Προσπαθώντας να
πνίξει ένα χασμουρητό κρύφτηκε περισσότερο μέσα στην αγκαλιά μου και
αναστέναξε.
«Καταραμένα φάρμακα»
έβρισε με άχτι και της φίλησα τα μαλλιά ενώ της έτριψα απαλά το μπράτσο της.
«Θες να το κλείσουμε
και να πάμε για ύπνο;» της πρότεινα και αμέσως άρχισε να κουνάει το κεφάλι
αρνητικά.
«Όχι θα κρατηθώ» είπε
αμέσως ενώ με έσφιγγε με περισσότερη δύναμη επάνω της σαν να φοβόταν ότι θα
σηκωνόμουν και θα έφευγα.
«Οπότε τα παίρνεις
κανονικά;» την ρώτησα με πραγματική περιέργεια και αναστέναξε και πάλι.
«Προσπάθησα να τα
κόψω όταν άρχισα να μένω μόνη μου αλλά όταν ήρθα εδώ τα ξεκίνησα ξανά»
μουρμούρισε νιώθοντας τελείως άβολα που το έλεγε δυνατά.
«Ήμουν τόσο απαίσιος»
είπα μετανιωμένος κάτω από τον αναστεναγμό μου.
«Δεν φταις εσύ» είπε
αυτόματα ενώ πραγματικά το εννοούσε. «Απλά φοβήθηκα ότι θα έκανα καμία μαλακία»
συνέχισε γρήγορα. «Ήταν η πρώτη φορά που ευχήθηκα να είχαν αποτέλεσμα».
«Και είχαν;» ρώτησα
με ενδιαφέρον.
«Όχι, ακόμα καταβάλω
μεγάλη προσπάθεια να καταπνίξω τα ξεσπάσματα μου» είπε σιγανά ενώ με κομμένη
την ανάσα περίμενε τις αντιδράσεις μου.
«Σε πνίγει που σε
κρατάω στην αγκαλιά μου;» ρώτησα με πόνο και για λίγο παρέμεινε στην σιωπή.
«Κλερ, πρέπει να
ξέρω» την παρακάλεσα ενώ βάζοντας το χέρι μου πάνω στο μάγουλο της την ανάγκαζα
να σηκώσει το κεφάλι για να με κοιτάξει στα μάτια.
Είχε τόση θλίψη μέσα
στην ματιά της που με τσάκισε τελείως αλλά η αγχωμένη της ανάσα που έβγαινε με
κόπο με τάραξε περισσότερο.
«Ακόμα φοβάμαι Κρις»
είπε πνιγμένα καθώς αγκομαχούσε σαν να πνιγόταν.
«Φοβάσαι εμένα;»
ήθελα να ξέρω.
«Φοβάμαι ότι θα τα
χάσω. Ότι θα χάσω τον έλεγχο. Είδες τον Τότο, είδες τι είμαι ικανή να κάνω»
είπε και δεν είχα ιδέα τι να της πω γι’ αυτό.
«Δεν θέλω να σου κάνω
κακό» ήταν τόσο απελπισμένη.
«Πες μου τι μπορώ να
κάνω εγώ;» την ρώτησα με την ελπίδα να μου πει τι ήταν αυτό που την έκανε να
την φτάνει στα όρια της ή ακόμα χειρότερα να την κάνει να τα ξεπερνάει.
«Απλά υποσχέσου μου
ότι θα με αφήσεις να σου μάθω πώς να υπερασπίζεσαι τον εαυτό σου. Έχω την
ανάγκη να ξέρω ότι μπορείς να με αντιμετωπίσεις αν…» δεν μπορούσε να συνεχίσει.
«Αν αυτό σε κάνει να
νιώσεις καλύτερα» της είπα καθησυχαστικά και κούνησε το κεφάλι της θετικά ενώ
έσφιγγε τα χείλια της προσπαθώντας να πάρει μια επαρκεί ανάσα.
«Είναι πολύ για σένα
που σε κρατάω στην αγκαλιά μου;» την πίεσα περισσότερο και κούνησε αμέσως το
κεφάλι της αρνητικά ενώ ακούμπαγε το κεφάλι της πάλι πάνω στον ώμο μου.
«Δεν θέλω να
σταματήσεις να με κρατάς στην αγκαλιά σου. Νιώθω πολύ όμορφα όταν το κάνεις»
είπε διστακτικά σαν να φοβόταν ότι θα με τρόμαζε.
«Και εγώ νιώθω πολύ
όμορφα όταν την δέχεσαι» της είπα ενώ άφηνα ένα απαλό φιλί πάνω στα μαλλιά της.
«Αλλά και με τρομάζει» καθώς μαγκώθηκε έσπευσα να το διευκρινίσω καλύτερα πριν
το πάρει στραβά. «Υπάρχουν στιγμές που νιώθω ότι ξεπερνάω τα όρια και φοβάμαι ότι
σε κάνω να νιώθεις άβολα» καθώς σήκωσε την ματιά της να με κοιτάξει της χάιδεψα
το μάγουλο και συνέχισα.
«Δεν θέλω να
καταπνίγεις ότι νιώθεις ότι είναι υπερβολικό για σένα. Θέλω να μου το λες, θέλω
να ξέρω τα όρια σου για να μην τα ξεπερνώ» της ζήτησα παρακλητικά και καθώς
κατένευσε έγειρε στον ώμο μου αφήνοντας έναν αναστεναγμό.
«Η μητέρα σου
κατάφερε να το ξεπεράσει;» ρώτησε με ελπίδα ενώ κρεμάστηκε από την απάντηση μου
λες και αυτό θα της έδινε την δύναμη που είχε ανάγκη να πάρει για να παλέψει
περισσότερο.
«Εκείνη λέει πως ναι
αλλά εγώ δεν είμαι και τόσο σίγουρος» είπα ειλικρινά και αυτό φάνηκε να την
καταρρακώνει.
«Δεν προσπάθησε
ξανά;» ρώτησε με τόσο πόνο που με τσάκισε.
«Έβγαινε ραντεβού
αλλά ποτέ δεν κοιμήθηκε εκτός σπιτιού, ούτε έφερε κανέναν στο σπίτι. Όταν την
ρώτησα γιατί, μου είπε ότι δεν ήθελε να μου επιβάλει κάποιον ξένο για πατέρα
αλλά εγώ πιστεύω ότι απλά είχε χάσει πια την εμπιστοσύνη της στους άντρες αν
και τώρα τελευταία…» καθώς έκανα μια παύση σκεπτικός σήκωσε το κεφάλι της για
να με κοιτάξει περιμένοντας με αγωνία να συνεχίσω.
«Νομίζω ότι είναι
ερωτευμένη» ξεφούρνισα συνωμοτικά και μου χαμογέλασε. «Δεν το παραδέχεται αλλά
την έχω τσακώσει πολλές φορές να κρυφογελά διαβάζοντας ένα μήνυμα στο κινητό ή όταν
τύχει να χτυπήσει το κινητό της πηγαίνει πιο μακριά για να μιλήσει και μετά
είναι λέει ένα σορό δικαιολογίες για να το καλύψει…» συνέχισα και γέλασε πιο
πλατιά.
«Πως νιώθεις γι’
αυτό» αναστέναξα.
«Δεν ξέρω…»
παραδέχτηκα. «Θέλω να πω, είναι τόσο νέα ακόμα, φυσικά και της αξίζει να
φτιάξει ξανά την ζωή της αλλά…».
«Αλλά;» με πίεσε
περισσότερο.
«Δεν θέλω να
πληγωθεί, αυτό είναι όλο. Αν ο οποιοσδήποτε τολμήσει να αγγίξει έστω και μια
τρίχα από τα μαλλιά της…» μούγκρισα με οργή και άρχισε να γελάει μασώντας τα
χείλια της. «Που είναι το αστείο;» ρώτησα λίγο εκνευρισμένα.
«Τώρα μου θυμίζεις
τον Τότο» εξήγησε την αιτία που την έκανε να γελάσει. «Βασικά υπάρχουν πάρα
πολλές στιγμές που όταν λες κάτι ή κάνεις κάτι μου τον θυμίζεις».
«Τώρα αυτό είναι καλό
ή κακό;» ρώτησα απελπισμένα.
«Ακόμα προσπαθώ να το
αποφασίσω» είπε με ειλικρίνεια και με αποτελείωσε.
«Όταν μάθεις την
απάντηση πες το μου και μένα να το ξέρω» της είπα σοβαρά εννοώντας το και
χαμογελώντας μου κατένευσε δίνοντας μου τον λόγο της.
«Ώστε έχεις και εσύ
αδελφό ή αδελφή;» συνέχισε πιο ανάλαφρα τώρα ελπίζοντας να με κάνει να ανοιχτώ
περισσότερο.
«Αδέλφια…» διόρθωσα.
«Είναι δίδυμα και είναι αγόρια» της είπα χωρίς να έχω πρόβλημα να το μοιραστώ
μαζί της. Δεν είχα κάτι άλλο να κρύψω.
«Και;» ρώτησε
ανυπόμονα για να της πω περισσότερα.
«Αυτό μόνο, δεν έχει
τίποτα άλλο» της απάντησα εγώ και άνοιξε τα μάτια της έκπληκτη.
«Δεν τα γνωρίζεις
καν;» ρώτησε θλιμμένα.
«Τα έχω δει μια με
δύο φορές» είπα ανασηκώνοντας τους ώμους μου.
«Δεν σε άφησε ο
πατέρας σου ή η μητριά σου;» ρώτησε λίγο διστακτικά.
«Όχι η μητριά μου
παραδόξως ήταν πολύ εντάξει. Έλπιζα να πάρει καμία σκύλα να του βάλει τα δύο
πόδια σε ένα παπούτσι αλλά εκείνη παραήταν ευγενική και γλυκιά, τόσο που την
λυπόμουν. Από την πρώτη στιγμή επέμενε να συμμετέχω σε όλες τους τις στιγμές.
Στον γάμο τους με έβαλε να κάτσω δίπλα στην μητέρα της που κράταγε το καρότσι
με τα αδέλφια μου…»
«Πως ήταν;» με
διέκοψε με περιέργεια.
«Το μόνο που θυμάμαι
ήταν ότι τα μαλλιά τους ήταν κατάμαυρα σαν τα δικά μου. Δεν τους έδωσα
ιδιαίτερη σημασία εκείνη την ημέρα. Ένιωθα άβολα που δεν είχα την μητέρα μου
δίπλα μου και παρόλο που δεν παραπονιόμουν κοίταζα γύρω μου συνέχεια μήπως και
την βρω αλλά όταν τα ξαναείδα πρόσεξα με τα λύπης μου ότι του έμοιαζαν. Τον πούστη
έχει πολύ ισχυρό γονίδιο» έβρισα αλλά δεν το σχολίασε.
«Και μετά;» με
προέτρεψε να συνεχίσω.
«Μετά η μητριά μου
επέμενε ότι κάποια Σαββατοκύριακα θα έπρεπε να τα περνάω μαζί τους. Η μητέρα
μου δεν με πίεζε αλλά καθώς έβλεπα ότι πίστευε και εκείνη ότι θα είναι καλό να
γνωρίσω την νέα μου οικογένεια της έκανα το χατίρι. Δεν άντεξα ούτε τρις ώρες
μαζί τους. Ήταν τόσο ευτυχισμένοι που με έπνιγε. Βλέποντας τους έτσι μαζί με
έκανε να τον μισώ ακόμα περισσότερο για ότι είχε κάνει στην μητέρα μου».
«Σε άφησαν να κάνεις
παρέα με τα αδέλφια σου;» συνέχισε της απορίες της και αναστέναξα.
«Η μητριά μου ήταν
πολύ ενθουσιασμένη που ήμουν κοντά τους, μάλιστα μου έδωσε να κρατήσω τον έναν μου
αδελφό στα χέρια, μόλις το είδε ο πατέρας μου όμως αυτό έφριξε. Μου τον πήρε
από τα χέρια αμέσως και τον απομάκρυνε από μένα λες και φοβόταν ότι θα τον
κολλούσα καμία αρρώστια. Αλλά το χειρότερο δεν ήταν αυτό. Όταν τον είδα πως κοίταζε
τον αδελφό μου κάτι έσπασε μέσα μου. Εμένα ποτέ δεν με είχε κοιτάξει έτσι, ούτε
καν με είχε πάρει στην αγκαλιά του τόσο τρυφερά. Τότε κατάλαβα ότι δεν είχα
ποτέ πατέρα και απλά το πήρα απόφαση. Όσο και να με παρακαλάγανε να ξαναπάω δεν
τους έκανα το χατίρι. Δεν είχα καμία δουλειά στην οικογένεια τους. Εγώ είχα
οικογένεια, είχα την μητέρα μου και μου έφτανε, δεν ήθελα τίποτα παραπάνω».
«Λυπάμαι τόσο πολύ»
είπε με πόνο και κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά της έδωσα ένα απαλό φιλί πάνω
στα χείλια της.
«Τελείωσε. Δεν με
αγγίζει πια» της είπα ειλικρινά αλλά εκείνη πιστεύοντας ότι είχα ανάγκη από
παρηγοριά έβαλε το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στο στήθος της ενώ μου χάιδευε
απαλά τα μαλλιά.
«Σκέφτεσαι να κάνεις
μια προσπάθεια κάποια στιγμή να τους γνωρίσεις;» με ρώτησε και το σκέφτηκα για
λίγο.
«Δεν ξέρω. Σίγουρα
δεν φταίνε αυτοί για ότι συνέβη αλλά δεν νομίζω ότι είμαι έτοιμος ακόμα για
κάτι τέτοιο. Άλλωστε και εκείνοι είναι πολύ μικροί ακόμα. Ήμουν δέκα όταν
χώρισαν οι δικοί μου οπότε εκείνοι πρέπει να είναι γύρω στα εννέα. Ίσως σε
μερικά χρόνια να το προσπαθήσω» είπα ανασηκώνοντας τους ώμους μου.
«Ούτε ο Τότο ήθελε να
γνωρίσει τον μπάσταρδο» την άκουσα να λέει και σήκωσα το κεφάλι μου για να την
κοιτάξω. «Εκείνος έχει μνήμες από την μητέρα μου. Λέει ότι μπορεί να μην το
παραδεχόταν αλλά πάντα την πλήγωνε η σκέψη ότι ο πατέρας μας είχε κάνει παιδί
με άλλη» μου είπε μαλακά και την κοίταξα με ενδιαφέρον.
«Πως άλλαξε γνώμη;»
την ρώτησα με πραγματική περιέργεια.
«Το έκανε για χάρη
μου. Στην έκθεση που με έβαζε ο ψυχίατρος να γράφω κάθε βδομάδα είχα γράψει ότι
με πλήγωνε που δεν με άφηνε να τον γνωρίσω και ο ψυχίατρος τον έπεισε ότι θα
μου κάνει καλό να με φέρει σε επαφή μαζί του. Όταν τον γνώρισε και ο ίδιος
κατάλαβε το πόσο λάθος έκανε που δεν ήθελε να τον γνωρίσει πιο πριν. Ο Λούκας
πραγματικά είναι ένα κομμάτι μάλαμα, δεν υπάρχει περίπτωση να τον γνωρίσεις και
να μην τον βάλεις κατευθείαν μέσα στην καρδιά σου» είπε με τόσο θαυμασμό. «Και
ο Τότο ένιωσε καλύτερα…» συνέχισε πιο μαλακά. «Από την στιγμή που τον γνώρισε
μπορούσε πια να έχει κάποιον να μοιράζεται ότι τον βάραινε αλλά και ο Λούκας
κοντά μας βρήκε το κομμάτι που του έλειπε» συμπλήρωσε και αναστέναξα.
«Πραγματικά χαίρομαι
πάρα πολύ για σας» είπα εννοώντας το και μου χαμογέλασε ενθαρρυντικά αλλά δεν είπε
τίποτα άλλο.
Μόλις άκουσα την
μουσική από τους τίτλους τέλους της ταινίας γύρισα το πρόσωπο μου προς την
τηλεόραση και γέλασα.
«Ήταν πραγματικά πολύ
καλή ταινία. Κρίμα που την χάσαμε» είπα και γέλασε ενώ ακούμπησε το κεφάλι της
πάνω στον ώμο μου.
«Ήταν πραγματικά μια
πολύ καλή βραδιά. Σε ευχαριστώ που την μοιραστικές μαζί μου» μουρμούρισε και
καθώς άφησε ένα απαλό φιλί πάνω στον λαιμό μου έσφιξα απευθείας τα χέρια μου
γύρω της.
«Ήταν πραγματικά μια
πολύ καλή βραδιά» επιβεβαίωσα και εγώ και καθώς άφησα ένα απαλό φιλί πάνω στα
μαλλιά της την χτύπησα απαλά πάω στην μέση της.
«Έλα, πάμε να
κοιμηθούμε. Θα έχουμε και άλλη ευκαιρία να κάνουμε νύχτα ταινίας, μόνο που πρέπει
να μου πεις με τι σου αρέσει να την βλέπεις» της έθεσα σαν όρο και κρυφογέλασε.
«Με χυμό ροδάκινο και
ανάλατους ξυρούς καρπούς» είπε αμέσως και γέλασα και εγώ.
«Χυμό ροδάκινο και
ανάλατους ξυρούς καρπούς λοιπόν» επανέλαβα και το σημείωσα στο μυαλό μου ώστε
να το προσθέσω στην λίστα με τα ψώνια.
Όταν πέσαμε στο
κρεβάτι δεν χρειάστηκε να περάσει πολύ ώρα πριν καταφέρω να κλείσω τα μάτια
μου. Ένιωθα τόσο πιο ανάλαφρος τώρα που τα ήξερε όλα που δεν είχα χώρο ούτε για
ανόητες σκέψεις αλλά ούτε και σαδιστικές ανησυχίες. Όμως όταν άρχισε να με
παίρνει ο ύπνος ξαφνικά ένιωσα ότι ήθελα να πω κάτι ακόμα.
«Κλερ;» μουρμούρισα
και αμέσως αναδεύτηκε στην αγκαλιά μου και γύρισε προς το μέρος μου.
Μόλις τα χέρια της
τυλίχτηκαν γύρω από τον λαιμό μου αυτόματα έβαλα το κεφάλι μου πάνω στον ώμο
της και την κράτησα απόλυτα επάνω μου.
«Αν ποτέ πάρω την απόφαση
να παντρευτώ σίγουρα θα ήθελα να παντρευτώ εσένα ή κάποια σαν εσένα» είπα
απόλυτα σοβαρά και εκείνη πάγωσε.
«Γιατί;» ρώτησε χωρίς
ανάσα.
«Γιατί εσύ ξέρεις πώς
να βάζεις έναν άντρα στην θέση του όταν εκείνος ξεπερνάει τα όρια. Μακάρι όλες
οι γυναίκες να ήταν σαν και εσένα, να έδιναν ένα γερό μάθημα στα σκουλήκια που
τους τρώνε την ζωή» εξέφρασα με τόση οργή που αυτόματα αναστέναξε και άρχισε
πάλι να μου χαϊδεύει τα μαλλιά παρηγορητικά.
«Κρις σε ικετεύω,
μίλα με την μητέρα σου» με παρακάλεσε πνιγμένα σαν να προσπαθούσε να καταπνίξει
τα δάκρυα της. «Είναι τελείως σαδιστικό και ψυχοφθόρο να ζεις μέσα στον φόβο»
συνέχισε και άφησα την ανάσα μου να βγει από μέσα μου βαριά.
«Θα το κάνω ή
τουλάχιστον θα προσπαθήσω να το κάνω» υποσχέθηκα και εκείνη παρέμεινε στην
σιωπή. Δεν ήθελε να με πιέσει περισσότερο.
Πριν το ξυπνητήρι
αρχίσει να χτυπάει ένιωσα ένα απαλό άγγιγμα πάνω στα μαλλιά μου και μισάνοιξα
τα μάτια μου. Μόλις την είδα να κάθεται δίπλα μου και να μου χαμογελά αυτόματα
χαμογέλασα και εγώ.
«Καλημέρα ηλιαχτίδα
μου» μουρμούρισα ενώ τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από την μέση της προσπάθησα
να την φέρω κοντά μου.
«Ηλιαχτίδα;» αναφώνησε
με δυσπιστία ενώ κούναγε το κεφάλι της αρνητικά χωρίς να το πιστεύει και γέλασα
με την αντίδραση της. «Είσαι πραγματικά ανυπόφορος» ξέσπασε και καθώς γέλασα
πιο δυνατά μου έκλεισε το στόμα μου με τα χείλια της.
Κλέβοντας την
ευκαιρία βόγκηξα μέσα στο στόμα της και άρχισα να την φιλάω με τόσο πάθος που
έχασε την ανάσα της.
«Σήκω…» απαίτησε ενώ
έβγαζε τα χέρια μου από πάνω της και σηκωνόταν. «Έχεις να κάνεις μπάνιο, να
ετοιμάσεις πρωινό και να φας πριν φύγουμε» συνέχισε και την κοίταξα
απελπισμένος.
«Δεν μπορούμε να
κάνουμε κοπάνα μόνο για σήμερα;» γκρίνιαξα σαν μικρό παιδί και γούρλωσε τα
μάτια σοκαρισμένη.
«Με τίποτα» δήλωσε
και έκανα μούτρα.
«Σήκω» είπε ξανά και
την στιγμή που τράβηξε το σεντόνι για να το πάρει από πάνω μου, το έπιασα και
το τράβηξα πίσω.
Καθώς έπεσε ξανά στην
αγκαλιά μου, την γύρισα προς το στρώμα και την φυλάκισα κάτω από το σώμα μου.
«Δεν θα τελειώσει η
δίαιτα;» μούγκρισα απειλητικά ενώ δάγκωσα απαλά το κάτω της χείλος. «Ανάσα δεν
θα σε αφήσω να πάρεις» συνέχισα με περισσότερο πείσμα και μόλις άρχισα να την
φιλώ εκείνη βόγκηξε. «Ανάσα» επανέλαβα και αφού την φίλησα μέχρι να νιώσω ότι
δεν είχε άλλη ανάσα, της έδωσα άλλο ένα πεταχτό φιλί και σηκώθηκα.
«Τώρα σήκω» της είπα
ενώ εκείνη με κοίταζε αναψοκοκκινισμένη προσπαθώντας να αναπληρώσει την χαμένη
της ανάσα.
«Δεν φεύγουμε από εδώ
αν δεν φας κάτι της προκοπής» της δήλωσα και μασώντας τα χείλια της άρχισε να
γελάει.
Όταν φτάσαμε κοντά
στην καφετέρια, δεν χρειάστηκε να με κοιτάξει παρακλητικά, αμέσως έβγαλα φλας
και μόλις πάρκαρα απ’ έξω εκείνη άρπαξε την τσάντα της και έκανε την κίνηση να
φύγει.
«Που πας;» την ρώτησα
και με κοίταξε ξαφνιασμένη. «Έτσι θα φύγεις;» την ρώτησα και πριν προλάβει να
αναρωτηθεί τι εννοούσα έβαλα το χέρι μου πάνω στο μάγουλο της και την έφερα
κοντά μου.
Μόλις της έδωσα ένα
βαθύ φιλί πάνω στα χείλια της εκείνη μου χαμογέλασε.
«Θα σε περιμένω στην
τραπεζαρία» την πρόλαβα και καθώς κατένευσε άνοιξε την πόρτα.
Την στιγμή που βγήκε
και έκλεισε την πόρτα πίσω της έκλεισα τις ασφάλειες για να είμαι σίγουρος ότι
δεν θα την ανοίξει ξανά και της φώναξα.
«Να προσέχεις
ηλιαχτίδα» είπα και καθώς γύρισε εξαγριωμένη να με κοιτάξει άρχισα να γελώ.
«Είσαι πραγματικά
ανυπόφορος» μούγκρισε αλλά στο τέλος τα παράτησε και χαμογέλασε.
«Και εσύ» φώναξε και
γυρίζοντας μου την πλάτη άνοιξε την πόρτα της καφετέριας και μπήκε μέσα.
Το ήξερα ότι το
παράκανα αλλά πραγματικά δεν μπορούσα να αντισταθώ. Όταν νευρίαζε ήταν όλα τα
λεφτά αλλά έπρεπε να έχω στο μυαλό μου ότι δεν ήταν από τις γυναίκες που απλά
νευρίαζαν.
Όταν έφτασα στην
τραπεζαρία μπήκα μέσα και όταν δεν την είδα εκεί σκέφτηκα να πάω έξω να την
περιμένω αλλά εκείνη στέλνοντας μου μήνυμα με πρόλαβε.
‘Θα αργήσω λίγο μην με περιμένεις’
Έγραφε και
αναστέναξα. Τι είχε γίνει πάλι; Δεν μπορούσα να μάθω πριν έρθει οπότε έπρεπε να
κάνω υπομονή. Η αυτόματη αλλαγή στην διάθεση μου δεν πέρασε απαρατήρητη από
κανέναν.
«Τι έγινε Κρις;»
ρώτησε ο Κλάρις αυτόματα και τον κοίταξα κουρασμένα. «Πως πάει η δίαιτα» το
συνέχισε εκείνος και άρχισα να γελάω κουνώντας το κεφάλι μου με δυσπιστία.
«Δεν θα με αφήσετε να
το ξεχάσω» διαπίστωσα και εκείνος άρχισε να γελάει με την καρδιά του.
«Τόσο χάλια;» ρώτησε
χωρίς να σταματά να γελά και του πέταξα μια πατάτα από το πιάτο μου.
«Αϊ από εκεί μαλάκα»
του είπα και αυτό τον έκανε να γελάσει πιο δυνατά.
«Τελικά αυτή είναι
λεσβία ή όχι;» ρώτησε άξαφνα η Βάλερι και καθώς την κοίταξα ξαφνιασμένος εκείνη
μου έκανε νόημα με τα μάτια της να κοιτάξω προς τα πίσω.
Μόλις το έκανα και είδα
την Κλερ να έχει στα πόδια της την Σέλπι και να την ταΐζει μια πατάτα στο στόμα
γέλασα χωρίς να μπορώ να το συγκρατήσω. Μόλις η Σέλπι πήρε την πατάτα στα χέρια
της και της είπε κάτι η Κλερ έριξε το κεφάλι της πίσω και άρχισε να γελά με την
ψυχή της.
«Δεν πάει καλά η
γκόμενα, απορώ τις της βρήκες» σχολίασε η Βάλερι και γυρίζοντας να την κοιτάξω
άρχισα και πάλι να γελάω με το ύφος της.
«Πάλι εμένα
σχολιάζεται;» άκουσα την φωνή της Κλερ και καθώς πέταξε το σακίδιο της στο
πάτωμα και έβαλε το πλαστικό μπολ με την σαλάτα που είχε πάρει στο τραπέζι
γύρισα να την κοιτάξω.
«Η Βάλερι έχει ακόμα την
απορία αν είσαι τελικά λεσβία ή όχι» της είπα αμέσως και η Κλερ την κοίταξε
σοκαρισμένη καθώς καθόταν δίπλα μου.
«Ακόμα το έχεις
απορία; Δεν είσαι σίγουρη γι’ αυτό;» την ρώτησε και καλά ξαφνιασμένη.
«Δηλαδή είσαι;» την
προκάλεσε η άλλη.
«Όχι μωρό μου δεν
είμαι απλά λεσβία είμαι προικισμένη να είμαι και άντρας και γυναίκα απλά το
αλλάζω ανάλογα τα γούστα μου» της απάντησε η Κλερ με άνεση ενώ έκανε την φωνή
της πιο μπάσα.
«Πες μας τώρα ότι
έχεις και πουλί» το χόντρυνε η άλλη και η Κλερ ανασήκωσε το ένα της φρύδι
προκλητικά.
«Θες να το δεις;» την
προκάλεσε και μόλις η Βάλερι άνοιξε τα μάτια της διάπλατα η Κλερ σήκωσε το
μεσαίο της δάχτυλο.
Χωρίς να μπορώ να το
συγκρατήσω άρχισα να γελάω τόσο δυνατά που η Βάλερι δεν άντεξε άλλο. Καθώς
έκανε νόημα στα κορίτσια της να την ακολουθήσουν σηκώθηκε όρθια, μας γύρισε την
πλάτη και έφυγε. Ήταν η αρχηγός των μαζορετών οπότε καμία δεν τόλμαγε να της
πει όχι. Μόλις τα αγόρια είδαν να αδειάζει το τραπέζι από τις γκόμενες
δυσανασχέτησαν αλλά δεν είπαν και τίποτα, πραγματικά η Βάλερι το είχε
παρακάνει.
Η Κλερ χωρίς να την
χάνει από την ματιά της, γύρισε το κορμί της στο πλάι, άνοιξε τα πόδια της
διάπλατα και βάζοντας το αγκώνα της να ακουμπήσει πάνω στην ράχη της καρέκλα
της συνέχισε να κοιτάει την Βάλερι να φεύγει. Πριν βγει η Βάλερι από την
τραπεζαρία έκανε το λάθος να γυρίσει να την κοιτάξει. Η Κλερ σαν να ήταν
γνήσιος άντρας έβαλε το χέρι της ανάμεσα στα ανοιγμένα της πόδια και καθώς
κούνησε το χέρι της σαν να έπιανε τον πούτσο της της έκλεισε το μάτι και της
έστειλε ένα φιλί στον αέρα. Αυτό πραγματικά με έκανε να ξεκαρδιστώ στα γέλια.
Δεν παιζόταν με τίποτα.
«Τι γελάς ρε μαλάκα»
με ρώτησε αγανακτισμένα ο Κλάρις και έκανε το γέλιο μου πιο τρανταχτό.
«Συγνώμη ρε φίλε…»
είπε αμέσως η Κλερ απολογητικά. «Αλλά πραγματικά η γκόμενα σου με βγάζει από τα
ρούχα μου κάθε φορά που μιλάει».
«Μην σε απασχολεί και
κάθε φορά που τα βάζεις μαζί της την πληρώνω εγώ. Με την καλή έννοια, αν
καταλαβαίνεις τι εννοώ» είπε με υπονοούμενο και καθώς χτύπησε το κινητό του, το
γύρισε προς το μέρος μας κουνώντας το για να δούμε το όνομα της που ήταν πάνω
στο καντραν.
«Τι σας έλεγα;» είπε
με μια πονηρή ματιά και πριν απαντήσει άρπαξε την τσάντα του εκστασιασμένος και
σηκώθηκε όρθιος.
«Κοίτα να σέρνεις τα
πόδια σου στην προπόνηση» του φώναξα εγώ αλλά εκείνος σιγά μην άκουγε τίποτα.
Όταν γύρισα την ματιά
μου ξανά προς την Κλερ εκείνη είχε αυτόματα σοβαρέψει.
«Τι;» την ρώτησα και
μάσησε τα χείλια της σαν άξαφνα να ντρεπόταν για ότι είχε κάνει.
Δίνοντας της μια
ψεύτικη μπουνιά πάνω στο μπράτσο της όπως θα έκανα σε ένα φιλαράκι μου, της
έκλεισα το μάτι και συνέχισα να τρώω χωρίς να το σχολιάσω.
3 σχόλια:
https://www.youtube.com/watch?v=1moWxHdTkT0
https://www.youtube.com/watch?v=1moWxHdTkT0
και εγώ το σκέφτηκα αυτό το τραγούδι όταν το έγραφα αλλά το άλλο που βρήκα μου άρεσε καλύτερα ;)
Δημοσίευση σχολίου