Ετικέτες

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

The Destiny "7b. Στα όρια της τρέλας"




Όταν τα αναφιλητά της Μάριαν άρχισαν να καταλαγιάζουν, ο Φράνσις σηκώθηκε έβρεξε ένα πανί και γύρισε κοντά της. Καθώς έκατσε ξανά αντικριστά της, ακούμπησε το χέρι του απαλά στο πρόσωπο της και άρχισε να καθαρίζει τα δάκρυα της από τα μάγουλα της ενώ την κοίταζε με αγωνία. Η Μάριαν μην αντέχοντας άλλο τις περιποιήσεις του, έπιασε το πανί από το χέρι του το άνοιξε τελείως και το άπλωσε σε όλη την επιφάνεια του προσώπου της για να καταφέρει να το δροσίσει.

«Καλύτερα τώρα;» την ρώτησε και η Μάριαν απομακρύνοντας ξανά το πανί από το πρόσωπο της άφησε την ανάσα της να βγει βαριά από μέσα της κουνώντας το κεφάλι της αρνητικά.

«Συγνώμη» είπε απολογητικά και διπλώνοντας το πανί αφού σκούπισε πρώτα όλη την επιφάνεια του προσώπου της άρχισε να φυσάει την μύτη της όχι και τόσο ευπρεπώς αλλά ήταν τόσο εξουθενωμένη να σκεφτεί τους τύπους.

Ο Φράνσις αφήνοντας ένα γελάκι να του ξεφύγει, της χάιδεψε τα μαλλιά απαλά και την άφησε να πάρει τον χρόνο της υπομονετικά.

«Το μυαλό μου έχει θολώσει τόσο πολύ δεν καταλαβαίνω τίποτα» παραδέχτηκε ενώ άφηνε το πανί στο πλάι και ακουμπούσε το κεφάλι της πάλι πάνω στην πόρτα για να κλείσει τα μάτια της ξανά μην μπορώντας να τα κρατήσει άλλο ανοιχτά.

«Τι δεν καταλαβαίνεις;» την ρώτησε απαλά πρόθυμος να της εξηγήσει ότι απορία είχε.

«Τίποτα…» επανέλαβε κουνώντας το κεφάλι της αρνητικά καθώς έσμιγε τα χείλια της τόσο σφιχτά που εκείνα σχεδόν άσπρισαν.

«Μάριαν, κοίταξε με…» της ζήτησε ο Φράνσις απαλά ενώ της χάιδευε το μάγουλο και ανοίγοντας τα μάτια της τον κοίταξε εξουθενωμένα. «Τι είναι αυτό που σε μπερδεύει;» την ρώτησε ξανά και η Μάριαν ξεφύσησε βαριά.

«Γιατί;» ρώτησε πνιγμένα. «Γιατί όλα αυτά;» επανέλαβε ενώ ανασηκώνοντας τα χέρια της έδειχνε γύρω της. «Είχαν κάνει την επιλογή τους γιατί έπρεπε να με μπλέξει και εμένα σε όλο αυτό;»

«Γιατί η Κένα ήταν επιλογή της μητέρας μου. Εύκολο θύμα, μεγάλωσε με την σκέψη ότι μια μέρα θα φορέσει το στέμμα, θα έκανε τα πάντα για να το αποκτήσει… τα πάντα» τόνισε και η Μάριαν αναστέναξε.

«Και ο παππούς σου δεν ήθελε να έχεις την ίδια μοίρα με τον πατέρα σου» είπε δυνατά την διαπίστωση της.

«Γι’ αυτό και επέλεξε εσένα» της επιβεβαίωσε. «Κάτι που ήταν πολύ δύσκολο πίστεψε με. Τρία χρόνια σε έψαχνε».

«Γιατί εμένα;» επέμενε να μάθει. «Τι θα μπορούσα να κάνω εγώ;»

«Έχεις συνειδητοποιήσει πόσα έχεις ήδη κάνει;» την ρώτησε. «Πόσα μπορείς ακόμα να κάνεις;» συνέχισε τονίζοντας τις λέξεις και έμεινε να τον κοιτά χωρίς να μπορεί να βρει μια λογική στα λόγια του.

Πόσα μπορώ να κάνω;… αναρωτήθηκε μέσα της.

«Μα πως μπορεί να με προστατέψει ένα συμβόλαιο από τον θάνατο;» έκανε την ερώτηση που την βασάνιζε περισσότερο.

«Πραγματικά δεν διάβασες το συμβόλαιο πριν το υπογράψεις;» την ρώτησε ξαφνιασμένος.

«Όχι δεν το έκανα και τώρα κάτι λέει μέσα μου ότι θα το μετανιώνω για μια ζωή» παραδέχτηκε.

«Ελπίζω πως όχι…» μουρμούρισε σχεδόν από μέσα του και μόλις του έριξε μια έντονη ματιά εκείνος εξήγησε. «Στην περίπτωση που απειληθεί η ζωή σου…»

«Απειληθεί όχι τερματιστεί» θέλησε να επιβεβαιώσει αυτό που κατάλαβε.

«Ναι, έστω και αν απειληθεί…» τόνισε ξανά. «από οποιονδήποτε ακόμα και άσχετο από την οικογένεια μας, τότε αυτόματα εγώ και η μητέρα μου πρέπει να εγκαταλείψουμε τους τίτλους μας και το κάστρο φυσικά».

«Εγκαταλείψετε όχι εγκαταλείπατε» παρατήρησε ξαφνιασμένη.

«Ναι» επιβεβαίωσε.

«Και ο θρόνος περνάει;» ρώτησε πονηρεμένη πια.

«Αν δεν είσαι εν ζωή στον Κωνσταντίν» της επιβεβαίωσε αυτό που είχε σκεφτεί και η ίδια.

«Αν δεν είμαι… αλλά αν είμαι και απειληθεί;» πίεσε περισσότερο και ο Φράνσις την κοίταξε ακόμα πιο σοκαρισμένος.

«Πραγματικά δεν ξέρεις τίποτα» διαπίστωσε παλεύοντας πολύ σκληρά να καλύψει την ταραχή του.

«Φράνσις, γιατί είμαι εδώ;» απαίτησε να μάθει και εκείνος έτεινε τα χέρια του μπροστά για να την προλάβει πριν αρχίσει τις φωνές.  

«Κοίτα θα σου εξηγήσω αλλά σε ικετεύω μην αρχίσεις τις φωνές, δεν θέλουμε οι φρουροί…»

«Μίλα» μούγκρισε μέσα από τα δόντια της και πριν ο Φράνσις το κάνει, σηκώθηκε όρθιος και πλησίασε το μπαούλο του που ήταν δίπλα τους.

«Ξέρεις ή τουλάχιστον μαντεύεις πόσο πανούργα είναι η μητέρα μου» ξεκίνησε ενώ γονατίζοντας μπροστά από το μπαούλο άνοιξε την δερμάτινη θήκη που φύλαγε τα πολύτιμα αντικείμενα του και την είχε μονίμως κρεμασμένη στην ζώνη του και έβγαλε από μέσα το κλειδί για να ξεκλειδώσει το λουκέτο.

«Και πόσο απίστευτα ευρηματική μπορεί να γίνει προκειμένου να πάρει αυτό που θέλει…» συνέχισε χρονοτριβώντας επίτηδες μέχρι να βρει αυτό που έψαχνε.

«Έτσι… για να εξασφαλίσει ο παππούς μου ότι δεν θα δοκιμάσει τίποτα για να σε ξεφορτωθεί, έβαλε τον πατέρα μου να φτιάξει μια διαθήκη» εξήγησε και καθώς έπιασε ένα τεράστιο μακρόστενο ντοσιέ με σκληρό εξώφυλλο που έδενε με κορδόνια σε τέσσερα σημεία ώστε να κρατάει το πάνω φύλλο με τον κάτω ενωμένα, γύρισε κοντά της.

«Φράνσις σταμάτα να παίζεις με τα νεύρα μου και λέγε επιτέλους αυτό που θες να πεις» του είπε κουρασμένα και καθώς εκείνος άφησε το τεράστιο ντοσιέ στα πόδια της έκατσε δίπλα της ξανά και εξήγησε ενώ έλυνε τα κορδόνια.

«Σύμφωνα με την διαθήκη του πατέρα μου, ο διάδοχος του θρόνου, είσαι εσύ Μάριαν όχι εγώ» είπε μια και έξω και πριν εκείνη προλάβει να αντιδράσει άνοιξε το εξώφυλλο ενώ ήταν και σε ετοιμότητα να της κλείσει το στόμα πριν αρχίσει να ουρλιάζει.

«Τι πράγμα;» αναφώνησε πνιχτά πριν αφήσει την φωνή της να υψωθεί. «Με δουλεύεις έτσι; Πες μου ότι με δουλεύεις» παρακάλεσε αγνοώντας τελείως τα χαρτιά που είχε μπροστά της.

«Τα γράφει όλα εδώ Μάριαν… μπορεί να είναι ένα αντίγραφο του συμβολαίου μας και της διαθήκης αλλά σε διαβεβαιώνω ότι είναι το μόνο γνήσιο αντίγραφο που υπάρχει. Μου το έδωσε ο πατέρας μου λίγο πριν πεθάνει.  Το κανονικό συμβόλαιο - αυτό που υπογράψαμε, σφραγίσαμε με το αίμα μας και με τα δαχτυλίδια μας πάνω σε κερί, εγώ, ο πατέρας μου, ο παππούς μου, ο πατέρας σου και φυσικά εσύ - δεν ξέρω που βρίσκεται αλλά ξέρω ότι είναι ασφαλισμένο και γραμμένο πάνω σε δέρμα για να μην μπορεί κανείς να το κάψει, το σκίσει ή το καταστρέψει» της είπε ήρεμα και η Μάριαν έμεινε με το στόμα ανοιχτό ανίκανη να κάνει μια λογική σκέψη.

«Μα αυτό… αυτό» δεν μπορούσε να εκφράσει τα συναισθήματα της.

«Ξέρω πως ακούγεται αλλά Μάριαν αυτή είναι η αλήθεια» την διαβεβαίωσε και το μυαλό της Μάριαν άρχισε να δουλεύει πυρετωδώς.

«Και είσαι το ήξερες και όχι μόνο συμφώνησες υπέγραψες κιόλας» διαπίστωσε ακόμα σοκαρισμένη.

«Πάντα είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στον παππού μου…» δήλωσε εννοώντας το. «Από την στιγμή που εκείνος είπε ότι ήταν για το καλό μου, υπέγραψα με κλειστά τα μάτια» της είπε και η Μάριαν άρχισε να ανασαίνει γρήγορα κοιτώντας τον στα μάτια καλά - καλά σαν να τον έβλεπε για πρώτη φορά.

«Ήξερες ότι το καμένο πτώμα δεν ήμουν εγώ…» άρχισε να απαριθμεί τα όσα της είχε πει μέχρι τώρα. «Διάβασες το βιβλίο…» τόνισε.  

«Επιτέλους έμαθα Γαέλικα» της επιβεβαίωσε με ένα πειραχτικό τόνο.

«Και ήξερες… ξέρεις» τόνισε με έμφαση. «Ότι είναι η ιστορία μου. Ξέρεις…» τόνισε ξανά. «Που ήμουν, ΤΙ έκανα όλα αυτά τα χρόνια…»

«Ναι ξέρω» της είπε και αυτό την έκανε να τον κοιτάξει ακόμα πιο επιφυλακτικά.

«Ξέρεις και είσαι τόσο κουλ…;» ακούγοντας τα λόγια της αλλά περισσότερο βλέποντας την ανάσα της να επιταχύνετε, ο Φράνσις άρχισε να καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά.

«Μάριαν μην βγάζεις βιαστικά συμπεράσματα… Ξέρω τι σκέφτεσαι…»

«Ώστε διαβάζεις και σκέψεις τώρα;» ειρωνεύτηκε ενώ πετώντας μακριά της το συμβόλαιο εκνευρισμένα προσπάθησε να σηκωθεί όρθια αλλά ο Φράνσις βάζοντας τα χέρια του πάνω στην μέση της την σταμάτησε.

«Άσε με να σου εξηγήσω» προσπάθησε να της αλλάξει γνώμη αλλά εκείνη δεν άκουγε τίποτα άλλο.

«Μην με ακουμπάς…» απείλησε μέσα από τα δόντια της ενώ πάλεψε να απομακρύνει τα χέρια του από πάνω της.

«Μάριαν…» μούγκρισε ο Φράνσις. «Ξέρω και για τον Μπας και για όλα…» πάλεψε να της εξηγήσει αλλά ο τρόπος που το διατύπωσε τα έκανε χειρότερα.

«Ποιος στο διάολος είσαι επιτέλους; Τι θες από μένα;» του φώναξε και ο Φράνσις πάγωσε. Δεν περίμενε με τίποτα αυτήν της την αντίδραση.

«Μάριαν σου το ορκίζομαι, εγώ είμαι, ο Φράνσις…»

«Δεν ξέρω ποιος διάολος είσαι αλλά ο Φράνσις σίγουρα ΔΕΝ είσαι» του πέταξε στα μούτρα και ο Φράνσις άρχισε να απελπίζεται.

«Μα τι να κάνω επιτέλους για να με πιστέψεις;» αναφώνησε.

«Σου φαίνομαι για ηλίθια;» τον ρώτησε δύσπιστα.

«Μα είναι η αλήθεια Μάριαν…»

«Η αλήθεια;» τον έκοψε με την μια. «Ποιον δουλεύεις; Ο Φράνσις μισούσε αυτό το βιβλίο ακριβώς εξαιτίας του Μπας, αν μπορούσε να το κάψει θα το είχε κάνει επειδή έτρεμε στην ιδέα και μόνο να βγει αληθινό και εσύ μου λες ότι είσαι πράγματι ο Φράνσις, ότι έχεις διαβάσει το βιβλίο και όχι μόνο είσαι οκ με αυτό από πάνω με περίμενες κιόλας;» τον ειρωνεύτηκε.

«Πραγματικά σε περίμενα Μάριαν και φυσικά είμαι εντάξει με όλα αυτά γιατί ξέρω ότι με τον Μπας μείνατε φίλοι…» της είπε απότομα ενώ την ταρακούνησε από την μέση και πριν η Μάριαν πει κάτι για να τον διακόψει πάλι εκείνος συνέχισε πιο γρήγορα. «Γιατί ξέρω ότι από την πρώτη στιγμή που συνειδητοποίησες ότι ζεις πραγματικά την ιστορία που διάβασες εσύ βάλθηκες να την αλλάξεις όλη για να μείνεις πιστή σε μένα… Ξέρω ότι θυσίασες ένα κάρο πράγματα για να με κάνεις να νιώσω υπερήφανος για σένα και είμαι υπερήφανος για σένα Μάριαν… Όπως ξέρω και ότι κάθε βράδυ έγραφες τις σκέψεις σου και ήμουν στην σκέψη σου κάθε λεπτό της ημέρας ακόμα και όταν ήσουνα μαζί του…» πριν πει κι άλλα η Μάριαν σταύρωσε τα χέρια της μπροστά στο στήθος και τον κοίταξε με ένα ειρωνικό υφάκι.

«Ώστε εσύ είσαι ο μπάσταρδος έτσι δεν είναι;» τον ρώτησε και ο Φράνσις τρίβοντας το μέτωπο του απηυδισμένα αναστέναξε βαριά.

«Θα μείνεις για πολύ ώρα ακόμα κρυμμένος να ευχαριστιέσαι την νίκη σου ή θα δώσεις ένα χεράκι επιτέλους;» ρώτησε σαν να απευθυνόταν στον εαυτό του και η Μάριαν ζάρωσε τα φρύδια της με απορία αλλά πριν τον ρωτήσει σε ποιον μιλούσε η γνωστή φωνή του μπάσταρδου ήρθε από κάπου δίπλα της.

«Εγώ σου το είπα ότι η δική μου ιδέα ήταν καλύτερη εσύ δεν με άκουσες» του απάντησε και η Μάριαν καθώς αναπήδησε από την έκπληξη γύρισε το κεφάλι της προς την μεριά που ερχόταν η φωνή.

«Λουδοβίκο;» αναφώνησε πνιχτά με τα μάτια της να γίνονται τεράστια από το σοκ.

«Κατά κόσμο Μπάσταρδος… στις υπηρεσίες σας βασίλισσα μου» της επιβεβαίωσε ενώ έκανε μια βαθιά υπόκλιση.

«Ήξερες ότι μίλαγα μαζί του όσο ήμουν εδώ…;» ρώτησε τον Φράνσις χωρίς να το πιστεύει ενώ βάζοντας τα χέρια της στο στήθος του τον έσπρωχνε πιο πίσω. «Ήξερες ότι ο μπάσταρδος ήταν ο παππούς σου και δεν είπες τίποτα;»

«Όχι Μάριαν σου το ορκίζομαι…» διαμαρτυρήθηκε ο Φράνσις πιάνοντας τα χέρια της από τους καρπούς της για να την σταματήσει. «Το βράδυ που έφυγες μου το είπε, μου τα είπε όλα, γιατί έπρεπε να φύγεις… που θα πήγαινες… όλα» εξήγησε και η Μάριαν γύρισε το κεφάλι της προς το μέρος του Λουδοβίκο.

«Και εσύ όλα αυτά τα χρόνια με κατασκόπευες και ερχόσουν και του τα έλεγες όλα χαρτί και καλαμάρι ενώ σε μένα δεν είπες ποτέ κουβέντα;» ρώτησε τον παππού του εξαγριωμένα.

«Θα προτιμούσες να τον αφήσω να πιστεύει ότι βρήκες τον νέο σου πρίγκιπα;» σχεδόν ειρωνεύτηκε.

«Θα σε σκοτώσω κερατά δεν μου γλυτώνεις… Αν σε πιάσω στα χέρια μου είσαι σίγουρα νεκρός» σύριξε εκτός ορίων πια ενώ έκανε την κίνηση να σηκωθεί όρθια για να πάει να τον πλακώσει στο ξύλο.

«Μάριαν, Μάριαν, Μάριαν… σταμάτα, είναι μάταιο, μην ξεχνάς ότι είναι ένα πνεύμα» προσπάθησε να την σταματήσει ο Φράνσις κρατώντας την από την μέση και εκείνη γύρισε την ματιά της οργισμένη προς το μέρος του.

«Πνεύμα;» αναφώνησε χωρίς να το πιστεύει. «Αυτός δεν είναι πνεύμα ο ίδιος ο διάβολος είναι» συνέχισε βγάζοντας από μέσα της όλη την οργή που ένιωθε.

«Σε παρακαλώ μπορείς να ηρεμίσεις και να δεις τα πράγματα όπως έχουν με ψυχραιμία;» την παρακάλεσε και τον κοίταξε δύσπιστα.

«Με ψυχραιμία; Πως διάολο μετά από όλα αυτά να δω τα πράγματα ψύχραιμα μου λες;»

«Αμ κοπελιά… την υπογραφή μας και το…» καθώς κάρφωσε την ματιά της δολοφονικά επάνω στον παππού του εκείνος έβηξε αντί για να πει την λέξη που ήθελε να πει και συνέχισε απτόητος. «προσέχουμε που τα βάζουμε».

«Τώρα με δουλεύεις και από πάνω; Εσύ δεν ήσουν αυτός που έκανε τα πάντα για να τα παρουσιάσεις όλα ουτοπικά; Εσύ δεν έκανε τα πάντα για να σε εμπιστευτώ ώστε να καταφέρεις να με κάνεις να ΜΗΝ διαβάσω το κωλο-συμβόλαιο σας ή μήπως κάνω λάθος;» τον ρώτησε πεισμώνοντας και ο Φράνσις τον κοίταξε επίμονα περιμένοντας την απάντηση του.

«Έλεος με την μνήμη σου…» εξέφρασε ο Λουδοβίκος απηυδισμένος. «Μα πως γίνεται να θυμάσαι τα πάντα με κάθε λεπτομέρεια; Αυτό πρέπει να το θυμάμαι στο μέλλον» μουρμούρισε στον εαυτό του και η Μάριαν ξεφυσώντας κοίταξε τον Φράνσις με νόημα.

«Και περιμένεις μετά από οοοοολα αυτά, ότι εγώ δεν θα συνεχίσω να κάνω το πτώμα και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία» του είπε και ο Φράνσις κοιτώντας τον παππού του έντονα απαίτησε να κάνει κάτι για να το διορθώσει.

«Εντάξει… εντάξει… εγώ θα βγάλω πάλι το φίδι από την τρύπα» είπε σηκώνοντας τα χέρια ψηλά σαν να παραδινόταν.

«Δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα. Εγώ τελειώνω εδώ» είπε η Μάριαν αποφασιστικά και ανοίγοντας το τσαντάκι της έβαλε το χέρι της μέσα για να πιάσει το μήλο της αλλά ο Φράνσις πιάνοντας της το χέρι την κοίταξε ικετευτικά.

«Μάριαν σε παρακαλώ μην παίρνεις μια τόσο σοβαρή απόφαση τόσο αψήφιστα».

«Αψήφιστα;» τον ρώτησε δύσπιστα. «Φράνσις, σε αγαπάω, σε λατρεύω, περίμενα μισή ζωή αυτήν την στιγμή αλλά ως εδώ. Αν θες εσύ να γίνεσαι υποχείριο του παππού σου, της μητέρας σου, ή οποιουδήποτε άλλου βρεθεί στον δρόμο σου πρόβλημα σου αλλά ΕΓΩ δεν το ανέχτηκα ποτέ και δεν πρόκειται να το κάνω ούτε τώρα» του δήλωσε και ο Φράνσις χαμογέλασε θλιμμένα.

«Με ρώτησες για ποιον λόγο σε διάλεξε» της είπε με νόημα και η Μάριαν ξεφύσησε κουρασμένα.

«Φράνσις, υπάρχει έστω και η παραμικρή ελπίδα να με καταλάβεις;» τον ρώτησε με παράπονο.

«Εσύ;» της γύρισε την ερώτηση αλλά δεν την άφησε να απαντήσει. «Θα σε ακολουθούσα ακόμα και στον θάνατο αν χρειαζόταν αλλά διάβασες για την θητεία μου ως βασιλιάς…»

«Και τα κατέστρεψα όλα» τον διέκοψε πικραμένη ενώ έκλεινε τα μάτια της μετανιωμένη για να μην τον κοιτά.

«Και την άλλη μέρα πήγες να αυτοκτονήσεις από τις τύψεις» συμπλήρωσε εκείνος την φράση της και καθώς άνοιξε τα μάτια της για να τον κοιτάξει εκείνος έγειρε κοντά της. «Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα Μάριαν» της είπε τρυφερά ενώ της χάιδευε απαλά το μάγουλο της.

«Και ποιο είναι;» τον ρώτησε με αγωνία ενώ ένιωθε ακριβώς τι θα της έλεγε.

«Το θέμα είναι ότι το διάβασα και εγώ Μάριαν και θέλω να το ζήσω αυτό. Θέλω να ζήσω όλα όσα ονειρεύτηκα, να κάνω τον λαό μου περήφανο που με έχει βασιλιά του, να του δώσω ότι τους στέρησαν όλοι οι προηγούμενοι στενοκέφαλοι που κοίταζαν πρώτα τον κώλο τους και μετά όλα τα άλλα…» τόνισε καρφώνοντας επίτηδες στον παππού του που όλη αυτήν την ώρα τους κοίταζε αμίλητος αφήνοντας τους να λύσουν μόνοι τους τα προβλήματα τους χωρίς να επεμβαίνει. «Αλλά περισσότερο θέλω να σε κάνω να νιώσεις υπερήφανη για μένα» τις τόνισε και η Μάριαν αναστέναξε ενώ απέφυγε το βλέμμα του.

«Ένοιωσες υπερήφανη για μένα έτσι δεν είναι; Αν εξαιρέσεις όλα τα άλλα…»

«Μα τα κατάφερες μια χαρά και χωρίς εμένα…» διαμαρτυρήθηκε μην αντέχοντας να ακούσει άλλα.

«Τότε γιατί είσαι εδώ;» την ρώτησε και η Μάριαν τον κοίταξε στα μάτια.

«Ξέρεις γιατί… οπότε ούτε σε αυτό με χρειάζεσαι πια» του χτύπησε και εκείνη.

«Και προτιμάς να με ρίξεις σε μια αγκαλιά που ξέρεις ήδη πόσο σιχαίνομαι και σε δεκαπέντε χρόνια να περιμένω τον θάνατο μου…»

«Τι διάολο θες από μένα Φράνσις;» τον ρώτησε απελπισμένα.

«Να διεκδικήσεις ότι σου ανήκει Μάριαν, να πάρεις πίσω όσα σου στέρησαν…»

«Πριν να είναι αργά» συμπλήρωσε ο παππούς του με νόημα.

«Πριν να είναι αργά» επανέλαβε η Μάριαν κοιτώντας τον Λουδοβίκο κατάματα. «Αργά για ποιον; Για σένα, τον εγγονό σου…»

«Για σένα εννοεί» την πληροφόρησε ο Φράνσις και τον κοίταξε παραξενευμένη.

«Μπορείς να ταξιδεύεις όπου θες, όποτε το θες, για όσα χρόνια το θες, αλλά εκεί που γεννιέσαι εκεί είναι η μοίρα σου να πεθάνεις» εξήγησε ο παππού του και η Μάριαν τον κοίταξε χωρίς να μπορεί να το πιστέψει.

«Και μου το λες τώρα;» τον ρώτησε βγαίνοντας πια τελείως από τα ρούχα της.

«Μάριαν έπρεπε να φύγεις, ήταν η μόνη λύση…» προσπάθησε να της εξηγήσει ο Φράνσις αλλά η Μάριαν είχε ακούσει ήδη πάρα πολλά για να αντέξει και άλλα.

«Μα γιατί επιτέλους έπρεπε φύγω; Γιατί έπρεπε να πάω εκεί…;» ρώτησε απηυδισμένα.

«Γιατί σε οποιοδήποτε άλλο μέρος αυτής της εποχής και να σε έκρυβε ο Νοστράδαμος θα σε έβλεπε Μάριαν και η μητέρα μου θα σε έβρισκε και τότε αν δεν κατάφερνε να σε έχει του χεριού της σίγουρα θα σε βασάνιζε μέχρι να απαυδήσεις και να αυτοκτονήσεις» της εξήγησε όσο πιο ήρεμα μπορούσε. «Ίσως να μην το πιστεύεις αλλά εγώ ξέρω ότι θα τα κατάφερνε Μάριαν, το έχω δει με τα μάτια μου, το έχω ζήσει στο πετσί μου, εξαιτίας της έχασα τον μοναδικό πραγματικό φίλο που είχα. Τον σκότωσε μπροστά στα μάτια μου η ίδια γιατί εγώ είχα την φαεινή ιδέα να σκαρφαλώσουμε σε ένα δέντρο και έπεσα ο βλάκας και τσακίστηκα. Τον σκότωσε για να με κάνει να θυμάμαι ποιος θα την πληρώνει πάντα αν τολμήσω να την παρακούσω ξανά, για να σιγουρευτεί ότι αν δεν γίνω σαν τα μούτρα της τότε θα κάνω αυτό ακριβώς θα θέλει εκείνη να κάνω από τύψεις. Τον σκότωσε μπροστά στα μάτια μου Μάριαν και ήμουν μόνο έξη χρονών έχεις ιδέα πόσο μου στοίχησε αυτό;»

«Γι’ αυτό φοβόσουν τότε…» διαπίστωσε παγωμένα.

«Ότι θα σε έχανα εξαιτίας της; Ναι» της επιβεβαίωσε.

«Μα δεν μπορούσε να με σκοτώσει» του θύμισε.

«Ούτε τώρα μπορεί…» ξεκίνησε να λέει ο Φράνσις.

«Αλλά αν νομίζεις ότι δεν είναι ικανή να σε κάνει να το πράξεις μόνη σου είσαι γελασμένη» συμπλήρωσε τα λόγια του Φράνσις ο παππούς του.

«Είσαστε τελείως τρελοί;» αναφώνησε τελείως έξω φρενών πια. «Και μετά από αυτό περιμένετε να αλλάξω γνώμη;»

«Μάριαν τότε ήσουν μικρή…» προσπάθησε να την προλάβει ο Φράνσις.

«Αλλά ακόμα την τρέμω να είσαι σίγουρος γι’ αυτό» του είπε με έμφαση. «Χωρίς να τα ξέρω όλα αυτά, εξαιτίας της δεν ήθελα καν να γυρίσω πίσω Φράνσις τώρα που τα ξέρω κιόλας πως περιμένεις ότι θα δεχτώ να μείνω;» τον ρώτησε και ο Φράνσις κατέθεσε τα όπλα.

«Δεν σε αδικώ…» μουρμούρισε ηττημένα αλλά ο παππούς του δεν ήταν διατεθειμένος ακόμα να παρατήσει.

«Και θα τον αφήσεις να παντρευτεί μια γυναίκα που θα τον δηλητηριάσει πάνω στον άνθος της ηλικίας του;» ρώτησε δύσπιστα.

«Αν το πρόβλημα σας είναι η Κένα τότε σας έχω την λύση» του απάντησε άνετα και οι δύο ταυτόχρονα την κοίταξαν με ενδιαφέρον. «Η Κένα είναι έγκυος…» ανακοίνωσε και ο παππού του την κοίταξε με έκπληξη.

«Έλαααα! Απίστευτο! Δεν το πιστεύω… όχι πραγματικά έχω μείνει άφωνος. Η Κένα μας, το πιο ηθικό κορίτσι που έχει υπάρξει ποτέ στην ιστορία είναι έγκυος…» συνέχιζε την ειρωνεία του και η Μάριαν σταύρωσε τα χέρια της μπροστά στο στήθος ενώ τον κοίταζε με το ύφος που έλεγε ‘Έχεις να πεις κι άλλα;’

«Με τον Κωνσταντίν…» πάλεψε να πει και τα υπόλοιπα αλλά ο παππούς του δεν την άφησε να ολοκληρώσει.

«Αχ μην μου πεις έκανε τέτοιο πράγμα; Όχι δεν μπορεί, όχι είμαι σίγουρος ότι είναι συκοφαντίες…»

«Είσαι σίγουρος ότι δεν υπάρχει τρόπος να τον σκοτώσουμε ή έστω να τον κάνουμε να ματώσει;» ρώτησε τον Φράνσις αλλά πριν προλάβει εκείνος να απαντήσει ο παππούς του πήρε και πάλι τον λόγο.

«Πώς να κάνεις ένα πνεύμα να ματώσει…» επανέλαβε σκεπτικός τρίβοντας το σαγόνι του. «Μμμμμ, εκπληκτικό θέμα για έρευνα… Να θυμηθώ να το βάλω στο πρόγραμμα για να το ψάξω. Αυτό θα είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέρον» συνέχισε να μουρμουράει ενώ κάνοντας πως βάζει το χέρι του στην τσέπη αυτόματα εμφάνισε έναν πάπυρο και ένα φτερό καθώς ένα μελανοδοχείο άρχισε να αιωρείται δίπλα του και εκείνος έκανε ότι κράταγε σημειώσεις. 

«Μην του δίνεις σημασία» είπε ο Φράνσις στην Μάριαν αποσπώντας της την προσοχή και μόλις γύρισε να τον κοιτάξει συνέχισε. «Πριν την χαστουκίσεις είδες κάτι…» μάντεψε και η Μάριαν κατένευσε.

«Αν και δεν χρειάζεται πια, σήμερα θα βρεθούν για να συνεχίσουν τις προσπάθειες…» προσπάθησε να του εξηγήσει με υπονοούμενο.

«Είσαι σίγουρη ότι θα γίνει σήμερα;» ήθελε να βεβαιωθεί ο Φράνσις.

«Δεν την κόβω να είναι από τα άτομα που φοράνε δεύτερη φορά το ίδιο φόρεμα οπότε…» του επιβεβαίωσε.  

«Μήπως ξέρουμε και ώρα;» ρώτησε ο παππούς του ενώ βουτώντας το φτερό στο μελανοδοχείο ετοιμάστηκε να κρατήσει πάλι σημειώσεις.

«Αν θες να φανείς και σε κάτι χρήσιμος γιατί δεν πας να μάθεις;» του αντιγύρισε η Μάριαν και ο Λουδοβίκος, με μια κίνηση του χεριού του εξαφανίζοντας το μελανοδοχείο, τον πάπυρο και το φτερό, κατέβηκε από το τραπέζι και κάθισε προσοχή σαν στρατιώτης.

«Στις διαταγές σας» είπε ενώ χαιρέτησε στρατιωτικά και αυτόματα εξαφανίστηκε.

«Αν μπορούσα να τον πιάσω στα χέρια μουυυυ…» μούγκρισε με αγανάκτηση και ο Φράνσις γέλασε.

«Δεν είναι και τόσο κακός…» προσπάθησε να τον δικαιολογήσει και η Μάριαν τον κοίταξε με το ύφος ‘Κάνε μου την χάρη’. «Εντάξει είναι λίγο ιδιόρρυθμος…»

«Το λίγο τι το ήθελες;» τον ρώτησε και ο Φράνσις ανασήκωσε τους ώμους του γελώντας.

«Με τα χρόνια μαθαίνεις να τον συνηθίζεις» είπε τελικά και η Μάριαν αναστενάζοντας τον κοίταξε σκεπτική.

«Σου λείπει» διαπίστωσε.

«Όταν ζούσε όλα ήταν πολύ καλύτερα» επιβεβαίωσε τις υποψίες της και η Μάριαν χωρίς να μπορεί να συγκρατηθεί άπλωσε το χέρι της και το έβαλε πάνω από το δικό του παρηγορητικά.

Ο Φράνσις κοιτώντας για μια στιγμή τα χέρια τους ενωμένα, τα μάτια του γέμισαν πόνο αλλά καλύπτοντας την πρώτη του αντίδραση με ένα πικρό χαμόγελο γύρισε το χέρι του και έκλεισε το χέρι της μέσα στο δικό του.

«Και αυτό μου λείπει» μουρμούρισε και σήκωσε την ματιά του για να κοιτάξει την αντίδραση της.

«Και εμένα» τον διαβεβαίωσε.

«Αλλά δεν είναι αρκετό» είπε κάτω από την ανάσα του και η Μάριαν του ανταπέδωσε το βλέμμα απολογητικά.

«Λυπάμαι αλλά όχι»…..


Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA