Ο Φράνσις βλέποντας
την αγαπημένη του να είναι πεσμένη στο πάτωμα και να ζητάει βοήθεια ήθελε να
τρέξει κοντά της να την βοηθήσει αλλά πριν προλάβει να βγει από την κρυψώνα του
ο Πετίτο αυτόματα βρέθηκε μπροστά της και της πρόσφερε το χέρι του.
«Λαίδη Μάργκαρετ»
σχεδόν αναφώνησε και την βοήθησε να σηκωθεί όσο πιο ευπρεπώς μπορούσε πριν
βρεθεί σε χειρότερη θέση.
«Σε ανακηρύσσω τον
ήρωα της βραδιάς» του ανακοινώσε εκείνη και ο Πετίτο την κοίταξε με περιέργεια
στα μάτια. «Άστο…» συμπλήρωσε και κοίταξε γύρω της.
«Είσαστε καλά;
Χρειάζεστε κάτι;» την ρώτησε με ενδιαφέρον ο Πετίτο και τον κοίταξε για λίγο
σκεπτική.
«Ξέρεις κάτι; Δεν
μπορώ να σκέφτομαι το γυαλισμένο πάτωμα και ταυτόχρονα να θυμάμαι πως αναπνέουν
με αυτό το πράγμα» είπε την σκέψη της ανοιχτά και ο Πετίτο την κοίταξε
μπερδεμένος.
«Μπορείς να με πας
στην κάμαρη σου και να με βοηθήσεις να απαλλαγώ από τον κορσέ μου;» τον ρώτησε.
Ο κακόμοιρος ο Πετίτο κόντεψε να λιποθυμήσει από ντροπή.
«Μεγαλειοτάτη»
αναφώνησε τρομοκρατημένα ενώ κοίταζε γύρω του να δει αν τους είχε ακούσει
κανείς και μόλις τα μάτια του έπεσαν επάνω στον πρίγκιπα Φράνσις κοκάλωσε.
Ο Φράνσις κάνοντας νόημα
να μην μιλήσει, του κούνησε το κεφάλι θετικά και ο Πετίτο γυρίζοντας το κεφάλι
του γρήγορα προς την Μάριαν, πριν καταλάβει εκείνη να δει που κοίταζε, έμεινε
να την κοιτά τελείως διχασμένος ανάμεσα στην δική της απαίτηση και του πρίγκιπα
του.
«Σε ικετεύω δεν μπορώ
να αναπνεύσω…» διαμαρτυρήθηκε εκείνη ικετευτικά. «Δεν μπορεί, έστω, να με
βοηθήσει η κοπελιά σου;» του πρότεινε και μόλις το άκουσε αυτό ο Πετίτο αμέσως
κούνησε το κεφάλι του θετικά.
«Ναι, ναι φυσικά η
Λουσίλντα θα μπορεί. Ακολουθήστε με» είπε και η Μάριαν κρατώντας με το ένα της
χέρι την φούστα και με το άλλο τον ώμο του τον ακολούθησε κοιτώντας το πάτωμα
για να μην σωριαστεί και πάλι.
Όταν βρέθηκαν στην
μικροσκοπική κάμαρη της Λουσίλντα, η Μάριαν έκατσε με ανακούφιση πάνω στο
μοναδικό έπιπλο που υπήρχε εκεί. δηλαδή το κρεβάτι της και πιάνοντας το στομάχι
της προσπάθησε να πάρει μια ανάσα.
«Καταραμένε κορσέ»
μουρμούρισε ενώ πάλευε να καλμάρει με ήρεμες ανάσες τον πόνο που ένιωθε στα
πλευρά και το στήθος της.
«Θέλετε να σας
βοηθήσω να το βγάλετε;» άκουσε μια ψηλή φωνή και μόλις άνοιξε τα μάτια της είδε
ένα κατάξανθο κορίτσι με γαλάζιες χάντρες για μάτια και κατακόκκινα μάγουλα
πάνω κάτω στην ηλικία του Πετίτου. Μάλλον πιο πάνω, αποφάσισε τελικά κοιτώντας
την καλύτερα.
«Οκ τώρα καταλαβαίνω
γιατί κρύβεται στα δέντρα μια τόσο σημαντική μέρα για το βασίλειο» σχολίασε
πειραχτικά και το παράνομο ζευγαράκι αντάλλαξαν μια τρομοκρατημένη ματιά. «Ω
μην ανησυχείτε δεν πρόκειται να το πω σε κανέναν» καθώς την κοίταξαν δύσπιστα
εκείνη συμπλήρωσε. «Το υπόσχομαι. Τώρα μπορείτε να με απαλλάξετε από αυτόν το
διάολο;» ρώτησε απελπισμένη.
«Ναι φυσικά» έσπευσε
η Λουσίλντα ενώ ο Πετίτο έβγαινε από το δωμάτιο για να τις αφήσει μόνες.
«Μην απομακρυνθείς»
του φώναξε. «Θα πρέπει να με γυρίσεις πίσω».
«Μην ανησυχείτε θα
είμαι εδώ για ότι χρειαστείτε» την διαβεβαίωσε. Μόλις έκλεισε την πόρτα πίσω
του έκανε να γυρίσει προς τα αριστερά και αυτόματα αναπήδησε από την τρομάρα
του.
Ο Φράνσις πριν
προλάβει να μιλήσει του έκλεισε το στόμα με το ένα χέρι ενώ με το άλλου του
έκανε νόημα να κάνει ησυχία. Καθώς εκείνος κατένευσε, ο Φράνσις αφαίρεσε το
χέρι του από πάνω του και του έκλεισε το μάτι παιχνιδιάρικα.
Μόλις η Μάριαν
απαλλάχτηκε επιτέλους από τον κορσέ πήρε μια βαθιά ανακουφιστική ανάσα.
«Καλύτερα;» ρώτησε η
Λουσίλντα και εκείνη κατένευσε.
«Ξέρεις μήπως να
φτιάχνεις και μαλλιά;» την ρώτησε με ελπίδα.
«Φυσικά μεγα…»
«Μάργκαρετ, το όνομα
μου είναι Μάργκαρετ» είπε με άχτι μέσα από τα δόντια της κόβοντας την λέξη
μεγαλειοτάτη στην μέση.
«Μάλιστα Λαίδη
Μάργκαρετ» επανέλαβε η Λουσίλντα λίγο φοβισμένη και η Μάριαν πήρε μια
απελπισμένη ανάσα.
«Συγνώμη δεν μου
φταις εσύ» είπε απολογητικά και μόλις σήκωσε ξανά τα μανίκια του φουστανιού της
άφησε την Λουσίλντα να της το ξανά κλείσει.
«Ορίστε μια χαρά
δείχνει και χωρίς τον κορσέ, τι διάολο το θέλουνε αυτό το κέρατο και το φοράνε
ποτέ δεν θα το καταλάβω» σχολίασε μόλις σηκώθηκε όρθια και επιθεώρησε το φόρεμα
της αλλά και τον ντεκολτέ της που χωρίς τον κορσέ ήταν πιο καλαίσθητο και πιο
φυσικό από εκείνο το περίεργο φούσκωμα που έκανε το στήθος της να μοιάζει
σιλικονάτο.
«Αααα… αντί για
σιλικόνη… καλόοοοο» συνέχισε τα σχόλια μιλώντας περισσότερο στον εαυτό της παρά
στην Λουσίλντα που την παρακολουθούσε. Όταν γύρισε να την κοιτάξει εκείνη είχε
μείνει με το στόμα ανοιχτό χωρίς να ξέρει τι να πει, ενώ ο Φράνσις που την
άκουγε απ’ έξω, παλεύοντας να μην ακουστεί, είχε λυθεί πια τελείως στα γέλια.
«Πάντως είναι
πραγματικά πολύ όμορφο και φαίνεται ακριβό» απάντησε η Λουσίλντα με μαλαγανιά
ενώ δοκίμαζε τον κορσέ πάνω από τα ρούχα της.
«Κράτα το για τον
κόπο σου και έλα να με βοηθήσει με αυτό το κέρατο» της είπε αδιάφορα ενώ
καθόταν ξανά πάνω στο κρεβάτι της δείχνοντας την κορόνα που φόραγε και ήταν
γεμάτη με εντυπωσιακά άσπρα πετράδια σε διάφορα μεγέθη.
«Εγώ αν το είχα δεν
θα το αποχωριζόμουνα ποτέ» συνέχισε τις μαλαγανιές της Λουσίλντα και της Μάριαν
άρχισε να τα παίρνει στο κρανίο.
«Εγώ πάλι αν σε είχα
υπηρέτρια δεν θα σε άφηνα ούτε απ’ έξω από την κάμαρη μου να περάσεις» της
χτύπησε εκνευρισμένα και καθώς άρχισε να λύνει την σφιχτή της πλεξούδα τα χέρια
της Λουσίλντα πάγωσαν. «Με περνάς για τόσο αφελή Λουσίλντα; Νομίζει ότι δεν ξέρω
τι κάνεις;» το συνέχισε η Μάριαν.
«Συγνώμη
μεγαλειοτάτη» μουρμούρισε.
«Τώρα το είπες σωστά.
Για σένα μόνο αυτό θα είμαι από εδώ και πέρα. Τώρα τελείωνε» συνέχισε πιο
απαιτητικά και η Λουσίλντα έπιασε αμέσως δουλειά.
«Εσύ να τ’ ακούς
αυτά» ψιθύρισε ο Φράνσις στο αυτί του κακόμοιρου του Πετίτο που του είχαν πέσει
τα μούτρα και ο Φράνσις χτύπησε το ώμο του φιλικά. «Έχεις καιρό για έρωτες, μην
ξεμυαλίζεσαι με όποια σου κουνάει την ουρά της» τον συμβούλευσε και ο Πετίτο με
κατεβασμένα μούτρα κούνησε το κεφάλι του θετικά.
Μόλις η Λουσίλντα
έβγαλε με προσοχή την κορόνα από το κεφάλι της Μάριαν το άφησε απαλά πάνω στα
χέρια της και βάλθηκε να της βουρτσίζει τα μαλλιά.
«Πως θα τα θέλατε
μεγαλειοτάτη;» ρώτησε η Λουσίλντα με σεβασμό ή μάλλον περισσότερο με φόβο
πρόσεξε η Μάριαν.
«Κράτα τις μπλεγμένες
κοτσίδες που στεφανώνουν την κορυφή και άσε τα υπόλοιπα λιτά» της είπε με
σιγουριά.
«Μα μεγαλειοτάτη…»
πήγε να διαμαρτυρηθεί η Λουσίλντα πως δεν ήταν σωστό αλλά δεν την άφησε να
ολοκληρώσει την φράση της.
«Αν είναι να κάνεις
πραγματικά εντυπωσιακή είσοδο, τουλάχιστον κάντο με στιλ» της είπε με αυτοπεποίθηση
και ο Φράνσις κλείνοντας το μάτι στον Πετίτο ψιθύρισε.
«Γύρισε φίλε μου» του
είπε και ο Πετίτο τον κοίταξε με περιέργεια. «Θα καταλάβεις» του απάντησε στην
ανείπωτη ερώτηση του και κολλώντας το αυτί του στην πόρτα συνέχισε να ακούει.
«Πετίτο;» φώναξε η
Μάριαν μόλις ήταν πια έτοιμη και ο Φράνσις κάνοντας πιο πίσω του έκανε χώρο για
να περάσει ενώ του έκανε νόημα να μην πει τίποτα για την παρουσία του εδώ.
«Μάλιστα Λαίδη μου»
είπε αμέσως μόλις μπήκε ο Πετίτο μέσα κάνοντας μια βαθιά σεβάσμια υπόκλιση.
«Θέλω να πάρεις αυτό»
του είπε αυτόματα ενώ του έτεινε την κορώνα προς το μέρος του και εκείνος
αμέσως το έκανε και το έβαλε πάνω στο στήθος του.
«Θα σας το φυλάξω μέχρι
να γυρίσετε στην κάμαρη σας» της υποσχέθηκε και η Μάριαν άρχισε αν κουνάει το
κεφάλι της αρνητικά απηυδισμένη.
«Όχι βρε κουτέ, δεν
θέλω να μου το φυλάξεις θέλω να το πάρεις. Αν βγάλεις τα πετράδια από πάνω του
και πουλήσεις το χρυσό και τα πολύτιμα πετράδια ξεχωριστά, κανείς δεν θα σου
ζητήσει εξηγήσεις που το βρήκες» του είπε αμέσως και εκείνος κοκκινίζοντας
ολόκληρος αντάλλαξε μια γρήγορη ματιά με την Λουσίλντα που πίσω από την πλάτη
της Μάριαν τον παρότρυνε να το κάνει κουνώντας έντονα το κεφάλι θετικά.
«Με συγχωρείτε αλλά
δεν μπορώ να το κάνω» είπε τελείως αποσβολωμένος ενώ της το έδινε ξανά πίσω.
«Και μπορείς και θα
το κάνεις. Εσύ το έχεις περισσότερο ανάγκη από μένα» του είπε με σιγουριά ενώ
με το χέρι της πάνω στην κορόνα το έσπρωχνε ξανά προς το μέρος του. «Αλλά με
έναν όρο» είπε κατηγορηματικά και εκείνος ένευσε αμέσως θετικά πριν καν ακούσει
ακόμα τον όρο. «Αν δω ότι το έκανε μπιχλιμπίδια και ρούχα για το γλειφτρώνι
πίσω μου θα είναι η τελευταία καλή πράξη που θα δεις από μένα» του είπε χωρίς
να δέχεται αντίρρηση γι’ αυτό και ο Πετίτο άνοιξε τα μάτια του διάπλατα από την
έκπληξη.
«Σας το υπόσχομαι, θα
κάνω αυτό που μου ζητήσατε και θα στείλω όλα τα χρήματα στην οικογένεια μου»
της έδωσε τον όρκο του και η Μάριαν του χαμογέλασε.
«Το ξέρω ότι θα το
κάνεις» του είπε με σιγουριά και του χτύπησε απαλά τον ώμο πριν γυρίσει προς
την Λουσίλντα.
«Και εσύ, μείνε
μακριά του αν θες να συνεχίσεις να έχεις θέση σε αυτό το κάστρο» της δήλωσε και
η Λουσίλντα την κοίταξε πληγωμένη αλλά αμέσως έκανε μια βαθιά υπόκλιση και
κράτησε το κεφάλι της χαμηλά.
«Τώρα πήγαινε να το
κρύψεις και έλα να με πάρεις εντάξει;» είπε προς τον Πετίτο και εκείνος έτρεξε
να εκπληρώσει το θέλημα της.
«Και εσύ μπορείς να
πηγαίνει. Δεν θα σε χρειαστώ άλλο» είπε προς την Λουσίλντα και εκείνη έτρεξε
για να ξεφύγει από την άβολη στιγμή κλείνοντας την πόρτα πίσω της.
«Ωραία τα κατάφερες»
είπε κουρασμένα ενώ καθόταν ξανά στο κρεβάτι. «Εχθροί - Σύμμαχοι… 1-1».
~*~*~*~
Μόλις τα πόδια της
βρέθηκαν ξανά στο γυαλισμένο πάτωμα της αίθουσα όπου γινόταν ο γαμήλιος χορός,
ήταν πιο προετοιμασμένη αλλά πριν αποδεσμεύσει τον Πετίτο άρχισε να περπατά
ξανά κρατώντας τον ακόμα από το μπράτσο. Βλέποντας να τα καταφέρνει του χαμογέλασε
με ένα θριαμβευτικό χαμόγελο και του χτύπησε απαλά το χέρι.
«Εντάξει, τώρα μπορώ
να περπατήσω, φύγε πριν σου κάνει κανείς παρατήρηση ότι παράτησες την δουλειά
σου για μένα» του είπε και ο Πετίτο στάθηκε μπροστά της και έκανε μια βαθιά
υπόκλιση.
«Μεγαλειοτάτη» είπε
και κούνησε το κεφάλι απηυδισμένη.
«Ότι πεις» του
ανταπέδωσε και το άφησε να φύγει.
Καθώς έμεινε μόνη
άρχισε να κοιτάει γύρω της κάθε ξανθό κεφάλι που υπήρχε μέσα στην αίθουσα αλλά
κανείς από όσους έβλεπε δεν της θύμιζε τον αγαπημένο της πρίγκιπα.
«Ωραία τώρα την
κάτσαμε… Πως διάολο θα βρεις κάποιον όταν δεν έχεις ιδέα πως μοιάζει;» μουρμούρισε
απελπισμένα.
«Αφήνεις την μοίρα να
τον φέρει κοντά σου» άκουσε μια απαλή φωνή κοντά στο αυτί της και από το
ξάφνιασμα γύρισε τόσο απότομα προς τα πίσω που παραπάτησε αλλά αυτήν την φορά
τα χέρια του αγαπημένου της Φράνσις ήταν εκεί για να τυλιχτούν γύρω από την
μέση της και να την κρατήσουν όρθια.
«Φράνσις;» αναφώνησε
σοκαρισμένη καθώς τα μάτια της συνάντησαν τα δικά του και μόλις κατάλαβε τι
κουταμάρα έκανε, έβαλε τα χέρια της πάνω στο στήθος του, έκανε δύο βήματα
μακριά του και όσο πιο ευπρεπώς μπορούσε έκανε μια βαθιά υπόκλιση.
«Βασιλιά μου»
διόρθωσε και μόλις σηκώθηκε ξανά και τον κοίταξε στα μάτια τον είδε να μασάει
τα χείλια του προσπαθώντας πολύ σκληρά να μην γελάσει και την προσβάλει.
Σκατά… έβρισε μέσα
της. Πάλι λάθος το έκανα… συνέχισε και τον κοίταξε απολογητικά.
«Βασικά είμαι ακόμα
πρίγκιπας» την διόρθωσε και η Μάριαν καταπίνοντας την γλώσσα της δεν ήξερε τι
άλλο να κάνει πέρα από το να του χαμογελάσει με ένα γελοίο νευρικό χαμόγελο.
«Πως σας φαίνεται η
βραδιά;» την ρώτησε ενώ κοίταζε γύρω του την αίθουσα για να της δώσει λίγο
χρόνο ώστε να καταφέρει να ξαναβρεί τον χαμένο της εαυτό.
«Πολύ όμορφη;» ρώτησε
περισσότερο τον εαυτό της και μόλις τα μάτια του συνάντησαν ξανά τα δικά της
εκείνη του χαμογέλασε και πάλι ενώ δάγκωνε τα χείλια της νευρικά ελπίζοντας να
τα κάνει να σφραγίσουν πριν πει καμία άλλη κουταμάρα.
«Πρέπει να κάνω κάτι
γι’ αυτό» είπε απολογητικά.
«Για ποιο;» την
ρώτησε με περιέργεια.
«Μάλλον πρέπει να
σταματήσω να εκφράζω ότι σκέφτομαι πριν γίνω περισσότερο ρεζίλι» εξήγησε και ο
Φράνσις χαμογελώντας της με το πιο γοητευτικό του χαμόγελο έπιασε το χέρι της
απαλά και της το φίλησε χωρίς να αποχωρίζεται την ματιά της λέγοντας της.
«Είσαστε τόσο
γοητευτική όταν τα χάνετε».
«Να το πάρω σαν
κομπλιμέντο;» ρώτησε δειλά ενώ τράβαγε το χέρι της από το δικό του τελείως
αμήχανα καθώς σκεφτόταν… ‘Χριστέ μου που είναι η έξοδος;’
«Σίγουρα ήταν
κομπλιμέντο» την διαβεβαίωσε και της έτεινε το χέρι του. «Τι λέτε χορεύουμε;»
της πρότεινε και τον κοίταξε τρομοκρατημένα.
«Τι; Τώρα; Εδώ;»
ρώτησε χωρίς να καταφέρει να το σταματήσει ενώ κοίταζε γύρω της ελπίζοντας να
βρει ένα μέρος για να το σκάσει και να πάει να κρυφτεί πριν γίνει περισσότερο
ρεζίλι από όσο ήδη είχε γίνει.
«Έχω ακούσει ότι ο
χορός βοηθάει να χαλαρώνουμε όταν είμαστε νευρικοί» τον άκουσε να της λέει
κοντά στο αυτί της και με τα μάγουλα της να φλογίζονται πια σε σημείο να καίνε
την επιδερμίδα της και με την καρδιά της να χτυπάει ξέφρενα γύρισε το κεφάλι
της απότομα προς το μέρος του. Αν εκείνος δεν έκανε το δικό του κεφάλι του
γρήγορα πιο πίσω τότε σίγουρα τώρα θα τον είχε χτυπήσει καταλάθος.
«Συγνώμη, συγνώμη…
αλλά δεν… δεν ήταν καλή ιδέα…» είπε και καθώς προσπάθησε να φύγει εκείνος την
έπιασε από το μπράτσο και την σταμάτησε ενώ την γύριζε προς το μέρος του.
«Ένα χορό μόνο»
παρακάλεσε και η Μάριαν πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Δεν νομίζω να
θυμάμαι τα βήματα» είπε απολογητικά.
«Κανένα πρόβλημα, θα
σας τα δείξω εγώ» της είπε με αυτοπεποίθηση και πριν προλάβει εκείνη να αρνηθεί
άρχισε να την σέρνει προς την αυτοσχέδια πίστα που ήταν στο κέντρο της
αίθουσας.
«Ξεροκέφαλε…»
μούγκρισε μέσα από τα δόντια της.
«Συγνώμη;» την ρώτησε
καθώς την κοίταξε σαν να μην είχε ακούσει καλά τα λόγια της και η Μάριαν έβηξε
διακριτικά πριν μιλήσει ξανά.
«Είπα… ελπίζω να μην
σας ντροπιάσω» του είπε με ευγένεια αλλά μετανιώνοντας συμπλήρωσε. «Αλλά και να
το κάνω εσείς θα φταίτε. Εγώ μια φορά σας προειδοποίησα» συνέχισε με αυθάδεια
και κρατώντας το κεφάλι της ψηλά κοίταξε στην ευθεία χωρίς να δίνει σημασία
στην αντίδραση του.
Ο Φράνσις αν και
ήθελε να γελάσει με την ψυχή του ωστόσο προσπάθησε να κρατηθεί σοβαρός. Φτάνοντας
στο κέντρο της πίστας, χωρίς να αφήσει το χέρι της, άπλωσε το δικό του χέρι
μπροστά ώστε να δημιουργήσει απόσταση μεταξύ τους. Καθώς την έκανε μια
περιστροφή γύρω από τον άξονα του παρασέρνοντας την μαζί του, τελικά την
τράβηξε επάνω του και τύλιξε τα χέρια του γύρω από το σώμα της. Η Μάριαν από το
ξάφνιασμα παραλίγο να παραπατήσει αλλά τα χέρι του που είχε ήδη τυλιχτεί γύρω
από την μέση της δεν την άφησε να το κάνει.
«Δεν θυμάμαι να
πήγαινε έτσι αυτός ο χορός» είπε μπερδεμένη καθώς κοίταζε γύρω της τα υπόλοιπα
ζευγάρια που χόρευαν τελείως διαφορετικά από εκείνους. Στην ουσία ο Φράνσις σε
αντίθεση με εκείνους την προέτρεπε να χορέψουν ένα αργό μπλουζ που δεν είχε
καμία σχέση με τον ρυθμό της μουσικής που ακουγόταν εφόσον ήταν πιο γρήγορος.
«Εγώ πάλι είμαι
απόλυτα σίγουρος ότι χορεύεται έτσι ακριβώς» της ψιθύρισε στο αυτί και
γυρίζοντας να τον κοιτάξει της χαμογέλασε πάλι με εκείνο το κολασμένο χαμόγελο
που έκανε τα γόνατα της να λυγίζουν.
«Διάολε δεν έχεις
αλλάξει καθόλου» αναφώνησε και μόλις κατάλαβε τι είπε έκλεισε το στόμα της και
κοίταξε ντροπιασμένα γύρω της.
«Αυτό σημαίνει ότι
γνωριζόμαστε;» την ρώτησε και έμεινε σοκαρισμένη να τον κοιτά.
«Εεε ναι… αλλά
πολύυυυυ πολύ παλιά» είπε τελικά ενώ απέφευγε το βλέμμα του για να μην
καταλάβει πόσο είχε σοκαριστεί που εκείνος δεν είχε καταλάβει ακόμα ποια ήταν.
Μα τι σκεφτόσουν
Μάριαν; Τι διάολο σκεφτόσουν;… επέπληξε τον εαυτό της.
«Και πιθανόν
γνωριζόμαστε πολύ καλά» διαπίστωσε ο Φράνσις και η Μάριαν βρίσκοντας την
αυτοπεποίθηση της κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.
«Δεν θα το έλεγα».
«Τότε πως είσαστε
σίγουρη ότι δεν έχω αλλάξει καθόλου;» της έκανε την ερώτηση παγίδα και αλλά
εκείνη δεν τα έχασε καθόλου.
«Βλέπω ότι ακόμα
φλερτάρετε με όποια βρεθεί μπροστά σας αγνοώντας το πώς κάνετε την
αρραβωνιαστικιά σας να νιώθει γι’ αυτό» του χτύπησε σκληρά αυτό που την πονούσε
περισσότερο.
«Έχετε γνωρίσει την
αρραβωνιαστικιά μου;» την ρώτησε συνωμοτικά.
«Κάποτε αλλά αυτό
ήταν πολύ παλιά» του απάντησε και εκείνος κρυφογέλασε.
«Τότε θα
καταλαβαίνεται τι εννοώ» της είπε με υπονοούμενο.
«Δεν θα το έλεγα»
διαφώνησε εκείνη και ο Φράνσις βάζοντας το κεφάλι του πλάι στο δικό της
ψιθύρισε στο αυτί.
«Μόλις σας γυρίσω
ρίξτε μια ματιά στην κόκκινο σατέν φόρεμα γεμάτο με πέρλες και χρυσό κέντημα
στο μπούστο» της είπε συνωμοτικά και μόλις την γύρισε η Μάριαν το άκουσε και το
έκανε.
Μόλις η ματιά της
έπεσε πάνω στο κόκκινο φόρεμα που της είχε περιγράψει ο Φράνσις σήκωσε την
ματιά της και κοίταξε και το υπόλοιπο σύνολο. Δεν χρειαζόταν να δει πολλά για
να καταλάβει ότι η Κένα είχε πια καβαλήσει ένα καλάμι ίσα με το μπόι ενός
γίγαντα και είχε ξεφύγει τελείως.
«O…
My… God» είπε σοκαρισμένη
από αυτό που έβλεπε και γύρισε να τον κοιτάξει. «Πες μου ότι με δουλεύεις»
παρακάλεσε χωρίς να το σκεφτεί και μόλις την γύρισε από την αντίθετη μεριά ώστε
να κρύψει το πρόσωπο της από την αρραβωνιαστικιά του έσμιξε τα χείλια του και
κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
Χωρίς να το πιστεύει
ότι αυτή ήταν πράγματι η Κένα τον γύρισε ξανά από την άλλη για να της ρίξει
άλλη μια ματιά.
«Μα αυτή είναι πολύ
χειρότερη από όσο την θυμάμαι» είπε ακόμα σοκαρισμένη καθώς την κρυφοκοίταζε.
«Και φανταστείτε ότι
κρατάει τους τύπους γιατί είναι μπροστά σε κόσμο» της επιβεβαίωσε ο Φράνσις ενώ
η Μάριαν ακόμα κοίταζε την μέλλουσα γυναίκα του αγαπημένου της. Την στιγμή που
το κεφάλι της Κένα έκανε την κίνηση να γυρίσει προς το μέρος τους, η Μάριαν
κράτησε τα μπράτσα του Φράνσις και τον γύρισε έτσι ώστε να κρύψει ξανά το
πρόσωπο της από εκείνη.
«Δεν καταλαβαίνω»
είπε κουνώντας το κεφάλι της περισσότερο στον εαυτό της. «Αν είναι τόσο
χάλια... γιατί;» τον ρώτησε απελπισμένη.
«Για να με στέψουν
βασιλιά πρέπει πρώτα να παντρευτώ» της εξήγησε και η Μάριαν με την σκέψη της
ακόμα στην Κένα απέφυγε την ματιά του και προσπάθησε να σκεφτεί τι είχε πει
μόλις.
Καθώς η μουσική
άλλαξε η Μάριαν σταμάτησε να κινείτε και άρχισε να κοιτάει γύρω της. Έπρεπε να
βρει ένα μέρος να κρυφτεί, έπρεπε να σκεφτεί μακριά από όλα αυτά τα βλέμματα
χωρίς πίεση αλλά ο Φράνσις δεν της το έκανε εύκολο.
«Τώρα που πήρατε το
κολάι δεν νομίζω ότι θα μου αρνηθείτε άλλον έναν χορό» της είπε όσο πιο
δελεαστικά μπορούσε και τον κοίταξε απολογητικά.
«Συγνώμη πρέπει να
φύγω» δήλωσε και την στιγμή που πήγε να ξεφύγει εκείνος την έπιασε από το χέρι
και την τράβηξε ξανά κοντά του.
«Είναι αγένεια να
αρνείστε στο βασιλιά σας» της είπε και καλά θιγμένος.
«Δεν είσαι βασιλιάς
μου… ακόμα» του χτύπησε πίσω και αντί να θυμώσει εκείνος χαμογέλασε.
«Αλλά θα είμαι από
αύριο» της έκλεισε το μάτι και άρχισε να την παρασέρνει στον ρυθμό της μουσικής
χωρίς την δική της συγκατάθεση.
«Δεν θυμάμαι τίποτα
από όλα αυτά» παραπονέθηκε εννοώντας τους χορούς, τους τύπους, τα καθήκοντα της
σαν πριγκίπισσα.
«Ο χορός είναι σαν το
ποδήλατο. Το μαθαίνεις μια φορά, το μαθαίνεις για πάντα» της είπε με άνεση και
μένοντας σοκαρισμένη να τον κοιτά άρχισε να ακολουθεί τα βήματα του χωρίς να το
σκέφτεται σαν να ήξερε ακριβώς τα βήματα που έπρεπε να κάνει.
Ήξερε… είχε διαβάσεις
το βιβλίο, Χριστέ μου το διάβασε… σκεφτόταν ακόμα τελείως σοκαρισμένη από τα
λόγια του.
«Είδατε; Χορεύεται»
της είπε ο Φράνσις για να της αποσπάσει την προσοχή και μόλις συνειδητοποίησε
τι είπε απομάκρυνε την ματιά της από εκείνον για να δει τι εννοεί.
Καταλαβαίνοντας ότι
την κράταγε με το ένα χέρι από την μέση και την στριφογύριζε γύρω – γύρω
αυτόματα ένιωσε σαν να είχε μπει ξανά σε ένα από εκείνα τα παιχνίδια στο λούνα
Παρκ και την έπιασε τρόμος.
«Όχι, όχι… σταμάτα,
σταμάτα» είπε αυτόματα τρομοκρατημένη και μόλις εκείνος το έκανε έβαλε το ένα
της χέρι στο στόμα, το άλλο πάνω στην κοιλιά της και κλείνοντας τα μάτια
προσπάθησε να ελέγξει την ζαλάδα πριν καταλήξει να ξερνάει μπροστά σε όλο αυτόν
τον κόσμο.
«Λαίδη Μάργκαρετ
είσαστε καλά;» τον άκουσε να την ρωτάει με αγωνία και πριν προλάβει να του
απαντήσει άκουσε μια καμπάνα να χτυπά σε αργά χτυπήματα σαν να ήταν ρολόι.
Ντανννν… Ντανννν… Ντανννν…
Ντανννν…
«Μα ποιος χτυπάει την
καμπάνα;» αναρωτήθηκε φωναχτά κάποιος από το πλήθος και η Μάριαν παραξενευμένη
άνοιξε τα μάτια και κοίταξε το αναταραγμένο πλήθος που προσπαθούσε να καταλάβει
τι συμβαίνει.
«Δώδεκα φορές; Τι
σημαίνει αυτό;» αναρωτήθηκε δυνατά το ίδιο άτομο που είχε μιλήσει και πριν
καθώς προφανώς είχε μετρήσει τα χτυπήματα. Η Μάριαν τελείως σοκαρισμένη από την
διαπίστωση κράτησε την φούστα της στα χέρια και την ανασήκωσε για να κοιτάξει
τα γυάλινα γοβάκια της.
«Ότι είναι ώρα να
φύγω» είπε δυνατά την διαπίστωση της και ο Φράνσις που ήταν ακόμα δίπλα της
αντανακλαστικά έπιασε το χέρι της.
«Τι πράγμα;» ρώτησε
τρομοκρατημένα.
«Συγνώμη πρέπει να
φύγω» επανέλαβε και χωρίς να αφήνει την φούστα της από τα χέρια της το
προσπέρασε και άρχισε να τρέχει προς την μπαλκονόπορτα.
Για κακή της τύχη, η
Κένα δεν είχε σκοπό να την αφήσει να φύγει έτσι. Μπαίνοντας μπροστά της
προσπάθησε να της κόψει τον δρόμο. Η Μάριαν στην προσπάθεια της να την αποφύγει
έκανε ένα λάθος βήμα και καθώς το πόδι της αμέσως γλίστρησε αρπάχτηκε αυτόματα
από το χέρι της Κένα και την τράβηξε μαζί της στο πάτωμα.
«Τι νομίζεις ότι
κάνεις;» την άκουγε να της λέει έξαλλη αλλά η Μάριαν δεν της έδινε σημασία.
Επηρεασμένη από τις
εικόνες που έβλεπε τώρα μπροστά στα μάτια της, έσφιξε τον καρπό της με
περισσότερη δύναμη. Βλέποντας την να είναι μέσα σε ένα δωμάτιο που θα ορκιζόταν
ότι ήταν ολόιδιο με το δωμάτιο που είχε όσο έμενε σε αυτό το κάστρο, να είναι
με τον Κωνσταντίν, δεν θα της άφηνε το χέρι αν αυτό το όραμα δεν τελείωνε.
‘Τώρα που το μωρό είναι στον δρόμο δεν χρειάζεται πια να
προσπαθούμε’ την είδε να του λέει με νάζι ενώ στην ουσία τον προκαλούσε να
συνεχίσει.
‘Όχι δεν χρειάζεται’ της απάντησε ο Κωνσταντίν ενώ βουτώντας
την από τα μαλλιά την τράβηξε κοντά του και βάζοντας το χέρι του κάτω από το
φόρεμα της άρχισε να την φιλάει με τόσο πάθος που εκείνη εκστασιασμένη του το
ανταπέδωσε και με το παραπάνω.
«Επιτέλους πάρτε την
από πάνω μου» φώναξε η Κένα ενώ τράβαγε το χέρι της για να απαγκιστρωθεί από το
κράτημα της και η Μάριαν πριν μπορέσει να σταματήσει τον εαυτό της, άφησε το
χέρι της και της άστραψε ένα τόσο δυνατό χαστούκι με την αναστροφή της παλάμης της
που έκανε όλο το πρόσωπο της Κένα να γυρίσει στο πλάι.
«Σκρόφα» την έβρισε φτύνοντας
την στα μούτρα την στιγμή που ο Φράνσις την τράβαγε για να πάρει μακριά από την
Κένα με την Μάριαν να αντιστέκεται.
«Άφησε με» τσίριξε
παλεύοντας να πάρει τα χέρι του από πάνω της καθώς εκείνος την σήκωνε όρθια. «Μην
με ακουμπάς…» συνέχισε όταν τα σχόλια από τους γύρω άρχισαν να φτάνουν στα
αυτιά της.
«Μα πως τολμά;»
ρώτησε μια μπάσα φωνή ενώ μια πιο ψιλή συμπλήρωνε.
«Μα ποια νομίζει ότι
είναι;» καθώς μια τρίτη έλεγε συνωμοτικά.
«Σίγουρα πρέπει να
είναι μια από τις κρυφές του ερωμένες» και μια τέταρτη της απαντούσε.
«Τώρα σίγουρα η
μέλλουσα βασίλισσα μας θα ζητήσει το κεφάλι της στο πιάτο για πρωινό» καθώς
χαχάνιζε σαν να το ευχαριστιόταν.
«Αρκετά» ούρλιαξε η
Μάριαν προς το μέρος τους και όλοι ταυτόχρονα βγάλανε τον σκασμό. «Είσαστε όλοι
ίδιοι…» συνέχιζε με την αηδία που ένοιωθε να αντικατοπτρίζεται στα
χαρακτηριστικά της. «Τόσο φρικιαστικά ίδιοι που δεν αξίζει ούτε να σας φτύσω».
«Φράνσις…» αναφώνησε
σοκαρισμένη η Κένα. «Απαιτών να κάνεις κάτι γι’ αυτό τώρα αμέσως» τον διέταξε
και η Μάριαν γύρισε προς το μέρος τους.
«Δεν χρειάζεται… θα
το κάνω εγώ για σας» της είπε χωρίς να υπολογίζει τίποτα πια και ρίχνοντας μια
τελευταία απογοητευτική ματιά στον Φράνσις που είχε μείνει αποσβολωμένος να την
κοιτά γύρισε την πλάτη της για να φύγει.
Πριν προλάβει να
κάνει μερικά βήματα μακριά, αυτός που ανακοίνωνε την είσοδο των επίσημων πρόσωπον,
χτύπησε την ράβδο του τρεις φορές δυνατά στο πάτωμα πριν αναγγείλει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου