Ετικέτες

Σάββατο 11 Ιουλίου 2015

The Destiny "2b Το δίλημμα"




Ακούγοντας τον Μπας να ροχαλίζει μέσα στα αυτιά της γύρισε το κεφάλι της προς το μέρος του και τον κοίταξε. Δεν είχε ξανά την ευκαιρία να τον δει να κοιμάται και τώρα που το έκανε το μόνο που ήθελε να κάνεις ήταν να βάλει τα γέλια. Όπως ήταν ανάσκελα με το ένα χέρι απλωμένο προς το μέρος της και το άλλο πάνω στο γυμνό σχεδόν άτριχο στήθος του, είχε πλαγιάσει το κεφάλι ελαφρά προς την μεριά της και με το στόμα ορθάνοικτο έριχνε ένα ροχαλητό που θα ήταν ικανό να ξεσηκώσει ολόκληρη την γειτονιά.

«Γελοίε μπάσταρδε» του είπε χωρίς να καταφέρει να συγκρατήσει το γέλιο της και προκειμένου να τον κάνει να σταματήσει του έδωσε μια κλωτσιά στα πόδια.

«Τι; Τι έγινε;» ρώτησε κατευθείαν ενώ τινάχτηκε επάνω και άρχισε να κοιτάει γύρω του σαν να μην μπορούσε να καταλάβει που βρισκόταν.

«Μου πήρες τ’ αυτιά αυτό έγινε» του απάντησε η Μάριαν ενώ τον τράβαγε πάλι πίσω για να ξαπλώσει και εκείνος κοιτώντας την παραξενεμένος προσπάθησε να καταλάβει τι του έλεγε.

«Μίλαγα στον ύπνο μου;» ρώτησε με αγωνία και η Μάριαν άρχισε να γελάει κουνώντας το κεφάλι της αρνητικά.

«Όχι αλλά αν δεν σταματήσεις να ροχαλίζεις θα μου γκρεμίσεις το σπίτι» τον πείραξε και τρίβοντας το πρόσωπο του προσπάθησε να πάρει μια ανάσα.

«Δεν ήξερα ότι ροχαλίζω, συγνώμη, θα γυρίσω στο πλάι» είπε απολογητικά και την στιγμή που πήγε να το κάνει πράξη γυρίζοντας της την πλάτη του εκείνη του τράβηξε το χέρι και τον σταμάτησε.

«Όχι από εκεί βρε μπουμπουνοκέφαλε» συνέχισε το πείραγμα της και πριν προλάβει να ξεπεράσει το σοκ του, η Μάριαν του γύρισε την πλάτη της και βολεύτηκε ξανά πάνω στο μαξιλάρι της.

Ο Μπας μόλις κατάλαβε ότι το εννοούσε, έφτιαξε το σεντόνι καλύτερα επάνω τους, απλώνοντας το χέρι του προς την μεριά της, την βόλεψε πάνω στο μπράτσο του και καθώς την κράτησε ζεστά μέσα στην ζεστή του αγκαλιά άφησε ένα απαλό φιλί πάνω στα μαλλιά της αναστενάζοντας βαθιά.

«Θα μου πεις επιτέλους τι συμβαίνει;» την ρώτησε με την πιο απαλή του φωνή και η Μάριαν έμεινε για λίγο στην σιωπή χωρίς να ξέρει τι να πει. «Ξέρεις ότι μπορείς να μου έχεις εμπιστοσύνη» προσπάθησε περισσότερο. Η Μάριαν παρατώντας τα έσφιξε τα χέρια της γύρω από τα δικά του και βολεύτηκε καλύτερα μέσα στην αγκαλιά του.

«Σκεφτόμουν όσα περάσαμε μαζί» του εκμυστηρευτικέ και αυτό φάνηκε να τον ξαφνιάζει.

«Και;» την παρότρυνε να συνεχίσει.

«Και… τίποτα απλά ξέχνα το» του απάντησε και έκλεισε τα μάτια της.

«Μάριαν…» απαίτησε την προσοχή της και καθώς εκείνη ξεφύσησε δυσανασχετώντας εκείνος άνοιξε το λαμπατέρ που ήταν πάνω στο κομοδίνο της. Βάζοντας το χέρι του κάτω από το σαγόνι της, της επέβαλε να γυρίσει να τον κοιτάξει.

«Θα μου πεις επιτέλους τι συμβαίνει; Εδώ και μια βδομάδα μου έχεις βγάλει την ψυχή με αυτά τα τίποτα» της είπε λίγο πιο αυστηρά από όσο ήθελε. Η Μάριαν μετανιωμένη για όσα του είχε κάνει απέφυγε την ματιά του.

«Απλά δεν ξέρω τι να κάνω… όλα είναι τόσο μπερδεμένα μέσα στο κεφάλι μου» παραδέχτηκε την αλήθεια.

«Τι εννοείς τι να κάνεις;» επέμενε εκείνος.

«Αχ Μπας να χαρείς μην το κάνεις αυτό… άλλωστε δεν υπάρχει περίπτωση να καταλάβεις» αντέδρασε κουρασμένα.

«Αν δεν μου εξηγήσεις σίγουρα δεν θα καταλάβω…» ξεκίνησε αλλά η Μάριαν δεν τον άφησε να συνεχίσει.

«Κοιμήσου Μπας, σε πέντε ώρες θα πρέπει να ξυπνήσουμε» διαμαρτυρήθηκε και καθώς βολεύτηκε ξανά μέσα στην αγκαλιά του, έκλεισε το φως και προσπάθησε να ηρεμίσει αλλά ήξερε ήδη ότι ήταν μια μάταιη προσπάθεια.

«Είναι πάλι για εκείνον τον Φράνσις;» το συνέχισε εκείνος με μια δόση κακίας στην φωνή του.

«Μπας…» τον έκοψε εκνευρισμένα.

«Πήρες κάποιο μήνυμα του που σε τάραξε; Γι’ αυτό ξεσπάς σε μένα λες και σου έχω κάνει… δεν ξέρω και εγώ τι;» την κατηγόρησε.

«Συγνώμη, δεν το άξιζες και ξέρεις ότι δεν τα εννοούσα έτσι δεν είναι;» τον ρώτησε ενώ γυρίζοντας προς την μεριά του τον κοίταξε με πόνο στα μάτια προσπαθώντας πολύ σκληρά να δει την έκφραση του στο λιγοστό φως που έμπαινε από το παράθυρο.

«Ναι το ξέρω αλλά αυτό δεν αλλάζει τίποτα. Μπορώ να αντέξω να με σακατεύεις με τα λόγια σου για να ξεσπάσεις ότι σε πνίγει αλλά δεν μπορώ να σε βλέπω να υποφέρεις και να μην ξέρω το γιατί».

«Ξέρεις πόσο άσχημο ακούγετε αυτό;» τον ρώτησε ενώ ένιωσε τόσες τύψεις που ήθελε να ανοίξει η γη να την καταπιεί.

«Όσο άσχημα πραγματικά είναι πίστεψε με, αλλά σε ξέρω καλά Μάριαν, ξέρω ότι δεν τα εννοείς, ξέρω ότι είναι η άμυνα σου όμως αυτό που δεν κατάλαβα ποτέ είναι γιατί επιλέγεις αυτό αντί να με εμπιστευτείς και να μου μιλήσεις. Να μου πεις ξεκάθαρα τι σου συμβαίνει» της είπε τόσο απαλά που η Μάριαν ένιωσε ότι ήταν το χειρότερο άτομο που είχε υπάρξει ποτέ στα χρονικά.

Ήταν άλλο να πληγώνει τον ίδιος της τον εαυτό και τελείως άλλο να πληγώνει τον καλύτερο της φίλο. Όχι αυτό δεν μπορούσε να το αντέξει.   

«Γιατί δεν θα με πιστέψεις Μπας, γιατί αν σου πω ποια πραγματικά είμαι, τι πραγματικά μου συμβαίνει θα θες να με κλείσεις στο τρελάδικο» του είπε αυτό που πραγματικά πίστευε.

«Γιατί δεν με δοκιμάζεις, το ξέρεις ότι μπορείς να μου πεις τα πάντα» την πίεσε περισσότερο.

«Γιατί… γιατί… γιατί» ξέσπασε και καθώς ανασηκώθηκε έβαλε τους αγκώνες της να ακουμπήσουν πάνω στα γόνατα της που τα είχε φέρει πιο κοντά στο σώμα της και έκλεισε το πρόσωπο της μέσα στα δύο της χέρια.

«Θυμάσαι εκείνη την εργασία που είχες κάνει; Εκείνη που έγινε η αιτία ναααα…» του είπε τελικά κρατώντας το κεφάλι της κρυμμένο μέσα στα χέρια της.

«Πως θα μπορούσα ποτέ να ξεχάσω» της είπε εκείνος και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα συνέχισε.

«Θυμάσαι για ποιον ήταν;»

«Φυσικά και θυμάμαι Μάριαν...» σήκωσε την φωνή του μια οκτάβα πιο πάνω αγανακτισμένος. «Ήταν για τον βασιλιά Φράνσις…» συνέχισε και πριν προλάβει να πει ολόκληρο το όνομα του η Μάριαν συμπλήρωσε.

«Τον δικό μου Φράνσις» μόλις ο Μπας άκουσε τα λόγια της έμεινε στην σιωπή και η Μάριαν κατεβάζοντας τα χέρια της γύρισε το κεφάλι της για να τον κοιτάξει.

«Οκ τώρα μου κάνεις πλάκα έτσι δεν είναι;» την ρώτησε διστακτικά ενώ άνοιγε το πορτατίφ του για να την κοιτάξει καλύτερα ώστε να διαπιστώσει με τα μάτια του αν τον δουλεύει ή όχι.

Η Μάριαν ξεφυσώντας αποκαρδιωμένη άπλωσε το χέρι της, πάτησε τον διακόπτη για να ανοίξει το κεντρικό φως και σηκώθηκε όρθια.

«Θυμάσαι πως λέγανε την πρώτη του αρραβωνιαστικιά;» τον ρώτησε ενώ άνοιγε την ντουλάπα της και ξεκρέμαγε τα μοναδικά αναμνηστικά που είχε από εκείνη την εποχή, την κάπα και την νυχτικιά που είχε κρατήσει όλα αυτά τα χρόνια σαν φυλαχτό.

«Μάριαν…» είπε λίγο παγωμένα.

«Το πέμπτο παιδί του βασιλιά της Σκοτίας» συμπλήρωσε η Μάριαν χωρίς να τον κοιτά ενώ άνοιγε το φερμουάρ του προστατευτικού. «Μήπως θυμάσαι και αυτό;» συνέχισε και καθώς έβγαλε τα ρούχα έξω από το προστατευτικό, έκατσε ξανά στο κρεβάτι και σηκώνοντας την κουκούλα της κάπας της του αποκάλυψε το χρυσοκέντητο έμβλημα που είχε ραμμένο επάνω.

«Το έμβλημα του βασιλιά Φράνσις» αναφώνησε ο Μπας σοκαρισμένος ενώ άπλωσε το χέρι του για να το αγγίξει χωρίς να πιστεύει στα μάτια του.

«Για μένα τότε ήταν ο πρίγκιπας μου και εγώ ήμουν η πριγκίπισσα του… η πριγκίπισσα Μάριαν» του επιβεβαίωσε και κατεβάζοντας την κουκούλα γύρισε έτσι την κάπα ώστε να μπορέσει ο Μπας να δει τις χρυσοκέντητες δύο λέξεις που είχε πάνω στην ένωση της κάπας με της κουκούλας από την εσωτερική μεριά της κάπας της. 

«Απίστευτο…» είπε έχοντας τα τελείως χαμένα ο Μπας.

«Τώρα καταλαβαίνεις γιατί δεν μπορούσα να σου πω τίποτα όλα αυτά τα χρόνια; Γιατί δεν μπορούσα να επικοινωνήσω μαζί του ή εκείνος με μένα; Γιατί…» δεν μπορούσε να συνεχίσει.

Κοιτώντας προς τα πάνω έσμιξε τα χείλια της και άρχισε να κουνά το κεφάλι της τόσο απελπισμένη.

«Όλα αυτά τα χρόνια περίμενα, έλπιζα, ευχόμουν να υπήρχε ένας τρόπος να γυρίσω πίσω αλλά τώρα… τώρα δεν ξέρω τίποτα».

«Τι εννοείς ότι δεν ξέρεις τίποτα;» την ρώτησε μπερδεμένος και κατεβάζοντας το κεφάλι συνάντησε την αποσβολωμένη του ματιά.

«Ποιος ο λόγος να γίνουν όλα αυτά Μπας αν είναι να μην είμαστε ποτέ ξανά μαζί; Γιατί έπρεπε να έρθω εδώ για να ζήσω ότι έζησα; Ή μήπως έπρεπε να έρθω εδώ και να ζήσω όσα έπρεπε να ζήσω ώστε να καταφέρω να κάνω μια καινούργια αρχή και εγώ απλά τα κατέστρεψα όλα;… Που να πάρει ο διάολος, δεν καταλαβαίνω τίποτα πια» ξέσπασε και κλείνοντας το κεφάλι της μέσα στο χέρι της προσπάθησε ξανά να βρει λίγο από την χαμένη της λογική.

«Συγνώμη αλλά πραγματικά δεν καταλαβαίνω τίποτα» είπε απολογητικά και η Μάριαν κουνώντας το κεφάλι της αρνητικά, σηκώθηκε επάνω και αφού τακτοποίησε τα ρούχα της ξανά μέσα στην θήκη τους τα έβαλε στην θέση τους.

«Δεν έχει σημασία, έτσι κι αλλιώς δεν περίμενα να με πιστέψεις» μουρμούρισε καθώς έκλεινε την ντουλάπα και έμεινε μπροστά της τελείως αναποφάσιστη για το τι ήθελε να κάνει τώρα.

«Μάριαν…» της είπε παρακλητικά ο Μπας και γυρίζοντας προς την μεριά του χαμογέλασε θλιμμένα κουνώντας το κεφάλι της ξανά αρνητικά.

«Δεν χρειάζεται να πεις κάτι. Αν θες να φύγεις ή να μην με δεις ξανά…»

«Τι μαλακίες είναι αυτές που λες τώρα; Έλα εδώ» απαίτησε και της έτεινε το χέρι του για να την παροτρύνει να πάει κοντά του.

Μόλις η Μάριαν το δέχτηκε εκείνος καθώς βόλεψε την πλάτη του στο κεφαλάρι του κρεβατιού, την τράβηξε κοντά του και βάζοντας την να καθίσει στο πλάι πάνω στα πόδια του την προέτρεψε να ακουμπήσει το κεφάλι της πάνω στον ώμο του.

«Τώρα πάρ’ το από την αρχή και εξήγησε μου τι ακριβώς έγινε» απαίτησε με τόνο που δεν δεχόταν αντίρρηση.

«Αχ Μπας… είναι τόσο μεγάλη ιστορία» προσπάθησε να το αποφύγει αλλά εκείνος δεν την άφησε.

«Γιατί το έσκασες; Πως ήρθες εδώ;» επέμενε περισσότερο.

«Η μάνα του μας έπιασε στα πράσα και προσπάθησε να με ξαποστείλει μια ώρα αρχύτερα» είπε τελικά και ο Μπας καθώς πιάστηκε από αυτό προσπάθησε να μάθει περισσότερα.

«Όταν λες στα πράσα εννοείς ότι εσύ και ο Φράνσις…» είπε με υπονοούμενο και η Μάριαν σηκώνοντας το κεφάλι τον κοίταξε στα μάτια με το ύφος ‘Με δουλεύεις;’

«Όχι εγώ με τον Φράνσις δεν κάναμε αυτό που υπονοείς» του είπε λίγο απότομα. «Ο κακομοίρης ίσα που πρόλαβε να μου δώσει ένα φιλί και να μου πιάσει λίγο το στήθος πριν εγώ η ηλίθια να τον σταματήσω για τον πιο γελοίο λόγο» συμπλήρωσε και την κοίταξε παραξενευμένος.

«Γιατί τον σταμάτησες αφού δεν ήθελες να τον σταματήσεις;» ρώτησε εύλογα και η Μάριαν τον κοίταξε μέσα στα μάτια.

«Μην γελάσεις εντάξει;» τον προειδοποίησε και ο Μπας την κοίταξε με μεγαλύτερη περιέργεια.

«Όταν μου έπιασε το στήθος… ε να, νόμιζα ότι ήθελα νααα…  ας πούμε να χρησιμοποιήσω την τουαλέτα» εξήγησε και ο Μπας σφραγίζοντας τα χείλια του προσπάθησε πολύ σκληρά να μην γελάσει όχι όμως με μεγάλη επιτυχία.

«Μην γελάς δεν είναι αστείο…» παραπονέθηκε η Μάριαν. «Ήταν εκείνη η περίεργη υγρασία αλλά που να ήξερα η βλαμμένη τότε».

«Να ήξερες τι;» ρώτησε με την περιέργεια του να γίνεται μεγαλύτερη.

«Την στιγμή που γινόταν εκείνη η φάση…» εξήγησε. «Εμένα μου ήρθε για πρώτη φορά η περίοδος μου. Ε μετά που μπήκε η μάνα του μέσα και είδε το αίμα φαντάζεσαι τι συμπεράσματα έβγαλε».

«Και δεν της εξηγήσατε;» την ρώτησε.

«Τι να εξηγήσουμε βρε Μπας; Εδώ δεν ήξερα εγώ γιατί αιμορραγούσα θα ήξερα και πώς να το δικαιολογήσω;» ρώτησε πίσω απελπισμένα.

«Δηλαδή δεν κατάλαβες ότι είχες περίοδο;» την ρώτησε με δυσπιστία.

«Εκείνη την εποχή η περίοδος και το σεξ ήταν δύο πράγματα που τα μάθαινες αφού πρώτα σου συνέβαιναν. Το πρώτο αφού ερχόταν το πρώτο αίμα και το δεύτερο ‘υποτίθεται’ την ημέρα του γάμου σου και φυσικά όπως καταλαβαίνεις στην πράξη. Αν ήσουν λίγο πιο πονηρή και καπάτσα μπορεί να το μάθαινες και από άλλες πηγές αλλά εγώ βλέπεις δεν ήμουν τίποτα από τα δύο. Προτιμούσα να ανεβαίνω στα δέντρα και να απολαμβάνω την ησυχία μου με ένα βιβλίο στο χέρι, παρά να γυρίζω στα μέρη που πήγαιναν τα άλλα παιδιά και έπιαναν τα παράνομα ζευγαράκια. Και μην νομίζεις ότι ήταν λίγα εκείνη την εποχή» του απάντησε εκείνη και ο Μπας κατάπιε την γλώσσα του.

«Οκ δεν σε ενδιέφερε να μάθεις για το σεξ αλλά όταν ο πρίγκιπας σου άρχισε να σου κάνει μαθήματα δεν τρόμαξες; Στην τελική ήσουν μόνο δέκα χρονών».

«Εντάξει δεν ήμουν και το τέρας της ψυχραιμίας αλλά όχι ήμουν εντάξει. Όσο με φίλαγε τουλάχιστον, αν το συνέχιζε δεν ξέρω να σου πω πως θα αντιδρούσα αλλά εκείνη την στιγμή δεν είχα τον χρόνο να το σκεφτώ βλέπεις εγώ επειγόμουνα για κάτι άλλο» του απάντησε εκείνη και ο Μπας παλεύοντας να μην γελάσει δυνατά άρχισε να κουνάει το κεφάλι του θετικά.

«Για την τουαλέτα» είπε χωρίς να μπορεί να το κρατήσει άλλο και όταν η Μάριαν του έδωσε μια αγκωνιά στα πλευρά άρχισε να γελάει δυνατά χωρίς να μπορεί να κρατηθεί άλλο.

«Α να χαθείς βλαμμένο. Εγώ σου λέω τον πόνο μου και εσύ με κοροϊδεύεις;» του ρώτησε πικραμένη και κλείνοντας το στόμα του προσπάθησε να σταματήσει να γελά αλλά δεν τα κατάφερε.

«Εντάξει, εντάξει έχεις δίκιο αλλά πρέπει να παραδεχτείς ότι ήταν πολύ αστείο» της είπε απολογητικά.

«Εντάξει ήταν» το παραδέχτηκε και η ίδια.

«Και μετά;» ρώτησε με μεγαλύτερη περιέργεια πια.

«Μετά μου έδωσαν να φορέσω την κάπα που είδες πάνω από την νυχτικιά μου και με έβαλαν σε μια άμαξα για να με στείλουν σε ένα μοναστήρι… Ε εγώ με την ιδέα και μόνο ότι θα με πηγαίνανε εκεί δεν κατάφερα να κρατηθώ και το έσκασα. Δηλαδή πήδηξα από την άμαξα μέσα στο κρύο και άρχισα να τρέχω χωρίς προορισμό. Τα υπόλοιπα είναι πραγματικά σενάριο επιστημονικής φαντασίας…» καθώς την κοίταξε έντονα και επίμονα εκείνη συνέχισε.

«Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα…» μουρμούρισε σχεδόν από μέσα της και καθώς την κοίταξε με περιέργεια πήρε μια ανάσα και άρχισε να του εξηγεί και τα υπόλοιπα. «Λοιπόν κοίτα… ένα χρόνο πριν συμβούν όλα αυτά, μέσα στα δώρα για τα ένατα γενέθλια μου υπήρχε και ένα βιβλίο αλλά δεν ήταν ένα συνηθισμένο βιβλίο…» είπε και έκανε μια παύση για να δει τις αντιδράσεις του.

«Και τι ήταν;» ρώτησε ανυπόμονα.

«Το βιβλίο μίλαγε για μια πριγκίπισσα που το βράδυ που η πεθερά της θα την έδιωχνε από το κάστρο για να την χωρίσει από τον πρίγκιπα της εκείνη θα το έσκαγε και θα έβρισκε ένα μαγεμένο δέντρο όπου θα της πρόσφερε ένα μήλο. Το μήλο των τριών ευχών συγκεκριμένα. Εκείνη για να γλυτώσει θα το δάγκωνε και θα πήγαινε σε μια χώρα χωρίς βασιλιάδες και υπηρέτες. Σε μια χώρα που ο κάθε ένας θα μπορούσε να έχει δικαίωμα στην γνώση και όλοι θα ήταν ίσιοι. Σε μια χώρα όπου κάθε όνειρο γίνεται πραγματικότητα… Όταν λοιπόν κάνει την ευχή αυτή η πριγκίπισσα μεταφέρετε στη ‘Μινεάπολις’ της ‘Αμερικής’ το 2004. Εκεί γνωρίζει τους θετού της γονείς και την πρώτη μέρα που θα πάρει το σχολικό για να πάει στο σχολείο θα γνωρίζει το αγόρι με τα μαύρα μαλλιά και τα καταγάλανα μάτια. Το αγόρι που θα της πει την ατάκα: ‘Γεια, είμαι ο Μπας… Μπας από Σεμπάστιαν όχι από Μπάσταρδος. Εσύ είσαι η καινούργια;’…»

«Μισό, μισό, μισό…» είπε διακόπτοντας την ενώ έκλεινε τα μάτια για να μπορέσει να ξεκαθαρίσει τις σκέψεις του. «Εννοείς ότι αυτό το βιβλίο…» δεν μπορούσε ούτε να το εκφράσει δυνατά.

«Έγραφε την ιστορία μου Μπας με κάθε λεπτομέρεια από όσα θα ζούσα αυτά τα δέκα χρόνια» του επιβεβαίωσε και ο Μπας άνοιξε τα μάτια του απότομα.

«Δέκα χρόνια… το ίδιο που είχες πει και εκείνη την ημέρα που γνωριστήκαμε» συμπέρανε και η Μάριαν κατένευσε.

«Τελειώνουν αύριο Μπας» του είπε κοιτώντας τον με πόνο στα μάτια. «Η ιστορία αυτή τελειώνει αύριο» επανέλαβε και ο Μπας κατάπιε με δυσκολία.

«Γι’ αυτό ήσουν τόσο σκατά όλες αυτές τις μέρες, επειδή…»

«Επειδή το βιβλίο τελειώνει την ιστορία χωρίς να διευκρινίζει τι απέγινε η πριγκίπισσα. Μέσα στο βιβλίο περιγράφει εμένα να βγάζω φωτογραφίες την λίμνη στο πρώτο φως της ημέρας και μετά να τις κοιτώ και να σκέφτομαι όλα όσα είχα περάσει αλλά μετά από αυτό τίποτα…» καθώς ο Μπας συνέχισε να την κοιτά χωρίς να ξέρει τι να πει εκείνη του έπιασε το χέρι και τον κοίταξε παρακλητικά στα μάτια.

«Ξέρω ότι είναι τρελό όλο αυτό αλλά πίστεψε με σου λέω την αλήθεια» εκείνος κλείνοντας τα μάτια κούνησε το κεφάλι του σαν να προσπαθούσε να ξεκαθαρίσει τις σκέψεις του και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα τα άνοιξε ξανά και την κοίταξε σοβαρός.

«Είπες ότι στο βιβλίο λέει ότι η γνωριμία μας ξεκίνησε μέσα στο σχολικό αλλά αν θυμάσαι καλά δεν έγινε έτσι» της είπε και η Μάριαν κούνησε το κεφάλι την θετικά.

«Δεν έγινε έτσι γιατί εγώ το άλλαξα όπως άλλαξα και όλα τα άλλα… Αντί να πάρω το σχολικό ζήτησα να με πάει στο σχολείο ο πατέρας μου. Αντί να κάτσω στο άδειο θρανίο που ήταν μπροστά από σένα έκατσα στο τελευταίο για να μην βρεις την ευκαιρία να μου μιλήσεις. Και την στιγμή που η δασκάλα μας με ανάγκασε να σου μιλήσω, αντί τελικά να δεχτώ ότι είχα χάσει πείσμωσα τόσο πολύ που…»

«Μας έκανες εμένα και τον Κόουλ να νομίζουμε ότι είχες χάσεις τα λογικά σου» συμπλήρωσε για εκείνη μπαίνοντας τελικά στον νόημα. «Μα γιατί; Γιατί όλα αυτά;»

«Γιατί δεν μπορούσα να ακολουθήσω ότι έγραφε το βιβλίο Μπας. Αν το έκανα τότε τώρα θα ήσουν και φίλος και αδελφός αλλά και ο άνθρωπος που θα με έκανες να ξεχάσω τον πρίγκιπα μου. Αν το έκανα τώρα εσύ θα ήσουν ο πρίγκιπας μου και δεν μπορούσα να αφήσω να γίνει αυτό… δεν το μπορούσα» του είπε απολογητικά και ο Μπας παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την τράβηξε ξανά κοντά του και μόλις την βόλεψε στην αγκαλιά του άρχισε να της χαϊδεύει τα μαλλιά παρηγορητικά.

«Και τι άλλαξε; Γιατί με άφησες να μπω τελικά στην ζωή σου;» την ρώτησε και η Μάριαν μαγκώθηκε.

«Οκ αυτό και αν είναι τρελό…» παραδέχτηκε και μόλις ο Μπας την ανάγκασε να τον κοιτάξει εκείνη συνέχισε ηττημένα. «Όπως θα λέγανε σήμερα, έχω το κληρονομικό χάρισμα…» καθώς ανασήκωσε τα φρύδια του κοιτώντας την με απορία έκλεισε τα μάτια της και εξήγησε κάτω από την ανάσα της. «Μπορώ να δω το μέλλον ή τουλάχιστον κάποια κομμάτια του».

«Οκ το παραδέχομαι…» είπε ηττημένος και καθώς άνοιξε τα μάτια της για να τον κοιτάξει συνέχισε. «Πράγματι είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας».

«Είναι όμως η αλήθεια Μπας και μπορώ να σου το αποδείξω…»

«Δεν χρειάζομαι αποδείξεις» προσπάθησε να την προλάβει αλλά η Μάριαν δεν τον άκουσε.

«Θυμάσαι τον πυροβολισμό που ακούσαμε στο πάρκο εκείνη την άνοιξη στα γενέθλια του πατέρα μου;» τον ρώτησε και Μπας κατένευσε σκεπτικός. «Εκείνη η σφαίρα προοριζόταν για σένα Μπας. Το είχα δει σε όραμα την ημέρα που με έπιασες από τον καρπό όταν γλίστρησα. Ήξερα ότι έπρεπε να μείνω μακριά σου αλλά δεν μπορούσα να ξέρω τι θα συμβεί και να μην προσπαθήσω να το σταματήσω» είπε απολογητικά.

«Δηλαδή αν δεν ήταν εκείνο το όραμα…» διαπίστωσε.

«Δεν θα ήσουν τώρα εδώ» του επιβεβαίωσε τις υποψίες του ενώ χαμήλωσε το κεφάλι για να αποφύγει την ματιά του.

«Αλλά τώρα είμαι και αύριο…;»

«Δεν ξέρω τι πρόκειται να συμβεί Μπας. Στην αρχή πίστευα ότι θα βρω εκείνο το πρώτο μήλο και θα μπορέσω να χρησιμοποιήσω τις άλλες δύο μου ευχές ώστε να γυρίσω πίσω… Όταν οι θετοί μου γονείς μου είπαν ότι δεν βρήκαν κανένα μήλο μετά πίστευα ότι μόλις ζήσω και τον επίλογο του βιβλίου, από το ξαφνικά θα εμφανιστεί πάλι εκείνος ο μπάσταρδος και θα μου δώσει ένα καινούργιο μήλο αλλά τώρα…»

«Ποιος μπάσταρδος;» ρώτησε εύλογα και η Μάριαν στριφογυρίζοντας τα μάτια της ξεφύσησε απηυδισμένα.

«Αυτό και αν είναι τρελή ιστορία…» καθώς ο Μπας την κοίταξε επίμονα εκείνη εξήγησε. «Διαβάζοντας το βιβλίο πίστευα ότι θα έπρεπε να βρω ένα μαγεμένο δέντρο, αλλά προς μεγάλη μου έκπληξη η φωνή που άκουσα δεν ήταν του δέντρου αλλά η φωνή του πνεύματος ή του φαντάσματος - όπως θες πες το - του κάστρου».

«Το κάστρο είχε ΚΑΙ φαντάσματα;» αναφώνησε δύσπιστα.

«Είχε μόνο ένα αλλά έκανε για πολλά πίστεψε με» του επιβεβαίωσε.

«Χριστέ μου βρε Μάριαν πως δεν πέθανες από πλήξη μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια, μετά από όλα όσα είχες ζήσει στο δικό σου κόσμο;» την ρώτησε πειράχτηκα και η Μάριαν άρχισε να γελάει μαζί του.

«Έλα μου ντε…» αναρωτήθηκε και η ίδια.

«Τώρα αλήθεια, είχε το κάστρο φάντασμα;» την ρώτησε πιο σοβαρός και εκείνη κατένευσε. «Και γιατί τον λες μπάσταρδο;» ρώτησε με απορία.

«Γιατί αντί να μου πει το όνομα του μου είπε: ‘Φώναζε με μπάσταρδε έτσι κι αλλιώς ότι και όνομα να σου πω εσύ πάλι μπάσταρδο θα καταλήξεις να με φωνάζεις’» είπε ενώ μιμούτανε την φωνή του.

«Μην μου πεις… είχε και το φάντασμα το κληρονομικό χάρισμα;» ειρωνεύτηκε.

«Να σου πω την αλήθεια δεν έχω ιδέα τι είχε και τι δεν είχε. Μια φορά κάθε φορά που εμφανιζόταν εγώ έβρισκα τον μπελά μου γι’ αυτό ακόμα και αν ήξερα το όνομα του σίγουρα θα τον φώναζα μπάσταρδο».

«Γι’ αυτό με φωνάζει και εμένα μπάσταρδο; Γιατί μόλις εμφανίζομαι βρίσκεις τον μπελά σου;» την ρώτησε και καλά θιγμένος.

«Εσύ είπαμε είσαι ο γελοίος μπάσταρδος και ναι, όταν εμφανίζεσαι, μόνιμος, βρίσκω τον μπελά μου» του είπε κοροϊδευτικά ενώ του έβγαλε την γλώσσα.

«Καλάααααα» είπε με πείσμα και η Μάριαν αφού χαμογέλασε έμεινε για λίγο στην σιωπή χωρίς να ξέρει τι άλλο να πει.

«Και τώρα τι θα κάνεις;» την ρώτησε μαλακά ο Μπας και εκείνη ανασήκωσε τους ώμους της.

«Τι θα μπορούσα να κάνω τώρα;» τον ρώτησε πίσω και τον κοίταξε στα μάτια. «Εγώ έχω αποκλειστεί εδώ και δεν έχω ιδέα αν θα καταφέρω να γυρίσω ποτέ πίσω, από την άλλη και να γυρίσω ο Φράνσις έχεις φτιάξει ήδη την ζωή του οπότε…»

«Όπα δεν νομίζεις ότι προτρέχεις λίγο;» την ρώτησε σοβαρός και τον κοίταξε δύσπιστα.

«Προτρέχω; Ξέχασες όλα εκείνα που βρήκες τι λέγανε;»

«Όχι δεν ξέχασα τίποτα. Ένα μήνα έβγαζα τα μάτια μου να διαβάζω δεν ξέρω και εγώ πόσα βιβλία και επιστολές για να καταφέρω να γράψω την βιογραφία του και ακριβώς επειδή διάβασα πάρα πολλά πριν καταφέρω να γράψω όσα σου διάβασα γι’ αυτό και επιμένω ότι μάλλον προτρέχεις» επανέλαβε κατηγορηματικά.

«Πίστεψε με δεν προτρέχω καθόλου. Εντάξει δεν περίμενα ότι μετά από τόσο χρόνια θα γύριζα και θα έβρισκα τον ίδιο Φράνσις, αλλά αν εκείνος, γνωρίζοντας ήδη τι σόι σκύλα και οχιά είναι η Κένα, διάλεξε εκείνη για να γίνει γυναίκα του βάλε με τον νου σου ο ίδιος πόσο θα έχει αλλάξει μέσα του» είπε πιστεύοντας το ακράδαντα.

«Μήπως παραλογίζεσαι λίγο;» ρώτησε διστακτικά και η Μάριαν καρφώνοντας την ματιά της μέσα στην δική του τον κοίταξε χωρίς να μπορεί να πιστέψει τα λόγια του.

«Παραλογίζομαι; Εγώ παραλογίζομαι; Εξαιτίας αυτής της σκύλας, αυτή της οχιάς, αν δεν ήταν ο μπάσταρδος να με προστατέψει εγώ τώρα θα ήμουν βιασμένη, ατιμασμένη και χωρίς κεφάλι και ενώ ο Φράνσις το ήξερε παρόλο αυτά διάλεξε εκείνη για γυναίκα του και λες ότι εγώ παραλογίζομαι;» ξέσπασε και ο Μπας σήκωσε τα χέρια του αμυντικά ψηλά για να την προλάβει.

«Μπορεί να έχεις και δίκιο αλλά μπορεί και να μην έγιναν έτσι τα πράγματα» προσπάθησε να την λογικεύσει αλλά η Μάριαν είχε ήδη βγει από τα ρούχα της ώστε μείνει ψύχραιμη για να τον ακούσει.

«Δεν τον πιστεύω ότι τον υπερασπίζεσαι και από πάνω» εξέφρασε απελπισμένα.

«Μάριαν μπορώ να καταλάβω πόσο σε έχει πικράνει αυτή η ιστορία…»

«Καταλαβαίνεις;…» αναφώνησε δύσπιστα.

«Εντάξει μπορεί να τα έκανε σκατά στην προσωπική του ζωή και να μην άφησε ούτε θηλυκιά γάτα που να μην την πηδήξει αλλά αυτό δεν σημαίνει και τίποτα Μάριαν…» ύψωσε λίγο την φωνή του για να τον ακούσει. «Σαν βασιλιάς δεν μπορείς να μην παραδεχτείς ότι ήταν πολύ προχωρημένος για την εποχή του» συνέχισε περισσότερη πειθώ. «Ποιος άλλος είδες να είναι τόσο κοντά στον λαό του και να βάζει τις ανάγκες τους πάνω από τις ανάγκες του ίδιου του βασιλείου; Όλα αυτά δεν μετράνε καθόλου; Δεν σου λένε τίποτα;»

«Θες να καταλήξεις κάπου;» ρώτησε εκνευρισμένα και ο Μπας ξεφύσησε απηυδισμένα.

«Θέλω να πω ότι δεν μπορείς να τον κρίνεις χωρίς να ξέρεις τι πραγματικά έγινε Μάριαν» της είπε πιο μαλακά και η Μάριαν αναστέναξε μπερδεμένη.

«Τι σημασία έχει άλλωστε τώρα πια, αφού έτσι κι αλλιώς όλα έχουν τελειώσει» είπε καταβεβλημένη. «Λογικά τώρα θα είναι ήδη παντρεμένος και θα περιμένει και τον πρώτο απόγονο του» χλεύασε με αηδία.  

«Λογικά;» επανέλαβε ο Μπας. «Δεν είσαι σίγουρη;» συνέχισε.

«Βάση την ημερομηνία που μου είπες παντρεύτηκε φέτος» εξήγησε.

«Ή θα παντρευτεί» διόρθωσε. «Άλλωστε δεν ξέρουμε ποιον μήνα έγινε ο γάμος».

«Έστω…» παραδέχτηκε νευριασμένα. «Ποια η διαφορά».

«Γιατί δεν έψαξες τα προηγούμενα χρόνια να μάθεις για την ζωή του;» την ρώτησε με πραγματική περιέργεια και η Μάριαν γέλασε με πικρία.

«Γιατί ήμουν τόσο ρομαντική και ηλίθια που πίστευα ότι θα έμενε μόνος να με περιμένει μέχρι τα βαθιά του γεράματα ή ότι όταν θα άνοιγα ένα βιβλίο και θα διάβαζα για την δική του ιστορία στο όνομα της γυναίκας του θα διάβαζα το δικό μου… δεν μπορούσα να συμβιβαστώ με τίποτα λιγότερο» παραδέχτηκε.

«Και γιατί με έβαλες τότε να ψάξω;» συνέχισε τις απορίες του.

«Γιατί δεν μπορούσα και να μην ξέρω…» μουρμούρισε με πόνο.

«Να μην ξέρεις τι;» την παρότρυνε να συνεχίσει.

«Ήθελα να ξέρω αν είχε αλλάξει. Πέρασαν δέκα χρόνια Μπας, δεν είχα ιδέα τι θα έβρισκα και φοβόμουνα…»

«Φοβόσουνα ότι θα έβρισκες κανένα τέρας και δεν θα είχες την ευκαιρία να το σκάσεις δεύτερη φορά;» την ρώτησε λίγο πειραχτικά.

«Δεν έχεις ιδέα πως είναι η μητέρα του Μπας… Αν κατάφερε ολόκληρο βασιλιά να τον κάνει να είναι ασήμαντος φαντάζεσαι πόσο θα μπορούσε να επηρεάσει και να αλλάξει τον ίδιο της τον γιο;»

«Δεν ξέρω τι να σου πω σε αυτό…» της απάντησε ενώ της έτριψε τον ώμο παρηγορητικά. «Όμως το ερώτημα παραμένει το ίδιο…» καθώς σήκωσε το κεφάλι της για να τον κοιτάξει εκείνος της χάιδεψε απαλά το μάγουλο και συμπλήρωσε.


«Τι θα κάνεις αν σου δοθεί η ευκαιρία να γυρίσεις πίσω;»…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA