Ετικέτες

Σάββατο 4 Ιουλίου 2015

The Destiny "10. Η επανάσταση"



Η Μάριαν προσπάθησε πολύ σκληρά να κρατήσει την ψυχραιμία της μπροστά σε όσα έβλεπε αλλά περισσότερο σε όσα άκουγε αλλά και ο Κωνσταντίν δεν της το έκανε εύκολο. Την στιγμή που ο Φράνσις άρχισε να ψάχνει γύρω του μήπως και την βρει η Μάριαν κατάλαβε ότι είχε πλέον συνειδητοποιήσει ότι ζούσε το όραμα της και περίμενε υπομονετικά απλά για να ακούσει την συνέχεια.

«Κένα καταλαβαίνεις ότι ο μόνος τρόπος για να σπάσει το συμβόλαιο που με δένει μαζί της είναι ο θάνατος» της κάρφωσε ο Φράνσις και η Μάριαν γούρλωσε τα μάτια της έκπληκτη. Δεν της το είχε πει κανείς αυτό.

«Ατυχήματα συμβαίνουν όλη την ώρα» σχολίασε η άλλη με ευκολία και ο Φράνσις παρόλο που ήθελε όσο τίποτα να κρατήσει την ψυχραιμία του δεν μπορούσε και να μείνει απαθείς στα λόγια της.

«Σε είχα ικανή για πολλά πράγματα αλλά για φόνο;» είπε δύσπιστα.

«Ω! Μα που πήγε το μυαλό σου;» είπε και καλά θιγμένη. «Φυσικά και δεν εννοούσα…»

«Τότε τι εννοείς Κένα;» την ρώτησε εκνευρισμένος πια.

«Εννοώ ότι δεν χρειάζεται να εμπλακούμε εμείς, υπάρχει και άλλος τρόπος» του είπε με αέρα σαν είχε ήδη έτοιμο για εφαρμογή το σχέδιο της.

«Όπως;» την προέτρεψε να συνεχίσει.

«Ένας εραστής, μια εγκυμοσύνη… κατηγορία για προδοσία και τσουπ πριν προλάβεις να το καταλάβεις το κεφάλι της θα είναι μέσα στο πιάτο σου και το κυριότερο κανείς μας δεν θα έχει καν λερώσει τα χέρια του» πράγματι τα είχε σχεδιάσει όλα.

Το χέρι του Φράνσις πριν προλάβει να το σταματήσει, είχε σηκωθεί και είχε βρει με ευκολία το μάγουλο της με τέτοια δύναμη που το σώμα της Κένα περιστράφηκε γύρω από τον εαυτό της πριν καταλήξει πάνω στις ρίζες του δέντρου που εξείχαν από το χώμα.

«Τόλμα να το κάνεις πράξει και το κεφάλι που θα έχω μέσα στο πιάτο μου θα είναι το δικό σου και μάλιστα με δική μου διαταγή» την απείλησε και η Κένα έμεινε σοκαρισμένη να τον κοιτά.

«Ώστε έχει δίκιο η μητέρα σου, σε πλάνεσε η μάγισσα» εξέφρασε σοκαρισμένα.

«Η μόνη που προσπάθησε να με πλανέσει ήσουν εσύ αλλά δεν πρόκειται να γίνει ποτέ ξανά αυτό. Αρκετά έπαιξα το παιχνίδι σας» της έφτυσε κυριολεκτικά στα μούτρα και έφυγε σχεδόν τρέχοντας.

«Θα μου το πληρώσεις αυτό» ούρλιαξε η Κένα σκουπίζοντας τα σάλια του από το μάγουλο της και η Μάριαν χωρίς να αντέχει άλλο άρχισε να γελάει τραντάζοντας όλο της το κορμί.

«Κωνσταντίννννν» απαίτησε να αποκαλυφθεί και ο εκείνος τραβώντας μαζί του και την Μάριαν που δεν έλεγε να σταματήσει να γελάει βγήκε από τις σκιές για να τον δει.

«Κάν’ την να το βουλώσει επιτέλους» απαίτησε αλλά ο Κωνσταντίν ανασήκωσε τους ώμους του αδιάφορα.

«Δεν μπορώ, έχει πιει το τσάι της βασίλισσας» της είπε και μόλις το άκουσε αυτό η Κένα σηκώθηκε επάνω με μια σβελτάδα. Φτάνοντας μπροστά της άστραψε ένα χαστούκι τόσο δυνατό που έκανε το πρόσωπο της Μάριαν να γυρίσει από την άλλη.

«Σκάσε…» απαίτησε αλλά η Μάριαν αντί να το κάνει άρχισε να γελάει πια με την ψυχή της τόσο δυνατά που τα πόδια της λύγισαν. Καθώς γλίστρησε από το χέρι του Κωνσταντίν έκατσε πάνω στο απίστευτα τεράστιο φουρό της και συνέχισε να γελάει πια τελείως υστερικά κρατώντας την κοιλιά της.

«Θέλω να την κάνεις να υποφέρει» πρόσταξε τον Κωνσταντίν και εκείνος κοίταξε την Μάριαν που αντί να τρομάξει από τα λόγια της Κένα συνέχισε να χτυπιέται σκουπίζοντας τα δάκρυα που είχαν ξεχειλίσει από τα μάτια της από τα υστερικά της γέλια.

«Αχ να χαρείτε όχι άλλο, δεν… δεν μπορώ άλλο» τους παρακάλαγε ενώ πάλευε να σταματήσει το γέλιο της χωρίς επιτυχία.

«Όταν θα μου φέρουν το κεφάλι σου στο πιάτο μου θα σου κοπεί μια και καλή το γέλιο. Αυτό σου το ορκίζομαι» την απείλησε η Κένα και η Μάριαν κόβοντας το γέλιο της ακαριαία την κοίταξε χωρίς πράγματι να το πιστεύει.

«Το μόνο κεφάλι που θα υπάρχει στο πιάτο θα είναι το δικό σου» της γύρισε την απειλή και η Κένα γεμάτη υπεροψία σήκωσε το ανάστημα της.

«Αυτό θα το δούμε» της είπε και χωρίς να περιμένει την ανταπόκριση της γύρισε προς το μέρος του Κωνσταντίν.

«Να μην φύγει από εδώ αν δεν έχεις τελειώσει μαζί της» του έφτυσε τις λέξεις με αηδία και ο Κωνσταντίν υποκλίθηκε.

«Όπως διατάξατε» της απάντησε εκείνος και μόλις η Κένα πήρε αυτό που ήθελε να ακούσει ανασήκωσε την τεράστια φούστα της και με νευριασμένα βήματα άρχισε να φεύγει.

«Μπάσταρδε είσαι ακόμα μαζί μου;» ρώτησε η Μάριαν με ένα δαιμόνιο χαμόγελο στα Γαέλικα και ο Κωνσταντίν την κοίταξε ξαφνιασμένα.

‘Πάντα’… της απάντησε το πνεύμα με ένα σατανικό τόνο στην χροιά της φωνής του.  

«Τότε δείξε μου τι μπορείς να κάνεις» συνέχισε η Μάριαν κοιτώντας την πλάτη της Κένα με τόσο κακία που θα μπορούσε ακόμα και να την σκοτώσει με αυτήν την ματιά αδιαφορώντας τελείως για τον Κωνσταντίν που φαινόταν να τα είχε για λίγο χαμένα.

Πριν προλάβει ο Κωνσταντίν να την ρωτήσει τι έλεγε, άκουσε την στριγκλιά της Κένα και καθώς γύρισε την ματιά του προς το μέρος της και την είδε να πέφτει με τα μούτρα πάνω στις ρίζες του δέντρου που εξείχαν από το έδαφος.

«Λαίδη Κένα είσαστε καλά;» ρώτησε με αγωνία ενώ δεν έφευγε από το μυαλό του ότι αυτή η πτώση της δεν ήταν και τόσο τυχαία.

«Αυτή η μάγισσα…» σύριξε ενώ γύριζε ανάσκελα για να μπορέσει να ανασηκωθεί.

Βλέποντας τα ρούχα της να είναι λασπωμένα, το μέτωπο της μέσα στα αίματα και το πρόσωπο της κατακόκκινο από οργή ο Κωνσταντίν ήθελε όσο τίποτα να γελάσει αλλά προς το παρόν κρατήθηκε. Άλλωστε έπρεπε να θυμάται με ποιους είχε κάνει συμμαχία.

«Μα ήταν όλη την ώρα δίπλα μου» είπε παραξενευμένος κοιτώντας τα χέρια που είχε διπλώσει μπροστά στο στήθος της. «Και δεν κουνήθηκε καθόλου» συμπλήρωσε προβληματισμένος.

«Τότε ποιος με έσπρωξε; Γιατί κάποιος με έσπρωξε» συνέχισε εκείνη εξαγριωμένη ενώ ανασηκώνοντας το κορμί της προσπάθησε να απομακρύνει τις λάσπες από την κάπα της αλλά βλέποντας την λάσπη να απλώνεται περισσότερο τελικά αποφάσισε να την βγάλει τελείως από πάνω της αποκαλύπτοντας το πλούσιο στήθος της.

«Μήπως σου περισσεύει κανένα μαμούνι;» μουρμούρισε η Μάριαν στα Γαέλικα σατανικά κοιτώντας την διαχωριστική γραμμή του στήθους της.

‘Και ξέρω ακριβώς την κατάλληλη φωλιά για εκείνο’… συμπλήρωσε η φωνή σαν να είχε μπει μέσα στο μυαλό της.

«Να πάλι το κάνει» φώναξε η Κένα δείχνοντας την Μάριαν με το χέρι της. «Πάλι μιλάει στην γλώσσα των μαγισσών» την κατηγόρησε και την στιγμή που Μάριαν άρχισε να γελάει με τα λόγια της η Κένα την κοίταξε δολοφονικά αλλά δεν πρόλαβε να αντιδράσει.

Μόλις ένα σκαθάρι που πετάχτηκε πάνω της προσγειώθηκε πάνω στο πλούσιο μπούστο της και έτρεξε να κρυφτεί μέσα στο κενό που έκανε το στήθος της εκείνη άρχισε να ουρλιάζει και να χτυπιέται ανεξέλεγκτα.

«Πάρ’ το από πάνω μου» ούρλιαζε αλλά ο Κωνσταντίν αντί να το κάνει γύρισε και κοίταξε την Μάριαν μπερδεμένος.

«Εσύ το έκανες αυτό;» την ρώτησε σχεδόν συνωμοτικά.

«Τι στέκεσαι εκεί… δεν με ακούςςςς» συνέχισε η Κένα και η Μάριαν κρατώντας τον από το μπράτσο μπήκε μπροστά του.

«Αν δεν θες να γεμίσουν και τα μαλλιά σου με τόσα ζωύφια που θα κάνεις μέρες να τα ξεφορτωθείς…» προειδοποίησε ενώ στην ουσία έλπιζε μέσα της ο μπάσταρδος να πάρει το μήνυμα. «Τότε ανακάλεσε. Απελευθέρωσε τον Κωνσταντίν από την διαταγή σου και ίσως να σε λυπηθώ».

«Θέλω να την δω πλημυρισμένη στο αίμαααα…» ούρλιαξε εκείνη. «Να την ακούσω να ουρλιάζει από τον πόνοοοο» συνέχισε ενώ στριφογύριζε προσπαθώντας να απαλλαγεί από το ενοχλητικό σκαθάρι που σίγουρα δεν θα είχε σταματήσει να κουνιέται κάτω από το ύφασμα που κάλυπτε το λεπτό της δέρμα.

«Ξέρεις… δεν είναι συνετό να απειλής μια μάγισσα» της γύρισε με άνεση η Μάριαν και πριν προλάβει να απαντήσει η Κένα συνέχισε στα Γαέλικα. «Όποτε είσαι έτοιμος».

Δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ, μια βροχή από διάφορα μαμούνια άρχισε να πέφτει πάνω στα μαλλιά της και ο Κωνσταντίν έκανε ένα βήμα προς τα πίσω τελείως σοκαρισμένος πια.

«Θα μου το πληρώσειςςςς» άρχισε να ουρλιάζει ενώ πάλευε να σηκωθεί όρθια ώστε να καταφέρει να φύγει από το σημείο όπου ζουζούνια όλων τον ειδών κάλυπταν όχι μόνο τα μαλλιά της άλλα και το σώμα της πια.

«Όποτε θες… την κάμαρα μου την ξέρεις» την προκάλεσε αλλά η Κένα δεν έμεινε άλλο για να την ακούσει.

Καθώς η Κένα έφυγε ουρλιάζοντας απειλώντας θεούς και δαίμονες, η Μάριαν σταυρώνοντας τα χέρια της μπροστά στο στήθος γύρισε προς τον Κωνσταντίν.

«Λοιπόν τι λες; Πιστεύεις ότι είσαι αρκετά τολμηρός να τα βάλεις με μια μάγισσα;» τον ρώτησε χωρίς ίχνος φόβου και ο Κωνσταντίν κοίταξε μια προς την μεριά που είχε φύγει η Κένα και μια προς την μεριά της.

«Δεν είναι δική της η διαταγή» της εκμυστηρευτικέ.

«Άσε να μαντέψω… μήπως της βασίλισσας;» τον ειρωνεύτηκε.

«Δεν μπορώ να πάω κόντρα στην θέληση της…» απολογήθηκε. «Θέλω να με πιστέψεις δεν έχω επιλογή» την παρακάλεσε με το ύφος του.

«Πάλι καλά που έχω εγώ τότε» του απάντησε η Μάριαν και γνωρίζοντας ήδη τι πήγαινε να κάνει έκλεισε τα μάτια της, άφησε την ανάσα της να βγει από μέσα της βαριά και συμπλήρωσε στα Γαέλικα. «Ξέρω ότι θα προσπαθήσεις να τον σκοτώσεις. Ελπίζω να μην το κάνεις» παρακάλεσε το πνεύμα και μόλις άκουσε την κραυγή έκπληξης του Κωνσταντίν άνοιξε τα μάτια της και τον είδε να έχει πέσει στα γόνατα.

Τα μάτια του είχαν ήδη γουρλώσει, η ανάσα του είχε πια χαθεί και παλεύοντας να ξεσφίξει τα αόρατα χέρια που τον έπνιγαν την κοίταξε ικετευτικά.

«Σε παρακαλώ…» προσπάθησε να πει και η καρδιά της Μάριαν άρχισε να σφίγγετε.

«Μου υπόσχεσαι ότι πήρες το μάθημα σου;» τον ρώτησε γρήγορα.

«Σε πα…» προσπάθησε ξανά ενώ ένευσε θετικά αλλά τα χέρια που τον έπνιγαν, από όσο μπορούσε η Μάριαν να καταλάβει, αντί να τον αφήσουν τον έσφιξαν περισσότερο.

«Άφησε τον… το υποσχέθηκε… δεν θα το ξανακάνει, σε παρακαλώ» ικέτεψε τον μπάσταρδο να τον αφήσει αλλά η φωνή είχε άλλη γνώμη.

‘Αν τον αφήσω τώρα θα το μετανιώσεις’… την προειδοποίησε.

«Αν δεν τον αφήσεις τώρα δεν θα συγχωρέσω ποτέ τον εαυτό μου που επέτρεψα να συμβεί αυτό» του αντιγύρισε και πέφτοντας στα γόνατα προσπάθησε μαζί με τον Κωνσταντίν να πάρει τα χέρια του μπάσταρδου από πάνω του αλλά πως μπορείς να απομακρύνεις ένα χέρι που δεν υπάρχει;  

‘Κάνε στην άκρη’… σύριξε ο μπάσταρδος εξαγριωμένος και καθώς η Μάριαν από την έκπληξη που ένιωσε έπεσε προς τα πίσω το σώμα του Κωνσταντίν, μπρος στα μάτια της, εκτοξεύτηκε πάνω στο δέντρο με τόση δύναμη που τα φύλλα του δέντρου άρχισαν να ραίνουν το κορμί της.

«Τι έκανες;» ούρλιαξε και τελείως τρομοκρατημένη σηκώθηκε όρθια και πήγε κοντά στο ακίνητο σώμα του Κωνσταντίν.

Γυρίζοντας τον ανάσκελα είδε την αριστερή πλευρά του προσώπου του να είναι τελείως γρατζουνισμένη και μέσα στα αίματα.

«Τον σκότωσες» φώναξε και άκουσε τον μπάσταρδο να αφήνει μια βαριεστημένη ανάσα.

‘Πολύ θα το ήθελα αλλά όχι… δυστυχώς είναι ακόμα ζωντανός αλλά αναίσθητος. Τώρα φύγε από εδώ πριν αρχίσουν οι φρουροί της βασίλισσας να σε ψάχνουν’.

«Και που να πάω; Δεν ξέρω καν που είμαι» του είπε απελπισμένα.

‘Θα σε γυρίσω στο δωμάτιο σου μέσα από τα μυστικά περάσματα αλλά θα μου ορκιστείς ότι δεν θα τα χρησιμοποιήσεις για να το σκάσεις’… της ζήτησε να του ορκιστεί και η Μάριαν έχοντας τα τελείως χαμένα ένευσε θετικά κοιτώντας το κενό μιας και που στην ουσία δεν είχε ιδέα που να κοιτάξει.

Μόλις η κρυφή της πόρτα έκλεισε πίσω της η Μάριαν έβαλε το χέρι της πάνω στο στήθος της και κλείνοντας τα μάτια της προσπάθησε να καταλαγιάσει την καρδιά της. Μπορεί να το είχε παίξει γενναία αλλά τώρα που όλα τελείωσαν και καταστάλαξαν μέσα της ένιωθε πραγματικά να τρομοκρατείτε. Αν όλο αυτό το είχε οργανώσει η βασίλισσα τι άλλο μπορούσε να κάνει;

Όταν η ήρθε η μαντάμ ‘Ο μοντιέ’ στο δωμάτιο της για να την ψάξει η Μάριαν σκαρφίστηκε μια ψεύτικη δικαιολογία. Δηλαδή της είπε ότι είχε κλέψει την ευκαιρία και είχε πάει να παίξει με τα μικρότερα παιδία ώστε να δικαιολογήσει τα λερωμένα ρούχα της και ότι μετά είχε γυρίσει εδώ. Για καλή της τύχη η μαντάμ ‘Ο μοντιέ’ ήταν πραγματικά τόσο ευκολόπιστη που πίστευε σχεδόν τα πάντα.

«Τα μάθατε τι συνέβη στην κακομοίρα την Λαίδη Κένα;» την ρώτησε η δασκάλα της καθώς της ξέμπλεκε τα βρεγμένα από το μπάνιο που είχε μόλις κάνει μαλλιά της.

«Όχι» της είπε αδιάφορα η Κένα ενώ στην πραγματικότητα καιγόταν να μάθει.

«Φωνάζει σε όλο το παλάτι ότι υπάρχει μια μάγισσα και ότι της έκανε μάγια. Της έβαλε λέει μέσα στο μπούστο της ένα σκαθάρι και εκείνο την γέμισε πληγές και μετά έριξε από πάνω της μια βροχή από μαμούνια και τα μαλλιά της γέμισαν τόσο πολύ που της έχουν πληγιάσει το κρανίο. Οι υπηρέτριες της δεν έχουν σταματήσει ακόμα να της βγάζουν λένε μαμούνια από τα μαλλιά αλλά όσο και να προσπαθούν εκείνα δεν φεύγουν με τίποτα» της έδωσε πλήρη αναφορά και η Μάριαν συνέχισε να κοιτά το είδωλο της ανέκφραστα σαν να μην την ενδιέφεραν όσα άκουγε.

«Είπε ποιος της το έκανε;» ρώτησε τελείως βαριεστημένα με ένα προσποιητό χασμουρητό.

«Όχι» είπε η μαντάμ ‘Ο μοντίε’ και η Μάριαν ανασήκωσε τους ώμους της αδιάφορα.

«Μάλλον θα μάθουμε τις επόμενες μέρες» μουρμούρισε και μόλις η μαντάμ ‘Ο μοντιέ’ άφησε επιτέλους την βούρτσα πάνω στο έπιπλο του καθρέφτη της, γύρισε προς την μεριά της.

«Τώρα μπορώ να ξαπλώσω;» την ρώτησε γεμάτη ελπίδα και καθώς εκείνη της έδωσε την άδεια η Μάριαν έπεσε βαριά κάτω από τα σκεπάσματα της.

Όταν έμεινε μόνη περίμενε ότι θα ερχόταν ο πρίγκιπας της αλλά εκείνος δεν φάνηκε πουθενά.

Μόλις η μαντάμ ‘Ο μοντιέ’ εμφανίστηκε στο κατώφλι της πόρτα της το απόγευμα, η Μάριαν, την ενημέρωσε ότι είχε έρθει διαταγή από την βασίλισσα ότι απαιτούσε να παρουσιαστεί η Μάριαν στο βραδινό δείπνο. Μάλιστα της τόνισε ότι πρέπει να εμφανιστεί με τα καλύτερα της ρούχα. Η μαντάμ ‘Ο μοντιέ’, που φυσικά δεν μπορούσε να παρακούσει σε καμία διαταγή της βασίλισσας της, την πίστεψε και αμέσως ξεκίνησε όλη την διαδικασία από νωρίς για να την εντυπωσιάσει. Η Μάριαν ένιωθε τύψεις που την συμπεριέλαβε στο σχέδιο της εν αγνοία της αλλά δεν μπορούσε να κάνει τώρα πίσω. Όσο ήταν μόνη της είχε πάρει της αποφάσεις της και ήταν έτοιμη να τα δώσει όλα μέχρι τελικής πτώσεις.

Αν είναι να πάρει το κεφάλι μου τουλάχιστον ας το διασκεδάσω πρώτα… είχε πει με πείσμα μέσα της.

φτάνοντας στον διάδρομο που οδηγούσε στην τραπεζαρία είδε την βασίλισσα να ψιθυρίζει κάτι στον Φράνσις και πάτησε επίτηδες το φουρό της. Κάνοντας πως παραπατούσε άφησε την μαντάμ ‘Ο μοντιέ’ να την περιποιηθεί διακριτικά πριν καταλάβει η βασίλισσα την αγαρμποσύνη της Μάριαν. Την στιγμή που μαντάμ ‘Ο μοντιέ’ έσκυψε για να απελευθερώσει το φουρό από το παπούτσι της Μάριαν, ο Φράνσις σαν να είχε αισθανθεί την παρουσία της γύρισε το κεφάλι του προς τα πίσω. Η Μάριαν βάζοντας το δάχτυλο της μπροστά στο στόμα της του έκανε νόημα να μην την προδώσει κλείνοντας του το μάτι παιχνιδιάρικα.

Ο Φράνσις βήχοντας για να κρύψει το γέλιο του γύρισε το πρόσωπο του μπροστά ώστε να απασχολήσει την μητέρα του πριν αρχίσει να προχωράει μέχρι το τραπέζι τους και από όσο η Μάριαν μπόρεσε να δει τα κατάφερνε μια χαρά.

Την στιγμή που η βασίλισσα άρχισε να προχωράει προς την μεγάλη αίθουσα μόνη της η Μάριαν σήκωσε την τεράστια φούστα της και προχώρησε γρήγορα για να πάει να σταθεί δίπλα στον πρίγκιπα της.

«Δεν ήξερα ότι έχουμε επίτιμο καλεσμένο» σχολίασε κοιτώντας την από πάνω μέχρι κάτω με θαυμασμό.

«Ούτε ο επίτιμος καλεσμένος το ξέρει ακόμα» του γύρισε συνωμοτικά και καθώς την κοίταξε με περιέργεια η Μάριαν του έριξε ένα αθώο βλέμμα. Ο Φράνσις τα παράτησε ηττημένος.

Μόλις η βασίλισσα έκανε μια βαθιά υπόκλιση στον βασιλιά της και άρχισε να πηγαίνει να κάτσει στην συνηθισμένη της θέση δηλαδή δίπλα του, ο Φράνσις βάζοντας το αριστερό του χέρι πίσω από την πλάτη του, άπλωσε το δεξί μπροστά και έκανε νόημα στην Μάριαν για να ξεκινήσουν. Εκείνη, καταπνίγοντας όλα όσα την προειδοποιούσαν να κάνει πίσω όσο ήταν νωρίς, πήρε μια βαθιά ανάσα και βάζοντας το αριστερό της χέρι πάνω από το δικό του κρατώντας το κεφάλι της ψηλά άρχισε να περπατά. Μπορεί η καρδιά της να χτύπαγε στο στήθος της σαν τρελή αλλά η Μάριαν είχε πάρει την απόφαση της… όχι πια λάθη.

Περπατώντας δίπλα του με απίστευτη χάρη άφηνε όλα τα έκπληκτα βλέμματα να μένουν παγωμένα επάνω της. Ήθελε όσο τίποτα να χαμογελάσει με την νίκη της αλλά δεν το έκανε. Μένοντας απόλυτα σοβαρή και υπερήφανη, κοίταζε μόνο τον βασιλιά της που ήταν το μοναδικό άτομο που δεν της προκαλούσε ταραχή και άφηνε τα έκπληκτα μάτια της βασίλισσας στην άκρη. Θα ερχόταν η ώρα που θα βρισκόταν αντιμέτωπη της αλλά αυτή η ώρα δεν ήταν τώρα.

Καθώς η άκρη της ματιά της έπεσε στην κακομοίρα Κένα που προσπαθούσε με μεγάλο κόπο να κρύψει το πόσο υπέφερε από την φαγούρα που είχε στο κεφάλι της ενώ πάλευε διακριτικά να το ξύσει, η Μάριαν δεν άντεξε και γύρισε το κεφάλι της προς το μέρος της.

‘Μπου’… της είπε άηχα και η Κένα αυτόματα έκανε σοκαρισμένη το σώμα της προς τα πίσω. Βάζοντας τα χέρια της πάνω στο στήθος της άρχισε να ψάχνει γύρω της και από πάνω της για τυχών επιθέσεις, από σκαθάρια ή μαμούνια; Πολύ πιθανών.

Χωρίς να μπορεί να κρύψει την ικανοποίηση της η Μάριαν γύρισε ξανά το πρόσωπο της στην ευθεία και συνέχισε να περπατά πλέων με περισσότερη αυτοπεποίθηση. Ίσως να την κατηγορούσαν για μάγισσα αλλά πλέον δεν είχε σημασία.

Καλύτερα να έχουν τον φόβο μου παρά εγώ τον δικό τους… είπε με σιγουριά μέσα της και αγνοώντας επιδεκτικά το βλέμμα του Φράνσις που ήταν γεμάτο με χιλιάδες ερωτηματικά στάθηκε μπροστά από το βασιλικό τραπέζι. Ταυτόχρονα με τον πρίγκιπα της, έκανε μια βαθιά υπόκλιση γεμάτο αυτοπεποίθηση και χάρη προς το βασιλικό ζευγάρι πριν κάνει άλλη μια βαθιά υπόκλιση προς τον πρίγκιπα της.

Ο Φράνσις τα είχε τελείως χαμένα… φυσικά είχε ακούσει όλα τα κουτσομπολιά που ακουγόντουσαν μέσα στο κάστρο μετά από ότι είχε συμβεί στο δάσος αλλά δεν είχε πιστέψει ότι η Μάριαν είχε καμία ανάμιξη σε όλα αυτά. Βλέποντας την όμως τώρα έτσι δεν ήξερε τι να υποθέσει.

Φτάνοντας η Μάριαν δίπλα στην βασίλισσα της, έκατσε ευπρεπώς και διπλώνοντας τα δάχτυλα της μπροστά στην φούστα της έμεινε με ίσια πλάτη να κοιτάει προς την αίθουσα περιμένοντας υπομονετικά να της σερβίρουν. Η βασίλισσα αν και δεν το έδειχνε ήταν σίγουρη ότι ήδη έβραζε μέσα της. Από την στιγμή που η Μάριαν είχε κάτσει στο βασιλικό τραπέζι δεν θα μπορούσαν να την αφήσουν νηστική έτσι η βασίλισσα έδωσε αμέσως διαταγή να της φέρουν ένα σερβίτσιο και να της σερβίρουν με όλα τα καλά που υπήρχαν στο τραπέζι. Η εντολή της εκτελεστικέ μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου αλλά φυσικά όπως και όλες τις υπόλοιπες φορές το δικό της μαχαίρι έλειπε. Η Μάριαν κρατώντας το κεφάλι της ψηλά μόλις ο υπηρέτης πήγε να γύρει από πάνω της για να της κόψει το κρέας και τα συνοδευτικά της εκείνη σήκωσε το χέρι της για να τον σταματήσει.

«Αν θες να κόψεις οπωσδήποτε το φαί κάποιου τότε κόψε της βασίλισσας σου» τον διέταξε και μόλις η βασίλισσα γύρισε το κεφάλι της όλο περιέργεια προς το μέρος της, η Μάριαν άπλωσε το χέρι της και κλέβοντας το μαχαίρι της βασίλισσας από το δικό της χέρι άρχισε να κόβει το κρέας της αγνοώντας το σοκαρισμένος της ύφος.

«Είμαι σίγουρη ότι τώρα θα το χρειαστεί» συμπλήρωσε και μόλις έβαλε την πρώτη μπουκιά στο στόμα της άρχισε να μασάει ενώ συνέχιζε να κοιτάει προς την αίθουσα ανέκφραστη.

«Φέρ’ το μου εδώ» είπε εξαγριωμένη η βασίλισσα αρπάζοντας το μαχαίρι που κρατούσε ο υπηρέτης από τα χέρια του.

«Τι νομίζεις…» ξεκίνησε να λέει η βασίλισσα μέσα από τα δόντια της με τα μάτια της καρφωμένα στο πιάτο της ενώ έκοβε λίγο από το κρέας της για να μην παρατηρήσει κανείς άλλος ότι πραγματικά της μιλούσε.

«Α! Έμαθα κάτι πολύ ενδιαφέρον σήμερα» την διέκοψε με θράσος ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής επίτηδες ώστε να ακουστεί μέχρι το σημείο όπου ήταν ο Φράνσις.

«Αλήθεια γλυκιά μου; Και τι ήταν αυτό;» την ρώτησε η βασίλισσα χωρίς να κρύβεται πια καθώς η Μάριαν της ανταπέδιδε το βλέμμα της.

«Ξέρετε… ακούγετε ότι κάποιος θέλει το κεφάλι μου» συνέχισε η Μάριαν ενώ έβαζε άλλη μια μπουκιά φαί στο στόμα της δίνοντας της τον χρόνο να αντιδράσει όσο πιο ευπρεπώς γινόταν.

«Μα ποιος θα τολμούσε ποτέ να κάνει κάτι τέτοιο;» αναφώνησε η βασίλισσα σοκαρισμένη βάζοντας το χέρι της μπροστά στο στήθος της σαν να μην πίστευε ότι πράγματι αυτό που άκουγε ήταν αλήθεια.

«Και ξέρω ακριβώς ποιος» συνέχισε η Μάριαν και η βασίλισσα ζάρωσε τα φρύδια της με περιέργεια.

«Ποιος;» ρώτησε χωρίς να είναι σίγουρη ότι ήθελε να απαντήσει ανοιχτά όταν ο άντρας της και ο γιός της ήταν δίπλα της και ακούγανε την συζήτηση τους προσπαθώντας με μεγάλο κόπο να μείνουν ατάραχη από αυτά που ακούγανε ενώ άλλαζαν συνέχεια βλέμματα μεταξύ τους.

«‘Ποιος θα σε προδώσει κύριε μου;’» μουρμούρισε κάτω από την ανάσα της για να την ακούσει μόνο η βασίλισσα τα λόγια του Πέτρου που είπε στον Χριστό στον μυστικό δείπνο. Πριν προλάβει να αντιδράσει η βασίλισσα, η Μάριαν γράπωσε τον καρπό της, άπλωσε το χέρι της μπροστά ώστε να κλέψει ένα μικρό ντοματάκι από το πιάτο της και παραμένοντας ψύχραιμη έριξε μια γρήγορη ματιά στο μέλλον της.

~*~*~*~*~

«Μητέρα, είναι σαν και εμένα…» έβλεπε έναν αναμαλλιασμένο καστανό κεφάλι να τρέχει προς την βασίλισσα μέσα στην άδεια αίθουσα της τραπεζαρίας.

«Νοστράδαμε τι βλακείες λες; Πως μπορεί να είναι σαν και εσένα;» τον επέπληξε εκείνη και ο πανύψηλος άνθρωπος που ήταν μπροστά της που η Μάριαν δεν μπορούσε να δει το πρόσωπο του συνέχισε.

«Την είδα να με κοιτά κατάματα όχι όμως στην πραγματικότητα άλλα μέσα από ένα όραμα της» της εξήγησε και πριν προλάβει η βασίλισσα να αντιδράσει ένας ήχος που ακούστηκε από κάπου πίσω τους έκανε και τους δύο να σωπάσουν.

Μόλις γύρισαν και οι δύο ταυτόχρονα για να κοιτάξουν προς την άδεια αίθουσα της τραπεζαρίας, η Μάριαν κοίταξε βαθιά μέσα στα καστανά μάτια του Νοστράδαμου και εκείνος κόβοντας την ανάσα του στην μέση έκλεισε τα μάτια του σαν να τον πονούσαν. Μόλις τα άνοιξε ξανά συμπλήρωσε.

«Με βλέπει τώρα»…

~*~*~*~*~*~

«Τι κρίμα να τα περιφρονείται, είναι τόσο νόστιμά!» είπε ατάραχη η Μάριαν και αφήνοντας το χέρι της έβαλε το ντοματάκι μέσα στο στόμα της γλύφοντας τα δάχτυλα της επιδεικτικά ενώ κοίταζε την σαστισμένη έκφραση της βασίλισσας.

«Μάριαν, τι είναι αυτά που λες; Που το άκουσες αυτό; Ποιος πιστεύεις ότι σε απειλεί;» ρώτησε με αγωνία ο βασιλιάς χωρίς να αντέχει άλλο και η Μάριαν γυρίζοντας το πρόσωπο της προς το μέρος του του χαμογέλασε γλυκά.

«Α! Μην ανησυχείτε. Έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στους φύλακες σας και είμαι σίγουρη ότι κανείς δεν θα τολμήσει να με πλησιάσει… έτσι δεν είναι βασίλισσα μου;» απευθύνθηκε συγκεκριμένα σε εκείνη και η βασίλισσα βρίσκοντας ξανά την αυτοκυριαρχία της απάντησε με απόλυτη πειστικότητα.

«Μα φυσικά καλή μου. Σε διαβεβαιώνω εγώ προσωπικά» της έδωσε το λόγο της και η Μάριαν απόλυτα ικανοποιημένη από την απάντηση της γύρισε ξανά προς το πιάτο της και πιάνοντας την πετσέτα από τα πόδια της άρχισε να σκουπίζει τις άκρες των χειλιών της.

«Νομίζω ότι έφαγα αρκετά για σήμερα» δήλωσε με αυτόν τον τρόπο την αποχώρηση της αλλά πριν προλάβει να σηκωθεί, η βασίλισσα πιάνοντας το χέρι της την καθήλωσε και πάλι στην καρέκλα της.

«Ποιος σου είπε αυτές τις ηλιθιότητες;» απαίτησε να μάθει ψιθυρίζοντας της ώστε να μην ακουστεί.

«Ω! Μα δεν το ξέρετε;» την ρώτησε με προσποιητή έκπληξη.

«Να ξέρω τι;» την ρώτησε μπερδεμένη.

«Αλήθεια πιστεύεται ότι πεθερός σας με διάλεξε τυχαία;» της είπε με θράσος και η βασίλισσα πριν χάσει τελείως την υπομονή της πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε πιο ήρεμα.

«Όχι ποτέ μου δεν πίστεψα ότι ήταν μια τυχαία επιλογή, αλλά ακόμα δεν ξέρω το γιατί» της εκμυστηρευτικέ και η Μάριαν χαμογελώντας της γλυκά της χτύπησε παρηγορητικά το χέρι που της κρατούσε ακόμα το δικό της τόσο σφιχτά που της έκοβε το αίμα.

«Μην μου ανησυχείτε βασίλισσα μου και θα το μάθετε… και πολύ σύντομα μάλιστα» της είπε κλείνοντας της το μάτι και καθώς σηκώθηκε όρθια, τράβηξε το χέρι της από το δικό της, έκλεψε άλλο ένα ντοματάκι από το πιάτο της βασίλισσας και βάζοντας το στο στόμα της γύρισε την πλάτη αφήνοντας την τελείως άναυδη.

Περνώντας μπροστά από το τραπέζι όπου καθόταν η μαντάμ ‘Ο μοντιέ’ της έκανε νόημα με το χέρι να καθίσει ξανά.

«Μην βιαστείς να τελειώσεις το φαγητό σου γλυκιά μου δασκάλα, ποτέ δεν ξέρεις ποτέ θα είναι το τελευταίο σου γεύμα μέσα σε αυτό το κάστρο» της είπε πειραχτικά ενώ το εννοούσε στο εκατό της εκατό αλλά όχι για εκείνη αλλά για τον ίδιο της τον εαυτό.

«Μην ανησυχείς για μένα όλο και κάποιος άλλως θα βρεθεί να με συνοδεύσει. Καλή σου νύχτα» της είπε γλυκά και πριν προλάβει η μαντάμ ‘Ο μοντιέ’ να αντιδράσει η Μάριαν είχε κιόλας φύγει.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA