Αυτό το κεφάλαιο
είναι αφιερωμένο στην…
γλυκύτατη Tia
Tita... Ματάκια μου σου στέλνω όλη
μου την θετική μου ενέργεια <3
και στην Natalie Ternezi που περίμενε
υπομονετικά όλο αυτόν τον καιρό γι' αυτήν την στιγμή <3
Πριν το καταλάβω, η
ετήσια γιορτή που διοργάνωνε η μητέρα μου την ημέρα τον ευχαριστιών είχε κιόλα
έρθει. Για εκείνη δεν ήταν απλά μια γιορτή ήταν κάτι πιο συμβολικό.
Προσκαλώντας όλους όσους της είχαν σταθεί στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής
της (που δεν ήταν και πολλοί) αλλά και πιο μετά όταν προσπαθούσε ξανά να σταθεί
στα πόδια της με ένα παιδί στην αγκαλιά, έκανε ένα τεράστιο τραπέζι ακριβώς
αυτήν την ημέρα για να τους δείξει ότι δεν υπήρχε περίπτωση να ξεχάσει όλα όσα
εκείνοι έκαναν για μας. Και φυσικά εγώ δεν έλειπα ποτέ από αυτό το τραπέζι.
Κάθε χρόνο, έδινε τον
καλύτερο της εαυτό. Στόλιζε το σπίτι στην πιο γιορτινή του ατμόσφαιρα αλλά
φέτος πραγματικά είχε δώσει τα ρέστα της. Τα διακοσμητικά έκαναν το σπίτι να
μοιάζει πως η ευτυχία ξεχειλίζει από παντού. Και αυτό, όχι μόνο πραγματικά
φαινόταν αλλά και ίσχυε. Το χαμόγελο της δεν έλεγε να σβήσει με τίποτα, τα
μάτια της έλαμπαν τόσο γαλήνια, ενώ η Κλερ που δεν έλεγε να ξεκολλήσει από την
ποδιά της (στην κυριολεξία) έκανε τα αδύνατα δυνατά να την παροτρύνει να
συνεχίζει.
Δεν την ενοχλούσε η
υπερβολική διακόσμηση, ούτε τα χιλιάδες αγγελάκια που στόλιζαν κάθε γωνιά τους
σπιτιού με τελείως διακριτικό τρόπο που μόνο η μητέρα μου μπορούσε να πετύχει.
Αντίθετα, το χαμόγελο της κάθε φορά που κρατούσε κάποιο στο χέρι της αντηχούσε
σε κάθε σημείο του σπιτιού.
Πόσο περισσότερο
ξέγνοιαστος θα μπορούσα να νιώσω όταν την έβλεπα να είναι αυτό ακριβώς που ήθελε
και η ίδια πραγματικά να είναι. Μια φυσιολογική κοπέλα που απλά ευχαριστιόταν
την πιο αγαπησιάρικη γιορτή του χρόνου - όπως την έλεγα εγώ.
Τα Χριστούγεννα - την
Γέννηση - την Αναγέννηση της.
Τις κοίταζα και
χαμογέλαγα. Πραγματικά η καρδιά μου δεν είχε νιώσει ποτέ άλλοτε τέτοια
ευδαιμονία. Το να ξέρω ότι τα δύο πιο αγαπημένα μου πρόσωπα στον δικό μου κόσμο
είναι τόσο ευτυχισμένα ήταν όλα όσα ζητούσα.
Δυστυχώς όμως δεν θα
κρατούσε για πολύ… απλά εγώ δεν το ήξερα. Ακόμα.
Τα πάντα ήταν έτοιμα
και εγώ, με μια πετσέτα τυλιγμένη γύρω από τους γοφούς μου, έστρωνα τις τούφες
των μαλλιών μου με λίγο τζελ αφού πρώτα είχα τελειώσει με το ξύρισμα. Δεν είχα
να κάνω και πολλά αφού μετά, από την κάπως υπερβολική απαίτηση της Κλερ, τα
είχα κουρέψει επειδή εκείνη πίστευε ότι είχαν μεγαλώσει αρκετά. Δεν μπορώ να πω
ότι είχε άδικο, αλλά τέτοια επιμονή πια… πραγματικά καταντάει από εκνευριστικό
μέχρι και… τι ετοιμάζανε οι δύο τους επιτέλους;;;… σκέφτηκα πονηρεμένος για
πολλοστή φορά αλλά πριν βρω μια ικανοποιητική απάντηση ένα διακριτικό χτύπημα
στην πόρτα με έβγαλε αυτόματα από τις σκέψεις μου.
«Κρις; Τελειώνεις;»
άκουσα την χαρακτηριστική φωνούλα της και χαμογέλασα.
«Έρχομαι σε ένα» της
υποσχέθηκα και αφού έπλυνα τα χέρια μου άνοιξα την πόρτα για να βρεθώ κοντά
της.
Έλειπαν σχεδόν όλη
την ημέρα στα διάφορα ινστιτούτα καλλωπισμού και τρωγόμουν να δω το αποτέλεσμα
όσο δεν πήγαινε.
Μόλις την αντίκρισα
έμεινα χωρίς ανάσα. Φόραγε το ίδιο μαύρο φόρεμα που είχε φορέσει και εκείνη την
ημέρα που μου είχε κάνει το τραπέζι στο δικό μου σπίτι, όμως τώρα υπήρχε πάνω του
κάτι παραπάνω. Ένα φο μπιζού που έμοιαζε με γυάλινα, στο χρώμα του πάγου,
λουλούδια ή… κοιτώντας το καλύτερα, χιονονιφάδες – πραγματικά δεν μπορούσα να
αποφασίσω τι από τα δύο ήταν– είχε ενσωματωθεί στην ραφή του μοναδικού ώμου που
είχε το φόρεμα και κατέβαινε διαγώνια μέχρι την καμπύλη της μέσης της
τελειώνοντας σε μια αλυσίδα που την αγκάλιαζε σαν ζώνη. Μπορεί να ήταν μια
ασήμαντη λεπτομέρεια αλλά πραγματικά το άλλαζε εκπληκτικά πολύ. Το έκανε
σίγουρα πιο σικάτο.
«Μάλλον έπρεπε να
πάρω κάτι άλλο, αλλά χωρίς δουλειά…» προσπάθησε να δικαιολογηθεί από την ελλιπή
μου αντίδραση αλλά αμέσως την σταμάτησα.
«Είναι υπέροχο!!!»
είπα με τόσο θαυμασμό και πάθος που την έκανε να πάρει μια ανάσα.
«Μπορεί να μην είχα
λεφτά να πάρω κάτι καλύτερο, αλλά…» συνέχισε παίρνοντας θάρρος από τα λόγια μου
– ίσως και με το θέαμα που αντίκριζε πιο χαμηλά - ενώ ερχόταν κοντά μου με έναν
τελείως προκλητικό τρόπο. «Βρήκα σε καλή τιμή κάτι που μάααλλον θα εκτιμήσεις
περισσότερο» κατέληξε ενώ σέρνοντας τα χέρια της πάνω στο στήθος μου τα ανέβασε
μέχρι τον αυχένα μου και προσπάθησε να με τραβήξει κοντά της.
Καταλαβαίνοντας
ακριβώς τι υπονοούσε η ανάσα μου κόπηκε στην μέση. Δεν νομίζω ότι είχα αρκετές
αντοχές ακόμα για να αφήσω τον εαυτό μου ελεύθερο στα χάδια της.
«Τότε θα χρειαστεί να
περιμένει για να το δω» δήλωσα ενώ ξεκόλλησα τα χέρια της από πάνω μου λίγο πιο
απότομα από όσο σκόπευα και πριν αντικρίσω την πληγωμένη της ματιά της γύρισα
την πλάτη.
«Επιτέλους» αναφώνησε
εκείνη και ήρθε και στάθηκε μπροστά μου χωρίς να κάνει τον κόπο να κρύψει το
πόσο την είχα πληγώσει για άλλη μια φορά. «Ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα;»
απαίτησε να μάθει χωρίς να δέχεται να το αφήσουμε για αργότερα.
«Μην αρχίζεις πάλι…»
προσπάθησα να το αποφύγω αλλά εκείνη είχε ξεπεράσει κάθε της όριο πια για να
καταφέρει να φρενάρει τον εαυτό της.
«Έκανα όλες τις εξετάσεις
που χρειαζόταν για να διαπιστώσεις ότι είμαι καλά…» προσπάθησε να συνεχίσει
αλλά δεν την άφησα.
«Δεν μπορώ το
καταλαβαίνεις;» ούρλιαξα μέσα στα μούτρα της χτυπώντας το στήθος μου με δύναμη.
«Δ-Ε-Ν ΜΠΟ-ΡΩ».
Αυτό φάνηκε για μια
στιγμή να την φρενάρει και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα προσπάθησα ξανά πιο
ήρεμα.
«Όταν έρχεται στα
μάτια μου εκείνη η εικόνα, με εσένα να είσαι παντού μελανιασμένη…» δεν κατάφερα
να πω περισσότερα. Εκείνη είχε πλέον καταλάβει τα πάντα.
«Τα κατέστρεψα όλα»
διαπίστωσε λανθασμένα με πνιγμένη φωνή. Αφήνοντας την ανάσα μου να βγει από
μέσα μου βαριά κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά με πείσμα.
«Γιατί δεν
καταλαβαίνεις ότι σ’ αγαπάω;» την ρώτησα με παράπονο. «Ότι σ’ αγαπάω τόσο πολύ
που δεν αντέχω ούτε στην σκέψη να σε πληγώσω» της είπα παρακλητικά και εκείνη
προσπάθησε να σταματήσει τα δάκρυα της που ήταν έτοιμα να ξεχειλίσουν αλλά με
όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία.
«Το ξέρω ότι σε
πληγώνω και μάλιστα με τον χειρότερο τρόπο με το να σε αρνιέμαι, να αρνιέμαι το
κορμί σου, αλλά δεν μπορώ Κλερ, δεν μπορώ ακριβώς επειδή σ’ αγαπάω, όχι για το
αντίθετο» καταπίνοντας τα δάκρυα της έκανε ένα διστακτικό βήμα προς το μέρος
μου και βάζοντας τα χέρια της πάνω στο στήθος μου με κοίταξε μέσα στα μάτια.
«Και εγώ…» κάνοντας
μια παύση αρκετή ώστε να καταφέρει να μαζέψει λίγο κουράγιο, κατάφερε, με την
μεγαλύτερη δυσκολία που θα μπορούσε να εκφράσει κανείς μια λέξη, να συμπληρώσει.
«Σ’ αγαπώ» ξεφούρνισε βγάζοντας ταυτόχρονα όλη την ανάσα που είχε μαζέψει μέσα
της για να καταφέρει να το πει.
«Το ξέρω μωρό μου…»
προσπάθησα να την ηρεμήσω αλλά εκείνη δεν είχε εκφράσει ακόμα όλα όσα ήθελε να
πει.
«Προσπαθώ… προσπαθώ
με χίλιους τρόπους και άλλους τόσους να σου το δείξω, να σου το πω…»
«Και το κάνεις, μην
αμφιβάλεις ποτέ γι’ αυτό» την διαβεβαίωσα κλείνοντας την μέσα στην αγκαλιά μου
ενώ άφηνα το μέτωπο μου απαλά να ακουμπήσει πάνω στο δικό της για να της δώσω
περισσότερο κουράγιο να συνεχίσει.
«Αλλά δεν μπορώ να
την εκφράζω αυτήν την γαμημένη λέξη» ξέσπασε με άχτι. «Με κάνει να νιώθω σαν να
σε βρίζω με τον χειρότερο τρόπο» συνέχισε με τις λέξεις της να πνίγονται μέσα
στους λυγμούς της. «Αλλά… σ’ αγαπώ ανάθεμα σε και θέλω να κάνω τα πάντα για να
πετύχει αυτό αλλά δεν ξέρω τι άλλο να κάνω» κατέληξε και πήρα μια ανάσα
κοιτώντας την στα μάτια.
«Δεν χρειάζεται να
κάνεις τίποτα» την διαβεβαίωσα για άλλη μια φορά ενώ απομάκρυνα τα δάκρυα της
πριν πασαλείψουν το υπέροχο και τόσο διακριτικό της μακιγιάζ.
«Τότε…» δεν την άφησα
να συνεχίσει.
«Θέλω μόνο…»
προσπάθησα να της εξηγήσω όσο πιο ήρεμα μπορούσα.
«Χρόνο» συμπέρανε
εκείνη κάτω από τον αναστεναγμό της.
«Θέλω μόνο, να ξεχάσω
Κλερ. Να ξεχάσω τις παλιές μου πληγές» της εξήγησα και τα μάτια της αυτόματα
άστραψαν έκπληκτα από την διαπίστωση που μόλις είχε κάνει και με κοίταξε,
καταλαβαίνοντας επιτέλους πιο ήταν το πραγματικό πρόβλημα που με έκανε να μένω
μακριά της.
«Δεν θέλω να σε
πληγώσω…»
«Δεν νομίζω ότι θα σε
άφηνα ποτέ να το κάνεις» ήταν κατηγορηματική.
«Και πίστεψε με είναι
το μόνο που με καθησυχάζει» της είπα εννοώντας το ενώ άφηνα ένα απαλό φιλί πάνω
στα χείλια της. «Όμως δεν μπορώ να μην παραδεχτώ ότι είμαι ακόμα πολύ θυμωμένος
μαζί σου γι’ αυτό που πήγες και έκανες» της είπα μια και έξω την αλήθεια. Με
κοίταξε για μια στιγμή που ένιωσα να κρατάει αιώνες.
«Απλά άσε με να το
ξεπεράσω με τον τρόπο μου. Άλλωστε δεν νομίζω να μην φαίνεται το πόσο προσπαθώ
να μείνω μακριά σου» της είπα με νόημα δείχνοντας της με την ματιά μου το
εξόγκωμα που έκανε την πετσέτα να μοιάζει με αντίσκηνο. Αυτό την έκανε να
χαμογελάσει.
«Αν…» προσπάθησε κάτι
να προτείνει αλλά δεν την άφησα να συνεχίσει.
«Υποσχεθήκαμε στους
εαυτούς μας ότι θα προσπαθήσουμε, ο κάθε ένας με τον δικό τους τρόπο και θα το
κάνουμε. Βήμα – βήμα, μέρα με την ημέρα αλλά μην με πιέσεις περισσότερο. Θέλω
να το κάνω σωστά απλά όπως και εσύ, θέλω και εγώ τον χρόνο μου να προσαρμοστώ
Κλερ. Δεν ζητάω τίποτα παραπάνω. Σου το ορκίζομαι».
Τα μάτια της με
κοίταξαν με τέτοια λατρεία που απλά έλιωσα μέσα στα χέρια της.
«Γαμώ την αγανάκτηση
μου γαμώ» έβρισα και την τράβηξα απόλυτα επάνω μου ενώ σφράγιζα τα χείλια μας
σε ένα τόσο παθιασμένο φιλί που εκείνη αμέσως βόγκηξε και σφίχτηκε επάνω μου
εκδηλώνοντας όλη την έξαψη που ένιωθε μέσα της.
«Έχεις ιδέα πόσο σε
θέλω;» εξέφρασα απελπισμένα.
«Μμμμ… δεν είμαι και
τόσο σίγουρη γι’ αυτό» είπε πειράχτηκα και της σφαλιάρισα στον κώλο για να την
ξεκολλήσω από πάνω μου.
«Έλα να ετοιμαστούμε»
της είπα σοβαρός και γυρίζοντας ξανά το πρόσωπο μου προς το κρεβάτι παρατήρησα
ότι τα ρούχα που είχα αφήσει εκεί έλειπαν.
«Εεεε σχετικά με
αυτό…» ξεκίνησε και γύρισα να την κοιτάξω περιμένοντας εξηγήσεις.
«Μην φρικάρεις
εντάξει; Απλά ήθελε σήμερα να είσαι λίγο πιοοο…» είπε με υπονοούμε και ζάρωσα
τα μάτια μου νευριασμένα καταλαβαίνοντας ότι η μητέρα μου με ήθελε πιο στο στιλ
του περιβάλλον της, κάτι που ήξερε ότι σιχαινόμουν.
«Μην περιμένετε ότι
θα βάλω ΚΑΙ γραβάτα» δήλωσα κατηγορηματικά.
«Θα μας σόκαρες αν το
έκανες. Εκείνη τουλάχιστον προσπάθησε» μου απάντησε η Κλερ αμέσως ενώ
πηγαίνοντας προς την ντουλάπα ξεκρέμασε την θήκη που έκρυβε τα ρούχα που μου
είχε διαλέξει η μητέρα μου για να φορέσω.
Και μετά μου ζητάει
να μην φρικάρω. Τι είμαι κανένα μωρό; Επιτέλους… γκρίνιαξα μέσα μου μέχρι που
εκείνη μου αποκάλυψε το κουστούμι.
«Δεν είναι επιλογή
της» είπα με σιγουριά.
«Εντάξει…»
παραδέχτηκε. «Έβαλα και εγώ λίγο το χέρι μου».
«Μάλλον πολύ θα
έλεγα» της είπα και με κοίταξε αγχωμένα.
«Εγκρίνεις;» ήθελε
όσο τίποτα την επιβεβαίωση μου.
«Είναι περισσότερο στα
γούστα μου» της έδωσα αυτό που είχε ανάγκη να ακούσει κλείνοντας το μάτι. Δεν
την έπεισα πολύ.
«Αλλά και πάλι
υπερβολικό» διαπίστωσε.
«Αλλά ανεκτό. Δεν θα
σας κάνω τον δύσκολο» της είπα εννοώντας το και εκείνη πήρε μια ανακουφιστική
ανάσα.
«Πάω να διορθώσω το
μακιγιάζ μέχρι να ετοιμαστείς. Θα τα πούμε κάτω» μου είπε ήρεμα ενώ άφηνε ένα
πεταχτό φιλί στα χείλια μου και χωρίς να περιμένει απάντηση με άφησε μόνο.
Όταν κατέβηκα κάτω τα
πάντα ήταν έτοιμα όμως για κάποιον λόγο που δεν καταλάβαινα εκείνη την στιγμή,
η μητέρα μου με την Κλερ – εντελώς αυτοκόλλητες – γυρίζανε σε όλο το σπίτι και
το επιθεωρούσαν μιλώντας και γελώντας συνωμοτικά. Το ότι κάτι βρόμαγε εδώ δεν
έλεγε να φύγει από την σκέψη μου.
Ο κόσμος δεν άργησε
να έρθει. Ήταν τέσσερις γνωστοί φίλοι και συγγενείς που ήταν όπως και κάθε
χρόνο κοντά μας μαζί με τα παιδία τους. Η Κλερ τους υποδέχτηκε μαζί μου με
περισσότερη χαρά από όσο θα έλπιζα ότι θα το έκανε και αυτό με τάραζε αρκετά.
Για κάποιον διαολεμένο λόγο έλαμπε από ενθουσιασμό τόσο πολύ που παρόλο που
ήθελα όσο τίποτα να το χαρώ ωστόσο δεν μπορούσα.
Ναι ήθελα να την
βλέπω ευτυχισμένη αλλά τόση χαρά από πού πήγαζε επιτέλους; Αν δεν μάθαινα θα
έσκαγα. Και ξαφνικά έμαθα. Και έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου. Και κατάπια
με μιας την γλώσσα μου και όλη την λύσσα που ανέβλυσε μέσα μου εκρηκτικά.
«Νομίζω ότι θα το
χρειαστείς» μου είπε ενώ μου πρόσφερε ένα ποτήρι κρασιού, με κόκκινο
περιεχόμενο.
«Βυσσινάδα;» την
ρώτησα δύσπιστα.
«Είχα την ελπίδα να
μου κάνεις παρέα για να μην νιώθω μόνη» είπε κάπως πιο αθώα από όσο θα έπρεπε
και την κοίταξα με το βλέμμα που δήλωνε ότι ‘δεν τρώω κουτόχορτο’.
«Εντάξει. Τι
συμβαίνει;» απαίτησα να μάθω αλλά δεν χρειάστηκε να μου πει τίποτα.
Μόλις το κουδούνι της
πόρτας χτύπησε - λες και ήταν συνεννοημένο - και η μητέρα μου πήγε να ανοίξει,
τότε κατάλαβα τα πάντα. Ο τύπος που έκανε την εμφάνιση του δεν μου ήταν
άγνωστος αλλά ούτε και γνωστός. Ήμουν σίγουρος ότι κάπου τον είχα ξαναδεί αλλά
δεν θυμόμουν από πού.
«Ψυχραιμία» σιγομουρμούρισε
μέσα από τα δόντια της η Κλερ για να την ακούσω μόνο εγώ την στιγμή που
εκείνος, με ένα γελοίο και γλοιώδες τρόπο, φίλαγε το χέρι της μητέρας μου χωρίς
να αποχωρίζεται την ματιά της.
«Το ήξερες» την
κατηγόρησα. «Ήξερες ότι θα φέρει τον γκόμενο της εδώ; Μπροστά μου; Μπροστά σε
όλο αυτόν τον κόσμο;» για απάντηση μου έριξε μια ψυχρή ματιά.
«Τώρα ποιος φέρετε
σας ζηλιάρης γκόμενος αντί για ‘γιος’ όπως του αρμόζει» μου πέταξε στα μούτρα
την ατάκα που έλεγα πάντα για τον Τότο όταν έκανε τις υπερβολές του. Μόνο που
αντί για την λέξη ‘αδελφός’ που χρησιμοποιούσα εγώ εκείνη την άλλαξε σε ‘γιος’
για να μου δείξει ότι δεν είχε καμία διαφορά αυτήν την στιγμή η δική του
συμπεριφορά με την δική μου.
«Δεν είμαι σαν το
αδελφό σου» αντέδρασα αμέσως θυμωμένα που τόλμαγε να με συγκρίνει με εκείνον.
«Τότε απέδειξε το»
απαίτησε εκείνη προκαλώντας με ανοιχτά με την ματιά της. «Φέρσου σαν άντρας» το
συνέχισε και τα μηλίγγια μου άρχισαν να πάλλονται σε επικίνδυνο βαθμό.
«Αν τολμήσει να την πληγώσει…»
σφύριξα μανιασμένα μέσα από τα δόντια μου απειλητικά με όλα μου τα νεύρα να
εκφράζονται στα χαρακτηριστικά μου.
«Οι γιατροί θα
παλεύουν για μέρες να βρουν τρόπο να τον κρατήσουν στην ζωή» συμπλήρωσε για
μένα με κατηγορηματικό τόνο. Ήξερα ότι το εννοούσε όμως δεν έφτασε να με κάνει
να νιώσω καλύτερα γιατί ήταν κάτι που ήθελα να το κάνω χωρίς την βοήθεια της.
«Μέχρι τότε…»
συνέχισε χωρίς να δέχεται αντίρρηση γι’ αυτό. «Δικαιούται μια ευκαιρία» μου
είπε κοιτώντας με έντονα στα μάτια.
Η ματιά που έριξα
προς το μέρος τους έφτασε για να καταλάβει ότι δεν είχα ακούσει λέξη.
«Αν τολμήσεις έστω
και να σκεφτείς να της το χαλάσεις, θα σε κάνω να το μετανιώσεις» απείλησε και
ήξερα ότι το εννοούσε αλλά αντί αυτό να με κάνει να έρθω στα συγκαλά μου με
έκανε χειρότερα.
«Κρίστοφερ» άκουσα
την μητέρα μου να λέει κάπως διστακτικά δίπλα μου και γύρισα απότομα προς την
μεριά της. Μπορεί να μην μίλησα αλλά ήμουν σίγουρος ότι η ματιά που της έριξα
τα έλεγε όλα, παρόλα αυτά εκείνη δεν έχασε το θάρρος της. «Να σου συστήσω έναν
πολύ καλό μας φίλο, τον…»
«ΜΑΣ;» την έκοψα πριν
πει καν το όνομα του.
«Τι κάνετε κύριε
Μπέντζαμιν» πετάχτηκε η Κλερ για να σπάσει την ένταση της στιγμής ενώ του
έτεινε το χέρι της με απίστευτη χαρά.
«Μια χαρά κορίτσι
μου. Εσύ;» της ανταπέδωσε εκείνος και γύρισα γεμάτος φρίκη προς το μέρος της.
«Τον ξέρεις ήδη;» την
κατηγόρησα υψώνοντας την φωνή μου χωρίς να με νοιάζει που όλα τα βλέμματα είχαν
στραφεί πια προς το μέρος μου.
«Γνωριστήκαν τυχαία…»
πήγε να το σώσει η μητέρα μου αλλά η Κλερ δεν την άφησε να συνεχίσει.
«Και βλέποντας πόσο
ευτυχισμένη νιώθει η μητέρα σου δίπλα του την παρότρυνα να σταματήσει να παίζει
κρυφτούλι πίσω από την πλάτη σου. Επιτέλους δεν είσαι κανένα μωρό για να
συμπεριφέρεσαι έτσι. Άλλωστε εσύ ο ίδιος δεν λες πάντα ότι έχει δικαίωμα στην
ευτυχία; Που ακριβώς είναι τώρα το πρόβλημα;» μου χτύπησε στα μούτρα και αυτό ήταν
η τελευταία σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι μου.
Το χέρι μου, πριν προλάβω
να το σκεφτώ, είχε ήδη σηκωθεί αλλά τελευταία στιγμή, πριν αγγίξει το μάγουλο
της, σταμάτησε ακαριαία. Σφίχτηκε σε γροθιά και ξαναέπεσε με δύναμη στο πλάι
του σώματος μου.
Όλοι είχαν μείνει με
κομμένη την ανάσα, εκείνη δε… όχι δεν άντεχα να κάτσω να δω το πόσο την είχα
πληγώσει ακόμα και χωρίς να ολοκληρώσω αυτό που μόλις πήγα να κάνω.
Καθώς πέρασα δίπλα
από έναν σερβιτόρο του κέτερινγκ, παράτησα το ποτήρι που μου είχε δώσει η Κλερ
και αφού ήπια με μια ανάσα ένα ποτήρι με σκέτο ουίσκι, άλλαξα το άδειο μου
ποτήρι με ένα γεμάτο και άρχισα να πηγαίνω προς την μπαλκονόπορτα.
«Κρίστοφερ» άκουσα
την ικετευτική φωνή της μητέρας μου αλλά δεν γύρισα να την κοιτάξω.
Μέσα σε μια στιγμή τα
είχα καταστρέψει όλα και ήξερα ότι δεν θα με συγχωρούσε ποτέ γι’ αυτό, όχι ότι άξιζα
την συγχώρεση της, όμως που να με πάρει αυτήν την φορά την είχα τόσο μεγάλη
ανάγκη αυτήν την συγχώρεση. Ίσως κάποια στιγμή με τον καιρό να μπορούσα να της
δώσω εκατομμύρια λόγους να με συγχωρέσει που δεν μπορούσα αυτήν την στιγμή να
σκεφτώ… να σκεφτώ το πιο απλό. Ότι απλά είχε δίκιο.
Είχε δίκιο να με
συγκρίνει με τον αδελφό της, στο ζήτημα αυτό ήμουν το ίδιο ξεροκέφαλος με
εκείνον, όμως γαμώτο μου ήθελα μόνο να την προστατεύσω. Είχε ήδη περάσει αρκετά
για μια ζωή και δεν ήθελα να την πληγώσει κανένας άλλος όπως εκείνο το γελοίο
υποκείμενο που είχε το θράσος να αποκαλεί τον εαυτό του πατέρα. Πατέρα ΜΟΥ. Όχι…
όσα λεφτά και να μας έδινε για να μας βουλώνει το στόματα ώστε να καταφέρνει να
κάνει τις βρομοδουλειές του, πατέρας ΜΟΥ, δεν θα λεγόταν ποτέ σε αυτήν την ζωή.
«Μάλλον θα έπρεπε να
ακούσω το ένστυκτο μου και να σου μιλήσω» άκουσα πίσω μου την μετανιωμένη φωνή
της μητέρας μου και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει από μέσα μου βαριά κούνησα
το κεφάλι μου αρνητικά κοιτάζοντας το άδειο μου ποτήρι.
«Το ήξερα καιρό τώρα…
απλά» αναστέναξα με τις επόμενες λέξεις να μην βγαίνουν από μέσα μου.
«Δεν ήθελες να το
παραδεχτείς» συμπλήρωσε για μένα.
«Δεν θέλω να
πληγωθείς» αντέδρασα σπασμωδικά γυρίζοντας προς το μέρος της με το πιο
πληγωμένο μου ύφος.
«Το ξέρω» με
διαβεβαίωσε ενώ τύλιγε τα χέρια της γύρω από την μέση μου. «Αλλά δεν μπορώ άλλο
να ζω με αυτήν την ιδέα Κρίστοφερ. Δεν μπορούμε να κερδίζουμε πάντα, αλλά δεν
πρέπει να παρατάμε την προσπάθεια και αυτό είναι το μόνο που σου ζητώ. Απλά να
με αφήσεις να προσπαθήσω…» το σιγανό γελάκι που ακούστηκε από την μπαλκονόπορτα
μας έκανε ταυτόχρονα να γυρίσουμε προς το σημείο όπου είχε ακουστεί. Μόλις είδα
την Κλέρ πήρα μια ανάσα και χαμογέλασα και εγώ καταλαβαίνοντας ακριβώς τον λόγο
που την είχε κάνει να γελάσει.
«Το ίδια λόγια
ακριβώς είπα και εγώ στον αδελφό της» απάντησα στην ερωτηματική ματιά της
μητέρας μου και εκείνη χαμογελώντας πιο ενθαρρυντικά, έτεινε το χέρι της προς
το μέρος της Κλερ και την προσκάλεσε κοντά μας. Εκείνη προς μεγάλη μου έκπληξη
δεν το αρνήθηκε.
«Η δικιά σας αγάπη,
μου έδωσε δύναμη» εξήγησε η μητέρα μου περισσότερο σε μένα ενώ τύλιγε το ένα
της χέρι γύρω από τους ώμους της Κλερ και άφηνε ένα απαλό φιλί πάνω στα μαλλιά
της.
«Δεν είναι όλα
ρόδινα» ξεκίνησε η Κλερ.
«Αλλά βήμα-βήμα
προσπαθούμε κάθε μέρα για περισσότερα» συμπλήρωσα εγώ ενώ πάλευα απελπισμένα να
πάρω μια επιβεβαίωση από εκείνη.
«Όπου υπάρχει αγάπη,
όλα λύνονται» τόνισε η μητέρα μου κατηγορηματικά και στους δύο μας με ένταση
κοιτώντας τον κάθε έναν μας ξεχωριστά. Και με αυτό, δίνοντας μας από ένα φιλί
στο μάγουλο μας άφησε μόνους.
Κοίταξα στα μάτια την
Κλερ μετανιωμένος.
«Δεν θα την γλυτώσεις
με ένα κουταβίσιο βλέμμα» δήλωσε κατηγορηματικά και είχε δίκιο. Πλησιάζοντας
την, την έκλεισα μέσα στην αγκαλιά μου και την έσφιξα επάνω μου παίρνοντας μια
βαθιά ανάσα για να πάρω δύναμη.
Ήξερα ότι θα το
μετανιώσω αλλά παρόλα αυτά την ρώτησα: «Πες μου τι θες να κάνω για να με
συγχωρέσεις και θα το κάνω» ορκίστηκα.
«Αν πετάξεις όλα
εκείνα τα μαξιλάρια που έχεις βάλει ανάμεσα μας στο κρεβάτι, μπορεί και να σου
δώσω άλλη μια ευκαιρία» μου είπε κάθετα αλλά ήξερα ότι εννοούσε μόνο το ένα
σκέλος της πρότασης της αυτό με τα μαξιλάρια γιατί το άλλο… ναι, με είχε ήδη
συγχωρέσει. Δεν ήθελα τίποτα παραπάνω.
«Πάμε να με γνωρίσεις
στονννν…» δεν ήξερα πώς να τον χαρακτηρίσω.
«Είσαι σίγουρος;» με
ρώτησε με αγωνία. Δεν ήθελε με τίποτα να καταλήξει αυτή η βραδιά σε ένα φιάσκο.
«Μπορώ να αρκεστώ σε
μια ευκαιρία» της υποσχέθηκα πιο ήρεμα και εκείνη μου χαμογέλασε ενθαρρυντικά.
«Θα δεις, δεν έχεις
να φοβάσαι τίποτα. Είναι τζέντλεμαν, σε όλη την αηδιαστική του διάσταση» δεν
μπορούσα να μην γελάσω με αυτό. «Αλλά είναι ότι ακριβώς έχει εκείνη ανάγκη και
πρέπει να το σεβαστούμε εντάξει;» συνέχισε παρακλητικά και κουνώντας το κεφάλι
μου θετικά της έδωσα τον λόγο μου ότι θα το έκανα.
Μέχρι φυσικά να
καταφέρω να πάρω όλες τις πληροφορίες που χρειαζόμουν για το άτομο του. Μπορεί
να μην ήθελα να αγγίζω τα λεφτά του πατέρα μου, αλλά τώρα ήταν διαφορετικά.
Ένας ντετέκτιβ, ένας καλός ντετέκτιβ από αυτούς που ξεσκεπάζουν όλα τα άπλυτα
κάποιου στην φόρα θα ζήταγε πολλά και εγώ ήμουν διατεθειμένος να τα δώσω όλα,
όσα χρειάζονταν, προκειμένου να σιγουρευτώ ότι ήταν πράγματι αυτό που έλεγε η
Κλερ. Ένας τζέντλεμαν σε όλη την αηδιαστική του διάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου