Ήμουν άδεια χωρίς εκείνον... το δωμάτιο ξαφνικά έγινε τόσο κρύο... έτριψα τους καρπούς μου και έμεινα να κοιτώ το κενό... δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει αλλά δεν ήμουν ικανή να κουνηθώ.
Σηκώθηκα και έβαλα ένα τζιν και μια μπλούζα... φόρεσα και τα σταράκια μου και πήγα στο μπαράκι του ξενοδοχείου... ήμουν σίγουρη ότι θα τον έβρισκα εκεί... όταν μπήκα μέσα στο μπαρ... τον βρήκα να κάθετε στην ίδια θέση που καθόμουν εγώ εχθές... έπινε ουίσκι και κάπνιζε ένα τσιγάρο... πήρα μια βαθιά ανάσα και πήγα δίπλα του.
«μπορώ?» τον ρώτησα και με κοίταξε σμίγοντας τα φρύδια του... ανασήκωσε τελικά τους ώμους του και γύρισε το κεφάλι του μπροστά παίρνοντας μια ρουφηξιά απο το τσιγάρο του... ο μπάρμαν ήρθε αμέσως να μου πάρει παραγγελία και ζήτησα να μου φέρει ότι έπινε και εκείνος.
«δεν ήξερα ότι καπνίζεις» του είπα την ατάκα που χρησιμοποίησε και εκείνος εχθές και χαμογέλασε.
«αλήθεια Μπέλα... πόσα ξέρεις για μένα?» ρώτησε χωρίς να με κοιτάει.
«αρκετά» παραδέχτηκα και πήρα μια ρουφηξιά απο το ποτό που μου έφερε ο μπάρμαν και γύρισα και εγώ την ματιά μου μπροστά.
«σου μίλησαν οι δικοί μου?»
«όχι... δεν τους άφησα» με κοίταξε με απορία και γέλασε ειρωνικά
«γιατί?»
«δεν ήθελα να σε λυπάμαι... ποτέ δεν σε λυπήθηκα Έντουαρντ... και ούτε πρόκειται να το κάνω τώρα»
«τότε γιατί είσαι εδώ?»
«προφανώς για τον ίδιο λόγο που είσαι και εσύ» του είπα αδιάφορα και πήρα ένα τσιγάρο απο το πακέτο του και το άναψα.
«πως κατάφερες να το ξεπεράσεις?» ρώτησε και τον κοίταξα στα μάτια
«είσαι σίγουρος ότι θες να μάθεις?» τον ρώτησα και ένευσε
«δεν θα σου αρέσει και πολύ... τον προειδοποίησα αλλά επέμενε να με κοιτάζει υπομονετικά... εσύ είσαι αυτός που με έκανε να το ξεπεράσω»
«πως?»
«εκείνη την εποχή ήμασταν και οι δύο στα ίδια χάλια... αλλά μετά την φάρσα σου κατάλαβα ότι εσύ ήσουν σε χειρότερη κατάσταση απο μένα και αυτό έφτασε να με συνεφέρει... βλέποντας εσένα έβλεπα το πως θα εξελισσόμουν και αυτό δεν μου άρεσε καθόλου... αυτό που με έκανε να σε ερωτευτώ απο την αρχή είναι γιατί στα μάτια σου έβλεπα τον εαυτό μου... ποτέ δεν ένιωσα να σε λυπάμαι... όπως εγώ δεν ήθελα να με λυπούνται έτσι και εγώ δεν ήθελα να σε λυπηθώ»
«και γιατί έφυγες»
«δεν ήταν στο χέρι μου Έντουαρντ... ήμουν ανήλικη... έπρεπε να ακολουθήσω την εντολή του πατέρα μου... τι ήθελες να κάνω... μετά την παράσταση είχε γίνει έξαλλος... προσπαθούσε να με αναγκάσει να του πω ποιος ήταν ο υπεύθυνος για να πάει στο σχολείο να τον τιμωρήσει... όταν αρνήθηκα να του το πω»
«αρνήθηκες??» με ρώτησε δύσπιστα
«ναι αρνήθηκα»
«τότε πως το έμαθε?»
«τι εννοείς το έμαθε? Εγώ δεν του το είπα ποτέ»
«δεν ξέρεις ότι ήρθε στο σχολείο και απαίτησε την αποβολή μου?»
«όχι... δεν μου είπε ποτέ κάτι τέτοιο... το μόνο που μου είπε ήταν να διαλέξω ή το όνομα του υπευθύνου για όλα αυτά ή την αλλαγή του σχολείου... εγώ διάλεξα να αλλάξω σχολείο»
«δεν μιλάς σοβαρά» είπε σοκαρισμένος
«μιλάω πολύ σοβαρά... τι λόγο έχω να σου πω ψέματα... αν δεν με πιστεύεις πάρε τηλέφωνο τον πατέρα μου να σου το επιβεβαιώσει»
«Μπέλα ο πατέρας σου ξέρει ότι ήμουν εγώ πίσω απο όλα αυτά... ήρθε και με βρήκε... αν δεν ήταν ο Καρλάηλ να μπει στην μέση σίγουρα θα με σάπιζε στο ξύλο» τον κοίταγα σοκαρισμένη... πως το έμαθε ο πατέρας μου???
«δεν μου είπε ποτέ τίποτα γι αυτό... δεν το ήξερα» είπα και γύρισα απο την άλλη μεριά και τράβηξα άλλη μια ρουφηξιά απο το τσιγάρο και συγκέντρωσα τις σκέψεις μου
«σε πιστεύω» είπε τελικά και έκανε την ίδια κίνηση με μένα και πήρε μια βαθιά ανάσα.
Μείναμε για λίγο σιωπηλοί χαμένοι στις δικές μας σκέψεις μέχρι που το ποτήρι μου άδειασε και έμεινα να το κοιτάω...
«θες άλλο ένα?» ρώτησε και γύρισα να τον κοιτάξω
«θα πάω απάνω... θα έρθεις?» τον ρώτησα και ένιωσα ένα τσίμπημα στην καρδιά
«δεν ξέρω» είπε και άναψε ακόμα ένα τσιγάρο.
«οκ» είπα τότε και σηκώθηκα και άρχισα να προχωρώ προς την πόρτα...
Γύρισα στο δωμάτιο διαλυμένη... του έδωσα άλλη μια τελευταία ευκαιρία... αν και τώρα δεν την εκμεταλλευτεί δεν έχω άλλη δύναμη για να κρατήσω... δεν έχω τίποτα πια.
Μπήκα στο ντουζ και άφησα το νερό να πέφτει πάνω στο πρόσωπο μου να καλμάρει την ένταση μου και τότε ένιωσα τα χέρια του να με τυλίγουν... όλο μου το σώμα συγκλονίστηκε... τα χείλια του πάνω στον ώμο μου τρυφερά με κατακτούσαν και όλες μου οι αισθήσεις πήραν φωτιά... μόνο να ήξερε... μόνο να καταλάβαινε πόσα πολλά μπορούσα να του δώσω... μακάρι αυτό να ήταν αρκετό για εκείνον.
Άφησα το σώμα μου να εκφράσει όλη την αγάπη που ένιωθα για εκείνον και ένα βογκητό ήρθε να σπάσει την σιωπή και ο λυγμός που βγήκε απο μέσα του με έκανε να δακρύσω.
«κάνε μου έρωτα Έντουαρντ» τον παρακάλεσα και με γύρισε προς το μέρος του και παραμέρισε τα μαλλιά μου απο το πρόσωπο... δεν είπε τίποτα... καμία λέξη δεν βγήκε απο τα χείλια του.
Τα χείλια του πάνω στα δικά μου εκφράζανε όλα τα λόγια που ήθελε να μου πει... όλες τις σκέψεις που ήθελε να μοιραστεί και η καρδιά μου έγινε κομμάτια... τύλιξα τα χέρια μου γύρω απο τον λαιμό του και ανταποκρίθηκα με όλο μου το είναι.
Με κράτησε απο τους γοφούς μου και με ανέβασε στην αγκαλιά του... τύλιξα τα πόδια μου γύρω απο την μέση του και με κόλλησε πάνω στον τοίχο... άφησα τα χείλια του και αναστέναξα βαθιά... τα χέρια του με έσφιγγαν και με κράταγαν σταθερή... δεν ήθελε να με αφήσει... δεν είχε την δύναμη να με αφήσει να φύγω... είμαι εδώ... φώναζα με την σκέψη μου... είμαι εδώ μωρό μου... έλεγα ξανά και ξανά αλλά η φωνή μου είχε σβήσει και δεν είχα την δύναμη να το πω δυνατά.
Τα χείλια του πάνω στον λαιμό μου με κατακτούσαν και εγώ βογκούσα... τον ένιωσα να μπαίνει μέσα μου και τότε φώναξα δυνατά... τον ήθελα τόσο πολύ... τον είχα τόση ανάγκη... μόνο να ήξερε πόσο ανάγκη τον είχα... χωρίς εκείνον ήμουν μισή... χωρίς εκείνον δεν υπήρχα... μακάρι να ήξερε... μακάρι αυτό να ήταν για εκείνον αρκετό.
Έπεσα πάνω στον ώμο του και απελευθέρωσα όλα μου τα συναισθήματα... δεν άφησα τίποτα για τον εαυτό μου... του παρέδωσα όλο μου τον είναι και εκείνος με κατακτούσε ξανά και ξανά.
Οι ωθήσεις του... δυνατές... δήλωναν απελπισία... δήλωναν ανάγκη... δήλωναν αγάπη... με κρατούσε σφιχτά και εγώ τον αγκάλιαζα περισσότερο... είμαι εδώ αγάπη μου... είμαι εδώ αν το θες... του φώναζα με την σκέψη μου και εκείνος λες και το άκουγε με κατακτούσε με περισσότερο πάθος... βογκώντας δυνατά... είμαι εδώ.
Ανασήκωσα το πρόσωπο μου και τον κοίταξα μέσα στα μάτια... τα χέρια μου μέσα στα μαλλιά του τον κράταγαν δυνατά... μέσα στην ματιά του είχε τόσο πόνο... η καρδιά του στο στήθος χτύπαγε τόσο γρήγορα... που με έκανε να πονάω για εκείνον.
«κάνε με δική σου» παρακάλεσα και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα... τα χείλια του, σύνθλιψαν τα δικά μου και τα χέρια του έσφιγγαν περισσότερο την μέση μου... έκανε τις ωθήσεις του πιο γρήγορες και η ανάσα του γινόταν ακόμα πιο γρήγορη... έκλεισε τα μάτια του σφιχτά... και βόγκηξε δυνατά.
«τελείωσε για μένα... απαίτησε... θέλω να σε ακούσω να τελειώνεις... παρακάλεσε... θέλω να είμαι εγώ αυτός που θα σε κάνει να τελειώσεις» είπε πιο άγρια και όλο μου το σώμα συγκλονίστηκε
Τα λόγια του ήταν σαν εντολή... το σώμα μου αντέδρασε σε κάθε του λέξη και η κορύφωση μου ήταν τόσο κοντά... άνοιξα τα μάτια μου και τον κοίταξα βαθιά στα μάτια, αφήνοντας τον εαυτό μου ελεύθερο να φτάσει στην κορύφωση του... με μια κραυγή έγειρα το κεφάλι προς τα πίσω και τότε άρχισε να τρέμει... ο οργασμός μου με είχε συνεπάρει και δεν καταλάβαινα τι γινόταν γύρω μου... άρχισα να τρέμω και εγώ και μόλις η καυτή μου λάβα τον τύλιξε φώναξε δυνατά... μούγκρισε σαν θυμωμένο λιοντάρι αλλά δεν τα παράτησε... συνέχισε να με παίρνει με περισσότερη δύναμη και τότε ένιωσα την δική του έκρηξη να καίει όλο μου το είναι.
Το σώμα μου σε αντίδραση άρχισε πάλι να τρέμει και κλείδωσα τα χέρια μου και τα πόδια μου γύρω απο το σώμα του για να κρατηθώ και εκείνος τύλιξε τα χέρια του γύρω μου και με συγκράτησε στην αγκαλιά του... οι αναπνοές μας πάλευαν να βρουν τους κανονικούς τους ρυθμούς αλλά κανείς απο τους δύο μας δεν ήταν πρόθυμος να κουνηθεί... το νερό συνέχιζε να πέφτει απάνω μας και τα χέρια μας αντάλλασσαν τρυφερά χάδια... κανείς δεν μίλαγε... κανείς δεν είχε την δύναμη να εκφράσει τα συναισθήματα που μας είχαν συνεπάρει... δεν ξέρω πόση ώρα ήμασταν στην ίδια θέση... αλλά ευχόμουν αυτό να είναι η αρχή... ευχόμουν αυτό να μην είναι το τέλος.
Μου έδωσε ένα τρυφερό φιλί στον λαιμό μου και αναστέναξε...
«έλα να ξαπλώσεις» είπε με βαθιά φωνή και με άφησε να σταθώ στα πόδια μου... τον κοίταζα μέσα στα μάτια, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσω την ματιά του... αλλά για άλλη μια φορά δεν υπήρχε τίποτα εκεί για να διαβάσω.
Έκλεισε το νερό και πέρασε μια πετσέτα γύρω απο το σώμα μου και άρχισε να με στεγνώνει, χωρίς να αφήνει την ματιά μου... πήρα μια βαθιά αναπνοή και απομακρύνθηκε απο κοντά μου γυρίζοντας την πλάτη του και άρχισε να στεγνώνει το δικό του σώμα... δεν μπορούσα να καταλάβω που τον είχαν οδηγήσει οι σκέψεις του αλλά κάτι μέσα μου με έκανε να αγωνιώ... δεν ήθελα αυτό να είναι το τέλος... ευχόμουν μόνο να να είναι η αρχή... στέγνωσα γρήγορα τα μαλλιά μου με μια πετσέτα και όταν την άφησα στην θέση της έβαλα το χέρι μου μέσα στο δικό του και γύρισε να με αντικρίσει.
«έλα μαζί μου» του είπα τρυφερά και τον παρέσυρα στο κρεβάτι.
Όταν τον έβαλα να ξαπλώσει... ξάπλωσα και εγώ δίπλα του και τον τράβηξα στην αγκαλιά μου... το δέχτηκε χωρίς αντίσταση και τα χέρια του τυλίχτηκαν γύρω μου ενώ το κεφάλι του ακούμπησε πάνω στο στερνό μου και αναστέναξε.
«Μπέλα» ξεκίνησε αλλά δεν τον άφησα να συνεχίσει
«σε παρακαλώ... μην χαλάς την στιγμή» τον παρακάλεσα.
Για την υπόλοιπη μέρα δεν κουνηθήκαμε... αφήσαμε τις ώρες να περάσουν χωρίς να πούμε τίποτα άλλο... τα τηλέφωνα είχαν πάρει φωτιά αλλά κανείς απο τους δύο μας δεν αντιδρούσε... αφήσαμε τον εαυτό μας να πάρει όσα περισσότερα μπορούσαμε απο αυτήν την στιγμή... χαμένοι στις δικές μας σκέψεις, μέχρι που το σκοτάδι μας τύλιξε και εξαντλημένοι αποκοιμηθήκαμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου