Ετικέτες

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Haunted Love M2o "24. Επίλογος"





Δεν με χώραγε ο τόπος... εγώ που είχα δέσει άπειρες γραβάτες, την συγκεκριμένη δεν μπορούσα να την δέσω με τίποτα και λύνοντας την ξανά και ξανά, προσπαθούσα μάταια να την στρώσω αλλά η άτιμη δεν μου έκανε την χάρη... Η Μπέλλα μου μπαίνοντας μέσα στο δωμάτιο με κοίταξε απελπισμένα.

Ήταν τόσο όμορφη... Μέσα στην γαλάζια της τουαλέτα που έφτανε μέχρι κάτω από το γόνατο, με μαγνήτιζε και για μια στιγμή σχεδόν ξέχασα τα πάντα αλλά φυσικά αυτό δεν κράτησε για πολύ.

«Ακόμα έτσι είσαι βρε καρδιά μου;» με ρώτησε με παράπονο καθώς με πλησίαζε και απομακρύνοντας τα χέρια μου από την γραβάτα, την έλυσε και άρχισε να την δένει ξανά από την αρχή.

«Ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω ότι συμφώνησα σε αυτό...» της ανταπέδωσα και με κοίταξε με ύφος... «Μην με κοιτάς εμένα έτσι, γιατί δεν θέλω πολύ να εκραγώ» την προειδοποίησα και εκείνη άφησε την ανάσα της να βγει βαριά από μέσα της.

«Είναι καλό παιδί και την αγαπάει... Θα δεις ότι θα την κάνει ευτυχισμένη» προσπάθησε για άλλη μια φορά να μου αλλάξει γνώμη για να τον μέλλοντα γαμπρό μου και αυτό έφτασε για να με κάνει χειρότερα.

«Πως μπορείς να το λες αυτό; Για τον θεό είναι παιδί ακόμα» φώναξα και απομακρύνθηκα από κοντά της ενώ χαλάρωνα ξανά τον κόμπο της γραβάτας που με έπνιγε καθώς και το πρώτο κουμπί του πουκαμίσου μου παίρνοντας βαθιές ανάσες για να ηρεμήσω και η Μπέλλα μου πλησιάζοντας με, έβαλε το χέρι της στον ώμο μου και με γύρισε προς την μεριά της.

«Η Ρένεσμι δεν ήταν ποτέ παιδί και το ξέρεις... Πάντα ήταν πιο ώριμη από τα άλλα παιδιά της ηλικίας της» μου είπε μαλακά ενώ μου χάιδευε το πρόσωπο και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την κράτησα κοιτώντας μακριά και αφού την άφησα να βγει ήρεμα από μέσα μου γύρισα ξανά την ματιά μου προς το μέρος της.

«Μα είναι μόνο δεκαοκτώ χρονών Μπέλλα, πως μπορείς να το δέχεσαι έτσι απλά;» την ρώτησα με παράπονο και εκείνη μου χαμογέλασε τρυφερά.

«Είναι αυτό που θέλει, πως μπορώ να της το αρνηθώ;...» ξεφύσησα δυνατά και πριν προλάβω να πω τίποτα εκείνη συνέχισε... «Την μεγαλώσαμε σωστά Έντουαρντ, μην αμφιβάλεις γι’ αυτό... Έχει όλα τα εφόδια ώστε να μπορέσει να πατήσει γερά στα πόδια της, είναι έτοιμη να βγει εκεί έξω και να κάνει την ζωή της όπως την έχει ονειρευτεί, μην αφήνεις τα συναισθήματα σου να σε παρασύρουν... Μην νομίζεις ότι και για μένα είναι εύκολο να την αποχωριστώ, αλλά για τον θεό, δύο σπίτια πιο πάνω θα είναι όχι στην άλλη άκρη του κόσμου...» με μάλωσε και γελάσαμε ταυτόχρονα ενώ εγώ χαλάρωνα ηττημένα... «Άφησε την να ανοίξει τα φτερά της Έντουαρντ, μην την πνίγεις άλλο» με παρακάλεσε και την κοίταξα δύσπιστα.

«Εγώ την πνίγω;» την ρώτησα και με κοίταξε έντονα στα μάτια.

«Όταν την έχεις περιορισμένη μέσα στο σπίτι όλη την ώρα και όταν βγαίνει την παίρνεις από πίσω, τι ακριβός κάνεις;» με ρώτησε και την κοίταξα αμυντικά.

«Ήθελα μόνο να είναι ασφαλής» δικαιολογήθηκα και μου γέλασε.

«Άσε τα ψόφια Έντουαρντ, σε μένα μιλάς... Το μόνο που ήθελες ήταν να βεβαιωθείς ότι δεν θα σου την αποπλανήσει κανένας...»

«Και ο μπάσταρδος τα κατάφερε... και για όλα φταις εσύ που την κάλυπτες και της έκανες και πλάτες από πάνω» την κατηγόρησα αλλά δεν ίδρωσε το αυτί της.

«Πραγματικά πίστευες ότι δεν θα το έκανα από την στιγμή που δεν μπορούσαμε αλλιώς να σου δώσουμε να καταλάβεις ότι δεν είναι πια πέντε μηνών όπως την έχεις εσύ ακόμα στο μυαλό σου;...» της γύρισα την πλάτη και σφίγγοντας τα χέρια μου σε μπουνιές παρέμεινα στην σιωπή για να μην της σούρω περισσότερα... «Έντουαρνττττ...» είπε παρακλητικά και καθώς ήρθε ξανά μπροστά μου με κοίταξε τρυφερά... «Και εγώ πονάω που δεν θα την έχω όπως και πριν αλλά ξέρω ότι είναι αυτό που θέλει και το σέβομαι... Σε εκλιπαρώ, κάνε και εσύ το ίδιο, άφησε την να ζήσει την δική της ζωή, να κάνει τα δικά της όνειρα, τα δικά της λάθη και αν νιώσει ότι δεν είναι αυτό που τελικά ήθελε, εμείς πάλι θα είμαστε εδώ να την στηρίξουμε για να σταθεί ξανά στα πόδια της»

«Μα είναι τόσο έξυπνη... Αυτήν την στιγμή θα έπρεπε να ετοιμάζεται για να πάει να σπουδάσει στο πιο καλό πανεπιστήμιο της χώρας, αν το ήθελε μέχρι και στην ΝΑΣΑ θα μπορούσε να είχε μπει τώρα και εκείνη... εκείνη διαλέγει αυτό; Διαλέγει να γίνει νοικοκυρά;» την ρώτησα χωρίς να είμαι ικανός να το χωνέψω ακόμα.

«Αυτό την γεμίζει» μου γύρισε η Μπέλλα και δεν ήξερα τι άλλο να πω... τα είχα εξαντλήσει όλα και ακόμα εκείνες δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν πόσο λάθος είναι όλο αυτό.

«Δεν ξέρω τι άλλο να πω...» είπε τελικά κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά και εκείνη τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου με κοίταξε ικετευτικά.

«Δεν χρειάζεται να πεις κάτι άλλο αγάπη μου, αυτό θέλει και ότι και να πούμε εμείς, ότι και να κάνουμε, θα το κάνει είτε με την συγκατάθεση μας ή χωρίς... Αυτό θες; Να το κάνει χωρίς την συγκατάθεση μας και να την χάσεις για πάντα;» με ρώτησε και αμέσως έσμιξα τα φρύδια μου με παράπονο και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά... «Τότε άρχισε να χαμογελάς» είπε με ένα τεράστιο χαμόγελο που άγγιζε τα μάτια της και έμεινα ξέπνοος να την κοιτώ.

«Χριστέ μου είσαι τόσο όμορφη» της είπα την σκέψη μου ανοιχτά και εκείνη γέλασε πιο τρανταχτά και χωρίς να αντέχω άλλο, συγκρατώντας την από την μέση, την κόλλησα απάνω μου και ενώνοντας τα χείλια μας άρχισα να την φιλώ με όλο το πάθος που μου ξύπναγε μέσα μου και εκείνη αμέσως μου το ανταπέδωσε με την ίδια φλόγα.

Το πάθος μας όπως και η αγάπη μας, ακόμα και μετά από δεκαεννέα χρόνια που ήμασταν μαζί, δεν είχε σβήσει ούτε στο ελάχιστο αντιθέτως μπορώ να πω ότι είχε γίνει ακόμα πιο δυνατό και κάθε φορά που τα σώματα μας ακουμπούσαν το ένα το άλλο, πάντα παίρνανε φωτιά και έκαιγαν την λογική μας... Γυρίζοντας το σώμα της προς το έπιπλο του καθρέφτη, έριξα κάτω με το χέρι μου ότι είχε απάνω και ανασηκώνοντας την, την έβαλα να κάτσει απάνω του, και σφίγγοντας την απάνω μου συνέχισα το φιλί μας πιο παθιασμένα από πριν... Ένιωθα ότι θα εκραγώ, την είχα τόσο ανάγκη και εκείνη καταλαβαίνοντας το δεν μου το αρνήθηκε αλλά η χαρά μου δεν κράτησε για πολύ, η Ρένεσμι μπαίνοντας μέσα στο δωμάτιο, χωρίς καμία προειδοποίηση, μας κοίταξε έντρομη και άρχισε να τσιρίζει.

«Μπαμπααααααααααα» φώναξε και διακόπτοντας το φιλί μας, γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της εξαγριωμένος.

«Ακόμα δεν έχεις μάθει να χτυπάς την πόρτα πριν μπεις;» την ρώτησα και εκείνη κοίταξε την μαμά της για συμπαράσταση.

«Δεν το πιστεύω ότι μου το κάνετε αυτόοοοο» φώναξε με πείσμα καθώς χτύπαγε το πόδι της στο πάτωμα, σαν να ήταν κανένα πεντάχρονο και αυτό έφτασε για να με κάνει χειρότερο.

«Δεν φτάνει που τα έχεις κάνει σαν τα μούτρα σου τώρα τολμάς να μας την λες και από πάνω;... Σε μια γαμημένη ώρα είναι αυτός ο περιβόητος γάμος πια... τι φοβάσαι μην αργήσουμε και χάσουμε το κελεπούρι;...» της γύρισα πίσω και εκείνη με κοίταξε σοκαρισμένη στα μάτια και άρχισε να τρέχει κλαίγοντας, κρατώντας το νυφικό στα χέρια της ενώ φώναζε την Άλις για συμπαράσταση... «Έχε χάρη κακομοίρα μου που είσαι έγκυος αλλιώς θα σου έλεγα εγώ... Τώρα όχι μόνο γάμο δεν θα έβλεπες αλλά ούτε και τον έξω κόσμο... Εσώκλειστη σε ιδιωτικό θηλέων θα σε έκλεινα με μοναδικούς επισκέπτες του γονείς σου και μετά να σε έβλεπα αν θα κατάφερνες να πας να γκαστρωθείς με τον πρώτο τυχόντα» ξέσπασα και η Μπέλλα προλαβαίνοντας με στην πόρτα την έκλεισε και με κοίταξε κατηγορηματικά και αμέσως κατάλαβα ότι πλέον το είχα παρακάνει.

«Δεν μπορώ να το χωνέψω Μπέλλα... απλά δεν μπορώ» είπα προς υπεράσπιση μου και πιάνοντας το κεφάλι μου, άρχισα να παίρνω βαθιές ανάσες για να καλμάρω την ένταση μου.

«Πάω να την ηρεμήσω πριν κάνει καμία κουταμάρα, και θα την στείλω να ζητήσεις συγνώμη» απαίτησε χωρίς να δέχεται αντίρρηση γι’ αυτό και κλείνοντας την πόρτα πίσω της με δύναμη με άφησε για λίγο μόνο.

Την στιγμή που καθόμουν στο κρεβάτι και έβαζα τα παπούτσια μου η πόρτα χτύπησε και πήρα μια βαθιά ανάσα.

«Ναι;» απάντησα και μόλις άνοιξε η πόρτα είδα την Ρένεσμι να παραμένει στο κατώφλι φοβερά νευριασμένη... «Έλα εδώ» της είπα παρακλητικά ενώ έτεινα το χέρι μου προς το μέρος της.

«Μια χαρά σε ακούω και από εδώ» μου γύρισε καθώς σταύρωνε τα χέρια της στο στήθος πεισματικά... Άφησα την ανάσα μου να βγει από μέσα μου βαριά και την κοίταξα γελώντας ενώ σηκώθηκα και την πλησίασα.

«Έλα εδώ βρε πεισματάρικο μου» της είπα πιο απαλά και καθώς την τράβηξα στην αγκαλιά μου, έκλεισα την πόρτα πίσω της και την παρέσυρα προς το κρεβάτι... Αφού έκατσα πρώτος, την βόλεψα πάνω στα πόδια μου και εκείνη έγειρε το κεφάλι της πάνω στον ώμο μου ζητώντας μου παρηγοριά και εγώ την φίλησα απαλά στην κορυφή του κεφαλιού της.

«Συγνώμη... ήμουν απαράδεκτος και ξέρεις ότι δεν τα εννοούσα αλλά θέλω να καταλάβεις Ρένεσμι ότι θέλω μόνο το καλό σου» της είπα και εκείνη ανασηκώνοντας το κεφαλάκι της, με κοίταξε με παράπονο στα μάτια... «Καταλαβαίνω ότι είσαι πάνω στον ενθουσιασμό και δεν μπορείς να δεις καθαρά, αλλά καρδιά μου είσαι τόσο έξυπνη που αν ήθελες θα μπορούσες τώρα να ήσουν στο καλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας και να σπουδάζεις και όχι να κλειστείς μέσα σε τέσσερεις τοίχους και να υπηρετείς άλλους»

«Μα αυτό είναι που θέλω μπαμπά και όχι μια οποιαδήποτε καριέρα... γιατί δεν μπορείς να με καταλάβεις;» είπε για άλλη μια φορά και την κοίταξα έντονα στα μάτια.

«Ίσως γιατί η μητέρα σου έχει δίκιο... Ίσως γιατί όταν σε κοιτάω ακόμα βλέπω εκείνο το πεντάμηνο μωράκι που κράτησα για πρώτη φορά στην αγκαλιά μου και απλά δεν μπορώ να πιστέψω ότι εκείνο το μωράκι τώρα περιμένει το δικό της μωρό» της είπα απολογητικά και τα μάτια της αμέσως βούρκωσαν και πέφτοντας στην αγκαλιά μου με έσφιξε κοντά της και εγώ της το ανταπέδωσα φιλώντας την απαλά πάνω στα μαλλάκια της.

«Είναι αγόρι» μου ψιθύρισε και την ανάγκασα να με κοιτάξει.

«Αλήθεια;» την ρώτησα και εκείνη σκουπίζοντας προσεκτικά τα δάκρυα της, με το πιο λαμπερό βλέμμα που είχα δει ποτέ από εκείνην, κατένευσε και ένιωσα την καρδιά μου να γίνεται χίλια κομμάτια... Πως μπόρεσα ο κακούργος να πληγώσω αυτήν την ψυχούλα; Πως μπόρεσα να της καταστρέψω την πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής της;
«Είσαι σίγουρη γι’ αυτό; Απόλυτα σίγουρη;» την ρώτησα για τελευταία φορά και εκείνη με κοίταξε σοβαρά.

«Πιο σίγουρη από ποτέ» μου είπε με βεβαιότητα και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει από μέσα μου ήρεμα, της σκούπισα απαλά τα δάκρυα της και φέρνοντας την κοντά μου της έδωσα ένα απαλό φιλί πάνω στο μέτωπο της καθώς της έλεγα.

«Τότε πάμε να ετοιμαστούμε να φύγουμε για να μην κάνουμε να περιμένει και ο...» εκείνη αμέσως με κοίταξε προειδοποιητικά και χαμογέλασα... «Γαμπρός μας...» συμπλήρωσα και εκείνη μου χαμογέλασε με ένα τεράστιο χαμόγελο... «Χριστέ μου είσαι τόσο όμορφη όταν χαμογελάς... Μην χάσεις ποτέ αυτό το χαμόγελο» την παρακάλεσα και εκείνη μου χάιδεψε απαλά το πρόσωπο μου.

«Σ’ αγαπάω μπαμπούλι μου» είπε και την έκλεισα για άλλη μια φορά στην αγκαλιά μου.

«Και εγώ σ’ αγαπώ πριγκίπισσα μου... Πάντα θα σ’ αγαπώ και πάντα θα είμαι εδώ για σένα»

«Το ξέρω μπαμπά μου... Το ξέρω» μου είπε και αφού καταφέραμε να ηρεμήσουμε λίγο, τελικά σηκωθήκαμε και αφού ετοιμαστήκαμε, πήραμε τα αυτοκίνητα και πήγαμε προς την εκκλησία όπου θα γινόταν το μυστήριο.

Καθώς προχωράγαμε προς τον διάδρομο κοίταξα για λίγο γύρω μου και μόλις η ματιά μου έπεσε πρώτα στον Τεό και μετά στην Ρόουζ και την Έλενα που ήταν δίπλα του, τους κοίταξα στα μάτια με ευγνωμοσύνη και εκείνοι μου ανταπέδωσαν το βλέμμα τους ζεστά και γυρίζοντας την ματιά τους προς στην Ρένεσμι μου που κράταγε σφιχτά το μπράτσο μου εκείνη τους χαμογέλασε με το πιο γλυκό της χαμόγελο και γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου, χτύπησα απαλά το χέρι της που ήταν περασμένο γύρω από το μπράτσο μου και με πιο αποφασιστικά βήματα πλησιάσαμε μαζί το ιερό.

Μόλις είδα τον γαμπρό μου για να είμαι ειλικρινής για λίγο πάγωσα, ακόμα και τώρα δεν μπορούσα να πιστέψω ότι κατάφερε να μου την κλέψει μέσα από την αγκαλιά μου αλλά γυρίζοντας την ματιά μου προς την Μπέλλα μου και την είδα να μου γνέφει θετικά κοιτώντας με, με κατανόηση... πήρα μια βαθιά ανάσα και γύρισα προς την Ρένεσμι μου.

«Θέλω να μου είσαι μόνο ευτυχισμένη» της είπα και εκείνη μου χαμογέλασε συγκινημένη.

«Είμαι μπαμπούλι μου» μου ανταπέδωσε και αφού άφησα ένα παρατεταμένο φιλί πάνω στην κορυφή του κεφαλιού της, γύρισα προς τον γαμπρό μου και τον κοίταξα προειδοποιητικά.

«Σου την παραδίδω αλλά αν τολμήσεις να μου την πληγώσεις...» όλη όσοι ήταν μέσα στην εκκλησία γέλασαν αλλά ο γαμπρός μου όχι.

«Για μένα η Ρένεσμι είναι η αρχή, η μέση και το τέλος μου, δεν θέλω τίποτα περισσότερο από το να την κάνω ευτυχισμένη» μου απάντησε απόλυτα σοβαρός και κρατώντας το χέρι της Ρένεσμις μέσα στο δικό μου, το έτεινα προς το μέρος του αλλά μόλις εκείνος το έπιασε συγκράτησα και τα δύο ταυτόχρονα χωρίς να σταματάω να τον κοιτάζω.

«Μπαμπαααα» είπε η Ρένεσμι μέσα από τα δόντια της αλλά δεν της έδωσα καμία σημασία.

«Το καλό που σου θέλω» είπα την τελευταία μου κουβέντα και αφήνοντας τα χέρια τους και πήγα δίπλα στην Μπέλλα μου για να ξεκινήσει το μυστήριο, η Μπέλλα μου πέρασε το χέρι της γύρω από το μπράτσο μου και η Άλις περνώντας το χέρι πίσω από την πλάτη της Μπέλλας με χάιδεψε απαλά στην πλάτη και κοιτώντας τες και της δύο, έσφιξα κοντά μου το χέρι της Μπέλλας για να πάρω δύναμη, όταν όμως η Ρένεσμι μου γύρισε το προσωπάκι της προς το μέρος μου ένιωσα να λυγίζω.

«Σ’ αγαπώ» μου ψιθύρισε άηχα και της χαμογέλασα.

«Και εγώ σ’ αγαπώ» της ανταπέδωσα και η Μπέλλα μου μου έτριψε τον ώμο και μόλις καθίσαμε στις καρέκλες έγειρε το κεφάλι της πάνω στον ώμο μου και εγώ πήρα μια ανακουφιστική ανάσα.

«Όλα θα πάνε καλά» μου ψιθύρισε και την κοίταξα στα μάτια και χωρίς να είμαι ικανός να μιλήσω της κατένευσα και της ανταπέδωσα το χαμόγελο της χαϊδεύοντας την απαλά στο πρόσωπο.

«Το καλό που του θέλω, αλλιώς δεν πρόκειται αυτήν την φορά να μου γλυτώσει» της ψιθύρισα πίσω με πείσμα και εκείνη γελώντας κουνώντας το κεφάλι της απηυδισμένα με σκούντησε και αφού γέλασα και εγώ τελικά κατάφερα να χαλαρώσω και να απολαύσω την υπόλοιπη τελετή με πιο ελαφριά καρδιά.

~ Τέλος ~

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA