Ετικέτες

Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

Μαθήματα πάθους "4. Το ξέσπασμα"

Την υπόλοιπη βδομάδα στρώθηκα στην δουλειά... προσπαθούσα όσο μπορούσα να την αγνοώ και γενικά να αφοσιώνομαι στην εργασία μου για να την εντυπωσιάσω και να της αποδείξω ότι ήθελα να καταφέρω να πάρω την υποτροφία με την αξία μου και όχι γιατί έτυχε να περάσω απο το κρεβάτι της... αλλά ουσιαστικά προσπαθούσα με χίλιους τρόπους να πίσω τον εαυτό μου ότι είχα άδικο... ότι το συναίσθημα που ένιωσα δεν ήταν αληθινό.

Όμως τα πράγματα δεν εξελίσσονταν όπως θα τα ήθελα... όσο τυπικός ήμουν εγώ απέναντι της άλλο τόσο τυπική ήταν και εκείνη... όμως το πείσμα του Έμετ και τα εξονυχιστικά του βλέμματα σε κάθε μου κίνηση απέναντι της με έκαναν πιο νευρικό και πιο ασταθή με αποτέλεσμα η εργασία μου να γίνει χάλια.

Την ώρα που χτύπησε το τελευταίο κουδούνι για να παραδώσουμε την εργασία μας και να φύγουμε εκείνη μας σταμάτησε...

«παιδιά πριν φύγετε θέλω λίγο την προσοχή σας, σας παρακαλώ... όλοι αυτόματα σταματήσαμε ότι κάναμε και γυρίσαμε προς το μέρος της... όσοι δεν έχετε παραδώσει την εργασία σας ακόμα, θα ήθελα να μου την παραδώσετε πριν φύγετε σε όποιο στάδιο και να είναι... σε αυτό το σημείο θέλω να σας ενημερώσω ότι όποιος επιθυμεί να μελετήσουμε μαζί την εργασία του για να δούμε τα αδύναμα σημεία και να τα διορθώσουμε, να ξέρετε ότι θα είμαι πάντα στην διάθεση σας... τώρα όσο αφορά όσους έχουν δηλώσει συμμετοχή για την υποτροφία θα ήθελα μέχρι το τέλος της ημέρας να περάσουν απο το γραφείο μου για να μιλήσουμε για τις προϋποθέσεις που πρέπει να έχετε για να την διεκδικήσετε και να σας ενημερώσω για τις υποχρεώσεις που θα έχετε απο εδώ και πέρα και επιπλέον να συζητήσουμε και για το θέμα της τελικής σας εργασίας που θα καθορίσει τον νικητή... για ότι απορίες και διευκρινήσεις έχετε θα είμαι στην διάθεση σας»

«ευχαριστούμε» είπαμε με ένα στόμα

«δεν σας χρειάζομαι κάτι άλλο είσαστε ελεύθεροι να φύγετε και σας εύχομαι καλό Σαββατοκύριακο»

«επίσης» είπαμε πάλι όλοι μαζί και αρχίσαμε να μαζεύουμε τα πράγματα μας, την στιγμή όμως που πήγα να βγάλω την κόλλα μου απο την πινακίδα είδα με την άκρη του ματιού μου τον λιγούρη που πήγε κατευθείαν πάνω στην έδρα για να την γλύψει πάλι και φούντωσα.

Δεν ξέρω τι πρόδιδε το ύφος μου αλλά ότι και να είδε μέσα σε αυτό ο Έμετ εκνευρίστηκε και για άλλη μια φορά μου πέταξε ένα μολύβι στο κεφάλι και γύρισα εκνευρισμένος να τον κοιτάξω, την στιγμή όμως που πήγε εκείνος να μιλήσει τον πρόλαβε η Μπέλα και με αυστηρή φωνή μας είπε...

«Έμετ και Έντουαρτ... πάρτε τις εργασίες σας και πηγαίνετε στο γραφείο μου τώρα»

«εγώ την έχω παραδώσει» είπε ο Έμετ και την έκανε πιο έξαλλη

«είπα τώρα» είπε μέσα απο τα δόντια της και κοιταχτήκαμε με τον Έμετ στα μάτια... αυτό δεν είναι καθόλου καλό... σκέφτηκα και είδα και στην ματιά του Έμετ την ίδια σκέψη.

Μαζέψαμε τα πράγματα μας και πήγαμε σιωπηλοί στο γραφείο της και κάτσαμε να την περιμένουμε χωρίς να κοιτάμε ο ένας τον άλλον.

«ηλίθιε σου το είπα ότι θα την πατήσεις» μου είπε αυστηρά κάποια στιγμή που δεν κρατήθηκε άλλο αλλά το απότομο κλείσιμο της πόρτας δεν μου έδωσε τα περιθώρια για να αντιδράσω.

Η Μπέλα μπήκε μέσα κρατώντας τον χαρτοφύλακα με τα σχέδια μας, με έξαλλη ματιά και σφιγμένο σαγόνι και αφού άφησε τον χαρτοφύλακα πάνω σε ένα μικρό γραφείο ήρθε και έκατσε στην θέση της χωρίς να αλλάζει ύφος...

«λοιπόν για να τελειώνουμε με όλα αυτά γιατί με έχετε κουράσει πάρα πολύ» ξεκίνησε και ο Έμετ για άλλη μια φορά πετάχτικε κάνοντας τα πράγματα χειρότερα

«άκου Μπέλα εγώ με τον Έντουαρτ είμαστε φίλοι απο 5 χρονών και» άρχισε πλησιάζοντας το γραφείο της Μπέλας με το σώμα του και εκείνη τον διέκοψε πλησιάζοντας το γραφείο της σταυρώνοντας τα χέρια της μπροστά

«ακόμα χειρότερα... του είπε άγρια και ο Έμετ απότομα ξανά έκατσε στην θέση του σοκαρισμένος με το ύφος της...  εφόσον λες ότι είσαι φίλος τους και μάλιστα τόσο καρδιακός, μπορείς τότε να μου δώσεις μια δικαιολογία γιατί τον εκθέτεις τόσο πολύ??»

«τι? εγώ τον εκθέτω?» της απάντησε αμυντικά

«όταν του πετάς μολύβια και του ψιθυρίζεις κάθε φορά για να τον επαναφέρεις την στιγμή που με κοιτάζει εσύ τι νομίζεις ότι κάνεις?  Ότι τον προστατεύεις?  απο τι?... ο Έμετ δεν απάντησε αμέσως και έτσι συνέχισε ακάθεκτη... τον εμπνέω και με χρησιμοποιεί για μοντέλο του για να μπορέσει να εκφραστεί, που το βρίσκεις το κακό?»

«και εσένα δεν σε πειράζει αυτό?»

«γιατί εκείνον τον πείραξε όταν έκανα και εγώ το ίδιο? Γιατί νομίζεις ότι τον ψάρεψα απο το Paradise Spirit»

«τι?... την ρώτησα εγώ σοκαρισμένος... με ψάρεψες???»

«τι νόμιζες ότι με ψάρεψες εσύ?... απάντησε με ειρωνεία... ξέρεις πόση ώρα περίμενα να σε ξεμοναχιάσω?... και εγώ και ο Έμετ την κοιτάζαμε μέσα στα μάτια σοκαρισμένοι... οοο ελάτε τώρα όχι αυτό το ύφος σε μένα... είπε αηδιασμένη... μήπως και εσείς το ίδιο δεν κάνετε? Μην κρύβεστε πίσω απο την σοβαροφάνεια σας»

«έγω έχω σχέση δεν κάνω τέτοια πράγματα» είπε ο Έμετ και τον κάρφωσε με την ματιά της

«αλήθεια? Δηλαδή θες να μου πεις ότι η κοκκινομάλλα σου ξέρει για την δίμετρη ξανθιά που έφυγες μαζί της την Τρίτη και το δέχεται?» ο Έμετ έμεινε με το στόμα ανοιχτό

«και εσύ που το ξέρεις αυτό?»

«τυχαίνει να έχουμε το ίδιο στέκι... είπε αδιάφορα ανασηκώνοντας τους ώμους της και συνέχισε... και για να τελειώνουμε με αυτό, θα το πω μια φορά και να τελειώσει εδώ... απο εδώ και πέρα δεν θα ανεχτώ άλλη φορά, τέτοια συμπεριφορά μέσα στην τάξη μου, το καταλάβατε?» συνέχισε αυστηρά

Ο τρόπος που απευθυνόταν μόνο στον Έμετ και το σκληρό της ύφος, με έκανε να καταλάβω ότι όχι μόνο ήξερε για την περιπέτεια μου με την... ούτε το όνομα της δεν θυμάμαι... αλλά και ότι ήταν έξαλλη με όλην μου την συμπεριφορά και αυτό με έκανε να θυμώσω με τον εαυτό μου που τελικά τα είχα κάνει μούσκεμα... ότι ευκαιρία και να είχα μαζί της είχε πλέων τελειώσει... και αυτή η γνώση με έκανε να θέλω να ανοίξει η γη να με καταπιεί.

«γιατί το κάνεις αυτό?» την ρώτησε ο Έμετ χωρίς να μπορέσει να συγκρατήσει τον εαυτό του

«γιατί αγοράκι μου γλυκό... εγώ είμαι εδώ απο επιλογή... ενώ εσείς απο ανάγκη»

«δεν καταλαβαίνω»

«τι? ο φιλαράκος σου περιορίστηκε μόνο στις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες και ξέχασε να σε ενημερώσει για τα υπόλοιπα?» των ρώτησε ειρωνικά

«ο Έντουαρτ δεν μου είπε τίποτα... της είπε επιθετικά... μόνος μου το κατάλαβα»

«όπως και να έχει η κατάληξη είναι η ίδια και για να σου λυθεί η απορία... εγώ και να ξεσκεπαστώ το λιγότερο που θα πάθω είναι να χάσω την δουλειά μου... η οποία ξαναλέω είναι απο επιλογή... γιατί θέλω να προσφέρω και να την χάσω θα βρω κάποιον άλλο τρόπο να κάνω το χόμπι μου, ενώ εσείς αν χάσετε αυτήν την ευκαιρία θα χάσετε την ευκαιρία της ζωής σας... οπότε ποιον λες ότι εκθέτεις εμένα ή τους εαυτούς σας???»

«εμένα γιατί με βάζεις μέσα σε αυτό?»

«γιατί αν ξεσκεπαστεί ο ένας παίρνει την μπάλα όλους μας Έμετ»

«πως?»

«τον καλύπτεις άρα είσαι συνεργός του» είπε αδιάφορα και αυτό επανέφερε τον Έμετ στα συγκαλά του και άρχισε να τον κάνει να το σκέφτεται καλύτερα

«και πάλι όμως, ο τρόπος που σε κοιτάζει δεν τον κάνει εκτίθεται?»

«αν δεν ήσουν τόσο απορροφημένος στο να κοιτάς τι κάνει ο φίλος σου και τι όχι τότε θα μπορούσες να καταλάβεις ότι δεν είναι ο μόνος που με χρησιμοποιεί με τον ίδιο τρόπο οπότε γιατί να με πειράξει... ο καλλιτέχνης Έμετ, θα έπρεπε ήδη να ξέρεις, ότι χωρίς έμπνευση δεν μπορεί να λειτουργήσει» του πέταξε αυστηρά και ο Έμετ άρχισε να παίρνει μπρος

«αυτό το ξέρω, απλά φοβήθηκα για εκείνον και μάλλον τα έκανα μούσκεμα»

«είναι προς τιμή σου, που θες να τον προστατέψει αλλά την επόμενη φορά που θα σκεφτείς να κάνεις το ίδιο, θα σε παρακαλέσω να μην το κάνεις μέσα στην τάξη μου, έγινα κατανοητή?»

«ναι» είπε σκύβοντας το κεφάλι πιο ήρεμος πια

«τώρα όσο αφορά την υποτροφία σας... είμαι στην δυσάρεστη θέση να σας ανακοινώσω ότι τσάμπα τρέφετε ελπίδες και οι δύο σας»

«είσαι άδικη» ξεκίνησε ο Έμετ αμυντικά και τον διέκοψε

«είμαι άδικη???... τον ρώτησε με δυσπιστία και γύρισε την ματιά της σε μένα... δώσε μου την εργασία σου... μου είπε αυστηρά και της έδωσα την κόλλα που κρατούσα και γυρίζοντας την έβαλε σε έναν πίνακα που ήταν πίσω απο την καρέκλα της... εφόσον εγώ είμαι άδικη κοίτα την τότε καλά και πες μου τι βαθμό θα της έβαζες εσύ Έμετ... του είπε και εκείνος κοίταξε εμένα... περιμένω» είπε και άρχισε να προχωράει προς το σημείο που είχε αφήσει τον χαρτοφύλακα με τις υπόλοιπες εργασίες

«εεε δεν ξέρω... ξεκίνησε ο Έμετ και γύρισε και τον κοίταξε απειλητικά... 5?» είπε και με κοίταξε απολογητικά και γυρίζοντας προς το μέρος μας έφερε την εργασία του Έμετ και την έβαλε πάνω απο την δική μου

«4... του απάντησε και γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου... εσύ Έντουαρτ τι βαθμό θα έβαζες στον φίλο σου σε αυτήν την εργασία?» με ρώτησε και σταύρωσε τα χέρια της πάνω στο στήθος της περιμένοντας με

«4?» είπα σμίγοντας τα φρύδια μου απολογητικά

«2,5... απάντησε... τώρα Έμετ πιστεύεις ότι είμαι ακόμα άδικη???»

«απο αυτήν την εργασία καθορίζετε όλη η υποτροφία?» την ρώτησε με παραπονεμένο ύφος και αφού έκατσε ξανά στο γραφείο της άνοιξε ένα συρτάρι και έβγαλε ένα μπλοκ με προτυπωμένα έντυπα και το γύρισε προς το μέρος μας πέρνοντας έναν στηλό

«αυτές.... είπε κυκλώνοντας το πρώτο κομμάτι... είναι οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρείτε για να συμμετέχετε... μας άφησε λίγο το χρόνο για να το διαβάσουμε και όταν σηκώσαμε την ματιά μας σε εκείνην συνέχισε... και οοοολες αυτές... είπε κυκλώνοντας το υπόλοιπο κείμενο... είναι οι υποχρεώσεις σας και όπως καταλαβαίνεις μόλις αποτύχατε στην πρώτη»

«εντάξει... είπε ο Έμετ απολογητικά με χαμηλή φωνή... δεν θα»

«λίγο με νοιάζει το πόσο σοβαρά θα της λάβετε υπόψιν σας ή όχι... εμένα όμως μην τολμήσεις να με ξαναπροσβάλλεις έτσι, το κατάλαβες?» του είπε απότομα και τράβηξε το μπλοκ μπροστά της

«συγνώμη» είπε χωρίς να την κοιτάει στα μάτια

«αν ακόμα θέλετε να έχετε την ευκαιρία να κερδίσετε την υποτροφία, την επόμενη βδομάδα περιμένω κάτι καλύτερο απο αυτό, αλλιώς ξεχάστε την απο τώρα και μιας που λύσαμε αυτό το θέμα αν δεν έχετε κάποια άλλη απορία, θα σας παρακαλούσα να πάτε στο επόμενο σας μάθημα για να μην τα κάνετε θάλασσα και εκεί, γιατί δεν ξέρω αν το έχετε καταλάβει ακόμα, η υποτροφία δεν εξαρτάτε μόνο απο το δικό μου μάθημα αλλά απο το σύνολο τον μαθημάτων που παρακολουθείτε» κουνήσαμε ταυτόχρονα το κεφάλι μας και ο Έμετ σηκώθηκε να φύγει κοιτάζοντας με αλλά δεν είπε τίποτα άλλο και έφυγε

«Μπέλα...» ξεκίνησα και ανάβοντας ένα τσιγάρο με κοίταξε αυστηρά

«είμαι εδώ για οποιαδήποτε απορία πάνω στις εργασίες σας και θα είμαι πάντα στην διάθεση σας για να σας βοηθήσω σε ότι χρειαστείτε για να προχωρήσετε σωστά, είτε έχετε δηλώσει συμμετοχή για την υποτροφία, είτε όχι αλλά για οποιαδήποτε άλλη διευκρίνηση πέρα του μαθήματος, αυτή η πόρτα έκλεισε» άκουσα την καρδιά μου να κάνει ένα τεράστιο κρακ και όλος μου ο κόσμος διαλύθηκε

«καταλαβαίνω ότι»

«και εγώ καταλαβαίνω ότι οι απορίες σου δεν έχουν σχέση με την εργασία σου... οπότε θα σε παρακαλέσω να πηγαίνεις» με διέκοψε άλλη μια φορά αλλά δεν τα παράτησα

«πες μου μόνο ένα πράγμα και θα φύγω... γιατί το έκανες όλο αυτό? Γιατί δεν με άφησες να φάω τα μούτρα μου?»

«γιατί συχαίνομαι να με δουλεύουν πίσω απο την πλάτη μου... και δεν θα χάσω την δουλειά μου για έναν ανώριμο σαν και εσένα... τώρα που πήρες την απάντηση σου άδειασε μου την γωνιά... γιατί εσένα μπορεί να σου είναι αδιάφορες οι γνώσεις που σου προσφέρω αλλά τα άλλα παιδιά δεν φταίνε σε τίποτα» απάντησε πικρόχολα και μέσα απο αυτά τα λόγια κατάλαβα το πόσο τελικά την είχαν πληγώσει όλες μου οι πράξεις και κόντεψα να ουρλιάξω...

Έφυγα χωρίς να πω τίποτα άλλο... τι να της έλεγα ότι είχε άδικο? Μου έδωσε την ψυχή της, προσπάθησε να μου περάσει με τον πιο ιδιαίτερο τρόπο, ότι ήξερε για να με κάνει να δω τι πραγματικά αξίζω και εγώ απο τον φόβο μου για τα συναισθήματα μου αντί να την διεκδικήσω, της γύρισα την πλάτη... πόσο ηλίθιος τελικά μπορεί να είμαι???

Όλην την υπόλοιπη μέρα ήμουν να σκάσω... περιπλανιόμουν απο μάθημα σε μάθημα, απο τάξη σε τάξη σαν φάντασμα, δεν είχα ιδέα τι να κάνω ή πως μπορώ να διορθώσω όλην αυτήν την κατάσταση... αν υπήρχε τρόπος να διορθωθεί... μέχρι που τελικά όταν βρεθήκαμε με τον Έμετ στο δωμάτιο έκατσα και του τα εκμυστηρεύτηκα όλα και εκείνος πήρε την απόφαση για μένα, να πάμε και πάλι στο στέκι μας μήπως και την βρούμε εκεί για να προσπαθήσουμε να της μιλήσουμε για άλλη μια φορά.

«εεε μεγάλε κοίτα εκεί» με σκούντησε ο Έμετ και κοίταξα προς την μεριά που μου έδειχνε με την ματιά του και πάγωσα

Η Μπέλα σκνίπα στο μεθύσι καθόταν στο μπαρ και έπινε τραγουδώντας το τραγούδι που ακουγόταν εκείνη την στιγμή κάνοντας άτσαλες κινήσεις... μόλις την είδα κατευθείαν η καρδιά μου κόντεψε να σπάσει, φαινόταν πολύ άσχημα.

«πήγαινε σε καλύπτω εγώ» μου είπε ο Έμετ καθώς με σκούντησε για να πάω κοντά της βλέποντας το ύφος μου.

Την στιγμή όμως που την πλησίασα και με είδε τα πράγματα έγιναν πολύ άσχημα...

«εεε Μάηκ με ξέχασες» είπε στο μπάρμαν την στιγμή που πήγα δίπλα της πριν με δει και βάζοντας το χέρι μου απάνω στο δικό της γύρισε και με κοίταξε σαστισμένη

«βρε βρε καλός τα δικά μας τα παιδιά... πως απο δω?» με ειρωνεύτηκε και γύρισε πάλι την ματιά της στον μπάρμαν

«Μπέλα σε παρακαλώ μην πίνεις άλλο» την παρακάλεσα και γύρισε πάλι προς την μεριά μου έξαλλη

«μπα απο πότε έγινες η νταντά μου?... είπε άγρια και τράβηξε το χέρι της απο το δικό μου... Μαηκ τα γνωστά και γρήγορα» είπε στον μπάρμαν και εκείνος με κοίταξε με λυπημένο ύφος, παρακαλώντας με σιωπηλά να τον βοηθήσω

«πάμε έξω να πάρεις λίγο αέρα σε παρακαλώ... προσπάθησα άλλη μια φορά και άρχισε να γελάει δυνατά... σε παρακαλώ Μπέλα έλα να σε πάω στο σπίτι σου να συνέλθεις» την παρακάλεσα και άλλαξε όλο της το ύφος και άρχισε να γίνεται επιθετικιά

«αχου μωρέ τι γλυκούλης... με ειρωνεύτηκε και γύρισε την ματιά της στον μπάρμαν... τον ακούς Μάηκ θέλει να με φροντίσει, δεν είναι φοβερό?... συνέχισε με το ίδιο τόνο και μετά γύρισε πάλι την ματιά της προς τα μένα και άρχισε να μου πετάει στα μούτρα όλα τα λάθη που είχα κάνει... πρώτα έρχεται και μου δίνει ψεύτικες ελπίδες και αφού παίρνει αυτό που θέλει, μετά με παρατάει και την επόμενη κι όλας ημέρα πάει με την πρώτη που του κάθετε για να με αντικαταστήσει και μετά ούτε φωνή ούτε ακρόαση και τώρα θέλει να με φροντίσει... δεν είναι εκπληκτικός?» συνέχισε ειρωνικά και της έπιασα το χέρι

«πάμε έξω τώρα» της είπα άγρια και εκείνη άρχισε να ξεσπάει

«δεν θα μου πεις εσύ τι θα κάνω το ακούς... και παράτα με βρες καμιά άλλη να σε ξεζουμίσει και παράτα με με ακούςςςς» φώναζε τώρα

«Μπέλα πάμε έξω τώρα» της φώναξα και εγώ στον ίδιο τόνο και τραβώντας το χέρι της απο το δικό μου κατέβηκε απο το σκαμπό του μπαρ παραπατώντας

«μη με ακουμπάς, είσαι και εσύ σαν όλους τους άλλους, το ίδιο γουρούνι, σε συχαίνομαι το ακούς σε συχαίνομαι» είπε και παίρνοντας το μπουφάν της άρχισε να τρέχει προς την πόρτα

«εεε φίλε... μου φώναξε ο μπάρμαν και γύρισα την ματιά μου σε αυτόν... σε παρακαλώ τρέχα να την προλάβεις γιατί έτσι όπως είναι θα πάει να στουκάρει πουθενά» είπε και χωρίς δεύτερη σκέψη έτρεξα να την προλάβω πριν καταφέρει να φύγει.

Την στιγμή που άνοιγε την πόρτα του αυτοκινήτου της την έκλεισα με δύναμη για να την ακινητοποιήσω και γυρίζοντας προς το μέρος μου είδα τα μάγουλα της μούσκεμα και η καρδιά μου κόντεψε να σπάσει.

«σε παρακαλώ Μπέλα μην το κάνεις αυτό... άσε με να σε πάω εγώ στο σπίτι»

«γιατί» είπε άγρια και την κοίταξα στα μάτια σμίγοντας τα φρύδια μου με απορία

«γιατί τι?»

«γιατί Έντουαρτ, γιατί τώρα?»

«γιατί είσαι χάλια και θα στουκάρεις πουθενά» κούνησε το κεφάλι της σφραγίζοντας το στόμα της και καινούργια δάκρυα κάνανε την εμφάνιση τους

«σε συχαίνομαι, είσαι το χειρότερο είδος ανθρώπου που έχω γνωρίσει ποτέ στην ζωή μου» μου πέταξε άγρια και πιάνοντας την απο τα μπράτσα την κόλλησα πάνω στο αμάξι

«που να με πάρει Μπέλα θα με τρελάνεις το ορκίζομαι»

«εγώ?... είπε γελώντας... εγώ θα σε τρελάνω? Γιατί? Σε έδιωξα ποτέ?» με ρώτησε μέσα απο τους λυγμούς της και είχε δίκιο

«όχι» απάντησα ψιθυριστά

«την Δευτέρα που ήρθες στο σπίτι μου σου είπα να φύγεις?» συνέχισε και ένιωθα όλον τον πόνο που ένιωθε μέσα απο την φωνή της

«όχι»

«σου είπα να μην ξανά έρθεις?»

«όχι»

«τότε γιατί την επόμενη μέρα πήγες με όποια βρήκες μπροστά σου? γιατί δεν ξανά ήρθες? Τόσο λίγη ήμουν για σένα?» είπε σπαρακτικά και μου κόπηκαν τα πόδια και χαμήλωσα το κεφάλι μου και τότε άρχισε να με χτυπάει στο στήθος με μανία

«γιατί Έντουαρτ? Γιατίιιιιιι» φώναζε ενώ συνέχισε να με χτυπάει και την φυλάκισα στην αγκαλιά μου για να την ηρεμήσω

«γιατί σε ερωτεύτηκα» της εκμυστηρεύτηκα στο αυτί της και σταμάτησε να με χτυπάει

«τότε γιατί με έκανες να πιστέψω ότι με εκμεταλλεύτηκες» είπε με δυσκολία μέσα απο τους λυγμούς της και απομακρύνοντας την λίγο απο πάνω μου για να με κοιτάξει στα μάτια της είπα ειλικρινά

«γιατί φοβήθηκα Μπελα... σου το ορκίζομαι ότι δεν έχω νιώσει ποτέ ξανά έτσι στην ζωή μου και φοβήθηκα... έχασα το μυαλό μου, προσπαθούσα να πιαστώ απο κάπου, να συνειδητοποιήσω τι συμβαίνει μέσα μου... απο την μια είσαι καθηγήτρια μου, απο την άλλη είσαι τόσο αινιγματική που με μπέρδευες τόσο πολύ... δεν μπορούσα να καταλάβω ούτε τον ίδιο μου το εαυτό... χρειαζόμουν χρόνο για να βρω το θάρρος να σε αντιμετωπίσω... δεν έχω δειλιάσει ποτέ στην ζωή μου αλλά με σένα ένιωθα να χάνω την γη κάτω απο τα πόδια μου... δεν ήθελα να σε πληγώσω σου το ορκίζομαι» με κοίταζε μέσα στα μάτια χωρίς να μιλάει με τα δάκρυα της να έχουν θολώσει την ματιά της και δεν άντεχα να την βλέπω έτσι... να πάρει πως τα κάναμε έτσι?

Την πήρα και πάλι στην αγκαλιά μου και της ζήταγα απανωτά συγνώμη και τότε εκείνη ξέσπασε και έβγαλε όλα όσα την πνίγανε σφίγγοντας με πιο κοντά της και ένιωσα ότι η μπόρα επιτέλους είχε περάσει...

«έλα να σε πάω σπίτι να ηρεμήσεις» της είπα ήρεμα όταν άρχισε να ηρεμεί

«με έναν όρο» είπε σταματώντας με

«τι όρο?» την κοίταξα περίεργος

«θα κοιμηθείς μαζί μου, το πρωί θα φτιάξεις καφέ και θα μείνεις όλο το Σαββατοκύριακο»

«αυτός δεν είναι ένας όρος αλλά τρεις» την πείραξα γελώντας

«πάνε πακέτο» μου αντιγύρισε και είδα ένα δειλό χαμόγελο να ξεπροβάλει απο τα χείλια της και έκανε την καρδιά μου να αρχίζει πάλι να χτυπά.

«σύμφωνοι τότε» της είπα και την οδήγησα προς την πόρτα του συνοδηγού

Ήταν εξαντλημένη και στον δρόμο προς το σπίτι της την πήρε ο ύπνος... όταν φτάσαμε πήρα τα κλειδιά απο το μπουφάν της για να ανοίξω αλλά έπρεπε να βάλω κάποιον κωδικό και έτσι την ξύπνησα απαλά για να την ρωτήσω και όταν μου είπε τον κωδικό με πολύ δυσκολία ξανά έκλεισε τα μάτια και συνέχισε τον ύπνο της.

Την πήρα στα χέρια και την ανέβασα πάνω στην κρεβατοκάμαρα της... ευτυχώς που ο Άλεκ δεν εμφανίστηκα απο πουθενά... και όταν την ξέντυσα και την έβαλα να ξαπλώσει, έβγαλα και τα δικά μου και ξάπλωσα μαζί της.

Την πήρα στην αγκαλιά μου και την κοίταζα σχεδόν όλο το βράδυ προσπαθώντας να πιστέψω ότι όλο αυτό είναι αληθινό... ήταν τόσο ήρεμη όταν κοιμόταν που με έκανε να μην θέλω να πάρω τα μάτια μου απο πάνω της, η ομορφιά προσωποποιημένη ακόμα και τώρα που ήταν τόσο εξαντλημένη.

Της έδωσα ένα φιλί στα χείλια της και χαμογέλασε ασυναίσθητα χωρίς να ανοίγει τα μάτια της και ένιωσα τόσο όμορφα... την κράτησα πιο σφιχτά μέσα στην αγκαλιά μου και κλείνοντας τα μάτια μου άφησα τα όνειρα μου να με παρασύρουν αλλά ακόμα και τώρα η αγωνία ήρθε και τρύπωσε στα όνειρα μου και με έκαναν ακόμα πιο νευρικό.

Όπως την προηγούμενη φορά έτσι και τώρα ξύπνησα ακούγοντας την να κάνει εμετό και πετάχτηκα απάνω για να δω αν είναι καλά, όταν όμως έφτασα στην πόρτα της τουαλέτας ήταν όρθια και έπινε παυσίπονα... περίμενα υπομονετικά μέχρι να τα καταπιεί για να μην την τρομάξω και όταν γύρισε και με κοίταξε έκανε μια περίεργη γκριμάτσα και η καρδιά μου σφίχτηκε για μια στιγμή.

«Έντουαρτ δεν μου αρέσει να με βλέπεις έτσι... θα μπορούσες??» με παρακάλεσε πιάνοντας το κεφάλι της... ο πόνος θα πρέπει να ήταν ανυπόφορος για εκείνην

«θα πάω να φτιάξω καφέ» της είπα ήρεμα και έφυγα για να της δώσω το χρόνο της.

Ντύθηκα γρήγορα και κατέβηκα κάτω περιμένοντας την... η καρδιά μου κάλπαζε σαν τρελή... άραγε σήμερα πως θα με αντιμετωπίσει... σκέφτηκα και αφού άναψα ένα τσιγάρο άρχισα να πίνω τον καφέ μου σιγά σιγά προσπαθώντας να απωθήσω όλες τις άσχημες σκέψεις που με κάνανε να τρέμω.

«καλημέρα» είπε με βαθιά φωνή και γύρισα να την κοιτάξω.

Ήταν κάτασπρη απο την εξάντληση και δεν ξέρω πως κρατήθηκα και δεν έτρεξα κοντά της... όμως είχα πάρει την απόφαση να την αφήσω να εκδηλώσει πρώτη τα συναισθήματα της χωρίς να την πιέσω, όμως ότι και να έκανε αυτήν την φορά ένα ήταν το σίγουρο... δεν θα έφευγα απο εδώ αν δεν της ξεκαθάριζα τα δικά μου.

«καλημέρα... της απάντησα γλυκά και παίρνοντας μια κούπα την γέμισε με καφέ και έκαστε στην ίδια θέση που είχε κάτσει και την άλλη φορά αφήνοντας απόσταση ανάμεσα μας και αυτό δεν μου άρεσε καθόλου... πως νιώθεις?» την ρώτησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα για να μην την ταράξω αλλά εκείνη και πάλι έπιασε το κεφάλι της και το πίεσε

«καλά... μάλλον» απάντησε με δυσκολία και έκανα να σηκωθώ αλλά με σταμάτησε με το χέρι της και πήρε απο τον πάγκο το τηλέφωνο και άρχισα να καλεί έναν αριθμό.

«έλα... είπε με την ίδια βαθιά φωνή... ναι... σε ευχαριστώ» ήταν οι μόνες λέξεις που είπε και πίνοντας μια γερή γουλιά απο τον καφέ της μου μίλησε χωρίς να με κοιτάει

«σε πέντε λεπτά θα έρθει το ταξί σου» μου είπε και γέλασα κουνόντας το κεφάλι μου απογοητευμένος

«νόμιζα ότι είχαμε κάνει μια συμφωνία»

«και ακριβός γι αυτό θα χρειαστείς το αμάξι σου και μια καινούργια αλλαξιά για την Δευτέρα... μου απάντησε με κόπο και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει και πάλι... θα πάω να ξανακοιμηθώ, θυμάσαι που έβαλες τα κλειδιά εχθές?» με ρώτησε βάζοντας το κεφάλι της πάνω στον μπράτσο της για να με κοιτάξει

«ναι» της απάντησα αφήνοντας να εκδηλωθεί στο πρόσωπο μου όλη μου η χαρά που με έκαναν να νιώσω τα λόγια της

«οκ τότε» είπε και παίρνοντας την κούπα σηκώθηκε και άρχισε να περπατάει προς το μέρος μου

«δεν θα αργήσω» της είπα την στιγμή που έφτασε κοντά μου

«μην με ξυπνήσεις» με παρακάλεσε και ένευσα καθώς της χάιδεψα το πρόσωπο και μου χαμογέλασε

«δεν είσαι συνηθισμένος να εκδηλώνεις εύκολα τα συναισθήματα σου» μου είπε με ένα χαμόγελο και αφήνοντας την κούπα στον πάγκο τύλιξε τα χέρια της γύρω απο τον λαιμό μου και άρχισε να με φιλάει με πάθος

«σίγουρα δεν θα αργήσω» κατάφερα μόνο να πω πάνω στο φιλί μας και μου χαμογέλασε άλλη μια φορά πριν φύγει

Είπα στον ταξιτζή να με πάει στο Paradise Spirit για να πάρω το αμάξι μου να γυρίσω στην έστια... την στιγμή όμως που σταμάτησε το ταξί είδα τον μπάρμαν να κουβαλάει κάτι καφάσια με μπύρες και χωρίς να το σκεφτώ έτρεξα να τον προλάβω... την στιγμή που μπήκε κάτω απο την μπάρα έμεινα για λίγο να το περιμένω και μόλις με είδε η ματιά του αγρίεψε.

«αα εσύ»

«κάνεις σαν να με ξέρεις» του απάντησα αμέσως και με κόπο συγκράτησε τα συναισθήματα του

«εσύ δεν είσαι που πλήγωσε την Μπέλα μου??»

«την Μπέλα σου?» του απάντησα και τον κοίταξα με απορία

«καλά βρε μεγάλε απο όλες τις γκόμενες που κυκλοφορείς κατά καιρούς αυτήν βρήκες να πληγώσεις??» απάντησε ευθέως παρακάμπτοντας την ερώτηση μου και τον κοίταξα αμυντικά

«ξέρεις?»

«τα πάντα... με την Μπέλα είμαστε χρόνια φίλοι»

«κατάλαβα» είπα μόνο και κουμπώθηκα

«είναι καλά?»

«ναι καλύτερα την άφησα λίγο να κοιμηθεί για να της περάσει ο πονοκέφαλος»

«άκου δεν είναι δική μου δουλειά και σίγουρα θα μου πάρει το κεφάλι αν μάθει ότι σου μίλησα και το τονίζω το κάνω για εκείνην και όχι για σένα»

«ήρεμα φίλε στο ίδιο στρατόπεδο ήμαστε»

«ήμαστε?... με ρώτησε ειρωνικά... δεν ξέρω τι ρόλο βαράς αλλά αν τολμήσεις να την ξανακάνεις να κλάψει... όχι η Μπέλα αλλά ούτε ο θεός ο ίδιος δεν σε γλυτώνει απο τα χέρια μου αυτήν την φορά, το κατάλαβες???» μου είπε απειλητικά

«το κατάλαβα και το εκτιμώ που έχει έναν τόσο καλό φίλο σαν και εσένα γιατί απο ότι καταλαβαίνω πράγματι το έχει ανάγκη» βλέποντας την ειλικρίνεια στα λόγια μου ξεφύσησε και άνοιξε δύο μπύρες και μου πρόσφερε την μια.

«έχεις αισθήματα γι αυτήν τελικά... είπε με βαθιά φωνή αφού ήπιε μια γουλιά... αλλά μην ξεχάσεις ότι θα κρατήσω τον λόγο μου την επόμενη φορά που θα έρθει κλαίγοντας για σένα»

«δεν θα το ξεχάσω και πίστεψε με θα έρθω μόνος μου να σε βρω» του είπα σοβαρά και έκατσα στο σκαμπό πίνοντας μια γουλιά απο την μπύρα και βγάζοντας το πακέτο με τα τσιγάρα μου άναψα ένα και ξεφύσησα άτσαλα αφήνοντας όλον μου τον πόνο να βγει

«τέλος πάντων ότι έγινε, έγινε τώρα κοιτάξτε πως θα το ξεπεράσετε μπας και συνέλθει λίγο γιατί δεν αντέχω άλλο να την βλέπω να καταστρέφει τόσο πολύ τον εαυτό της»

«τι της συμβαίνει?»

«έχει χάσει την γη κάτω απο τα πόδια της, απο την μέρα που έχασε τους γονείς της... ήταν πολύ δεμένοι και καταλαβαίνεις... απο την ημέρα που έμεινε μόνη της... κούνησε το κεφάλι του με πόνο σφραγίζοντας τα χείλια του... δεν μπορεί να ξεπεράσει την μοναξιά που νιώθει... κοίτα μπορεί να φαίνεται εύκολη στα μάτια σας αλλά πίστεψε με, είναι απο τις πιο δύσκολες γκόμενες που έχω γνωρίσει ποτέ μου... απλά καμία φορά την πέφτει σε κανέναν για να μπορέσει να καλύψει αυτήν την μοναξιά και τίποτα παραπάνω... φαντάσου για να σε πλησιάσει σε παρακολουθούσε έναν μήνα απο απόσταση και αν δεν σε έβλεπε τόσο στεναχωρημένο εκείνη την ημέρα δεν νομίζω ότι θα έπαιρνε ποτέ το θάρρος να το κάνει»

«τι?» είπα αμέσως και έμεινα κάγκελο

«έλεγε ότι έβλεπε στο βλέμμα σου κάτι το διαφορετικό και γι αυτό φοβόταν ότι αν σε πλησίαζε θα δενόταν μαζί σου και αυτό την φόβιζε... γι αυτό και έκανε πως δεν θυμόταν τίποτα το πρωί»

«δεν ξέρω τι να πω»

«αν όντως αισθάνεσαι κάτι για εκείνη μην πεις τίποτα... απλός άνοιξε τα μάτια σου και κοίτα την, θα σε εκπλήσσει ευχάριστα αυτό που θα δεις»

«ήδη το έχει κάνει πίστεψε με» είπα κουνόντας το κεφάλι μου πίνοντας άλλη μια γουλιά απο την μπύρα μου για να ηρεμήσω απο όλες αυτές τις πληροφορίες.

«θα πας σε εκείνην τώρα?»

«ναι την άφησα να κοιμηθεί για να πάρω το αμάξι μου και μετά θα γυρίσω»

«οκ και που είσαι, όπως είπαμε εντάξει??? Αν την δω όπως την είδα την Δευτέρα την έκανες μεγάλε»

«την Δευτέρα?... τον ρώτησα περίεργος... ήρθε εδώ την Δευτέρα χάλια, γιατί?»

«γιατί το κατάλαβε ότι θα την παρατήσεις απο την στιγμή που δείλιασες να μείνεις μαζί της»

«πόσο ηλίθιος είμαι?» είπα και κράτησα το κεφάλι μου νευριασμένος με τον εαυτό μου

«και λίγα λες... τώρα τρέχα κοντά της» μου είπε και κουνόντας το κεφάλι μου σηκώθηκα και έφυγα απο εκεί μέσα γιατί δεν άντεχα να ακούσω κι άλλα...


ESCAPE POLH FANTASMA