Ετικέτες

Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

Fly Away "50.All Good Things"



5 χρόνια μετά.....

Καθόμουν στο γραφείο μου και αναπολούσα τα τελευταία 5 χρόνια που πέρασαν χαϊδεύοντας απαλά την κοιλιά μου και δεν μπορούσα να πιστέψω πως όλα γύρισαν ανάποδα... πως όλα έγιναν τόσο γρήγορα... πως όλα γκρεμιστήκαν εν μια νυκτί..

Πάνω στο γραφείο μου η φωτογραφία του γάμου μας έστεκε εκεί και την κοίταζα με νοσταλγία... άπλωσα το χέρι μου να την κρατήσω και πέρασα τα δάχτυλα μου πάνω από το τζάμι που την προστάτευε ψηλάφισα τα οικεία πρόσωπα μας και αναστέναξα. Τόσο ίδιοι... τόσο ερωτευμένοι... τόσο...

Πως άλλαξαν όλα;... Πως εμείς αλλάξαμε;;... Πως;;;

Αχ βρε Έντουαρντ... Αχχχ... γιατί έπρεπε τα πράγματα να γίνουν έτσι;

Μετά την βραδιά που είπα επιτέλους το ναι... πίστευα ότι όλη μου η ζωή θα άλλαζε... θα γινόταν πιο όμορφη... πιο ισορροπημένη... πιο σταθερή... που να ήξερα τότε.

Η βραδιά των γενεθλίων....

Μόλις γυρίσαμε στο τραπέζι μας και η Μαρίνα μας κοίταξε στα μάτια δεν ήθελε τίποτα άλλο... σηκώθηκε απάνω και πλησίασε την τούρτα που είχαν βάλει στο κέντρο τις πίστας και μας κοίταξε όλους έναν έναν ξεχωριστά πριν αρχίσει να μιλάει...

«86 χρόνια...» ξεκίνησε να λέει... «86 απίστευτα και γεμάτα χρόνια που μου χάρισαν χαρές... λύπες... και πληρότητα... Τι άλλο να περιμένω πια... όλοι όσοι αγαπώ... είναι κοντά μου... όλα όσα προσδοκούσα... πλέον έχουν ολοκληρωθεί...» συνέχισε κοιτώντας μας με νόημα στα μάτια και ο Έντουαρντ της χάρισε το πιο ζεστό του χαμόγελο και εκείνη παίρνοντας μια βαθιά ανάσα συνέχισε...

«86 χρόνια... ουαααουυ... νομίζω ότι είναι υπέρ αρκετά δεν νομίζεται;... Γι’ αυτό σήμερα αποφάσισα να δώσω επιτέλους τόπο στα νιάτα... Να δώσω την σκυτάλη μου και να αφήσω πια πίσω μου ότι με βαραίνει... και με ελαφριά την καρδιά να αφήσω να περάσει ο υπόλοιπος καιρός που μου απομένει μέχρι να γίνει το θέλημα του κυρίου και επιτέλους να κλείσω τα μάτια μου για να βρεθώ ξανά κοντά του... Κοντά στον μοναδικό άνθρωπο που αγάπησα με όλη μου την καρδιά και έζησα μαζί του τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου...» έκανε μια παύση και τσιμπώντας την μύτη της με τον δείκτη της και τον αντίχειρα της προσπάθησε να ελέγξει το ξέσπασμα της για να καταφέρει να συνεχίσει.

«Αρκετά όμως με τα μελό δεν νομίζεται;... όπως προείπα σήμερα είναι η δική σας ημέρα και όχι η δική μου... γι αυτό και θα ήθελα να παραδώσω την σκυτάλη και να αποσυρθώ...» κοίταξε τον Έντουαρντ στα μάτια και του έτεινε το χέρι της... ο Έντουαρντ έμεινε σαν χαζός να την κοιτάει... «Έλα κοντά μου» του είπε με την βαθιά και βελούδινη φωνή της και εκείνος για λίγο κοίταξε εμένα... Τρίβοντας το μπράτσο του τον ενθάρρυνα να πάει χαμογελώντας του ζεστά... εκείνος μου έδωσε ένα φιλί στον κρόταφο και αφού σηκώθηκε την πλησίασε πιο αποφασιστικά.

«Όλοι περιμένατε αυτήν την στιγμή... και όλοι φανταζόσασταν λίγο πολύ σε πιο θα μεταβιβάσω τις μετοχές μου... αλλά τελικά κάνατε λάθος... Ο Έντουαρντ... χρειάζεται δύο ακόμα ψήφους για να πάρει την θέση του γιού μου του Καρλάιλ και τις έχει... από μένα... έτσι από σήμερα... αγόρι μου... είσαι επίσημα ο Πρόεδρος της Κάλεν Α.Ε. με την αξία σου... και ξέρεις ότι αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς... η δουλειά που έχεις κάνει όλα αυτά τα χρόνια σε έκανε άξιο αντικαταστάτη όχι του...» έκανε μια παύση... «Πατέρα σου αλλά του παππού σου... του Έντουαρντ Κάλεν... αυτό να μην το ξεχάσεις ποτέ» του τόνισε και αφού τον αγκάλιασε και τον φίλησε και στα δύο του μάγουλα έκανε λίγο πιο πίσω και άρχισε να τον χειροκροτεί... ταυτόχρονα όλοι μας την μιμηθήκαμε και κάναμε το ίδιο.

Ήμουν τόσο υπερήφανη για εκείνον εκείνη ακριβός την στιγμή... τα δάκρυα μου έτρεχαν από τα μάτια μου ανεξέλεγκτα... αλλά η Μαρίνα δεν σταμάτησε εκεί... αφού ζήτησε και πάλι την προσοχή μας συνέχισε.

«Έχοντας την συνείδηση μου ήσυχη ότι όλα θα ξαναγίνουν όπως πρέπει... πιστεύω ότι πλέον μπορώ να αποσυρθώ και να αφήσω την εταιρία στα χέρια σας... Ξέρω ότι η επόμενη ερώτηση είναι που θα μεταβιβάσω τις μετοχές μου... γιατί φυσικά σας καίει σε ποια μεριά θα πάνε οι ψήφοι... και φυσικά ξέρω πολύ καλά ότι όλοι νομίζεται ότι η μεταβίβαση θα γίνει στον Έντουαρντ αλλά κάνετε λάθος...» σούσουρα ακούγονταν από παντού απορίας και περιέργειας... ο Έντουαρντ ψύχραιμος λες και ήξερε ήδη τις αποφάσεις της με κοίταζε με ένα περίεργο χαμόγελο και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει σαν τρελή... Δεν πιστεύω... όχι δεν μπορεί να εννοεί.

«Ησυχία παρακαλώ...» φώναξε η Μαρίνα ζητώντας ξανά τον λόγο και καθώς όλοι ηρέμισαν ακολουθώντας το βλέμμα του Έντουαρντ όλοι ταυτόχρονα γύρισαν και με κοίταξαν με απορία και εγώ τα έχασα... δεν ήξερα τι να κάνω... αλλά η Μαρίνα καταλαβαίνοντας το πήρε για άλλη μια φορά τον λόγο.

«Όχι δεν θα της μεταβιβάσω στην Μπέλα...» απάντησε στις ανείπωτες ερωτήσεις των συγγενών της και εγώ άφησα την ανάσα μου να βγει από το σώμα μου με ανακούφιση.

«Θα της μεταβιβάσω στο αγέννητο παιδί της...» συμπλήρωσε και κοίταξα τον Έντουαρντ μπερδεμένη... «Φυσικά μέχρι να αναλάβει τα καθήκοντα του θα πρέπει κάποιος να αποφασίζει γι αυτό... γι’ αυτό και θα ορίσω την Ιζαμπέλα Σουάν πληρεξούσιο του μέχρι εκείνο να είναι ικανό να πάρει αποφάσεις από μόνο του» κατέληξε και τείνοντας το χέρι της προς το μέρος μου με κάλεσε να πάω κοντά της και εγώ μένοντας στήλη άλατος δεν ήξερα πως να αντιδράσω.

«Πήγαινε κοντά της καρδιά μου» με παρότρυνε ο πατέρας μου και γυρίζοντας προς το μέρος του τον κοίταξα σοκαρισμένη.

«Το ήξερες αυτό;» τον ρώτησα αλλά αντί να μου απαντήσει σηκώθηκε και με βοήθησε να κάνω και εγώ το ίδιο... Με έσυρε σχεδόν με το ζόρι μέχρι το σημείο που βρισκόταν ο Έντουαρντ και η γιαγιά του και μόλις έφτασε κοντά στον Έντουαρντ του χαμογέλασε.

«Να μου την κάνεις ευτυχισμένη» του είπε συνωμοτικά και ο Έντουαρντ τον αγκάλιασε και του απάντησε σοβαρός.

«Θα είναι το πρώτο και το τελευταίο μέλημα της ζωής μου» ο πατέρας μου κατένευσε ευχαριστημένος και αφού με φίλησε στον κρόταφο με παρέδωσε σε εκείνον και γύρισε στην θέση του... Εγώ κοίταγα μια την Μαρίνα και μια τον Έντουαρντ χωρίς να είμαι σίγουρη για το τι πρέπει να κάνω.

«Απλά χαμογέλα» ψιθύρισε ο Έντουαρντ στο αυτί μου και δίνοντας μου ένα απαλό φιλί με γύρισε προς την μεριά της Μαρίνας.

«Είσαι ένας άγγελος...» είπε με βαθιά από φωνή συγκινημένη και αφού με αγκάλιασε με φίλησε σταυρωτά και με κοίταξε βαθιά στα μάτια... «Να μου τον κάνεις ευτυχισμένο» επανέλαβε τα λόγια του πατέρα μου και τα δάκρυα μου έπνιξαν την φωνή μου... ξεροκατάπια και προσπάθησα να μιλήσω...

«Δεν θα σε απογοητεύσω» κατάφερα να πω και μου χαμογέλασε με ένα πλατύ χαμόγελο και γύρισε και πάλι προς τα αδιάκριτα βλέμματα των παραβρισκόμενων που μας κοιτάζανε λες και θέλανε να μας λιντσάρουν... εντάξει με μικρές εξαιρέσεις αλλά οι περισσότεροι τουλάχιστον ήμουν σίγουρη ότι από μέσα τους ευχόντουσαν να μην υπήρχα ποτέ.

«Αγαπημένοι μου συγγενείς και φίλοι... Είναι μεγάλη μου χαρά να σας ανακοινώσω και επίσημα... τον γάμο του εγγονού μου Έντουαρντ... με την λατρεμένη μας νυφούλα... Μπέλα... και ακόμα μεγαλύτερη χαρά να σας ανακοινώσω ότι όπως ήδη καταλάβατε σε λίγο καιρό θα έχουμε κοντά μας και το πρώτο μου τρισέγγονο... Όλα για εκείνους έγιναν λίγο βιαστικά και εφόσον δεν καταφέραμε να χαρούμε τους γάμους τους... σκέφτηκα αυτή η μέρα χαράς να γίνει μέρα χαράς και για εκείνους... Την τούρτα παρακαλώ...» διέταξε και ασυναίσθητα κοίταξα με απορία τα γκαρσόνια που τοποθετούσαν ένα δεύτερο τραπέζι δίπλα από αυτό που είχε απάνω την τούρτα της και αμέσως φέρανε μια χειροποίητη τούρτα που με το που την είδα αμέσως συγκινήθηκα και άρχισα να μαζεύω τα δάκρια που κύλισα στα μάγουλα μου.



Ήταν πραγματικά το κάτι άλλο... ένα παραμυθένιο βιβλίο που απάνω είχε γράψει αυτός που την έφτιαξε μια μικρή ιστορία για μας...

“Μια φορά και έναν καιρό
Ήταν η Ιζαμπέλα Μαρί Σουαν. Όπου βρέθηκε ανάμεσα σε έναν στρατό στην μέση της ερήμου και άγγιξε τις καρδιές όσων γνώρισε.
Μα περισσότερο άγγιξε μια μοναχική καρδιά και έγινε ο άγγελος της... Η μοναχική καρδιά πλέον είναι δική της και μαζί θα ξεκινήσουν το ταξίδι προς την ευτυχία.

Και έτσι το παραμύθι ξεκινά...”

«Να είσαστε πάντα ευτυχισμένοι αγάπες μου» είπε η Μαρίνα και την κοίταξα συγκινημένη στα μάτια.

«Δεν έχω λόγια να σε ευχαριστήσω» της είπα με πνιγμένη φωνή και εκείνη με αγκάλιασε με όλη της την αγάπη.

«Ξέρεις με πιο τρόπο μπορείς» ψιθύρισε εκείνη και κατένευσε.

«Δεν θα σε απογοητεύσω ποτέ» επανέλαβα και τρίβοντας τον ώμο μου κοίταξε τον Έντουαρντ αυστηρά.

«Το ξέρεις ότι το ίδιο ισχύει και για σένα» του είπε χωρίς να δέχεται αντίρρηση γι’ αυτό και ο Έντουαρντ καθώς της χαμογέλασε ζεστά την έκλεισε στην αγκαλιά του.

«Δεν θα σε απογοητεύσω ποτέ» επανέλαβε τα λόγια μου.

«Το καλό που σου θέλω» του είπε και ο Έντουαρντ γέλασε με την καρδιά του.

Και να που σήμερα έφτασε η στιγμή να αθετήσει τους λόγους του... Πως σκατά φτάσαμε ως εδώ;... Αναρωτήθηκα για πολλοστή φορά και αναστέναξα... Τι πήγε στραβά;... ρώτησα με απορία τον εαυτό μου και άφησα τα δάκρυα μου να κυλίσουν ανενόχλητα...

Όσο θυμάμαι τα λόγια που είχε πει....


Μετά τον λόγο που έδωσε στην γιαγιά του εκείνη τον παρέδωσε σε μένα όπως είχε κάνει ο πατέρας μου σε εκείνον και ο Έντουαρντ γύρισε σοβαρός και με κοίταξε στα μάτια με όλη του την αγάπη να αντικατοπτρίζεται σε όλα τα χαρακτηριστικά του.

Το τραγούδι που είχαμε χορέψει πριν ξεκίνησε και πάλι και εκείνος γονατίζοντας μπροστά μου κράτησε και τα δύο μου χέρια μέσα στα δικά του χωρίς να αποχωρίζεται την ματιά μου.

«Ιζαμπέλα Μαρί Σουαν... ίσως αυτή η στιγμή θα μπορούσε να ήταν η πλέον κατάλληλη για να σου κάνω πρόταση γάμου...» ξεκίνησε και χαμογέλασα δαγκώνοντας τα χείλια μου... «Αλλά επειδή είμαστε ήδη παντρεμένοι μάλλον θα πρέπει να το αλλάξω λίγο...» συνέχισε χαμογελώντας και ξαφνικά σοβάρεψε... «Είσαι ο άγγελος που άγγιξε την καρδιά μου... την ψυχή μου... όλο μου το είναι και το άλλαξες ριζικά... Πριν από εσένα ήμουν μια μοναχική καρδιά που απλά περιπλανιόταν στον κόσμο χωρίς σκοπό... αλλά από την μέρα που σε γνώρισα... όλα μέσα μου έγιναν ξανά αυτό που πάντα ήμουν... αυτό που πάλευα να καταπνίξω χωρίς επιτυχία... Από την μέρα που σε γνώρισα έγινα ξανά ο εαυτός μου και θα σου το χρωστάω όσο ζω και πολλά περισσότερα από αυτό... Ιζαμπέλα Μαρί  Σουάν σου χρωστάω την ζωή μου... την ψυχή μου... την καρδιά μου... Δεν μπορώ να φανταστώ έστω και μία ημέρα της ζωής μου χωρίς εσένα... μου επιτρέπεις να σε αγαπάω κάθε μέρα του για πάντα;» με είχε ρωτήσει και έμεινα να τον κοιτώ χωρίς φωνή.

«Ναι» ψιθύρισα χωρίς ανάσα και εκείνος παίρνοντας μια βαθιά αναπνοή έβγαλε από την τσέπη του το δαχτυλίδι της γιαγιάς του και την βέρα που είχαμε παντρευτεί τα τοποθέτησε στην θέση όπου ανήκανε και φιλώντας ένα ένα κάθε δάχτυλο μου ξεχωριστά φίλησε στο τέλος την παλάμη μου αλλά δεν με κοίταξε... ανασήκωσε το κεφάλι του και χωρίς να αφήνει το χέρι μου άφησε ένα παρατεταμένο φιλί πάνω στην κοιλιά μου και ένιωσα τα δάκρυα του να υγραίνουν το φόρεμα μου.

«Το ίδιο ισχύει και για σένα μικρό φασολάκι» ψιθύρισε και με το ελεύθερο χέρι μου του χάιδεψα απαλά τα μαλλιά του και εκείνος με δάκρυα στα μάτια με κοίταξε και σηκώθηκε όρθιος.

«Σ’ αγαπάω» του είπα και μόλις με κλείδωσε στην αγκαλιά του το ανταπέδωσε.

«Είσαι όλη μου η ζωή... θα κάνω τα πάντα... ΤΑ ΠΑΝΤΑ... να είσαι για την υπόλοιπη ζωή σου ευτυχισμένη» είχε πει και ανατρίχιασα.

Πόσο εύκολα τελικά τα λόγια εξανεμίζονται... Πόσο εύκολα οι υποσχέσεις διαλύονται... Πόσο εύκολα αυτό το για πάντα κράτησε μόνο 5 χρόνια... Τι άλλαξε Έντουαρντ... Τι;;;... έλεγα μέσα μου με παράπονο σκουπίζοντας για άλλη μια φορά τα δάκρυα μου η πόρτα χτύπησε και μάζεψα αμέσως τον εαυτό μου.

«Περάστε» έδωσα την άδεια και κάνοντας ότι γράφω κάτι στο κομπιούτερ πήρα μια βαθιά ανάσα πριν δω ποιος είχε μπει.

«Έχεις δουλειά;» με ρώτησε και σήκωσα την ματιά μου προς το μέρος του.

«Και πότε δεν έχω» απάντησα με τον ίδιο άτονο αχρωμάτιστο τόνο που είχε χρησιμοποιήσει ο ίδιος και ήρθε και έκατσε στην καρέκλα που ήταν μπροστά από το γραφείο μου με μια βαριά κίνηση... Ήταν κομμάτια.

«Θα κάτσεις κι άλλο;» ρώτησε βγάζοντας το πακέτο με τα τσιγάρα του από το σακάκι του και άναψε ένα χωρίς να με κοιτά.

«Υπάρχει συγκεκριμένος λόγος που με ρωτάς;» τον ρώτησα πίσω σταυρώνοντας τα χέρια μου στο στήθος περιμένοντας να με αντικρίσει αλλά εκείνος δεν το έκανε... Παίρνοντας μια μεγάλη ρουφηξιά από το τσιγάρο του κοιτώντας ακόμα μακριά αναδιοργάνωσε τις σκέψεις του και αναστέναξε.

«Αύριο θα φύγω για Ζυρίχη... και σκέφτηκα να γυρίσω νωρίς στο σπίτι σήμερα για να δω την μικρή λίγο περισσότερο» δήλωσε λες και μου έλεγε για τον καιρό και μηχανικά πέρασα το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου και αναστέναξα.

«Και εγώ τι θες να κάνω γι’ αυτό;» τον ειρωνεύτηκα και για λίγο το σκέφτηκε.

«Τίποτα...» είπε ξεψυχισμένα... «Σκέφτηκα ότι θα ήθελες να το ξέρεις» είπε ακόμα χωρίς να με κοιτά αδιάφορα και αυτό έφτασε να με βγάλει από τα ρούχα μου.

«Γιατί θα έχει διαφορά;» τον ρώτησα κυνικά και επιτέλους γύρισε προς την μεριά μου και με κοίταξε για πρώτη φορά από την στιγμή που μπήκε μέσα στο γραφείο μου... και σβήνοντας το τσιγάρο του στο τασάκι σηκώθηκε για να φύγει... και την ώρα που έφτασε στην πόρτα χωρίς να γυρίσει να με κοιτάξει ξαναρώτησε.

«Τελικά θα κάτσεις κι άλλο;»

«Είμαι σίγουρη ότι δεν θα σας λείψω... οπότε γιατί να μην εκμεταλλευτώ την ευκαιρία να τελειώσω τις εκκρεμότητες μου αφού θα κάνεις εσύ παρέα στην μικρή» ειρωνεύτηκα και παγώνοντας στην θέση του χωρίς να γυρίζει προς το μέρος μου έμεινε εκεί χωρίς να σχολιάσει τα λόγια μου.

«Όπως θες» ήταν τα μοναδικά λόγια που βγήκα από τα χείλια του παγωμένα και ανοίγοντας την πόρτα εξαφανίστηκε.

Γιατί Έντουαρντ... γιατί;... ρώταγα βουβά με παράπονο και δαγκώνοντας τα χείλια μου έκλεισα το πρόσωπο μου μέσα στις χούφτες μου και άφησα για άλλη μια φορά τα δάκρυα μου να κυλίσουν.

«Γιατί;» ρώτησα άλλη μια φορά με παράπονο και τα λόγια του Καρλάιλ από εκείνην την βραδιά ήρθαν σαν απάντηση.

«Νομίζεις ότι κέρδισες;» με είχε ρωτήσει σε έναν χορό που απαίτησε να χορέψουμε και τότε είχα γελάσει αυτάρεσκα που να ήξερα.

«Δεν το βάζεις κάτω» είπα και ανασήκωσε το ένα του φρύδι με νόημα.

«Είσαι πολύ μικρή μπροστά μου» είπε μέσα από τα δόντια του αυτάρεσκα.

«Αλήθεια;...» τον ρώτησα ειρωνικά... «Κοίτα να πατήσεις την υπόσχεση σου και τα λέμε» του δήλωσα κατηγορηματικά και γέλασε ειρωνικά.

«Δεν ξέρεις τίποτα... η Τάνια δεν σου είπε τίποτα»

«Μμμ... η αγαπητή μας Τάνια... αλήθεια γιατί ακόμα κυκλοφορεί ελεύθερη;;... δεν ήταν αρκετά τα στοιχεία που σου έδωσα για να την κλείσεις μέσα;... ή μήπως... που πολύ αμφιβάλλω... κάνει τόσο καλό κρεβάτι που δεν μπορείς να την αποχωριστείς;»

«Μην παραλογίζεσαι Μπέλα... το ξέρεις ότι δεν με συμφέρει να μπει στην φυλακή... γι’ αυτό αποφάσισα να την εκβιάσω»

«Πολύ σωστά... ελπίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα βρει εκείνην τον τρόπο να με ξεφορτωθεί για χάρη σου σωστά;» του δήλωσα ευθέως ότι δεν μασάω τα παραμύθια του και εκείνος με κοίταξε ερευνητικά.

«Το λες τόσο κυνικά» διαπίστωσε χαμογελώντας.

«Δεν είμαι ηλίθια Καρλάιλ και σε προειδοποιώ... αν κάνεις κάτι»

«Τι;... Τι θα μου κάνεις;»

«Εγώ τίποτα...» του είπα αυτάρεσκα και ανασήκωσα το φρύδι μου επιδεικτικά.

«Ο Έντουαρντ δεν πρόκειται ποτέ να με αγγίξει»

«Όχι με τα χέρια του σίγουρα... αλλά εσύ περισσότερο από όλους θα έπρεπε να ξέρεις ότι η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει»

«Δεν τον συμφέρει να με χτυπήσει όσο αφορά την εταιρία γιατί πρώτος εκείνος θα χάσει ιδίως τώρα που έχει εκείνος την διοίκηση» προσπάθησε και γέλασα δυνατά.

«Ναι πλέον δεν τον συμφέρει...» συμφώνησα... «Άλλα κάτι με κάνει να πιστεύω ότι έχει κι άλλους κριμένους άσους στο μανίκι του» δήλωσα και για λίγο το σκέφτηκε.

«Μην μου πεις ότι του είπες τίποτα»

«Όχι δεν του είπα τίποτα... βλέπεις εγώ ξέρω να κρατώ τον λόγο μου... αλλά είμαι σίγουρη ότι εκείνος τα ξέρει ήδη όλα»

«Όταν λες όλα;» ρώτησε και καλά για να με ψαρέψει ενώ μέσα του ήξερα πάρα πολύ καλά ότι έτρεμε σαν το ψάρι.

«Όλα Καρλάιλ... και όταν λέω όλα... εννοώ όλα» του επιβεβαίωσα και έσμιξε τα φρύδια του.

«Πως μπορείς να είσαι τόσο σίγουρη»

«Πολύ απλά... δεν έκανε ποτέ καμία νύξη για το θέμα... δεν προσπάθησε καν να μου αποσπάσει πληροφορίες»

«Ίσως γιατί ήξερε ότι δεν πρόκειται να του τα πεις»

«Ίσως γιατί τα ήξερε ήδη Καρλάιλ... για ποιον λόγο νομίζεις ότι σε σιχαίνεται τόσο πολύ» του χτύπησα πίσω και δεν ήξερε τι να κάνει για να το γυρίσει εναντίων μου ενώ ήξερε ότι είχε χάσει ήδη το παιχνίδι.... «Και για να τελειώνουμε... δεν δέχομαι άλλη αναβολή... Πήγαινε κατέθεσε τα στοιχεία που έχεις εναντίων της και βάλε τη φυλακή το συντομότερο δυνατόν... Και επιπλέον... κράτα την υπόσχεση σου γιατί δεν το έχω σε τίποτα να σε κάνω ρεζίλι ακόμα και τώρα μπροστά σε όλα αυτά τα άγρυπνα βλέμματα που μας κοιτάνε ρουφώντας κάθε μας έκφραση» τον απείλησα αλλά δεν μάσησε.

«Ναι και θα μου κάνεις την μούρη κρέας...» σαρκάστηκε και γέλασε δυνατά.

«Αλήθεια τι κάνει ο Ζανό πως και δεν είναι μαζί σου σήμερα;» ρώτησα και καλά αδιάφορα και με κοίταξε για λίγο ανέκφραστος διαβάζοντας με.

«Τι σχέση έχει ο Ζάνο με την συζήτηση μας;»

«Ωωωω έχει απόλυτη σχέση με την συζήτηση μας Καρλάιλ... σωστά;» τον ρώτησα πίσω και για λίγο σταμάτησε τον βηματισμό του αλλά δεν με άφησε από το σκληρό του βλέμμα.

«Πως;»

«Μην παίζεις μαζί μου Καρλάιλ... ξέρω τα πάντα»

«Αποκλείετε... δεν ξέρεις τίποτα... απλά ρίχνεις άδεια για να πιάσεις γεμάτα»

«Έτσι νομίζεις» του είπα σκληρά.

«Δεν έχεις αποδείξεις»

«Ξέρεις δεν της χρειάζομαι και τόσο... από την άλλη έχω αποδείξεις για την τσούλα σου... γι’ αυτό αν δεν κάνεις τίποτα και τώρα να ξέρεις ότι θα κάνω εγώ» του δήλωσα και τραβώντας με μαζί του με παρέσυρε πιο έξω από την πίστα και με γύρισε προς το μέρος του.

«Λέγε τι ξέρεις και πως» απαίτησε και κοίταξα το χέρι μου που το κρατούσε με όλη του την δύναμη αλλά δεν τον ένοιαξε καθόλου... «Λέγε»

«Που ακριβός αναφέρεσαι;» τον ρώτησα και έσμιξε τα χείλια του σε μια ίσια γραμμή... ήμουν σίγουρη ότι αν δεν είχαμε το κοινό πίσω μας τώρα θα με είχε σαπίσει στο ξύλο.

«Πως έχεις αποδείξεις για την Τάνια;»

«Το όνομα Μάρκο Πάοραζαν... σου λέει κάτι;» τον ρώτησα και αμέσως το χέρι του σταμάτησε να με σφίγγει και τρίβοντας το με το άλλο μου χέρι προσπάθησα να ηρεμήσω τον πόνο που μου είχε προκαλέσει.

«Που τον ξέρεις εσύ τον Μάρκο;» ρώτησε καχύποπτα.

«Μου χρωστάει την ζωή του... ήταν στην πτήση που εξολόθρεψα τον αεροπειρατή που απειλούσε την ζωή του» του είπα και έμεινε με το στόμα ανοιχτό.

«Εσύ ήσουν;» ρώτησε δύσπιστα και κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά.... «Μα πως;»

«Ζήτησα να μην αναφέρουν το όνομα μου και είπαμε ότι τον εξουδετέρωσε η άλλη αεροσυνοδός που ήταν στην πτήση» είπα ανασηκώνοντας τους ώμους μου αδιάφορα.

«Αυτό και αν είναι...» είπε και άρχισε να βηματίζει πάνω κάτω με το χέρι του μέσα στα μαλλιά του προσπαθώντας πολύ σκληρά να βάλει σε μια τάξη τις σκέψεις του.

«Μην το παιδεύεις άδικα Καρλάιλ... ο Μάρκος χρόνια ψάχνει να βρει τον δολοφόνο του γιού του... Αν του πω την αλήθεια πιστεύεις ότι δεν θα κινήσει γη και ουρανό να την βρει;... και μαζί με εκείνην θα βρεθείς και εσύ εκτεθειμένος που την συγκαλύπτεις» του δήλωσα και σταματώντας τον βηματισμό του γύρισε και με αντίκρισε στα μάτια αυστηρά.

«Τίποτα δεν τελείωσε...» μου δήλωσε κουνώντας τον δείκτη του μπροστά στο πρόσωπο μου... «Ακούς;... Τίποτα... Τώρα αρχίζει ο πόλεμος... όσο για τις αβάσιμες ηλίθιες υποψίες σου δεν πιστεύω λέξη... Δεν ξέρεις τίποτα... Τίποτα» είπε και με άφησε μόνη μου να τον κοιτώ να φεύγει.

«Και όμως Καρλάιλ... ξέρω περισσότερα από όσα νομίζεις» του πέταξα αλλά δεν ήμουν σίγουρη αν με είχε ακούσει τότε.

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Fly Away "49. I Belong To You"



Φτάνοντας κοντά στον κήπο ένιωσα τα πόδια μου να λυγίζουν και ο Έντουαρντ καταλαβαίνοντας το γύρισε προς την μεριά μου και με κοίταξε εξεταστικά.

«Είσαι καλά;» ρώτησε με αγωνία και χαμογελώντας του νευρικά κατένευσα και τον άφησα να με οδηγήσει προς το μεγάλο τραπέζι που ήταν όλη του η οικογένεια.

Ο κήπος ήταν γεμάτος από κόσμο που ήταν άγνωστος σε μένα αλλά σήμερα δεν ήμουν μόνη... οι ματιές τον γονιών μου μου έδιναν όλη την δύναμη που χρειαζόμουν και με αυτοπεποίθηση έκανα τα βήματα μου πιο αποφασιστικά.

Όλοι άνοιξαν την αγκαλιά τους για μας και μας καλωσόρισαν στην παρέα τους... Εντάξει δεν μπορώ να πω ότι δεν υπήρχαν και εξαιρέσεις όπως αυτή του Καρλάιλ και της Ρόζαλις... αλλά ακόμα και αυτό σήμερα δεν μπορούσε να με πτοήσει.

Μόλις φτάσαμε στους γονείς μου ο πατέρας μου και οι μητέρα μου μας αγκάλιασαν θερμά και τότε μόνο πρόσεξα ότι ήταν δίπλα τους και ο αδελφός μου και έμεινα με το στόμα ανοιχτό να τον κοιτάζω.

«Άλεκ;» ρώτησα σαν να μην πίστευα στα μάτια μου και εκείνος μόλις σηκώθηκε ήρθε κοντά μου και με αγκάλιασε.

«Αδελφούλα τι μετάλλαξη είναι αυτή;» ρώτησε με γουρλωμένα μάτια και του έδωσα ένα μπάτσο στον ώμο για να συνέλθει.

«Ενώ εσύ πας πίσω;» τον ρώτησα δείχνοντας το κουστούμι που φορούσε και έκανε μια εκνευρισμένη γκριμάτσα.

«Αυτή η ξαδέλφη του Έντουαρντ... Παναγιά μου, η μετενσάρκωση του Χίτλερ» είπε συνωμοτικά και γελάσαμε μαζί ενώ εκείνη την στιγμή ο Έντουαρντ με αγκάλιασε από την μέση.

«Άλεκ» είπε ευγενικά και του έδωσε το χέρι του.

«Έντουαρντ» ανταπέδωσε ο αδελφός μου στριφογυρίζοντας τα μάτια του και μόλις σοβάρεψε πάλι του έκανε το χαιρετισμό που κάνει πάντα με τους φίλους του και ο Έντουαρντ προσπάθησε να τον μιμηθεί χωρίς επιτυχία.

«Μπα να τον αλλάξεις... ούτε έναν χαιρετισμό δεν ξέρει να κάνει σωστά» είπε απηυδισμένος ο αδελφός μου και έτριξα τα δόντια μου.

«Άλεκκκκκ» είπα και ο Έντουαρτ χαμογέλασε δίπλα μου.

«Μαθαίνω όμως δεν μπορείς να πεις» του ανταπέδωσε ο Έντουαρντ και εκείνος αναστέναξε.

«Καλά, καλά... άντε αυτήν την φορά στην χαρίζω... αλλά την επόμενη αν δεν τον έχεις μάθει...»

«Θα τον έχω μάθει» του είπε και αναστέναξα.

«Δεν καθόμαστε;» ρώτησα και κατένευσαν.

Ο Άλεκ έκατσε ξανά δίπλα στην μαμά μου ενώ ο Έντουαρντ μου άνοιξε μια καρέκλα για μένα βάζοντας με να κάτσω δίπλα στον πατέρα μου και αφού έκατσε και εκείνος δίπλα μου αρχίσαμε να απολαμβάνουμε την βραδιά.

Πρέπει να παραδεχτώ πάντως ότι η Άλις με ότι καταπιάνεται κάνει θαύματα... Όλος ο κήπος είχε μεταλλαχτεί... παντού υπήρχε η αρμονία και όλα τα χρώματα και τα αρώματα από τα λουλούδια αμέσως σε έκαναν να νιώθεις τέτοια εφορία που γαλήνευε την ψυχή σου.


Το σχήμα των τραπεζίων ήταν στρογγυλό και πάνω κάθε τραπέζι ήταν διακοσμημένο με μια πρωτότυπη σχεδόν περίεργη ανθοσύνθεση, κυρίως περιλαμβάνονταν από βελόνες πεύκου και διάσπαρτα φύλλα κισσού. Ανάμεσα σε αυτό το χάος από πρασινάδα τα κόκκινα τριαντάφυλλα είχαν την τιμητική τους ενώ η γυψοφύλλη έδινε την αίσθηση του χιονιού ανάμεσα τους… Κόκκινο το χρώμα του πάθους, πράσινο το χρώμα τις ελπίδας και λευκό το χρώμα της αγνότητας μπερδεμένα μεταξύ τους σε μια σύνθεση, το απόλυτο ταίριασμα. Όμως μέσα σε όλα αυτά διέκρινα και άλλα μικρότερα λουλούδια περιτριγυρισμένα γύρω τους, όπως κάποια μικρότερα ροζ τριαντάφυλλα. Η μεγαλύτερη εντύπωση όμως ήταν τα τρία ρόδα που είχε βάλλει η Άλις για καλή τύχη… Είχε προβλέψει και την παραμικρή λεπτομέρεια. Στο κέντρο της ανθοσύνθεσης υπήρχε μια τεράστια γυάλα με πολλά κεριά και το φως που αναδύανε έκανε την ατμόσφαιρα πιο ζεστή και μαγική.

Όλα κυλούσαν ομαλά και ευχάριστα αλλά εγώ δεν έλεγα να χαλαρώσω... Σε όλη την διάρκεια της βραδιάς προσπαθούσα να βρω ένα τρόπο για να του το πω... αλλά όσο και να προσπαθούσα τίποτα δεν ήταν αρκετό για να μου δώσει το θάρρος να το κάνω... Σίγουρα ήθελα να είναι ιδιαίτερο... και σίγουρα δεν θα ξεφούρνιζα κάτι τόσο σημαντικό μπροστά σε όλους τους άλλους.

Υπήρχαν πολλές στιγμές που μου ζήτησε να χορέψουμε αλλά εγώ δεν ένιωθα άνετα να το κάνω μπροστά σε όλα αυτά τα άγρυπνα μάτια που μας κοιτάζανε εξονυχιστικά λες και μετράγανε τις μπουκιές μας... λες και μπορούσαν ακόμα να ακούσουν κάθε τι που λέγαμε... Είχαμε γίνει το επίκεντρο όλων και αυτό με έκανε ακόμα πιο νευρική αλλά δεν τα παρατούσα... Σήμερα ήταν η μεγάλη μέρα... και δεν θα δεχόμουν να τελειώσει χωρίς να του πω ότι με μεγάλο κόπο έκρυβα όλες αυτές τις ημέρες μέσα μου.

Σήμερα Μπέλα σήμερα... μέρα παραπάνω... Είπα και μόλις άκουσα το επόμενο κομμάτι που έβαλε ο DJ πήρα μια ανάσα και χαμογέλασα... Όχι απλά σήμερα Μπέλα... αλλά τώρα... Τώρα είναι η στιγμή... σκέφτηκα και γύρισα προς την μεριά του.


«Χορεύουμε;» τον ρώτησα και με κοίταξε με ένα παραξενευμένο βλέμμα.

«I Belong To You?» με ρώτησε και ανασήκωσα και καλά αδιάφορα τους ώμους μου.

«Γιατί όχι» του είπα σκανδαλιάρικα και αφού μου χαμογέλασε του έτεινα το χέρι μου... «Έλα» τον παρότρυνα κάνοντας ένα νεύμα με το κεφάλι μου δείχνοντας του με την κίνηση μου αυτήν την πίστα αποφασιστικά και σηκώθηκα... Εκείνος με ακολούθησε.

Τα χέρια του αγκάλιασαν την μέση μου και αμέσως τα δικά μου βρέθηκαν γύρω από τον λαιμό του ενώ άφησα το κεφάλι μου να ξεκουραστεί απαλά πάνω στο στερνό του... Πήρα μια βαθιά ανάσα αφήνοντας την απαλή του μυρωδιά να πλημυρίσει της αισθήσεις μου για να μου δώσει δύναμη για την συνέχεια.

«Ξέρεις...» ξεκίνησα διστακτικά ενώ η καρδιά μου κόντεψε να ξεπηδήσει από το στήθος μου... «Τελικά δεν θα χρειαστώ το “back up plan”»... πέταξα ξαφνικά και ο Έντουαρντ με ανάγκασε να τον κοιτάξω και μέσα στο βλέμμα του είδα να υπάρχει ανυπομονησία για την συνέχεια... «Ο Σταν με πρόλαβε» διευκρίνισα και εκείνος παγώνοντας τα βήματα του κλείδωσε το πρόσωπο μου μέσα στα δύο του χέρια και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα με κοίταζε χωρίς να μιλάει... περιμένοντας να συνεχίσω αλλά τα άτιμα τα λόγια ακόμα και τώρα δεν μπορούσαν να ξεπηδήσουν από μέσα μου... Γαμώτο γιατί μου είναι τόσο δύσκολο;;;... ρώτησα με παράπονο.

«Πες το» παρακάλεσε με κομμένη την ανάσα του και αυτό ήταν ότι χρειαζόμουν εκείνην την στιγμή για να πάρω δύναμη και θάρρος για να το ξεφουρνίσω.

«Σ’ αγαπώ» είπα με πνιγμένη φωνή ενώ τα δάκρυα μου είχαν ήδη κάνει την εμφάνιση τους και κλείνοντας τα μάτια του άφησε τα χείλια του να ακουμπήσουν απαλά πάνω στα δικά μου και με ένα τρυφερό φιλί μου έδωσε όλη του την καρδιά.

«Σ’ αγαπώ» ανταπέδωσε με βαθιά φωνή και ένιωσα μέσα από αυτές τις μοναδικές λέξεις όλη την ανακούφιση του.

«Και εγώ σε αγαπώ» του ανταπέδωσα και με έκλεισε για άλλη μια φορά στην αγκαλιά του συνεχίζοντας να χορεύει παρασέρνοντας με μαζί του.

«Είναι τόσο όμορφο να το ακούω όταν δεν κοιμάσαι» είπε και πάγωσα από το ξάφνιασμα... εκείνος καταλαβαίνοντας το με κοίταξε απολογητικά... «Παραμιλάς στον ύπνο σου» είπε με ένα αθώο βλέμμα και άνοιξα τα μάτια μου και το στόμα μου διάπλατα από το σοκ.

«Και δεν είπες τίποτα;;;» τον ρώτησα ξέπνοα και χαμογέλασε.

«Ήθελα να το ακούσω να το λες συνειδητά» παραδέχτηκε και αναστενάζοντας έβαλα ξανά το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στο στερνό του και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα επανέλαβα με πάθος.

«Σ’ αγαπώ» και τα δάκρυα μου άρχισαν και πάλι να τρέχουν ανεξέλεγκτα... «Άτιμες ορμόνες» μούγκρισα σκουπίζοντας τα και ένα γελάκι έκανε την εμφάνιση του και τον σκούντηξα... το γελάκι έγινε τρανταχτά γέλια και μόλις σήκωσα την ματιά μου προς το μέρος του θυμωμένα εκείνος μου έδωσε ένα πεταχτό φιλί και άρχισε να μας ξεμακραίνει από την πίστα.

«Που πάμε;» ρώτησα με περιέργεια και μου έκλεισε το μάτι.

«Θα δεις» είπε μόνο και δεν σταμάτησε να περπατά παρά μόνο όταν φτάσαμε στην μέση ενός μεγάλου λαβύρινθου.

Ήταν εξωπραγματικό... την προηγούμενη φορά δεν το είχα δει και μέσα από τα φώτα και τις δάδες που είχαν ανάψει για να φωτίζουν τους διαδρόμους του, έκανε όλο το σκηνικό τόσο όμορφο και ρομαντικό που μου έκοψε την ανάσα.

Πλησιάζοντας ένα μαρμάρινο παγκάκι που ήταν πλαισιωμένο από υπέροχα και ευωδιαστά λουλούδια έκατσε πρώτος και βολεύοντας με αναπαυτικά πάνω στα πόδια του γύρισε το σώμα μου έτσι ώστε να ακουμπούν τα πόδια μου πάνω στο παγκάκι... Άφησα το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στον ώμο του και εκείνος τυλίγοντας το ένα του χέρι γύρω από το σώμα μου έβαλε το δεύτερο του χέρι απαλά και στοργικά πάνω στην κοιλιά μου και άφησε το κεφάλι του να ξεκουραστεί πάνω στην κορυφή του κεφαλιού μου.

«Δεν μπορείς να φανταστείς πως νιώθω αυτήν την στιγμή» είπε σαν να μην πίστευε ότι όλα αυτά είχαν γίνει στην πραγματικότητα... Έγειρα το κεφάλι μου προς τα πίσω και κοιτώντας τον στα μάτια άφησα απαλά το χέρι μου να αγκαλιάσει το πρόσωπο του.

«Σ’ αγαπάω» επανέλαβα για άλλη μια φορά για να του επιβεβαιώσω ότι πράγματι το είπα και το εννοώ... Γέρνοντας προς το μέρος μου άφησε τα χείλια του να ακουμπήσουν πάνω στα δικά μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα μου έδωσε ένα παρατεταμένο φιλί.

«Και εγώ σ’ αγαπώ» είπε με βαθιά από συγκίνηση φωνή... και δίνοντας μου άλλο ένα φιλί πάνω στο μέτωπο μου με έβαλε και πάλι να ακουμπήσω το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του.

«Πόσο καιρό το ξέρεις;» τον ρώτησα και ένιωσα την κίνηση που έκανε καθώς δάγκωνε τα χείλια του για να μην γελάσει δυνατά... «Θα μου πεις ή θα με σκάσεις;» τον ρώτησα ξανά και γέλασε.

«Από το βράδυ που κάναμε έρωτα» είπε και πάγωσα.

«Είπα μέσα στον ύπνο μου ότι σ’ αγαπώ το βράδυ που κάναμε έρωτα;» ρώτησα χωρίς να το πιστεύω και κατένευσε... «Και δεν σε τρομοκράτησε αυτό;» τον ρώτησα με περιέργεια και δίνοντας μου ένα φιλί στην κορυφή του κεφαλιού μου κούνησε αρνητικά το κεφάλι του... «Πως και αυτό;»

«Πολύ απλά γιατί είχα συνειδητοποιείσαι ότι σε αγαπούσα ήδη... Περισσότερο ανακουφίστηκα παρά τρομοκρατήθηκα όπως θα περίμενα... Για να είμαι ειλικρινής περισσότερο με τρομοκρατούσαν οι αντιδράσεις σου όταν ξύπνησες και μετά παρά το ότι το άκουσα να το λες έστω και στον ύπνο σου»

«Σε ταλαιπώρησα τόσο πολύ» είπε μέσα από τον αναστεναγμό μου και εκείνος με ανάγκασε να τον κοιτάξω.

«Μπέλα... οποιοσδήποτε και να ήταν στην θέση σου την ίδια ίσως και χειρότερη αντίδραση θα είχε... μην βασανίζεις άδικα το εαυτό σου με όλα αυτά... Σημασία έχει που δεν τα άφησες να σε επηρεάσουν» προσπάθησε να με καθησυχάσει αλλά αυτό δεν μείωσε καθόλου τις τύψεις μου.

«Αυτό δεν αλλάζει τις πράξεις μου Έντουαρντ... ούτε και τις δικαιολογούν... Θα έπρεπε να δω πιο νωρίς τις διαφορές... Θα έπρεπε...» έβαλε τα ακροδάχτυλα του πάνω στα χείλια μου και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του χωρίς να μου δίνει το δικαίωμα να συνεχίσω.
«Χρειαζόσουν λίγο χρόνο να συνειδητοποιήσεις τι σου γίνεται... Έπρεπε να μην είμαι τόσο απερίσκεπτος πάνω σε αυτό... Και οι δύο κάναμε λάθη Μπέλα... ας μην τα αφήσουμε να μας χαλάσουν την τόσο όμορφη βραδιά» παρακάλεσε και κατένευσα... Περνώντας τα ακροδάχτυλα του πάνω από το περίγραμμα των χειλιών μου αναστέναξε... «Σ’ αγαπάω τόσο πολύ που αν για οποιονδήποτε λόγο σε έχανα... θα τρελαινόμουν Μπέλα... Αυτό ξέρω ότι δεν δικαιολογεί τις πράξεις μου αλλά ξέρω ότι μπορείς να με καταλάβεις και να με συγχωρέσεις γι’ αυτό όπως και έκανες... και αυτό μου φτάνει» δήλωσε και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, του το επιβεβαίωσα με την ματιά μου.

«Ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω» είπα μετά από μια σύντομη στιγμή και αναστέναξα.

«Τι δεν μπορείς να πιστέψεις;» ρώτησε προβληματισμένος.

«Ότι δεν σκέφτηκα ότι θα με πρόδιδαν τα όνειρα μου» είπα μελαγχολικά.

«Το ήξερες ότι παραμιλάς;» με ρώτησε και αναστέναξα.

«Φυσικά και το ήξερα... Η μητέρα μου με κορόιδευε χρόνια γι’ αυτό... άσε που είχε βρει τον τρόπο να μου εξωτερικεύει πράγματα όταν δεν της τα έλεγα η ίδια» είπα αυτόματα και δαγκώθηκα αλλά εκείνος δεν μίλησε και αυτό με έκανε να τον κοιτάξω για μια στιγμή... «Άτιμη μουσίτσα... μου μιλάς στο ύπνο μου έτσι δεν είναι;» τον ρώτησα κατευθείαν και ένα στραβό χαμόγελο έκανε την εμφάνιση του και του έδωσα μια ψεύτικη μπουνιά στον ώμο... «Πως το ήξερες;» τον ρώτησα όλο περιέργεια και ανασήκωσε τους ώμους του.

«Στην αρχή προσπαθούσα να σε ξυπνήσω... αλλά όπως ξέρεις ήδη ήταν μια μάταια προσπάθεια... όσο όμως συνέχιζαν τα όνειρα σου τόσο με ανησυχούσες... Αλήθεια τι έβλεπες και ήταν τόσο έντονα;» είπε και δαγκώθηκα για λίγο αποφεύγοντας την ματιά του... «Τον Καρλάηλ» διαπίστωσε αμέσως και κατένευσα αναστενάζοντας... «Καρδιά μου όμορφη... σου έγινε εμμονή» είπε ήρεμα και τρίβοντας τον ώμο μου τρυφερά μου έδωσε ένα απαλό φιλί πάνω στην κορυφή του κεφαλιού μου και έσφιξα τα χέρια μου γύρω από το σώμα του πιο σφιχτά.

«Και τελικά πως ανακάλυψες πως μπορώ να εξωτερικεύω όσα σκέφτομαι;» τον ρώτησα από περιέργεια.

«Εφόσον δεν μπορούσα να σε ξυπνήσω... όταν με φώναζες άρχισα να σου μιλώ ελπίζοντας αυτό να μπορούσε να σε κάνει να ξυπνήσεις... αλλά αντί γι’ αυτό εσύ άρχισες να μου απαντάς...» έκανε μια παύση και για μια στιγμή με κοίταξε για λίγο αναποφάσιστος αλλά τελικά συνέχισε... «Δεν σου κρύβω ότι όσο πέρναγαν οι μέρες άρχιζε να γίνεται όλο και πιο ενδιαφέρον» τελικά παραδέχτηκε ανοιχτά και σκεπτόμενη τα όνειρα μου κατάλαβα ακριβός τι εννοούσε και μέσα από αυτό μου επιβεβαίωσε και αυτό που είχα ήδη υποψιαστεί.

«Η Άλις ήξερε» είπα περισσότερο σε μένα παρά σε εκείνον και με ανάγκασε να τον κοιτάξω.

«Η Άλις... είναι κάτι περισσότερο από ξαδέλφη μου... είναι κάτι περισσότερο από αδελφή μου... Ήταν, είναι και σίγουρα θα είναι πάντα η καλύτερη φίλη μου... Είναι η μόνη που με ακούει χωρίς να με κρίνει και μου συμπαραστέκεται με οποιονδήποτε τρόπο μπορεί... και από όσο έχω δει το ίδιο συμβαίνει και με εσάς...» είπε και συναίνεσα... «Ήμουν απελπισμένος... και ήξερα ότι θα είναι η μόνη που θα μπορούσε να με βοηθήσει... ώστε να βρω έναν τρόπο για να σε κάνω να μείνεις κοντά μου... Και πάλι τονίζω... μόνο αν το ήθελες και εσύ... και ξέρεις πλέον ότι ήξερα ότι είχες τα ίδια συναισθήματα με μένα»

«Γι’ αυτό δεν τα παρατούσες» διαπίστωσα και κατένευσε.

«Γι’ αυτό... Πίστευα ότι κάποια στιγμή θα έβρισκες το χρόνο να μπορέσεις να δεις τα πράγματα αλλιώς και να συνειδητοποιήσεις το πόσο ταιριάζουμε»

«Το έβλεπα Έντουαρντ... αυτό ήταν πάντα το πρόβλημα για μένα... αν δεν το έβλεπα δεν θα είχα τόσες τάσεις φυγής»

«Το ξέρω καρδιά μου... Τώρα το ξέρω... αλλά θα μπορούσες να μου μιλήσεις» είπε και αναστέναξα.

«Δεν μπορούσα να το κάνω αυτό... ακόμα μου είναι πολύ δύσκολο... Ακόμα μου φαίνεται εξωπραγματικό ότι κατάφερα να πω όσα είπα» παραδέχτηκα κάτω από τον αναστεναγμό μου.

«Άλλα δεν μετανιώνεις» είπε δειλά περισσότερο για να επιβεβαιωθεί και κοιτώντας τον σταθερά στα μάτια του το επιβεβαίωσα.

«Όχι ξέρω που ανήκω... και σε καμία περίπτωση δεν το μετανιώνω...» είπα με σταθερή φωνή σοβαρά για να καταλάβει ότι το εννοώ... «Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν συνεχίζει να είναι δύσκολο για μένα» συμπλήρωσα με ένα παράπονο και κατένευσε δηλώνοντας μου ότι το κατανοεί και το σέβεται.

«Το καταλαβαίνω απόλυτα καρδιά μου... Πίστεψε με ούτε και για μένα είναι... και το ξέρεις πολύ καλά αυτό»

«Το ξέρω» του επιβεβαίωσα και αναστέναξα.

«Τουλάχιστον μαζί μπορούμε να το ξεπεράσουμε... Αν το θέλουμε» τον κοίταξα βαθιά μέσα στα μάτια του και βάζοντας το χέρι μου πάνω στο μάγουλο του επανέλαβα τα δικά του λόγια που μου είχε πει – τώρα ήμουν σίγουρη γι’ αυτό – μέσα στον ύπνο μου.

«Μαζί μπορούμε να κάνουμε τα πάντα» ένα εκθαμβωτικό χαμόγελο έκανε την εμφάνιση του και αγγίζοντας απαλά τα χείλια μου με τα δικά του χείλη σφράγισε τον όρκο μας κλέβοντας μου την ανάσα.

«Τα πάντα» επανέλαβε και το φιλί του βάθυνε οξύνοντας όλες μου τις αισθήσεις και χωρίς να το καταλάβω άρχισα να απαιτώ για περισσότερα και βόγκηξε μέσα στο στόμα μου.

«Δωμάτιο δεν έχετε εσείς» ακούσαμε την φωνή της Άλις και την στιγμή που σταματήσαμε το φιλί μας αρχίσαμε να γελάμε δυνατά... «Να υποθέσω ότι θα γίνω θεία;» ρώτησε και ήρθε κοντά μας ενώ γονατίζοντας μου χάιδεψε απαλά την κοιλιά μου.

«Θεία;» ρώτησα και με κοίταξε με απορία... «Δεν νομίζω να γίνεις θεία» είπα σοβαρά και τσιτώθηκαν και οι δύο ταυτόχρονα ενώ κοιτάχτηκαν στα μάτια στιγμιαία αλλά πριν πάρουν λάθος μήνυμα αμέσως έσπευσα να το διορθώσω... «Τι θα έλεγες να γίνει νονά του;» ρώτησα και τότε η Άλις με κοίταξε με ανοιχτό το στόμα άφωνη ενώ άκουγα την ανακουφιστική ανάσα του Έντουαρντ κοντά στο αυτί μου... «Λοιπόν;» την ρώτησα και ανοιγόκλεισε τα μάτια της με έκπληξη.

«Το εννοείς;» ρώτησε δύσπιστα.

«Φυσικά και το εννοώ» της απάντησα σοβαρά.

«Μπέλα... εγώ... δεν ξέρω...» είχε χάσει τελείως τα λόγια της.

«Δεν θες;» ρώτησα μπερδεμένη και κούνησε το κεφάλι της για να ξεκαθαρίσει τις σκέψεις της και αφού πήρε μια ανάσα με αγκάλιασε με όλη της την αγάπη.

«Αστειεύεσαι;;;... είναι μεγάλη μου τιμή» είπε με βαθιά φωνή συγκινημένη και απλώνοντας το χέρι της προς τον Έντουαρντ τον έκλεισε και εκείνον μέσα στην αγκαλιά της χωρίς να με αποχωρίζεται... «Άστο καλό σκατούλια... μου βγάλατε την ψυχή αλλά άξιζε τον κόπο» είπε σκουπίζοντας προσεκτικά τα μάτια της από τα δάκρυα που είχαν κυλίσει στα μάγουλα της προσέχοντας μην χαλάσει το μακιγιάζ της και ενώ κοιτάχτηκα για λίγο με τον Έντουαρντ γελάσαμε ταυτόχρονα και αυτό την έκανε έξαλλη... «Γελάτε;;;... αν δεν ήμουν εγώ να δω τι θα κάνατε» μας χτύπησε και αυτό μας έκανε να ξεσπάσουμε σε πιο τρανταχτά γέλια.

«Κανείς δεν το αμφισβητεί αυτό» επιβεβαίωσε ο Έντουαρντ και συναίνεσα και εγώ.

«Δεν ξέρω πως να σε ευχαριστήσω για όσα έκανες για μας» συμπλήρωσα εγώ και κοιτώντας με βαθιά μέσα στα μάτια είπε σοβαρά.

«Να εύχεσαι να είναι κορίτσι»

«Και να καταντήσω κουνέλα;» ρώτησα με φρίκη ανοίγοντας διάπλατα τα μάτια μου... «Αυτό ξέχνα το... αγόρι θα είναι και δεν έχει άλλο» δήλωσα και για τους δύο και η Άλις με κοίταξε ζαρώνοντας τα φρύδια της.

«Θα είναι κορίτσι και αφού θα την βαπτίσω υπόσχομαι ότι θα βάλω πολύυυυυ λάδι» απείλησε και ο Έντουαρντ δαγκωνόταν για να μην γελάσει.

«Θα είναι αγόρι» επέμενα εγώ και ο Έντουαρντ χωρίς να αντέχει άλλο άρχισε να γελάει σιγανά... «Έντουαρντττ» γκρίνιαξα εγώ για λίγη συμπαράσταση.

«Γερό να είναι και ότι θέλει ας είναι» απάντησε εκείνος σοβαρός τρίβοντας απαλά την κοιλιά μου και αναστέναξα παραδίνοντας τα όπλα.

«Εεεε... τι γίνεται εδώ;» ρώτησε ο Τζάσπερ και γυρίσαμε όλοι μαζί να τον αντικρίσουμε.

«Μάντεψε» είπε η Άλις ενώ σηκώθηκε σαν ελατήριο τρέχοντας κοντά του.

«Θα γίνεις θεία;» ρώτησε το προφανές και η Άλις κούνησε αρνητικά το κεφάλι της κεφάτα και ο Τζασπερ την κοίταξε χωρίς να καταλαβαίνει.

«Θα γίνω νονά» τσίριξε και άρχισε να χοροπηδά κρατώντας του τα χέρια και εγώ με τον Έντουαρντ αρχίσαμε και πάλι να χαχανίζουμε.

«Καλά μέχρι να γίνεις νονά... δεν πάμε προς τον κήπο γιατί η γιαγιά σας δεν μπορεί να περιμένει άλλο;» ρώτησε εκείνος απηυδισμένος με την παιδιάστικη συμπεριφορά της Άλις και η Άλις πάγωσε στην θέση της και τον κοίταξε με γουρλωμένα μάτια.

«Ωχ το ξέχασα αυτό»

«Ερχόμαστε αμέσως» είπε ο Έντουαρντ και αφού η Άλις κατένευσε κοίταξε τον Τζάσπερ έντονα στα μάτια και εκείνος αναστέναξε.

«Συγχαρητήρια» είπε απλά και άρχισε να την τραβά την ώρα που ο Έντουαρντ τον ευχαρίστησε με ένα ευγενικό χαμόγελο... και ταυτόχρονα με βοήθησε και εμένα να σηκωθώ.

«Ποιο είναι το πρόβλημα του;» ρώτησα με απορία την ώρα που σηκώθηκε και με κοίταξε απολογητικά.

«Ο Τζασπερ είναι και γαμώ τα παιδία... αλλά αν εσύ δυσκολεύεσαι μια να εκφράσεις αυτά που νιώθεις για εκείνον είναι εκατό φορές χειρότερα... Μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο και έχει φάει πολύ ξύλο στην ζωή του και γενικότερα δεν είχε και τα καλύτερα παιδικά χρόνια... και όπως καταλαβαίνεις αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να σβήσει από την μια μέρα στην άλλη... Με την Άλις είναι πολύ καλύτερα αλλά ακόμα το παλεύουν και οι δύο» είπε και έμεινα παγωτό.

«Λυπάμαι πάρα πολύ» είπα ειλικρινά και μου χάρισε ένα τρυφερό χαμόγελο και σταματώντας τον βηματισμό του γύρισε προς το μέρος μου και κράτησε το πρόσωπο μου μέσα στα δύο του χέρια.

«Αρκεί να ξέρεις που ανήκεις...» είπε κοιτώντας με βαθιά μέσα στα μάτια... «Και όλα τα άλλα έρχονται μόνα τους... Τίποτα στην ζωή δεν είναι ρόδινο Μπέλα... Πρέπει να κερδίσεις και να χάσεις εξίσου τις ίδιες μάχες για να καταλάβεις την αξία της... Όταν όμως ξέρεις που ανήκεις... όσες μάχες και να χάσεις ποτέ δεν θα βγεις χαμένος... γιατί όταν θα κερδίσεις τον πόλεμο... τότε θα καταλάβεις ότι δεν είχε τίποτα άλλο σημασία... Να είσαι σίγουρη ότι η ανταμοιβή είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που περιμένεις» είπε σοβαρός καθώς μου χάιδευε με τους αντίχειρες του τα μάγουλα μου και είχα μείνει να τον κοιτάζω χωρίς να ξέρω τι να πω.

«Σ’ αγαπάω» κατάφερα μόνο να πω μέσα από τα δάκρυα μου και μόλις τα σκούπισα έγειρε κοντά μου.

«Εσύ είσαι η ζωή μου πια... και θα κάνω τα πάντα... ΤΑ ΠΑΝΤΑ... για να είσαι ευτυχισμένη δίπλα μου... και αν κάνω και κανένα λάθος δεν θέλω να το κρατάς μέσα σου... θέλω να μου το λες για να μπορούμε να το αντιμετωπίζουμε... Δεν είμαι άγιος... ούτε αλάνθαστος... είμαι απλά ένας άνθρωπος Μπέλα αλλά αν είμαστε μαζί... αν μοιραζόμαστε ότι μας πνίγει μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα πάντα» είπε και κατένευσα.

«ΤΑ ΠΑΝΤΑ» επιβεβαίωσα και τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του τον έσφιξα κοντά μου και εκείνος τυλίγοντας τα χέρια του γύρω από το σώμα μου επανέλαβε.

«ΤΑ ΠΑΝΤΑ»

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011

Fly Away "48. When I Look At You"




Η ώρα τις κρίσης είχε φτάσει και εγώ τρέμοντας ολόκληρη από την υπερένταση και την αγωνία μου άρχισα να μασάω τα χείλια μου κοιτώντας γύρω μου σαστισμένη.

«Ηρέμησε παιδί μου θα πάθεις τίποτα» με επέπληξε η Άλις και αρκέστηκα στο να κουνήσω το κεφάλι μου καταφατικά.

«Τι θα κάνω αν τα χάσω και δεν μπορέσω να του πω...» αναστέναξα κόβοντας την φράση μου στην μέση... Όσες δοκιμές και να είχα κάνει τελικά φαινόταν ότι δεν έφταναν για να τις εξωτερικεύσω έστω και στην Άλις... Γιατί ήταν τόσο δύσκολο;;;... Μια λέξη είναι βρε Μπέλα έλεος... μια λέξη είναι η ριμάδα πες την... «Ότι τον αγαπώ» είπα ψιθυριστά και η Άλις ήρθε κοντά μου και παίρνοντας με στην αγκαλιά της προσπάθησε να μου δώσει κουράγιο.

«Μην το καταδικάζεις... μπορεί όταν έρθει η ώρα να καταφέρεις να το κάνεις... αν όχι... δείξ’ του το με όποιον τρόπο μπορείς» με παρηγόρησε και πήρα μια ανάσα.

«Δεν είναι αρκετό...» επέμενα εγώ με πείσμα... «Πρέπει να τα καταφέρω Άλις πρέπει» είπα και η φωνή μου έσπασε ενώ τα προδοτικά δάκρυα ερχόντουσαν απειλητικά.

«Εεε... τι είναι αυτά...» με μάλωσε η Άλις και αναστέναξα... «Ευτυχώς που το είχα προβλέψει και σε μακίγιαραν με αδιάβροχη μάσκαρα και σκιά» αναστέναξε ανακουφιστικά και προσεκτικά άρχισε να μου μαζεύει τα δάκρυα μου... της χαμογέλασα συνεσταλμένα και την άφησα να κάνει την δουλειά της... «Είσαι τόσο όμορφη!» είπε με θαυμασμό και μου χάρισε ένα ζεστό συγκαταβατικό χαμόγελο για να μου αποσπάσει την σκέψη για λίγο... «Κοιτάχτηκες πραγματικά στον καθρέφτη;» ρώτησε ξέροντας ήδη ότι δεν το είχα κάνει.

Από την ώρα που με είχαν βάλει στην ηλεκτρική καρέκλα και μέχρι να με αφήσουν δεν είχα πάρει τα μάτια μου από τον καθρέφτη... αλλά η αλήθεια ήταν ότι δεν είχα κοιτάξει πραγματικά τον εαυτό μου καθόλου... Οι σκέψεις μου ήταν χιλιόμετρα μακριά και η αγωνία μου είχε φτάσει στο απροχώρητο... Ασυναίσθητα έβαλα το χέρι μου πάνω στην κοιλιά μου και την χάιδεψα ήρεμα... Βοήθησε με μωράκι μου να μην τα κάνω μούσκεμα... δώσε μου δύναμη να κάνω αυτό που έχουμε και οι δύο ανάγκη... να του πω τι πραγματικά νιώθω για εκείνον.

Η Άλις με γύρισε ξανά προς τον καθρέφτη και με κοίταζε σταθερά στα μάτια για να δει τις αντιδράσεις μου... Πρέπει να το παραδεχτώ ότι είχε κάνει άψογη δουλειά... Τα μαλλιά μου τα είχαν κάνει όλα μπούκλες και με ένα ανάλαφρο δέσιμο είχαν πιάσει τα μισά απάνω αφήνοντας της μπούκλες να αγκαλιάζουν τον λαιμό μου... ενώ το βάψιμο μου ήταν απλό... σε γήινα χρώματα να τονίζουν τα μάτια μου... Ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα... Ο εαυτός μου.

«Είσαι καταπληκτική!» είπα εννοώντας το με θαυμασμό και ένα χαμόγελο έκανε όλο το πρόσωπο της Άλις να φωτιστεί αλλά δεν πρόλαβε να πει τίποτα άλλο γιατί εκείνην την στιγμή χτύπησε η πόρτα.

«Περάστε» είπε αυτόματα και μόλις η πόρτα άνοιξε έμεινα με κομμένη την ανάσα να κοιτώ τον πατέρα μου και την μητέρα μου που εκείνην την στιγμή μπαίνανε στο δωμάτιο της Μαρίνας και χωρίς να μπορώ να βγάλω μιλιά... με δάκρυα στα μάτια μου έτρεξα καταπάνω τους και ανοίγοντας τα χέρια μου διάπλατα τους έσφιξα και τους δύο ταυτόχρονα κοντά μου.

«Και εμείς χαιρόμαστε που σε βλέπουμε καρδούλα μου... και εμείς» είπε ο πατέρας μου πρώτος συγκινημένος ενώ άκουγα το σιγανό κλαψούρισμα της μητέρας μου και καταλάβαινα ότι ήταν στην ίδια κατάσταση με μένα και δεν μπορούσε να ανταποκριθεί.

«Μην στέκεστε στην πόρτα περάστε μέσα» τους παρότρυνε γλυκά η Άλις και χωρίς να ξεκολλάω από πάνω τους αρχίσαμε να προχωράμε προς το κυρίως δωμάτιο... Αφού με έβαλαν και πάλι να κάτσω στην καρέκλα που υπήρχε μπροστά από τον καθρέφτη η Άλις αποσύρθηκε αφήνοντας μας μόνους για να τα πούμε πριν γυρίσει για να έρθει να με ντύσει για να κατέβουμε στον κήπο που γινόταν η εκδήλωση.

«Πως...» ξεκίνησα και ο πατέρα μου χαμογέλασε πονηρά.

«Η γιαγιά του Έντουαρντ μας κάλεσε...»

«Και ο Έντουαρντ έστειλε το ιδιωτικό του Τζετ για να μας φέρει με ασφάλεια εδώ» συμπλήρωσε η μητέρα μου και την κοίταξα ξαφνιασμένη.

«Ο Έντουαρντ έστειλε το Τζετ;» ρώτησα και η μητέρα μου κατένευσε επιβεβαιώνοντας το... Δεν ξέρω γιατί αλλά στην λέξη Τζετ κάτι μέσα μου με έκανε να μελαγχολήσω και ο πατέρας μου αμέσως το έπιασε και με ανάγκασε να τον κοιτάξω.

«Μπορεί να μην μπορείς να δουλέψεις ξανά σε αυτό... αλλά δεν σημαίνει ότι τα ταξίδια τελείωσαν για σένα» είπε με νόημα και χαμογέλασα βεβιασμένα.

«Αχ μπαμπά» είπα και με έσφιξε στην αγκαλιά του.

«Τι είναι κορίτσι μου... ακόμα έχεις τις αμφιβολίες σου;»

«Μου έχουν έρθει όλα μαζεμένα» είπα ψιθυριστά σκουπίζοντας προσεκτικά τα μάτια μου για να μην πασαλειφθώ και αναστέναξα.

«Τι είναι αυτό που σε φοβίζει περισσότερο;» με ρώτησε κοιτώντας με εξεταστικά στα μάτια.

«Πραγματικά δεν ξέρω»

«Ο Καρλάιλ;» ρώτησε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου αποφεύγοντας την ματιά του... «Φοβάσαι ότι θα αλλάξει;» προσπάθησε άλλη μια φορά και τον κοίταξα δειλά στα μάτια με απόγνωση... «Βρε χαζούλα... με σένα δίπλα του πως πιστεύεις ότι θα μπορέσει να κάνει κάτι τέτοιο;;»

«Πως μπορείς να το λες αυτό με τόση σιγουριά;»

«Κάτι παραπάνω ξέρει ο μπαμπάς... Σκούπισε τώρα τα ανόητα δάκρυα σου και πάρε μια βαθιά ανάσα και θα δεις ότι όλα θα πάνε καλά... και κάτι να συμβεί στο μέλλον ξέρεις ότι μαζί μπορείτε να αντιμετωπίσετε τα πάντα... αρκεί να υπάρχει αγάπη... Κανένας δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα Μπέλα... αν υπάρχει όμως αγάπη μπορείτε μαζί να παλέψετε το θεριό και να το νικήσετε» είπε κλείνοντας μου το μάτι και παίρνοντας με για άλλη μια φορά στην αγκαλιά του με χάιδεψε στην πλάτη παρηγορητικά... Η ματιά μου γύρισε προς την μητέρα μου και εκείνη μου χάρισε ένα πλατύ χαμόγελο για να μου δώσει δύναμη και ανοίγοντας το χέρι μου για εκείνην... ήρθε κοντά μας και κάναμε όλοι μαζί μια τριπλή αγκαλιά όπως παλιά και αμέσως ένιωσα την ασφάλεια και την υποστήριξη που χρειαζόμουν για να μπορέσω να σταθώ ξανά στα πόδια μου και να παλέψω το θεριό όπως έλεγε ο πατέρας μου και να το νικήσω.

«Συγνώμη που σας διακόπτω αλλά πρέπει να ντύσουμε την νύφη» είπε η Άλις πλησιάζοντας μας περιπαικτικά και γελάσαμε όλοι μαζί ταυτόχρονα σκουπίζοντας τα δάκρυα μας.

«Τώρα που είπες νύφη...» ξεκίνησε ο πατέρας μου και βγάζοντας ένα μπλε βελούδινο κουτί από το σακάκι του γύρισε προς την μεριά μου... «Αυτό καρδιά μου είναι για σένα... Δεν μπορέσαμε να τα κάνουμε όπως το είχαμε ονειρευτεί για σένα... αλλά μας φτάνει που είσαι εσύ ευτυχισμένη και θα ήθελα να το δεχτείς... με όλη μας την αγάπη» είπε και νέα δάκρυα έκαναν την εμφάνιση τους.

«Μπαμπά...» ξεκίνησα με τρεμάμενη φωνή και η μητέρα μου γονατίζοντας μπροστά μου με ανάγκασε να την κοιτάξω.

«Είσαι ο θησαυρός μας... σου αξίζουν πολλά περισσότερα από αυτά... και το ξέρεις... Είναι κάτι μικρό για μια τόσο μεγάλη καρδιά σαν και την δική σου... Το ξέρεις ότι πάντα θα είμαστε εδώ για σένα ότι και να συμβεί» συμπλήρωσε εκείνη και πέφτοντας στην αγκαλιά της για άλλη μια φορά ξέσπασα ότι με έπνιγε και εκείνη με άφησε να ηρεμήσω μόνη μου παρηγορώντας με με όποιον τρόπο μπορούσε.

«Έλα μικρή πριγκίπισσα ο πρίγκιπας σου δεν μπορεί να περιμένει πολύ ακόμα... έχουμε να εκπληρώσουμε και έναν στόχο» μου υπενθύμισε η Άλις και το στομάχι μου αμέσως δέθηκε κόμπος και ασυναίσθητα έβαλα το χέρι μου πάνω στην κοιλιά μου... Όλοι ταυτόχρονα με κοίταξαν εξονυχιστικά αλλά εγώ κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά για να τους καθησυχάσω.

«Δεν είναι τίποτα... απλά φοβάμαι λίγο» απολογήθηκα και ο πατέρας μου δίνοντας μου ένα απαλό φιλί στο μέτωπο μου με ανάγκασε να τον κοιτάξω.

«Θα είμαστε πάντα εδώ» τόνισε και κατένευσα... «Άνοιξε το δώρο σου να το δεις» με ενθάρρυνε για να ξεχαστώ λίγο και όταν το έκανα έμεινα με το στόμα ανοιχτό.




Ήταν ένα χτενάκι με μια τεράστια ορχιδέα με κρύσταλλα σβαρόφσκι, ... Αχχχ τι κάνανε;;;... σίγουρα ξοδέψανε μια περιουσία γι αυτό.

«Μπαμπά... μαμά» είπα με μάτια γουρλωμένα και στόμα να χάσκει από το ξάφνιασμα.

«Αυτό σημαίνει ότι σου αρέσει;» ρώτησε η μητέρα μου και της χαμογέλασα.

«Σας ευχαριστώ» κατάφερα να πω και δίνοντας μου και οι δύο από ένα φιλί με αγκάλιασαν ζεστά και βγήκαν από το δωμάτιο για να με ετοιμάσει η Άλις.

«Τους λατρεύω τους δικούς σου...» είπε με θαυμασμό... «Είναι το όνειρο κάθε παιδιού πιστεύω» συνέχισε και της χάρισα ένα πλατύ χαμόγελο.

«Και πολλά περισσότερα» επιβεβαίωσα και τσιμπώντας μου το μάγουλο απαλά άρχισε πάλι να πιάνει δουλειά.

Αφού διόρθωσε το μακιγιάζ... πέρασε το χτενάκι στα μαλλιά μου για να το φοράω και να μου δίνει δύναμη, τα πέταλα απλώνονταν ομοιόμορφα πάνω στις καστανές μου μπούκλες και έκαναν αντίθεση με το χρώμα προσθέτοντας μια κομψή γυαλάδα και μόλις τελείωσε άρχισε να με ντύνει...


Το φόρεμα που είχε διάλεξε η Άλις γι’ αυτή την περίσταση ήταν φανταστικό, για την ακρίβεια μοναδικό κομμάτι σε μπλε του πάγου. Η προσοχή μου έπεσε πάνω στο μπούστο που ήταν στράπλες και άπειρα μικρά μπαλάκια σε ασημένια απόχρωση το διακοσμούσαν αλλά όχι για πολύ, ο εντυπωσιασμός μου διοχετεύτηκε στα περίτεχνα τριαντάφυλλα που σχημάτιζαν φωλιές στο τελείωμα του φορέματος ξεκινώντας με μια χαμηλή στρώση στα αριστερά καταλήγοντας σε μια μεγαλύτερη γωνία στα δεξιά.


Συνδυάζοντας το φόρεμα με ασημένια πέδιλα που σχημάτιζαν ένα χ(χι) στο επάνω μέρος και έδεναν γύρω από τον αστράγαλο με ένα κούμπωμα περιποιημένο όμοιο με σχέδιο λουλουδιού , αγκάλιαζαν το πόδι με ένα γυναικείο και συνάμα σέξι τρόπο.

Με έκανε να νιώσω αμέσως σαν την πριγκίπισσα του παραμυθιού και τώρα περισσότερο από ποτέ... ανυπομονούσα να συναντήσω τον πρίγκιπα μου για να χωθώ μέσα στην αγκαλιά του και μαζί να ξεκινήσουμε το παραμύθι μας... απαλλαγμένοι πια από όλα όσα μας βάραιναν... ή σχεδόν όλα.

«Έτοιμη...» αναφώνησε η Άλις και με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω με θαυμασμό... «Νομίζω ότι πέτυχα τον σκοπό μου» είπε επιδοκιμαστικά για να δει τις αντιδράσεις μου και της χαμογέλασα.

«Έκανες πολλά περισσότερα από αυτό Άλις... Δεν ξέρω πως να σε ευχαριστήσω» είπα και κλείνοντας με μέσα στην αγκαλιά της με φυλάκισε εκεί με αγάπη.

«Να είσαι ευτυχισμένη... αυτή είναι η ανταμοιβή μου» είπε με βαθιά συγκινημένη φωνή και λίγο ήθελα και πάλι να τα μπήξω αλλά το χτύπημα στην πόρτα δεν μου έδωσε περιθώρια να αντιδράσω.

«Περάστε» είπε η Άλις και ανοίγοντας η πόρτα είδαμε την Έσμε να στέκεται στο κατώφλι της... Ξαφνιάστηκα ήταν η αλήθεια αλλά δεν ήθελα να την κάνω να το καταλάβει και μίλησα πρώτη.

«Περάστε μέσα... Μην στέκεστε στην πόρτα» είπα ευγενικά και εκείνη βάζοντας ένα νευρικό χαμόγελο κοίταξε για λίγο την Άλις.

«Μπορείς καλή μου να μας αφήσεις για λίγο μόνες;» την ρώτησε και η Άλις της χαμογέλασε.

«Φυσικά... θα τα πούμε κάτω» απευθύνθηκε σε μένα και αφού μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο κίνησε προς την πόρτα... μου έκλεισε το μάτι και έφυγε κλείνοντας την πόρτα πίσω της.

«Είσαι πολύ όμορφη!» είπε με θαυμασμό η Έσμε και της χαμογέλασα ζεστά.

«Σας ευχαριστώ» ανταποκρίθηκα κάπως ντροπαλά και χαμογέλασε πιο πλατιά.

«Μπορούμε να μιλάμε στον ενικό;» ρώτησε και κατένευσα.

«Πέρασε μέσα...» την παρότρυνα και εκείνη ήρθε πιο κοντά μου.

«Μπέλα... πραγματικά δεν ξέρω από που να αρχίσω... Έχω κάνει τόσα λάθη...»

«Σε παρακαλώ Έσμε... γνωρίζοντας τον Καρλάιλ πίστεψε με σε δικαιολογώ απόλυτα» της είπα με ειλικρίνεια και για λίγο δαγκώθηκε αλλά αμέσως μετά συνέχισε πιο αποφασιστικά.

«Δεν έχω δικαιολογία... ο Έντουαρντ είναι γιος μου θα έπρεπε να κάνω πολλά περισσότερα... αλλά πάντα ήμουν δειλή»

«Έσμε...» είπα διακόπτοντας την για άλλη μια φορά και της έπιασα απαλά τα χέρια... «Σημασία έχει ότι είναι ευτυχισμένος... και ξέρει ότι τον αγαπάς... πάντα μιλάει για σένα με τόσο αγάπη... μην αμφιβάλεις γι’ αυτό... Ξέρει... καταλαβαίνει... δεν σου κρατάει κακία» την διαβεβαίωσα και με κοίταξε για μια στιγμή σκεπτική.

«Να μου τον προσέχεις» είπε με τρεμάμενη σπασμένη φωνή τελικά και δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια της.

«Τι λες να το κάνουμε μαζί;» την παρότρυνα και χαμογέλασε.

«Θα τον προσέχουμε μαζί» επιβεβαίωσε και τελείως αυθόρμητα την έκλεισα στην αγκαλιά μου αιφνιδιάζοντας την αλλά ξεπερνώντας το πρώτο σοκ κλείδωσε και εκείνη τα χέρια της γύρω από το σώμα μου και δέχτηκε την αγκαλιά μου.

«Πριν φύγω θα ήθελα να σου δώσω αυτό» είπε δειλά και ανοίγοντας την τσάντα της έβγαλε ένα βελούδινο τετράγωνο κουτάκι και την κοίταξα με το στόμα ανοιχτό.

«Δεν έπρεπε...» ξεκίνησα και με διέκοψε.

«Ήταν το δώρο που μου είχαν κάνει οι γονείς μου στον αρραβώνα μου... είναι πολύ σημαντικό κομμάτι για μένα, ανεκτίμητης συναισθηματικής αξίας... και θα ήθελα να το έχεις μόνο εσύ» είπε και είδα μέσα στα μάτια της να τρεμοπαίζει ένα δάκρυ.

«Έσμε... δεν ξέρω τι να πω» είπα ειλικρινά και μου χαμογέλασε συνεσταλμένα.

«Θέλω να το δεχτείς» επέμενε εκείνη και χωρίς να μπορώ να αρνηθώ αυτήν της την κίνηση κατένευσα και ερχόμενη κοντά μου, μου το φόρεσε και με κοίταξε μέσα στα μάτια.


Ήταν σίγουρα ακριβό αλλά συνάμα φανταχτερό κόσμημα… Είχε μεγάλη συναισθηματική αξία και αυτό με γοήτευε…  σήμαινε πολλά για έμενα που επέλεξε να μου το εμπιστευτεί! Το λεπτοδουλεμένο περιδέραιο στόλιζε το λαιμό μου και μπορούσα να το στηρίξω επάξια. Το σχέδιο ήταν απροσδιόριστο και δύσκολο να περιγραφεί, στην πρόσοψη κρέμονταν οχτώ στήλες που στριφογύριζαν σαν φιδάκια σε διάφορα μήκη. Το υπόλοιπο ήταν απλό και συνέχιζε μέχρι το κούμπωμα με διαμαντάκια.

«Εύχομαι να είσαστε πάντα τόσο ευτυχισμένοι όσο ακριβός είσαστε αυτήν την στιγμή και κάθε μέρα που περνά αυτή η αγάπη να μεγαλώνει μέχρι να φτάσει μέγιστο» είπε με όλη της την καρδιά και για άλλη μια φορά με έκλεισε στην αγκαλιά της και αμέσως μετά με παρέσυρε προς τα έξω.


Η μεγάλη στιγμή είχε φτάσει και όλα ήταν έτοιμα... Εύχομαι μόνο να μην τα θαλασσώσω... Καρδούλα μου δώσε μου δύναμη... ζήτησα σιωπηλά από το μικρό μου φασολάκι και με αποφασιστικά βήματα άρχισα να κατεβαίνω την σκάλα για να βρεθώ κοντά του.

Ο Εντουαρντ τελείως νευρικός μας περίμενε στο τέλος της σκάλας και μόλις αντιλήφτηκε την παρουσία μας γύρισε προς το μέρος μας και με κοίταξε με κομμένη την ανάσα... Μέσα στο βλέμμα του έβλεπα όλη την αγάπη και τον θαυμασμό που ανέβλυζε από μέσα του και δεν ήθελα τίποτα άλλο... Ήξερα ότι ήμουν εκεί που άνηκα... στον μοναδικό άνθρωπο που ξεδίπλωσε το είναι μου και με δέχτηκε γι αυτό ακριβώς που είμαι... και με αγάπησε με όλη του την καρδιά.

«Σου την παραδίδω» είπε η μητέρα του με βαθιά φωνή από συγκίνηση, τείνοντας τα ενωμένα μας χέρια προς την μεριά του Έντουαρντ... Εκείνος την φίλησε στο μάγουλο τρυφερά και αφού την αγκάλιασε εκείνη μας άφησε μόνους. Ο Έντουαρντ γύρισε προς το μέρος μου... δεν είχε λόγια... το βλέμμα του τα έλεγε όλα.

Έβαλε το χέρι μου μέσα στα δύο δικά του και χωρίς να αποχωρίζεται την ματιά μου το φίλησε ευλαβικά και εγώ του χαμογέλασα.

«Είσαι πανέμορφη» είπε με βαθιά φωνή και γέλασα για μια στιγμή.

«Μάλλον πρέπει να αφήνω την Άλις πιο συχνά να με κάνει μπάρμπι» τον πείραξα και γελώντας με την καρδιά του τύλιξε τα χέρια του γύρω από την μέση μου και με έφερε πιο κοντά του.

«Δεν χρειάζεσαι την Άλις για να είσαι όμορφη» τόνισε και πριν προλάβω να απαντήσω σε αυτό άρχισε να με φιλάει με  τέτοιο πάθος που ξέχασα όλα τα άλλα.

«Έτοιμη;» ρώτησε μόλις με απελευθέρωσε για λίγο και αναστέναξα.

«Έτοιμη» είπα αποφασιστικά και τον άφησα να με οδηγήσει προς την μεγάλη αυλή που είχαν μαζευτεί όλοι... Μέσα σε όλα είχα και αυτό αλλά πια δεν με ένοιαζε τίποτα... Όσο ο Έντουαρντ είναι δίπλα μου μπορώ να αντιμετωπίσω τα πάντα... και ξέρω ότι το ίδιο ισχύει και για εκείνον.


* οι ορχιδέες συμβολίζουν την ευγένεια, τον ρομαντισμό, την ομορφιά, το πάθος και τον αισθησιασμό.

ESCAPE POLH FANTASMA