Είχαν περάσει δύο μέρες και τα νεύρα μου είχαν ήδη χτυπήσει κόκκινο... Το μουρμουρητό σε συνδυασμό με το κλαψούρισμα του Φλικ δεν είχαν τελειωμό... Είχα να τον δω έτσι από τότε που είχε χάσει το κοριτσάκι που τον είχε και δεν το άντεχα να το ξαναπεράσω ξανά από την αρχή... Τότε είχε κάνει έναν μήνα να συνέλθει... αν επαναληφθεί και τώρα το ίδιο σκηνικό δεν έχω ιδέα πως θα το αντέξω όλο αυτό.
«Κόφτο πια... αν θες εκείνην τράβα βρες την... εδώ δεν ξαναγυρίζει» του είπα κοφτά εκφράζοντας όλον μου τον εκνευρισμό και εκείνος αφήνοντας ένα πληγωμένο γρύλισμα έχωσε την μουσούδα του κάτω από τα πόδια του κλείνοντας τα μάτια του και αναστέναξα.
«Έλα εδώ βρε μπουνταλά» του είπα πιο ήρεμα και εκείνος αμέσως έτρεξε κοντά μου και έβαλε την μουσούδα του πάνω στα πόδια μου... «Ήταν λάθος μου να την φέρω εδώ... αλλά δεν μπορούσα να της επιβάλω μια ζωή που εκείνη δεν ήθελε... Έφυγε, τελείωσε... πάμε για άλλα» του είπα αλλά εκείνος έγινε χειρότερα και τρίβοντας το κεφάλι του πάνω στην κοιλιά μου, παρακάλαγε για το χάδι μου... «Σταμάτα να παρακαλάς... ξέρεις πόσο μου την δίνει αυτό» του είπα νευριασμένα και βάζοντας την μουσούδα του πάλι πάνω στα πόδια μου ξεφύσησε ενώ πάλι από την αρχή άρχισε το ίδιο τροπάριο και κόντεψα να ουρλιάξω... «Φλικ κόφτο» είπα επιτακτικά αλλά εκείνος αντί να σταματήσει άρχισε πάλι να τρίβει την μουσούδα του πάνω στην κοιλιά μου και με έκανε να εκραγώ.
«Εντάξει, εντάξει, φτάνει να σταματήσεις την μουρμούρα... δεν σε αντέχω άλλο» είπα βάζοντας το ένα μου χέρι πάνω στα πόδια μου με την παλάμη μου προς τα πάνω ενώ το δεύτερο μου χέρι βρέθηκε πάνω στην κορυφή του κεφαλιού του καθώς εκείνος ακούμπαγε την μουσούδα του πάνω στο χέρι μου.
«Τι θα σε κάνω εγώ εσένα μου λες;» τον ρώτησα και έτριψε την μουσούδα του πάνω στο χέρι μου ανταποδίδοντας το χάδι που του πρόσφερα... «Δεν φτάνει που έχω την διπλάσια δουλειά εξαιτίας σας, θα σε παρηγορώ και από πάνω;» τον ρώτησα και γρύλισε παραπονιάρικα... «Άντε και αν ηρεμήσεις θα σου δώσω γλυκό να φας» του είπα και αμέσως τσίμπησε και σηκώνοντας το κεφάλι του κρέμασε την γλώσσα έξω χαμογελώντας μου με το γελοίο σκυλίσιο χαμόγελο του και άρχισα να γελάω... «Άκουσες γλυκό και τσίμπησες άτιμο» τον πείραξα και αμέσως κατσούφιασε παραπονιάρικα... «Α μη μου τα γυρνάς τώρα γιατί θα σε αφήσω και νηστικό... διάλεξε» του είπα και ξεφυσώντας έβαλε και πάλι την μουσούδα του πάνω στο χέρι μου και έμεινε σιωπηλός.
Το κουδούνι χτύπησε και κοιτώντας προς το ρολόι έμεινα για λίγο με απορία να κοιτώ το κενό... Ποιος να είναι;... Δεν περιμένω κανέναν... Σκέφτηκα και αφού άφησα τον Φλικ σηκώθηκα από περιέργεια να πάω να ανοίξω.
«Παρακαλώ;» ρώτησα το κοριτσάκι που δεν πρέπει να ήταν πάνω από 15 χρονών που με περιέργεια κοίταγε γύρω της κρατώντας στο ένα της χέρι ένα πακέτο τυλιγμένο με μουσταρδή χαρτί και ένα λεπτό σπάγκο... ενώ με το άλλο της χέρι συγκρατούσε ένα κανίς που με κοίταζε απειλητικά αλλά από απόσταση.
«Ω συγνώμη... είσαστε ο κύριος Φλικ;» ρώτησε και δεν έχω ιδέα πως κρατήθηκα για να μην γελάσω.
«Όχι» είπα αυστηρά και εκείνη αμέσως πετάρισε τα μάτια της αλλά δεν τα έχασε λες και ήταν προετοιμασμένη γι αυτό.
«Συγνώμη και πάλι για την ενόχληση... αλλά μια κοπέλα μου ζήτησε να φέρω αυτό το πακέτο εδώ... Υπάρχει μήπως κάποιος Φλικ μέσα στο σπίτι;» ρώτησε πιο ευγενικά ενώ έβλεπα το σώμα της σταδιακά να αρχίζει να μαζεύει από φόβο.
«Ναι υπάρχει... Θα του το δώσω εγώ... Σε ευχαριστώ» της είπα και μόλις ψέλλισε ένα παρακαλώ την στιγμή που πέρναγε το πακέτο από τα κάγκελα της μπροστινής πύλης, άρχισε με γρήγορα βήματα να φεύγει.
Κοίταξα το πακέτο και χωρίς να το ανοίξω ήμουν σίγουρος ότι ήταν η φόρμα που φόραγε η Μπέλα την ημέρα που έφυγε, έτσι, μόλις γύρισα στο σπίτι ακόμα γελώντας με το περιστατικό φώναξα τον Φλικ κουνώντας το πακέτο στον αέρα.
«Για σένα» του είπα και αφήνοντας το στο πάτωμα πήγα στην κουζίνα να ετοιμάσω κάτι για να φάμε, αδιαφορώντας για το περιεχόμενο.
Μόλις έβαλα το κοτόπουλο να βράζει ένιωσα την μουσούδα του να με σκουντά και γύρισα να τον κοιτάξω από περιέργεια.
«Τι είναι αγόρι μου;» του είπα καθώς είδα να κρατά στα δόντια του έναν φάκελο... και σκύβοντας τον πήρα και τον κοίταξα... Πάνω στον φάκελο έλεγε... “Για τον Φλικ” και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου απηυδισμένα... Δεν έχει τον θεό της πια... σκέφτηκα και αναστέναξα.
«Για σένα είναι όχι για μένα... διάβασε το μόνος σου» του είπα τείνοντας το προς το μέρος του για να τον πειράξω αλλά τι το ήθελα... γυρίζοντας ξανά στην προηγούμενη του κατάσταση άρχισε να μουρμουρίζει και να κλαψουρίζει ενώ έτριβε την μουσούδα του στο πόδι μου παρακαλώντας με... και έτριξα τα δόντια μου.
«Έλεος πια... φτάνει... δεν σε αντέχω άλλο...» είπα αγανακτισμένος και πέφτοντας στο πάτωμα έγινε ένα με αυτό... ενώ έχωνε ξανά το κεφάλι του κάτω από τα χέρια του χωρίς να σταματά να μιξοκλαίγεται και μούγκρισα απηυδισμένα... «Εντάξει, εντάξει, θα σου το διαβάσω... αλλά αν σε ξανακούσω να μουρμουράς... κακομοίρη μου θα μείνεις μια βδομάδα νηστικός... Έγινα κατανοητός;» τον ρώτησα εκνευρισμένα και εκείνος έκατσε σούζα και έμεινε ακίνητος, αμίλητος και σοβαρός, περνώντας μου το μήνυμα ότι είχε υπακούσει την εντολή μου και αναστέναξα ενώ πηγαίνοντας προς το τραπέζι έκατσα ανοίγοντας τον φάκελο.
«Για να δούμε τι λέει...» μουρμούρισα και ανοίγοντας την σελίδα που είχε μέσα άρχισα να διαβάζω δυνατά... «Αγοράκι μου γλυκό τι κάνεις;... Μου έχεις λείψει πάρα πολύ και σ’ αγαπάω ακόμα περισσότερο... Δεν θα ξεχάσω ποτέ όσα έκανες για μένα... και πάντα θα σε θεωρώ τον πιο αξιαγάπητο... τον πιο υπέροχο... και τον πιο πανέξυπνο πιστό φίλο που είχα ποτέ στην ζωή μου... Μπορεί να είσαι μακριά μου... αλλά θα σε κουβαλάω πάντα μέσα μου και έτσι θα μου λείπεις λιγότερο... ΥΓ. Πες στον Έντουαρτ ότι μέσα στον φάκελο θα βρει και τα δανεικά... Με όλην μου την αγάπη η Μπέλα σου»
Τα δανεικά;... Ποια δανεικά;... αναρωτήθηκα και κοίταξα τον Φλικ για λίγο πριν πάρω την απόφαση να ανέβω πάνω στο δωμάτιο της... Από την ημέρα που έφυγε δεν ξαναπάτησα εκεί μέσα... ούτε φυσικά στην ντουλάπα της... Δεν έβρισκα τον λόγο να το κάνω... αλλά τώρα μετά από αυτό, ήμουν πολύ περίεργος να δω τι είχε πάρει ή αν είχε πάρει τελικά τίποτα μαζί της.
Μπαίνοντας μέσα στο δωμάτιο της βρήκα την βαλίτσα και τον φάκελο... ακριβός στην ίδια θέση που τα είχα αφήσει για εκείνην... Όπως το περίμενα δεν είχε δεχθεί τίποτα αλλά αυτό που μου κίνησε την περιέργεια ήταν μια διπλωμένη σελίδα που είχε αφήσει για μένα πάνω στον φάκελο με τα λεφτά και από περιέργεια την πήρα στο χέρι μου και μόλις έκατσα στο κρεβάτι της την άνοιξα και άρχισα να την διαβάζω...
«Δεν φταίει μόνο ο ένας... φταίνε και οι δύο.
Λυπάμαι που ήμουν τόσο στενόμυαλη και ξεροκέφαλη... λυπάμαι που δεν άνοιξα τα μάτια πιο νωρίς για να δω πόσα πράγματα είχες να μου προσφέρεις... αλλά πρέπει να παραδεχθείς και εσύ ότι δεν μου έδινες άλλα περιθώρια... Δεν κατάφερα να σε ψυχολογήσω ποτέ... δεν κατάλαβα ποτέ μου πότε αστειεύεσαι και πότε μιλάς σοβαρά... πότε είσαι πραγματικά νευριασμένος και πότε απλά επιβάλλεσαι για να γίνει αυτό ακριβός που θες... Αλλά αυτό που κατάλαβα είναι το πόσο άδικη πραγματικά ήμουν μαζί σου και σου ζητώ συγνώμη αν σε πλήγωσα με όσα πάνω στα νεύρα μου σου είπα... Δεν μπορώ να πω ότι δεν τα εννοούσα γιατί κάτι τέτοιο δεν ισχύει... όμως τα εννοούσα γιατί αυτά είναι τα μόνα πράγματα που μου έδωσες να καταλάβω για σένα... αν κάνω λάθος τότε δεν φταίω μόνο εγώ που τα είπα αλλά και εσύ που με έκανες να τα νιώσω.
Είμαι σχεδόν σίγουρη ότι η κάθε κοπέλα που φεύγει από αυτό το σπίτι, σου εύχεται να καείς στην κόλαση όπως σου αξίζει... και είμαι σχεδόν σίγουρη γι αυτό γιατί και εγώ η ίδια ήμουν πολύ κοντά να σου ευχηθώ το ίδιο... Όμως δεν θα το κάνω γιατί ξέρω ότι είσαι ήδη εκεί αλλά το χειρότερο Έντουαρτ δεν είναι αυτό, το χειρότερο είναι ότι το απολαμβάνεις κιόλας και πίστεψε με είναι ο μόνος λόγος που με κάνει να θέλω να φύγω μακριά σου.
Σε ευχαριστώ για όσα μου πρόσφερες και ελπίζω να μην σου προκάλεσα μεγάλη ζημιά όσο αφορά την δουλειά σου.
ΥΓ. Δεν τα έχω ανάγκη όλα αυτά... ιδίως τα χρήματα... Πήρα μαζί μου 50$ για το ταξί και θα σου τα επιστρέψω μαζί με τα ρούχα που φοράω.
Καλή τύχη και σε σένα... Μπέλα»
Πόσα θέλει να με τρελάνει τελείως;... αναρωτήθηκα ενώ τσαλάκωνα το χαρτί που κρατούσα μέσα στην χούφτα μου κοιτώντας τον Φλικ που παρέμενε μπροστά στα πόδια μου ακίνητος βλέποντας τις αντιδράσεις μου.
«Πάμε να την βρούμε... ίσως υπάρχει ακόμα ελπίδα» του είπα και αμέσως σηκώθηκε και άρχισε να τρέχει.
Μπέλα
Είχαν περάσει δύο μέρες και δεν είχε γυρίσει να με βρει... Δεν ξέρω αν αυτό με έκανε να νιώθω ανακούφιση ή μου προκαλούσε περισσότερη κατάθλιψη από όσο είχα ήδη... Πόσο μαζόχα τελικά παίζει να είμαι;
«Εεε... μπέμπα που ταξιδεύεις πάλι;» με ρώτησε η Βι και γυρίζοντας προς το μέρος της την κοίταξα αδιάφορα ανασηκώνοντας του ώμους μου.
«Πρέπει να βρω δουλειά... δεν μπορώ να εξαρτώμαι από εσένα» είπα μόνο και παίρνοντας την εφημερίδα για άλλη μια φορά στα χέρια μου άρχισα να την διαβάζω χωρίς πραγματικά να συγκεντρώνομαι σε αυτό που διάβαζα με αποτέλεσμα να μην σημειώνω καμία αγγελία.
«Βρε μπέμπα μου...» είπε παραπονιάρικα η Βι καθώς καθόταν δίπλα μου... «Μην μου στεναχωριέσαι... Ίσως δεν ήταν γραφτό... ίσως να είναι για καλύτερα... Δεν σου κρύβω ότι αν και δεν τον είδα ποτέ αυτόν τον κύριο Κάλλεν... ποτέ δεν μου γέμισε το μάτι... Όσο για την δουλειά... βγάζω πια αρκετά και φτάνουν και για τις δύο μας... μην μου αγχώνεσαι άδικα... Θα τα βγάλουμε πέρα... όπως πάντα κάναμε... Του πούστη πια, ένα πιάτο φαΐ το έχουμε εξασφαλισμένο» είπε παρηγορητικά τρίβοντας το μπράτσο μου την στιγμή που ακούμπησα το κεφάλι μου πάνω στον ώμο της.
«Πόσο παράλογο είναι που μου λείπει;» ρώτησα περισσότερο τον εαυτό μου και εκείνη αναστέναξε.
«Μην μου πεις ότι πρόλαβες να τον αγαπήσεις βρε μπέμπα» είπε με αγωνία αλλά την στιγμή που κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά πήρε μια βαθιά ανακουφιστική ανάσα.
«Δεν είναι αυτό» είπα ειλικρινά και με ανάγκασε να την κοιτάξω.
«Τότε τι;» ρώτησε εύλογα και ξεφύσησα βαριά.
«Κανείς άλλος δεν με πρόσεξε όπως με πρόσεξε εκείνος... Έλεγε ότι δεν είχε αισθήματα... αλλά ρε Βι ο τρόπος που με περιποιόταν... που με έκλεινε στην αγκαλιά του... που με φίλαγε...» δεν μπορούσα να συνεχίσω τα δάκρυα στα μάτια μου έπνιξαν όλες τις υπόλοιπες λέξεις και σκουπίζοντας τα σπασμωδικά έμεινα σιωπηλή.
«Πιστεύεις ότι ήταν ερωτευμένος μαζί σου;» συνέχισε εκείνη και άρχισα να γελάω κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά και αυτό την μπέρδεψε περισσότερο... «Τότε τι βρε μπέμπα μην με σκας άλλο»
«Πιστεύω ότι νοιαζόταν για μένα... αν έβλεπες πως έβαλε εμένα πάνω από τον ίδιο του τον εαυτό για να μην με πληγώσει... σεβόμενος το γεγονός ότι ήταν η πρώτη μου φορά... τότε ίσως και να καταλάβαινες τι προσπαθώ να σου πω» είπα αλλά πριν η Βι συμπληρώσει κάτι άλλο τα γαβγίσματα από τον διάδρομο, μου απέσπασαν την προσοχή και κοιτώντας προς την πόρτα άνοιξα διάπλατα τα μάτια μου από την έκπληξη... «Φλικ;» ρώτησα ξεψυχισμένα και τα γρατζουνίσματα στην πόρτα με έκαναν να τιναχτώ απάνω τρέχοντας να ανοίξω με την καρδιά μου να είναι έτοιμη να σπάσει.
Πριν ακόμα προλάβω να ανοίξω τελείως την πόρτα ο Φλικ με ένα σάλτο έπεσε απάνω μου κάνοντας με να σωριαστώ στο πάτωμα και η Βι άρχισε να τσιρίζει σαν τρελή.
«Ηρέμησε καλέ... δεν θα μου κάνει κακό» φώναζα για να την καθησυχάσω και σταματώντας την είδα να μας κοιτά σοκαρισμένη αλλά γυρίζοντας προς τον Φλικ τον κοίταξα με περιέργεια.
«Αγόρι μου τι κάνεις εδώ;» τον ρώτησα την στιγμή που άρχισα να τον ζουζουνίζω και εκείνος γλείφοντας με στην κυριολεξία παντού μου έδειχνε την χαρά του κουνώντας το απομεινάρι της ουράς του σαν τρελός... «Και μένα μου έλειψες καρδιά μου αλλά μήπως να με αφήσεις να σηκωθώ πριν λιποθυμήσει η φίλη μου από το σοκ;» τον ρώτησα και αμέσως έκανε πιο πίσω και έκατσε σούζα περιμένοντας υπομονετικά να σηκωθώ.
«Μπορείς να μου εξηγήσεις τι γίνεται εδώ;» ρώτησε απελπισμένα η Βι ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής της μια οκτάβα πιο πάνω.
«Βι να σου γνωρίσω έναν πολύ καλό μου φίλο... τον Φλικ... Φλικ αυτή είναι η καλύτερη μου φίλη η Βι» τους σύστησα και ο Φλικ την κοίταξε για λίγο γέρνοντας το κεφάλι του μια αριστερά και μια δεξιά εξεταστικά αλλά μόλις η Βι έκανε την κίνηση να μας πλησιάσει εκείνος πισωπάτησε ενώ άρχισε να βγάζει τα δόντια του χωρίς να αγριεύει πραγματικά... «Δεν του αρέσει να τον χαϊδεύουν... μείνε εκεί που είσαι» της είπα προειδοποιητικά για να μην κάνει καμιά χαζομάρα και τον αγριέψει και εκείνη με κοίταξε ακόμα πιο σοκαρισμένη.
«Και εσύ πως τον χαϊδεύεις;» ρώτησε και γέλασα καθώς παίρνοντας μια πετσέτα από τον μπάγκο της κουζίνας, καθάριζα τα σάλια του από πάνω μου.
«Μεγάλη ιστορία...» της είπα και γύρισα προς το μέρος του... «Λοιπόν, τι κάνεις εδώ;» τον ρώτησα και γαβγίζοντας μια φορά έκανε την κίνηση να φύγει αλλά μόλις έκανε δύο βήματα γύρισε να κοιτάξει αν τον ακολουθώ.
«Είναι εδώ;» ρώτησα χωρίς να ξέρω πως να νιώσω γι αυτό και εκείνος γαβγίζοντας μια φορά μου το επιβεβαίωσε... «Φλικ δεν ξέρω αν είναι καλή ιδέα» του είπα απολογητικά... δεν ήξερα αν ήθελα να τον δω ξανά... ακόμα χειρότερα δεν ήξερα αν ήθελα να ακούσω τα όσα εκείνος θα ήθελε να μου πει.
Γαβγίζοντας μια φορά ο Φλικ αυστηρά ήρθε κοντά μου και την στιγμή που μου τράβηξε το μπατζάκι... η Βι άρχισε να τσιρίζει ξανά τρέχοντας προς τα πίσω.
«Ηρέμησε παιδί μου... είναι ο τρόπος που επικοινωνούμε... δεν θα με δαγκώσει» είπα απηυδισμένα ενώ ταυτόχρονα ο Φλικ ξεφυσούσε το ίδιο απηυδισμένος.
«Είσαι σίγουρη γι αυτό... δεν φαίνεται και τόσο φιλικός» είπε τρομοκρατημένα και ταυτόχρονα με τον Φλικ αρχίσαμε να γελάμε δυνατά.
«Μην την ακούς αγόρι μου...» του είπα καθώς τον χάιδευα πίσω από το αυτί του που τόσο του άρεσε και εκείνος κλείνοντας τα μάτια του γουργούριζε παραπονιάρικα... «Οκ θα έρθω... προχώρα μπροστά και θα σε βρω κάτω εντάξει;» τον ρώτησα αλλά έκατσε σούζα και περίμενε χωρίς να φεύγει... «Αχ βρε Φλικ» είπα παραπονιάρικα και γύρισα προς την Βι.
«Θα κατέβω κάτω για λίγο... μείνε εδώ και μην κάνεις καμία χαζομάρα να με ακολουθήσεις»
«Θα μου πεις επιτέλους τι συμβαίνει;» ρώτησε ανασαίνοντας γρήγορα τρομοκρατημένα ενώ κράταγε το στήθος της προσπαθώντας πολύ σκληρά να ηρεμήσει τους παλμούς της καρδιάς της.
«Όχι τώρα... αλλά μην ανησυχείς ο Φλικ δεν πρόκειται να με πειράξει... Έτσι δεν είναι αγόρι μου;» τον ρώτησα και εκείνος γάβγισε μια φορά για απάντηση... «Βλέπεις;»
«Ποιος είναι κάτω;» ρώτησε και αναστέναξα.
«Βι... πήγαινε να ετοιμαστείς για την δουλειά και θα τα πούμε όταν γυρίσεις εντάξει;» ρώτησα με ελπίδα για να μην με πιέσει περισσότερο αλλά εκείνη δεν καταλάβαινε Χριστό... Φυσικά δεν της είχα πει τίποτα που να τον πρόδιδε ή από όλα αυτά που είχα περάσει μαζί του... αλλά η περιέργεια της Βι δεν είχε όρια και δεν είχα ιδέα τι άλλο να κάνω ώστε να την σταματήσω να με πιέζει για να πω περισσότερα... αλλά ότι και να έκανε εγώ δεν έλεγα τίποτα παραπάνω για την ασφάλεια και τον δύο μας.
«Σίγουρα θα είσαι εντάξει;» ρώτησε τελικά και την κοίταξα ευγνωμονόντας την με την ματιά μου.
«Σίγουρα» είπα αποφασιστικά και τα παράτησε.
«Εσύ ξέρεις καλύτερα... αλλά κακομοίρα μου σήμερα δεν μου την γλυτώνεις... θα τα ξεράσεις όλα θες δεν θες» είπε χωρίς να δέχεται αντίρρηση γι αυτό και παίρνοντας το μπουφάν μου από την καρέκλα άρχισα να πηγαίνω προς την πόρτα.
«Θα τα πούμε το βράδυ» είπα και πριν προλάβει να συμπληρώσει τίποτα άλλο έφυγα αφήνοντας την πόρτα ανοιχτή για να φύγει και εκείνη... αλλά την στιγμή που φτάσαμε στην σκάλα με σταμάτησε για άλλη μια φορά.
«Θα φέρω μπέργκερς» φώναξε και γυρίζοντας προς το μέρος της, της χαμογέλασα στέλνοντας της ένα φιλάκι στον αέρα.
«Είσαι η καλύτερη» της είπα και τρέχοντας άρχισα να ακολουθώ τον Φλικ που είχε ήδη προπορευθεί πάρα πολύ.
Φτάνοντας στο τελευταίο σκαλί ο Φλικ ισοπεδώθηκε και έρποντας πήγε προς την εξώπορτα αλλά μόλις έφτασε στην μέση της διαδρομής σταμάτησε και έμεινε εκεί κοιτώντας επίμονα προς ένα αμάξι που δεν αναγνώριζα που ήταν παρκαρισμένο διαγώνια απέναντι από το κτήριο που έμενα και από περιέργεια κάνοντας ότι και εκείνος έμεινα και εγώ να το κοιτώ χωρίς να καταλαβαίνω το γιατί... Δεν ήταν κανένας μέσα και σίγουρα δεν θα μπορούσε να είναι του Έντουαρτ μιας και που ήταν ένα αυτοκίνητο που ήταν λες και βγήκε από μάντρα μεταχειρισμένων αυτοκινήτων και μάλιστα σε άθλια κατάσταση.
Για λίγο έμεινε παγωμένος να το κοιτά επίμονα αλλά μόλις είδε το παράθυρο του να κατεβαίνει για λίγο και αμέσως να ανεβαίνει ξανά... ξαφνικά ο Φλικ μεταμορφώθηκε και ξεγυμνώνοντας τα δόντια του άρχισε να τρέμει με την τρίχα του σηκωμένη ενώ πισωπατούσε χωρίς όμως να γρυλίζει και με έκανε να τον κοιτάξω με απορία.
«Τι συμβαίνει αγόρι μου;» ρώτησα και εκείνος αμέσως γύρισε και άρχισε να τρέχει ενώ γυρίζοντας το κεφάλι του προς το μέρος μου γάβγισε απειλητικά περνώντας μου το μήνυμα ότι υπήρχε κίνδυνος και χωρίς να το σκεφτώ άρχισα να τρέχω πίσω του αλλά την στιγμή που τον είδα να τρέχει προς την σκάλα που οδηγούσε προς το κλιμακοστάσιο σταμάτησα και έτρεξα προς την πόρτα της κυρίας Σολεδάδ και άρχισα να χτυπάω την πόρτα.
«Φλικ από δω» του φώναξα μόλις βεβαιώθηκα ότι εκείνη έλειπε και βγάζοντας τα κλειδιά μου με γρήγορες κινήσεις ξεκλείδωσα την πόρτα και αφήνοντας τον να περάσει πρώτος μπήκα μέσα και με την ψυχή στα πόδια έκλεισα ξανά την πόρτα και την ασφάλισα ενώ κόλλησα το σώμα μου πάνω στην πόρτα ανασαίνοντας γρήγορα από την ταραχή μου, κοιτάζοντας τις αντιδράσεις του Φλικ.
Εκείνος παρέμενε σε θέση ετοιμότητας αλλά χωρίς να βγάζει άχνα για να μην προδώσει το που είμαστε... Ακούγοντας την πόρτα της εισόδου να κλείνει αναπήδησα και ο Φλικ άρχισε πάλι να τρέμει με τα δόντια του γυμνά ενώ κοίταζε την πόρτα με ένα δολοφονικό βλέμμα που πραγματικά με ανατρίχιασε όσο δεν πήγαινε... αλλά αυτό ταυτόχρονα με έκανε να καταλάβω ότι αυτός που μπήκε δεν υπήρχε περίπτωση να ήταν ο Έντουαρτ και από περιέργεια κοίταξα από το ματάκι της πόρτας για να το επιβεβαιώσω.
Ένας ψηλός με ένα άθλιο δερμάτινο καφέ μπουφάν που ήταν σε χειρότερη κατάσταση ακόμα και από το δικό μου... με ένα λιγδιασμένο μακρύ ξανθό μαλλί που ήταν πιασμένο σε μια άτσαλη κοτσίδα με γυρισμένη την πλάτη του προς το μέρος μου, κοίταζε τα γραμματοκιβώτια ψάχνοντας για κάτι και αυτό με έκανε αμέσως να ανησυχήσω για την Βι... Αν ο Έντουαρτ προειδοποίησε τον Φλικ αυτό σημαίνει ότι τον ξέρει... οπότε σίγουρα θα ψάχνει για μένα... Σκέφτηκα και την στιγμή που πήγα να ξεκολλήσω από την πόρτα για να πάρω τηλέφωνον την Βι για να της πω να μην το κουνήσει από το διαμέρισμα της... έφτασε στα αυτιά μου η φωνή του Έντουαρτ και κολλώντας πάλι το σώμα μου πάνω στην πόρτα έμεινα για να ακούσω την συνομιλία τους... ενώ ο Φλικ έκατσε και πάλι σούζα περιμένοντας υπομονετικά.
«Ψάχνεις κάτι;»...........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου