Προσπαθούσα να χαλιναγωγήσω τον χαμό που γινόταν στα μαλλιά μου αλλά δεν τα κατάφερνα και τα παράτησα... πήρα ένα κοκαλάκι απο το νεσεσερ μου και άρχισα να τα μαζεύω ψιλά την στιγμή που άκουσα τον Έντουαρτ απο το μέσα δωμάτιο να βρίζει δυνατά... τραντάχτηκα για λίγο αλλά μέχρι να ακούσω τι έλεγε η φωνή του εξαφανίστηκε.
Άνοιξα την πόρτα δειλά και κρυφοκοίταξα για να δω που είναι... ήταν στο μπαλκόνι με κλειστή την πόρτα και μίλαγε εκνευρισμένος τραβώντας τα μαλλιά του ενώ βημάτιζε νευρικά πάνω κάτω στον μικρό χώρο που είχε... κάτι είχε συμβεί... και πρέπει να ήταν πολύ σοβαρό... πως θα γυρίσει μετά απο αυτήν την κλήση άραγε???... μπήκα ξανά μέσα στο μπάνιο και περίμενα να γυρίσει για να αφουγκραστώ την ανάσα του και να καταλάβω το πως ήταν... άραγε μετά απο αυτό το τηλεφώνημα θα γυρίσει ο μίστερ Χάιντ?.
Όταν άκουσα την μπαλκονόπορτα να κλείνει η καρδιά μου έχασε ένα χτύπο... κόλλησα το αυτί μου στην πόρτα και το χέρι μου πάνω στο πόμολο για να σιγουρευτώ ότι δεν θα έρθει να ανοίξει την πόρτα και έμεινα να αφουγκράζομαι τα βήματα του... ήταν βαριά... ήταν πολύ στεναχωρημένος... αλλά η αναπνοή του δήλωνε ότι ήταν πολύ πιεσμένος... ξεφύσαγε ξανά και ξανά... δεν είναι καλό αυτό... κάτι πολύ σοβαρό έχει συμβεί... πήρα την απόφαση να βγω... εκείνος καθόταν στο κρεβάτι και κοίταζε το πάτωμα αλλά μόλις συνειδητοποίησε ότι ήμουν κοντά του σήκωσε το κεφάλι του και το κλείδωσε την ματιά του μέσα στην δική μου... για μια στιγμή είδα πόνο αλλά αμέσως έγινε ξανά ψυχρός... δεν είναι καλό αυτό.
«είσαι καλά?» τον ρώτησα με αγωνία και κούνησε το κεφάλι του αρνητικά... πήγα να τον πλησιάσω και με σταμάτησε... γαμώτο... αυτό δεν είναι καθόλου καλό.
«Μπέλα δεν είναι καλή ιδέα να με ακουμπήσεις αυτήν την στιγμή... σε παρακαλώ» είπε ήρεμα... καλό σημάδι... προειδοποιεί.
«τι συμβαίνει?» τον ρώτησα ψιθυριστά και απέφυγε την ματιά μου.
«είσαι νευριασμένη μαζί μου?» με ρώτησε και η καρδιά μου άρχισε να καλπάζει.
«μωρό μου» του είπα καθώς έκανα μια προσπάθεια να το πλησιάσω ξανά και σηκώθηκε απο το κρεβάτι γρήγορα και άρχισε να πισωπατά
«μην με πλησιάζεις... μην με ακουμπάς» ξέσπασε και έμεινα ακίνητη να τον κοιτάω... όχι ρε πούστη μου γύρισε πάλι... τι να κάνω τώρα.
«δεν θα σε πλησιάσω σου το υπόσχομαι» του είπα σηκώνοντας τα χέρια μου αμυντικά ψηλά και κρατήθηκε απο το κάγκελο του κρεβατιού και πήρε μια ανάσα.
«είσαι νευριασμένη μαζί μου?» απαίτησε με πιο άγρια φωνή και τον κοίταξα θλιμμένη
«όχι καρδιά μου... δεν είμαι... γιατί το λες αυτό?»
«γιατί με πέταξες έξω?» έχει μια χρονοκαθυστέρηση ή είναι ιδέα μου?
«Έντουαρτ με τον Τζάρεντ νευρίασα όχι με σένα... αν είχα νευριάσει με σένα, πιστεύεις ότι θα σε άφηνα να με αγγίξεις?» αυτό για κάποιον λόγο τον τάραξε... τι σκατά του έχει κάνει αυτή η γυναίκα... Χριστέ μου την μισώ... αλήθεια την μισώ... και αν ήταν ζωντανή σίγουρα θα στην σκότωνα ξανά.
«ποιος σκατά είναι αυτός ο Τζάρεντ πάλι?» φώναξε και προσπάθησε να ελέγξει τον εκνευρισμό του
«είναι ο σωματοφύλακας που έχω βάλει να προσέχει τον πατέρα μου» δεύτερο ξάφνιασμα... τι σκατά γίνεται εδώ πέρα.
«και γιατί είσαι τσατισμένη μαζί του?»
«ο πατέρας μου κατάλαβε ότι τον ακολουθεί και βρήκε τρόπο να του ξεφύγει» είπα και στριφογύρισα τα μάτια μου
«δεν ήξερε ποιος ήταν?» είπε μπερδεμένος και δεν τον αδικώ.
«δεν ξέρει ότι τον έχω προσλάβει για να τον προσέχει»
«γιατί?»
«είναι μεγάλη ιστορία Έντουαρτ και ειλικρινά το τελευταίο πράγμα που θέλω να κάνω αυτήν την στιγμή είναι να μιλάω για τον πατέρα μου... θες να κατέβουμε για πρωινό και πιο ήρεμα να τα πούμε κάποια άλλη στιγμή?» τον ρώτησα απελπισμένα... σε παρακαλώ μην με ρωτήσεις τίποτα άλλο... σε παρακαλώ.
«πόσο καιρό έχεις που τον προσέλαβες?» απαίτησε... είναι ανάγκη να είσαι τόσο σπίρτο... πως θα το πάρει τώρα αυτό?
«πριν λίγο καιρό» παραδέχτηκα αποφεύγοντας την ματιά του.
«τον προσέλαβες γιατί φοβήθηκες ότι θα του κάνω κακό» διαπίστωσε αμέσως με φρίκη και γύρισα την ματιά μου εριστικά προς το μέρος του
«είχα άδικο?» του γύρισα πίσω και έκατσε στο κρεβάτι και έβαλε τα χέρια του πάνω στα μαλλιά του και άρχισε να τα τραβάει παλεύοντας και πάλι να βρει τις ισορροπίες του.
«πως μπόρεσες να σκεφτείς κάτι τέτοιο για μένα... είπε με πόνο και έκανα ένα βήμα να τον πλησιάσω... μην τολμήσεις να με ακουμπήσεις» μούγκρισε και έμεινα πάλι στην θέση μου παίρνοντας μια απελπισμένη ανάσα.
«Έντουαρτ κατάλαβε με... δεν ήξερα τις προθέσεις σου... και επειδή τυχαίνει να είμαι προνοητικιά... σκέφτηκα ότι καλύτερα να είμαι σίγουρη και για εκείνον... εσύ στην θέση μου τι θα έκανες?»
«δεν ξέρω... πιθανόν το ίδιο... αλλά αν σκέφτεσαι έτσι για μένα πως μπορείς να είσαι μαζί μου?» με ρώτησε με αγωνία και γύρισε όλο του το σώμα προς το μέρος μου και με κοίταξε με φρίκη.
«Έντουαρτ σε παρακαλώ... πρέπει να με καταλάβεις... μέχρι στιγμής με πολεμούσες... μέχρι και ότι ήθελες να με σκοτώσεις παραδέχτηκες μπροστά σε όλους... πως περίμενες να μην έχω έναν φόβο στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι θα μπορούσες να βλάψεις τον μοναδικό άνθρωπο που μου έχει απομείνει μόνο και μόνο για να με δεις πληγωμένη?» του είπα με ειλικρίνεια και αυτό τον έκανε πιο έξαλλο.
«δεν πιστεύω ότι είπες κάτι τέτοιο... δεν καταλαβαίνεις τίποτα... δεν ξέρεις τίποτα» είπε και κούναγε το κεφάλι του απελπισμένα.
«σε παρακαλώ άσε με να σε πλησιάσω» παρακάλεσα και αυτόματα σαν ελατήριο σηκώθηκε και κόλλησε το σώμα του πάνω στην μπαλκονόπορτα.
«μην τολμήσεις» είπε αφηνιασμένος και τα παράτησα.
«οκ τότε... θα κατέβω κάτω... πάρε το χρόνο σου και όταν ηρεμήσεις έλα να μας βρεις εντάξει?... κούνησε το κεφάλι του και τύλιξε τα μπράτσα του γύρω απο το σώμα του και γύρισε την ματιά του στο πλάι για να μην με κοιτάει... Χριστέ μου τον έχει καταστρέψει... Έντουαρτ?... τον κάλεσα και γύρισε ξανά την ματιά του σε μένα... δεν το έκανα για να σε πληγώσω... το ξέρεις αυτό έτσι δεν είναι?... με κοίταζε μπερδεμένος... θα είμαι κάτω» δεν ανταποκρίθηκε έμεινε να με κοιτάζει για μια στιγμή και τα παράτησα... πήρα την τσάντα μου στο χέρι και βγήκα απο το δωμάτιο.
Έντουαρτ
Σκατά... θάλασσα τα έκανα πάλι... είχε δίκιο... είχε 1000% δίκιο... και εγώ στην θέση της το ίδιο θα έκανα... γιατί δεν μπορώ να συγκρατηθώ... γιατί πάντα πρέπει να υπερβάλω... πρέπει να την σταματήσω... πρέπει να της εξηγήσω πριν να είναι αργά... Χριστέ μου ο πατέρας της δεν ξέρω αν ζει και εγώ τις κάνω σκηνή... πως θα το σώσω τώρα?
Έτρεχα να προλάβω το ανσανσερ αλλά ήταν πολύ αργά... δεν έκατσα να το σκεφτώ και άρχισα να τρέχω στην σκάλα... μόλις έφτασα στο λόμπι σταμάτησα να πάρω μια ανάσα... εκείνη δεν ήταν εκεί... πρέπει να πήγε στην τραπεζαρία... πήρα άλλη μια ανάσα και άρχισα να προχωρώ με γρήγορα βήματα... όταν άνοιξα την πόρτα ήταν εκεί και χαιρετούσε τους δικούς μου... πήγα κοντά της και πριν κάτσει την αγκάλιασα απο πίσω.
«συγχώρεσε με... της ψιθύρισα και γύρισε έκπληκτη προς το μέρος μου... έχεις δίκιο... σε παρακαλώ συγχώρεσε με που αντέδρασα έτσι» την παρακάλεσα αγνοώντας τα βλέμματα των δικών μου.
Έβαλε το χέρι της διστακτικά πάνω στο μάγουλο μου και έκλεισα τα μάτια αντανακλαστικά σταματώντας την αναπνοή μου... πριν προλάβει αν μου απαντήσει το τηλέφωνο της χτύπησε και η καρδιά μου σταμάτησε να χτυπά... όχι τώρα... πρέπει πρώτα να με συγχωρέσει... σκατά δεν τα κατάφερα... σκατά την έχω άσχημα.
«συγνώμη... είπε απολογητικά και πάτησε το κουμπί του μπλουτουθ για να απαντήσει... ναι?... τι?... σκατά είναι ο Τζάρεντ θα της πει την αλήθεια, την έσφιξα ασυναίσθητα πιο κοντά μου και άρχισε να ανασαίνει πιο γρήγορα... όχι... πες μου ότι μου κάνεις πλάκα... τον παρακάλεσε και άφησα την αναπνοή που κράταγα τόση ώρα να βγει βίαια απο μέσα μου εκείνη γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου... αλήθεια?... είπε ειρωνικά και το βλέμμα της σκλήρυνε... όχι μην μου πεις ότι πήραν είδηση τον Τάιλερ δεν θα το αντέξω... του κυρίου Κάλεν... επανέλαβε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου και τότε αγρίεψε περισσότερο και έβγαλε τα χέρια μου απο πάνω της και έκανε ένα βήμα προς τα πίσω... όχι, δεν ήμουν εγώ όχι Μπέλα σε παρακαλώ... την παρακολουθούσα παγωμένος περίμενα την αντίδραση της... θα με αφήσει να της εξηγήσω?
«εσύ... μην φύγεις απο κοντά του και όταν έρθω εκεί θα τα πούμε... θα τελειώσω ένα θεματάκι εδώ και θα πάρω το πρώτο αεροπλάνο και θα έρθω... κακομοίρη μου αν δεν την γλυτώσει βρες τρύπα να κρυφτείς... δεν θα γλυτώσεις απο τα χέρια μου» τον απείλησε μέσα απο τα δόντια της χωρίς να αφήνει την ματιά μου και κατάλαβα ότι το έλεγε και στους δύο μας
«Μπελα να σου εξηγήσω δεν είναι αυτό που νομίζεις» προσπάθησα να την προλάβω αλλά αυτό την έκανε πιο έξαλλη... οι δικοί μου είχαν σηκωθεί και μας κοίταζαν χωρίς να ξέρουν πως να αντιδράσουν... η Έσμε έβραζε απο μέσα της αλλά βλέποντας τον θυμό της Μπέλας δεν έκανε την κίνηση να την πλησιάσει.
«υποκριτή... είπε μέσα απο τα δόντια της και άρχισε να με πλησιάζει απειλητικά... όσο και να ήθελα να κάνω προς τα πίσω για να αποφύγω τον θυμό της τα πόδια μου δεν με υπάκουσαν... έβαλε τα χέρια της πάνω στο στήθος μου και άρχισε να με χτυπάει... τέρας... ψεύτη... της κράτησα τα χέρια για να την σταματήσω και αυτό την έκανε να βγει απο τα ρούχα της και άρχισε να φωνάζει... πως μπόρεσα να σε πιστέψω... πως σκατά με τούμπαρες πάλι... γιατί... γιατί... εδώ είμαι... θες να με σκοτώσεις κάντω... οι άλλοι τι σου φταίνε» ούρλιαζε και όλοι είχαν γυρίσει και μας κοιτάζανε η Μπέλα πάλευε να ξεφύγει απο το κράτημα μου αλλά εγώ δεν την άφηνα.
«Μπέλα σε παρακαλώ... δεν είναι αυτό που νομίζεις» προσπάθησα αλλά δεν με άφησε να της πω τίποτα άλλο
«δεν είναι αυτό που νομίζω... επανέλαβε σκληρά, είχε αφηνιάσει... αν δεν είναι αυτό που νομίζω τι στο διάολο γύρευε ο Τάιλερ στον τόπο του εγκλήματος μου λες?»
«τον είχα στείλει στο Φόρκς για κάτι δουλειές... είπα ψέματα σίγουρα δεν ήταν σε θέση να ακούσει την αλήθεια αυτό θα την έκανε να νευριάσει περισσότερο... αλλά όχι για τον πατέρα σου, Μπέλα σου λέω την αλήθεια σε παρακαλώ... με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι ο πατέρας σου κινδυνεύει και του είπα να τον προστατέψει... σε παρακαλώ πρέπει να με πιστέψεις»
«γιατί... γιατί να σε πιστέψω Έντουαρτ... πες μου γιατί» ούρλιαζε και τα δάκρυα της μου τσάκιζαν την καρδιά.
«σε παρακαλώ» της είπα και άφησα όλον τον πόνο που ένιωθα να εκφραστεί στο πρόσωπο μου αλλά αυτό για κάποιον λόγο την έκανε να γίνει έξω φρενών.
«να παρακαλάς να γλυτώσει... αλλιώς θα γυρίσω για σένα... απείλησε... και εγώ όταν λέω κάτι το κάνω κύριε Κάλεν... αν ο πατέρας μου πεθάνει... να εύχεσαι να μην ξαναβρεθείς ποτέ στο δρόμο μου... γιατί θα είναι η τελευταία φορά που θα δεις το φως της ημέρας» είπε μέσα απο τα δόντια της και παίρνοντας βίαια τα χέρια της απο τα δικά μου άρχισε να τρέχει... όχι Μπέλα, όχι... ούρλιαξα και πήγα να τρέξω πίσω της αλλά οι δικοί μου με σταματήσαν.
«τι της έκανες πάλι... τι έπαθε ο πατέρας της?» απαίτησε ο Καρλάηλ και γύρισα να τον αντικρίσω
«όχι τώρα Καρλάηλ» του απάντησα ψυχρά και τότε ξέσπασε... βρήκε την ώρα και αυτός
«δεν πας πουθενά αν δεν μας δώσεις εξηγήσεις... έχεις ξεφύγει τελείως και δεν το ανέχομαι άλλο αυτό το καταλαβαίνεις?»
«δεν το έκανα εγώ Καρλάηλ... και θα το αποδείξω» του είπα και πήρα το χέρι μου απο το δικό του και άρχισα να τρέχω προς το ανσανσερ.
Όταν έφτασα στον όροφο μας πήγα κατευθείαν στο δωμάτιο της... είχα την κάρτα της ακόμα και άνοιξα κατευθείαν την πόρτα της αλλά εκείνη δεν ήταν πουθενά... τα πράγματα της ήταν όλα στην θέση τους... που πήγε?... πήρα κατευθείαν τηλέφωνο την ρεσεψιόν και εκείνοι με ενημέρωσαν ότι είδαν την Μπέλα να φεύγει απο το ξενοδοχείο... δεν γύρισε στο δωμάτιο της ποτέ... σκατά... σκατά... πρέπει να την βρω... βγήκα απο το δωμάτιο της και άρχισα να τρέχω προς για να την προλάβω... σίγουρα θα την βρω στο αεροδρόμιο αλλά θα έχει την ψυχραιμία να με ακούσει?...
«Τάιλερ... ψάξε να βρεις τον υπαίτιο... κάποιος σε είδε και κατηγορούν εμένα... το ξέρω ότι έκανες ότι καλύτερο μπορούσες... δεν σου ρίχνω την ευθύνη... Τάιλερ... κάνε τα πάντα για να τον βρεις» έκλεισα το τηλέφωνο και είδα ότι πλησιάζαμε στο αεροδρόμιο η καρδιά μου κόντευε να σπάσει... γιατί πρέπει να συμβεί τώρα αυτό... πως σκατά θα με ξανά εμπιστευτεί???
Όταν μπήκα στην αίθουσα αναμονής κοίταξα γύρω μου αλλά δεν την έβλεπα πουθενά... που εξαφανίστηκε?... που είσαι Μπέλα σε παρακαλώ... δεν μπορώ να σε χάσω πάλι... όχι τώρα... όχι έτσι... σε παρακαλώ...
Ένα μήνα μετά.....
Καθόμουν στο γραφείο μου και κοίταζα την φωτογραφία της... όλοι είχαν μαζευτεί για τον ετήσιο φιλανθρωπικό χορό που διοργάνωνε κάθε χρόνο ο Καρλάηλ για να κακοποιημένα παιδιά... το έκανε προς τιμή μου αλλά εγώ ποτέ δεν είχα παραβρεθεί σε αυτόν τον χορό... υπέγραφα πάντα ένα τσεκ και γύριζα στο σπίτι... αλλά σήμερα θα ερχόταν εκείνη... και αποφάσισα να μείνω για να την ξαναδώ.
Μετά απο εκείνην την ημέρα που ο πατέρας της δέχτηκε επίθεση δεν θέλησε να με ξαναδεί... ο Τάιλερ ευτυχώς τον ακολούθησε και έτσι μάζεψε πολλά στοιχεία για το άτομο του και όταν συνήλθε ο πατέρας της του τα έδωσε και εκείνος παραδέχτηκε την αλήθεια... ήταν πολύ άσχημα μπλεγμένος... και ο Τζέημς Μοντεν τον κυνήγαγε πολλά χρόνια τώρα... όμως ούτε αυτό έφτασε για να πείσει την Μπέλα να γυρίσει πίσω... ακόμα και μετά την αποκάλυψη της αλήθειας ήταν πολύ πληγωμένη για να με συγχωρέσει που έστειλα τον Τάιλερ για να μάθει πληροφορίες για εκείνην... δεν την αδικώ... δεν της έκανα λίγα... αλλά πρέπει να με πιστέψει ότι αυτό ήταν πριν... πρέπει να με ακούσει... πρέπει.
Πήρα μια βαθιά ανάσα και κοίταξα την οθόνη του κινητού μου για πολλοστή φορά... αυτός ο μήνας με είχε διαλύσει... ήμουν απελπισμένος... δεν ήξερα τι άλλο να κάνω για να την πλησιάσω... ότι και να της έστειλα μου τα γύρισε πίσω... δεν απάντησε σε καμία μου κλήση... σε κανένα μου μήνυμα... μπροστά στον κόσμο όμως ήμουν σίγουρος πως δεν θα μπορούσε να αντιδράσει... δεν ήταν απο τις γυναίκες που τους άρεσε να δίνουν δικαιώματα... πρέπει να μου δώσει μια ευκαιρία ακόμα... πρέπει.
Η Δεσποινίς Σουαν είναι εδώ... έλαβα το μήνυμα απο την Άντζελα και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει γρήγορα... έκανε τόσα για σένα ηλίθιε τώρα είναι η σειρά σου... είπα με πείσμα και παίρνοντας το σακάκι μου απο το την καρέκλα μου σηκώθηκα με αποφασιστικότητα.
Όταν έφτασα στην αίθουσα που γινόταν ο χορός έψαξα να την βρω με την ματιά μου... η καρδιά μου κόντευε να διαλύσει το στήθος μου αλλά εγώ δεν τα έβαλα κάτω... θα την βρω... πρέπει να την βρω... πρέπει.
Μπέλα
Είχε περάσει ένας μήνας απο την τελευταία φορά που τον είδα... γιατί στο διάολο δέχτηκα να έρθω... ξέρω πολύ καλά ότι θα είναι και εκείνος εδώ... γιατί πρέπει πάντα να αφήνω την Έσμε να με τουμπάρει?... δεν θέλω να τον ξαναδώ... δεν θέλω να έχω ξανά καμία επαφή μαζί του... δεν τον θέλω στην ζωή μου... αρκετά με κατέστρεψε... αρκετά με διέλυσε... Χριστέ μου γιατί όλα αυτά δεν είναι αρκετά για να τον μισήσω... γιατί????
Καθόμουν έξω απο το κτήριο και το κοίταζα παγωμένη... δεν μπορούσα να το κάνω αυτό... τα πόδια μου τρέμανε και η αναπνοή μου είχε γίνει κοφτή... πως θα τον αντιμετωπίσω... πως θα του δώσω να καταλάβει ότι δεν τον θέλω πια... τι θα κάνω αν επιμείνει... μην υποκύψεις... μου φώναζε η λογική μου και ένα δάκρυ κύλησε στα μάτια μου... όχι κύριε Κάλεν... όχι ξανά... έχεις τελειώσει.
Το χέρι της Άλις με επανέφερε στην πραγματικότητα...
«πάμε?» με ρώτησε διστακτικά και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της... μου σκούπισε το δάκρυ και με πήρε στην αγκαλιά της... δεν θα σε αφήσω μόνη σου» μου επιβεβαίωσε για να μου δώσει δύναμη και πήρα μια βαθιά ανάσα και της ένευσα.
Όταν βρεθήκαμε μέσα τα πάντα ήταν τόσο όμορφα... υψηλοί προσκεκλημένοι πηγαίναν και ερχόντουσαν ανταλλάσσοντας χειραψίες και χαμόγελα ο ένας στον άλλον... τα μάτια μου περιπλανήθηκαν στην αίθουσα και αλλά εκείνος δεν ήταν πουθενά... ένα σφίξιμο στο στομάχι μου με έκανε να δυσανασχετήσω... δεν είναι εδώ... μια μελαγχολική φωνούλα μου ψιθύρισε... καλύτερα... η λογική μου της απάντησε και κούνησα το κεφάλι μου για να καθαρίσω τις σκέψεις μου.
«είσαι καλά?» με ρώτησε με αγωνία η Άλις και της χαμογέλασα
«πάμε» είπα πιο αποφασιστικά και έβαλα το εκθαμβωτικό μου χαμόγελο και προχωρήσαμε προς την αίθουσα.
Η Έσμε ήρθε κοντά μας και μας χαιρέτησε ένθερμα...
«Μπέλα... Άλις... πόσο χαίρομαι που είσαστε απόψε κοντά μας... ελάτε» μας είπε την στιγμή που μας αγκάλιασε και αμέσως άρχισε να μας παρασέρνει προς το μέρος που ήταν όλοι της η οικογένεια... εκείνος δεν ήταν εκεί.
«Μπέλα... Άλις» μας χαιρέτησε ο Καρλάηλ και μας αγκάλιασε ένθερμα και εκείνος με ένα ζεστό χαμόγελο.
«Καρλάηλ» τον χαιρέτησα και εγώ και γύρισα και χαιρέτησα και την υπόλοιπη του οικογένεια.
Αρχίσαμε να μιλάμε ανάλαφρα αναφέροντας τα τελευταία μας νέα... ευτυχώς ο πατέρας μου είχε βγει απο το νοσοκομείο και πλέων είχε γυρίσει στο Φορκς... το καλό απο όλην αυτήν την υπόθεση είναι ότι πλέων με άφησε να πάρω το πάνω χέρι και έτσι τώρα δεν πήγαινε πουθενά χωρίς τον Τζάρεντ και έτσι ένιωθα πιο ήρεμη σε σχέση με την ασφάλεια του.
Το ότι ο Έντουαρτ δεν ευθυνόταν για την επίθεση που δέχτηκε ο πατέρας μου... μου έδωσε μεγάλη ανακούφιση... αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να με κάνει να τον εμπιστευτώ ξανά... όχι μετά απο όλα αυτά... δεν έχω άλλες αντοχές... πόσα κομμάτια μπορώ να γίνω?... για όνομα του θεού έστειλε τον Τάιλερ να ψάξει τα άπλυτα μου και πίστεψε ποτέ ότι αυτό θα μπορούσα να του το συγχωρέσω?... όχι ήταν πάρα πολύ για μένα όλο αυτό... πάρα πολύ... και δεν θα υποκύψω ξανά... αλλά σε πονάει που δεν είναι εδώ... άκουσα ξανά την φωνούλα μέσα μου και έβρισα μέσα απο τα δόντια μου... ναι με πονάει... γιατί τον αγαπώ ακόμα τον βλάκα... τον αγαπώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου