«Αυτό σημαίνει ότι θα μείνεις;» ρώτησε με αγωνία και πήρα μια βαθιά αναπνοή.
«Δεν ξέρω Έντουαρντ...» είπα ειλικρινά και εκείνος αμέσως τσιτώθηκε και έσπευσα να τον καθησυχάσω... «Δεν λέω όχι... αλλά δεν μπορώ να πω και ναι με σιγουριά... Όλα αυτά...» αναστέναξα και τον έσφιξα ασυναίσθητα περισσότερο κοντά μου για να νιώσω την ασφάλεια που μου χαρίζει η αγκαλιά του ώστε να με κάνει να καταπνίξω τον πανικό που ένιωθα να έρχεται απειλητικά... «Ότι απέφευγα όλη μου την ζωή ήρθαν ξαφνικά μπροστά μου και αυτό με τρομοκρατεί... δεν ξέρω πως να αντιδράσω και με πληγώνει τόσο πολύ που εσύ είσαι αυτός που τα πληρώνει όλα...» άφησα άλλον έναν αναστεναγμό και συνέχισα πριν πει κάτι και με διακόψει... «Είσαι ότι καλύτερο μου έχει συμβεί ποτέ στην ζωή μου... Μαζί σου νιώθω τόσο ευτυχισμένη... τόσο ασφαλής... Μπορώ να είμαι ο εαυτός μου και να ξέρω ότι δεν θα με κρίνεις... δεν θα προσπαθήσεις καν να με αλλάξεις και αυτό με γεμίζει με τέτοια πληρότητα που με κάνει να πονάω... Αυτή η αγκαλιά... για μένα είναι τα πάντα... είναι ότι ονειρευόμουν πάντα... και δεν θέλω να την χάσω με τίποτα... Όμως δεν είμαι εγωίστρια Έντουαρντ... δεν μπορώ να βάλω τα θέλω μου πάνω από εσένα και σε μερικά χρόνια να σε δω να καταστρέφεσαι εξαιτίας μου... Αυτό δεν θα το αντέξω... δεν θα μπορέσω να το ξεπεράσω ποτέ»
«Καρδιά μου» είπε με πνιχτή φωνή από την συγκίνηση και αφήνοντας ένα παρατεταμένο φιλί πάνω στην βάση του λαιμού μου πήρε μια βαθιά αναπνοή και με ανάγκασε να τον κοιτάξω.
«Αν είμαστε μαζί μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα πάντα» είπε με σιγουριά και κατένευσα αποφεύγοντας την ματιά του.
«Το ξέρω...» είπα μέσα από τον αναστεναγμό μου... «Αλλά χρειάζομαι λίγο χρόνο να συνειδητοποιήσω τι μου συμβαίνει... Έχεις συνειδητοποιήσει ότι δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα ο ένας για τον άλλον;...» τον ρώτησα κοιτώντας τον στα μάτια και κατένευσε... «Πως μπορούμε να πάρουμε μια τέτοια απόφαση αν πρώτα δεν δούμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε... Δεν είμαστε μόνοι μας πια Έντουαρντ για να μπορούμε να κάνουμε κάτι παρορμητικά... πρέπει να υπολογίσουμε και αυτό που θα έρθει σε λίγο να μας αλλάξει τα δεδομένα μας... Δεν έχουμε το δικαίωμα να το καταδικάσουμε σε μια ζωή που στην τελική δεν το ρωτήσαμε, μόνο και μόνο από εγωισμό» έβαλε το χέρι του πάνω στο μάγουλο μου και εκδηλώνοντας όλη την αγάπη που έκρυβε μέσα του για μένα... με φίλησε με πάθος.
«Ωωωω Χριστέ μου... δεν έχεις ιδέα πόσο σε αγαπώ... δεν έχεις ιδέα» έλεγε ξανά και ξανά ανάμεσα στο φιλί του και κλέβοντας την ευκαιρία άρχισα να τον φιλώ πιο απαιτητικά και εκείνος αμέσως τσιτώθηκε.
«Μπέλα;» ξεκίνησε διστακτικά και αφήνοντας τα χείλια του άρχισα να γεύομαι την επιδερμίδα του λαιμού του με πάθος και εκείνος προσπάθησε να καταπνίξει το βογκητό του.
«Μμμμμ;» ρώτησα πίσω χωρίς να σταματώ και η ανάσα του έγινε πιο κοφτή.
«Μπέλα» είπε πιο πνιχτά... και περνώντας την γλώσσα μου από την βάση του λαιμού του μέχρι το σαγόνι του συνέχισα.
«Μμμμ... γαμώτο... η γεύση σου μετά από το σεξ είναι ακόμα καλύτερη» σιγομουρμούρισα πιο πολύ στον εαυτό μου παρά σε εκείνον και ένα αγκομαχητό του έκανε όλο του το σώμα να τρέμει.
«Νομίζω ότι είναι καλό να σηκωθούμε» είπε με δυσκολία καθώς εγώ δεν σταμάταγα.
«Νομίζω ότι ο γιατρός είπε να μην καταπιέζεις τις ορμές μου» του υπενθύμισα εγώ και έμεινε για λίγο αναποφάσιστος να γεύεται τα χάδια που του πρόσφερα αλλά μόλις ένιωσε το σώμα μου να τρίβεται πάνω στον ντούρο ερεθισμό του συνέχισε πιο αποφασιστικά.
«Ο γιατρός όμως είπε και με σύνεση» μίλησε αυστηρά απομακρύνοντας με απαλά από το σώμα του και ξεφύσησα.
«Δεν τα παρατάς» δήλωσα και κούνησε σοβαρός αρνητικά το κεφάλι του... «Και αυτό;» ρώτησα βάζοντας το χέρι μου πάνω στον ερεθισμό του και αντανακλαστικά έκλεισε τα μάτια του για να μπορέσει να ελέγξει το πάθος του και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα κράτησε το χέρι μου και απαλά το απομάκρυνε από τον ερεθισμό του.
«Αυτός θα το πάρει απόφαση και θα πέσει να κοιμηθεί θέλει δεν θέλει... Άλλωστε έχει γίνει μόνιμη η κατάσταση του... δεν θα το πειράξει και πολύ» είπε και άρχισα να γελάω και αυτό για λίγο τον έκανε να με κοιτάει με τόσο πάθος που προς στιγμήν νόμιζα ότι άλλαξε γνώμη αλλά μπαααααα... είναι να μην βάλει κάτι στο μυαλό του... αν το βάλει δεν του αλλάζεις γνώμη με τίποτα.
«Δεν φαντάζεσαι πόσο μου αρέσει να σε ακούω να γελάς...» είπε με βαθιά φωνή και με φίλησε αφοπλίζοντας με... «Σήκω όμως τώρα μικρή ανάφτρα γιατί αν δεν το κάνεις θα αρχίσω να ουρλιάζω» είπε σοβαρά και γέλασα πιο δυνατά... «Μμμμμμ... σου αρέσει να με προκαλείς... αλλά δεν θα σου περάσει...» είπε με πείσμα και παίρνοντας με στα χέρια με σήκωσε και με πήγε προς το μπάνιο... αφού με έβαλε να σταθώ στα πόδια μου ρύθμισε το νερό ώστε να είναι χλιαρό και άρχισε να με κάνει μπάνιο σαν να ήμουν ένα μικρό παιδί... και εγώ τον μιμήθηκα και άρχισα να τον σαπουνίζω ταυτόχρονα με εκείνον... ενώ μοιραζόμασταν που και που διάσπαρτα φιλιά.
Όταν έκλεισε την βρύση πήρε ένα μπουρνούζι και περνώντας το από τους ώμους μου με βοήθησε να το φορέσω... εγώ πήρα μια μικρή πετσέτα για να τυλίξω τα μαλλιά μου και εκείνος παίρνοντας μια μεγαλύτερη άρχισε να στεγνώνει σχολαστικά το σώμα του... Τον άτιμο... ήταν τόσο αισθησιακός ακόμα και με την πιο παραμικρή του κίνηση που αμέσως όλο μου το κορμί έπαιρνε φωτιά και ούρλιαζε για περισσότερα.
Όταν γύρισε προς την μεριά μου και με έπιασε να τον τρώω με τα μάτια μου δαγκώνοντας δυνατά τα χείλια μου... Τύλιξε γρήγορα την πετσέτα και στην σταθεροποίησε στους γοφούς του για να κρύψει από τα αδιάκριτα μάτια μου το αντικείμενο του πόθου μου που ήταν έτοιμο για δράση... ώστε να μην παρασυρθώ ξανά και έβαλε στο πρόσωπο του το αγαπημένο μου στραβό του χαμόγελο και με έκανε να βογκήξω δυνατά χωρίς να τον καταλάβω.
«Δεν πας να αλλάξεις πριν κρυώσεις... μικρή ανάφτρα;» με ρώτησε ενώ μου τσίμπησε την μύτη παιχνιδιάρικα... και κοιτώντας τον στα μάτια παραπονιάρικα άρχισα να τον πλησιάζω και εκείνος έκανε αυτόματα πιο πίσω... «Όχι πριν ντυθείς» απαίτησε γουρλώνοντας τα μάτια του απελπισμένα και τον πλησίασα πιο απειλητικά χωρίς να του μιλώ... «Μπέλαααα... λυπήσουμε... άνθρωπος είμαι και εγώ» είπε παρακλητικά και τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του τον ανάγκασα να ακινητοποιηθεί και έβγαλε μια απελπισμένη κραυγή κλείνοντας τα μάτια του.
«Φίλα με» απαίτησα και ανοίγοντας τα μάτια του παρέδωσε τα όπλα και αρπάζοντας με από την μέση με κόλλησε απόλυτα απάνω του και με φίλησε με τέτοιο πάθος που βόγκηξα χάνοντας όλον τον αέρα από τα πνευμόνια μου.
«Σε ικετεύω μωρό μου» είπε ξέπνοα αφήνοντας το μέτωπο του να ακουμπήσει πάνω στο δικό μου ασθμαίνοντας... «Πρέπει να χαλαρώσουμε λίγο... Σε παρακαλώ» είπε με όση δύναμη είχε απομείνει μέσα του και φιλώντας την μύτη του τρυφερά κατένευσα γιατί είχε δίκιο.
Ήταν μεγάλη μέρα και για τους δύο μας... άλλωστε τώρα που ξέρω ότι μπορώ να τον έχω όποτε θέλω... δεν μου ήταν τόσο δύσκολο να κάνω και λίγο πίσω... Με κοίταξε στα μάτια και αφήνοντας ένα πεταχτό φιλί πάνω στα χείλια μου με απομάκρυνε απαλά από την αγκαλιά του για να πάρει μια ανάσα.
«Πεινάς;» ρώτησε και δάγκωσα τα χείλια μου αυτόματα.
«Δεν έχεις ιδέα πόσο» του ανταπέδωσα με ένα βλέμμα όλο νόημα και κοιτώντας εξουθενωμένα προς το ταβάνι αναστέναξε.
«Φαγητό Μπέλα... ρωτάω αν πεινάς για φαγητό»
«Γιατί εγώ τι εννοούσα;» τον ρώτησα και καλά αθώα και βάζοντας το κεφάλι του να ακουμπήσει πάνω στον ώμο μου πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Ωωω Θεέ μου λυπήσουμε δεν αντέχω άλλο» είπε απελπισμένα.
«Μπέλα για σένα... και τώρα στρώσου... γιατί δεν σε βλέπω από την πείνα... εκτός αν θες να φάω εσένα» είπα πειράχτηκα και άρχισε να γελά με νευρικά γέλια και σφίγγοντας με απάνω του προσπάθησε να ηρεμήσει αλλά είχε αρχίσει να το διασκεδάζει απελευθερώνοντας όλο το άγχος που τον έπνιγε.
«Ότι πει η γυναίκα της ζωής μου» είπε και δίνοντας μου ένα βαθύ φιλί με τράβηξε προς τα έξω για να πάω να αλλάξω.
«Με την πετσέτα του μπάνιου θα μαγειρέψεις;...» ρώτησα σταματώντας τον και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου... «Καθόλου καλή ιδέα... σίγουρα αυτήν την φορά θα κάψεις το φαί δεν την γλυτώνεις» του είπα και γούρλωσε τα μάτια του από έκπληξη.
«Χριστέ μου... μου έχεις πάρει το μυαλό...» αναφώνησε και αναστέναξε... «Πήγαινε να αλλάξεις και να στεγνώσεις τα μαλλιά σου και έλα κάτω να με βρεις» διέταξε αυστηρά χωρίς να δέχεται αντίρρηση γι’ αυτό και βάζοντας το χέρι μου στο μέτωπο κάνοντας στρατιωτικό χαιρετισμό του έβγαλα την γλώσσα και κίνησα προς το δωμάτιο μου με άλλον αέρα... πετώντας ολόκληρη από την ευτυχία που είχε πλημμυρίσει όλο μου το είναι.
Όταν κατέβηκα στην κουζίνα ετοίμαζε ένα ζυμάρι και πλησιάζοντας τον τύλιξα τα χέρια μου γύρω από την μέση του, άφησα ένα απαλό φιλί πάνω στο τιραντένιο του μπλουζάκι και αναστέναξε... Πριν πάρει λάθος μήνυμα και αρχίσει την γκρίνια πάλι μίλησα απαλά.
«Τι ετοιμάζει το μωρό μου;» είπα και πηγαίνοντας δίπλα του ακούμπησα πάνω στον πάγκο και έκλεψα ένα τυράκι από την πιατέλα που είχε δίπλα του.
«Σκέφτηκα να φτιάξω κάτι γρήγορο πριν με φας»
«Πίτσα με δική σου ζύμη;» ρώτησα δύσπιστα και ανασήκωσε τους ώμους του.
«Γιατί σου κάνει τόση εντύπωση;» με ρώτησε και μόλις σκέπασε με μια πετσέτα το ζυμάρι το έβαλε στην άκρη και έπλυνε τα χέρια του.
«Δεν ξέρω» είπα και ερχόμενος κοντά μου άφησε ένα πεταχτό φιλάκι πάνω στα χείλια μου και πήρε την πιατέλα με το τυρί και άρχισε να το κόβει σε μπαστούνια.
«Πραγματικά σου αρέσει να μαγειρεύεις» σχολίασα και χαμογέλασε...
«Μμμχχχμμ» επιβεβαίωσε και ξαφνικά ένιωσα τόσο αμήχανα δεν ήξερα τι να πω και καταλαβαίνοντας το με κοίταξε για λίγο.
«Θες να διαλέξεις τα αλλαντικά;» ρώτησε για να με κάνει να απασχολήσω λίγο το μυαλό μου και χαμογέλασα.
«Γιατί όχι» είπε και ανοίγοντας το ψυγείο έβγαλα έξω τα μπολ με τα αλλαντικά και μόλις κράτησα αυτά που ήθελα το έκλεισα και πήγα κοντά του... πήρα έναν ξύλινο μπάγκο εργασίας και βάζοντας τον μπροστά μου άνοιξα το πρώτο μπολ και έβγαλα από μέσα το μπέικον.
«Πως το θες κομμένο;» ρώτησα και ανασήκωσε τους ώμους του.
«Συνήθως τα κόβω λωρίδες...» είπε και βάζοντας το τυρί στο κόφτη άρχισε να το τρίβει και εγώ ξεκίνησα να κόβω τα αλλαντικά... Για λίγο δεν μιλάγαμε... αλλά μόλις τον είδα να παίρνει το ζυμάρι και να τον ανοίγει όπως ένας επαγγελματίας πετώντας το στον αέρα χωρίς να κάνει επίδειξη έμεινα με το στόμα ανοιχτό και τον κοίταξα σαν χάνος.
«Εντάξει τώρα εντυπωσιάστηκα... Που έμαθες να το κάνεις αυτό;» ρώτησα με περιέργεια και χαμογελώντας με το αγαπημένο μου στραβό χαμόγελο έβαλε το ζυμάρι πάνω στον στρογγυλό δίσκο και απάντησε απλά.
«Ένα φεγγάρι δούλεψα σε πιτσαρία» είπε ανάλαφρα και έμεινα με ανοιχτό το στόμα να τον κοιτώ.
«Εσύ σε πιτσαρία;» ρώτησα δύσπιστα και πλένοντας τα χέρια του με κοίταξε με απορία.
«Γιατί σου κάνει τόση εντύπωση;»
«Έλα τώρα Έντουαρντ... είναι δυνατόν να μου λες ότι δούλεψες σε πιτσαρία και να μην μου κάνει εντύπωση;»
«Μμμμ... μάλλον έχεις δίκιο» συναίνεσε και πηγαίνοντας προς το ψυγείο το άνοιξε για να πάρει την σάλτσα και συνέχισα.
«Δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί»
«Το είχα σκάσει από το σπίτι... κάπως έπρεπε να βγάλω τα προς το ζην» απάντησε απλά σαν να ήταν το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο και τον κοίταξα με κομμένη την ανάσα.
«Το έσκασες από το σπίτι;» επανέλαβα χωρίς να το πιστεύω.
«Τρεις φορές... αλλά πάντα έβρισκε τον τρόπο να με γυρίζει πίσω» είπε με απογοήτευση στην φωνή του.
«Με ποιον τρόπο;»
«Πόσο καιρό μπορείς να μείνεις χωρίς λεφτά και χωρίς δουλειά;» ρώτησε και καταλαβαίνοντας ακριβώς τι εννοούσε, κατένευσα.
«Τουλάχιστον σε άφησε να ζήσεις μόνος σου... κάτι είναι και αυτό» σχολίασα και γέλασε... «Τι;» ρώτησα και πλησιάζοντας με πήρε την πιατέλα με τα έτοιμα αλλαντικά που του είχα ετοιμάσει... και δίνοντας ένα φιλί στην μύτη γύρισε στο ίδιο σημείο που ήταν πριν για να συνεχίσει την προετοιμασία της πίτσας.
«Όχι εύκολα» συμπλήρωσε.
«Εντάξει αυτό το φαντάζομαι αλλά τα κατάφερες» του τόνισα και κατένευσε.
«Πω πωωω... τόσο σχολαστικός είσαι πάντα;» αναφώνησα όταν τον είδα να βάζει σε τάξη ένα ένα τα κομμάτια μπέικον και με κοίταξε με απορία... «Δώστο εδώ... γιατί έτσι όπως το πας εσύ θα φάμε αύριο.» του είπα και παίρνοντας την πιατέλα από τα χέρια του πήρα ένα μεγάλο μπολ και βάζοντας μέσα όλα τα αλλαντικά άρχισα να τα ανακατεύω. Μόλις τα ξεχώρισα και τα ανακάτεψα καλά καλά αναποδογύρισα το μπολ πάνω από το ζυμάρι και αδειάζοντας όλο το περιεχόμενο άρχισα να το απλώνω... και παίρνοντας και το μπολ με το τυρί επανέλαβα την ίδια κίνηση... «Έτοιμο» είπα και γέλασε κουνώντας το κεφάλι του αρνητικά... «Τι;» τον ρώτησα με απορία
«Είσαι πάντα τόσο ανυπόμονη...» σχολίασε και παίρνοντας το ταψί στα χέρια του το έβαλε στον φούρνο και ρυθμίζοντας την ώρα και την θερμοκρασία γύρισε για να καθαρίσει τον χαμό που είχαμε δημιουργήσει... Τον βοήθησα και εγώ.
«Νομίζω ότι κάνουμε καλό δίδυμο στην κουζίνα... Άλλο ένα σιν» σχολίασα και με κοίταξε με ένα θριαμβευτικό χαμόγελο.
«Έχουν μαζευτεί αρκετά... ή τα περισσότερα είναι αρνητικά;» ρώτησε πειραχτικά αλλά ήξερα ότι το έκαιγε να μάθει.
«Προς το παρόν ισοβαθμίζουν» του είπα πειραχτικά αλλά περισσότερο για να μην του δώσω ψεύτικες ελπίδες στην περίπτωση που τελικά όλο αυτό δεν λειτουργούσε... ενώ η πραγματικότητα ήταν ότι το μόνο του μειονέκτημα ήταν ένα... ο Καρλάιλ και κανένας άλλος.
«Τότε πρέπει να βάλω τα δυνατά μου» σιγομουρμούρισε με ένα χαμόγελο δηλώνοντας μου ανοιχτά ότι δεν τον έπεισα καθόλου.
«Μμμμ... δεν είναι κακή ιδέα» συναίνεσα εγώ και το χαμόγελο του έγινε πιο πλατύ ενώ τυλίγοντας το χέρι του στην μέση μου άρχισε να με σέρνει προς το σαλόνι... Όταν φτάσαμε στον καναπέ... έκατσε εκείνος πρώτος και με έβαλε να βολευτώ πάνω στα πόδια του κρατώντας με τρυφερά στην αγκαλιά του.
«Μπέλα;» ξεκίνησε αμέσως και τον κοίταξα με περιέργεια... «Ο πατέρας μου έκανε ποτέ καμία κίνηση για να σε πλησιάσει;» ρώτησε σοβαρός και τον κοίταξα με περιέργεια.
«Πιστεύεις ότι αν το είχε κάνει θα ήμουν τώρα εδώ;» τον ρώτησα σοβαρά και κατένευσε σκεπτικός... «Γιατί ρωτάς;»
«Δεν ξέρω... προσπαθώ να βγάλω μια άκρη με την συμπεριφορά του και όσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο με τρελαίνει...» αναστέναξε αποφεύγοντας την ματιά μου και χαϊδεύοντας το πρόσωπο του τον ανάγκασα να με ξανακοιτάξει... «Δεν μπορώ να καταλάβω για ποιον λόγο επέμενε να σε κρατήσει σαν αεροσυνοδό» διευκρίνισε.
«Εκτός από το προφανές;»
«Το προφανές;»
«Εννοώ να με έχει από κοντά για να με ελέγχει;»
«Δεν έχει λογική Μπέλα... εδώ κάνει τα πάντα να μας χωρίσει... γιατί να θέλει να συνεχίσεις και με αυτόν τον τρόπο να είμαστε και πάλι μαζί;»
«Ναι έτσι όπως το θέτεις δεν έχει λογική... αλλά σου λέει άστον να ξεκαυλώνει στα ταξίδια ώστε όταν γυρίζει να είναι πιο συγκεντρωμένος... Αν με στερούσε από εσένα τελείως δεν θα επαναστατούσες;»
«Είδες για να είσαι γυναίκα;... Το πονηρό μυαλό δουλεύει καλύτερα» με πείραξε δίνοντας μου ένα φιλάκι... «Αλλά και πάλι δεν ξέρω... όλα αυτά...» κούνησε το κεφάλι του αρνητικά σκεφτικός κοιτώντας για λίγο μακριά... «Ήταν που ήταν... μετά την Τάνια δεν τον αναγνωρίζω πια... Για όλα τον είχα ικανό... αλλά ειλικρινά Μπέλα ο πατέρας μου είναι ότι είναι αλλά δολοφόνος δεν υπήρξε ποτέ του... Πως σκατά έφτασε τόσο χαμηλά, όσο και να παλεύω δεν μπορώ να το καταλάβω»
«Δεν νομίζω ότι είχε ποτέ σκοπό να με πειράξει Έντουαρντ... αν αυτό είναι που σε αγχώνει»
«Πως μπορείς να το λες με τόση σιγουριά;»
«Πιστεύω περισσότερο ότι το έκανα για να σε δοκιμάσει... Είχε καταλάβει ότι δεν ήμουν μόνη... και αντί να με ρωτήσει με ποιον ήμουν ή να ανοίξει την πόρτα της τουαλέτας για να επιβεβαιωθεί κατευθείαν μου επιτέθηκε» του έκλεισα το μάτι.
«Πονηρό» επιβεβαίωσε...
«Μμμχχχμμμ» συναίνεσα σκεπτική αλλά δεν είπα τίποτα περισσότερο γιατί δεν ήξερα αν ήξερε τίποτα για την σχέση του με την Τάνια και δεν ήθελα να το πετάξω έτσι πριν τον ψαρέψω πρώτα... «Να σε ρωτήσω κάτι;»
«Φυσικά ότι θες»
«Ποιος είναι ο πραγματικός λόγος που δεν ήθελες αυτόν τον γάμο;... Εντάξει κατανοώ ότι σε τσάτιζε το γεγονός ότι ο πατέρας σου προσπαθούσε να σου επιβάλει έναν ψεύτικο γάμο... αλλά αυτό το ήξερες ότι αργά ή γρήγορα θα γινόταν κάποια στιγμή... Τι ακριβώς ήταν αυτό που σε έκανε να μην θες με τίποτα τον συγκεκριμένο γάμο;»
«Αν δεν ήταν στην μέση η απαγωγή ακόμα θα πίστευες ότι η Τάνια είναι κατάλληλη για μένα... έτσι δεν είναι;»
«Βασικά μέσα από όλα αυτά... αυτό που κατάλαβα εγώ είναι ότι για κάποιον λόγο περισσότερο αρνείσαι την Προεδρία παρά όλα τα άλλα» του είπα το συμπέρασμα μου και με κοίταξε με θαυμασμό.
«Δεν την απορρίπτω... αλλά δεν την θέλω ακόμα στις πλάτες μου» επιβεβαίωσε και τον κοίταξα με απορία... «Έχει να κάνει με τις έδρες...» τον κοίταξα χωρίς να καταλαβαίνω... «Όσες περισσότερες έδρες έχεις μέσα στην εταιρία τόσους περισσότερους ψήφους...» διευκρίνισε.
«Τρεις έδρες... τρεις ψήφους» σιγομουρμούρισα και κατένευσε... «Και ο πατέρας σου σαν πρόεδρος πόσους ψήφους έχει;»
«Ο πρόεδρος έχει δύο»
«Και να υποθέσω ότι αν γίνεις πρόεδρος θα πρέπει να παρατήσεις τις υπόλοιπες θέσεις;»
«Ναι»
«Δεν καταλαβαίνω πως αυτό είναι πρόβλημα... αφού ο πατέρας σου θα παρατηθεί»
«Δεν είναι τόσο εύκολο... Είναι μέτοχος... θα αποσυρθεί από τα καθήκοντα του... αλλά δεν θα χάσει τους ψήφους που του αναλογούν»
«Είναι πολύ μπερδεμένο...» είπα και με κοίταξε συγκαταβατικά.
«Με τους τρεις ψήφους που έχω τώρα... μπορώ να ισοβαθμίζω λίγο τις αποφάσεις του... αν δεχτώ να παλέψω για την θέση του θα χάσω τον ένα ψήφο και εκείνος θα μπορεί να καταρρίπτει τις αποφάσεις μου»
«Δεν καταλαβαίνω το πως» ήμουν ακόμα μπερδεμένη.
«Κερδίζοντας τους ψήφους αυτόν που θα με αντικαταστήσουν» διευκρίνισε και το σκέφτηκα για λίγο.
«Να υποθέσω ότι υπάρχουν ήδη αντικαταστάτες και μάλιστα είναι με το μέρος του;»
«Ναι»
«Μμμμ» μουρμούρισα καταλαβαίνοντας επιτέλους αλλά αυτό δεν μου έλυνε την απορία γιατί αντιστεκόταν τόσο πολύ στην Τάνια και συνέχισα... «Και πάλι... αυτό δεν νομίζω ότι ήταν ο βασικότερος λόγος που δεν την ήθελες τόσο πολύ» είπα ανοιχτά την σκέψη μου και με κοίταξα και πάλι με θαυμασμό χαμογελώντας με το στραβό του χαμόγελο.
«Τι σε κάνει να το λες αυτό;» ρώτησε αλλά το κουδούνι από την κουζίνα χτύπησε και δίνοντας μου ένα φιλί στην άκρη της μύτης συνέχισε... «Επιστρέφω» και αφού με σήκωσε από την αγκαλιά του κίνησε προς την κουζίνα.
«Σε πειράζει να φάμε εδώ;» ρώτησα αλλά δεν πήρα απάντηση... και όταν γύρισε με κοίταξε για λίγο.
«Θες να φάμε στο σαλόνι;» ρώτησε και κατένευσα και φέρνοντας την πίτσα και ότι άλλο χρειαζόμασταν έκατσε δίπλα μου και παίρνοντας από ένα κομμάτι αρχίσαμε να τρώμε μένοντας σιωπηλοί ο καθένας χαμένος μέσα στην δική του σκέψη.