Ετικέτες

Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2014

I'm in Love With An Angel "13. Ένα καταστροφικό Σαββατοκύριακο"





Επίτηδες γύρισα όσο πιο αργά μπορούσα. Δεν ήμουν έτοιμος ακόμα να την δω και όχι γιατί ήμουν τσατισμένος μαζί της αλλά γιατί αν το έκανα τότε θα λύγιζα και θα της ζητούσα συγνώμη. Καταλαβαίνω απόλυτα τους φόβους της, τους ίδιους φόβους  μοιράζομαι και εγώ γι’ αυτό και δεν την θέλω άλλο εδώ μέσα. Κάθε μέρα που πέρναγε με έκανε να ενδιαφέρομαι και περισσότερο για εκείνη και αυτό δεν θα μπορούσα ποτέ να το επιτρέψω. Δεν ήμουν των σχέσεων και δεν υπήρχε κανένας λόγος να αλλάξει τώρα αυτό. Ιδίως με εκείνη.
Μπορεί να ήταν ένα αλλοπρόσαλλο άτομο, βουτηγμένο δεν ξέρω και εγώ σε τι καταστάσεις, αλλά κάθε της κίνηση με σκλάβωνε, κάθε της λέξει με τράβαγε ακόμα πιο κοντά της γι’ αυτό και με έφερνε στα όρια της τρέλας. Ακριβώς γι’ αυτό. Γιατί ήταν το τελευταίο άτομο που θα ήθελα να κολλήσει επάνω μου, γιατί τότε σίγουρα θα κατάφερνα να την πονέσω. Είχε αρκετό πόνο μέσα της, δεν χρειαζόταν περισσότερο γι’ αυτό και προστάτευε τόσο πολύ τον εαυτό της, γι’ αυτό και έκανε όλες αυτές τις παράλογες σπασμωδικές κινήσεις. Για να με κρατήσει μακριά. Πόσο ταιριάζαμε σε αυτό το θέμα.
Όταν μπήκα στο σπίτι έστησα αυτί στην πόρτα της και μόλις βεβαιώθηκα ότι ήταν ακόμα μέσα πήγα στο δωμάτιο μου. Χτύπησα επίτηδες λίγο πιο δυνατά την πόρτα μου από όσο χρειαζόταν ώστε να πάρει το μήνυμα ότι είχα γυρίσει και δεν ξαναβγήκα από το δωμάτιο μου παρά μόνο για να τσιμπήσω κάτι πρόχειρο. Ετοιμάζοντας ένα γρήγορο σάντουιτς το πήρα μαζί μου κλείστηκα στο δωμάτιο μου και έμεινα να κοιτάω το κενό τρώγοντας μηχανικά πάνω στο κρεβάτι μου.
Έπρεπε να κάνω κάτι ώστε να με αποσπάσει από τις σκέψεις μου. Να με κάνει να σταματήσω να σκέφτομαι την χθεσινή βραδιά, να ξεχάσω όσα της είπα σήμερα. Έπρεπε να κάνω γρήγορα κάτι. Κάτι δραστικό και ξενέρωτο. Κοιτώντας την τσάντα μου ξεφύσησα. Αν έμπαινα στο τσατ για καμία ψηλή κουβέντα με καμία γκόμενα τότε σίγουρα όλες οι μνήμες από την χθεσινή μέρα θα επέστρεφαν σαν κομήτες. Οπότε δεν είχα πολλές επιλογές. Παρατώντας το μισοτελειωμένο σάντουιτς, πήρα την τσάντα μου στο χέρι, άδειασα τα βιβλία πάνω στο κρεβάτι και άρχισα να τα ανακατεύω. Μέχρι εδώ έφτασα; Να κάνω τα μαθήματα μου; Μπλιαχ αλλά καλό μπλιαχ. Σίγουρα ήταν ότι έπρεπε τώρα.  

Δεν ήξερα ποια στιγμή με είχε πάρει ο ύπνος. Όταν άνοιξα τα μάτια μου είχε ήδη ξημερώσει. Κοιτώντας το ρολόι είδα ότι ήταν κιόλας 9:30. Πράγμα που σήμαινε ότι σε μισή ώρα θα ερχόταν εκείνο το εξωτικό και τόσο αντιπαθητικό πλάσμα. Δεν μπορούσα να κάνω πίσω τώρα έτσι σηκώθηκα. Κάνοντας ένα γρήγορο μπάνιο, έβαλα ένα σορτσάκι και μια μπλούζα και πήγα στην κουζίνα να τσιμπήσω τίποτα πριν έρθει εκείνη. Φτάνει που θα αναγκαζόμουνα να της κάνω μεσημεριανό δεν θα της έκανα και πρωινό από πάνω.
Φτάνοντας κοντά στον πάγκο, είδα μια κόλλα χαρτί να είναι διπλωμένη στην μέση και να γράφει επάνω το όνομα μου με τεράστια γράμματα. Από περιέργεια το άνοιξα.

‘Δεν ήξερα τι είχες σκοπό να μαγειρέψεις έτσι σου πήρα λίγα από όλα. Τα πάντα είναι στο ντουλάπι και το ψυγείο.
Καλά να περάσεις και αν επιμείνει να της δώσεις το κινητό σου δώσε το δικό μου. Το έχω περασμένο στο κινητό σου με το όνομα σου. Δώσ’ της το  και θα φροντίσω εγώ να μην τολμήσει να σε ενοχλήσει ξανά.
ΥΓ. Μην αγχωθείς για την ώρα, θα μείνω το βράδυ στον αδελφό μου οπότε αν γουστάρεις κράτα την και για την νύχτα.
ΥΓ2. Αν ήμουν εκεί θα σας έφτιαχνα την σπεσιαλιτέ μου όσο θα κάνατε μπάνιο στην παραλία για να περάσετε ένα αξέχαστο ραντεβού και μετά θα σας άφηνα το σπίτι ελεύθερο για να το χαρείτε. Γιατί έτσι κάνουν οι συγκάτοικοι. Φροντίζουν ο ένας τις ανάγκες του άλλου σαν δύο καλά φιλαράκια.’

Έγραφε και με τα νεύρα μου να χτυπάνε κόκκινο τσαλάκωσα το χαρτί και κοίταξα νευριασμένος το κενό. Γαμώτο σου Κλερ, πάντα ξέρεις πώς να με βγάζεις Νοκ-Αουτ από τις τύψεις.  
Πριν προλάβω ακόμα να ηρεμίσω η πόρτα χτύπησε και έβρισα από μέσα μου. Πως διάολο θα πέρναγε αυτή η μέρα;
Από την στιγμή που μπήκε μέσα πήρε το πάνω χέρι σε όλα. Με έναν αέρα σαν να ήταν ήδη το σπίτι της περιφερόταν σε όλους τους χώρους μου και αυτό με έφτανε στα όρια της τρέλας. Την στιγμή που γυρίσαμε από την παραλία, που περιττό να πω ότι προσπάθησε πολλές φορές να με πείσει να της τον χώσω μέσα στο νερό χωρίς να την νοιάζουν τα βλέμματα που υπήρχαν γύρω μας, προσπάθησε να με παρασύρει στο μπάνιο αλλά δεν της έκανα την χάρη.
Με την πρόφαση ότι θέλω να ετοιμάσω το φαί την άφησα να κάνει μπάνιο και εγώ έβγαλα το κοτόπουλο και άρχισα να το ετοιμάζω. Ήταν η σπεσιαλιτέ μου. Φυσικά δεν προοριζόταν για εκείνη αλλά είχα ανάγκη να το κάνω για αντιπερισπασμό. Έπρεπε να είναι ένα τέλειο ραντεβού γιατί αλλιώς η Σάντι θα φρόντιζε ώστε όλο το κολέγιο να μιλάει γι’ αυτό αύριο και σίγουρα θα έκανε τα πράγματα χειρότερα. Θα έβαζε ψήλους στα αυτιά και των φίλων μου αλλά περισσότερο σε εκείνη. Στην Κλερ που ήθελε όσο τίποτα να πάει καλά το σημερινό για να νιώσει εκείνη καλύτερα.
Όταν τελείωσα με την προετοιμασία, έβαλα το κοτόπουλο στον φούρνο για να τραβήξει τα υγρά του και πήγα να κάνω ένα γρήγορο ντουζ. Ήταν ανοησία μου αλλά δεν μπορούσα να κρατηθώ και έτσι κλείδωσα την πόρτα. Για κακή μου τύχη εκείνη το έλεγξε και το γεγονός ότι την βρήκε κλειδωμένη θα τις κινούσε υποψίες αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για να το διορθώσω πια.
Έκανα το ένα λάθος πίσω από το άλλο. Εκείνη προσπαθούσε υπερβολικά πολύ για να με ρίξει και εγώ υπερβολικά πολύ να την κάνω να ξενερώσει και να φύγει.   
Τελειώνοντας με το φαγητό εκείνη πήγε στο παρασύνθημα. Καθώς κάτσαμε στον καναπέ κρατώντας ο κάθε ένας μας από μια μπύρα στο χέρι εκείνη περνώντας το ένα της πόδια πάνω από το δικό μου, πλάγιασε το σώμα της και άρχισε να με προκαλεί. Μόλις ένιωσα να περάνει το μπουκάλι της μπύρας της πάνω από το μάγουλο μου και να το κατηφορίζει προς τον λαιμό μου πάγωσα. Οι εικόνες που πλημύρισαν το μυαλό μου με έκανε να θέλω να ουρλιάξω. Εκείνη, η Κλερ, με τα ποδαράκια της ανοιχτά και εγώ να την βασανίζω. Όχι πήγαινε πάρα πολύ.
Αρπάζοντας την μπύρα της απότομα από το χέρι της, την άφησα πάνω στο τραπέζι μαζί με την δική μου και έπεσα επάνω της. Μια ψυχή που είναι να βγει ας βγει τώρα να τελειώνουμε. Δεν την ήθελα άλλο μέσα στο σπίτι μου και αν δεν την έπαιρνα θα γινόμουν σούσουρο. Οπότε δεν είχα και άλλη επιλογή.
Καθώς κατέκτησα τα χείλια της και έβαλα το χέρι μου ανάμεσα στα πόδια της ακριβώς πάνω στο καυτό της σορτσάκι, εκείνη εκστασιάστηκε. Περνώντας το χέρι της κάτω από το σορτσάκι μου άρχισε να με ερεθίζει. Η εικόνες που είχα δει πριν μέσα στο μυαλό μου είχαν κάνει ήδη αρκετά καλή δουλειά οπότε δεν είχε και πολλά να κάνει.
Όταν της έβγαλα την μπλούζα από πάνω της εκείνη έτριψε το ελεύθερο της στήθος πάνω στο στερνό μου και βόγκηξε ηδονικά. Καμία σχέση με το πώς βογκούσε η Κλερ. Εκείνης ήταν πάντα αληθινά γεμάτα πάθος, αυτής… βάζοντας το χέρι μου μέσα από το εσώρουχο της διαπίστωσα την αλήθεια. Ήταν πέρα για πέρα ψεύτικα. Δεν ήταν καν υγρή πόσο μάλλον έτοιμη. Δεν γαμιέται. Τώρα τελείωσε. Σηκώθηκα απότομα και εκείνη με κοίταξε ξαφνιασμένη.
«Μην το κουνήσεις από εδώ» σχεδόν την διέταξα και έτρεξα στο δωμάτιο μου.
Πιάνοντας ένα προφυλακτικό, γύρισα κοντά της, με απάλλαξα από τα ρούχα μου και καθώς της άνοιξα τα πόδια την έφερα στο πλάι. Εκείνη νομίζοντας ότι θα την έγλυφα, έγειρε το σώμα της προς τα πίσω και έκλεισε τα μάτια της χαμογελώντας με ικανοποίηση. Βγάζοντας και το σορτσάκι της με το κιλοτάκι της μαζί γονάτισα μπροστά της και μόλις φόρεσα το προφυλακτικό πήρα θέση για να μπω μέσα της. Η έκπληξη της ήταν μεγάλη αλλά δεν μίλησε. Δεν είπε τίποτα.
Γέρνοντας ξανά προς τα πίσω άπλωσε τα χέρι της μπροστά και ετοιμάστηκε να με κλείσει στην αγκαλιά της. Δεν ήθελα να με αγγίξει εκείνη. Έτσι πιάνοντας τα χέρια της από τους καρπούς της τα έφερα πάνω από το κεφάλι της και πλησίασα το πρόσωπο μου κοντά στο δικό της. Μόλις μισάνοιξε τα χείλια της έτοιμη να δεχτεί το φιλί μου νευρίασα. Όχι δεν ήθελα ούτε τα δικά της χείλη.    
Χαμηλώνοντας πιο κάτω άρχισα να γεύομαι την επιδερμίδα του λαιμού της ενώ μπήκα με μια ώθηση μέσα της. Δεν ήταν υγρή ούτε καν στενή. Ήταν ορθάνοιχτη και τελείως ψυχρή γεμάτο προσποιήσεις όμως δεν ήταν αυτό που με ενόχλησε περισσότερο. Στην αρχή δεν το κατάλαβα αλλά μόλις άρχισα να κουνιέμαι μέσα της και τα χείλια μου πιπιλούσαν την επιδερμίδα του λαιμού της το κατάλαβα και ανασήκωσα το σώμα μου για να την κοιτάξω στα μάτια.
«Τι έκανες;» την ρώτησα εκνευρισμένα και πάγωσε. Στα μάτια της σίγουρα της φάνηκα σαν εξαγριωμένο αγρίμι.
«Δεν καταλαβαίνω» είπε μπερδεμένη. 
«Γιατί έκανες μπάνιο με το αφρόλουτρο μου;» διευκρίνισα και με κοίταξε ακόμα πιο μπερδεμένη.
«Αυτό βρήκα μπροστά μου» εξήγησε αλλά δεν μου έφτασε. Το είχε κάνει επίτηδες. Λες και το ήξερε και το είχε κάνει επίτηδες για να με βγάλει από τα ρούχα μου.
«Σήκω και φύγε από εδώ» είπα πριν το σκεφτώ και καθώς βγήκα από μέσα της σηκώθηκα όρθιος, έβγαλα το προφυλακτικό, το πέταξα στο πάτωμα και βάλθηκα να ντύνομαι.
Εκείνη δεν κουνήθηκε από την θέση της. Κοιτώντας με ακόμα με απορία προσπαθούσε να βρει μια λογική στην παράλογη συμπεριφορά μου.
«Το ξέρει;» ρώτησε τελικά ενώ κατεβάζοντας τα πόδια της στο πάτωμα έπιασε το σορτσάκι της με το σλιπάκι της με σκοπό να τα φορέσει.
«Ποιος να ξέρει τι;» την ρώτησα με την ανάσα μου να κόβεται στην μέση. Τι της πέρασε από το μυαλό;
«Ότι είσαι ερωτευμένος μαζί της» ξεφούρνισε και βγήκα από τα ρούχα μου. «Μην το αρνηθείς» είπε γρήγορα. «Σε πρόσεξα πως την κοίταζες όταν φλέρταρε με εκείνον τον ξανθό» είπε με υπονοούμενο και πήρα μια κοφτή ανάσα.
Γαμώτο εδώ καλά καλά δεν τολμώ να το επιβεβαιώσω στον ίδιο μου τον εαυτό και τώρα όλοι ξέρουν; Όλοι το είδαν, σίγουρα το πρόσεξαν, κάτι έπρεπε να κάνω γι’ αυτό.
«Παραλογίζεσαι» της είπα χωρίς να την κοιτώ ενώ έπιανα το μπλουζάκι μου από το πάτωμα και το φόραγα.
«Ναι, σωστά, παραλογίζομαι» ειρωνεύτηκε και μόλις φόρεσε τα ρούχα της σηκώθηκε όρθια για να με αντιμετωπίσει.  
«Θα σου κάνω την χάρη και δεν θα πω τίποτα για τα σημερινά. Αλλά ακόμα μου χρωστάς ένα ραντεβού. Ένα κανονικό ραντεβού που θα περιλαμβάνει τα πάντα. Αλλιώς θα τα ξεράσω όλα και πρώτα πρώτα σε εκείνη. Είμαι σίγουρη ότι θα χαρεί ιδιαίτερα. Μην νομίζεις ότι δεν πρόσεξα πως προσπάθησε να σε αδειάσει, όπως άδειασε και εκείνο τον κακόμοιρο τον Πολ. Ξέχνα την, δεν πρόκειται να σε κοιτάξει ποτέ και αυτό είναι που σε τραβάει περισσότερο αλλά είναι γυναίκα Κρις, ξέρει να παίζει καλά το παιχνίδι. Θα σε κάνει να σέρνεσαι και μετά πουφ, θα σε αδειάσει σαν σακί με πατάτες» είπε με απόλυτη ικανοποίηση και έγινα αν είναι δυνατόν ακόμα πιο έξαλλος.
«Μην μιλάς για εκείνη σαν να την ξέρεις. Δεν σου το επιτρέπω» φώναξα μπροστά στα μούτρα της και ανασηκώνοντας τα φρύδια της με έκπληξη μου χαμογέλασε σαν να είχε κερδίσει μόλις τον πρώτο λαχνό του Λότο.
«Τόσο χάλια» παρατήρησε και έβρισα τον εαυτό μου που δεν κατάφερα να συγκρατηθώ. «Δεν πειράζει κάθε αρχή και δύσκολη αλλά όταν θα φύγει και θα σου δώσει τα παπούτσια στο χέρι μην μου πεις μετά ότι δεν σου τα έλεγα» μου χτύπησε στα μούτρα και προσπερνώντας με έπιασε την τσάντα της από το τραπεζάκι και έφυγε με τον αέρα της νικήτριας.
 Σκατά… την είχα πολύ άσχημα και το ξέρω. Αν φοβόμουν πριν ότι θα μου γινόταν κολλιτσίδα τώρα ήμουν σίγουρος ότι θα γινόταν στυγνή εκβιάστρια. Σίγουρα θα με έκανε να πληρώσω πολύ άσχημα την σημερινή μου απόρριψη.
Έπρεπε να μαζέψω τα πάντα. Να κάνω το σπίτι όπως ήταν πριν αλλά αν το έκανα τότε σίγουρα εκείνη θα καταλάβαινε ότι αυτό το ραντεβού ήταν η απόλυτη καταστροφή. Γαμώτο… μπρος γκρεμός και πίσω η Κλερ. Ότι και να αποφασίσεις ήταν σκέτη τρέλα, η απόλυτη καταστροφή.

Έχοντας κοιμηθεί ελάχιστα και πάλι πάνω στα βιβλία μου, άκουσα την μουσική στην διαπασών και πετάχτηκα επάνω. Μόλις η φωνή της έφτασε στα αυτιά μου άρχισα να παίρνω γρήγορες ανάσες. Έχει βαλθεί να με στείλει αυτό το κορίτσι δεν εξηγείτε αλλιώς.


‘You don't have to look like a movie star
Ooh I think you're good just the way you are
Tell me if you could would you up and run away with me?

You don't have to roll like a millionaire
Baby I would go with you anywhere
We don't need no gold, we'll be shining anyway, you'll see

You know can't nobody get down like us
We don't stop 'till we get enough
C'mon, turn it up 'till the speakers pop
Break it down, show me what you've got

Ooh my my baby don't be shy
I see that spark flashing in your eye
My heart beats fast 'cause I want it all
So baby come with me and be my ooh la la

Take my hand, we can go all night
And spin me round just the way I like
It feels so good, I don't wanna stop
So baby come with me and be my ooh la la’

Όταν άκουσα τους στοίχους, μου ήρθε να βάλω τις φωνές. Προσπαθούσε να με προκαλέσει ή ήξερε ήδη την χθεσινή αποτυχία και απλά με κορόιδευε τώρα; 
Πετώντας το σεντόνι μαζί με τα βιβλία από πάνω μου, άνοιξα την πόρτα και πήγα με γρήγορα βήματα στο σαλόνι.

You know can't nobody get down like us
We don't stop 'till we get enough
C'mon, turn it up 'till the speakers pop
Break it down, show me what you've got

Συνέχιζε να τραγουδά ενώ χοροπηδούσε πάνω στον καναπέ σαν μικρό παιδάκι κουνώντας τα χέρια της στον αέρα. Δεν άντεξα άλλο να την βλέπω έτσι. Καλύπτοντας την απόσταση που μας χώριζε έβαλα τα χέρια μου πάνω στην μέση της και αμέσως άρχισε να γελά. Αντί να νευριάσει που προσπάθησα να την σταματήσω, γύρισε προς το μέρος μου, έπιασε τα χέρια μου και άρχισε να τα κουνάει στον ρυθμό ενώ συνέχισε να χοροπηδάει και να τραγουδάει.

Ooh my my baby don't be shy
I see that spark flashing in your eye

«Κλερ» παραπονέθηκα αλλά με τον φόβο μην την τραβήξω απότομα και την ρίξω από τον καναπέ δεν τράβηξα τα χέρια μου από τα δικά της.
Εκείνη τον χαβά της. Μέχρι να τελειώσει το τραγούδι τα είχε δώσει όλα. Μόλις το τραγούδι άλλαξε μου άφησε τα χέρια και ξεφωνίζοντας σήκωσε τα πόδια ψηλά όπως θα έκανε πάνω σε τραμπολίνο και έσκασε πάνω στον καναπέ.
«Θα σταματήσεις επιτέλους να κάνεις βλακείες. Θα σκοτωθείς» της φώναξα ενώ την τράβαγα για να σηκωθεί ξανά όρθια και εκείνη άρχισε να γελάει με την καρδιά της.
«Προς τι όλη αυτή η χαρά;» ρώτησα εκνευρισμένα και δεν χρειάστηκε η απάντηση της για να το καταλάβω.
Τα πάντα ήταν στην θέση τους και το προφυλακτικό. Σκατά… αυτό το ξέχασα τελείως. Σίγουρα το είχε βρει. Σίγουρα υπέθεσε ότι το ραντεβού πήγε όπως θα έπρεπε να πάει. Αυτό δεν ήθελα; Δεν ήμουν σίγουρος πια.
«Νόμιζα ότι δεν θα ξυπνούσατε ποτέ» αναφώνησε λαχανιασμένη και έμεινα σοκαρισμένος να την κοιτώ.
«Δεν είναι μέσα» της είπα γρήγορα και τράβηξα προς την κουζίνα για να πάρω το γάλα και να το πιο μέχρι να ξεδιψάσω.
Φοβόμουν να την κοιτάξω στα μάτια. Αν το έκανα μπορεί να καταλάβαινε τα πάντα και δεν το ήθελα με τίποτα αυτό. Πως διάολο τα γάμισα όλα έτσι;
«Να υποθέσω ότι περάσατε καλά;» ρώτησε πίσω μου γεμάτο υπονοούμενα και ξεφύσησα απηυδισμένος.
«Δεν θα το συζητήσω αυτό μαζί σου» ήμουν κάθετος και εκείνη δεν το συνέχισε.
«Εμείς περάσαμε ΤΕΛΕΙΑΑΑ» ξεφώνησε και σαν να την είχα ρωτήσει να μου πει λεπτομέρειες συνέχισε.
«Έπεισα την Σέλπι να κάνει τελικά ένα τατουάζ στον λαιμό της. Είναι μικρό και διακριτικό αλλά είναι τόσο σέξι. Για να δεις το σχέδιο καλά θα πρέπει να πλησιάσεις πολύ τον λαιμό της» είπε με υπονοούμενο κλείνοντας το μάτι. Μάλλον το είχε κάνει επίτηδες έτσι ώστε να προκαλεί τα αγόρια για να την πλησιάζουν.
Ανοίγοντας το ψυγείο, έβγαλα το μπουκάλι με το γάλα έξω, και γέμισα δύο ποτήρια. Εκείνη δεν σταμάτησε εκεί.
«Μετά πήγαμε για φαί και μετά κάναμε μια βόλτα στα μέρη που σύχναζα. Την πήγα παντού και της άρεσε πάρα πολύ. Μιλάγαμε γελάγαμε, πραγματικά είχα πολύ καιρό να περάσω τόσο καλά»
Αυτό και αν ήταν χτύπημα κάτω από την ζώνη. Μην την αφήνεις να σε επηρεάσει… διέταξα τον εαυτό μου και μόλις της έδωσα το ποτήρι με το γάλα εκείνη το πήρε και το κράτησε αλλά δεν το ήπιε.
«Το βράδυ μας έβγαλε ο Τότο έξω» συνέχισε και άστραψαν τα μάτια της. «Ήπιαμε, χορέψαμε με κάτι μαναράκια, μας κέρασαν και ποτά…» αυτό με έκανε να την κοιτάξω παραξενευμένος.
«Ο Τότο σε άφησε να χορέψεις με άλλους άντρες;» η δυσπιστία μου ήταν ολοφάνερη.
«Όλοι ξέρουν πόσο τρελαμένα είναι τα αδέλφια Ντόνοβαν στα μέρη μου» γέλασε. «Γι’ αυτό και κανείς δεν τολμάει να ξεπεράσει τα όρια» συμπλήρωσε και συνέχισα να την κοιτάω δύσπιστος.
«Δύσκολο να πιστέψω ότι ο Τότο άφησε και να σας κεράσουν» αυτό την έκανε να κρυφογελάσει πονηρά. «Τι;» ρώτησα.
«Δεν φαντάζεσαι πόσο πλάκα έχει όταν τους βάζει μετά να τα πίνουν κιόλας» γέλασε και κούνησα το κεφάλι μου ενώ της γύρισα την πλάτη και αφήνοντας το ποτήρι μου στο μπάγκο άνοιξα το ψυγείο και έπιασα τα υλικά να φτιάξω δύο σάντουιτς. Ένα για μένα και ένα για εκείνη.   
«Μετά πήγαμε στο σπίτι» εκείνη συνέχισε. «Η Σέλπι την άκουσε για τα καλά. Έχει πολύ πλάκα όταν μεθάει έτσι δεν μπορούσαμε να την γυρίσουμε πίσω. Την έβαλα στο κρεβάτι μου και εγώ ξάπλωσα στο κρεβάτι του Τότο. Ο γλυκός μου, δεν έφερε καμία στο σπίτι γιατί με ήθελε αποκλειστικότητα. Του έλειψα πολύ μου είπε» την άκουσα πίσω μου να λέει με πραγματική συγκίνηση.
«Και κοιμήθηκες με τον Τότο;» ρώτησα ενώ άπλωνα την μαγιονέζα στο ψωμί.
«Όχι, με κράταγε στην αγκαλιά του όλη νύχτα και μιλάγαμε μέχρι το πρωί» διευκρίνισε.
«Δηλαδή δεν είχες κοιμηθεί καθόλου;» ρώτησα καθώς γύρισα να την κοιτάξω.
«Και ακόμα έχω το αλκοόλ στο αίμα μου» επιβεβαίωσε ενώ μου έκλεινε το μάτι με ένα πονηρό χαμόγελο.
«Το βλέπω αυτό» μουρμούρισα και μόλις έβαλα και τα υπόλοιπα υλικά στα ψωμάκια, έβαλα ξανά τα υλικά στο ψυγείο.
Καθώς έτεινα το ένα πιάτο προς το μέρος της και εκείνη το κράτησε στα χέρια της, έπιασα το δικό μου πιάτο στο χέρι, έκανα τον γύρω του πάγκου και έκατσα σε ένα από τα ψηλά σκαμπό. Εκείνη δεν κουνήθηκε από την θέση της. Αφήνοντας πάνω στον πάγκο της κουζίνας το ποτήρι με το γάλα, έφερε το πιάτο κοντά της και άρχισε να το τσιμπολογάει ψιχουλάκι ψιχουλάκι.
«Φάε σαν άνθρωπος επιτέλους» γκρίνιαξα και εκείνη με κοίταξε για μια στιγμή αλλά δεν είπε τίποτα.
Πιάνοντας το ποτήρι με το γάλα στο χέρι, έκανε τον γύρω του μπάγκου και ήρθε και έκατσε δίπλα μου αφήνοντας αρκετή απόσταση μεταξύ μας.
«Και τι συζητάγατε τόσες ώρες;» συνέχισα ενώ δάγκωνα μια μπουκιά από το σάντουιτς μου.
«Μιλήσαμε για τα πάντα. Είχαμε καιρό να το κάνουμε αυτό. Πραγματικά μου είχε λείψει» είπε και δάγκωσε και εκείνη μια κανονική μπουκιά από το δικό της σάντουιτς.
«Όταν λες για τα πάντα;» την ρώτησα με περιέργεια και με κοίταξε για μια στιγμή.
«Ναι του είπα και για μας» απάντησε καταλαβαίνοντας ακριβώς τι εννοούσα.
«Να περιμένω κάποια ανεπιθύμητη συνάντηση;» την ρώτησα σοβαρός και εκείνη κούνησε το κεφάλι της αμέσως αρνητικά.
«Όχι, καταλαβαίνει» είπε γρήγορα για να με ηρεμήσει και την κοίταξα με έκπληξη.
«Ο Τότο, καταλαβαίνει. Λίγο δύσκολο να το πιστέψω αυτό» της είπα αυτό που πραγματικά πίστευα και εκείνη με κοίταξε σοβαρά.
«Σου είπα. Μπορεί να είναι λίγο αντιδραστικός αλλά καταλαβαίνει τις ανάγκες μου και πάντα υποχωρεί στο τέλος» μου είπε και συνέχισα να την κοιτάω δύσπιστος.
«Και ποιες ακριβώς είναι αυτές σου οι ανάγκες;» την ρώτησα κοιτώντας την έντονα στα μάτια και εκείνη πετάχτηκε από το σκαμπό σαν ελατήριο.
«Ξέχασα το καλύτερο» ξεφώνησε κατενθουσιασμένη αποφεύγοντας το βλέμμα μου.
«Κοίτα» συνέχισε ενώ ανεβάζοντας το μπλουζάκι της πιο ψηλά, κατέβασε το σορτσάκι της πιο κάτω και αποκάλυψε μια λευκή αυτοκόλλητη γάζα. Τι ήταν πάλι αυτό; Και γιατί ήταν τόσο ενθουσιασμένη γι’ αυτό; Δεν άργησα να το μάθω.
Ξεκολλώντας την γάζα, με άφησε να δω τι υπήρχε από κάτω. Ήταν ένα νέο τατουάζ. Δύο κινέζικα σύμβολα.  
«Έκανες νέο τατουάζ» είπα την διαπίστωση μου χωρίς όμως να συμμερίζομαι την δική της χαρά.
Το πρόσωπο της μαράζωσε, άφησε την ανάσα της να βγει βαριά και καθώς κάλυψε και πάλι το τατουάζ με την γάζα ανέβηκε πάνω στο σκαμπό και άρχισε πάλι να τσιμπολογάει το σάντουιτς της.
«Δεν σου αρέσει» διαπίστωσε χωρίς να με κοιτά.
«Δεν είμαι φαν των τατουάζ» της είπα την αλήθεια και γύρισε να με κοιτάξει.
«Δηλαδή δεν θα έκανες ποτέ; Ούτε ένα;» με ρώτησε σαν να ήταν το πιο περίεργο πράγμα για εκείνη.
«Προτιμώ το δέρμα μου να είναι καθαρό» της επιβεβαίωσα και καθώς γύρισε και πάλι την ματιά της προς το σάντουιτς της παρέμεινε στην σιωπή. Άξαφνα όλη της η χαρά είχε πλέον χαθεί και έβρισα τον εαυτό μου μέσα μου που της είχα χαλάσει το κέφι.
«Τι σημαίνει;» ρώτησα για να την κάνω και πάλι να μιλήσει.
«Ελευθερία» μου απάντησε και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει γρήγορα.
Είχε χαράξει πάνω στο κορμί της την λέξη ελευθερία; Δηλαδή τι σήμαινε αυτό ότι πράγματι το είχε ξεπεράσει; Και τώρα τι; Θα έκανε την ζωή της με άλλους άντρες; Αυτό δεν ήθελα και εγώ; Να προχωρήσει μπροστά; Γιατί τώρα δεν μου ήταν αρκετό; 
«Είναι όμορφο» μουρμούρισα και εκείνη γύρισε και με κοίταξε δύσπιστα αλλά δεν το σχολίασε. «Αλήθεια, πως κατάφερες να τον πείσεις;» την ρώτησα με πραγματική περιέργεια. Εκείνη ανασήκωσε τους ώμους της.
«Ήθελε με κάποιον τρόπο να εξιλεωθεί για ότι έγινε τις προάλλες. Ακόμα έχει τύψεις που με πίεσε τόσο πολύ. Ήταν και τα γενέθλια μου… Ε! Ήθελε να μου κάνει κάτι ιδιαίτερο για δώρο».
«Εχθές είχες τα γενέθλια σου;» την ρώτησα ξαφνιασμένος και γύρισε να με κοιτάξει.
«Ναι γιατί;» προσπαθώντας πολύ σκληρά να μην δείξω ότι με είχε πειράξει που δεν μου το είχε πει, που δεν προτίμησε να τα γιορτάσουμε παρέα, ανασήκωσα τους ώμους μου και απέφυγα την ματιά της.
«Τίποτα. Απλά ρώτησα» έκανα τον αδιάφορο.    
«Οκ, τι πήγε στραβά;» ρώτησε τελικά χωρίς να αντέχει να το κρατήσει άλλο μέσα της.
Το είχε καταλάβει. Πάντα καταλάβαινε τα πάντα. Γαμώτο.
«Τίποτα δεν πήγε στραβά» είπα ψέματα εξακολουθώντας να μην την κοιτώ. «Απλά ξύπνησα στραβά» συμπλήρωσα και εκείνη για κάποιον λόγο πήρε τα πάνω της.
Παρατώντας το μισοφαγωμένο της σάντουιτς και το ανέγγιχτο γάλα της, σηκώθηκε όρθια και καθώς έκανε τον γύρω του πάγκου πήγε και άνοιξε το ψυγείο.
«Ξέρω τι θα σε κάνει να νιώσει καλύτερα» είπε αμέσως και έχωσε το κεφάλι της μέσα στο ψυγείο.
«Έφτιαξες το κοτόπουλο;» με ρώτησε ενώ ήταν σχεδόν μέσα στο ψυγείο.
«Ναι» απάντησα ενώ ακόμα προσπαθούσα να καταλάβω τι έκανε.
«Μμμμ» μουρμούρισε σκεπτική ενώ καθώς σηκώθηκε όρθια κοίταζε το περιεχόμενο του ψυγείου προβληματισμένη. «Τώρα μου βάζεις δύσκολα. Το κοτόπουλο είναι η σπεσιαλιτέ μου, τι άλλο να φτιάξω τώρα για να σε εντυπωσιάσω;» συνέχισε μιλώντας περισσότερο στον εαυτό της παρά σε εμένα.
«Δεν χρειάζεται να φτιάξεις κάτι για μένα. Άλλωστε σε λίγο θα φύγω» της είπα και με κοίταξε ξαφνιασμένη.
«Έχεις ραντεβού;» μου φάνηκε ή πραγματικά έκανε μεγάλο κόπο να κρύψει τον δυσανασχετησμό της;
«Ναι» της επιβεβαίωσα εγώ και ανασήκωσε τους ώμους της.
«Α! Ίσως μια άλλη φορά τότε» είπε και κλείνοντας το ψυγείο έκανε την κίνηση να φύγει από την κουζίνα.
Περίμενα ότι θα γυρίσει και πάλι κοντά μου ώστε να τελειώσει το πρωινό της αλλά εκείνη δεν το έκανε.
«Γιατί δεν έρχεσαι μαζί μου;» ρώτησα γρήγορα πριν το μετανιώσω.
Καθώς πάγωσε το βήματα της γύρισε να με κοιτάξει παραξενευμένη.
«Έχεις τίποτα καλύτερο να κάνεις;» συνέχισα μόλις την είδα να διστάζει. Μόλις κούνησε το κεφάλι της αρνητικά πήρα τα πάνω μου.
«Έχεις κανένα από εκείνα τα χαριτωμένα φορεματάκια που τα συνδυάζουνε με κορδέλες και διάφορα άλλα τέτοια αξεσουάρ στα μαλλιά;» τα μάτια της ζάρωσαν με περιέργεια.
«Θα παίξεις χαρτιά;» ρώτησε και την κοίταξα απορημένος.
«Πως σου ήρθε αυτό;» την ρώτησα πίσω και αυτόματα μαζεύτηκε, απέφυγε το βλέμμα μου νευρικά και αν και δεν ήμουν απόλυτα σίγουρος μάλλον τις ξέφυγε μια βρισιά μέσα από τα δόντια της.
«Όχι, δεν έχω» είπε τελικά μόλις βρήκε το θάρρος ξανά να με κοιτάξει στα μάτια.
«Δεν πειράζει. Βάλε ότι γουστάρεις. Κάτι απλό και σεμνό κατά προτίμηση» της είπα εγώ αδιάφορα και η περιέργεια της έγινε μεγαλύτερη.
«Που θα πάμε;» ρώτησε με περιέργεια.
«Θα δεις» της είπα μόνο και γύρισα την ματιά μου προς το σάντουιτς μου χωρίς να της δίνω εξηγήσεις.  
Μέχρι εκείνη να κάνει ένα ντουζ και να ετοιμαστεί, τελείωσα το πρωινό μου. Καθώς πέταξα τα αποφάγια και από τα δύο πιάτα, τα ξέβγαλα, τα έβαλα στο πλυντήριο πιάτων και πήγα να ετοιμαστώ. Κάνοντας πρώτα ένα ντουζ, τύλιξα μια πετσέτα γύρω από τους γοφούς μου και πήγα στο δωμάτιο μου. Βάζοντας ένα μακό λευκό μπλουζάκι και ένα λευκό σορτσάκι, φόρεσα τα λευκά μου αθλητικά παπούτσια, άρπαξα την ρακέτα μου από την ντουλάπα και πήγα να την βρω. Μόλις με είδε τα μάτια της έγιναν πελώρια από την έκπληξη.
«Φαίνομαι πολύ φλώρος;» την πείραξα και εκείνη σοβαρή κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.   
«Όχι σου πάει αλλά για τένις θα πάμε;» μειδίασε και γέλασα ευχαριστημένος που την είχα ξαφνιάσει.
«Μην μου πεις ότι δεν ξέρεις» έκανα τον σοκαρισμένο και με κοίταξε με ύφος.
«Όχι, δεν ξέρω» μου επιβεβαίωσε και αυτό με έκανε να πάρω τα πάνω μου.
«Αυτό σίγουρα θα έχει πολύ ενδιαφέρον» είπα ενθουσιασμένος και καθώς την πλησίασα προσπάθησα να βάλω το χέρι μου γύρω από την μέση της αλλά εκείνη έκανε πιο πίσω.
«Δεν νομίζω ότι είναι καλή ιδέα. Άλλωστε δεν νομίζω ότι θα μπορέσω να παίξω με το τζιν. Θα είναι τελείως άβολα» είπε γρήγορα μετανιώνοντας το και αυτό με έβγαλε από τα ρούχα μου.
Μια φορά είπα και εγώ να μοιραστώ κάτι από την ζωή μου μαζί της και τώρα μου κάνει την δύσκολη;
«Μια χαρά καλή ιδέα είναι» είπα με σιγουριά και πριν το σκάσει πάλι, έβαλα το χέρι μου πάω στην μέση της και άρχισα να την σέρνω προς την πόρτα.
«Κρις» παραπονέθηκε εκείνη αλλά δεν της έδωσα το δικαίωμα να συνεχίσει.
«Όσο για τα ρούχα, θα πάρουμε από εκεί μια στολή και θα είσαι μια χαρά» συνέχισα εγώ και αυτό την έκανε να σταματήσει. 
«Κρις δεν νομίζω…» πήγε να φέρει αντίρρηση και καταλαβαίνοντας ότι εννοούσε τα λεφτά την κοίταξα με το ύφος που δεν δεχόταν όχι.
«Θα σου την πάρω εγώ. Άλλωστε δεν είχες τα γενέθλια σου; Ε πιστεύω ότι δικαιούμαι να σου κάνω ένα δώρο. Τώρα προχώρα γιατί θα αργήσουμε και δεν θέλω να στήσουμε το ραντεβού μου» της είπα επιτακτικά και μόλις την έβγαλα έξω από την πόρτα γύρισα για να την κλείσω και να την κλειδώσω.
«Αφού έχεις ραντεβού εμένα τι με θες; Να σου κρατάω το φανάρι;» γκρίνιαξε απελπισμένη παλεύοντας πολύ σκληρά να μου αλλάξει γνώμη ώστε να μην την πάρω μαζί μου. 
«Δεν είναι τέτοιου είδους ραντεβού» της είπα σοβαρά ενώ σέρνοντας την ξανά μαζί μου την πήγα προς το αυτοκίνητο.
«Και τότε τι είδους ραντεβού είναι;» ρώτησε με πραγματική περιέργεια.
«Με ένα πολύ ιδιαίτερο και σημαντικό πρόσωπο για μένα» της απάντησα και μόλις την έβαλα να κάτσει στην θέση του συνοδηγού, έκλεισα την πόρτα, έβαλα την ρακέτα μου στο πίσω κάθισμα και πήγα στην θέση του οδηγού. 
Εκείνη δεν σταμάταγε να με κοιτά προβληματισμένη. Ήθελε τόσα να ρωτήσει αλλά για κάποιον λόγο, για καλή μου τύχη, δεν το έκανε. Ευτυχώς γιατί αν άκουγε με ποιαν είχα ραντεβού τότε την είχα ικανή να ανοίξει την πόρτα και να πεταχτεί από το αυτοκίνητο πριν εκείνο προλάβει να σταματήσει.
Ήταν περίεργα σιωπηλή. Όλη της η χαρά είχε μετατραπεί σε νευρικότητα. Τρίβοντας τις παλάμες της πάνω στο τζιν της κοίταζε έξω και απέφευγε με κάθε τρόπο την ματιά μου.
«Μου κάνει εντύπωση» μουρμούρισα σκεπτικός. Καθώς εκείνη γύρισε προς το μέρος μου να με κοιτάξει εγώ συνέχισα. «Αν πράγματι καταλαβαίνει τις ανάγκες σου τότε γιατί πήγε και πλάκωσε τον τύπο που τόλμησε να σε πλησιάσει» αν δεν μου έλυνε αυτή μου την απορία θα έσκαγα.
«Δεν είναι το ίδιο» απάντησε μόνο καθώς γύριζε την ματιά της ξανά προς το παράθυρο της.
«Δεν καταλαβαίνω την διαφορά» την πίεσα περισσότερο.
«Εκείνος ήθελε να με εκμεταλλευτεί, εσύ όχι» διευκρίνισε αλλά ούτε και αυτό μου έφτασε.
«Με ποιον τρόπο;» δεν μπορούσα να μην ρωτήσω.
«Τον πληρώνανε αυτοί που βάζανε τα στοιχήματα για να μου αποσπάσει την προσοχή ώστε να χάνω στους αγώνες» εξήγησε και έμεινα κάγκελο. Σοβαρά τώρα; Ήξεραν τι περίπτωση είναι και της κάνανε κάτι τέτοιο; «Ο Τότο το έμαθε τελείως τυχαία και προσπάθησε να με κάνει, με τον δικό του τρόπο, να μείνω μακριά του χωρίς να μου δίνει εξηγήσεις. Δεν μου το είχε πει όλο αυτόν τον καιρό γιατί δεν ήθελε να πληγωθώ. Δεν ήθελε να νομίζω ότι ο μόνος που κατάφερε να με πλησιάσει ήταν μόνο για να με εκμεταλλευτεί» συνέχισε και της έριξα μια κλεφτή ματιά πριν γυρίσω και πάλι το κεφάλι μου προς τον δρόμο. Φαινόταν ότι κάτι προσπαθούσε να μου κρύψει αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν αυτό.
 «Και τα κατάφερε;» συνέχισα τις απορίες μου. «Σου απέσπασε την προσοχή;» διευκρίνισα και αμέσως κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.
«Όταν είμαι στο ρινγκ τίποτα δεν μπορεί να μου αποσπάσει την προσοχή» είπε με τέτοιον τρόπο που έβγαζε τέτοιο άχτι που με έκανε να καταλάβω ότι όταν ήταν εκεί, έχανε πραγματικά τον εαυτό της ή έβγαζε όλο τον πραγματικό της εαυτό. Δεν ήξερα τι από τα δύο ίσχυε.
Όταν φτάσαμε στο Τένις Κλαμπ, πάρκαρα το αυτοκίνητο και παίρνοντας την ρακέτα μου από το πίσω κάθισμα, πήγα κοντά της.
«Κρις, δεν είναι καλή ιδέα» προσπάθησε να παραπονεθεί αλλά δεν την άφησα.
«Ένα μπαλάκι είναι μόνο Κλερ, δεν μπορεί να σε βλάψει» την πείραξα και τραβώντας την κοντά μου άρχισα να την οδηγώ προς το κατάστημα με τα είδη ρουχισμού και αξεσουάρ.
Μόλις μπήκαμε μέσα, συνεννοήθηκα με την υπάλληλο και καθώς εκείνη την πήρε μαζί της, την οδήγησε προς το πίσω μέρος που ήταν τα δοκιμαστήρια. Μέχρι να βγει, διάλεξα μια κατάλληλη ρακέτα για το ύψος της και το βάρος της και έμεινα να την περιμένω. Όταν βγήκε και την είδα έμεινα άφωνος. Με τα μαλλιά της πιασμένα ψηλά και με το ειδικό λευκό προστατευτικό για τον ήλιο που έμοιαζε με καπέλο τζοκευ μόνο που το πάνω μέρος ήταν ανοιχτό, με το τιραντένιο στενό λευκό μπλουζάκι και το κοντό φουστάκι που έκρυβε το σορτσάκι που φόραγε από κάτω ήταν το κάτι άλλο. Ήταν τόσο σικάτι και όμορη που μου έκοψε την ανάσα και έμεινα να την κοιτώ με ένα τελείως ηλίθιο χαμόγελο.
«Τόσο γελοία δείχνω;» ρώτησε απελπισμένη και χωρίς να αντέχω την πλησίασα.
«Δεν έχεις ιδέα πόσο θέλω αυτήν την στιγμή να σε πάω πίσω στα δοκιμαστήρια και να το βγάλω από πάνω σου» της ψιθύρισα στο αυτή με υπονοούμενο και εκείνη σπρώχνοντας με νευριασμένα μου γύρισε την πλάτη και πήγε να μπει ξανά στα δοκιμαστήρια.
«Που πας» φώναξα ενώ την έπιασα από το μπράτσο για να την σταματήσω.
«Να το βγάλω από πάνω μου. Δεν υπάρχει περίπτωση να βγω με αυτό το πράγμα εκεί έξω» μου είπε απόλυτα σοβαρά και με εξέπληξε. Ντρεπόταν να την δουν έτσι; Άλλο και αυτό. Με τίποτα δεν την είχα για τόσο σεμνότυφη.       
«Δεν έχουμε άλλο χρόνο. Ήδη έχουμε αργήσει» είπα ψέματα τραβώντας την με το ζόρι προς τα ταμεία ενώ στην ουσία είχαμε φτάσει υπερβολικά νωρίς επίτηδες για να έχω λίγο χρόνο παραπάνω μαζί της. Μόνος.
Μόλις έδωσα την κάρτα μέλους για να τα χρεώσουν στο λογαριασμό μου, η υπάλληλος έφερε τα ρούχα της, τα έβαλε σε μια τσάντα, μας τα έδωσε μαζί με την ρακέτα της που την είχε βάλει στην ειδική θήκη και γύρισε να τακτοποιήσει τον λογαριασμό.
«Πήρες ΚΑΙ ρακέτα;» αναφώνησε σοκαρισμένη.
«Δεν παίζεις με τα χέρια και τα πόδια εδώ» της είπα προσπαθώντας πολύ σκληρά να μην γελάσω με το ύφος της.
«Δεν υπάρχει περίπτωση να τα δεχτώ. Θα τα κρατήσεις για να τα δώσεις σε καμία άλλη φιλεναδούλα σου που θα θες να φέρεις εδώ» αυτόματα σοβάρεψα.
«Δεν φέρνω τις φιλεναδούλες μου εδώ» δήλωσα με κατηγορηματικό και σχεδόν νευριασμένο τόνο και γύρισα για να πάρω τα πράγματα από το ταμείο μαζί και την κάρτα μου.
Η Κλερ είχε σοκαριστεί τελείως. Δεν ήξερε τι να υποθέσει αλλά και εγώ δεν της το έκανα πιο εύκολο. Δεν ήθελα να της δώσω εξηγήσεις. Αυτό το μέρος για μένα δεν ήταν μέρος όπου ψάρευα γκομενάκια. Ήταν ένα μέρος που το μοιραζόμουν μόνο με την μητέρα μου αλλά αν της το έλεγα τώρα θα έφευγε τρέχοντας και δεν υπήρχε περίπτωση να κατάφερνα να την σταματήσω.
«Έλα» την προέτρεψα και καθώς στάθηκα δίπλα της άρχισα να την οδηγώ προς την υποδοχή.
Μόλις έδωσα την κάρτα μέλους, υπέγραψα την είσοδο της Κλερ χρεώνοντας τον λογαριασμό μου  και μόλις μας έδωσαν από μια κάρτα για τα αποδυτήρια και από μια πετσέτα, την πήγα προς τα έξω. Άφηνα επίτηδες απόσταση μεταξύ μας αλλά ακόμα και αυτό δεν της ήταν αρκετό. Η νευρικότητα της είχε φτάσει πια στο αποκορύφωμα.
«Κοίτα πως με κοιτάνε τα λιγούρια» μούγκρισε νευριασμένα μέσα από τα δόντια της. «Λες και βλέπουν πρώτη φορά γυμνά πόδια».
«Όταν φόραγες εκείνα τα σέξι φορεματάκια, δεν φαινόταν να είχες πρόβλημα» της κάρφωσα εγώ.
«Άλλο το να βρίσκεσαι στην έδρα σου και άλλο εκτός» την άκουσα να λέει και γύρισα να την κοιτάξω. «Είμαι σίγουρη ότι δεν θα ήθελες να δεις κανέναν από αυτούς να τρέχει στα επείγοντα στην περίπτωση που τους καρφωθεί η ιδέα να μου πιάσουν τον κώλο» συμπλήρωσε και τώρα άρχισα να αγωνιώ και εγώ.
Είχε δίκιο. Η Κλερ μπορεί να έκανε την άνετη, όταν την έπαιρνε να ντυνόταν και λίγο έξαλλα αλλά πάντα ήξερε πώς να βάζει κάποιον στην θέση του στην περίπτωση που πήγαινε να ξεπεράσει τα όρια. Και με τον πιο δύσκολο τρόπο μάλιστα.
«Μην αγχώνεσαι και κανείς δεν θα τολμήσει να σε πλησιάσει» της είπα κατηγορηματικά ενώ τύλιγα κτητικά το χέρι μου γύρω από την μέση της. «Εδώ καθαρίζω εγώ» της είπα απόλυτα σοβαρά αλλά δεν έκανε και μεγάλη διαφορά. Ακόμα ένιωθε νευρική. Επειδή την άγγιζα; Δεν ήμουν σίγουρος.
Μόλις φτάσαμε σε ένα γήπεδο εξάσκησης, αφήσαμε τα πράγματα μας στις καρέκλες που ήταν στο πλάι του φιλέ. Κρατώντας την από το χέρι την έβαλα μέσα στο γήπεδο την έστησα εκεί που έπρεπε να κάτσει και προσπάθησα να της δείξω τα βασικά.
«Που είναι το ραντεβού σου;» ρώτησε κοιτώντας γύρω της σαν να έψαχνε από κάπου να πιαστεί για να το γλυτώσει.
«Κάπου εδώ γύρω θα είναι, δεν θα αργήσει να εμφανιστεί» είπα γρήγορα και βάζοντας την ρακέτα σωστά στο χέρι της συνέχισα. «Λοιπόν» είπα και καθώς πήγα πίσω από την πλάτη της, της κράτησα τον καρπό για να της δείξω πώς να τον λυγίζει.
«Δεν θέλω να το κάνω» γκρίνιαξε σαν ένα πεισματάρικο μωρό και γέλασα.
«Δεν είναι επιστήμη Κλερ. Απλά βλέπεις που πάει το μπαλάκι και προσπαθείς να το χτυπήσεις. Πες ότι είναι ένας αντίπαλος στο ρινγκ» της είπα εγώ γελώντας και το βλέμμα που μου έριξε μου έκοψε το γέλιο.  
«Θα προσπαθήσω» είπε τελικά μέσα από τα δόντια της. «Αλλά αν σου χαλάσω την ημέρα μην με κατηγορήσεις μετά γι’ αυτό» συνέχισε και γύρισε το κεφάλι της και πάλι μπροστά.
Δεν χαλάρωνε αλλά εγώ δεν τα παρατούσα. Ήθελα όσο τίποτα να το κάνω να πετύχει. Δεν είχα ιδέα το γιατί.
Αφού χτυπήσαμε τον αέρα αρκετές φορές με εμένα να της κρατώ με το ένα χέρι τον καρπό και με το άλλο την μέση της κάποια στιγμή σταμάτησα και έφυγα από πίσω της.
«Έτοιμη;» ρώτησα ενώ πήγαινα προς το μηχάνημα που πέταγε τα μπαλάκια.
«Είσαι σοβαρός;» αναφώνησε τρομοκρατημένη και γέλασα.
«Έλα Κλερ» της φώναξα από μακριά απογοητευμένος. «Απλά προσπάθησε να χτυπήσεις το μπαλάκι» επανέλαβα και μόλις στάθηκα πίσω από το μηχάνημα εκείνη άφησε μια απελπισμένη ανάσα και προσπάθησε να πάρει την στάση που μόλις της είχα δείξει.
Μόλις εκτοξεύτηκε το πρώτο μπαλάκι και πήγε με δύναμη κατά πάνω της, εκείνη άφησε μια στριγκλιά και έβαλε την ρακέτα μπροστά στο πρόσωπο της για να την σταματήσει πριν εκείνη την πετύχει. Δεν άντεξα και ξέσπασα σε τρανταχτά γέλια.
«Ναι γέλα, βλαμμένο» μου είπε νευριασμένα και καθώς ρύθμισα το μηχάνημα να πετάει τα μπαλάκια στο πιο αργό ρυθμό πήγα και πάλι κοντά της.
Εκείνη προσπάθησε να πετύχει το επόμενο μπαλάκι αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να πετύχει τον αέρα. Μέχρι να φτάσω κοντά της το προσπάθησε ξανά αλλά δεν είχε αποτέλεσμα. Η ταχύτητα που ερχόταν το μπαλάκι προς τα πάνω της την αποσυντόνιζε. Δεν ήξερε πώς να συγχρονίσει τις κινήσεις της με την ρακέτα, περισσότερο προσπαθούσε να τα αντιμετωπίσει με την γροθιά της και αυτό ήταν τρομερά αστείο. 
«Έλα πρωτάρα» της είπα εγώ τραβώντας την στο πλάι πριν την πετύχει το μπαλάκι που είχε εκτοξευτεί και την έβαλα ξανά γρήγορα στην σωστή θέση πριν έρθει το επόμενο μπαλάκι. «Εδώ είναι άχρηστες οι μπουνιές σου» την πείραξα και ξεφύσησε. 
«Έτσι» συνέχισα και καθώς την κράτησα και πάλι από τον καρπό και την μέση της, προσπαθήσαμε παρέα να πετύχουμε τα επόμενα μπαλάκια.
Έπρεπε να το παραδεχτώ. Ήταν απίστευτα ερεθιστικό, τόσο που όταν τα δάχτυλα μου ένιωσαν την βελούδινη επιδερμίδα της κάτω από το μπλουζάκι της που είχε ανέβει λίγο πιο ψηλά, δεν κρατήθηκα και τα άφησα να πάνε πιο μέσα για να της χαϊδέψω το δέρμα της.
«Μη» φώναξε ενώ γυρίζοντας απότομα προς το μέρος μου με έσπρωξε προς τα πίσω με ένα εξαγριωμένο ύφος και έμεινα μπερδεμένος να την κοιτώ αλλά δεν πρόλαβα να αντιδράσω.
Το επόμενο μπαλάκι που εκτοξεύτηκε την βρήκε κατευθείαν πάνω στο κεφάλι και εκείνη έγινε χειρότερα.
«Ηλίθια μπαλάκια» έβρισε πιάνοντας το κεφάλι της και πετώντας την ρακέτα της στο πάτωμα έκανε την κίνηση να φύγει.  Ακολουθώντας την για λίγο μέχρι να βγούμε από το πεδίο βολής την έπιασα από τον καρπό της και προσπάθησα να την σταματήσω.
«Κλερ» παρακάλεσα αλλά πριν εκείνη αρχίσει να με στολίζει η φωνή της μητέρας μου της έκοψε τελείως την φόρα.
«Κρίστοφερ» φώναξε από μακριά ενώ κουνούσε το χέρι της για να μας χαιρετήσει και το πρόσωπο της Κλερ έγινε κάτωχρο.
«Η μητέρα σου είναι το ραντεβού σου;» με ρώτησε σοκαρισμένη.
«Σου είπα ότι έχω ραντεβού με ένα πολύ ιδιαίτερο και σημαντικό πρόσωπο για μένα» προσπάθησα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου αλλά ότι και να έλεγε τώρα θα είχε δίκιο.
«Γι’ αυτό είπες ότι δεν φέρνεις εδώ τις γκόμενες σου» διαπίστωσε. «Και εμένα γιατί με έφερες;» απαίτησε εξηγήσεις και πήρα μια ανάσα.
«Γιατί εσύ δεν είσαι γκόμενα μου» της δήλωσα κατηγορηματικά.
«Και τότε τι είμαι;»
«Η συγκάτοικος και το φιλαράκι μου» της απάντησα εγώ και αφήνοντας την πιο πίσω μου πήγα να συναντήσω την μητέρα μου που ερχόταν προς το μέρος μας κοιτώντας μας παραξενευμένη.
«Μαμά» της είπα γρήγορα και έσκυψα να την φιλήσω.
«Τι κάνεις αγόρι μου;» με ρώτησε εκείνη με πραγματικό ενδιαφέρον.
«Μια χαρά» της είπα και καθώς την παρέσυρα προς την Κλερ συνέχισα. «Φαντάζομαι ότι θυμάσαι την Κλερ».
Η Κλερ, δεν είχε συνέλθει ακόμα από το σοκ της και η νευρικότητα της ήταν ακόμα πιο έντονη. Με τα χέρια της να παλεύουν με δυσκολία να παραμείνουν στο πλάι έδειχνε σαν να ένιωθε τελείως γυμνή μπροστά στα ματιά μας.
«Φυσικά και την θυμάμαι» είπε γλυκά η μητέρα μου και της έδωσε το χέρι της. «Τι κάνεις κορίτσι μου;»
«Μια χαρά κυρία» της απάντησε συγκρατημένα ενώ της ανταπέδιδε τον χαιρετισμό.
«Πρώτη φορά στον φιλέ;» την πείραξε για να σπάσει τον πάγο και η Κλερ κοκκινίζοντας ολόκληρη χαμήλωσε την ματιά της για να αποφύγει την δική μας.
«Και σίγουρα η τελευταία» είπε όσο πιο χαμηλόφωνα μπορούσε προσπαθώντας να κρύψει τον απειλητικό της τόνο.
«Κρίμα, γιατί έχεις όλα τα προσόντα» συνέχισε η μητέρα μου και σήκωσε την ματιά της παραξενευμένη να την κοιτάξει.
«Έχεις πάρα πολύ σφιχτό κορμί» παρατήρησε η μητέρα μου και η Κλερ κοίταξε το σώμα της σαν να το έβλεπε για πρώτη φορά. «Γυμνάζεσαι συχνά;».
«Μάλιστα κυρία, κάθε μέρα μιάμιση με δύο ώρες το λιγότερο. Ο αδελφός μου έχει βάλει πολύ αυστηρό πρόγραμμα» είπε γρήγορα αλλά μόλις το εξέφρασε δυνατά είδα στην ματιά της σαν να το μετάνιωσε.
«Είναι γυμναστής;» την ρώτησε η μητέρα μου περίεργη και κοίταξα την Κλερ για να δω τι θα έλεγε.
«Όχι, όχι απλά…» δεν ήξερε πώς να ολοκληρώσει την πρόταση της. Ρίχνοντας μου μια νευρική ματιά τελικά συνέχισε. «Απλά φροντίζει να με κρατά σε φόρμα» εξήγησε και βλέποντας την νευρικότητα της η μητέρα μου δεν το συνέχισε.
«Τι λέτε θα κάτσετε εδώ ή θέλετε να πάμε σε ένα από τα άλλα γήπεδα να παίξουμε κανονικά;» μας ρώτησε και πριν προλάβω να πω κάτι η Κλερ πήρε αμέσως τον λόγο.
«Σίγουρα θα πάμε αλλού. Εγώ τελείωσα από εδώ» είπε κατηγορηματικά κοιτώντας με, με το βλέμμα που δεν δεχόταν αντίρρηση και γέλασα.
«Δεν θα την γλυτώσεις τόσο εύκολα. Θα παίξεις και εσύ» της ανταπέδωσα και πήγα να κλείσω το μηχάνημα που δεν είχε σταματήσει να εκτοξεύει μπαλάκια.
Μέχρι να πάω κοντά τους είδα ότι η μητέρα μου έκανε μια προσπάθεια να την πλησιάσει μιλώντας της με την χαρακτηριστική γλυκύτητα της αλλά η Κλερ δεν χαλάρωνε με τίποτα. Ίσα ίσα, όσο περισσότερο η μητέρα μου το προσπαθούσε τόσο πιο νευρική γινόταν εκείνη.
«Έτοιμες;» ρώτησα και μόλις γύρισαν προς το μέρος μου η Κλερ άρχισε πάλι της αντιρρήσεις της.
«Εγώ πιστεύω ότι είναι καλύτερα να φύγω. Δεν θέλω να σας χαλάσω την ημέρα» παρακάλεσε αλλά δεν της άφησα το περιθώριο να το κάνει.
«Μην λες βλακείες. Η πρώτη φορά είναι. Μετά από μερικά σετ θα το συνηθίσεις» της είπα κατηγορηματικά ενώ στην ουσία εννοούσα να σταματήσει να κάνει σαν σπαστικό και βάζοντας το ελεύθερο χέρι μου πάνω στον ώμο της άρχισα να την σπρώχνω προς τα έξω με την μητέρα μου μας ακολουθεί δίπλα μου.
 Μόλις φτάσαμε σε ένα άδειο γήπεδο, άφησα τα πράγματα μας δίπλα στα καθίσματα και για να την κάνω να χαλαρώσει λίγο, πήρα την μητέρα μου και ξεκινήσαμε μαζί μερικά σετ. Στην αρχή δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ με τίποτα. Τα μάτια μου συνέχεια γύριζαν προς το μέρος της. Την είχα ικανή να το σκάσει τώρα που είχε την ευκαιρία αλλά εκείνη δεν το έκανε και καθώς χαλάρωσα άρχισα να παίζω κανονικά.
Μετά από μερικά σετ, η μητέρα μου έκανε επίτηδες ότι κουράστηκε για να μας δώσει το δικαίωμα να παίξουμε και μαζί. Η Κλερ αν και έκανε στην αρχή την δύσκολη ωστόσο δεν μπορούσε να πει όχι στην παράκληση της μητέρας μου και έτσι αρχίσαμε να παίζουμε. Στο πολύ χαλαρό φυσικά. Προσπαθούσε πολύ και μετά από λίγο χαλάρωσε και μπορώ να πω ότι άρχισε κιόλας να το διασκεδάζει. Κάθε φορά που η ρακέτα της έβρισκε τον αέρα αντί για το μπαλάκι χτυπιόταν σαν την τρελή και εγώ γέλαγα χωρίς να μπορώ να το συγκρατήσω.
«Δεν θα του πάρω τον αέρα» απείλησε. «Θα σου πω εγώ που γελάς» συνέχισε και της έστειλα άλλο ένα μπαλάκι.
Καθώς έβαλε τα δυνατά της και το πέτυχε μου το έστειλε πίσω και εγώ με ευκολία το απέκρουσα και της το έστειλα ξανά από την μεριά της.
Μόλις πέρασε λίγο η ώρα, σταματήσαμε και την είδα να προσπαθεί να κρύψει με μεγάλο κόπο την απογοήτευση της. Πραγματικά το είχε ευχαριστηθεί. Με τον δικό της τρόπο πάντα. Όταν φτάσαμε κοντά στα καθίσματα για να πάρουμε τις πετσέτες μας και να σκουπίσουμε τον ιδρώτα μας, εκείνη έπιασε ένα μικρό μπουκάλι με νερό. Καθώς το σήκωσε ψηλά για να πιει και να ξεδιψάσει το μπλουζάκι της ανέβηκε πιο πάνω και η μητέρα μου παρατήρησε την γάζα που είχε στην κοιλιά της. Ευτυχώς δεν φάνηκε το τατουάζ που ήταν πιο πάνω.  
«Χτύπησες;» την ρώτησε παραξενευμένη και η Κλερ καθώς πνίγηκε με την γουλιά που είχε στο στόμα της, έβαλε το χέρι της μπροστά από το στόμα της και την κοίταξε ξαφνιασμένη για μια στιγμή.
«Δεν είναι τίποτα» είπε αμέσως. «Ένα μικρό γρατζούνισμα» αλλά η μητέρα μου δεν το σταμάτησε εκεί.
«Μα εσύ έχεις χτυπήσει άσχημα» παρατήρησε ενώ έπιανε το χέρι της και κοιτούσε το μπράτσο της που παρόλο που το είχε καλύψει με μεικ απ οι μελανιές που είχε εκεί ήταν ακόμα εμφανές σε κάποιον που ήταν τόσο κοντά της.
«Πραγματικά δεν είναι τίποτα» είπε ντροπιασμένη, ενώ προσπαθούσε να το κρύψει με το χέρι της. «Αφαιρέθηκα και τράκαρα με ένα στύλο» αστειεύτηκε παρόλο που ήταν η πραγματικότητα. «Θα περάσει» την καθησύχασε και η μητέρα μου γύρισε να με κοιτάξει.
«Τι λέτε πάμε να βάλουμε κάτι στο στόμα μας;» ρώτησα εγώ για να μας βγάλω όλους από αυτήν την δύσκολη στιγμή. «Πεινάω σαν λύκος» συνέχισα και καθώς έπιασα τα πράγματα μου, εκείνες με μιμήθηκαν και πήραν και τα δικά τους πράγματα στο χέρι.
Ήταν πραγματικά το πιο άβολο δείπνο που είχα φάει στην ζωή μου. Δεν είχα φέρει ποτέ γυναίκα στην μητέρα μου και το ότι έφερνα τώρα μια και μάλιστα την Κλερ που συγκατοικούσαμε κιόλας μαζί αυτό έκανε τα πράγματα δυσκολότερα. Ήταν φυσικό η μητέρα μου να πάρει το λάθος μήνυμα και έπρεπε να κάνω τα πάντα για να της αλλάξω την εντύπωση που είχε σχηματίσει για μας. Φυσικά η μητέρα μου, όπως πάντα ήταν χαλαρή και άνετη. Δεν ήταν από εκείνες της μητέρες που έφερνα σε δύσκολη θέση τον γιο τους μπροστά σε μια κοπέλα δείχνοντας τες ότι είναι κτήμα της. Ίσα, ίσα, το χαιρόταν που είχα πάρει την απόφαση να της συστήσω κάποια κοπέλα και μάλιστα πάρα πολύ. Δεν την ένοιαζε και τόσο πια ήταν αυτή η κοπέλα την ικανοποιούσε περισσότερο το να με βλέπει ότι το χαίρομαι και εγώ.
Οι συζητήσεις μας ήταν χαλαρές. Φρόντιζα πάντα να συζητάμε ένα θέμα που θα μπορούσε να συμμετέχει και η Κλερ αλλά εκείνη δεν μίλαγε πολύ. Τσιμπολογώντας το φαγητό της που ήταν μέσα στην πρασινάδα και όσο το δυνατόν με λιγότερο λίπος, απέφευγε ακόμα και τα βλέμματα μας.
«Βλέπω ότι προσέχεις πολύ τον εαυτό σου» παρατήρησε η μητέρα μου με θαυμασμό προσπαθώντας να την κάνει έστω και για λίγο να χαλαρώσει και να νιώσει άνετα μαζί μας.
«Μάλιστα κυρία» απάντησε η Κλερ και η μητέρα μου την κοίταξε με ένα ευγενικό χαμόγελο.
«Μην με αποκαλείς κυρία σαν να είμαι καμία γριά, λέγε με Αλίσια» την παρακάλεσε και η Κλερ ένιωσε ακόμα πιο άβολα αλλά δεν της έφερε αντίρρηση. Έμοιαζε να είναι τόσο έξω από τα νερά της που για μια στιγμή πραγματικά την λυπήθηκα.
«Ώστε είσαι στο νομικό τμήμα» συνέχισε η μητέρα μου με πραγματικό θαυμασμό. «Πως πάνε τα μαθήματα» ετοιμάστηκε κάτι να πει αλλά τελικά το μετάνιωσε και είπε κάτι άλλο.
«Καλά».
«Έχει πρόβλημα με ένα βιβλίο που την βγάζει συνέχεια νοκ αουτ αλλά είμαι σίγουρος ότι θα το ξεπεράσει» συμπλήρωσα εγώ χαριτολογώντας και η μητέρα μου της χαμογέλασε ενθαρρυντικά.
«Άσε να μαντέψω. Ποινικό δίκαιο;» την ρώτησε και η Κλερ την κοίταξε ξαφνισμένη.
«Πως το ξέρατε;» δεν κατάφερε να συγκρατηθεί και την ρώτησε.
«Τα ίδια τράβαγα και εγώ με αυτό το βιβλίο» της απάντησε η μητέρα μου και τώρα ήταν που η Κλερ τα έχασε τελείως.
«Δηλαδή είσαστε δικηγόρος;» η μητέρα μου δεν απάντησε αμέσως. Καθώς γύρισε και με κοίταξε με λατρεία στα μάτια έπιασε το χέρι μου και το χάιδεψε τρυφερά πριν γυρίσει ξανά το πρόσωπο της προς την Κλερ.
«Θα ήμουν αλλά ο κύριος από εδώ βιαζόταν να έρθει στην ζωή μου και δεν μπορούσα να του το αρνηθώ» της είπε συνωμοτικά και της έκλεισε το μάτι.
Η Κλερ γύρισε και με κοίταξε με ένα ανεξιχνίαστο βλέμμα λες και με αυτήν την απάντηση μόλις είχε μπει μέσα στον μικρόκοσμο μου και είχε πάρει όλες τις απαντήσεις στα ερωτηματικά που στροβίλιζαν το μυαλό της όσο αφορούσε το άτομο μου και τις συμπεριφορές μου.
«Αλλά δεν το μετάνιωσα ποτέ. Ο Κρίστοφερ για μένα ήταν ότι καλύτερο μου έχει συμβεί στην ζωή μου» συμπλήρωσε η μητέρα μου και χωρίς να μπορέσω να σταματήσω τον εαυτό μου, γνωρίζοντας ήδη πόσα είχε θυσιάσει για μένα,  έσκυψα και της έδωσα ένα τρυφερό φιλί πάνω στον κρόταφο της.
Η Κλερ χωρίς να μπορεί να κρύψει το πόσο άβολα ένιωθε, μετακινήθηκε πάνω στην καρέκλα της και έπιασε ξανά το πιρούνι της με τρεμάμενο χέρι και προσπάθησε να αφοσιωθεί και πάλι στο φαγητό της.
«Τόση ώρα θα σε έχουμε ζαλίσει με τα δικά μας. Γιατί δεν μας λες και εσύ τίποτα για σένα και την ζωή σου;» την παρότρυνε η μητέρα μου και ένιωσα να χτυπάει το σήμα κίνδυνου μέσα μου.
Γύρισα και την κοίταξα με την καρδιά μου να χτυπάει μέσα στο στήθος μου σαν τρελή. Δεν ήθελα να βρεθεί σε δύσκολη θέση και αν έλεγα κάτι τώρα σίγουρα θα έκανα καμία βλακεία και η μητέρα μου θα καταλάβαινε ότι προσπαθούσαμε να κρύψουμε κάτι. Αυτό θα έφερνε σε μεγαλύτερη αμηχανία την Κλερ και δεν ήθελα να της το κάνω αυτό.
«Δεν έχω να πω πολλά. Κυρίως με μεγάλωσε ο αδελφός μου…»
«Δεν έχεις γονείς;» ρώτησε η μητέρα μου αιφνιδιασμένη.
«Όχι» είπε απότομα και αυτόματα το μετάνιωσε που είχε αποκαλύψει την οργή που έβραζε μέσα της στην λέξη γονέας.
Μόλις σήκωσε την ματιά της προς το μέρος μου δεν χρειαζόμουν τίποτα άλλο. Όλες μου οι υποψίες είχαν πια επιβεβαιωθεί. Αυτός για τον οποίο μιλούσε με τον αδελφός της και ήταν στα πρόθυρα του θανάτου ήταν σίγουρα ο πατέρας της, ήταν σίγουρα αυτός που της είχε κάνει το χειρότερο κακό στην ίδια της την ζωή. Όμως μπορεί να ήταν αυτός που της είχε βιάσει την ψυχή αλλά αποκλείεται να ήταν αυτός που της είχε βιάσει και το σώμα. Όχι αυτό δεν μπορούσα με τίποτα να το πιστέψω.
«Είπα κάτι που δεν έπρεπε;» έσπασε ξαφνικά η μητέρα μου την άβολη αυτήν στιγμή και η Κλερ έσπευσε να το σώσει.
«Όχι, απλά η μητέρα μου έπαθε ανακοπή πάνω στην γέννα μου και κάποιος έπρεπε να με προσέχει όσο ο πατέρας μου δούλευε» είπε γρήγορα χωρίς να μπορεί να την κοιτάξει στα μάτια ενώ προσπαθούσε με μεγάλο κόπο να μην κομπιάσει στην λέξη δουλειά. Τι σόι δουλειά θα μπορούσε να κάνει ώστε να την πληγώνει τόσο πολύ; 
«Λυπάμαι πολύ» της είπε ειλικρινά η μητέρα μου και καθώς της έπιασε το χέρι τρυφερά η Κλερ ξαφνικά πάγωσε και έκοψε την ανάσα της στην μέση.
«Κλερ» της είπα και καθώς σήκωσε την ματιά της προς το μέρος μου, δάγκωσε τα χείλια της με πείσμα και αυτόματα σηκώθηκε και άρχισε να τρέχει.
«Κλερ» φώναξα πίσω της ενώ σηκώθηκα και εγώ για να τρέξω πίσω της και η μάμα μου τα έχασε τελείως.
«Έκανα κάτι που δεν έπρεπε;» ρώτησε ξανά με πόνο στην φωνή της. Αφήνοντας την ανάσα μου να βγει βαριά από μέσα μου έτριψα το πρόσωπο μου νευρικά.
«Όχι» είπα κάτω από τον αναστεναγμό μου. «Απλά η Κλερ…» δεν είχα ιδέα τι να πω για να το δικαιολογήσω όλο αυτό.
«Δεν είχε και τα καλύτερα παιδικά χρόνια» μάντεψε και την κοίταξα ικετευτικά στα μάτια ώστε να μην ρωτήσει περισσότερα.
«Πήγαινε κοντά της παιδί μου και ζήτα της συγνώμη από μέρους μου που την έφερα σε τόσο δύσκολη θέση. Δεν πρόκειται να ανακατευτώ» υποσχέθηκε και καθώς της έδωσα ένα σκαστό φιλί στο μάγουλο, παρατώντας τα πράγματα όπως ήταν, έτρεξα να πάω να την βρω.
Ρωτώντας στην ρεσεψιόν αν την είχαν δει, μου είπαν πως είχε φύγει και έτρεξα προς την έξοδο. Μόλις βγήκα στον δρόμο κοίταξα και προς τις δύο μεριές και βλέποντας την να ψάχνει για ταξί έτρεξα να την προλάβω πριν σταματήσει κανένα και φύγει πριν καταφέρω να βρω την ευκαιρία να της μιλήσω.
«Κλερ» φώναξα και μόλις με είδε να τρέχω προς το μέρος της μπήκε στον δρόμο, σταμάτησε το ταξί που ερχόταν εκείνη την στιγμή προς το μέρος της και προσπάθησε να μπει μέσα.
Χωρίς να χάνω χρόνο, κράτησα την πόρτα ανοιχτή και καθώς την τράβηξα με το ζόρι έξω με εκείνη να με χτυπάει με το ελεύθερο της χέρι πάνω στο χέρι για να την ελευθερώσω, είπα επιτακτικά στον ταξιτζή να φύγει και την παρέσυρα ξανά στο πεζοδρόμιο.
«Είσαι ηλίθιος… Είσαι τελείως ηλίθιος» ούρλιαζε κάνοντας τους πάντες να μας κοιτάνε αλλά δεν έδωσα καμία σημασία.
Πιάνοντας την από τα μπράτσα σφιχτά, την οδήγησα μέχρι το παρκινγκ και μόλις την έβαλα μέσα στο αυτοκίνητο έκλεισα την πόρτα της και έτρεξα να μπω στην θέση του οδηγού.
«Πως μπόρεσες να μου το κάνεις αυτό;» συνέχιζε να ουρλιάζει την στιγμή που μπήκα στην θέση του οδηγού και έβαζα μπροστά την μηχανή. «Ποιος πηγαίνει στην μητέρα του μια γκόμενα αν δεν είναι σοβαρό;» συνέχιζε να ξεσπά. «Τι νομίζεις ότι τρώει κουτόχορτο; Τώρα σίγουρα θα νομίζει ότι κάτι συμβαίνει με μένα και θα αρχίσει να ψάχνει… Χριστέ μου» τσίριξε πιάνοντας το κεφάλι της. «Θα μάθει τα πάντα, τα πάντα».
«Δεν θα ψάξει τίποτα» της είπα και εκείνη γύρισε να με κοιτάξει. Τα δάκρυα της είχαν κάνει την μάσκαρα της να πασαλείφει κάτω από τα μάτια της και στα μάγουλα της.
«Η μητέρα μου δεν είναι από τις γυναίκες που ανακατεύονται στις υποθέσεις των άλλων» συνέχισα αλλά δεν της έφτασε ούτε αυτό.
«Είναι όμως μητέρα σου Κρις, σίγουρα θα θέλει να μάθει τα πάντα για το περιβάλλον της κοπέλας του γιου της» μου χτύπησε και αναστέναξα ενώ προσπάθησα με μεγάλο κόπο να συγκεντρωθώ στον δρόμο.
«Δεν θα το κάνει» της είπα κατηγορηματικά.
«Πως μπορείς να είσαι τόσο σίγουρος;» με ρώτησε αγανακτισμένα.
«Επειδή μου το είπε» της απάντησα εγώ αλλά δεν έφτασε ούτε στο ελάχιστο για να την καθησυχάσει.
Στολίζοντας με ότι κοσμητικά επίθετα υπήρχαν και με κάποια άλλα που δεν είχα ιδέα ότι ήταν καν λέξεις, για το υπόλοιπο της διαδρομής καθόταν δίπλα μου κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο της βράζοντας κυριολεκτικά από θυμό και οργή. Μόλις φτάσαμε στο σπίτι, πριν προλάβω να μπω στο παρκινγκ άρπαξε τα κλειδιά από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου που τα είχα αφήσει και άνοιξε την πόρτα της πριν προλάβω καν να σταματήσω το αυτοκίνητο. Καθώς πετάχτηκε έξω, έτρεξε προς την πόρτα και ξεκλειδώνοντας την μπήκε μέσα στο σπίτι σαν σίφουνας. Με την σκέψη ότι θα μπορούσε να κάνει πάλι κάτι που θα έβλαπτε τον εαυτό της, σταμάτησα το αυτοκίνητο, πετάχτηκα έξω και κλειδώνοντας το έτρεξα πίσω της.
Παίρνοντας τα κλειδιά πάνω από την πόρτα μπήκα μέσα και δίνοντας ώθηση στην πόρτα για να κλείσει έτρεξα να την προλάβω πριν βγει από την μπαλκονόπορτα. Πιάνοντας την από το μπράτσο την γύρισα προς το μέρος μου και την κόλλησα πάνω στο μισάνοιχτο τζάμι.
«Γαμώτο εμένα θες να χτυπήσεις… χτύπα με λοιπόν» της είπα εξαγριωμένος ταρακουνώντας την και εκείνη σφίγγοντας τα δόντια της με έπιασε από την μπλούζα και την έσφιξε τόσο σφιχτά που κόντεψε να την σκίσει.
«Χτύπα με τι περιμένεις;» την ρώτησα πιο δυνατά και εκείνη άρχισε να ξεφυσά και να μουγκρίζει πιο μανιασμένα.    
«Χτύπα με» απαίτησα και τα μάτια της άρχισαν πάλι να δακρύζουν.
«Δεν μπορώ» ούρλιαξε κλείνοντας τα μάτια της ενώ τα χέρια της άρχισα να τρέμουν και οι γροθιές έσφιξαν το μπλουζάκι μου με περισσότερη δύναμη σαν να φοβόταν ότι αν τα άφηνε θα έχανε τον έλεγχο και δεν θα κατάφερνε να σταματήσει τον εαυτό της.
«Δεν μπορώ» επανέλαβε με μια σπαρακτική φωνή που με έκανε κομμάτια και μόλις άφησε το κεφάλι της να πέσει πάνω στο στήθος μου τα χέρια μου αυτόματα την φυλάκισαν στην αγκαλιά μου και εκείνη ξέσπασε σε κλάματα.
Η μπόρα είχε περάσει αλλά εκείνη χρειαζόταν ακόμα χρόνο για να συνέλθει έτσι, σηκώνοντας την πιο ψηλά, μόλις τα πόδια της τυλίχτηκαν γύρω από την μέση μου, την πήρα και την πήγα στο δωμάτιο μου. Μόλις ξαπλώσαμε και οι δύο πάνω στο κρεβάτι έτσι ακριβώς όπως ήμασταν με τα ρούχα την κράτησα σφιχτά μέσα στην αγκαλιά μου και την άφησα να ξεσπάσει όλα όσα την βάραιναν.
«Δεν θέλω να σε δω ξανά να χτυπάς εκείνο τον ηλίθιο στύλο» της είπα κατηγορηματικά αλλά εκείνη δεν μου απάντησε.
Σφίγγοντας τα χέρια της πιο σφιχτά γύρω μου με κράτησε μέσα στην αγκαλιά της και απλά αφέθηκε σαν ένα μικρό παιδί που είχε ανάγκη από λίγη τρυφερότητα. Δεν μπορούσα να της το αρνηθώ ιδίως από την στιγμή που ήξερα ότι ήμουν η αιτία γι’ αυτό της το ξέσπασμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA