Εφόσον δεν υπήρχε
λόγος για να κρυφτεί πια, η Μάριαν ανέβηκε μόνη της μέχρι την κάμαρα της από
την κεντρική σκάλα, ενώ ο Φράνσις γύρισε στην δική του από τα μυστικά
περάσματα. Οι φρουροί που ήταν έξω από την πόρτα της μόλις την είδαν κοκάλωσαν
σοκαρισμένοι. Εκείνη αδιαφορώντας για τις ματιές που ανταλλάξανε μεταξύ τους,
άνοιξε την πόρτα της και μπήκε μέσα θριαμβευτικά. Είχε κερδίσει, ίσως όχι τον πόλεμο
αλλά σίγουρα μια μάχη… μια πάρα πολύ σκληρή μάχη.
Όταν έμπαινε μέσα στο
δωμάτιο της πίστευε ότι θα έβρισκε εκεί τον Φράνσις να την περιμένει αλλά
εκείνος δεν ήταν πουθενά. Ανοίγοντας την μυστική της πόρτα κοίταξε τον διάδρομο
αλλά και εκείνος ήταν εξίσου το ίδιο άδειος. Στην αρχή σκέφτηκε να περιμένει
αλλά μετά αποφάσισε ότι δεν υπήρχε λόγος. Αρπάζοντας το βιβλίο της στο χέρι και
έναν κεροστάτη, βγήκε στον διάδρομο. Βάζοντας το βιβλίο της ανάμεσα στα πόδια
της, έκλεισε καλά την πόρτα πίσω της και πιάνοντας το ξανά στα χέρια της το
ακούμπησε πάνω στο στήθος της, πήρε μια βαθιά ανάσα και ξεκίνησε για να πάει να
τον βρει.
Όταν άνοιξε την δική
του μυστική πόρτα, τον είδε να κάθετε μπροστά στο τζάκι με το κεφάλι σκυφτό. Χωρίς
να το σκεφτεί, άνοιξε την πόρτα περισσότερο και μπήκε μέσα. Μόλις ο Φράνσις
συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν πια μόνος, σήκωσε το κεφάλι του και την κοίταξε
ξαφνιασμένος.
«Τι κάνεις εδώ;» την
ρώτησε κάτω από την ανάσα του ενώ κοίταζε προς την κεντρική του πόρτα για να
βεβαιωθεί ότι είναι τελείως κλειστή.
«Δεν θες να είμαι
εδώ;» ρώτησε η Μάριαν σοκαρισμένη από το ύφος του ενώ άφηνε τον κεροστάτη σε
ένα έπιπλο και κράτησε το βιβλίο της μπροστά στο στήθος της σαν ασπίδα για να
της δώσει λίγο κουράγιο.
«Δεν είπα ότι δεν σε
θέλω χαζό κορίτσι» της ψιθύρισε ενώ γύριζε ξανά την ματιά του προς το τζάκι για
να αποφύγει την ματιά της.
«Δεν καταλαβαίνω…»
είπε ειλικρινά ενώ πλησιάζοντας τον γονάτισε δίπλα του.
«Πραγματικά το
τελευταίο πράγμα που θέλω να κάνω αυτήν την στιγμή είναι να σε διώξω, αλλά
Μάριαν, καλύτερα να γυρίσεις στο δωμάτιο σου» της είπε λίγο απότομα και η ανάσα
της Μάριαν κόπηκε στην μέση.
«Αν αυτό θες…» είπε
απογοητευμένη. Την στιγμή που έκανε την κίνηση να φύγει ο Φράνσις το μετάνιωσε
και την τράβηξε ξανά κοντά του.
Φωλιάζοντας την μέσα
στην αγκαλιά του όπως είχε κάνει το προηγούμενο βράδυ, ακούμπησε το σαγόνι του
πάνω στον ώμο της και καθώς τύλιξε τα χέρια του γύρω της άφησε την ανάσα του να
βγει από μέσα του βαριά.
«Συγνώμη… απλά έχω
ένα κακό προαίσθημα, αυτό είναι όλο» είπε κάτω από τον αναστεναγμό του χωρίς να
την κοιτά.
«Και εγώ το ίδιο» του
εκμυστηρευτικέ πνιγμένα. «Γι’ αυτό ήρθα σε σένα».
«Για να σε
προστατέψω;» την ρώτησε με ελπίδα.
«Όχι χαζούλη…» του
είπε πειραχτικά ενώ τον σκούντησε με τον αγκώνα της.
«Τότε γιατί;» την
ρώτησε σοβαρός κοιτώντας την στα μάτια.
«Γιατί σκέφτηκα ότι
αν είναι να είναι αυτές οι τελευταίες μου στιγμές τότε θέλω να τις περάσω μαζί
σου» του είπε με ειλικρίνεια και ανασήκωσε τα φρύδια του δύσπιστα.
«Θες να πεις ότι όταν
έχεις να επιλέξεις μέσα από ένα σορό άλλα πράγματα να κάνεις εσύ θα επέλεγες να
είσαι μαζί μου;» δεν το ρωτούσε γιατί δεν το πίστευε αλλά περισσότερο γιατί
ήθελε όσο τίποτα αυτήν την επιβεβαίωση.
«Μα φυσικά και θα
διάλεγα να είμαι μαζί σου… που αλλού να ήθελα να πάω; Ξέρεις τι παγωνιά έχει
έξω;» τον πείραξε και ο Φράνσις κουνώντας το κεφάλι του κουρασμένα ακούμπησε το
πρόσωπο του πάνω στον ώμο της και πήρε μια βαθιά ανακουφιστική ανάσα.
«Αχ Μάριαν» είπε με
τόσο πόνο κάτω από τον αναστεναγμό του που η Μάριαν άρχισε να αγωνιά.
«Φράνσις…» προσπάθησε
να του αποσπάσει την προσοχή αλλά εκείνος δεν την άφησε.
«Μην πεις τίποτα» την
ικέτεψε και αυτόματα η Μάριαν σφράγισε τα χείλια της. «Απλά μείνε εδώ και μην
πεις τίποτα».
«Εντάξει» του
υποσχέθηκε και καθώς βολεύτηκε καλύτερα μέσα στην αγκαλιά του έμεινε να κοιτά
την φωτιά σεβόμενη απόλυτα το θέλημα του.
«Τι το θες αυτό;» την
ρώτησε ξαφνικά δείχνοντας με την ματιά του το βιβλίο της.
«Α! Ε να, όταν το
κρατάω στην αγκαλιά μου πάντα νιώθω πιο ασφαλής» του εξήγησε και ο Φράνσις, με
όχι και τόσο ευγενικό τρόπο, το άρπαξε από τα χέρια της και το πέταξε μακριά
κάπου πίσω τους.
«Τώρα έχεις εμένα,
δεν χρειάζεσαι κανένα χαζό βιβλίο» της είπε νευριασμένα και γύρισε έκπληκτη για
να τον κοιτάξει.
«Νομίζω ότι πρέπει να
σταματήσεις να ζηλεύεις το βιβλίο μου» τον μάλωσε και καθώς πήγε να σηκωθεί για
να το ξαναπιάσει εκείνος σφίγγοντας τα χέρια του γύρω από το κορμί της, της
επέβαλε να κάτσει εκεί που ήταν.
«Φράνσις είναι απλά
ένα βιβλίο» διαμαρτυρήθηκε αλλά εκείνος δεν συμφώνησε μαζί της.
«Δεν είναι απλά ένα
βιβλίο… για σένα είναι τα πάντα. Κάθε φορά που μιλάς γι’ αυτό με κάνεις να
νιώθω ότι προτιμάς να βρίσκεσαι σε εκείνο το μέρος παρά εδώ μαζί μου» εξέφρασε
ανοιχτά τα συναισθήματα του και η Μάριαν έμεινε παγωμένη να το κοιτά χωρίς να
ξέρει τι να πει.
«Μα είναι απλά ένα
όνειρο…» μουρμούρισε αποκαρδιωμένη.
«Που θες όσο τίποτα
να γίνει πραγματικότητα» συμπλήρωσε πικραμένος για εκείνη.
«Φράνσις…» τον
παρακάλεσε και την κοίταξε δύσπιστα.
«Τι δεν είναι
αλήθεια;» την προκάλεσε και αφήνοντας έναν αναστεναγμό η Μάριαν απέφυγε το
βλέμμα του χωρίς να απαντήσει.
«Έχεις ιδέα πως με
κάνει αυτό να αισθάνομαι; Να προτιμάς ένα μέρος, όχι άντρα, ΕΝΑ ΜΕΡΟΣ
περισσότερο από μένα;»
«Αν ήσουν στην θέση
μου…»
«Γιατί πιστεύεις ότι
δεν είμαι; Δεν είμαι το ίδιο εγκλωβισμένος εδώ μέσα να περιμένω να τελειώσει
όλη αυτή η γελοία μέρα για να μπορώ να έχω μερικά λεπτά μόνο μαζί σου; Δεν
είμαι τόσο ίδιο δεμένος με μια μοίρα που δεν με ρώτησαν ποτέ αν την θέλω ή όχι;
Όμως για μένα είσαι εσύ εδώ Μάριαν και όσο θα είσαι δεν θέλω να βρίσκομαι
πουθενά αλλού… όσο είσαι εσύ εδώ δεν με νοιάζει τίποτα άλλο» της είπε. Η Μάριαν
δαγκώνοντας τα χείλια με τις τύψεις της να την κάνουν να υποφέρει συνέχισε να
κοιτά τα άδεια της χέρια ένιωσε τα μάγουλα της να φλογίζονται.
«Αλλά για εσένα δεν
είναι το ίδιο…» διαπίστωσε η Φράνσις. «Αν είχε να επιλέξεις, εσύ θα επέλεγες
πάντα εκείνο το μέρος».
«Ναι θα το επέλεγα
αλλά μόνο αν ήσουν και εσύ μαζί μου» υπερασπίστηκε τον εαυτό της κοιτώντας τον
θαρρετά και ο Φράνσις αναστέναξε κουνώντας το κεφάλι του αρνητικά. «Θέλω να με
πιστέψεις…» συνέχισε απελπισμένα αλλά ο Φράνσις δεν άκουγε τίποτα άλλο.
«Δεν έχει σημασία…
άλλωστε είναι ένα όνειρο. Ένα όνειρο που δεν πρόκειται να αφήσω να γίνει ποτέ
πραγματικότητα» είπε με πείσμα.
«Τώρα γίνεσαι
εγωιστής» διαμαρτυρήθηκε η Μάριαν σταυρώνοντας τα χέρια της κάτω από το στήθος
της πεισματάρικα και ο Φράνσις άφησε ένα γελάκι να του ξεφύγει.
«Καλύτερα εγωιστής
και να σε έχω για πάντα μέσα στην αγκαλιά μου έστω και λίγο… παρά να μην σε έχω
καθόλου».
«Μα αν ήξερες…»
«Αρκετά με το βιβλίο
σου εντάξει; Έχω του κόσμου τα θέματα να γυρίζουν μέσα στο κεφάλι μου δεν μπορώ
να σκέφτομαι και αυτό τώρα» της είπε απότομα και η Μάριαν αυτόματα έμεινε στην
σιωπή και έκανε υπομονή μέχρι να ξεθυμάνει ο θυμός του.
«Μείνε μαζί μου
απόψε» τον άκουσε άξαφνα μετά από λίγο να λέει και γύρισε να τον κοιτάξει
ξαφνιασμένη.
«Επιτρέπεται αυτό;»
αναρωτήθηκε φωναχτά.
«Μόλις πήρες την
άδεια από την βασίλισσα να κάνεις ότι θέλεις, ποιος θα σου το απαγορεύσει; Από
την άλλη εγώ δεν χρειάζομαι άδεια για να καλέσω κάποιον στο δωμάτιο μου» της
είπε σοβαρός.
«Μα θα κουτουλάμε από
την αϋπνία το πρωί» προσπάθησε να του αλλάξει γνώμη.
«Ποιος είπε ότι δεν
θα κοιμηθούμε;» την ρώτησε και η Μάριαν έμεινε σοκαρισμένη να τον κοιτά άφωνη.
«Εκτός και αν δεν θες» συμπλήρωσε αλλά η Μάριαν ακόμα δεν ήξερε πώς θα έπρεπε
να ανταποκριθεί σε αυτό. «Υπόσχομαι να μην σου τραγουδήσω απόψε» της
μουρμούρισε συνωμοτικά και πετάρισε τα μάτια της με έκπληξη ενώ ξεροκατάπιε για
να υγράνει τον λαιμό της που είχε ξεραθεί.
«Η επόμενη επιλογή
σου είναι να μείνεις έτσι ακριβώς όπως είσαι για το υπόλοιπο της βραδιάς…
διάλεξε και πάρε» της είπε κατηγορηματικά. «Μια φορά σήμερα δεν φεύγεις» πήρε
την απόφαση για εκείνη.
«Φράνσις δεν νομίζω…»
«Εσύ είπες ότι αν
αυτές είναι οι τελευταίες σου στιγμές θα ήθελες να είναι μαζί μου» ήταν αρκετά
δελεαστικό δεν μπορούσε να το αρνηθεί.
«Εντάξει» υποχώρησε
τελικά και ευχαριστημένος ο Φράνσις από την απάντηση της, την προέτρεψε να
σηκωθεί. «Τι τώρα;» σχεδόν αναφώνησε με τρόμο.
«Μπορεί εσύ να είχες
βολευτεί αλλά εμένα με πέθανε η μέση μου» της είπε και καθώς σηκώθηκε όρθιος
την τράβηξε μαζί του προς το κρεβάτι ενώ φρόντισε να κλοτσήσει το βιβλίο της
ώστε να πάει από κάτω την στιγμή που εκείνη δεν κοίταζε.
Αν ήταν δυνατών
πραγματικά θα το είχε ήδη κάψει αλλά δεν ήθελε να την πληγώσει οπότε προς το
παρόν το να το ξεχάσει για λίγο ήταν καλύτερο από το να μπαίνει συνέχεια
ανάμεσα τους.
Μόλις την βοήθησε να
βγάλει την ρόμπα της και να ξαπλώσει κάτω από τα σκεπάσματα έκανε τον γύρω του
κρεβατιού και πιάνοντας την μακριά του νυχτικιά πήγε πίσω από το παραβάν για να
αλλάξει. Δεν ήταν σίγουρος αν θα άντεχε να τον δει με αυτήν την εμφάνιση αλλά
δεν μπορούσε να κοιμηθεί και με το παντελόνι. Την στιγμή που γύρισε κοντά της
εκείνη είχε κρύψει το κεφάλι κάτω από τα σκεπάσματα και χωρίς να μπορεί να
συγκρατηθεί άρχισε να γελάει.
«Έλα μπορείς να
πάρεις ανάσα τώρα» την πείραξε μόλις χώθηκε κάτω από τα σκεπάσματα ξεκουκουλώνοντας
την.
«Φράνσις δεν είναι σωστό»
είπε απελπισμένη ενώ τον κοίταζε με ένα κουταβίσιο βλέμμα με τα μάγουλα της να
έχουν κοκκινίσει τόσο πολύ που ο Φράνσις σκέφτηκε για μια στιγμή ότι αν έβαζε
ένα αυγό επάνω τους θα μπορούσε να ψηθεί.
«Μου έχεις
εμπιστοσύνη έτσι δεν είναι;» την ρώτησε σοβαρός και μόλις κατένευσε εκείνη πήρε
περισσότερο θάρρος. «Έλα εδώ» την προέτρεψε απλώνοντας τα χέρια του προς το
μέρος της.
Η Μάριαν αφήνοντας
την ανάσα της να βγει από μέσα της βαριά, έκανε ότι της ζήτησε. Ο Φράνσις,
ξαπλώνοντας ανάσκελα, βόλεψε το κεφάλι της πάνω στο στήθος του και η Μάρινα
έγειρε το σώμα της απαλά πάνω στο δικό του. Ανασηκώνοντας το κεφάλι του άφησε
ένα απαλό φιλί πάνω στην κορυφή του κεφαλιού της για να την χαλαρώσει.
«Αυτό ήταν όλο… είναι
τόσο άβολο για σένα;» την ρώτησε με πραγματικό ενδιαφέρον.
Αμέσως κούνησε το
κεφάλι της αρνητικά αλλά δεν χαλάρωνε κιόλας. Ο Φράνσις, για να της το κάνει
πιο εύκολο, έμεινε ακίνητος και με τα μάτια του να κοιτούν έξω από το παράθυρο
άρχισε να της χαϊδεύει τα μαλλιά χωρίς να μιλά.
«Πες μου τι
σκέφτεσαι» μουρμούρισε δειλά η Μάριαν μόλις χαλάρωσε λίγο μέσα στην αγκαλιά
του.
«Πολλά και τίποτα»
είπε με ειλικρίνεια.
«Δεν θες να μου
πεις;» τον ρώτησε σηκώνοντας το κεφάλι για να τον κοιτάξει στα μάτια.
Καθώς ο Φράνσις της
ανταπέδωσε το βλέμμα της χάιδεψε το μάγουλο της απαλά και της χαμογέλασε
θλιμμένα.
«Η αλήθεια είναι ότι
δεν ξέρω τι να πω…» παραδέχτηκε. «Όλη μέρα με έτρωγε η αγωνία… Από την στιγμή
που έφυγα από εκείνο το καταραμένο δάσος έψαχνα να σε βρω. Όταν άκουσα ότι και
όλοι οι υπόλοιποι κάνανε το ίδιο το μυαλό μου έκανε τα χειρότερα σενάρια».
«Πίστευες ότι είχα
φύγει» διαπίστωσε.
«Δεν θα σε αδικούσα.
Ακόμα απορώ γιατί δεν είσαι θυμωμένη μαζί μου».
«Γιατί να είμαι
θυμωμένη;» ρώτησε χωρίς να καταλαβαίνει.
«Μάριαν…» είπε
απελπισμένα κλείνοντας τα μάτια του με ντροπή.
«Μα δεν είδα κάτι που
δεν είχα δει και επιπλέον ήξερα ότι δεν τα εννοούσες… όταν σε είδα δε να της
αστράφτεις εκείνο το χαστούκι…» είπε και έκλεισε το στόμα της για να μην
αρχίσει να γελάει και πάλι δυνατά.
«Μα αν είδες…»
επέμενε με πόνο ο Φράνσις αλλά δεν κατάφερε να ολοκληρώσει την φράση του.
«Τι εννοούσε ότι
είσαι άρρωστος;» τον ρώτησε καταλαβαίνοντας που αναφερόταν.
«Ω όχι, δεν υπάρχει
περίπτωση να κάνουμε αυτήν την συζήτηση» είπε κατηγορηματικά.
«Φράνσις…» διαμαρτυρήθηκε
η Μάριαν και την κοίταξε προειδοποιητικά.
«Γιατί δεν μου λες
εσύ πως κατάφερες να τους ξεφύγεις» της το γύρισε και η Μάριαν αυτόματα κατάπιε
την γλώσσα της.
Πως θα του εξηγούσε για
τον μπάσταρδο, το πνεύμα που την επισκεπτόταν;
«Από την στιγμή που
της έδωσες εκείνο το χαστούκι ξεράθηκα τόσο πολύ στα γέλια που η Κένα έγινε
έξαλλη. Όπως έφευγε πήγε και σκοτώθηκε σε μια ρίζα του δέντρου. Μιλάμε έπρεπε
να την δεις…» είπε ενώ πάλευε πολύ σκληρά να μην γελάσει δυνατά.
«Σε κατηγορεί ότι
είσαι μάγισσα… δεν αναφέρεται στο όνομα σου ανοιχτά αλλά καταλαβαίνεις τι
εννοώ» της είπε και η Μάριαν άρχισε να κουνάει το κεφάλι της θετικά.
«Πίστευε ότι την
έσπρωξα και έπεσε πάνω σε εκείνη την ρίζα ενώ εγώ στεκόμουν αρκετά μακριά της
δίπλα στον Κωνσταντίν. Μετά επειδή έπεσε ένα σκαθάρι από το δέντρο πάνω της με
κατηγόρησε και γι’ αυτό» εξήγησε και ο Φράνσις σούφρωσε τα φρύδια του
ερωτηματικά.
«Και όλα αυτά τα
λόγια που έλεγε ότι έλεγες; Και η βροχή των μαμουνιών;»
«Μα αλήθεια πιστεύεις
ότι το έκανα εγώ;» τον ρώτησε δύσπιστα.
«Εντάξει σε έχω ικανή
για πολλά πράγματα αλλά για μάγισσα! Άσε που αν ήσουν περισσότερο θα περίμενα να
την μεταμόρφωνες σε βατράχι για να την ξεφορτωθείς παρά να της αφήσεις ελεύθερη
να με τριγυρίζει» της είπε και η Μάριαν γέλασε με την καρδιά της.
«Πόσο με ξέρεις» είπε
ενώ συνέχιζε να γελά.
«Και με τον
Κωνσταντίν τι έκανες;» σοβαρεύοντας απότομα ανασήκωσε του ώμους της αδιάφορα.
«Τίποτα το ιδιαίτερο…
εκείνος μέχρι την στιγμή που χτύπησε η Κένα πίστευε ότι ήμουν υπό την επήρεια
του τσαγιού αλλά μετά που με είδε να σοβαρεύω άρχισε να το σκέφτεται καλύτερα.
Όταν έφυγε η Κένα απλά τον προκάλεσα.
‘Λοιπόν τι λες; Πιστεύεις ότι είσαι αρκετά τολμηρός να τα βάλεις με μια μάγισσα;’
τον ρώτησα και πραγματικά για μια στιγμή πίστεψα ότι τα χρειάστηκε. Μετά άρχισε
να λέει ότι δεν μπορεί να κάνει αλλιώς γιατί ήταν διαταγή της βασίλισσας και τελικά
άρχισαν τα μπουκέτα» είπε αδιάφορα.
«Αλλά δεν χτύπησες
πουθενά» είπε με αγωνία.
«Όχι μην ανησυχείς»
τον διαβεβαίωσε και ο Φράνσις πήρε μια ανακουφισμένη ανάσα.
«Δεν θα μείνει έτσι
αυτό» της υποσχέθηκε και η Μάριαν ανασήκωσε το κορμί της για να τον κοιτάξει
στα μάτια.
«Σε παρακαλώ μην
κάνεις κάτι… άλλωστε δεν με πείραξε και είμαι σίγουρη ότι τώρα έχει πάρει το
μάθημα του» τον παρακάλεσε αλλά ο Φράνσις ήταν ανένδοτος.
«Μπορεί να είναι
αδελφός μου αλλά δεν θα του το συγχωρέσω ποτέ…»
«Κράτα του μούτρα,
μην του μιλήσεις ξανά αλλά νομίζω ότι έφαγε αρκετά μπουνίδια για μια μέρα»
συνέχισε η Μάριαν με περισσότερη πειθώ.
«Όχι από μένα… όχι
ακόμα».
«Μα δεν μπορείς να τα
βάλεις μαζί του εκείνος είναι πιο δυνατός» είπε τελικά αυτό που ήθελε να του
πει από την αρχή και ο Φράνσις την κοίταξε πληγωμένα.
«Σε ευχαριστώ πολύ».
«Όχι ακόμα… αλλά αυτό
μπορεί να αλλάξει έτσι δεν είναι; Τώρα που μπορώ να κάνω ότι θέλω…»
«Θα μπορώ να εξασκηθώ
καλύτερα στο σπαθί και τις μπουνιές» συμπλήρωσε για εκείνη και η Μάριαν του
χαμογέλασε.
«Μου το υπόσχεσαι;»
τον παρακάλεσε με το ύφος την και ξεφυσώντας τελικά ο Φράνσις κατένευσε
ηττημένα.
«Τώρα ξάπλωσε να
κοιμηθείς» της πρότεινε και καθώς βολεύτηκε η Μάριαν ξανά πάνω στο στήθος του
έμεινε με τα μάτια ανοιχτά να σκέφτεται τα λόγια της Κένα.
«Αυτήν την… αρρώστια,
σου την προκαλώ εγώ;» τον ρώτησε δειλά και ο Φράνσις έτριψε τα μάτια του
κουρασμένα.
«Κοιμήσου Μάριαν» την
ικέτεψε.
«Όχι αν δεν μου πεις»
είπε με πείσμα καθώς σήκωνε το κεφάλι της ξανά για να τον κοιτάξει στα μάτια.
«Γιατί μου το κάνεις
τώρα αυτό; Δεν έχω αρκετές τύψεις ήδη; Θες να με φορτώσεις και με άλλες;» την
ρώτησε και η Μάριαν έσμιξε τα φρύδια της με απορία.
«Αν μπορεί εκείνη να
σε βοηθήσει τότε θα μπορώ και εγώ» του είπε τις σκέψεις της και ο Φράνσις έκοψε
την ανάσα του στην μέση.
«Αν θες πραγματικά να
με βοηθήσεις τότε πέσε για ύπνο και απλά ξέχνα τι είδες σήμερα».
«Όχι δεν το ξεχνώ,
στην τελική…» δεν την άφησε να συνεχίσει. Δεν είχε κουράγιο να ακούσει όσα άξια
θα του έλεγε.
Πιάνοντας το χέρι της
το πέρασε κάτω από τα σκεπάσματα απότομα και καθώς το έβαλε να ακουμπήσει πάνω
στο πρησμένο του μέλλος έμεινε ακίνητος να την κοιτά.
«Τώρα κατάλαβες
τίποτα;» την ρώτησε σχεδόν νευριασμένα και η Μάριαν τον κοίταξε μπερδεμένα.
«Δεν υπάρχει κάτι να σου εξηγήσω χωρίς να καταφέρω να σε κάνω να φύγεις από εδώ
μέσα τρέχοντας και να μην θέλεις να γυρίσεις ποτέ ξανά στην αγκαλιά μου»
συμπλήρωσε ενώ τράβαγε το χέρι της από πάνω του ώστε να σταματήσει να τον
αγγίζει.
«Τ-τι ήταν αυτό;»
ρώτησε τελείως αποπροσανατολισμένη.
«Έλεος Μάριαν
λυπήσουμε» κλαψούρισε κλείνοντας τα μάτια του με το χέρι του αλλά η Μάριαν ήταν
από την φύση της πεισματάρα και δεν τα παράταγε εύκολα.
Χωρίς προειδοποίηση
κατέβασε το χέρι της προς τα κάτω και μόλις έπιασε το πρησμένο του μέλλος ξανά
ο Φράνσις άνοιξε τα μάτια του απότομα και έβαλε το χέρι του πάνω από το δικό
της για να την σταματήσει.
«Είσαι τρελή; Τι
κάνεις;» την ρώτησε με αγωνία.
«Αν δεν μου πεις εσύ θα
το ανακαλύψω μόνη μου» του είπε αδιάφορα και έμεινε να περιμένει τις
αντιδράσεις του.
«Πραγματικά ώρες-ώρες
με τρομάζεις» επανέλαβε αυτό που της είχε πει και εχθές ενώ τραβώντας
νευριασμένα το χέρι της προς τα πάνω το έβγαλε από τα σκεπάσματα και το κράτησε
σταθερά πάνω στο στήθος του.
«Τι ακριβώς θες να
μάθεις;» την ρώτησε ηττημένα.
«Αυτό… αυτό είναι…
αυτό που δεν έχουμε εμείς σωστά;» του είπε ντροπαλά και ο Φράνσις κατένευσε για
απάντηση. «Και είναι πάντα έτσι;» συνέχισε τις απορίες της.
«Όχι, αυτό είναι το
πρόβλημα» της εξήγησε χωρίς να είναι ακόμα σίγουρος αν έπρεπε να μιλήσουν γι’
αυτό.
«Και αυτό το κάνω
εγώ; Εγώ σε αρρωσταίνω;»
«Μάριαν μην το
βλέπεις έτσι… δεν είναι κάτι κακό… για την ακρίβεια είναι υπέροχο αλλά όχι
ακόμα» της είπε όσο πιο απαλά μπορούσε.
«Δεν καταλαβαίνω
τίποτα» παραδέχτηκε κάτω από τον αναστεναγμό της.
«Πώς να το εξηγήσω…;»
αναρωτήθηκε φωναχτά χωρίς να την κοιτάει. «Έχεις δει πως ζευγαρώνουν τα ζώα
σωστά;» προσπάθησε να το εξηγήσει με διαφορετικό τρόπο.
«Α! Σωστά…» αναφώνησε
σαν να κατάλαβε άξαφνα τα πάντα. «Όπως τα άλογα πουυυ… άστο καλύτερα νομίζω
καταλάβαμε και οι δύο τι εννοούμε» είπε παραιτημένη.
«Επιτέλους
συνεννοηθήκαμε» σχεδόν αναφώνησε με ανακούφιση.
«Ναι αλλά η Κένα σε
έκανε καλά το πρωί… και μούγκριζες όπως τα άλογα» του είπε με νόημα.
«Όχι δεν
συνεννοηθήκαμε» είπε ξεψυχισμένα ο Φράνσις και έτριψε τα μάτια του απηυδισμένος
χωρίς να σταματάει να της κρατάει το χέρι από φόβο μην της μπει καμία ιδέα
πάλι.
«Άκου, για να
τελειώνουμε μια και καλή με αυτό. Είσαι μόλις δέκα χρονών και σίγουρα δεν είσαι
έτοιμη γιατί τίποτα από όλα αυτά…»
«Δεν το ξέρεις αυτό…»
προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό της αλλά ο Φράνσις δεν την άφησε.
«Μάριαν…» της είπε με
ένταση. «Εδώ κόντεψες να λιποθυμήσεις γιατί σου ζήτησα απλά να κοιμηθείς μαζί
μου…» της είπε με νόημα και η Μάριαν απέφυγε το βλέμμα του ντροπιασμένη.
«Ναι αλλά δεν μπορώ
να ξέρω ότι υποφέρεις εξαιτίας μου» μουρμούρισε αυτό που την έκαιγε. Ο Φράνσις
βάζοντας το χέρι του κάτω από το πιγούνι της σήκωσε το κεφάλι της και της
επέβαλε να το κοιτάξει στα μάτια.
«Και εγώ δεν θέλω να
υποφέρεις εξαιτίας μου» της τόνισε εννοώντας το. «Έχουμε όλη την ζωή μπροστά
μας, κάποια στιγμή θα γίνεις γυναίκα μου, γιατί να κάνεις την γενναία τώρα ενώ
στην ουσία εσύ θα υποφέρεις με αυτό;» την ρώτησε παρακλητικά. Καθώς η Μάριαν
αναστέναξε την βόλεψε ξανά πάνω στο στήθος του και της φίλησε το κεφάλι απαλά.
«Θες να με βοηθήσεις
πραγματικά;» την ρώτησε πιο απαλά και η Μάριαν κούνησε το κεφάλι της θετικά.
«Τότε έχε μου εμπιστοσύνη» την παρακάλεσε. «Θα κρατήσω το λόγο μου, σου το
υπόσχομαι. Σου ανήκουν όλα αλλά πάρ’ τα μόνο όταν θα έρθει η σωστή ώρα».
«Τώρα ποιος μιλάει
σαν μεγάλος» τον πείραξε και ο Φράνσις γέλασε ανακουφισμένος.
«Είμαι μεγαλύτερος
σου μην το ξεχνάς» συνέχισε το πείραγμα της.
«Αλλά ακόμα το ίδιο
μυξιάρικο σαν και εμένα» το ολοκλήρωσε και γελάσανε ταυτόχρονα.
«Αδέξια…» την
τσίγκλησε παραπάνω.
«Μαμάκια…» του
ανταπέδωσε.
«Πάρ’ το πίσω»
απαίτησε και η Μάριαν για να τον τσιγκλήσει παραπάνω συνέχισε με περισσότερο
πείσμα.
«Μαμάκια… μαμάκια…
μαμάκια…»
«Πάρ’ το πίσω είπα»
απαίτησε ξανά ενώ γυρίζοντας απότομα προς την μεριά της την ανάγκασε να γυρίσει
ανάσκελα.
«Μου μου μου» τον
κορόιδευε εκείνη βγάζοντας του την γλώσσα της ενώ κούναγε το κεφάλι της και ο
Φράνσις πιάνοντας τους καρπούς της τους έβαλε πάνω από το κεφάλι της και την
κοίταξε έντονα.
«Αν δεν το πάρεις
πίσω δεν θα σε αφήσω» την απείλησε.
«Δειλέ… μαμάκια…» δεν
την άφησε να πει άλλα.
Καθώς κάλυψε τα
χείλια της με τα δικά του άρχισε να την φιλάει τόσο έντονα που η Μάριαν από το
ξάφνιασμα στην αρχή πάγωσε αλλά μόλις κατάλαβε ότι δεν ήταν νευριασμένος μαζί
της μετά χαλάρωσε και του το ανταπέδωσε το φιλί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου