα χείλια μου πάνω στον ερεθισμό του άφησε την ανάσα του να βγει από μέσα του βίαια και σίριξε σύγκορμος.
«Σου είπα πόσο τον πάω τον γιατρός σου;» φώναξε και γέλασα περνώντας την γλώσσα μου πάνω από όλην την επιφάνεια του ερεθισμού του.
«Γαμώτο έχεις τόσο υπέροχη γεύση» μουρμούρισα και παίρνοντας τον όλον μέσα στο στόμα μου του χάρισα περισσότερη απόλαυση και εκείνος αγκομαχούσε από ικανοποίηση.
«Με τρελαίνεις» φώναξε και ένιωσα τον ερεθισμό του να πάλετε μέσα στο στόμα μου και κατάλαβα ότι δεν θα κρατήσει για πολύ.
«Μπέλα...» προειδοποίησε αλλά δεν με ένοιαζε τίποτα ήθελα να τον γευτώ... να τον ικανοποιήσω... να του χαρίσω την πληρότητα που με έκανε εκείνος να νιώθω... και με περισσότερο πάθος συνέχισα να τον φτάνω στα όρια του.
Το ουρλιαχτό του με ενημέρωνε ότι τα όρια του είχαν ξεπεραστεί και αμέσως ένιωσα τα καυτά του υγρά να γεμίζουν το στόμα μου και εγώ άρχισα να τα ρουφάω με μανία... "Γαμώτο έχει τόσο υπέροχη γεύση"... ούρλιαζα μέσα μου και ένιωθα όλο μου το κορμί να φλέγεται και να εξιτάρετε από αυτήν την μοναδική αίσθηση που ένιωθα.
«Μωρό μου» είπε σπαρακτικά δηλώνοντας μου ότι δεν άντεχε άλλο και αφήνοντας τον από τα δεσμά μου... άφησα ένα απαλό φιλί απάνω του και καλύπτοντας το με την φόρμα του εκείνος με βοήθησε να σηκωθώ από το πάτωμα και μόλις με έβαλε και πάλι να βολευτώ στην ζεστή του αγκαλιά... με φίλησε με τέτοιο πάθος που ξέχασα πως αναπνέουν.
«Σ’ αγαπώ» έλεγε με βαθιά φωνή και συνέχιζε να με φιλάει με όλη την αγάπη και την πληρότητα που ένιωθε μέσα του και με έκανε πιο ευτυχισμένη από ποτέ.