Η ιστορία αφιέρωμα σε μένα
Αυτήν η ιστορία είναι καθαρά πλασματική,
η πλοκή καθώς και οι χαρακτήρες των πρωταγωνιστών
δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα.
Αυτήν την ιστορία την αφιερώνω σε όλες εσάς που με στηρίζετε τόσο καιρό
και μου δίνεται το κουράγιο και την φαντασία να συνεχίζω...
(nora, Emy+Robert, annia, ROBELINA, ed<3, despina aek,
bloody swan, LITSA0089, i love edward 2)
bloody swan, LITSA0089, i love edward 2)
και σε όλους όσους διαβάζουν τις ιστορίες μου.
Καλή σας ανάγνωση
Εκεί που δεν το περιμένεις
Κεφάλαιο 1. Ο πειρασμός
Άλλη μια μέρα ξεκινά... ετοίμαζα το πρωινό μας και ταυτόχρονα προγραμμάτιζα την μέρα μου... είχα τόσο άγχος για σήμερα... ένα κακό προαίσθημα... αυτή μας η προσπάθεια ή θα μας έκανε πιο ευτυχισμένο ζευγάρι ή θα μας χαντάκωνε περισσότερο.
«καλημέρα γυναίκα της ζωής μου» τον άκουσα να μου λέει γλυκά και άφησε ένα τρυφερό φιλί πάνω στην κορυφή του κεφαλιού μου.
«καλημέρα αγάπη μου, πως κοιμήθηκες?» τον ρώτησα και εγώ γλυκά και αφού έβαλα καφέ στην κούπα του έκατσα δίπλα του και άρχισα να αλείφω μια φρυγανιά με βούτυρο.
«πολύ καλά εσύ?»
«πιο χάλια δεν γίνεται» είπα κάνοντας μια γκριμάτσα και χαμογέλασε χαϊδεύοντας τον ώμο μου τρυφερά
«καρδιά μου μην έχεις τόσο άγχος, θα δεις αυτήν την φορά θα πάνε όλα καλά... έχω ένα πολύ καλό προαίσθημα γι αυτό»
«εγώ πάλι όχι» είπα ξεψυχισμένα και με έκλεισε στην ζεστή του αγκαλιά για να με καθησυχάσει.
«κακός που δέχτηκα να έρθει ο ανιψιός μου... μέσα σε όλο σου το άγχος...» τον διέκοψα και του χαμογέλασα γλυκά
«Τζέηκ τα είπαμε αυτά... ο ανιψιός σου είναι μεγάλο παιδί... θα πάρει την σοφίτα και στην ουσία θα είναι σαν να μην είναι στο σπίτι... το μόνο που θα έχω να κάνω είναι να μαγειρεύω για τρία άτομα αντί για δύο... η Μαργαρίτα θα έρχεται πιο συχνά για την καθαριότητα οπότε γιατί να μην εξυπηρετήσουμε την ξαδέλφη σου... πραγματικά δεν είναι πρόβλημα αλήθεια» του είπα καθησυχαστικά και αναστέναξε
«είσαι σίγουρη?»
«απολύτως» του είπα πιο αποφασιστικά και μου χαμογέλασε
«είσαι ένας άγγελος» μου απάντησε και μου έδωσε ένα γλυκό φιλί
«τι ώρα θα έρθει?» τον ρώτησα για πολλοστή φορά
«δεν είσαι και πολύ συγκεντρωμένη αυτές τις μέρες» διαπίστωσε με ένα λυπημένο ύφος
«είμαι αρκετά αφηρημένη είναι η αλήθεια» είπα απολογητικά
«μην σε απασχολεί αυτό, θα πάω να τον πάρω απο το κτελ το μεσημέρι και θα έρθουμε μαζί»
«οκ τότε» του είπα και συνεχίσαμε το πρωινό μας χωρίς να πούμε τίποτα άλλο
«θα πας στην κλινική τώρα?» με ρώτησε την ώρα που έβαζε το σακάκι του για να φύγει για το γραφείο.
«όχι πρέπει πρώτα να πάω απο τον γιατρό να μου γράψει ακριβός τι πρέπει να πάρω, μετά να πάω απο το φαρμακείο να τα πάρω και μετά θα πάω στην κλινική για έλεγχο και να κάνω και την πρώτη ένεση»
«καλό κουράγιο γλυκιά μου» είπε και με πήρε στην αγκαλιά του και του χαμογέλασα
«σε ευχαριστώ καρδιά μου και εσύ το ίδιο» του απάντησα τρυφερά και του έδωσα ένα βαθύ φιλί πριν φύγει.
Όλη η μέρα μου πέρασε στους δρόμους... αγώνας ταχύτητας για να τα προλάβω όλα αλλά μέχρι το μεσημέρι επιτέλους είχα τελειώσει και γύριζα στο σπίτι για να ετοιμάσω το τραπέζι για να φάμε όλοι μαζί και να πέσω να ξεκουραστώ επιτέλους απο όλην αυτήν την ταλαιπωρία... σκέφτηκα αλλά το επόμενο τηλεφώνημα μου άλλαξε τα σχέδια...
«Τζέηκ, είσαι καλά γιατί με παίρνεις τέτοια ώρα?» τον ρώτησα με αγωνία καθώς ήξερα ότι δεν το συνήθιζε αυτό εκτός και αν συνέβαινε κάτι
«ηρέμησε καρδιά μου είμαι μια χαρά... ξεκίνησε για να με καθησυχάσει... απλά βγήκε μια σύσκεψη που δεν είχα υπολογίσει και δεν θα προλάβω να πάρω τον μικρό... μπορείς να πεταχτείς αντί για μένα?» στο άκουσμα της λέξεις σύσκεψη η καρδιά μου αμέσως αντέδρασε αλλά όπως πάντα δεν άφησα τον εαυτό μου να εκδηλωθεί
«κοντεύω να φτάσω στο σπίτι, πιστεύεις ότι θα προλάβω να πάω να τον πάρω?»
«θα του τηλεφωνήσω να σε περιμένει»
«εντάξει άλλα στείλε και σε μένα το τηλέφωνο του για να μην χαθούμε, εντάξει καρδιά μου?»
«εντάξει μωράκι μου... σε ευχαριστώ»
«θα τα πούμε στο σπίτι... πιστεύεις ότι θα αργήσεις?»
«Χρυσάνθη ξέρεις ότι δεν είναι στο χέρι μου αυτό» θα προσπαθήσω να γυρίσω όσο πιο γρήγορα μπορώ» είπε κάπως απότομα σε αντίδραση στην ερώτηση μου και με έπιασε το παράπονο
«σε ρώτησα μόνο για να ξέρω αν θα σε περιμένουμε για φαγητό» απάντησα λυπημένα
«το ξέρω καρδιά μου συγνώμη αν ήμουν λίγο απότομος αλλά με έχει αγχώσει αυτή η συνάντηση... βλέπεις είναι πολύ σημαντική για την εταιρία»
«εντάξει... σε κλείνω τώρα για να μην κάνω τον μικρό να περιμένει πολύ ώρα» του απάντησα στο ίδιο ύφος και έκλεισα το τηλέφωνο νευρικά και πάτησα το γκάζι.
Δεν μου άρεσε να του μιλάω σε αυτόν τον τόνο αλλά μερικές φορές ένιωθα τόσο άσχημα με όλα αυτά τα ταξίδια και όλες αυτά τα ξαφνικά μίτηνκ που όσο πέρναγε ο καιρός γινόντουσαν όλο και πιο συχνά και εγώ έμενα πάντα πίσω για να τον περιμένω ατελείωτες ώρες παρέα με ένα βιβλίο για να ξεχαστώ.
Δεν μπορώ να πω ότι ο Τζέηκ δεν με αγαπούσε ή δεν με φρόντιζε με τον καλύτερο τρόπο αλλά απο τότε που αρχίσανε οι αποτυχίες, η μία μετά την άλλη ένιωθα ότι κάθε μέρα απομακρυνόταν όλο και πιο πολύ απο μένα και αυτό μου έφερνε ασυναίσθητα μια ταραχή... ήξερα ότι τις περισσότερες φορές παραλογιζόμουν φέρνοντας στο μυαλό μου το κακό αλλά όσο περισσότερο τα κράταγα μέσα μου, τόσο πιο πολύ ένιωθα η έκρηξη να είναι πολύ κοντά και αυτό είχε αρχίσει να με τρομάζει.
Μετά απο ¾ στους δρόμους με την απίστευτη κίνηση που είχε αυτήν την ώρα, επιτέλους έφτασα στον σταθμό των λεωφορείων και πάρκαρα... έβαλα το καλό μου χαμόγελο και παίρνοντας το κινητό στα χέρια μου άρχισα να ψάχνω για το σωστό λεωφορείο... όταν έφτασα κοντά πήγα στον οδηγό του...
«συγνώμη μπορώ να σας ρωτήσω κάτι?» τον ρώτησα ευγενικά και αμέσως ανταποκρίθηκε με ένα ευγενικό χαμόγελο
«φυσικά, τι θα θέλατε?»
«πριν πόση ώρα ήρθατε?»
«πριν ένα τέταρτο» μου απάντησε και ξεφύσησα γιατί δεν έβλεπα κανέναν γύρω μου να περιμένει... λες να έφυγε ο μικρός μόνος του τελικά? Σκέφτηκα και ψάχνοντας τις επαφές ευχαρίστησα τον οδηγό και άρχισα να κοιτάω γύρω μου μήπως και εντοπίσω πουθενά κανέναν να περιμένει μόνος του.
Την στιγμή που άκουσα την κλήση στο ακουστικό ένα κινητό ακούστηκε να χτυπάει αρκετά κοντά μου και κάνοντας τον γύρω του λεωφορείου τότε τον είδα την στιγμή που απαντούσε.
«είσαι ο Έντουαρτ?» του είπα χαμογελαστά ενώ τον κοίταζα στα μάτια
«είσαι η θεία Χρυσάνθη?» απάντησε σοκαρισμένος με γουρλωμένα μάτια καθώς με κοίταζε καλά καλά και κλείνοντας το κινητό πήγα κοντά του και έτεινα το χέρι μου για να τον χαιρετήσω.
«ναι» του είπα και προσπάθησα πολύ σκληρά να μην γελάσω δυνατά απο το ύφος του
«εεε... χαίρω πολύ» είπε ενώ ταυτόχρονα σηκώθηκε και μου έδωσε και το δικό του χέρι.
«σε έκανα να περιμένεις πολύ ώρα?» τον ρώτησα και αμέσως ξεπάγωσε και άρχισε να συνέρχεται.
«όχι, όχι... είπε γρήγορα και κάπως αμήχανα... πριν ένα τέταρτο ήρθαμε»
«συγνώμη γι αυτό αλλά είχε τέτοια κίνηση που δεν μπόρεσα να έρθω πιο γρήγορα»
«δεν πειράζει» είπε και μου χάρισε ένα χαριτωμένο χαμόγελο
«πάμε? Σίγουρα θα είσαι πολύ κουρασμένος»
«ναι, φυσικά» είπε και παίρνοντας επιτέλους την ματιά του απο πάνω μου άρχισε να μαζεύει τα πράγματα του για να με ακολουθήσει
«θες βοήθεια?» τον ρώτησα πρόθυμη
«όχι, σε ευχαριστώ... τόσο κόπο έκανες για μένα, θα σε βάλω να κουβαλήσεις και τις βαλίτσες μου» είπε πειραχτικά και γέλασα.
Όταν φτάσαμε στο αμάξι με την άκρη του ματιού μου είδα για άλλη μια φορά να γουρλώνει τα μάτια του αλλά δεν είπε τίποτα και αφού βάλαμε τις βαλίτσες στο προτπαγκαζ μπήκαμε και ξεκινήσαμε για το σπίτι...
«ζώνη» του είπα και αμέσως ανταποκρίθηκε και άνοιξα το στερεοφωνικό για να βάλω μουσική.
«μπορείς να βάλεις ότι θέλεις δεν με ενοχλεί» του είπα ευγενικά και χαμογέλασε
«δεν νομίζω ότι θα σου αρέσει ιδιαίτερα η μουσική που ακούω εγώ»
«δοκίμασε με» του είπα παιχνιδιάρικα και γέλασε πάλι.
Άνοιξε την τσάντα του και έβγαλε ένα cd, με κοίταξε για άλλη μια φορά αποδοκιμαστικά και την στιγμή που πάτησε το play, χαμογέλασα.
«δεν περίμενα ένα παιδί στην ηλικία σου να έχει τέτοια ακούσματα» του είπα σοβαρά και με κοίταξε με απορία
«ξέρεις τους Debussy?»
«φυσικά έχω όλα τα cd τους... το clair de lune είναι ένα απο τα αγαπημένα μου» του απάντησα και αμέσως η ματιά του έγινε πιο ζεστή και πιο χαρούμενη
«και εμένα... είπε περισσότερο στον εαυτό του παρά σε εμένα ψιθυριστά και μετά συνέχισε... μου κάνει τρομερή εντύπωση... είχα αρχίσει να πιστεύω τελικά ότι μόνο εγώ ακούω αυτού του είδους την μουσική»
«να που έπεσες έξω» του είπα ανάλαφρα και συνεχίσαμε την πορεία μας χωρίς να πούμε κάτι άλλο αλλά με την άκρη του ματιού μου τον έβλεπα να μου ρίχνει κρυφές ματιές...
Όταν φτάσαμε στο σπίτι και συνειδητοποίησε που θα μένει απο σήμερα και για το υπόλοιπο που θα ήταν κοντά μας... για άλλη μια φορά γούρλωσε τα μάτια και έμεινε κοκαλωμένος να το κοιτάζει με θαυμασμό...
«ουααααουυυυυυ μην μου πεις ότι αυτό είναι το σπίτι σας?»
«σου αρέσει?»
«αν μου αρέσει λέει?? Είναι εκθαμβωτικό»
«μην θαμπώνεσαι τόσο πολύ με το εξώφυλλο Έντουαρτ... είναι απλά ένα σπίτι»
«απλά ένα σπίτι? Αυτό το λες απλά ένα σπίτι?»
«πίστεψε με... είναι απλά ένα σπίτι... συνέχισα εγώ χαμογελώντας... που η κοινωνική μας θέση καθώς και η φύση της δουλειάς μου μας επιβάλει να το έχουμε για να δειχνόμαστε λες και αυτό καθορίζει το τι ήμαστε ή το ποιοι ήμαστε... αν με ρώταγες θα σου έλεγα ότι χίλιες φορές να ζούσα στο χωριό σου σε ένα παλιό αναπαλαιωμένο αρχοντικό παρά μέσα σε αυτήν την χλιδή... είναι τόσο επιφανειακό και ναι είναι απλός ένα σπίτι» συνέχισα εγώ και είχε κολλήσει τα μάτια του ξανά απάνω μου μόνο που αυτήν την φορά ήταν πιο σκεπτικός και πιο απορροφημένος να με κοιτάει έντονα.
«φτάσαμε» του είπα ανοίγοντας την πόρτα μόλις μπήκαμε στο γκαράζ και άλλο ένα σοκ ήρθε για να τον κάνει για άλλη μια φορά να μείνει με ανοιχτό το στόμα
«δεν το πιστεύω... όλα αυτά είναι δικά σας?» με ρώτησε την στιγμή που είδε τα αυτοκίνητα που ήταν μέσα στο γκαράζ και γέλασα
«άσκοπες αγορές... δεν μπορώ να καταλάβω τι μανία πιάνει τον Τζέηκ να αγοράζει κάθε τρις και λίγο καινούργιο αμάξι αφού εκείνος παίρνει μονίμως την μερσεντέζ και εγώ μονίμως το βόλβο μου» είπα και γέλασα δυνατά με την απορία στο ύφος του
«έλα εδώ... του είπα και το πήγα προς την κλειδωθήκη... ο κωδικός είναι 2365... του είπα και άνοιξα το πορτάκι... απο εδώ μπορείς να πάρεις όποιο κλειδί θες και να χρεισημοποιήσεις όποιο αυτοκίνητο σου αρέσει... εκτός την μερσέντες του θείου σου και το βόλβο το δικό μου μπορείς να πάρεις όποιο άλλο θες για τις μετακοινήσεις σου»
«το λες αλήθεια?» είπε σοκαρισμένος
«φυσικά... δίπλωμα οδήγησης έχεις?»
«ναι» είπε αφηρημένα
«οκ λοιπόν... πάει και αυτό» του είπα αδιάφορα και κλείνοντας το πορτάκι γύρισα στο αυτοκίνητο για να πάρω τα πράγματα μου και εκείνος με ακολούθησε κοιτώντας ακόμα τα αυτοκίνητα θαμπωμένος.
Άνοιξα την πόρτα και μπαίνοντας στο σαλόνι άρχισε να σφυρίζει με θαυμασμό.
«είναι το κάτι άλλο... εσύ το έκανες όλο αυτό?»
«αυτή είναι η δουλειά μου... είπα αδιάφορα και άρχισα να πηγαίνω προς την κουζίνα... απο εδώ είναι η κουζίνα, περίμενε με για λίγο να βάλω αυτά στο ψυγείο... του είπα καθώς του έδειχνα την σακούλα που κρατούσα... και θα έρθω αμέσως να σου δείξω το δωμάτιο σου, την κουζίνα έτσι κι αλλιώς θα την δεις μετά που θα κατέβεις για να φάμε» του είπα και πήγα γρήγορα για να βάλω τις ενέσεις στο ψυγείο πριν χαλάσουν και πάει τσάμπα αυτή η προσπάθεια και γυρίζοντας κοντά του τον βρήκα να κοιτάει γύρω του με θαυμασμό.
«πάμε?» τον ρώτησα και μου ένευσε παίρνοντας πάλι τις βαλίτσες του στα χέρια για να με ακολουθήσει
«αυτός ο όροφος είναι ο δικός μας... απο εκεί είναι η κρεβατοκάμαρα μας, το γραφείο του Τζέηκ και εδώ είναι δύο άδειες αχρησιμοποίητες κρεβατοκάμαρες που μπορείς να της χρησιμοποιήσεις αν θες να φιλοξενήσεις κάποιον φίλο σου... δεν χρησιμοποιούνται ποτέ αλλά είναι πάντα καθαρές και τακτοποιημένες για έκτακτες ανάγκες»
«δεν θα ήθελα να σας φέρω σε δύσκολη θέση... και που με φιλοξενήτε είναι πολύ για μένα»
«μην λες ανοησίες... θέλω να νιώθεις σαν στο σπίτι σου... αν θελήσεις να φέρεις κανέναν φίλο σου ή ακόμα και καμία κοπελιά σου μην διστάσεις ποτέ να το κάνεις... δεν θα σε παρεξηγήσουμε... δεν θέλω να νιώθεις ξένος μέσα στο σπίτι... πράξε όπως θα έκανες και αν ήσουν στο σπίτι σου, κανένας δεν θα σε παρεξηγήσει»
«σε ευχαριστώ» είπε με ειλικρίνεια και αφού του χαμογέλασα άρχισα να ανεβαίνω προς τον επόμενο όροφο
«και εδώ θα είναι το νέο σου δωμάτιο» του είπα την στιγμή που άνοιξα την πόρτα και τρελάθηκε τελείως.
«συγνώμη εσύ το λες αυτό δωμάτιο?» δεν μπόρεσα να μην γελάσω
«σκέφτηκα ότι θα ένιωθες πιο άνετα εδώ»
«νιώθω σαν να είμαι σε καμία πολυτελή σουίτα ενός πανάκριβου ξενοδοχείου» είπε αφηρημένος αφήνοντας τις βαλίτσες στο πάτωμα
«η αλήθεια είναι ότι κάπως έτσι το είχα φανταστεί... και χαίρομαι που τελικά είχε ακριβός αυτό το αποτέλεσμα... εδώ θα βρεις ότι μπορεί να χρειαστείς... του είπα δείχνοντας του το μπαράκι το μπάνιο και το γραφείο του... δεν ήξερα αν θα φέρεις δικό σου υπολογιστή και σου έφερα ένα λαπτοπ για να κάνεις την δουλειά σου»
«όχι δεν έφερα τίποτα... σκεφτόμουν να πάρω ένα απο εδώ»
«δεν χρειάζεται να κάνει κάτι τέτοιο... είναι καινούργιο και αχρησιμοποίητο οπότε χρησιμοποίησε αυτό... του είπα και πήγα προς την μπαλκονόπορτα... ξέχασα να σε ρωτήσω καπνίζεις?»
«αν και δεν θα έπρεπε... είπε χαμογελώντας... που και που την έχω αυτήν την κακιά συνήθεια»
«τότε θα σε παρακαλέσω αν μπορείς να μην καπνίζεις στο σπίτι... τον Τζεηκ τον ενοχλεί πάρα πολύ η μυρωδιά και γι αυτό καπνίζουμε πάντα έξω απο το σπίτι... βγήκα στο μπαλκονάκι και με ακολούθησε... και αυτό είναι το μπαλκόνι σου»
«ουαααουυ απίστευτη θέα» είπε μαγεμένος
«και που να δεις τι δεις την νύχτα» του είπα επιβεβαιώνοντας τα λόγια του
«τώρα σε αφήνω να τακτοποιηθείς και όταν είσαι έτοιμος έλα να με βρεις στην κουζίνα για να φάμε, οκ?»
«σε ευχαριστώ πάρα πολύ για ότι κάνεις για μένα»
«παρακαλώ δεν κάνει τίποτα... έναν ανιψιό τον έχουμε να μην τον φροντίσουμε?» τον πείραξα κλείνοντας του το μάτι και γέλασε
«προλαβαίνω να κάνω ένα ντουζ πριν το φαγητό?»
«ναι φυσικά» του είπα πηγαίνοντας προς την πόρτα
«δεν θα αργήσω σου το υπόσχομαι»
«μην βιάζεσαι μέχρι να ζεσταθεί το φαγητό έχεις χρόνο» του είπα και βγαίνοντας απο το δωμάτιο άρχισα να κατεβαίνω τα σκαλιά για να τον αφήσω μόνο του αλλά πριν φτάσω στο σαλόνι θυμήθηκα ότι ξέχασα να του δώσω τα κλειδιά και ανέβηκα πάλι πάνω.
Φτάνοντας στην πόρτα τον είδα ότι είχε ήδη ξεντυθεί απο την μέση και πάνω και ετοιμάζονταν να βγάλει και το παντελόνι αλλά πριν προλάβω να φύγω πριν με καταλάβει κατάλαβα ότι με την άκρη του ματιού του με είδε όποτε έπρεπε να παίξω την αδιάφορη.
«συγνώμη δεν ήθελα να σε ενοχλήσω αλλά είμαι τόσο αφηρημένη τον τελευταίο καιρό... ξέχασα να σου αφήσω τα κλειδιά σου... είπα δείχνοντας το μπρελοκ με τα κλειδιά και αφήνοντας τα πάνω στο γραφείο άρχισα πάλι να φεύγω... θα είμαι στην κουζίνα αν χρειαστείς κάτι» του είπα με ήρεμη και σταθερή φωνή φεύγοντας και κλείνοντας την πόρτα κατέβηκα στην κουζίνα.
Όταν είδα για μια στιγμή το σώμα του σάστισα αλλά ευτυχώς κατάφερα να ανασυγκροτηθώ πολύ γρήγορα... είναι φυσικό να έχει αυτό το σώμα απο την στιγμή που ήταν αθλητής αλλά για κάποιον λόγο απο την στιγμή που τον είδα έκανε την καρδιά μου να χτυπάει τόσο άρρυθμα που άρχισε αυτό να μου την δίνει στα νεύρα... γιατί έπρεπε να είναι τόσο όμορφος??? Και γιατί έπρεπε να έρθει τώρα... στην πιο δύσκολη περίοδο της ζωής μου???
Μέσα στα 5 χρόνια έγγαμου βίου, είχα ξανα βρεθεί στον δρόμο του πειρασμού αλλά πάντα τον αντιμετώπιζα χωρίς πρόβλημα... ο Τζέηκ ήταν ο έρωτας της ζωής μου και ποτέ δεν μετάνιωσα για την επιλογή μου και ας ήταν αρκετά χρόνια μεγαλύτερος μου... με τα χρόνια τον αγάπησα περισσότερο και αν γύριζα τον χρόνο πίσω και πάλι την ίδια επιλογή θα έκανα και δεν θα άλλαζα τίποτα απο την ζωή μου, για τίποτα και για κανέναν.
Έντουαρτ
Τι περίεργη γυναίκα... η μητέρα μου με έχει προειδοποιήσει ότι η θεία μου ήταν πολύ πιο νεότερη απο τον θείο μου αλλά όταν την αντίκρισα έχασα την γη κάτω απο τα πόδια μου... αν και δεν ξέρω την ηλικία της πρέπει να είναι σχεδόν συνομήλικη μου αλλά είναι τόσο προσγειωμένο άτομο που σε κάνει να νιώθεις ότι στο μυαλό και στην συμπεριφορά της είναι περισσότερο στην ηλικία του θείου μου.
Απο την πρώτη στιγμή που αντίκρισα το σπίτι έμεινα εκστασιασμένος... ο πλούτος και η αφθονία φώναζαν απο μακριά... αλλά για εκείνην ήταν όλα απλά απαραίτητα αντικείμενα που τις επιβάλει η κοινωνική της τάξη... ή καλύτερα θα έλεγα μάλλον ο θείος Τζεηκ... απο ότι κατάλαβα εκείνος θα πρέπει να είναι πολύ πιο υλιστής απο ότι εκείνη και απλός η θεία του κάνει το χατήρι και δεν του φέρνει αντίρρηση σε ότι εκείνος επιθυμεί... ο τρόπος που μιλάει για εκείνον ή το πως αναφαίρετε σε εκείνον, σε κάνει να καταλαβαίνεις ότι είναι η προτεραιότητα της και πάντα βάζει τις δικές του ανάγκες πάνω απο τις δικές της.
Ήταν πολύ γλυκιά και πολύ δοτική... κάνει τα πάντα για να ευχαριστεί τους άλλους και ενώ με μια ματιά καταλαβαίνεις αμέσως το πόσο εξαντλημένη είναι, εκείνη συνεχίζει να με περιποιείται με τέτοιον τρόπο ώστε να με ευχαριστήσει και να με κάνει να νιώσω πιο άνετα.
Είναι σίγουρα μια καλλονή και απορώ ακόμα τι ακριβός ήταν αυτό που βρήκε στον θείο μου και τον παντρεύτηκε... ποτέ δεν είχαμε ακούσει ούτε ένα κουτσομπολιό για εκείνους και πάντα η μητέρα του θείου Τζέηκ ήταν σκασμένη κάθε φορά που γύριζε απο την Αθήνα, πίσω στο χωριό που δεν μπορούσε ποτέ να βρει ένα ψεγάδι απο την νύφη της για να την πικάρει και η μητέρα μου γέλαγε τόσο πολύ με αυτό.
Την στιγμή που την έπιασα στην πόρτα του δωματίου μου την ώρα που ξεντυνόμουνα για να μπω να κάνω ένα γρήγορο ντουζ, για μια στιγμή νόμιζα ότι με χάζευε αλλά εκείνη ήταν τόσο σοβαρή και αμέσως πριν καταλάβει ότι την πείρα είδηση μου μίλησε πριν κάνω καμία κίνηση και ξεντυθώ μπροστά της... τότε τα έχασα περισσότερο... αντι να τα χάσει την στιγμή που γύρισα και την αντίκρισα ή να μείνει στην θέση της και να με φάει με τα μάτια της όπως κάνουν τα κορίτσια όταν με βλέπουν χωρίς τα ρούχα μου, εκείνη με κοίταζε μόνο μέσα στα μάτια για να μην με φέρει σε δύσκολη θέση και με σταθερή και ατάραχη φωνή μου είπε αμέσως τον λόγο που είχε έρθει πίσω και όπως ήρθε έτσι και εξαφανίστηκε χωρίς καν να με κοιτάξει.
Ήταν τόσο περίεργο για μένα κάτι τέτοιο... είναι τόσο συνηθισμένος οι γυναίκες να με τρώνε με τα μάτια τους ακόμα και όταν φοράω ρούχα που η αδιάφορη ματιά της για κάποιον λόγο με ενόχλησε... με έκανε να νιώσω τόσο αμήχανα που τελικά αντί να τα χάσει εκείνη με το θέαμα που έβλεπε, τα έχασα εγώ με την αδιάφορη στάση της...
Φόρεσα την φόρμα μου και ένα στενό μπλουζάκι και πήγα να την βρω... ήταν στην κουζίνα και ετοίμαζε το τραπέζι απορροφημένη στις σκέψεις της, που δεν κατάλαβε αμέσως την παρουσία μου... μόλις γύρισε και με κοίταξε μου χαμογέλασε ζεστά και βάζοντας το πιάτο στο τραπέζι, με προσκάλεσε για να κάτσω.
«έχω κάνει κοτόπουλο με πατάτες στον φούρνο... ελπίζω να σου αρέσει» είπε με την ζεστή της φωνή και της χαμογέλασα
«μυρίζει υπέροχα» της είπα ειλικρινά και έκατσα στην καρέκλα χωρίς να σταματάω να την κοιτάω επίμονα.
Μετά απο λίγες στιγμές σιωπής.....
«τελικά δεν μου είπες... πως και αποφάσισες να παρατήσεις την ιατρική και να ξεκινήσεις γυμναστική ακαδημία?»
«η ιατρική, ήταν πάντα το όνειρο των γονιών μου... ενώ η γυμναστική ακαδημία ήταν το δικό μου... όταν μπούχτισα με όλα αυτά τα βιβλία και τις βελόνες τα παράτησα και έκανα το δικό μου»
«απο αυτήν την άποψη τότε καλά έκανες» είπε χαμογελώντας ζεστά και συνέχισε να τρώει
«εσύ έχεις δικό σου γραφείο?»
«όχι ακριβός... συνεργάζομαι με μια ομάδα... αλλά αυτόν τον καιρό έχω πάρει μόνιμη άδεια και απλά τους βοηθάω όπου χρειαστεί μόνο στα σχέδια»
«πως και έτσι?»
«είπα για λίγο να αφοσιωθώ στην οικογένεια μου... είπε ανασηκώνοντας τους ώμους της αλλά κατάλαβα ότι κάτι άλλο κρυβόταν απο κάτω και την πίεσα περισσότερο
«ο θείος Τζεηκ σε ανάγκασε?»
«όχι μόνη μου την πήρα την απόφαση για να κάνω ευκολότερη την ζωή μου»
«δεν νομίζω ότι καταλαβαίνω»
«κοίτα... ξεκίνησε διστακτικά... υπάρχει ένα θέμα που τρέχει και εφόσον θα είσαι εδώ σίγουρα δεν θα σου μείνει απαρατήρητο... αλλά θα σε παρακαλέσω ότι και να πούμε εδώ να μην βγει έξω απο αυτό το σπίτι, γιατί δεν θέλω να εκθέσεις τον θείο σου, εντάξει?»
«αν και δεν καταλαβαίνω τι εννοείς σου υπόσχομαι ότι δεν θα το πω πουθενά»
«μου δίνεις τον λόγο σου ότι δεν θα το πεις πουθενά?» μου είπε σοβαρά κοιτώντας με έντονα στα μάτια
«ναι» της απάντησα το ίδιο σοβαρά και πήρε μια ανάσα
«σίγουρα θα έχεις ακούσει τα κουτσομπολιά που ακούγονται για μας»
«για να είμαι ειλικρινής... αυτό που μου κάνεις περισσότερο εντύπωση είναι ότι δεν υπάρχουν κουτσομπολιά για σας τους δύο»
«ούτε γιατί δεν έχουμε κάνει ακόμα παιδί?» με ρώτησε δύσπιστα
«εντάξει γι αυτό το θέμα κατακαιρούς κάτι ακούγετε» είπα αποφεύγοντας να την κοιτάξω στα μάτια... γιατί δεν θα ήθελα με τίποτα να της πω όσα λέει πάνω σε αυτό το θέμα η θεία μου...
«δεν χρειάζεται να νιώθεις άσχημα και ούτε θα σου ζητήσω να μου πεις τι ακριβός λένε για μας... γιατί πολύ απλά μου είναι αδιάφορα... αλλά το θέμα είναι ότι ακριβός γι αυτόν τον λόγο δεν θέλω να πεις τίποτα και πουθενά... όχι για μένα... προσωπικά καρφί δεν μου καίγεται αλλά και δεν έχω ταμπού πάνω σε αυτά τα θέματα... αλλά επειδή ο θείος σου δεν θέλει να μάθει κανείς τίποτα... γι αυτό σε παρακαλώ να μας σεβαστείς και να είσαι διακριτικός πάνω σε αυτό το θέμα»
«τι ακριβός θες να μου πεις?»
«εγώ με τον θείο σου παλεύουμε τα τρία τελευταία χρόνια για να κάνουμε παιδί και δυστυχώς δεν είχαμε τα αποτελέσματα που θα θέλαμε... γι αυτό και φτάσαμε στην λύση της εξωσωματικής... γι αυτό και άφησα για λίγο την δουλειά μου για να μπορώ να είμαι ήρεμη όσο κάνω τις προσπάθειες μου»
«λυπάμαι πάρα πολύ... δεν ξέρω τι να πω»
«μην λυπάσαι όλα μέσα στην ζωή είναι... άλλωστε πάντα πίστευα ότι όλα όσα μας συμβαίνουν έχουν κάποιο λόγο που συμβαίνουν» είπε ανάλαφρα και έβλεπα στο βλέμμα της ότι πραγματικά το πίστευε.
«σου ορκίζομαι δεν θα βγει κουβέντα απο το στόμα μου» μου χαμογέλασε γλυκά
«σε ευχαριστώ γι αυτό... δεν βλέπω να τρως όμως... σίγουρα σου άρεσε? Μπορώ να σου φτιάξω κάτι άλλο αν θες»
«όχι, όχι είμαι μια χαρά... είπα γρήγορα γιατί την είχα ικανή να κάτσει να μαγειρέψει κάτι άλλο για να με ευχαριστήσει και δεν θα ήθελα με τίποτα να την επιβαρύνω περισσότερο... απλά είμαι λίγο κουρασμένος και δεν έχω πολύ όρεξη»
«σίγουρα?» με ρώτησε με δυσπιστία και βιάστηκα να αλλάξω κουβέντα για να την αποπροσανατολίσω.
«εσύ δεν μου είπες»
«τι πράγμα» είπε χαμογελώντας αφού κατάλαβε ότι άλλαζα κουβέντα για να σταματήσει να με πιέζει.
«με τον θείο πως γνωρίστηκες?»
«μμμ... μουρμούρισε και όλο της το πρόσωπο έλαμψε, σίγουρα τον αγαπάει με όλην της την καρδιά, σκέφτηκα και για κάποιον λόγο ένιωσα ένα τσίμπημα στην καρδιά μου... μόλις είχα πιάσει δουλειά σε μια εταιρία που είχε αναλάβει την διακόσμηση του γραφείου του και σαν καινούργια με έστειλαν για να κάνω τις πρώτες μετρήσεις για τα δοκιμαστικά σχέδια, εκεί είδα και τον θείο σου... έρως με την πρώτη ματιά... για ώρες δεν μπορούσαμε να ξεκολλήσουμε τα μάτια μας ο ένας απο τον άλλον, μέχρι που μου ζήτησε να βγούμε... απο εκείνο το βράδυ δεν έχουμε ξεκολλήσει ο ένας απο τον άλλον» είπε και άλλο ένα χαμόγελο άγγιξε τα ζεστά της χείλι.
«αλήθεια πόσα χρόνια έχετε διαφορά?»
«20 χρόνια»
«και δεν σε πείραξε ποτέ αυτή η διαφορά ηλικίας?» ρώτησα περίεργος αλλά εκείνη άλλαξε ύφος και έγινε πιο σοβαρή
«δεν το μετάνιωσα ποτέ μου... με τον Τζέηκ έχω ζήσει τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου και αν γύριζα το χρόνο πίσω και πάλι θα έκανα το ίδιο» είπε και μέσα στην ματιά της είδα το πόσο του εννοούσε
«συγνώμη που ρωτάω αλλά πόσο χρονών είσαι?»
«εσύ για πόσο με κάνεις?» με πείραξε και γέλασα
«εμφανισιακά θα έλεγα ότι πρέπει να έχουμε την ίδια ηλικία... αλλά ο τρόπος που μιλάς σε κάνει να φαίνεσαι μεγαλύτερη»
«δηλαδή που καταλήγεις» συνέχισε πειρακτικά
«δεν ξέρω 23?» είπα την δική μου ηλικία για να την δοκιμάσω
«σε δύο μήνες θα κλείσω τα 25»
«απίστευτο και ο θείος είναι δηλαδή 45 σωστά?»
«ναι» είπε χαμογελώντας με το σοκαρισμένο ύφος μου
«συγνώμη αλλά ακόμα να καταλάβω τι του βρήκες... δεν θέλω να σε προσβάλω μην το πάρεις στραβά αλλά αν κρίνω απο την μητέρα του θα πρέπει να είναι λίγο περίεργος»
«όλοι μας έχουμε τις ιδιοτροπίες μας... αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε και περίεργοι... και για να σου λύσω την απορία σου... έχει να κάνει με αυτό που σου είπα και πριν... ποτέ μην κρίνεις απο το εξώφυλλο... ο Τζεήκ ήταν αυτός που μου άγγιξε την καρδιά... απο εκεί και πέρα δεν με ένοιαξε τίποτα άλλο»
«για να το λες εσύ έτσι θα είναι» είπα απηυδισμένος... με αυτήν την γυναίκα δεν ξέρω απο που θα μου έρθει... είναι τόσο απρόβλεπτη.
«εγώ θα πάω να ξαπλώσω γιατί είμαι απο το πρωί στους δρόμους και τα έχω παίξει λίγο... μου είπε όταν μάζεψε το τραπέζι και έβαλε τα πιάτα στο πλυντήριο... εσύ νιώσε σαν στο σπίτι σου, στον κάτω όροφο που αφηρημένη ξέχασα να σου δείξω έχει ένα χώρο διασκέδασης, αν δεν νυστάζεις μπορείς να πας να του ρίξεις μια ματιά, θα το βρεις αρκετά ενδιαφέρον... μου είπε και μου έκλεισε το μάτι χαμογελώντας... θα τα πούμε το απόγευμα, οκ?»
«ναι σε ευχαριστώ για όλα... καλή ξεκούραση»
«σε ευχαριστώ... επίσης» είπε και εξαφανίστηκε
Αφού ήπια ένα ποτήρι νερό τελικά αποφάσισα να πάω να ξεκουραστώ και εγώ... όταν ξύπνησα μετά δεν ξέρω και εγώ πόσες ώρες, είδα ότι είχε βραδιάσει και σάστισα... κοίταξα το ρολόι και είδα ότι ήταν 8 το βράδυ και τρελάθηκα... τελικά ήμουν πιο κουρασμένος απο ότι νόμιζα... πήρα τα τσιγάρα μου και πήγα στο μπαλκόνι να κάνω ένα για να ξυπνήσω και τότε την είδα και κοκάλωσα.
Ήταν μέσα στην πισίνα με ένα μικροσκοπικό μαγιό να κολυμπάει με τόση χάρη ανέμελη απαλλαγμένη άπο όλα όσα την προβληματίζαν... το σώμα της ήταν τόσο καλλίγραμμο τόσο υπέροχο που σίγουρα καταλάβαινες ότι έχει ξοδέψει ώρες σε γυμναστήριο για να μην χάσει αυτήν την υπέροχη σιλουέτα... και όλα αυτά για ποιον??? Για τον θείο Τζέηκ... ας γελάσω... σκέφτηκα και ένα γελάκι μου ξέφυγε.
Έκατσα στην καρέκλα και άναψα το τσιγάρο μου καθώς την θαύμαζα απο μακριά... εκείνη δεν είχε καταλάβει ότι εγώ ήμουν στο μπαλκόνι και την κοιτούσα και αυτό μου έδινε το ελεύθερο να την κοιτάξω πιο καλά... κάθε λεπτό που πέρναγε, ένιωθα μέσα μου να ζεσταίνομε όλο και πιο πολύ μέχρι που άκουσα την φωνή του θείου μου και σχεδόν πνίγηκα απο τον καπνό του τσιγάρου και με χίλιους τρόπους προσπάθησα να σταματήσω τον βήχα μου για να μην με καταλάβουν.
Πέταξα το τσιγάρο στο τασάκι και μπήκα μέσα στο δωμάτιο μέχρι να ηρεμήσω και όταν τα κατάφερα βγήκα και πάλι δειλά για να δω αν ήταν ακόμα εκεί και τότε τους είδα μαζί... ήταν αγκαλιασμένοι και η Χρυσάνθη τον φίλαγε τόσο τρυφερά... ένας πόνος διαπέρασε το στήθος μου και με έκανε να κοπώ στα δύο... ζήλεψα τόσο αυτό το φιλί που ακόμα και απο το σημείο που ήμουν μπορούσα να δω όλη την αγάπη και την λατρεία που του είχε... τέτοιο φιλί δεν έχω γευτεί ποτέ στην ζωή μου... και θα κάνω τα πάντα για να το αποκτήσω..........