«Ξέρεις, πήρα και εγώ
κάτι…» είπα γρήγορα για να σπάσω λίγο την ένταση της στιγμής και εκείνη
σταματώντας να πατάει το κουμπί του κινητού της με κοίταξε με περιέργεια.
«Καινούργιο κινητό;»
ρώτησε και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.
«Κάτι πολύ καλύτερο»
είπα με έμφαση.
«Τι;» ρώτησε με
πραγματική περιέργεια πια.
«Ξέρεις ότι έχω
υπόγειο» ξεκίνησα και με κοίταξε με έκπληξη.
«Δηλαδή τα παράθυρα
κάτω από τα σκαλιά στην είσοδο δεν είναι διακοσμητικά;» με ρώτησε και καλά
σοκαρισμένη και άφησα ένα γελάκι να μου ξεφύγει.
«Δεν έχεις ιδέα τι
έχει κάτω» διαπίστωσα και άνοιξε τα μάτια πιο διάπλατα.
«Ξέρεις πόσα μυστικά
κρύβουν τα υπόγεια; Περίεργα εργαλεία, νεκρούς διαμελισμένους σε σακούλες
παραχωμένους μέσα στο υγρό χώμα…» κλείνοντας τα μάτια της ανατρίχιασε ολόκληρη
ενώ άρχισε να κουνάει το κεφάλι της αρνητικά. «Άπα πα δεν υπάρχει περίπτωση να πάω
εκεί κάτω» συμπλήρωσε και προσπάθησα πολύ σκληρά ναν μην γελάσω δυνατά.
«Και όμως θα πας» της
είπα με πείσμα ενώ ανασηκώνουν και με κοίταξε ζαρώνοντας τα μάτια της με
περιέργεια. «Γιατί εκεί βρίσκετε το νέο μου απόκτημα» απάντησα στην ανείπωτη
ερώτηση της και ξεφύσησε παραδομένη.
«Και το πρωινό;»
ρώτησε παραπονιάρικα και ανασήκωσα τους ώμους μου.
«Μπορούμε να το φάμε
και αργότερα» της πρότεινα ενώ με το βλέμμα μου την παρακαλούσα να μην μου το
αρνηθεί και τα παράτησε.
«Εντάξει» το δέχτηκε
και ενθουσιασμένος σηκώθηκα όρθιος, φόρεσα ένα παντελόνι μιας φόρμας και της
έτεινα το χέρι μου.
Μόλις το δέχτηκε και
με ακολούθησε, άνοιξα την πόρτα που οδηγούσε στο υπόγειο και την άφησα να
προπορευτεί. Ήθελα όσο τίποτα να της κλείσω τα μάτια αλλά συγκρατήθηκα. Αν το
έκανα θα καταλάβαινε ότι ήταν ένα δώρο για εκείνη και δεν ήθελα να το απορρίψει
μόνο και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο οπότε αποφάσισα να περιμένω πρώτα τις δικές
της αντιδράσεις πριν αποφασίσω το πώς θα της το παρουσιάσω.
Καθώς πήρε την στροφή
που έκανε η σκάλα και τα μάτια της αντίκρισαν τον σάκο του μποξ το βήμα της
πάγωσε στην μέση.
«Βλέπεις; Ούτε υγρό
χώμα, ούτε διαμελισμένα σώματα» την πείραξα σαν να μην είχα παρατηρήσει που
είχε καρφώσει την ματιά της και προσπάθησα να την παροτρύνω να κατέβει και τα
υπόλοιπα σκαλιά αλλά εκείνη πια είχε μουλαρώσει για τα καλά.
«Τι πήγες και έκανες;»
αναφώνησε γυρίζοντας προς το μέρος μου αγριεμένη.
«Νόμιζα ότι είπες ότι
θέλεις να με μάθεις να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου. Πως ακριβώς θα με
προπονήσεις;» την ρώτησα παλεύοντας πολύ σκληρά να φανώ πειστικός ότι ήταν
πράγματι αυτός ο λόγος που τον πήρα.
«Και σκέφτηκες να
φτιάξεις ένα ολόκληρο γυμναστήριο;» ειρωνεύτηκε δηλώνοντας ανοιχτά ότι δεν την
είχα πείσει ούτε στο ελάχιστο.
«Όχι, μόνο τον σάκο
πήρα, τα όργανα γυμναστικής κάθονται εδώ και αραχνιάζουν από πέρσι. Η μητέρα
μου σκέφτηκε ότι θα γλύτωνα χρόνο στο πήγαινε έλα αν είχα όργανα γυμναστικής στο
σπίτι αλλά μετά την δεύτερη φορά που τα δοκίμασα τα παράτησα και γράφτηκα στο
γυμναστήριο. Είναι τόσο βαρετό να κάνεις μόνος σου γυμναστική» της είπα με ειλικρίνεια
και προσπαθώντας πολύ σκληρά να καλμάρει την ένταση και τα νεύρα της ανασήκωσε
το φρύδι της προκλητικά.
«Οπότε τώρα σκέφτεσαι
να αρχίσεις πάλι να τα χρησιμοποιείς;» με ρώτησε και ανασήκωσα τους ώμους μου
αδιάφορα.
«Αν μου κάνεις παρέα
τότε σίγουρα θα το σκεφτώ» της έδωσα τον λόγο μου.
«Αν θες να σου κάνω
παρέα, τότε ξεκίνα να ξυπνάς στις 5 το πρωί» μου δήλωσε και δυσανασχέτησα.
«Δεν είμαι πολύ
πρωινός τύπος» προσπάθησα να της αλλάξω γνώμη αλλά εκείνη ήταν ανένδοτη.
«Αυτός είναι ο όρος
μου» δήλωσε χωρίς να κάνει πίσω με τίποτα και ξεφύσησα ηττημένος.
«Εντάξει, θα το
δοκιμάσω αλλά δεν σου υπόσχομαι τίποτα» έκανα λίγο πίσω με την ελπίδα στην
πορεία να βρεθούμε κάπου στην μέση και εκείνη καθώς το σκέφτηκε για λίγο γύρισε
προς την αντίθετη μεριά και άρχισε πάλι να κατεβαίνει τα σκαλιά.
«Οπότε θες να σε
προπονήσω» μουρμούρισε σκεπτική ενώ πλησίαζε τον σάκο. «Ξέρεις ότι θα
χρειαστείς και γάντια γι’ αυτό» συνέχισε σαν να προσπαθούσε να βρει κάτι… Να
μου χτυπήσει ότι δεν την είχα πείσει ακόμα ότι ήταν τόσο αθώα τα κίνητρά μου ή
να με κάνει να αλλάξω γνώμη; Δεν ήξερα αλλά δεν θα την άφηνα έτσι.
«Φρόντισα και γι’
αυτό» είπα απευθείας και καθώς κατέβηκα τα υπόλοιπα σκαλιά, πήγα προς το
ντουλάπι που φίλαγα τις πετσέτες. «Κάπου εδώ θα πρέπει να είναι λογικά» είπα
φωναχτά την σκέψη μου και μόλις τα βρήκα τα κράτησα στα χέρια και γύρισα προς
το μέρος της. Αυτόματα ανασήκωσε το ένα της φρύδι εριστικά.
«Τι; Δεν κάνουν;»
ρώτησα κάνοντας τον τελείως αθώο.
«Για έναν αρχάριο σαν
εσένα, όχι, δεν κάνει ούτε αυτός ο σάκος αλλά ούτε και αυτά τα γάντια» μου
χτύπησε λίγο σκληρά και έκανα ότι έφριξα.
«Α τον ηλίθιο. Με
είδε αδαή και μου πάσαρε ότι ήθελε» είπα και καλά αγανακτισμένος αναφερόμενος
φυσικά στον υπάλληλο που μου τα είχε πουλήσει αλλά δεν την έπεισα καθόλου.
Σταυρώνοντας τα χέρια της μπροστά στο στήθος συνέχισε να με κοιτά ενώ απαιτούσε
με το βλέμμα της να της πω την αλήθεια.
«Εντάξει το
παραδέχομαι, τα πήρα για σένα, γιατί αν σε έβλεπα να χτυπάς εκείνον τον στύλο
άλλη μια φορά τότε σίγουρα θα έπαιρνα το
αλυσοπρίονο και θα το έκανα κομμάτια» είπα τελικά την αλήθεια και με εξέπληξε
με την αντίδραση της.
Χωρίς να νευριάζει ή
να πεισμώσει περισσότερο αλλά και χωρίς να δηλώνει τίποτα στα χαρακτηριστικά
της σήκωσε το δίκτυ του δεξιού της χεριού και μου έκανε νόημα να την πλησιάσω.
Τελείως παραξενευμένος από αυτήν της την στάση άρχισα να πηγαίνω προς το μέρος
της και εκείνη αυτόματα πήγε πίσω από τον σάκο και βάζοντας τον ένα της ώμο να
ακουμπήσει πάνω στον σάκο τον κράτησε και με τα δύο της χέρια.
«Πέτα τα γάντια κάτω
και ρίξε την καλύτερη σου μπουνιά» μου ζήτησε απόλυτη σοβαρή και με την
περιέργεια να δω που το πήγαινε έκανα ότι μου ζήτησε.
Καθώς πέταξα τα
γάντια στο πάτωμα, έφερα τα χέρια μου μπροστά στο πρόσωπο και ετοιμάστηκα να
ρίξω. Βλέποντας την στάση του σώματος μου αυτόματα με κοίταξε με ενδιαφέρον
αλλά δεν το σχολίασε.
«Με το αριστερό» μου
είπε αυτόματα πριν προλάβω να ρίξω και την κοίταξα παραξενευμένος αλλά δεν της
έφερα αντίρρηση.
Καθώς άλλαξα χέρι και
πόδι, πήρα μια ανάσα και απλά βάρεσα τον σάκο. Μόλις όλα τα δάχτυλα του χεριού
μου έκανα αυτόματα κρακ, τράβηξα το χέρι μου ξανά απότομα προς το σώμα μου και
άρχισα να βρίζω ενώ το τίναζα με την ελπίδα να σταματήσω να πονάω. Δεν φαινόταν
να είχα πάθει κανέναν τραυματισμό αλλά όσο να το πεις πόνεσε όσο δεν πήγαινε το
άτιμο.
«Τώρα μπορείς να
καταλάβεις ότι δεν έχει διαφορά…»
«Πως μπορείς να λες
ότι δεν έχει διαφορά;» αναφώνησα διακόπτοντας την αλλά εκείνη δεν έδωσε σημασία
στο ξέσπασμα μου. Καθώς ήρθε κοντά μου έπιασε το χέρι που πονούσε μέσα στα δικά
της χέρια και συνέχισε με απαλή και σταθερή φωνή λες και δεν την είχα διακόψει
ποτέ.
«Είτε χτυπάς τον
στύλο, είτε τον επαγγελματικό σάκο του μποξ, αν δεν ξέρεις τι δύναμη πρέπει να
χρησιμοποιήσεις τότε σίγουρα θα πάθεις τραυματισμό. Είναι απλά θέμα
αυτοσυγκέντρωσης. Άλλη δύναμη θα βάλεις εδώ άλλη στον στύλο αλλά και στις δύο
περιπτώσεις αν χάσεις την αυτοσυγκέντρωση σου τότε θα καταλήξεις με
μπαταρισμένο χέρι» μου είπε απαλά ενώ έκανε μαλάξεις στα δάχτυλα και τον καρπό
για να τα χαλαρώσει.
«Εντάξει το
παραδέχομαι πόνεσε πολύ» είπα ενώ κράταγα την ανάσα μου για να μην αρχίσω να
βρίζω πάλι από τον πόνο που ένιωθα.
«Και φαντάσου ότι δεν
έβαλες καν όλη σου την δύναμη» μου είπε με έμφαση και την κοίταξα
παραξενευμένος.
«Πως το κατάλαβες;»
δεν μπορούσα να μην αναρωτηθώ.
«Ήσουν περισσότερο
περίεργος παρά αποφασιστικός την στιγμή που τον βάρεσες» εξήγησε και άφησα μια
απελπισμένη ανάσα να βγει από μέσα μου.
«Εντάξει,
παραδίνομαι, κάνε ότι καταλαβαίνεις, εγώ τουλάχιστον προσπάθησα» κατέθεσα τα
όπλα και σήκωσε την ματιά της για να με κοιτάξει.
«Τι δηλαδή τα παρατάς
έτσι εύκολα;» με ρώτησε δύσπιστα και ένιωθα να χάνω το μυαλό μου. Τι διάολο
ήθελε πια από μένα;
Πριν προλάβω να το
εκφράσω δυνατά, άφησε το χέρι μου και ήρθε πίσω από την πλάτη μου. Βάζοντας τα
χέρια της πάνω στους ώμους μου τους έτριψε λίγο δυνατά σαν να τους προθέρμανε
και ψιθύρισε στο αυτί μου.
«Έλα, δείξε μου τι
μπορείς να κάνεις;» καθώς γύρισα το κεφάλι μου στο πλάι για να την κοιτάξω
εκείνη μου έδωσε ένα απαλό φιλί στα χείλια και με κοίταξε ξανά τελείως σοβαρά.
«Χωρίς γάντια ή έστω
επιδέσμους;» την ρώτησα δύσπιστα.
Βάζοντας το ένα της
χέρι πάνω στην μέση μου έπιασε το δεξί μου χέρι και το τέντωσε μπροστά.
«Αν φορέσεις γάντια ή
έστω επίδεσμο θα παρασυρθείς και θα αρχίσεις να τον βαράς κανονικά. Μην το
προσπαθήσεις, δεν είσαι έτοιμος γι’ αυτό…» με συμβούλευσε και καθώς κατένευσα
εκείνη συνέχισε. «Χρησιμοποίησε τον σάκο απλά για στόχο. Φέρε το σώμα σου πιο
πίσω…» μου είπε απαλά ενώ με τράβηξε τόσο όσο η γροθιά μου να αγγίζει ελάχιστα
τον σάκο. «Και δούλεψε τους μυς σου ώστε να τους ζεστάνεις. Μόλις νιώθεις ότι η
γροθιά σου αγγίζει το δέρμα αυτόματα τράβα το ξανά προς τα πίσω» συνέχισε με
τον ίδιο απαλό και σοβαρό τόνο σαν να ήταν προπονητής και χωρίς ανάσα έμεινα να
την κοιτάω.
Γαμώτο, με τα χέρια
της πάνω στο σώμα μου και την βελούδινη φωνή της μέσα στο αυτί μου το έκανε όλο
αυτό τόσο ερεθιστικό που ήθελα να ξεχάσω την προπόνηση και να την πάρω
επιτόπου.
«Συγκεντρώσου» με
μάλωσε καταλαβαίνοντας από την ματιά μου που είχε αρχίσει να ταξιδεύει το μυαλό
μου ενώ μου γύριζε το κεφάλι προς τον σάκο και πήρα μια βαθιά ανάσα.
«Συγκεντρώσου» είπα
επιτακτικά στον εαυτό μου και καθώς την ένιωσα να πηγαίνει πιο πίσω, σήκωσα
λίγο τα μπατζάκια της φόρμας και αυτόματα λύγησα τα γόνατα μου.
«Για να δω. Τι
θυμάμαι;» μουρμούρισα ενώ πάλευα πραγματικά να φέρω στην μνήμη μου όλες εκείνες
τις κινήσεις που είχα μάθει όταν έκανα Κικ Μπόξινγκ.
Με το δεξί πόδι πίσω
και το αριστερό μπροστά, έφερα τα χέρια μου κοντά στο πρόσωπο ενώ έγειρα το
κεφάλι προς τα κάτω. Χωρίς αποχωρίζομαι τον σάκο από την ματιά μου, ανασήκωσα
το πίσω μέρος των πελμάτων μου και άρχισα να μετακινώ το βάρος του σώματος μου
πατώντας πάντα στις μύτες των ποδιών μου. Το χέρι μου δεν είχε σταματήσει να με
πονάει και αυτό ήταν καλό για να μου υπενθυμίζει να μην πάω πολύ κοντά ώστε να μην
χτυπήσω πάλι τον σάκο. Καθώς έπεισα τον εαυτό μου ότι δεν μπορούσα να το
αποφύγω τελικά τα παράτησα και άρχισα να προπονούμε.
Τείνοντας γρήγορα το
χέρι μου μπροστά, βγάζοντας με δύναμη την ανάσα μου σε κάθε μου κίνηση από το
στόμα, έριξα μια με το δεξί, μια με το αριστερό άλλη μια με το δεξί και έκανα
πιο πίσω ενώ συνέχιζα να κάνω μικρά αλατάκια εναλλάξ σαν να ήμουν ελατήριο.
Στην δεύτερη επανάληψη, σαν να πήρε το σώμα μου αυτόματα μπροστά και το μυαλό
μου γέμισε με όλες εκείνες τις μνήμες που είχα θάψει από το παρελθόν, αυτόματα
αντέδρασε λες και δεν είχα σταματήσει να κάνω ποτέ μου προπονήσεις.
Με τα χέρια μου να
προστατεύουν το πρόσωπο μου, έγειρα προς τα κάτω και προς τα αριστερά ενώ
φέρνοντας το χέρι μου χαμηλά αυτόματα έτεινα την γροθιά μου με δύναμη προς το
αόρατο στομάχι που υπήρχε μπροστά μου. Μόλις το χέρι μου άγγιξε το δέρμα του
σάκου, αυτόματα τράβηξα το χέρι μου πίσω κάνοντας πλάγια βήματα χωρίς να αφήνω
την ματιά μου από τον στόχο και επαναλαμβάνοντας το ίδιο από την αντίθετη μεριά
έφτασα ξανά στο ίδιο σημείο όπου ήμουν αρχικά.
«Ώστε πράγματι
ξέρεις;» την άκουσα πίσω μου να εκφράζει την διαπίστωση που είχε κάνει από την
πρώτη γροθιά που είχα δώσει και άφησα ένα ειρωνικό γελάκι να μου ξεφύγει ενώ
δεν σταμάταγα να μάχομαι με τον αόρατο εχθρό μου που μέχρι στιγμής δεν είχε
πρόσωπο.
«Και δεν το είπες
ποτέ επειδή;» το συνέχισε και το χέρι μου αυτόματα έφυγε με περισσότερη δύναμη
από όσο χρειαζόταν.
«Δεν είναι κάτι για
το οποίο μου αρέσει να υπερηφανεύομαι» της απάντησα και παρόλο που ήθελα να
σταματήσω ωστόσο άξαφνα ο στόχος μου άρχισε να παίρνει μορφή κάνοντας με να
χάνω όλη μου την αυτοσυγκέντρωση.
«Ήταν μια από τις
φαεινές ιδέες του πατέρα μου» εξήγησα ενώ πλησίαζα όλο και πιο πολύ το στόχο
μου αλλά ήμουν ήδη τόσο εκνευρισμένος που δεν μπορούσα να κάνω το σώμα μου πιο
πίσω και ας ήξερα ότι έπρεπε να το κάνω πριν τραυματιστώ πραγματικά.
«Επειδή, με έβλεπε
τόσο ήσυχο και κλεισμένο στον εαυτό μου και φυσικά συνέχεια γύρω από τον
ποδόγυρο της μητέρας μου, πίστευε ότι αν συνέχιζα έτσι θα γινόμουν αδελφή οπότε
σκέφτηκε να πάρει τα ινία στα χέρια του» εξέφρασα με άχτι και την στιγμή που
ένιωσα το χέρι μου να μουδιάζει από την γροθιά που είχα ρίξει μόλις έκανα
αυτόματα πιο πίσω όμως δεν σταμάτησα.
«Εκείνος ασχολιόταν
χρόνια με το Κικ Μπόξινγκ και σκέφτηκε ότι θα
με κάνει πιο δυνατό αν μάθαινα και εγώ να ρίχνω καμία μπουνιά» συνέχισα ενώ
σηκώνοντας το πόδι μου γύρισα τον γοφό μου έτσι ώστε να χτυπήσω τον σάκο με το
καλάμι μου.
Ο πόνος με διάλυσε
αλλά ούτε καν αυτό ήταν τώρα ικανό να με κάνει να σταματήσω.
«Εγώ δεν το ήθελα με
τίποτα και εκείνος κανόνισε έτσι το πρόγραμμα του ώστε να έχουμε προπόνηση την
ίδια ώρα για να με ελέγχει. Όταν τον έβλεπα να χτυπάει εκείνο τον σάκο με τόση
οργή…» μούγκρισα δίνοντας άλλη μια γροθιά σαν να χτυπούσα εκείνον και όχι τον
σάκο.
«Γιατί το παράτησες;»
θέλησε να μάθει και ένιωσα όλη την οργή μου να ανεβαίνει πια στα χέρια μου.
«Γιατί σιχαίνομαι την
βία» εξέφρασα με τόση αγανάκτηση ενώ αυτόματα τα χέρια μου έσπρωξαν τον σάκο με
όση δύναμη είχα μέσα μου λες και με αηδίαζε.
«Αν σιχαίνεσαι την βία,
πως επέλεξες να παίξεις Ράγκμπι;» με ρώτησε και πήρα μια βαθιά ανάσα ενώ την
στιγμή που ο σάκος γύριζε ξανά προς το μέρος μου έβαλα τα χέρια μου μπροστά για
να του σταματήσω την φόρα.
«Δεν το επέλεξα, ήταν
και αυτό άλλη μια φαεινή ιδέα του» εξέφρασα με μίσος. «Πίστευε ότι ένα μάτσο
υπερκινητικά κωλόπεδα που πλακωνόντουσαν μεταξύ τους για να πιάσουν μια ηλίθια
μπάλα θα κατάφερνε να με κάνουν άντρα» της απάντησα ενώ κούναγα το κεφάλι μου
αρνητικά με δυσπιστία χωρίς να γυρίσω να την κοιτάξω ακόμα.
«Και γιατί δεν το
παράτησες και αυτό;» συνέχισε τις απορίες της και ξεφύσησα κουρασμένα.
«Γιατί βλέπεις είχα
την κακή συνήθεια τότε, ότι αναλάμβανα να κάνω, να το κάνω τέλεια επειδή ήθελα
να είναι υπερήφανη για μένα, να με κοιτάει και να ξέρει ότι οι κόποι της δεν
πήγαν χαμένοι αλλά δεν μπορούσα να συνεχίσω, ήταν τόσο πολύ για μένα. Μόλις ο
προπονητής μου όμως έμαθε ότι ήθελα να τα παρατήσω βγήκε από τα ρούχα του. Της
είπε ότι ήμουν τόσο καλός που σίγουρα με έβλεπε να γίνομαι ένα από τα επόμενα ανερχόμενα
αστέρια και η μητέρα προσπάθησε να μου αλλάξει γνώμη. Τι να της έλεγα; Μπορεί
να ήμουν ακόμα μικρός αλλά ήξερα ότι αν της έλεγα τα πάντα θα την στεναχωρούσα
και δεν το ήθελα αυτό. Έτσι πήρα την απόφαση να το καταπιώ. Έκανα υπομονή,
έλεγα ότι όταν τελείωνα το σχολείο θα μπορούσα να το παρατήσω αλλά εκείνη όσο
με έβλεπε να γίνομαι όλο και πιο καλύτερος τόσο ενθουσιαζόταν περισσότερο.
Όταν μου είπε ότι
κατάθεσε τα χαρτιά μου σε αυτό το κολέγιο κρυφά από μένα και ότι ήρθε η
απάντηση και μάλιστα με πλήρη υποτροφία δεν άντεξα άλλο. Τότε της τα είπα όλα
και εκείνη τα έπαιξε τελείως. Πίστευε ότι είχε καταφέρει να μου το κρύψει αλλά
η ιδέα και μόνο ότι εγώ έμενα ξύπνιος και άκουγα τα πάντα την έκανε να χάσει
την γη κάτω από τα πόδια της. Μετά από αυτό δεν με πίεσε ξανά όμως όταν έγινε
ότι έγινε με την Μελίντα τότε το σκέφτηκα και εγώ καλύτερα. Όποιο δρόμο και να
επέλεγα θα ήταν το ίδιο επίπονος για μένα οπότε εγώ θεώρησα σωστό να επιλέξω
τον πιο ανώδυνο από τους δύο. Το είχα αντέξει τόσα χρόνια, θα μπορούσα να το
αντέξω λίγο ακόμα. Αν ήμουν πράγματι καλός όσο έλεγε ο προπονητής μου, τότε θα
έβλεπα τι θα έκανα στην πορεία. Μέχρι που ήρθα εδώ και τότε κατάλαβα ότι
μπορούσα να κάνω νέα όνειρα» εξέφρασα μια και έξω όσα με έπνιγαν και έμεινα
ξανά στην σιωπή εξακολουθώντας να κρατάω τον σάκο με τα χέρια μου χωρίς να την
κοιτάω.
«Θες να σταματήσεις;»
με ρώτησε με την φωνή της να είναι παρηγορητική και καταλαβαίνοντας ότι
εννοούσε την προπόνηση μαζί της, σήκωσα την ματιά μου και κοίταξα τον σάκο του
μποξ σαν να τον έβλεπα για πρώτη φορά μπροστά μου.
«Όχι» είπα με πείσμα
και κάνοντας το σώμα μου ξανά πιο πίσω, έφερα τα χέρια μου κοντά στο πρόσωπο
μου. «Δεν θα τα παρατήσω πάλι» είπα αποφασιστικά ενώ τείνοντας την γροθιά μου
μπροστά συνέχισα να γρονθοκοπώ σχεδόν τον αέρα.
«Γιατί;» δεν μπορούσε
να μην αναρωτηθεί.
«Γιατί αυτήν την φορά
θέλω να είμαι έτοιμος» είπα με άχτι ενώ άρχισα και πάλι να πλησιάζω επικίνδυνα
κοντά στον σάκο. «Γιατί αυτήν την φορά θέλω όταν τον δω να μπορώ να τον κάνω να
πληρώσει για όλα» φώναξα και την στιγμή που η γροθιά μου προσπάθησε να βρει τον
σάκο βρήκε απευθείας την παλάμη της και φρέναρα.
Εκείνη κοιτώντας με
αυστηρά στα μάτια κούνησε το κεφάλι της αρνητικά κρούοντας τον κώδωνα του
κινδύνου. Είχε δίκιο, αν συνέχιζα έτσι τότε σίγουρα θα πάθαινα κανέναν τραυματισμό
στ’ αλήθεια αυτήν την φορά όμως γιατί γαμώτο δεν ήταν αρκετό να με κάνει τώρα
να σταματήσω τον εαυτό μου;
«Θέλω να τον λιώσω το καταλαβαίνεις;» την
ρώτησα μέσα από τα δόντια μου με τόσο μίσος που για μια στιγμή σκέφτηκα ότι
μπορεί και να την τρόμαζα αλλά εκείνη δεν άλλαζε ύφος. Με κοίταζε ανέκφραστα
και απλά με άφηνε με τον τρόπο της να εκφράσω ότι με έπνιγε μέσα μου. «Το μόνο
που με σταματάει μέχρι στιγμής είναι γιατί ξέρω ότι στο τέλος εκείνος θα είναι αυτός
που θα με σαπίσει στο ξύλο αντί για μένα και δεν το μπορώ άλλο αυτό, δεν μπορώ
να νιώθω τόσο αδύναμος» εξέφρασα με όλη την οργή που ένιωθα μέσα μου να
ξεχειλίζει πια από παντού.
«Κρις… Το ότι λύνεις
τις διαφορές σου με την λογική αντί με την βία σε κάνει πιο δυνατό, όχι πιο αδύναμο»
δήλωσε με ύφος που δεν μου έδινε το περιθώριο να την αμφισβητήσω.
«Ξέρεις πόσο σε
ζηλεύω που είσαι τόσο δυνατή;» την ρώτησα με παράπονο και εκείνη, απλώνοντας το
χέρι της προς μέρος μου, άγγιξε το μάγουλο μου κοιτώντας με βαθιά μέσα στα
μάτια μου.
«Ξέρεις πόσο σε
ζηλεύω που μπορείς να κρατάς την λογική σου αναπόσπαστη;» με ρώτησε πίσω και
χωρίς να μπορώ να σταματήσω τον εαυτό μου, τύλιξα τα χέρια μου γύρω από το σώμα
της και την έφερα κοντά μου.
«Σε παρακαλώ Κλερ, σε
ικετεύω, βοήθησε με να τον βγάλω από το μυαλό μου γιατί αν δεν το κάνω σύντομα
πραγματικά θα τρελαθώ. Όσο τον σκέφτομαι να είναι εκεί έξω και να συνεχίζει
ατάραχος την ζωή του χωρίς να έχει καν τύψεις για όσα έκανε, τόσο νιώθω την
υπομονή μου να εξαντλείτε και τότε θα χάσω και την ψυχραιμία μου, θα χάσω και την
λογική, θα τα χάσω όλα» της είπα με πόνο και εκείνη χωρίς να το σκεφτεί,
αφήνοντας πρώτα ένα απαλό φιλί πάνω στον λαιμό μου, έκανε πιο πίσω και μου
έπιασε το χέρι.
«Έλα μαζί μου» είπε
απαλά και χωρίς να περιμένει την δική μου αντίδραση, με παρέσυρε μαζί της προς
τις σκάλες.
Την στιγμή που με
πήγε κοντά στο κρεβάτι μου, με παρότρυνε να ξαπλώσω και εκείνη αφήνοντας με για
λίγο πήγε προς το γραφείο μου. Ανοίγοντας το συρτάρι που φίλαγα τα προφυλακτικά
μου, έπιασε στα χέρια της ένα καινούριο κουτί και αφού έβγαλε από μέσα όλη την
σειρά όπως ήταν με τα ενωμένα φακελάκια, πέταξε το κουτί πάνω στο γραφείο και
ήρθε προς το κρεβάτι. Αφήνοντας τα προφυλακτικά πάνω στο κομοδίνο της, πήρε τον
δίσκο με το σχεδόν ανέγγιχτο πρωινό στα χέρια της, το άφησε και αυτό πάνω στο
γραφείο και γύρισε προς την μεριά μου. Βγάζοντας τελείως τα ρούχα μαζί και τα
εσώρουχα της από πάνω της, ήρθε ξανά κοντά μου. Χωρίς να με γδύσει, καβάλησε τα
πόδια μου και καθώς έγειρε κοντά μου με κοίταξε σοβαρή στα μάτια.
«Τι θες να κάνεις;»
με ρώτησε απαλά και πήρα μια βαθιά ανάσα για να καταφέρω να καλμάρω τα ήδη
τσιτωμένα μου νεύρα.
«Άφησε με να σε
θαυμάσω» ζήτησα παρακλητικά ενώ το χέρι μου ήδη ήταν πάνω στο πρόσωπο της και
το ψηλάφιζε απαλά.
Δεν μου έφερε
αντίρρηση. Σηκώνοντας ξανά τον κορμό της τον έφερε αρκετά κοντά μου ώστε το
χέρι μου να την φτάνει και χωρίς να χάνω την ευκαιρία άρχισα να σέρνω απαλά τα
ακροδάχτυλα μου σε όλη την επιφάνεια της επιδερμίδας της ενώ η ματιά μου ακολουθούσε
την κίνηση του χεριού μου. Όταν τα δάχτυλα μου έφτασαν λίγο πιο πάνω από το
τατουάζ της που ήταν πάνω στο πλευρό της φρέναρα. Ήξερα ότι δεν είχα το
δικαίωμα να το αγγίξω αλλά εκείνη δεν με άφησε να σταματήσω. Ακουμπώντας τα
δάχτυλα της πάνω στα δικά μου, παρότρυνε το χέρι μου να κατέβει πιο χαμηλά ένιωσα
την καρδιά μου να χτυπά πιο γρήγορα αλλά δεν σταμάτησα. Αγγίζοντας όσο πιο
ανεπαίσθητα μπορούσα το περίγραμμα του τατουάζ της προσπάθησα να κρατήσω τα
δάχτυλα μου μακριά από την ουλή της αλλά μου ήταν τόσο αδύνατο.
«Πες μου τι
σκέφτεσαι» με παρακάλεσε και σμίγοντας τα φρύδια μου με πόνο, χωρίς να μπορώ να
την αντικρίσω στα μάτια, προσπάθησα να πάρω μια ανάσα.
«Απλά εύχομαι να
μπορούσα να τα σβήσω» της είπα πνιγμένα προσπαθώντας πολύ σκληρά να μην
παρασυρθώ και αφήσω τα δάκρυα μου να προδώσουν την αδυναμία μου.
Ήθελα να είμαι πιο
δυνατός από εκείνη, έπρεπε να είμαι πιο δυνατός από εκείνη… έλεγα ξανά και ξανά
από μέσα μου αλλά που να με πάρει δεν ήταν αρκετό.
«Τα τατουάζ;» ρώτησε
για να καταλάβει τι εννοώ και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά εξακολουθώντας να
αγγίζω το σημάδι της σαν να μπορούσα να το κάνω να σβήσει κάτω από το άγγιγμα μου.
«Τα σημάδια» εξήγησα
και καθώς εκείνη έγειρε ξανά κοντά μου και έπιασε το πρόσωπο μου μέσα στα δύο
της χέρια έκοψα την ανάσα μου στην μέση.
Το είχα παρακάνει,
έπρεπε να το ήξερα ότι το είχα παρακάνει… έβρισα τον εαυτό μου μέσα μου αλλά
μόλις εκείνη άρχισε να μιλά ένιωσα πραγματικά να χάνομαι.
«Όταν είμαι μαζί σου, νιώθω σχεδόν να
εξαφανίζονται» μου είπε τόσο σοβαρά που δεν ήξερα τι να σκεφτώ.
Το εννοούσε
πραγματικά ή το έλεγε για να με κάνει να νιώσω καλύτερα;
«Το εννοείς;» δεν
μπορούσα να μην πάρω την επιβεβαίωση αυτή και εκείνη για απάντηση έγειρε το
κεφάλι της και άρχισε να με φιλά με τόσο πάθος που έχασα τα λογικά μου.
«Το ξέρω ότι είναι
άδικο για σένα, αλλά σε χρειάζομαι γαμώτο, σε χρειάζομαι τόσο πολύ» είπα με
πόνο ανάμεσα στα φιλιά μας και εκείνη σηκώνοντας το κεφάλι της για να με
κοιτάξει στα μάτια, μου χαμογέλασε θλιμμένα.
«Όσο ακριβώς σε
χρειάζομαι και εγώ» με διαβεβαίωσε και ένιωσα την καρδιά μου να σταματά.
Ήταν η πρώτη φορά που
το εξέφραζε δυνατά και αβίαστα και πραγματικά δεν είχα ιδέα πώς να εκφράσω όλα
όσα με έκανε να νιώθω αυτήν την στιγμή.
«Άφησε με να σου
δείξω όλα όσα νιώθω για σένα» την ικέτεψα και χωρίς να μου φέρει αντίρρηση,
έγειρε ξανά το πρόσωπο της κοντά στο δικό μου και μου πρόσφερε όλο της το
είναι.
«Γαμώτο, σ’ αγαπώ τόσο
πολύ» είπα πάνω στα χείλια της και εκείνη βάθυνε αυτόματα το φιλί μας τόσο πολύ
που δεν κατάφερα πια να καταπνίξω το λυγμό που έφραζε όλη αυτήν την ώρα τον
λαιμό μου.
«Κάνε μου έρωτα,
Κρις» με παρακάλεσε και δεν της χάλασα το χατίρι. Πως θα μπορούσα άλλωστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου