«Είσαι οκ ή θα ήθελες δεύτερο πιάτο;» ρώτησε μόλις άφησα το πιρούνι μου στην άκρη καθώς είχα τελειώσει και κοιτώντας τον για λίγο είπα ακριβώς αυτό που σκέφτηκα εκείνην την στιγμή.
«Ξέρεις νιώθω σαν φυλακισμένη που τρώει το τελευταίο της δείπνο πριν την εκτέλεση» είπα μισό αστεία μισό σοβαρά και εκείνος πίνοντας μια γουλιά από το κρασί του με κοίταξε με ένα σαγηνευτικό βλέμμα.
«Που ξέρεις μπορεί και να είναι πράγματι το τελευταίο σου δείπνο» είπε με αχρωμάτιστη φωνή χωρίς να δηλώνει τίποτα και έμεινα αποσβολωμένη να τον κοιτώ χωρίς να είμαι ικανή να καταλάβω αν πράγματι το εννοούσε ή απλά με πείραζε για να δει τις αντιδράσεις μου... «Έχεις χώρο για το γλυκό;» ρώτησε πριν με αφήσει να το σκεφτώ περισσότερο και το άφησα στην άκρη για μια στιγμή καθώς έτριβα νευρικά το μέτωπο μου.
«Έχει και γλυκό;» ρώτησα με τις σκέψεις μου ακόμα μακριά και εκείνος αμέσως σηκώθηκε μαζεύοντας τα πιάτα ενώ απαντούσε χαμογελαστός.
«Τι γενέθλια θα γιορτάζαμε χωρίς τούρτα!» απάντησε και αναστέναξα.
«Άσε με τουλάχιστον να σε βοηθήσω» είπα αυτόματα ενώ σηκώθηκα και εγώ και βάζοντας το χέρι του πάνω στον ώμο μου, με καθήλωσε ξανά στην καρέκλα μου.
«Δεν υπάρχει περίπτωση, είπαμε σήμερα είναι η δική σου μέρα» απάντησε επιτακτικά χωρίς να μου δίνει άλλη επιλογή και έμεινα σιωπηλή να τον κοιτώ καθώς με γρήγορες κινήσεις καθάριζε όλο το τραπέζι αλλά πριν φύγει τα άφησε σε μια γωνία και καθώς έκατσε ξανά στην καρέκλα του με κοίταξε σοβαρός... «Δεν μου είπες όμως»
«Τι πράγμα;» ρώτησα με περιέργεια.
«Τι θα ήθελες να σου κάνω δώρο για τα γενέθλια σου;» ρώτησε και έμεινα με το στόμα ανοιχτό.
«Έντουαρτ ειλικρινά όλα αυτά είναι υπέρ αρκετά» είπα αμέσως νιώθοντας τελείως άβολα αλλά και για έναν περίεργο λόγο νευρικά.
«Είπαμε είναι η μέρα σου και μπορείς να έχεις, ότι θες» τόνισε με έναν περίεργο τόνο που προς στιγμή δεν μπορούσα να τον πιάσω.
«Ότι θέλω;» ρώτησα δύσπιστα και επανέλαβε σοβαρός τονίζοντας το ξανά.
«Ότι... θες» και το σκέφτηκα για λίγο.
«Κοίτα πραγματικά δεν τα έχω ανάγκη όλα αυτά...» είπα δείχνοντας το κόσμημα που μου είχε φορέσει πριν... «Αν πραγματικά θες να μου κάνεις ένα δώρο, θα εκτιμούσα πολύ αν με άφηνες που και που να επικοινωνώ με την Βι... Είναι ο μοναδικός άνθρωπος που μου έχει απομείνει και δεν θέλω να χάσω την επαφή μαζί της... Αν ανησυχείς μήπως πω κάτι που δεν επιτρέπετε μπορείς πάντα να ακούς τις συνομιλίες μας δεν με πειράζει, αρκεί να με αφήνεις να της μιλάω που και που, τίποτα άλλο» παρακάλεσα και έμεινα ξέπνοα να κοιτώ τις αντιδράσεις του... Βάζοντας το χέρι του πάνω στα μηλίγγια του τα έτριψε ενώ είχε τα μάτια του κλειστά και μόλις με κοίταξε ξανά πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Όταν λέω ότι θες Μπέλα... εννοώ ΟΤΙ ΘΕΣ» τόνισε ξανά και σμίγοντας τα φρύδια μου με απορία ενώ ξέπνοα εξέφραζα το συμπέρασμα μου.
«Δηλαδή εννοείς ότι μπορώ ακόμα και να ζητήσω να φύγω;» ρώτησα χωρίς πραγματικά να το πιστεύω από την στιγμή που ήξερα ότι εκείνος είχε κάνει τόσα σχέδια για μένα.
«Ακόμα και αυτό» επιβεβαίωσε και δεν ήξερα τι να σκεφτώ.
«Δεν καταλαβαίνω... γιατί τώρα;»
«Είναι πολύ απλό Μπέλα... Σε εμπιστεύομαι... Ξέρω ότι δεν έχεις σκοπό να με προδώσεις, οπότε μπορείς να έχεις την επιλογή ή να μείνεις με την θέληση σου ή να φύγεις και να συνεχίσεις την ζωή σου χωρίς όλα αυτά» είπε απλά εννοώντας το και δεν ήξερα τι να πω... «Σκέψου το» μου έδωσε τον χρόνο που χρειαζόμουν ενώ σηκώθηκε ξανά για να πάει μέσα ότι είχε μαζέψει από το τραπέζι και μέχρι που το καθάρισε τελείως δεν μου έριξε ούτε μια ματιά για να μην επηρεάσει την απόφαση μου και εγώ τον κοίταζα χωρίς να ξέρω τι να κάνω.
Όταν γύρισε κρατώντας μια μεγάλη τούρτα έμεινα να τον κοιτώ παραξενευμένη... Μα ποιος στο καλό θα την φάει;... Αναρωτήθηκα... ήξερα πολύ καλά ότι δεν έτρωγε ποτέ γλυκά... Λες να με αναγκάσει να την φάω μόνη μου;... σκέφτηκα αλλά δεν αντέδρασα για να μην τον προσβάλω όμως όταν είδα το θέμα της τούρτας κάτι μέσα μου έσπασε και όλη η καλή διάθεση αμέσως εξανεμίστηκε ενώ ανάμεικτα συναισθήματα άρχισαν να στροβιλίζουν μέσα μου κάνοντας με να θέλω να τρέξω στο δωμάτιο μου και να κλειδωθώ εκεί για το υπόλοιπο της ζωή μου.
«Ελπίζω να μην περιμένεις να τραγουδήσω και το τραγουδάκι» είπε κοροϊδευτικά και δάγκωσα την γλώσσα μου για να μην του απαντήσω καταλλήλως... «Συμβαίνει κάτι;» ρώτησε με απορία καθώς ακούμπαγε στην πλάτη της καρέκλας μου περιμένοντας να σβήσω τα κεριά χωρίς να γυρίζει στην θέση του... Κάτι μέσα μου, μου έλεγε ότι ήταν σε θέση ετοιμότητας για να εκπληρώσει τους απώτερους σκοπούς του και αυτό με έκανε ακόμα χειρότερα.
«Πραγματικά δεν ξέρω πως να σε ευχαριστήσω για όλα αυτά, αλλά νιώθω ότι δεν έχω άλλο χώρο να φάω περισσότερο» είπα όσο ακόμα ήμουν ψύχραιμη, ευγενικά παρόλο που δεν είχα καμία όρεξη για ευγένειες ελπίζοντας να μην προσβληθεί γι αυτό.
«Ξέρεις σε πόσα ζαχαροπλαστεία πήγα για να βρω την συγκεκριμένη τούρτα;... Το λιγότερο που μπορείς να κάνεις για να με αποζημιώσεις είναι να την δοκιμάσεις» είπε με έναν συρτό και πικρόχολο τόνο κάνοντας μου ρητό ότι τον είχα προσβάλει.
«Πραγματικά δεν χρειαζόταν να μπεις σε τόσο κόπο... άλλωστε»
«Ποιο είναι το πραγματικό πρόβλημα Ιζαμπέλα... Ξέρεις ότι δεν μπορείς να με ξεγελάσεις, γιατί επιμένεις να κρύβεσαι πίσω από το δάχτυλό σου;» είπε με σκληρό τόνο και γυρίζοντας προς το μέρος του τον κοίταξα τελείως πληγωμένη.
«Λάρα Κροφτ;» του είπα ειρωνικά ενώ ζάρωνα τα μάτια μου και εκείνος γέλασε κοροϊδευτικά... «Θες να μάθεις πιο είναι το πραγματικό μου πρόβλημα;... Οκ λοιπόν θα σου το πω... Νόμιζα ότι ήθελες να με κάνεις να νιώσω καλύτερα αλλά ποτέ δεν είχες αυτή την πρόθεση σωστά;» ρώτησα αλλά πριν μιλήσει τον διέκοψα την στιγμή που άνοιγε το στόμα του για να απαντήσει... «Δεν τελείωσα...» είπα αυστηρά... «Όλη αυτή η μέρα ήταν μια δοκιμή για μένα έτσι δεν είναι;... Με πήγες σε εκείνο το κολωενστιτούτο για να δεις κατά πόσο θα κρατήσω κλειστό το στόμα μου όταν θα μιλήσω με την φίλη μου... Με άφησε μόνη με την διαβολογυναίκα για να δεις αν θα αντισταθώ... Με έκανες να νιώσω καλά γιατί δεν αντέχεις τα κλάματα και τις μουρμούρες... Με έκανες να σου ανοιχτώ για να με κάνεις να πιστέψω ότι δεν είσαι και τόσο αδιάφορος ώστε να νιώσω ότι έστω και λίγο νοιάζεσαι για τα αισθήματα μου... Με έφερες εδώ και δημιούργησες ολόκληρη κατάσταση για να νομίζω ότι απειλούμε ώστε όταν θα πετάξεις το περιβόητο έχεις την επιλογή να φύγεις, να νιώσω ότι σε έχω ανάγκη ώστε να πέσω στην παγίδα και να πάρω την σωστή απόφαση που εσένα συμφέρει... Με βράβευσες με ένα δάκρυ σαν να μου έλεγες τι Έντουαρτ;... Ότι θα κλάψω πικρά για τις επιλογές μου;... Και μόλις τελείωσαν όλα αυτά μου έφερες μια τούρτα με την Λάρα Κροφτ για να με κάνεις να δω πόσο κορόιδο είμαι τελικά που νόμιζα ότι μέσα σου κάπου υπάρχει και λίγη ανθρωπιά... Θες πραγματικά να σου πω ποιο είναι το πρόβλημα μου;... Το πρόβλημα μου είσαι εσύ Έντουαρτ... γιατί ενώ λες ότι σέβεσαι τα συναισθήματα των άλλων κάθε φορά που το πιστεύω με κάνεις να καταλαβαίνω πόσο αφελής είμαι... πόσο ηλίθια είμαι... που πιστεύω έστω και για λίγο ότι ακόμα υπάρχει καλό μέσα σου... Ισχύει ακόμα ότι μόλις φάω την τούρτα μπορώ να αποσυρθώ;» τον ρώτησα ψυχρά και ανασήκωσε το φρύδι του για απάντηση... «Οκ λοιπόν» του είπα και με το χέρι μου άρπαξα ένα τεράστιο κομμάτι αλλά αντί να το βάλω στο στόμα μου του το πέταξα στην μούρη και αφού τον πασάλειψα καλά καλά, άρχισα να γλύφω τα δάχτυλα μου μουρμουρίζοντας... «Μμμμ... πολύ νόστιμη... τα συγχαρητήρια μου στον ζαχαροπλάστη... Τώρα μπορώ να φύγω;» ρώτησα ψυχρά και μόλις καθάρισε τα μάτια του τα άνοιξε και κοιτώντας με, με μια δολοφονική ματιά σίριξε μέσα από τα δόντια του.
«Τελείωσες;»
«Εσύ ζήτησες να είμαι ειλικρινής μαζί σου, τώρα μην τα βάζεις μαζί μου επειδή δεν σου απάντησα όπως θα ήθελες να σου απαντήσω» του είπα και πριν καταλάβω την κίνηση του με ανάγκασε να σηκωθώ ενώ πέταξε την καρέκλα που καθόμουν μακριά και κολλώντας με πάνω στο τραπέζι με τα πρόσωπα μας αντικριστά, έβαλε τα χέρια του αριστερά και δεξιά από το κορμί μου και κοιτώντας με επιβλητικά άρχισε να με πλησιάζει όπως πλησιάζει μια κόμπρα το θήραμα της για να με εκφοβίσει και εγώ αυτόματα βάζοντας τα χέρια μου πάνω στο τραπέζι άρχισα να κάνω το σώμα μου προς τα πίσω για να τον αποφύγω ανέκφραστη.
«Κρίμα σε είχα και για έξυπνη... πόσο έξω έπεσα τελικά» σχολίασε πικρόχολα με αηδία στην ματιά του.
«Έχω άδικο;» τον ειρωνεύτηκα πίσω και τρίζοντας τα δόντια του για μία στιγμή πήρε μια ανάσα και ξεκίνησε να λέει ότι πραγματικά δεν ήθελα να ακούσω με τίποτα.
«Το μόνο που ήθελα από σένα από την πρώτη μέρα που πάτησες το πόδι σου σε αυτό το σπίτι, ήταν να σε γαμήσω και για ένα γαμήσι δες που φτάσαμε... Αν μου είχες κάτσει εκείνην την γαμημένη πρώτη μέρα αγαπητή μου Ιζαμπέλα τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχαν συμβεί... Θα σε πέταγα εγώ ο ίδιος την επόμενη στιγμή με ένα πολύ καλό αντίτιμο για να πας από εκεί που ήρθες... Η φίλη σου πολύ σωστά είπε ότι είσαι πολύ τυχερή που ζεις, αλλά αυτό που η ίδια δεν ξέρει είναι το πόσο τυχερή είσαι... Τρεις φορές... τρεις φορές έφτασες να με κάνεις να ξεπεράσω κάθε προσωπικό μου όριο και όμως κατάφερες να την γλυτώσεις και να είσαι τώρα εδώ... Πόσο τύχη χρειάζεται αυτό να το καταφέρει ένας άνθρωπος όταν έχει να αντιμετωπίσεις τον ίδιο τον διάβολο;... Θες την γνώμη μου... ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ... Όσο και να μην το πιστεύεις... εχθές εξαιτίας σου ένιωσα για πρώτη φορά αποτυχημένος... ποιος εγώ» γέλασε με ένα ειρωνικό χαμόγελο...
«Το ψυχό μπροστά σε αυτό που είδα εγώ εχθές Μπέλα, φαντάζει γελοίο... Δεν έχεις ιδέα τι εσωτερικά τραύματα έχεις μέσα σου και πάλι είσαι πολύ τυχερή γιατί σου δόθηκε μια ευκαιρία όλες αυτές οι μνήμες να σβήσουν για να κάνεις μια νέα αρχή και όμως ακόμα και αυτό δεν έφτασε για να κάνει το μυαλουδάκι σου να λειτουργήσει πιο σωστά... Κάνεις τα ίδια λάθη ξανά και ξανά και ξανά και απαιτείς από τους άλλους απλά να τα δεχθούν;... Όχι κοπέλα μου δεν πάει έτσι, κάθε πράξη έχει και την συνέπεια της είτε σου αρέσει είτε όχι... Σου τα ετοίμασα όλα αυτά για να σου αποδείξω ότι η ζωή σε αυτό το σπίτι δεν είναι μόνο βία και βρισήδια, αλλά έχει και τις καλές του στιγμές όταν τα πράγματα είναι ομαλά, αλλά ακόμα και αυτό δεν έφτασε για να σε κάνει να καταλάβεις ότι εγώ αυτό που λέω αυτό είναι... Δεν κρύβομαι πίσω από το δάχτυλο μου... Αν με ενοχλεί κάτι θα το πω, αν μου αρέσει κάτι και πάλι θα το πω και αν αμφιβάλεις ακόμα γι αυτό, πρόβλημα σου, εσύ θα υποφέρεις περισσότερο και όχι εγώ... Σε προειδοποίησα Μπέλα, δεν έχω αισθήματα, δεν μπορείς να με πληγώσεις, δεν μπορείς να με βλάψεις όσο και να το προσπαθήσεις... Όλες οι απαγορεύσεις όσο παράλογο και να σου φαίνεται αυτό, αφορούν καθαρά εσένα... Εσένα προστατεύουν Μπέλα όχι εμένα και αν δεν θες να το καταλάβεις ακόμα και τώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτα παραπάνω γι αυτό... Δεν θα είμαι εγώ αυτός που θα χάσει το κεφάλι του αλλά εσύ... γι αυτό σκέψου το ξανά δύο και τρεις φορές πριν αλλάξεις γνώμη και προσπαθήσεις να με προδώσεις, γιατί θα το πω για τελευταία φορά και δεν θα το ξαναεπαναλάβω... Δεν μπορείς να με βλάψεις ότι και να κάνεις... Δεν μπορείς να με ακουμπήσεις όσο και να προσπαθήσεις... Δεν... γνωρίζεις... τίποτα... για... μένα... και ούτε πρόκειται να αλλάξει αυτό... Έγινα κατανοητός;» ρώτησε και δεν ήξερα τι να πω ή τι να σκεφτώ... Η ανάσα μου είχε επιταχυνθεί τόσο πολύ που είχε ξεραθεί το στόμα μου ενώ η καρδιά μου ήταν έτοιμη να ξεπηδήσει από το στήθος μου.
«Τι έγινε δεσποινίς Ιζαμπέλα σας έφαγε η γάτα την γλώσσα σας ή μήπως την κατάπιατε;» ρώτησε ειρωνικά και ζάρωσα τα μάτια μου κοιτώντας τον με αηδία... «Μμμμ... ακόμα δεν πιστεύετε ότι για όλα αυτά ο μόνος που φταίει είσαστε εσείς και κανένας άλλος... σωστά;» ρώτησε προκαλώντας με περισσότερο αλλά δεν του έκανα την χάρη να ενδώσω στα συναισθήματα που ήθελε να με κάνει να νιώσω... «Να υποθέσω ότι θέλετε να ρίξετε κάπου την ευθύνη για να νιώσετε καλύτερα;... Αν ισχύει τότε πολύ ευχαρίστως να σας βοηθήσω, μπας και ξεκολλήσει λίγο το μυαλουδάκι σας και επιτέλους αρχίσετε να βλέπετε πιο καθαρά» είπε ενώ τα χέρια του γρήγορα ανεβάζοντας πρώτα το φόρεμα μου και σκίζοντας με δύο κινήσεις το καλσόν μου με έβαλε να κάτσω πάνω στην τούρτα και από την έκπληξη τινάχτηκα αλλά εκείνος δεν μάσησε μία... Κρατώντας την άκρη των τακουνιών μου τα θηλύκωσε ανάμεσα στην ζώνη του και το παντελόνι του... και πριν προλάβω να τα ξαναβγάλω βάζοντας τα χέρια του πάνω στους γοφούς μου με μια απότομη κίνηση με κόλλησε απόλυτα απάνω του και μόλις ένιωσα τον γίγαντα να ακουμπά πάνω μου ξαφνικά συνειδητοποίησα τι έκανε και άρχισα να αντιδρώ.
«Τι νομίζεις ότι κάνεις... άφησε μεεε» είπα ενώ βάζοντας τα χέρια μου πάνω στο στερνό του προσπαθούσα να αποτραβηχτώ και πάλι προς τα πίσω μάταια.
«Θες να κατηγορήσεις κάποιον;...» επανέλαβε με δηλητήριο στην φωνή του ενώ συγκρατώντας με, με δύναμη απάνω του άρχισε να τρίβεται ακριβώς εκεί που τον είχα περισσότερο ανάγκη και δεν είχα ιδέα πως να τον σταματήσω... Από την μια δεν ήθελα να σταματήσει από την έξαψη που μου προκάλεσε, από την άλλη δεν μπορούσα να τον αφήσω να μου το κάνει αυτό.
«Σταμάτα» φώναξα ενώ άρχισα πάλι να παλεύω να ξεφύγω αλλά εκείνος δεν μου έκανε την χάρη... Πλησιάζοντας το κορμί του προς το δικό μου με ανάγκασε να γύρω προς τα πίσω με το ένα του χέρι να σφίγγει τον αυχένα μου ενώ το άλλο πάνω στην μέση μου με συγκρατούσαν σταθερή... Τα μάτια του πετάγανε σπίθες, οι κινήσεις του τόσο επίμονες με έκαναν να χάνω το μυαλό μου... Με έκαναν ανίκανη να αντισταθώ, όχι από φόβο αλλά από όλη αυτήν την πρωτόγνωρη αίσθηση που να με πάρει ήταν χίλιες φορές καλύτερη από όσο την θυμόμουν.
«Θες να κατηγορήσεις κάποιον;... Κατηγόρησε αυτόν» είπε μέσα από τα δόντια του ενώ χωρίς να καταλάβω τις κινήσεις του εκεί που ξεκόλλησε από πάνω μου για λίγο ξαφνικά ένιωσα να βγάζει απότομα το ταμπόν από μέσα μου ενώ αμέσως μετά με μια κίνηση τον ένιωσα μέσα μου να με γεμίζει και λυγίζοντας την μέση μου και το κεφάλι μου προς τα πίσω άφησα την κραυγή μου να βγει από μέσα μου ενώ ένιωθα τα μάτια μου να γυρίζουν ανάποδα... «Το νιώθεις;... νιώθεις πως γίνεται εξαιτίας σου;» με κατηγόρησε με σκληρή φωνή και δεν ήξερα από που μου ήρθε... Είναι δυνατόν να είναι μεγαλύτερο από την προηγούμενη φορά;... Πως μπορεί να είναι μεγαλύτερο;... κλαψούριζα ενώ άκουγα ξανά την εξαγριωμένη του φωνή.
«Το νιώθεις;» έλεγε μέσα από τα δόντια του και τα μάτια μου ένιωθα να δακρύζουν από την πίεση που ασκούσε απάνω μου ενώ ένιωθα ότι προσπαθούσε να με ξεπεράσει.
«Με δουλεύει;... σίγουρα με δουλεύει» μουρμούριζα με την φωνή μου να είναι αδύνατον να βγει πιο δυνατά ενώ ένιωθα όλο μου το κορμί να τρέμει.
«Δυνατά» απαίτησε την στιγμή που βγήκε για λίγο από μέσα μου ενώ αμέσως ξανακαρφώθηκε μέσα μου κάνοντας με να φωνάξω δυνατά.
«Με δουλεύειςςςς...» φώναξα με όσο αέρα είχε απομείνει μέσα μου... «Αυτό κοντεύει να βγει από τα αυτιά μου και εσύ με ρωτάς αν το νιώθω;» συνέχισα ενώ ένιωθα την ανάσα μου να πνίγετε μέσα μου και εκείνος συνέχισε ακάθεκτος.
«Αν δεν θες πραγματικά να βγει από τα αυτιά σου καλά θα κάνεις να μην μουρμουρίσεις ξανά... Έγινα κατανοητός;» φώναξε και ανοίγοντας τα μάτια μου κοίταξα για λίγο γύρω μου χωρίς να ξέρω πως να αντιδράσω.
«Έγινα κατανοητός;» επανέλαβε ενώ με το χέρι του που το είχε ακόμα στον αυχένα μου με ανάγκασε να τον κοιτάξω και μόλις είδα το ύφος του αμέσως τα πάντα μέσα μου πήραν φωτιά και κάθε λογική εξανεμίστηκε... Ήθελα να τον βρίσω, να τον κλοτσήσω να τον στείλω από εκεί που ήρθε, αλλά μπροστά σε αυτήν την ματιά γεμάτη πόθο και φλόγα που έκαιγε μέσα του, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα από όλα αυτά... Έκλεισα τα μάτια μου και ανασαίνοντας προσπάθησα να συγκεντρωθώ, δεν είχα ιδέα τι ήθελα εκείνην την στιγμή, δεν είχα ιδέα τι με είχε ρωτήσει μόλις και τι περίμενε να του απαντήσω... Ένιωθα τόσο ηλίθια, τόσο διχασμένη, τόσο αναποφάσιστη που δεν ήξερα πως να αντιδράσω.
«Άνοιξε τα μάτια σου και κοίτα με» απαίτησε και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά... Δεν άντεχα να τον κοιτώ, δεν άντεχα άλλον εξευτελισμό, δεν άντεχα άλλο τον ίδιο μου τον εαυτό που του επέτρεπε να μου τα κάνει όλα αυτά.
Ξαφνικά ένιωσα να μεταμορφώνεται και δεν ήξερα αν αυτό ήταν καλό ή κακό... Τον ένιωσα να χαλαρώνει και χωρίς πια να ασκεί πίεση απάνω μου ξεκώλησε τα χέρια του και βάζοντας τα αριστερά και δεξιά από το κορμί μου, τον ένιωσα να παραμένει μπροστά από το πρόσωπο μου ενώ η ανάσα του άγγιζε το πρόσωπο μου, χωρίς να με ακουμπά με κανένα μέλος του σώματος του περιμένοντας με να ανοίξω τα μάτια μου.
«Άνοιξε τα μάτια σου και κοίτα με» είπε πιο απαλά και ανασαίνοντας γρήγορα με την καρδιά μου να χτυπά σε ξέφρενου ρυθμούς με την πιο αργή κίνηση, τα άνοιξα και τον είδα να με κοιτά τόσο ήρεμα όσο ήταν και πριν ξεκινήσουν όλα αυτά.
«Έχεις καταλάβει πόσο άδικη είσαι μαζί μου;» ρώτησε και την στιγμή που πήγα να μιλήσω μου έκλεισε το στόμα με το χέρι του κουνώντας το κεφάλι του αρνητικά... «Ναι εγώ το ξεκίνησα, αλλά δεν μπορώ να φταίω για όλα... Κάπου στην μέση πρέπει να παραδεχτείς ότι έβαλε το χεράκι σου για να συμβούν όλα αυτά... Δεν σε κορόιδεψα ποτέ, δεν σου είπα ψέματα, ότι άκουσες να βγαίνει από τα χείλια μου εννοούσα την κάθε λέξη και την πικρή και στην γλυκιά... Αν και τώρα δεν θες να το καταλάβεις, δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο γι αυτό... Την ώρα που γυρίσαμε και με είδες να τρέχω σαν τον παλαβό, δεν ήταν δοκιμαστική άσκηση Μπέλα... Σίγουρα δεν θα σου φανεί περίεργο, αλλά έχω εχθρούς που δεν σταματούν να κάνουν τα πάντα για να με βγάλουν από την μέση, γιατί δεν τους συμφέρει να είμαι στα πόδια τους... Ο λόγος που δεν βγαίναμε από το σπίτι ήταν ακριβώς αυτός για να μην σε δουν και στιγματιστείς εξαιτίας μου... Ακόμα δεν σε έχουν συνδέσει μαζί μου, οπότε έχεις την ευκαιρία να γυρίσεις στην ανιαρή ζωή σου... Αν αυτό θες δεν πρόκειται να σε εμποδίσω να το κάνεις... Όμως αν αποφασίσεις να μείνεις και τολμήσεις ξανά να φερθείς τόσο αχάριστα... Σε προειδοποιώ ότι θα είναι η τελευταία φορά, γιατί μπορεί να είσαι τυχερή και να ζεις τώρα αλλά όσο συνεχίζεις παίζει με την φωτιά να ξέρεις ότι θα καείς πολύ σύντομα» είπε και έμεινα να τον κοιτώ με τα μάτια μου θολά ενώ ανάσαινα γρήγορα.
«Θέλω να φύγω» έλεγα με φωνή που δεν έβγαινε από μέσα μου ενώ κοίταζα γύρω μου, με τα δάκρυα μου να τρέχουν ανεξέλεγκτα πια από τα μάτια μου και εκείνος ξεφύσησε πάνω στο πρόσωπο μου ενώ έκλεινε τα μάτια του.
«Δυνατά Μπέλα» διέταξε και παίρνοντας μια κοφτή ανάσα μαζεύοντας όσο περισσότερο αέρα μπορούσα να πάρω επανέλαβα πιο δυνατά.
«Θέλω να φύγω» είπα πιο απαιτητικά και εκείνος κούνησε το κεφάλι του καταφατικά ανέκφραστος.
«Καθάρισε ότι έκανες και μόλις αλλάξεις θα σε αφήσω να φύγεις» είπε με το πιο αδιάφορο ύφος που είχα δει ποτέ από εκείνον και τον κοίταξα χωρίς να καταλαβαίνω τι εννοεί... «Τι δεν κατάλαβες;» ρώτησε σαν να είχε διαβάσει τις σκέψεις μου.
«Τι να καθαρίσω;» είπα ξεψυχισμένα.
«Τι λέρωσες;» ρώτησε πίσω ανασηκώνοντας τα φρύδια του ειρωνικά και κοιτάζοντας γύρω μου θυμήθηκα ότι είχε μαζέψει τα πάντα.
«Με τι;» ρώτησα και ένα πονηρό χαμόγελο έκανε την εμφάνιση του και αυτό δεν μου άρεσε καθόλου.
«Με την γλώσσα σου... Τόσο κόπο έκανα να την βρω, δεν βρίσκεις ότι είναι κρίμα να μην δοκιμάσεις;» είπε και έμεινα να τον κοιτώ με γουρλωμένα τα μάτια... «Περιμένω» συνέχισε μόλις είδε ότι δεν αντιδρούσα και αφήνοντας την ανάσα που κρατούσα να βγει από μέσα μου δεν ήξερα τι να κάνω.
Βλέποντας να πλησιάζει το πρόσωπο μου αυτόματα το κορμί μου έκανε προς τα πίσω αμυντικά αλλά αυτό δεν τον πτόησε καθόλου.
«Περιμένω» επανέλαβε σέρνοντας την φωνή του και η καρδιά μου για μια στιγμή σταμάτησε... Τώρα αυτό είναι άλλο ένα κόλπο ώστε στο τέλος να με πείσει και πάλι να μείνω;... Τι να κάνω;... Μπορώ να τον αφήσω να μου το κάνει όλο αυτό;
«Αν καθαρίσω το πρόσωπο σου μου υπόσχεσαι ότι θα με αφήσεις να φύγω;» ρώτησα με την καρδιά μου να χτυπά άρρυθμα.
«Αν αυτό είναι που θες, δεν πρόκειται να σε σταματήσω» είπε απόλυτα σοβαρός και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την άφησα να βγει από μέσα μου άτσαλα και άρχισα να του γλύφω το πρόσωπο ελπίζοντας να είναι το τελευταίο του καψώνι.
Η αίσθηση ήταν απερίγραπτη... Η ανάσα του γρήγορη μέσα στο αυτί μου με έκανε να ανατριχιάζω και εκεί που περίμενα να νιώσω αηδία γι αυτήν μου την πράξη ξαφνικά ένιωσα να φλέγομαι... Ένα μου βογκητό έσπασε την σιωπή και τα χέρια του αμέσως βρέθηκα πάνω στο κορμί μου ξανά... Ήξερε ότι θα συμβεί αυτό, κάτι μου λέει ότι τα είχε όλα προβλέψει...Κάτι ακόμα πιο ισχυρό με έκανε να νιώθω ότι ήθελε να επιλέξω να φύγω, και αυτό αυτόματα με έκανε να παγώσω ενώ ένας πόνος μου διέλυε το στήθος αφήνοντας με ξέπνοη.
«Δεν μπορώ να το κάνω αυτό» δήλωσα και εκείνος γύρισε την ματιά του προς το μέρος μου ψυχρή.
«Είσαι σίγουρη ότι δεν θες ένα αναμνηστικό από μένα;» ρώτησε ειρωνικά και χωρίς να υπολογίσω τις κινήσεις μου το χέρι μου από τον ώμο του βρέθηκε στο μάγουλο του... Τον πούστη... Έβαλε όλη μου την δύναμη και όμως αυτό δεν έφτασε να γυρίσει το πρόσωπο του ούτε στο ελάχιστο... Μα τι στο καλό... από σίδερο είναι;... Ενώ αντιθέτως το χέρι μου ούρλιαζε από τους πόνους.
Τα χέρια του γρήγορα έπιασαν τα δικά μου και βάζοντας τα αρχικά πάνω από το κεφάλι μου, αφού τα συγκράτησε με το ένα του χέρι το άλλο του άρχισε να ταξιδεύει πάνω στο κορμί μου ενώ τα υγρά του χείλη ξεκίνησαν μια βασανιστική πορεία από τον λοβό του αυτιού μου ως το στήθος μου, ρουφώντας κάθε σπιθαμή της σάρκας μου καίγοντας κάθε τι που ακουμπούσαν και το προδοτικό μου κορμί άρχισε να τρέμει.
«Σταμάτα» φώναξα με όση λογική μου είχε απομείνει αλλά εκείνος δεν μάσαγε... Κατεβάζοντας το φόρεμα πιο κάτω, έβαλε το χέρι του πίσω στην πλάτη μου και ξεκουμπώνοντας το σουτιέν μου το αφαίρεσε από πάνω μου ενώ το στόμα του αρπάζοντας την πρώτη μου ρόγα αμέσως άρχισε να την κάνει δική του, με έναν μοναδικό τρόπο που όλο μου το κορμί τινάχτηκε από την έκπληξη.
«Σταματα» κλαψούρισα ενώ πάλευα να σταματήσω τα αγκομαχητά μου για να μην του δώσω την ικανοποίηση που εκείνος ζητούσε... Εκείνος όμως αντί να σταματήσει κρατώντας με από τον γοφό μου, ακούμπησε όλος απάνω μου και χωρίς να μπαίνει μέσα μου άρχισε να τρίβεται με τέτοια ένταση που με έκανε να φωνάξω από την έξαψη και την απόλυτη ηδονή που μου χάριζε.
«Είσαι σίγουρη ότι θες να σταματήσω;» ρώτησε καθώς έφερε το πρόσωπο του αντικριστά από το δικό μου ενώ με έκανε να ξεπερνώ τα όρια μου με τον ρυθμό του να επιταχύνεται ενώ ο ερεθισμός του καυτός, σκληρός, και γλιστερός ακουμπούσε πάνω στην κλειτορίδα μου και με έκανε να αγκομαχάω από την προσμονή.
«Πες το... θες να σταματήσω;» απαίτησε και ενώ ήξερα ότι η σωστή απάντηση ήταν ναι, το μόνο που κατάφερα να πω ήταν.
«Μην με βασανίζεις άλλο» με τα δάκρυα της ηδονής να τυφλώνουν την όραση μου και το κορμί μου να τρέμει σύγκορμο χωρίς να έχει άλλες αντοχές να κρατήσει όλο το αρρωστημένο πάθος που είχε για εκείνον... Ένιωσα να με γεμίζει άλλη μια φορά και το σώμα μου τον καλωσόρισε χαρίζοντας του απλόχερα όλους του τους χυμούς.
«Πες το... θες να σταματήσω;» απαίτησε ξανά και ανοίγοντας τα μάτια μου βαριγκομαχόντας τον κοίταξα με πόνο στα μάτια.
«Μην σταματάς» παρακάλεσα και εκείνος αφήνοντας τα χέρια μου από το σφιχτό τους κράτημα, πήρε μαζί του το αριστερό μου χέρι και τοποθετώντας το πάνω στον ώμο του άρχισε να το φιλά τόσο αισθησιακά που από αντίδραση έκλεισα τα μάτια μου ενώ έγερνα το κεφάλι μου προς τα πίσω για να ελέγξω το ανατρίχιασμα που ένιωθα να διαπερνάει κάθε κύτταρο του κορμιού μου.
Δεν ξέρω πως, τα χέρια μου μπλέχτηκαν με δική τους πρωτοβουλία μέσα στις μεταξένιες τούφες των μαλλιών του και μόλις άκουσα το βογκητό του μέσα στο αυτί μου με παρέσυρε μαζί του και έγινα ένα με το σώμα του... Ακολουθώντας τις κινήσεις του, εκείνος άρχισε να αγκομαχά κάνοντας τον ρυθμό του πιο γρήγορο για να με ξεπεράσει αλλά με έναν μοναδικό τρόπο το δικό μου κορμί τον ακολουθούσε σε κάθε του βήμα και εκεί που ένιωθα ότι τα είχα δει όλα, ξαφνικές εκρήξεις μέσα μου με έκαναν να χάσω το μυαλό μου και δεν μπορούσα να ελέγξω τις ίδιες μου κινήσεις.
«Να σε πάρει Μπέλα... σταμάτα να κουνιέσαι» φώναζε αλλά εγώ μέσα στον δικό μου κόσμο ένιωθα να χάνομαι, χωρίς να ξέρω που βρίσκομαι... Κάθε λεπτό που περνούσε ένιωθα να παίρνω και περισσότερη φωτιά μέχρι που ένιωθα να πνίγομαι.
«Τι μου συμβαίνει» εξέφρασα δυνατά ενώ ένιωθα τα κορμιά μας να τραντάζονται από την ηδονή και να εκφράζουν όλα όσα τα λόγια αδυνατούσαν να πουν, όσα κολλούσαν μέσα μου και δεν είχα κουράγιο να πω... Χριστέ μου πόσο σε θέλω... φώναζα ξανά και ξανά... Μην σταματάς τώρα... Μην σταματάς... παρακάλαγα.
«Δεν το πιστεύω αυτό που ζω... Μπέλα» άκουγα για άλλη μια φορά την φωνή του από μακριά αλλά εγώ συνεχίζοντας τον εσωτερικό μου μονόλογο δεν ήμουν ικανή να ελέγξω το κορμί μου.
«Μην σταματάς» κλαψούρισα και νιώθοντας το σώμα του να ανασηκώνεται από το δικό μου ένιωσα τα χέρια του να σφίγγουν τους γοφούς μου και τότε κατάλαβα ακριβώς τι εννοούσαν όταν έλεγαν ότι βλέπουν τα ραδίκια ανάποδα.
Σταματώντας να μπαινοβγαίνει μέσα μου άρχισε τις ανασκαφές, μόνο έτσι μπορώ να το περιγράψω... Ένιωθα σαν να κολυμπούσε, σαν να έκανε πεταλούδα μέσα στον εσωτερικό μου κόσμο και εκεί που ο ερεθισμός του με πίεση ανέβαινε και κατέβαινε στο τέρμα μου άρχισε ένα απίστευτο ρυάκι να τρέχει ακατάπαυστα ενώ όλο μου το κορμί σύγκορμο από αυτήν την αίσθηση, έκανε συσπάσεις τραντάζοντας με ολόκληρη.
«Τι μου συμβαίνει;» ρώτησα με παράπονο ενώ ένιωθα να πνευμόνια μου να ζητούν απεγνωσμένα για λίγο αέρα... την καρδιά μου να είναι έτοιμη να ξεπηδήσει από το στήθος μου, το κορμί μου να τραντάζετε σε βαθμό να νιώθω ότι όλα μου τα κόκαλα θα ξεκολλήσουν από την θέση τους και εκεί που περίμενα υπομονετικά να έρθει το τέλος μου για να λυτρωθώ ξαφνικά άρχισε και πάλι να κινείτε μέσα μου και πάτησα μια κραυγή που δεν είχα ιδέα από που ήρθε, κάνοντας όλον τον εσωτερικό μου κόσμο να ξεσπάσει σε ένα πυρηνικό πόλεμο, που δεν άφησε τίποτα στο πέρασμα του... Ήμουν σίγουρη ότι ήταν το τέλος μου, το ένιωθα να με πλησιάζει και εκεί που έλεγα ότι όλα είχαν τελειώσει άκουσα την φωνή του ξανά.
«Να σε πάρει Μπέλα πως το κάνεις αυτό;... Γαμώτο» έλεγε με νευριασμένη φωνή;... θα σας γελάσω και αμέσως μετά κάνοντας τις κινήσεις του, αν είναι δυνατόν, πιο γρήγορες βόγκηξε επανειλημμένα και την στιγμή που σταμάτησε, έπεσε πάνω στο στήθος μου και δεν ξανακουνήθηκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου