Όταν γύρισα κοιμόταν ακόμα... ξάπλωσα μαζί της και την κράτησα στην αγκαλιά μου αλλά κοιμόταν τόσο βαθιά που δεν κουνήθηκε καθόλου και έτσι έμεινα να κοιτώ αυτόν τον άγγελο να αναπνέει ρυθμικά σκεπτόμενος όλα όσα είχαν γίνει και όλα όσα μου εκμυστηρεύτηκε ο Μάικ.
«Έντουαρντ τι κάνεις εδώ???» με ρώτησε με βαθιά φωνή μόλις άνοιξε τα μάτια της και η καρδιά μου έχασε έναν χτύπο... όταν το κάνει αυτό δεν ξέρω πως να αντιδράσω.
«Μπέλα δεν είπαμε...» δεν με άφησε να τελειώσω την φράση μου
«δεν σε ρώτησα τι κάνεις στο σπίτι... είπε γελώντας και η καρδιά μου πήγε στην θέση της... εννοώ τι κάνεις στο κρεβάτι» γέλασα και της έδωσα ένα φιλί
«σε κοιτάω που κοιμάσαι» μου χάιδεψε το πρόσωπο γελώντας
«δεν έχεις τίποτα καλύτερο να κάνεις?» με πείραξε και γέλασα
«όχι» της απάντησα και αμέσως άρχισε να με φιλάει με πάθος τυλίγοντας τα χέρια της γύρω μου
Το σώμα μου πήρε αμέσως φωτιά αλλά όση ώρα κοιμόταν είχα πάρει την απόφαση να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα πριν συνεχιστεί αυτό... δεν είναι ότι δεν με ξετρέλαινε το πάθος της αλλά ήθελα να είμαι σίγουρος για το πως θα συνεχίζαμε... δεν άντεχα άλλο να ζω στην αμφιβολία... την ήθελα δικιά μου και ήθελα να της το ξεκαθαρίσω τώρα.
«Μπέλα?» την ρώτησα όταν άφησε τα χείλια μου και άρχισε να με φιλάει στον λαιμό.
«μμμμμ???» είπε μόνο χωρίς να σταματά και ένα βογκητό μου ξέφυγε την στιγμή που ένιωσα τα ζεστά της χέρια να εξερευνούν το κορμί μου.
«Μπέλα σε παρακαλώ σταμάτα... συνέχισα με δυσκολία μόλις ένιωσα τα χέρια της να μου κατεβάζουν το παντελόνι της φόρμας... σε παρακαλώ» προσπάθησα άλλη μια φορά αλλά μόλις ένιωσα τα καυτά της φιλιά πάνω στον ανδρισμό μου τα παράτησα.
Ήταν τόσο καυτή, τόσο παθιασμένη που έχασα το μυαλό μου... ξέχασα μέχρι και το όνομα μου αλλά εκείνη δεν σταμάταγε με τίποτα... όλες της οι κινήσεις,όλα τα πύρινα φιλιά της με στέλνανε στον παράδεισο και εγώ την ακολουθούσα.
«να πάρει Μπέλα πως το κάνεις αυτό» είπα ουρλιάζοντας την στιγμή που ένιωσα την έκρηξη μέσα μου να με πνίγει και εκείνη συνέχισε με περισσότερο πάθος και η καρδιά μου άρχισε να καλπάζει γρήγορα.
«Μπέλα» φώναξα τεντώνοντας το σώμα μου και μην μπορώντας άλλο να ελέγξω το κορμί μου άφησα την έκρηξη να με παρασύρει και να απελευθερωθεί... η ανάσα μου ήταν τόσο γρήγορη... η καρδιά μου κόντευε να σπάσει και το αίμα είχε ανέβει στο κεφάλι... δεν μπορούσα να θυμηθώ ούτε που ήμουν, ούτε το γιατί.
Μέχρι που ένιωσα κάτι ζεστό και υγρό να περνάει πάνω απο όλο μου το κορμί και τότε χαμήλωσα το κεφάλι μου και την κοίταξα... κούνησα το κεφάλι μου χαμογελώντας και εκείνη με κοίταξε με απορία.
«τι?» με ρώτησε και πήρα μια βαθιά ανάσα για να μπορέσω να μιλήσω
«σίγουρα θα το πάθω το εγκεφαλικό μαζί σου» της είπα και γελώντας δυνατά ήρθε κοντά μου.
«ήθελες κάτι να μου πεις πριν?» με ρώτησε κοιτώντας με βαθιά στα μάτια, βάζοντας το κεφάλι της να ακουμπήσει πάνω στο χέρι της.
«πραγματικά δεν έχω ιδέα» της είπα με ειλικρίνεια κοιτώντας την βαθιά στα μάτια... έβαλα το χέρι μου να ακουμπήσει πάνω στο μάγουλο της και έμεινα να την κοιτάω μαγεμένος.
«δεν χορταίνω να σε κοιτάω» είπα με βαθιά φωνή και βάζοντας το χέρι της πάνω στο πρόσωπο μου αφήσαμε τις ματιές μας να πουν τα λόγια της ψυχής μας.
Δεν ξέρω πόση ώρα είχαμε μείνει να κοιτάμε ο ένας τον άλλον... μέχρι που τα μάτια μας ταυτόχρονα δάκρυσαν και έπεσε στην αγκαλιά μου... την κράτησα σφιχτά απάνω μου βάζοντας το πρόσωπο μου να ακουμπήσει πάνω στον ώμο της και τότε όλη μου η ψυχή απελευθερώθηκε και ένιωσε την ανάγκη να πει όσα δεν τόλμησε όλες αυτές της φριχτές μέρες που ήταν μακριά της.
«συγχώρεσε με που ήμουν τόσο εγωιστής... συγχώρεσε με που άργησα τόσο πολύ να το καταλάβω» της είπα με παράπονο και με έσφιξε περισσότερο
«είσαι εδώ τώρα, αυτό έχει μόνο σημασία» είπε με πόνο στην φωνή της
«ξέρεις γιατί έφυγα την Δευτέρα???... κούνησε αρνητικά το κεφάλι της... γιατί καταβάθος το ήξερα απο τότε... έφτασα μπροστά στην σκάλα και ήθελα να τρέξω κοντά σου, ήθελα να σε φυλακίσω στην αγκαλιά μου για πάντα και αυτό με τρόμαξε... για πρώτη φορά στην ζωή μου φοβήθηκα, γι αυτό και έτρεξα μακριά σου... όμως την επόμενη μέρα την ώρα που με ρώτησες αν έχω να προσθέσω κάτι πάνω στην εργασία μου η φωνή της συνείδησης μου, ήρθε να το επιβεβαιώσει και πάγωσα... άκουγα μέσα την σκέψη μου να σου το φωνάζει και σφράγισα τα χείλια μου για να μην σου το φωνάξω μπροστά σε όλην την τάξη... εκείνη την ώρα ήταν που το κατάλαβε και ο Έμετ... όταν γύρισα στο δωμάτιο μας άρχισε να μου κάνει ανάκριση αλλά όσο του το αρνιόμουνα τόσο εκείνος πειθόταν για το αντίθετο και εκεί προσπάθησε να με πείσει να προχωρήσω μπροστά για να σε ξεχάσω... δεν του ρίχνω ευθύνη... η ευθύνη είναι καθαρά δική μου... εγώ είμαι αυτός που δείλιασε μπροστά στο προφανές και με χίλιους τρόπους προσπάθησα να το αρνηθώ... όταν έκανα έρωτα με εκείνη την κοπέλα...»
την ένιωσα να σφίγγετε απάνω μου και όλος ο πόνος που διαπέρασε το κορμί της με έκανε χίλια κομμάτια... αλλά δεν ήταν η στιγμή να κάνω πίσω... έπρεπε να τα πω... έπρεπε να είμαι ειλικρινής μαζί της αν ήθελα μια σωστή αρχή.
«ήταν η πιο εγωιστική... η πιο απαίσια πράξη που έχω κάνει στην ζωή μου και την πλήρωσα ακριβά με χίλιους τρόπους... ένιωσα πιο κενός απο κάθε άλλη φορά... πάλευα με το συνειδητό και το υποσυνείδητο μέχρι την στιγμή που η εικόνα σου ήρθε και τρύπωσε στο μυαλό μου και με έκανε να καταλάβω το τι κάνω... είχες απόλυτο δίκιο... είμαι το χειρότερο είδος ανθρώπου που έχει υπάρξει... και πίστεψε με δεν έχω νιώσει ποτέ ξανά τόση αηδία για τον ίδιο μου τον εαυτό... όμως σου το ορκίζομαι ποτέ δεν θέλησα να σε εκμεταλλευτώ... ποτέ»
Κούνησε το κεφάλι της χωρίς να μιλάει και παίρνοντας άλλη μια ανάσα της άφησα ένα απαλό φιλί πάνω στον λαιμό της και συνέχισα...
«απο την επόμενη μέρα όλα ήρθαν τα πάνω κάτω... εκεί που ήθελα να σε βρω και να ξεκαθαρίσω τα πράγματα μαζί σου, μόλις σε είδα... δεν άντεξα να αντικρίσω την ματιά σου... δεν μπόρεσα να σε ξανακοιτάξω στα μάτια μετά απο όλα αυτά... και αντί να παλέψω να σε κερδίσω προσπάθησα να πίσω τον εαυτό μου να σε ξεχάσει... προσπάθησα αλλά κάθε μέρα που περνούσε ένιωθα όλο και πιο κενός... όλο και πιο άδειος»
Σήκωσε το κεφάλι της να αντικρίσει την ματιά μου και μου έδωσε ένα ζεστό φιλί στα χείλια μου...
«σ’ αγαπώ... είπε δακρύζοντας και ένα δάκρυ κύλησε και απο τα δικά μου μάτια... απο την πρώτη στιγμή που σε είδα ήξερα ότι θα είσαι η καταστροφή μου... ήξερα ότι ήσουν κάτι άλλο απο αυτό που άφηνες πάντα τους άλλους να βλέπουν σε σένα και αυτό με τρόμαξε... σε κοίταζα να φεύγεις κάθε φορά με άλλην αλλά πάντα η ματιά σου ήταν τόσο κενή, τόσο άδεια... όταν σε είδα να βγαίνεις απο το μπαρ εκείνο το βράδυ με τόσο πόνο στην ματιά σου όμως, δεν άντεξα να μην έρθω κοντά σου... ήθελα τόσο πολύ να βρω έναν τρόπο να σε λυτρώσω απο ότι σε βασάνιζε, μέχρι που με κοίταξες στα μάτια... τότε όλος μου ο κόσμος άλλαξε... αυτή η ματιά με έκανε να νιώσω τόσο ολοκληρωμένη... μου έδωσε ξανά πνοή... αλλά όταν με φίλησες κατάλαβα ότι δεν θα μπορούσα ξανά να σε ξεχάσω... μόλις με άγγιξες ήξερα ότι η καρδιά μου θα χτυπούσε μόνο για σένα και φοβήθηκα... φοβήθηκα την απόρριψη σου τόσο πολύ... γι αυτό και σου είπα ότι δεν θυμόμουν, ελπίζοντας ότι αν εσύ ένιωθες κάτι, να γυρίσεις να με διεκδικήσεις αλλά εσύ το δέχτηκες χωρίς να αντιδράσεις... μέχρι που σε είδα στην τάξη και τότε έφυγε η γη κάτω απο τα πόδια μου... δεν ήξερα τι να κάνω, πως να το αντιμετωπίσω... μέχρι που ήρθες στο σπίτι και ένιωσα ότι ίσως τελικά υπάρχει ελπίδα... αλλά όταν σε είδα να φεύγεις με εκείνην»
Η φωνή της έσβησε και έπεσε πάνω στον ώμο μου ξανά αφήνοντας τον πόνο της να ξεχειλίσει ελεύθερα...
«θα μπορέσεις ποτέ να με συγχωρήσεις???» την ρώτησα τρέμοντας
«και οι δύο φταίξαμε Έντουαρντ και οι δύο αφήσαμε τον φόβο μας να μας παρασύρει» είπε σοβαρά και σήκωσε την ματιά της να αντικρίσει την δική μου
«ξέρεις τις φοβάμαι περισσότερο?» την ρώτησα και κούνησε το κεφάλι της
«φοβάμαι να μην σε ξαναχάσω» είπαμε ταυτόχρονα και χωρίς να αντέχω άλλο έστω και αυτήν την μικρή απόσταση που είχαν δημιουργήσει τα κορμιά μας την έσφιξα στην αγκαλιά μου και άρχισα να την φιλάω.
Φιλούσαμε ο ένας τον άλλον με όλο μας το είναι... αυτό το φιλί ήταν το φιλί που μας επανέφερε στην ζωή... το φιλί που έδινε πνοή ο ένας τον άλλον για να μπορέσει να κάνει την καρδιά μας και πάλι να αρχίσει να χτυπά...
«σ’ αγαπώ» της είπα χωρίς να αποχωρίζομαι τα χείλια της και πήρε μια βαθιά αναπνοή μέσα απο την δική μου ανάσα και έκανα και εγώ το ίδιο...
«σ’ αγαπώ» μου είπε και άρχισε να βαθαίνει το φιλί μας.
Τα κορμιά μας ενωμένα είχανε πάρει φωτιά ζητούσα την δική τους λύτρωση,την δική τους ολοκλήρωση ώστε να νιώσουν και πάλι ζωντανά... την κράταγα σφιχτά στην αγκαλιά μου αρνούμενος να την αφήσω ούτε για μια στιγμή φιλώντας την με όλο το πάθος και την αγάπη που ένιωθα βαθιά μέσα μου και μόλις ένιωσα το πόδι της να τυλίγει την μέση μου δεν μπόρεσα να μείνω άλλο μακριά της...
Έκανα τα κορμιά μας ένα και μόλις ένιωσα την φλόγα της να με τυλίγει άφησα όλο μου το κορμί να εκφραστεί... τα κορμιά μας ενωμένα χόρευαν στον πιο παθιασμένο χορό της ζωής μας... οι ανάσες μας όπως και οι χτύποι της καρδιά μας είχαν γίνει ένα... ένιωθα όλη της την λαχτάρα όπως ένιωθε και εκείνη την δική μου και ένιωθα ότι ήμασταν ένα...
«Έντουαρντ... την άκουσα να λέει το όνομα μου και το μυαλό μου τρελάθηκε... Έντουαρντ» έλεγε μέσα απο τους αναστεναγμούς της και πήρα ολόκληρος φωτιά...
Έχασα το μυαλό μου, η ανάγκη μου να την νιώθω ξανά και ξανά με είχε συνεπάρει τόσο πολύ που ξέχασα να την προστατέψω απο το ξέσπασμα μου...
«Έντουαρντ... την άκουσα για άλλη μια φορά... δεν παίρνω αντισύλληψη» είπε με δυσκολία ανάμεσα στα βογκητά της με αγωνία αλλά εγώ δεν ήμουν ικανός να σκεφτώ τίποτα...
Γύρισα τα κορμιά μας πάντα ενωμένα για να πλησιάσουμε το κομοδίνο και όταν έβγαλα το χέρι μου απο πάνω της για να ανοίξω το συρτάρι, όλο μου το κορμί πόνεσε που έχασε έστω και αυτήν την επαφή και τα παράτησα... την ξανακράτησα στην αγκαλιά μου πιο σφιχτά συνεχίζοντας να την κάνω δική μου με όλο μου το πάθος που με είχε συνεπάρει.
«δεν μπορώ» είπα μόνο με πόνο και άρχισα να την φιλάω στο στόμα και σηκώνοντας τα πόδια της τα έβαλα και πάλι να με αγκαλιάσουν για να την νιώσω μέχρι τα βάθη της ύπαρξης της και αυτό την τρέλανε και άρχισε πάλι να φωνάζει το όνομα μου και να με σφίγγει δυνατά.
Ο ιδρώτας που κυλούσε ανάμεσα μας, βοήθαγε την επαφή μας να γίνετε πιο ταιριαστή... ένιωθα όλο της το κορμί να ακουμπάει το δικό μου και κάθε της έκρηξη με έκανε να τρελαίνομαι όλο και πιο πολύ... όλο της το κορμί έτρεμε απο την ηδονή και κάθε της φιλί ήταν και ένα ηλεκτροσόκ που ξύπναγε την καρδιά μου και έκανε την κορύφωση μου να έρθει για άλλη μια φορά...
Ήθελα να την προστατέψω να το κάνω σωστά αλλά μου ήταν αδύνατον να την αφήσω, μου ήταν αδύνατον να ξεκολλήσω απο την αγκαλιά της... όλο μου το κορμί ζήταγε την λύτρωση του, ζήταγε την αγάπη της για να ξεπλύνει όλη την ντροπή του... να νιώσει ότι γεννιέται και πάλι απο την αρχή... και η καρδιά μου ότι για πρώτη φορά χτυπάει και θα συνεχίσει να χτυπάει μόνο γι αυτήν.
«σ’ αγαπώ... της φώναζα την στιγμή που η έκρηξη ήρθε και με έκανε να νιώσω για πρώτη φορά τόσο ολοκληρωμένος... σ’ αγαπώ» είπα πιο ήρεμα και τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω απο το κορμί της γύρισα στο πλάι πάντα κρατώντας την στην αγκαλιά μου σφιχτά και άρχισα να ξεσπώ όλον μου το πόνο χωρίς ντροπή...
*_*_*_*_*
Οι επόμενοι δύο μήνες κύλησαν τόσο αρμονικά... εγώ είχα πλέων εγκατασταθεί στο σπίτι της Μπέλας και ζούσαμε το όνειρο της ζωής μας όπως ποτέ δεν το είχαμε φανταστεί... απο την μια εκείνη με βοηθούσε σε ότι χρειαζόμουν για να έχω γερές βάσεις ώστε να τελειώσω την σχολή με της καλύτερες προϋποθέσεις και αυτό με έκανε να νιώθω τόσο άβολα και νευρικά γιατί πραγματικά δεν ήθελαν να νιώθει ότι την εκμεταλλεύομαι... απο την άλλη όμως κάθε φορά που έπαιρνα έναν υψηλό βαθμό, βλέποντας όλο της τον ενθουσιασμό και όλη της την υπερηφάνεια για μένα,με έκανε να νιώθω μοναδικά.
Οι ζωή μας είχε περιοριστεί στο σπίτι γιατί όπως ήταν φυσικό δεν μπορούσαμε να κυκλοφορούμε μαζί για ευνόητους λόγους... αυτό είχε σαν συνέπεια να με κάνει να νιώθω ότι είχαμε γίνει σαν παντρεμένο ζευγάρι, που όλοι του η ζωή λόγο των υποχρεώσεων έμενε στάσιμο και αυτό είχε αρχίσει λίγο να μου την δίνει στα νεύρα... ήμαστε νέοι,θέλουμε να ζήσουμε την ζωή μας και να την γευτούμε μέχρι το μεδούλι της... όμως ξέραμε απο την αρχή ότι τα πράγματα θα ήταν ακριβώς έτσι για εμάς και γι αυτό και ποτέ δεν παραπονιόμουν για τίποτα, αυτό όμως είχε σαν συνέπεια μέρα με την ημέρα να καταπιέζω όλο και περισσότερο τα θέλω μου και σιγά σιγά άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια...
Η Μπέλα πάντα με παρότρυνε να βγω με την παρέα μου να ξεσκάσω για να νιώσω καλύτερα, όμως εμένα δεν ήταν αυτό που μου έλειπε... δεν με ένοιαζε που δεν έβγαινα έξω με την παρέα μου, με ένοιαζε που δεν μπορούσα να βγω με εκείνην... ήθελα τόσο πολύ να βγω έξω απο αυτήν την πόρτα και να την πάρω στην αγκαλιά μου, να φωνάξω σε όλο τον κόσμο πως είναι η γυναίκα που αγαπώ, που με κάνει με κάθε τρόπο να νιώθω ζωντανός, να νοιώθω ολοκληρωμένος.
Η καθημερινότητα όπως και όλα τα καταπιεσμένα θέλω, άρχισαν δειλά δειλά να μας χτυπάει την πόρτα... ακόμα και ο έρωτας μας δεν είχε πλέον το ίδιο πάθος και την ίδια ένταση που είχε στην αρχή αλλά η Μπέλα ήταν πολύ υπομονετική... πάντα σεβόταν τα θέλω μου και όλες μου της παραξενιές με μεγάλη υπομονή και κάθε λίγο και λιγάκι, έβρισκε τρόπους να σπάει την μονοτονία με ότι μπορούσε να σκαρφιστεί στην στιγμή και για λίγο με έκανε να ξεχνιέμαι και να το ζω και εγώ... αλλά δυστυχώς αυτό δεν κράταγε για πολύ...
Σήμερα θα πήγαινε στο αεροδρόμιο να πάρει έναν φίλο της που θα ερχόταν απο το Παρίσι... ήταν τόσο ενθουσιασμένη και τόσο χαρούμενη γι αυτήν την άφιξη που έκανε την καρδιά μου να χτυπάει με δυσκολία... όσο και να μην το παραδεχόμουν μπροστά της, την ζήλευα αισχρά που είχε όλον αυτόν τον ενθουσιασμό, για αυτόν τον άγνωστο... όταν με πληροφόρησε δε ότι θα περάσει όλην την μέρα μαζί του,δεν ξέρω πως κρατήθηκα και δεν απαίτησα να μην το κάνει... ήξερα ότι ήμουν άδικος και παράλογος με όλα όσα με τρώγανε μέσα μου αλλά δεν μπορούσα να σκέφτομαι ότι εγώ θα είμαι κλεισμένος μέσα σε τέσσερις τοίχους, να βράζω στο ζουμί μου και εκείνη να γλεντάει με το φιλαράκι της μακριά μου.
Όταν έφτασα στην τάξη ήμουν ακόμα πολύ χάλια αλλά μόλις άκουσα την ευδιάθετη φωνή της να μιλάει στα γαλλικά με κάποιον άγνωστο τότε τα πράγματα έγιναν χειρότερα... μπήκανε στην τάξη αγκαλιά και το πρόσωπο της έλαμπε απο χαρά και ευτυχία... η καρδιά μου έγινε κομμάτια και δεν ξέρω πως κατάφερα να μην σηκωθώ απάνω, για να τον ξεκολλήσω απο πάνω της... γύρισα την ματιά μου μπροστά και με ήρεμες ανάσες προσπάθησα με πολύ κόπο να συγκρατήσω το ξέσπασμά μου που ήξερα σίγουρα ότι δεν θα αργούσε να έρθει...
«καλημέρα παιδιά» μας φώναξε
«καλημέρα» της είπαμε με μια φωνή και εκείνη συνέχισε σχεδόν κελαηδώντας απο την χαρά της να μας παρουσιάζει τον εκπληκτικό της φιλαράκο
«σήμερα είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη... γιατί απο σήμερα και για όλον τον υπόλοιπο μήνα θα έχουμε να ασχοληθούμε με το πιο αγαπημένο μου θέμα, που είναι η μουσική έμπνευση... όπως έχουμε ξανασυζητήσει και της προηγούμενες μέρες, όλον αυτόν τον μήνα θα πειραματιστείτε με την έμπνευση και τα συναισθήματα σας και γι αυτό τον σκοπό σήμερα έχω κοντά μου τον Ντανιελ που έχει έρθει απο το Παρίσι για μας... ο Ντανιέλ είναι απο τους καλύτερους χορευτές στο Παρίσι και έχει δώσει πολύ έμπνευση και σε μένα αλλά και σε πολλούς σπουδαστές που παρακολουθούν το μάθημα μου... γι αυτό και κάθε χρόνο έρχεται για έναν μήνα μόνο γι αυτόν τον σκοπό... κάθε βδομάδα θα έχουμε και ένα διαφορετικό είδος χορού... κάθε Δευτέρα μαζί με τον Ντανιέλ θα σας χορεύουμε το μουσικό θέμα που θα σας εμπνεύσει και όλη την υπόλοιπη βδομάδα εσείς θα πρέπει να βγάλετε όλα τα συναισθήματα και τις εικόνες που θα σας δημιουργούν το χορευτικό που θα σας παρουσιάζουμε, γι αυτό σας θέλω όλους συγκεντρωμένους, εντάξει???»
«μάλιστα» είπαμε με ένα στόμα και χαμογέλασε
«θέλω όλη η μεσαία σειρά να ακουμπήσει τα καβαλέτα της στο τοίχο και με τα σκπαμπο να κάτσετε όσο πιο πίσω γίνετε για να έχουμε χώρο» είπε και πλησίασε την έδρα της καθώς εμείς σηκωνόμασταν και κάναμε αυτό που μας είπε.
Ακόμα ήμουν πολύ ταραγμένος αλλά κρατιόμουν με νύχια και με δόντια να δείχνω αδιάφορος όπως κάθε φορά... όμως όταν άκουσα τα επιφωνήματα και την ηλίθια φωνή του λιγούρη για άλλη μια φορά να της δείχνει τόσο εκδηλωτικά τον θαυμασμό του, δεν μπόρεσα άλλο να συγκρατήσω τον εαυτό μου.
«Μπέλαααα... αναφώνησε... είσαι σαν οπτασία» είπε με θαυμασμό γουρλώνοντας τα μάτια του και κόντεψε να μου πέσει το καβαλέτο απο τα χέρια... για την ακρίβεια ήθελαν το προσγειώσω πάνω στο κεφάλι του αλλά την στιγμή που είδα τι φόραγε η Μπέλα κοκάλωσα.
Όταν μπήκε στην τάξη φόραγε μια μακριά καπαρντίνα και δεν φαινόταν τι μπορούσε να κρύβει απο κάτω... όμως όταν την έβγαλε και αποκάλυψε το μικροσκοπικό φόρεμα της που κάλυπτε μόνο τα απαραίτητα με συνδυασμό το άψογο χτένισμα και το μακιγιάζ της, έναν κόμπος στάθηκε στον λαιμό μου και κόντεψα να ουρλάξω απο τον πόνο που ένιωσα... όλος ο αντρικός πληθυσμός της τάξης την κοίταζε με γουρλωμένα τα μάτια και ανοιχτό το στόμα, λες και δεν είχαν ξαναδεί γυναίκα άλλη φορά στην ζωή τους και αυτό με έκανε να μην ξέρω απο που να φύγω.
Πήρα με κόπο μια ανάσα για να ελέγξω το ξέσπασμα μου και γυρίζοντας της την πλάτη μου ξεκίνησα να πάω το καβαλέτο μου προς τα πίσω... παίρνοντας το σκαμπό μου έκατσα στο πιο απόμακρο σημείο της τάξης πίσω απο όλους για να μπορέσω να βρω την ψυχραιμία να κρατηθώ και να ξεπεράσω ότι και να ερχόταν... όταν όμως άκουσα το μουσικό θέμα αυτής της βδομάδας, έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά και τρίβοντας τους κροτάφους μου ευχήθηκα να ανοίξει η γη να με καταπιεί.
«λοιπόν παιδιά, αυτήν την εβδομάδα θα έχουμε σαν θέμα το "Broken Tango" με το εκπληκτικό τραγούδι της Jazmine Sullivan "Bust Your Windows"... ελπίζω να σας εμπνεύσει όσο εμπνέει και μένα και να το κάνετε δικό σας... υπάρχει κανείς που να ξέρει να το χορεύει??» μας ρώτησε και κανείς δεν σήκωσε το χέρι του
«ο Έντουαρντ το χορεύει πολύ καλά αυτό» πετάχτηκε ο Έμετ και δεν έχω ιδέα πως κρατήθηκα για να μην του πετάξω τίποτα στο κεφάλι
«αλήθεια?... με ρώτησε και είδα μια σπίθα να φωτίζει την ματιά της αλλά αμέσως μάζεψε όποια σκέψη πέρασε απο το μυαλό της εκείνην την στιγμή για να μην προδοθεί και συνέχισε... τότε περιμένω μια πολύ καλή εργασία, μιας και ξέρεις ακριβώς το συναίσθημα» συνέχισε με πιο τυπικό ύφος αλλά η λάμψη στο πρόσωπο της δεν έσβησε
«θα κάνω ότι μπορώ» της απάντησα ήρεμα και γύρισε προς τον Ντανιελ και άρχισε να του μιλάει στα γαλλικά για άλλη μια φορά πριν πατήσει το play για να ξεκινήσει να χορεύει μαζί του.
Όταν άρχισε η μουσική και είδα το να λικνίζει το κορμί της τόσο αισθησιακά πάνω στο δικό του όλος ο κόσμος γύρω μου σκοτείνιασε και έγινα σαν τον ταύρο στην αρένα έτοιμος να χιμηξει... τα κορμιά τους ενωμένα παρασυρμένα απο την μουσική με έκανε να νιώθω σαν να κάνανε έρωτα μπροστά στα μάτια μου... τα χέρια μου είχαν κλειδώσει πάνω στο σκαμπό για να με συγκρατήσουν και η ανάσα μου έβγαινε με δυσκολία αλλά όσο ακόμα είχα λίγη λογική κατάφερα να συγκρατηθώ ώστε να μην κάνω καμία τρέλα που θα πληρώναμε για όλην μας την ζωή.
Ήξερα ότι ήταν μόνο μια παράσταση για να μας περάσει όλο το πάθος και τον αισθησιασμό του χορού για να μας δώσει όση έμπνευση χρειαζόμασταν για να βγάλουμε ένα καλύτερο αποτέλεσμα, όμως εγώ όσο πέρναγε η ώρα έβραζα μέσα μου όλο και πιο πολύ... ήξερα ότι ήμουν παράλογος, ότι ήμουν πολύ άδικος με όλην την σημασία της λέξης, όμως πως μπορούσα να αντέξω να βλέπω να την αγγίζει με αυτόν τον τρόπο και παραμένω ψύχραιμος...
Κάθε τους κίνηση κάθε τους άγγιγμα με έστελνε όλο και πιο κοντά στην κόλαση και η καρδιά μου γινόταν χίλια κομμάτια... άντεχα ήθελα να αντέξω για εκείνην γιατί δεν τις άξιζε αυτό, όμως την στιγμή που είδα να περνάει αισθησιακά το χέρι του απο όλο της το κορμί ένιωσα την έκρηξη να έρχεται και να με διαλύει... στην τελευταία τους φιγούρα την ώρα που το τραγούδι έφτασε στο τέλος του, την έγειρε προς τα πίσω συγκρατώντας την απο τον γλουτό και το φιλί που άφησε πάνω στον θώρακα της, έκανε την έκρηξη να έρθει να με αποτελειώσει...
Όλο μου το σώμα ήταν παγωμένο και ματωμένο... όλη η τάξη σηκώθηκε και άρχισε να χειροκροτεί και τότε άρπαξα την μοναδική ευκαιρία και παίρνοντας την τσάντα μου άρχισα να τρέχω όσο πιο μακριά μπορούσα απο αυτό το μαρτύριο, πριν κάνω τα πράγματα πιο χειρότερα απο όσο πιθανών να τα είχα κάνει με όλην μου την συμπεριφορά...
Έτρεχα μακριά μέσα στην παραζάλη μου και δεν γύρισα ούτε για μια στιγμή... όλην την υπόλοιπη μέρα οδηγούσα προς το άγνωστο με τα μάτια μου υγρά να προσπαθώ να βρω ξανά την λογική μου... ο πόνος στο στήθος μου με είχε διαλύσει και για πρώτη φορά μετά απο αρκετό καιρό βρήκα παρηγοριά στο μοναδικό πράγμα που συχαινόμουν... γύρισα στο σπίτι και παίρνοντας ένα μπουκάλι ουίσκι αγκαλιά άρχισα να πίνω χωρίς σταματημό...
Όταν άκουσα την γλυκιά φωνή της Μπέλα να τραγουδάει με τόσο κέφι και ενθουσιασμό ένα γαλλικό τραγούδι, εκεί που είχα νιώσει να ηρεμώ τότε άρχισαν πάλι τα νεύρα μου να χτυπάνε κόκκινο... περίμενα να είναι απογοητευμένη και έξαλλη με την συμπεριφορά μου αλλά αντιθέτως εκείνη μπήκε μέσα στο σαλόνι και έτρεξε στην αγκαλιά μου ευτυχισμένη αρχίζοντας να μου εξιστορεί όλα όσα έγιναν στην συνάντηση με τον Ντανιέλ και αυτό με εκνεύρισε περισσότερο...
«ήταν τέλεια... ξεκίνησε πέφτοντας στην αγκαλιά μου... δεν μπορείς να φανταστείς πόσο καλά περάσαμε... ξαναθυμηθήκαμε τα παλιά και μιλάγαμε όλην την μέρα ακατάπαυστα χωρίς να παίρνουμε ανάσα» συνέχιζε να φλυαρεί με ενθουσιασμό αλλά η ψυχρή μου στάση την σταμάτησε και με κοίταξε με πόνο στα μάτια
«χαίρομαι» είπα προσποιητά και κατεβάζοντας τα χέρια της απο πάνω μου την απομάκρυνα απο την αγκαλιά μου και πήγα να σηκωθώ
«Έντουαρντ... είπε εκείνη πληγωμένη και με σταμάτησε συγκρατώντας με απο το μπράτσο μου... τι συμβαίνει?» με ρώτησε με πόνο στην φωνή της και αυτό με έκανε να νιώσω χειρότερα
«τίποτα απλά είμαι κουρασμένος» της απάντησα ψυχρά και σηκώθηκα απο τον καναπέ αφήνοντας την πίσω μου και ανέβηκα στην κρεβατοκάμαρα για να απομονωθώ και να ελέγξω όλην μου την ένταση πριν κάνω τα πράγματα χειρότερα
Εκείνη το κατάλαβε αμέσως, δεν νομίζω ότι την είχα ξεγελάσει ούτε για μια στιγμή και μου έδωσε τον χρόνο που χρειαζόμουν χωρίς να με πιέζει... όλη η βδομάδα κύλισε στο ίδιο μοτίβο και σιγά σιγά ανάμεσα μας άρχισε να δημιουργήτε μια απόσταση... μιλάγαμε μόνο όταν το απαιτούσε η στιγμή και όλες μας οι κουβέντες ήταν μονολεκτικές... τα βράδια δεν ερχόταν να κοιμηθεί δίπλα μου και στο τέλος της εβδομάδας απο τους πρωινούς της εμετούς είχα πειστεί ότι είχε αρχίσει πάλι να πίνει...
Την Πέμπτη άκουσα που έφυγε απο νωρίς και όλο το βράδυ με έτρωγε να πάω να την βρω στο στέκι μας που ήμουν σίγουρος ότι πήγαινε τα τελευταία βράδια κρυφά όταν εκείνη νόμιζε ότι κοιμάμαι αλλά δεν το έκανα και εκείνη δεν γύρισε... ο πόνος που ένιωσα απο την απουσία της με διέλυσε και με έκανε να συνειδητοποιήσω το πόσο αχάριστα της φέρθηκα... εκείνη πόναγε σιωπηλά με την συμπεριφορά μου και εγώ αντί να κάνω κάτι να διορθώσω την κατάσταση κλεινόμουν όλο και πιο πολύ στον εαυτό μου μεγαλώνοντας έτσι περισσότερο την απόσταση που είχε δημιουργηθεί ανάμεσα μας...
Την Παρασκευή σηκώθηκα αποφασιστικά απο το κρεβάτι και ετοιμάστηκα να την αντιμετωπίσω... σήμερα είχα σκοπό να ξεκαθαρίσω όλην αυτήν την κατάσταση και με κάθε τρόπο θα προσπαθούσα να την ξανακερδίσω απο την αρχή... όταν μπήκε στην τάξη ήταν κάτασπρη και καταβεβλημένη και αυτό με έκανε να νιώσω τόσο απαίσια...
η εργασία μου όλην την βδομάδα με όλην αυτήν την κατάσταση είχε επηρεαστεί τόσο πολύ που δεν υπήρχε τρόπος να την σώσω και η απογοητευτική της ματιά όταν την κοιτούσε με έκανε να τρελαίνομαι, που για άλλη μια φορά τα είχα κάνει τόσο μούσκεμα...
«θα προλάβεις να το τελειώσεις?» με ρώτησε απαλά με αγωνία στην φωνή της
«δεν ξέρω αλλά θα προσπαθήσω» της απάντησα απογοητευμένος απο τον ίδιο μου τον εαυτό χωρίς να την κοιτάω στα μάτια και καθώς ένευσε έφυγε απο κοντά μου...
Όλην την υπόλοιπη ώρα προσπαθούσα με νύχια και με δόντια να σώσω ότι μπορούσα να προλάβω απο αυτήν την καταστροφή αλλά στο τέλος του μαθήματος η εργασία μου είχε γίνει χειρότερη...
«Έμετ δεν μπορώ να πιστέψω αυτό που βλέπω... είπε με ενθουσιασμό και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος τους... πραγματικά με εκπλήσσεις, είναι το κάτι άλλο» συνέχισε εκείνη με τον ίδιο ενθουσιασμό και παίρνοντας στα χέρια της τον τελειωμένο πίνακα του Έμετ ανέβηκε πάνω στην έδρα της
«παιδιά λίγο την προσοχή σας, σας παρακαλώ, αυτό πρέπει να το δείτε οπωσδήποτε» είπε και γύρισε τον πίνακα του Έμετ προς το μέρος μας... είχαμε αρχίσει πλέον να ζωγραφίζουμε σε κανονικό καμβά με χρώματα και οι καλύτερες εργασίες μας θα εκθέτονταν στο τέλος του εξαμήνου... γι αυτό και κάθε φορά που έβλεπε ένα πολύ καλό έργο απο κάποιον μαθητή της πάντα τον έδειχνε προς παραδειγματισμό σε εμάς για να τον αποζημιώσει για όλην του την καλή προσπάθεια.
«πραγματικά Έμετ είμαι πολύ υπερήφανη για σένα και οπωσδήποτε πρέπει να το μελετήσουμε σήμερα κι όλας» του είπε με ένα τεράστιο χαμόγελο και ο Έμετ άρχισε να κορδώνετε και να γελάει απο ενθουσιασμό...
Μόλις το κουδούνι σήμανε το τέλος του μαθήματος όλοι αφήσαν τις εργασίες τους πάνω στα καβαλέτα για να στεγνώσουν ώστε την Δευτέρα να της τα παραδώσουμε και άρχισε σιγά σιγά η αίθουσα να αδειάζει... όταν ξεμπέρδεψα με τον πλύσιμο τον πινέλων μου γύρισα στην τάξη για να μαζέψω τα πράγματα μου για να φύγω όμως τα κρυφογελάκια της Μπέλας με του Έμετ με έκαναν να σταματήσω για μια στιγμή.
Μόλις κατάλαβαν ότι είχα γυρίσει σταμάτησαν την κουβέντα τους στην μέση και γύρισαν και με κοίταξαν και εγώ προχώρησα σαν να μην έτρεχε τίποτα και πήγα κοντά στο καβαλέτο μου για να μαζέψω τα πράγματα μου χωρίς να τους κοιτώ...
«εγώ θα σας αφήσω... άκουσα τον Έμετ να μας δηλώνει με νόημα... θα κλείσω την πόρτα φεύγοντας αλλά έχετε και εσείς λίγο το νου σας οκ?» είπε παιχνιδιάρικα και κόντεψα να του φέρω την τσάντα στο κεφάλι... βλέποντας το ύφος μου όμως σοβάρεψε και ξεφύσησε άτσαλα... την στιγμή που ο Έμετ έφυγε χτύπησε το κινητό της Μπέλας και την στιγμή που το σήκωσε πήγα με αργά βήματα και έκατσα πάνω στην έδρα της, περιμένοντας να τελειώσει το τηλεφώνημα της και εκείνη μου χάιδεψε το πόδι ήρεμα...
«έλα Μάικ τι έγινε πάλι???... τι? και μου το λες τώρα??... είπε πιάνοντας το κεφάλι της... γιατί δεν μου το είπες εχθές το βράδυ να σου στείλω κάποιον να σε βοηθήσει?» αυτό μου επιβεβαίωσε το προαίσθημα μου και με γύρισε και πάλι στην προηγούμενη μου κατάσταση... προσπάθησα με κόπο να μην το δείξω αλλά την στιγμή που άκουσα την επόμενη της κουβέντα δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ...
«σε παρακαλώ μην φωνάζεις,μου φτάνει ο πονοκέφαλος που έχω»
«αυτά παθαίνει κανείς όταν δεν μπορεί να ελέγξει το πάθος του για το ποτό» πετάχτηκα εγώ χωρίς να την κοιτάζω και η φωνή της έσβησε για μια στιγμή και με κοίταξε σοκαρισμένη
«ναι, ναι σε ακούω... άστο όπως είναι θα περάσω εγώ το μεσημέρι να το κανονίσουμε... οκ τα λέμε απο κοντά» του είπε και κλείνοντας το τηλέφωνο σηκώθηκε απότομα απο την καρέκλα της και με μανία άρχισε να μαζεύει τα πράγματα της χωρίς να με κοιτά...
«Μπέλα σε παρακαλώ» προσπάθησα άλλα η εχθρική της ματιά με τσάκισε και δεν μπόρεσα να συνεχίσω
Όταν πήρε τα πράγματα της πήγε με γρήγορα βήματα προς την πόρτα και αφού βγήκε απο την τάξη έμεινε εκεί για να με περιμένει να κάνω και εγώ το ίδιο ώστε να την κλειδώσει... παίρνοντας μια βαθιά ανάσα πήρα την τσάντα μου και την ακολούθησα αλλά ακούγοντας τον χαμό που γινόντανε έξω κατάλαβα ότι δεν θα μπορούσα να αντιδράσω μπροστά στα μάτια τόσων μαρτύρων και έτσι σκέφτηκα ότι είναι καλό να της δώσω τον χρόνο της για να ηρεμήσει και το βράδυ θα την έπιανα να της μιλήσω...
Την προσπέρασα στην πόρτα χωρίς να την κοιτάζω και πήγα προς την τραπεζαρία για να βρω τον Έμετ αλλά εκείνος μόλις με είδε άρχισε να μιλάει ακατάπαυστα και δεν πρόλαβα ούτε αναπνοή να πάρω...
«δεν μου λες βρε μεγάλε που έχεις το μυαλό σου??? Τι πατάτα ήταν αυτή που έφτιαξες πάλι??? Η ξέρεις πια είναι πολύ στεναχωρημένη μαζί σου....» και συνέχιζε χωρίς σταματημό αλλά εγώ είχα μάτια μόνο για εκείνην
Πέρασε απο κοντά μας και πήγε κατευθείαν προς το ταμείο, πήρε έναν καφέ χωρίς να μας κοιτάει αλλά μέσα απο το ύφος της κατάλαβα το πόσο την είχα πληγώσει για άλλη μια φορά...
«είσαι πολύ άδικος μαζί της φίλε, να το ξέρεις αυτό» είπε νευριασμένος ο Έμετ και φεύγοντας με άφησε μόνο μου να αντιμετωπίσω όλες τις Ερινύες που άρχισαν να με πνίγουν
Όταν γύρισα στο σπίτι βρήκα μπροστά στην πόρτα του γκαράζ τον σάκο μου με ένα σημείωμα απάνω και ανοίγοντας την πόρτα έτρεξα και το πήρα στα χέρια μου για να το διαβάσω.
«και αυτά παθαίνει κανείς όταν δεν έχει εμπιστοσύνη ούτε στον ίδιο του τον εαυτό... έγραφε και ένιωσα την καρδιά μου να γίνεται χίλια κομμάτια... μην προσπαθήσεις να μπεις στο σπίτι έχω αλλάξει τον κωδικό και θα χτυπήσει ο συναγερμός» τελείωνε το σημείωμα της και τσαλακώνοντας το μάζεψα τον σάκο μου απο το πάτωμα και αφού το έβαλα νευριασμένος μέσα στο αυτοκίνητο ξεκίνησα να πάω στο Paradise Spirit που ήξερα ότι θα πήγαινε για να την βρω.
Φτάνοντας εκεί είδα το αμάξι της και έτρεξα για να πάω να της μιλήσω... τα είχα κάνει μούσκεμα και ήξερα πολύ καλά ότι δεν θα ήταν εύκολο να την πείσω για το πόσο την αγαπώ και το πόσο μετανιωμένος ήμουν για όλα αυτά αλλά δεν θα έφευγα απο εκεί αν δεν την έπειθα τουλάχιστον να με ακούσει.
«βρε βρε καλός τον... ξεκίνησε ο Μάικ πειραχτικά... πως απο τα μέρη μας καιρό έχουμε να σε δούμε»
«που είναι η Μπέλα» τον ρώτησα απαιτητικά
«είναι απάνω και ετοιμάζει τις τελευταίες λεπτομέρειες»
«τις τελευταίες λεπτομέρειες για πιο πράγμα?» τον ρώτησα μπερδεμένος
«δεν σου είπε τίποτα?» ξεκίνησε να μου λέει αλλά η φωνή της Μπέλας τον σταμάτησε
«Μάικ σου έχω σημειώσει εδώ όλες τις τελευταίες εκκρεμότητες που πρέπει να κάνεις για το βράδυ... του είπε ήρεμα αγνοώντας τελείως την παρουσία μου... ααα και πες στους παρείσακτους ότι το μαγαζί ανοίγει μετά τις δέκα το βράδυ... συνέχισε με ήπιο τόνο αλλά με πολύ άγρια ματιά και ο Μάικ ξεφύσησε άτσαλα... πάω να κοιμηθώ για να αντέξω το βράδυ αλλά αν χρειαστείς κάτι πάρε με στο κινητό οκ?»
«Μπέλα είσαι σίγουρη ότι δεν θες να το ακυρώσουμε?» αυτό την έκανε πιο έξαλλη
«δεν ξενύχτησα μια βδομάδα γι αυτήν την βραδιά για να μου την χαλάσει κάποιος που δεν ξέρει να εκτιμάει όσα έχει» είπε αυστηρά και αφήνοντας το χαρτί που κράταγε πάνω στην μπάρα άρχισε να περπατάει με νεύρο προς την εξώπορτα
«Μπέλα περίμενε» ξεκίνησα να λέω πιάνοντας της απο τον αγκώνα την στιγμή που πέρασε απο δίπλα μου αλλά η δολοφονική της ματιά με έκοψε στα δύο
«την επόμενη φορά που θα σκεφτείς να με προσβάλλεις με αυτόν τον τρόπο θα ξεχάσω την θέση μου και θα σου συμπεριφερθώ όπως σου αξίζει το κατάλαβες?» μου είπε άγρια τραβώντας το χέρι της απότομα απο το δικό μου
«Μπέλα σε παρακαλώ άσε με να σου μιλήσω» προσπάθησα άλλη μια φορά την στιγμή που την είδα να φεύγει αλλά το χέρι του Μάικ με σταμάτησε πριν την ακολουθήσω και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος του
«άστην να ηρεμήσει... όταν το σκεφτεί καλύτερα θα είναι σε θέση να σε ακούσει» μου είπε ψιθυριστά για να μην τον ακούσει εκείνη και περνώντας απο δίπλα μου μπήκε μέσα στο μπαρ και έβγαλε δύο μπύρες και μου πρόσφερε την μια
«τι δεν θα με πλακώσεις όπως είχες υποσχεθεί?» τον ρώτησα δύσπιστα την στιγμή που έκατσα σε ένα σκαμπό και άναψα ένα τσιγάρο για να μειώσω την ένταση που ένιωθα και γέλασε κουνόντας το κεφάλι του
«αντιθέτως σκέφτομαι να σε βοηθήσω»
«δεν καταλαβαίνω το γιατί» του είπα ειλικρινά ξεφυσώντας
«γιατί βλέπω ότι έχεις πάρει ήδη το μάθημα σου... και εφόσον βρήκες το θάρρος να έρθεις να την αντιμετωπίσεις τότε είναι σαν να έχεις φάει ήδη το ξύλο που σου χρειάζεται για να συνέλθεις»
«δεν είμαι και τόσο σίγουρος... είπα πίνοντας μια γερή γουλιά απο την μπύρα και ο Μάικ ξεφύσησε άτσαλα κουνόντας για άλλη μια φορά το κεφάλι του... γιατί με βοηθάς?» τον ρώτησα περίεργος τώρα
«γιατί δεν την έχω ξαναδεί τόσο ευτυχισμένη όλα αυτά τα χρόνια που την γνωρίζω και ξέρω ότι απλά περνάτε μια φάση... άλλα μωρέ αδελφάκι μου πως σου ήρθε να της πεις κάτι τέτοιο?»
«όταν κάνει εμετό το πρωί και έχει πονοκέφαλο σχεδόν όλη την ημέρα τι θες να πιστέψω?» τον ρώτησα σοβαρά και ένευσε
«κάνει και εμετούς?» με ρώτησε ξαφνικά πιο σκεπτικός
«ναι γιατί σου κάνει εντύπωση?»
«καταρχήν για να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα η Μπέλα έχει να πιει απο την μέρα που την μάζεψες απο το μπαρ εκείνο το βράδυ... μου είπε κοιτώντας με αυστηρά στα μάτια και σοκαρίστηκα... αλλά για τους εμετούς δεν μου είπε τίποτα» συνέχισε πιο σκεπτικός και τον κοίταζα με απορία
«και τα ξενύχτια και όλα αυτά τέλος πάντων τότε τι είναι?»
«σου ετοίμαζε έκπληξη για να σε κάνει να νιώσεις καλύτερα βρε ηλίθιε» μου πέταξε στα μούτρα και τον κοίταζα σαν χαζός
«δεν καταλαβαίνω τίποτα»
«έβλεπε το πόσο είχες ανάγκη να περάσετε μια βραδιά ανέμελη σαν κανονικό ζευγάρι ανάμεσα σε κόσμο και επειδή ξέρεις πόσο επικίνδυνο είναι αυτό... όταν άκουσε ότι ξέρεις να χορεύεις τάνγκο σκέφτηκε να διοργανώσει μια κινηματογραφική βραδιά και χρησιμοποιώντας την σκηνή «Broken Tango» απο το Step Up 3... ήθελε να σου κάνει έκπληξη και να χορέψετε μαζί φορώντας μάσκες για να μην την αναγνωρίσει κανείς και έτσι εσύ να μπορέσεις μετά να περάσεις μια βραδύ με μια άγνωστη» μου έκλεισε το μάτι για να μου δώσω να καταλάβω το νόημα στα λόγια του.
«πόσο ηλίθιος είμαι» είπα τρίβοντας τους κροτάφους μου με το χέρι μου
«και λίγα λες... επανέλαβε εκείνος γελώντας... κοίτα τώρα να μην την απογοητεύσεις πάλι και το βράδυ να είσαι εδώ... εγώ θα σου στείλω μήνυμα το πια θα είναι... ελπίζω να μην τα θαλασσώσεις και την μπερδέψεις με άλλην»
«δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση... του είπα γελώντας και γέλασε και εκείνος... είσαι πολύ εντάξει πάντως»
«δεν το κάνω για σένα»
«και πάλι σου είμαι ευγνώμον»
«άντε πήγαινε τώρα να συνέλθεις λίγο και σας περιμένω με τα φιλαράκια σου το βράδυ»
«τα φιλαράκια μου?»
«φυσικά τι νόμιζες... τα έχει οργανώσει όλα άψογα... είναι και ο Έμετ στο κόλπο απο όσο μου είπε»
«τώρα κατάλαβα» είπα γελώντας κουνόντας το κεφάλι μου
«τι?» με ρώτησε με απορία και τον κοίταξα
«τίποτα κάτι δικά μου... να σε ρωτήσω κάτι που το έχω απορία?»
«και δεν ρωτάς?» είπε αδιάφορα
«δικό σου δεν είναι το μπαράκι?»
«κατά μια εννοια ναι... γιατί?»
«τι εννοείς κατα μία εννοια»
«δεν σου έχει πει τίποτα έτσι?»
«να μου πεις τι?»
«πριν τρία χρόνια είχα φτάσει στην χρεοκωπία και η Μπέλα έβαλε όσα χρειάστηκα για να σώσουμε την κατάσταση ώστε να μην μου το πάρει η εφορία και όσα χρειάστηκαν για να το ξεκινήσουμε απο την αρχή αλλά ποτέ δεν θέλησε τους τίτλους και ποτέ δεν δέχτηκε να της δώσω πίσω τίποτα... κάθε μήνα της βάζω το μερίδιο της στην τράπεζα αλλά αμφιβάλω αν έχει κοιτάξει ποτέ τον λογαριασμό που της έχω ανοίξει γι αυτόν τον σκοπό»
«κατάλαβα» είπα πίνοντας άλλη μια γερή γουλιά απο την μπύρα χωρίς να τον κοιτάω
«εσύ όμως γιατί ρωτάς»
«απο την μια μου έκανε εντύπωση ο τρόπος και ο αέρας που σου μίλαγε πριν, απο την άλλη πάντα με έτρωγε η περιέργεια το πως γίνεται εκείνη να με παρατηρούσε για έναν ολόκληρο μήνα και εγώ να μην την είχα προσέξει ποτέ και πάντα φανταζόμουν ότι απο κάπου πρέπει να με κοίταζε χωρίς να μπορούσα εγώ να την δω» σήκωσε την ματιά του προς τον τεράστιο καθρέπτη που ήταν πάνω απο την πίστα
«δεν έπεσες έξω... πίσω απο αυτόν το καθρέπτη έχει ένα γραφείο που το χρησιμοποιούμε για τις δουλειές μας και εκείνη κάθετε με της ώρες εκεί κλεισμένη και σας παρατηρεί... το έφτιαξε για να μπορεί να έχει τον χώρο της και αν την εμπνέει κάτι, κάθετε όλο το βράδυ και ζωγραφίζει καθώς σας βλέπει να χορεύετε... τι παράξενο κορίτσι» τελείωσε την φράση του κουνόντας το κεφάλι του
«γιατί το λες αυτό?» τον ρώτησα περίεργος και με κοίταξε στα μάτια
«είσαι σοβαρός... αντί να είναι εδώ και να χορεύει και να διασκεδάζει όπως κάνουν όλα τα παιδιά της ηλικίας της, κάθετε εκεί με την μοναξιά της αγκαλιά, πίνοντας και ζωγραφίζοντας και με ρωτάς και το γιατί?»
«δεν ξέρω... πραγματικά μαζί της τα έχω χάσει αλλά γιατί δεν μου είπε τίποτα???»
«δεν απορώ που δεν σου είπε τίποτα... ποτέ δεν θεώρησε αφεντικό τον εαυτό της... απλά κάνει τα πάντα για να πάει καλά γιατί το θεωρεί δεύτερο της σπίτι και τίποτα παραπάνω... είπε ανασηκώνοντας τους ώμους του... άντε πήγαινε τώρα να ανασκουμπωθείς και το βράδυ έλα με την παρέα σου... μην με κάνεις να μετανιώσω που σε βοήθησα» μου είπε αυστηρά κουνόντας τον δείκτη του προς το μέρος μου
«σου το υπόσχομαι» του είπα σοβαρά και μαζεύοντας τα κομμάτια μου ξεκίνησα να γυρίσω στην εστία περιμένοντας με αγωνία να περάσουν οι ώρες για να έρθει το βράδυ για να την ξαναδώ...