Ετικέτες

Πέμπτη 15 Μαρτίου 2012

Haunted Love M2o "15. Χρόνος... εχθρός ή σύμμαχος;"



Ο χρόνος λένε ότι γιατρεύει όλες τις πληγές... ένας σύμμαχος για όλα όσα βασανίζουν την ψυχή μας ώστε να απαλύνει όλες μας τις πληγές... Αν ρωτήσετε την γνώμη μου, θα σας πω ότι είναι αηδίες... Ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος αλλά εχθρός μας, δεν γιατρεύει τίποτα, μόνο καταλαγιάζει όλα όσα μας πνίγουν αλλά δεν σε γιατρεύει ποτέ.

Όταν έχεις νιώσει στο πετσί σου μια αγάπη τόσο δυνατή όπως ένιωσα εγώ... αν αυτή η αγάπη έχει ριζώσει τόσο βαθιά μέσα σου, πως μπορείς έτσι απλά να την ξεπεράσεις;... Δεν ξεπερνιέται, δεν ξεχνιέται, δεν πάει παρακάτω... παραμένει εκεί και σε τρώει σιγά, σιγά... σαν την ρίζα ενός δέντρου που όσο βαθιά και να σκάψεις και να την ξεριζώσεις ποτέ δεν θα καταφέρεις να την ξεφορτωθείς για πάντα... πάντα θα παραμένει εκεί και με οποιονδήποτε τρόπο θα βρει τον τρόπο να ξανά αναζωογονηθεί, θα βρει τον τρόπο να αναπτυχθεί για να καταφέρει να βγει στην επιφάνεια και να σου υπενθυμίσει ότι υπάρχει... ότι είναι εδώ και όσο εσύ και να την κόβεις εκείνη πάντα θα βρίσκει τον τρόπο να ξεφυτρώνει.

Όσο και να μην ήθελα να το παραδεχτώ, η αγάπη μου για την Μπέλλα... η ίδια η Μπέλλα, με είχε αλλάξει ριζικά.

Με την βοήθεια της Άλις όλα γυρίσανε στους φυσιολογικούς τους ρυθμούς και εγώ γύρισα σε αυτό που ήμουν πριν γνωρίσω εκείνην... Τίποτα δεν ήταν εύκολο αλλά δεν ήταν και ακατόρθωτο... Με το να βγάζω όλο μου το άχτι στα άτυχα θύματα μου... ο πόνος άρχισε να καταλαγιάζει, άρχισε σταδιακά να μου φέρνει την ισορροπία που τόσο επιζητούσα... Δεν μπορούσα να εκδικηθώ αυτούς που πραγματικά το άξιζαν αλλά μπορούσα τουλάχιστον να ξεσπώ σε όλους τους άλλους που ίσως να μην το άξιζαν ή μπορεί και να τους άξιζαν αλλά όχι από τα δικά μου χέρια... Δεν με ένοιαζε πια να μάθω, εκείνοι διέταζαν και εγώ εκτελούσα... με πάθος, με μίσος, με τέτοια αποτελεσματικότητα που όμοια της δεν είχε υπάρξει ποτέ ξανά... και έτσι απλά έγινα ξανά η μαύρη ψυχή που όλοι ξέρανε και όλοι ήταν ικανοποιημένοι …Και εγώ;... Εγώ τι θα μπορούσα να πω ότι είμαι ικανοποιημένος; Ευτυχισμένος; Ολοκληρωμένος;... Δεν είχα απάντηση γι’ αυτό.

Οι μήνες περνάγανε, τα πάντα γυρίσανε στο πριν αλλά το αγκάθι της πληγής μου δεν έλεγε να φύγει... ήταν πάντα εκεί να μου σκαλίζει την πληγή να την ματώνει με την πρώτη ευκαιρία αλλά εγώ είχα μάθει πια να την αγνοώ.

Με τα ανυποψίαστα θύματα μου, να πέφτουν σαν μαγεμένα στην αγκαλιά μου, είχα βρει ξανά τον εαυτό μου, είχα βρει μια διέξοδο ώστε να καλύπτω και αυτό το κομμάτι αλλά ακόμα και εκεί τίποτα δεν ήταν το ίδιο... τόσο ανούσιο, τόσο δήθεν... Είχα μετατραπεί σε μια μηχανή του σεξ... που πολλές φορές με έκανε να νιώθω ακόμα και σαν ρομπότ... αλλά δεν με ένοιαζε ούτε και αυτό... μου έφτανε απλά που ξεσπούσα.

Στο σπίτι είχα γίνει ένα φάντασμα... πότε ερχόμουν και πότε έφευγα η Άλις πολλές φορές δεν το καταλάβαινε καν... και πάντα η παρουσία μου την τρόμαζε αλλά ποτέ δεν τα έχανε... Πάντα κρατούσα τις αποστάσεις μου και από τις δύο τους... κλεισμένος με τις ώρες μέσα στο γραφείο ή το γυμναστήριο περνούσα όλες τις ώρες που βρισκόμουν εκεί... Απλά τις αγνοούσα, έκανα ότι δεν υπήρχαν και αυτό με βοηθούσε ακόμα περισσότερο στο να κρατώ τις ισορροπίες μου.

Το πρώτο διάστημα δεν την εμπιστευόμουν αλλά ψάχνοντας το παρελθόν της κατάλαβα ότι πράγματι ήταν ένα θύμα και για χάρη του Τεό, τελικά πήρα την απόφαση να την βοηθήσω όπως εκείνος μου είχε ζητήσει... Για όλους όσους την ήξεραν η Μαράϊα Μεντρόσα όπου ήταν και το πραγματικό της όνομα, ετών 16, είχε πλέον πεθάνει και στην θέση της η Άλις Μπράντον είχε γεννηθεί και έκανε ένα νέο ξεκίνημα... Η πλάκα είναι ότι το έσκασε από το σπίτι των θετών της γονιών όπου προσπαθούσαν να την κάνουν εγκληματία για να έρθει να δουλέψει για έναν επαγγελματία δολοφόνο... αν αυτό δεν είναι ειρωνεία της τύχης τότε τι είναι;... Εννοείτε ότι δεν την έμπλεξα στην δουλειά... την παρουσίασα σαν γκόμενα – Φυσικά μεταξύ μας δεν υπήρχε τίποτα τέτοιο... Στα δικά μου μάτια η Άλις θα είναι πάντα ένα μικρό παιδί και έτσι θα παραμείνει και σε καμία περίπτωση μέσα σε αυτό το σπίτι δεν πρόκειται να μπει καμία άλλη γυναίκα για οποιονδήποτε λόγο - και έτσι έληξε εκεί το θέμα... Όσο δεν την βλέπουν μαζί μου στις αποστολές, τότε δεν τίθεται θέμα για να την ανακατέψουν στην υπηρεσία μου και έτσι θα μπορέσω να την κρατήσω περισσότερο... τόσο όσο φυσικά χρειάζεται για να περάσει λίγο ο καιρός ώστε να δώσω την μικρή σε μια άλλη οικογένεια... μετά θα έβλεπα τι θα την έκανα.

Όσο για την μικρή, δεν είχε αλλάξει απολύτως τίποτα... για μένα απλά δεν υπήρχε, ή να το πω πιο σωστά, απλά ήταν μια φιλοξενούμενη που πολύ σύντομα θα βρισκόταν στα χέρια κάποιον που θα μπορούσαν να την μεγαλώσουν όπως της αξίζει... με αγάπη.

Ο Τεό και η Άλις, κάνουν τα πάντα για να μου αλλάξουν γνώμη αλλά για μένα η καρδιά μου άνοιξε μια φορά και ακόμα αιμορραγεί και σε καμία περίπτωση δεν θα επιτρέψω αυτό να ξαναγίνει... Μια για πάντα την σφράγισα και θα παραμείνει κλειστεί μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Τους πρώτες μήνες όλα είχα βρει το δρόμο τους αλλά η Άλις έπρεπε να συνεχίσει το σχολείο, σε αυτό ήμουν κάθετος... δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι θα παρατούσε την μόρφωση της εξαιτίας μου και ας είχε χάσει την τελευταία χρονιά και έτσι κάναμε μια συμφωνία... Μέχρι να ξεκινήσει η νέα σχολική χρονιά, μαζί καλύψαμε όλη την ύλη που είχε χάσει και ευτυχώς για μένα ήταν πραγματικά σπίρτο και δεν με δυσκόλεψε καθόλου... έτσι όταν ήρθε η ώρα να δώσει εξετάσεις στο ιδιωτικό σχολείο που την είχα γράψει με έβγαλε ασπροπρόσωπο και την δέχτηκαν με την πρώτη, όμως όταν το Σεπτέμβριο ξεκίνησαν τα μαθήματα αναγκαστικά εγώ ήμουν αυτός που κράταγε την μικρή τα πρωινά... Καλά μην φανταστείτε ότι έκανα και πολλά... Η Άλις της έδινε το πρωινό της γάλα πριν φύγει για το σχολείο και την υπόλοιπη ώρα περισσότερο θα έλεγα ότι την απασχολούσε και την πρόσεχε ο Φλικ παρά εγώ... Της έδινα τα αλεσμένα της φρούτα που λάτρευε και δεν με δυσκόλευε καθόλου, της άλλαζα την πάνα της όταν χρειαζόταν και την υπόλοιπη ώρα απλά υπήρχα για να υπάρχω μέσα στον ίδιο χώρο που ήταν και εκείνη μόνο και μόνο για να την επιβλέπω, ή με ένα βιβλίο ή με τον υπολογιστή μου να δουλεύω ασταμάτητα... Φυσικά εκείνη έκανε τα πάντα για να μου αποσπάσει την προσοχή αλλά μια, δυο, τρεις, όταν καταλάβαινε ότι κανένα από τα τερτίπια της δεν πέρναγαν σε μένα, τελικά το έπαιρνε απόφαση και τα παρατούσε... Όταν όμως καμία φορά η Άλις έπρεπε να αργήσει τότε τα πράγματα γινόντουσαν απελπιστικά... με το φαγητό είχε ένα θέμα, τι ένα δηλαδή καλύτερα να πω τεράστιο... Αυτό το παιδί αν ήταν στο χέρι της θα μεγάλωνε μόνο με γάλα δεν θα έπινε τίποτα άλλο.

Μια από αυτές τις μέρες ήταν και η σημερινή...

Αφού ετοίμασα το φαγητό της και την έβαλα να κάτσει στο καρεκλάκι φαγητού, πήρα το πιάτο στα χέρια μου και έκατσα στην καρέκλα που είχα τοποθετήσει απέναντι της προετοιμασμένος για όλα... Μόλις εκείνη είδε να βάζω στο μικρό κουτάλι το πολτοποιημένο φαγητό αμέσως αντέδρασε... Βάζοντας τα χέρια της πάνω στον δίσκο που ήταν μπροστά της, έγειρε όλο το σώμα της προς τα πίσω ενώ σφράγιζε το στόμα της με δύναμη.

«Άσε τα πείσματα και άνοιξε το στόμα σου» της είπα απευθείας και μόλις το κουτάλι ακούμπησε πάνω στα χείλια της εκείνη άρχισε να το πηγαίνει το κεφάλι της αριστερά και δεξιά με μια γκριμάτσα αρνητισμού κάνοντας το πρόσωπο της χάλια με το περιεχόμενο του κουταλιού.

«Θα το πάμε με το καλό ή με το άγριο;» την ρώτησα σκληρά και αυτόματα ο Φλικ που ήταν στα πόδια μας ξαπλωμένος στο πάτωμα, σήκωσε το κεφάλι του και χωρίς να βγάλει άχνα, άρχισε να διαβάζει τις προθέσεις μου αλλά δεν κουνήθηκε σπιθαμή... Η μικρή όπως και το περίμενα συνέχισε με το ίδιο πείσμα να το αρνείται.

Βάζοντας το πιάτο πάνω στο τραπέζι για να μην το φτάνει, γέμισα ξανά το κουτάλι της και κρατώντας σταθερό το πρόσωπο της ώστε να μην μπορέσει να το γυρίσει, προσπάθησα ξανά.

«Άνοιξε το στόμα σου...» είπα επιβλητικά και εκείνη αμέσως με κοίταξε ικετευτικά... «Άνοιξε το πριν σου το ανοίξω εγώ» συνέχισα πιο σκληρά και με κοίταξε σαν κουτάβι ενώ τα μάτια της αμέσως υγράνθηκαν και ήταν έτοιμα να ξεχειλίσουν... Τα κροκοδείλια δάκρυα τα έχετε ακουστά; Η μικρή τα έχει στο τσεπάκι.

«Γκααα...» πήγε να παραπονεθεί και βρίσκοντας την ευκαιρία έχωσα το κουτάλι μέσα στο στόμα της πριν τελειώσει την φράση της και εκείνη αμέσως έκανε μια γκριμάτσα αηδίας χωρίς να κλείνει το στόμα.

«Αν φας το φαγητό σου, θα σου φτιάξω και γάλα... Τώρα τρώγε» της είπα επιβλητικά και μόλις έκλεισε το στόμα της εκείνη αντί να το φάει, το έφτυσε δυνατά κάνοντας μας και τους δύο χάλια.

Έκλεισα τα μάτια για να μην αντιδράσω και παίρνοντας την πετσέτα που είχα στα πόδια μου, άρχισα να καθαρίζω το πρόσωπο μου κρατώντας την ανάσα μου.

«Αφού το θες με το άγριο, θα το πάμε με το άγριο» της είπα αλλά εκείνη είχε ήδη αρχίσει να αντιδράει.

«Γκααα... μπα... Γκααααααα» απαιτούσε ενώ χτύπαγε με μανία τα πόδια της πάνω στο πλαστικό που ήταν πίσω από τα πόδια της.

«Πρώτα θα φας» της απάντησα χωρίς να κάνω πίσω και μόλις γέμισα ξανά το κουτάλι, κράτησα ξανά το κεφάλι της σταθερό και εκείνη αμέσως έκλεισε το στόμα της και προσπαθούσε να το αποφύγει... «Άνοιξε το το ρημάδι, κακομαθημένο, πριν σου το ανοίξω εγώ και τότε θα δεις την γλύκα» την απείλησα και ο Φλικ αμέσως σηκώθηκε και με κοίταξε απειλητικά αλλά χωρίς πάλι να βγάζει άχνα.

«Γκααααα...» ούρλιαζε απελπισμένα και κλέβοντας για άλλη μια φορά την ευκαιρία, έχωσα το κουτάλι στο στόμα της και πριν προλάβει εκείνη να το φτύσει της έκλεισα το στόμα με το χέρι μου και την κοίταξα επιβλητικά.

«Τρώγε...» απαίτησα αλλά εκείνη δεν έκανε καμία προσπάθεια... «Φάτο τώρα...» συνέχισα με περισσότερο πείσμα και τα μάτια της αμέσως ξεχείλισαν ενώ συνέχιζε να το κρατάει μέσα στο στόμα της καθώς προσπαθούσε απελπισμένη να ξεφύγει από το σφιχτό μου κράτημα... «Τρώγε γαμώ το κέρατο μου... τρώγε μην σου πάρει ο διάολος τον πατέρα» απαίτησα ξανά μέσα από τα δόντια μου και ο Φλικ άρχισε να γρυλίζει προειδοποιητικά καθώς έπαιρνε θέση ετοιμότητας... «Σκάσε και εσύ και κάτσε κάτω» απαίτησα αλλά εκείνος δεν έκανε πίσω, ήξερε ότι είχα ήδη ξεπεράσει τα όρια μου.

Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται δεν λένε;... Έτσι και η δική μου... Δεν μου έφτανε που δεν είχα κοιμηθεί καθόλου εξαιτίας των ονείρων που είχαν αρχίσει να με βασανίζουν αλύπητα με την Μπέλλα να έρχεται στα όνειρα μου για να με κατηγορεί για όλα μου τα λάθη... Δεν μου έφτανε που είχα να παραδώσω σήμερα τα σχέδια που μου είχαν ζητήσει και εξαιτίας της μικρής, έτσι όπως το πήγαινε, δεν θα προλάβαινα να τα παραδώσω... από πάνω είχα και όλη την ιεροτελεστία του φαγητού... και επιπλέον είχα και να την ακούω να με φωνάζει και μπα... Άτιμη Άλις εσύ φταις για όλα... τόσες φορές της έχω πει να μην την μαθαίνει να με φωνάζει μπαμπά αυτή εκεί... Τα όρια μου στενέβανε και ένιωθα ότι το ξέσπασμα μου ήταν πολύ κοντά... ο Φλικ με προειδοποιούσε και όφειλα να τον ακούσω πριν ξεφύγω τελείως.

Βγάζοντας το χέρι μου από το στόμα της εκείνη για άλλη μια φορά το έφτυσε και πριν κάνω τα πράγματα χειρότερα, βάζοντας το πιάτο πάνω στο δίσκο που είχε το καρεκλάκι της, της έδωσα το κουτάλι και μόλις εκείνη το κράτησε στα χέρια της... σηκώθηκα όρθιος.

«Φάτο μόνη σου» της είπα και προσπερνώντας τον Φλικ, με γρήγορα βήματα πήγα μέχρι την πόρτα της κουζίνας, την άνοιξα και βγήκα έξω ώστε να μπορέσω να πάρω μια ανάσα για να ηρεμίσω.

Μέσα από την κουζίνα άκουγα τον χαμό που έκανε η μικρή ενώ έκλαιγε απαρηγόρητη καθώς απαιτούσε να της κάνω γάλα, χτυπώντας τα χέρια και τα πόδια της πάνω στο καρεκλάκι... αλλά εγώ δεν της έδινα καμία σημασία... Όταν αφήνεις τα πράγματα να τα ελέγχουν άλλοι αυτά παθαίνεις... την έχει κάνει τόσο κακομαθημένη που πραγματικά δεν αντέχεται άλλο... αλλά ως εδώ, δεν μπορεί ένα σκατό να κάνει ότι θέλει, αυτό είναι απαράδεκτο.

Ο χαμός από μέσα συνεχιζόταν αλλά εγώ δεν έκανα καμία κίνηση να πάω να την ελέγξω μέχρι που άκουσα έναν μεγάλο κρότο και ταυτόχρονα το σπαρακτικό κλάμα του Φλικ με αφύπνισε και τρέχοντας μπήκα ξανά μέσα και για λίγο έμεινα σοκαρισμένος να τους κοιτώ.

Από το πείσμα της η μικρή είχε καταφέρει να ρίξει το καρεκλάκι κάτω και ο Φλικ για να την προστατέψει ώστε να μην χτυπήσει μιας και που ήταν δεμένη πάνω στο καρεκλάκι και έπεσε μαζί του, έβαλε το σώμα του ακριβός στο σημείο που ήταν η ίδια και το καρεκλάκι τον πλάκωσε με αποτέλεσμα εκείνος τώρα να σφαδάζει στον πόνο.

Έτρεξα γρήγορα κοντά τους και αφού σήκωσα το καρεκλάκι, χωρίς να δίνω καμία σημασία στα κλάματα της, έσκυψα πάνω από τον Φλικ και προσπάθησα να δω αν είχε χτυπήσει πουθενά... Μόλις τον ακούμπησα εκείνος αυτόματα έβγαλε μια σπαρακτική κραυγή.

«Σσσσς... αγόρι μου θα γίνεις καλά...» του είπα αυτόματα ενώ του χάιδευα το κεφάλι παρηγορητικά και ακούγοντας την μικρή να κλαίει και να οδείρετε μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι και γύρισα προς την μεριά της αλλόφρων

«Σκάσε κωλόπαιδο... εσύ φταις για όλα» εκείνη την ώρα η Άλις που είχε μόλις μπει στο σπίτι έτρεξε αλαφιασμένη προς το μέρος μας.

«Τι συναίβει;» ρώτησε τρομοκρατημένη ενώ πήγαινε κατευθείαν προς την μικρή αλλά εγώ χωρίς να της δίνω καμία σημασία... παίρνοντας στα χέρια μου τον Φλικ άρχισα να τρέχω.

Βάζοντας τον στο πίσω κάθισμα του Χάμερ, μπήκα στην θέση του οδηγού και άρχισα να τρέχω σαν τρελός... φτάνοντας στην κλινική μικρών ζώων πάρκαρα όπου βρήκα και παίρνοντας ξανά στην αγκαλιά μου έτρεξα μέχρι μέσα... Δεν αιμορραγούσε πουθενά και αυτό με έκανε ακόμα πιο ανήσυχο... μόλις μπήκα άρχιζα να φωνάζω και να ωρύομαι για να τον φροντίσουν πιο γρήγορα και μόλις τον έβαλαν στο χειρουργείο έμεινα απέξω να πηγαίνω πάνω κάτω σαν τρελός αφού πρώτα τους βοήθησα να τον κοιμίσουν μιας και που από τον πόνο είχε γίνει αγρίμι... Οι ώρες περνούσαν και εγώ ένιωθα σαν λιοντάρι σε κλουβί... δεν με χωρούσε ο τόπος... προσπαθούσα να μάθω για την κατάσταση του αλλά κανείς δεν μου έλεγε τίποτα και όσο η ώρα περνούσε τόσο τα νεύρα μου τα παίζανε περισσότερο...

Μόνο να γινόταν καλά... τίποτα άλλο δεν με ένοιαζε... δεν θα άντεχα να τον χάσω και εκείνον όχι ακόμα... Ήξερα ότι δεν θα τον είχα για πάντα αλλά απλά ευχόμουν να τον έχω όσα περισσότερα χρόνια θα μπορούσα περισσότερο... Ήταν ο μονός που με καταλάβαινε ακόμα και με μια ανάσα μου, ο μόνος που μου είχε απομείνει... αν τον έχανα και εκείνον τότε σίγουρα αυτήν την φορά θα έχανα τον εαυτό μου για τα καλά.

Όταν επιτέλους ο γιατρός βγήκε και με ενημέρωσε ότι θα γίνει καλά... ένιωσα την καρδιά μου να πηγαίνει στην θέση της και ανακουφισμένος πια με περισσότερη ψυχραιμία τον άφησα να με ενημερώσει για την γενική του κατάσταση... Πιθανόν να του έμενε κουσούρι γιατί είχε σπάσει τον γοφό του αλλά εμένα δεν με ενδιέφερε καθόλου... το μόνο που με ένοιαζε ήταν ότι θα γινόταν καλά.

Μου ζήτησαν να τον κρατήσουν για ένα εικοσιτετράωρο και το δέχτηκα... φυσικά δεν έφυγα στιγμή από δίπλα του και αφού μας άφησαν επιτέλους να φύγουμε, για να αντέξει την μετακίνηση, τον νάρκωσαν και γυρίσαμε σπίτι... Φτάνοντας, τον πήρα στην αγκαλιά μου απαλά και τον ανέβασα μέχρι το δωμάτιο του, μόλις τον άφησα απαλά στο κρεβάτι του, του χάιδεψα απαλά το κεφάλι του και αφήνοντας τον να ξεκουραστεί βγήκα από το δωμάτιο του και είδα την Άλις να με περιμένει εκεί με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος της.

«Είναι καλά;» ρώτησε και κατένευσα χωρίς να πω κάτι άλλο για απάντηση ενώ γυρίζοντας την πλάτη μου άρχισα να πηγαίνω προς το δωμάτιο μου, εκείνη όμως δεν τα παρατούσε, παίρνοντας με από πίσω συνέχισε.

«Δεν θα με ρωτήσεις...» ξεκίνησε και γύρισα απότομα προς την μεριά της.

«Είμαι άυπνος και κουρασμένος, γι αυτό αν δεν σου κάνει κόπο, ότι και να έχεις να πεις θα προτιμούσα να το κάνεις μια άλλη φορά» της είπα απότομα και εκείνη με κοίταξε σκληρά.

«Δεν θες να μάθεις αν χτύπησε;» ρώτησε δύσπιστα.

«Καρφί δεν μου καίγεται... εκείνη φταίει για όλα, είναι πολύ τυχερή που θα γίνει καλά... αλλιώς...»

«Αλλιώς τι Έντουαρτ;... Αλλιώς τι;... Για τον θεό είναι παιδί σου... πως μπορείς να λες ότι δεν σου καίγεται καρφί;» άρχισε να ωρύεται και την κοίταξα αδιάφορα.

«Τελείωσες;» την ρώτησα απαθέστατα και αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε για εκείνην.

«Άντε στον διάολο μαλάκα... Εγώ τελείωσα από εδώ... βγάλτα πέρα μόνος σου... και μην τολμήσεις να με ψάξεις ποτέ να με ξαναβρείς» είπε ενώ το πρόσωπο της είχε γίνει κατακόκκινο από τον θυμό που έβραζε μέσα της.

«Δεν το είχα σκοπό... τώρα ξεκουμπίσου από εδώ» της είπα με δηλητήριο στην φωνή μου και γυρίζοντας της την πλάτη μου κίνησα για το δωμάτιο μου και μόλις μπήκα μέσα στην τουαλέτα έκλεισα την πόρτα με δύναμη και άρχισα να ξεντύνομαι.


Κάνοντας ένα ντουζ, σκουπίστηκα καλά και φορώντας μια φόρμα και ένα τισερτ άνοιξα την πόρτα για να πάω στο δωμάτιο μου και το θέαμα μου αντίκρισα μου έκοψε το αίμα.

Η Ρένεσμι είχε μπει στο δωμάτιο μου και βρίσκοντας το όπλο μου που ήταν κρυμμένο στο πλαϊνό του κρεβατιού έπαιζε μαζί του ενώ έβγαζε διάφορα επιφωνήματα χαράς... Για πρώτη φορά στην ζωή μου πάγωσα στην θέση μου χωρίς να είμαι ικανός να αντιδράσω ενώ μέσα μου ούρλιαζα να μην το κάνει αλλά καμία λέξη δεν έβγαινε από τα χείλια μου... Εκείνη ενώ με έβλεπε ότι ήμουν μπροστά της δεν σταματούσε το παιχνίδι της και την στιγμή που την είδα να βάζει την κάνη στο στόμα της ξαφνικά το μυαλό μου πήρε φωτιά και έτρεξα να της το πάρω... Η συνέχεια που ακολούθησε με έκανε έστειλε πραγματικά στα θυμαράκια.

«Ρένεσμη όχιιιιι» φώναξα... καθώς με δύο βήματα έφτασα κοντά της και μόλις άκουσε την φωνή μου ακινητοποιήθηκε για μια στιγμή αλλά την στιγμή που της τράβηξα το όπλο από τα χέρια, εκείνη από την τρομάρα της πάτησε την σκανδάλη και άρχισε να τσιρίζει κλαίγοντας.

Η καρδιά μου πάγωσε... το σώμα μου νέκρωσε και μόλις κατάλαβα ότι η ασφάλεια του όπλου ήταν στην θέση του και τώρα δεν θρηνούσαμε θύματα... κρατώντας το όπλο στα χέρια μου κοίταξα για λίγο γύρω μου και μόλις το άφησα στο πιο ψιλό σημείο ώστε να σιγουρευτώ ότι δεν θα το ξαναβρεί για να το πάρει γύρισα κοντά της και την άρπαξα κατευθείαν στην αγκαλιά μου.

«Σσσς... μωρό μου... σσσς... εγώ φταίω όχι εσύ... μόνο εγώ...» έλεγα ενώ την κούναγα απαλά για να την ηρεμήσω αλλά είχε τρομάξει τόσο πολύ που η κακομοίρα δεν μπορούσε να ηρεμήσει καθόλου.

Με τα πόδια μου να μην με βαστάνε άλλο, έκατσα στο κρεβάτι και συγκρατώντας την πάνω στο στήθος μου, έβαλα το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στο δικό της και την παρηγορούσα όσο μπορούσα πάνω στον παραλήρημα μου.

«Εγώ φταίω μωρό μου... μην μου κλαίς... μόνο εγώ, εσύ δεν έκανες τίποτα» έλεγα και το κορμάκι της άρχισε σταδιακά να ηρεμεί από το τρέμουλο αλλά το κλάμα της δεν έλεγε να καταλαγιάσει... «Συγχώρεσε με μωρό μου... συγχώρεσε με» συνέχισα με τα μάτια μου να τα νιώθω μετά από τόσο καιρό για άλλη μια φορά υγρά... «Συγχώρεσε με» της έλεγα και εκείνη άρχισε σταδιακά να ηρεμεί.

«Μπα... μπα... μπα...» έλεγε μόνο και πήρα μια βαθιά ανάσα.

«Εδώ είμαι μωρό μου, δεν πρόκειται να σε αφήσω... μόνο ηρέμησε εντάξει;» της είπα και την ανάγκασα να με κοιτάξει αλλά εκείνη τραβώντας με τα μικροσκοπικά χεράκια της την μπλούζα μου έβαλε ξανά το κεφαλάκι της να ακουμπήσει πάνω στο στήθος μου ενώ ρούφαγε με δύναμη την μυτούλα της καθώς προσπαθούσε να πάρει ανάσα και κοιτώντας γύρω μου έψαξα με την ματιά μου το κουτί με τα χαρτομάντιλα που είχα και μόλις το βρήκα, σηκώθηκα και κάνοντας τον γύρω του κρεβατιού, πήρα ένα και μόλις έκατσα ξανά στο κρεβάτι άρχισα να της την καθαρίζω για να μπορέσει να αναπνεύσει καλύτερα.

«Μην μου το κάνεις ποτέ ξανά αυτό» την μάλωσα μαλακά και εκείνη κλαψούρισε παραπονιάρικα.

«Μπα... μπα... μπα...» συνέχιζε εκείνη και την συγκράτησα για άλλη μια φορά πάνω στο στερνό μου και αφού ξάπλωσα πίσω στα μαξιλάρια την βόλεψα καλύτερα απάνω μου και της χάιδεψα την πλατούλα της απαλά με το ένα μου χέρι ενώ με το άλλο μου της χάιδευα απαλά τις χρυσές της μπουκλίτσες και βάζοντας τα χείλια μου να ακουμπήσουν πάνω στην κορυφή του κεφαλιού της πήρα μια βαθιά ανακουφιστική ανάσα και την φίλησα απαλά κλείνοντας τα μάτια μου.

«Εδώ είναι ο μπαμπάς μωρό μου...» της είπα απαλά κάτω από την αναπνοή μου... «Εδώ είμαι μωρό μου και δεν θα σε αφήσω ποτέ ξανά σου το υπόσχομαι» της έδωσα την υπόσχεση μου και εκείνη σιγά, σιγά άρχισε να χαλαρώνει μέσα στην αγκαλιά μου κάτω από τα χάδια μου μέχρι που εξουθενωμένη πια από το ξέσπασμα της, κοιμήθηκε.

Τελικά ο χρόνος είναι εχθρός ή σύμμαχος μας;... Αν ρωτήσεις την δική μου άποψη θα σου πω ότι σίγουρα είναι εχθρός μας... ένας εχθρός από αυτούς που θέλεις να έχεις δίπλα σου, να σου χτυπάνε όλα σου τα λάθη κατάμουτρα να σε κάνουν να ξυπνάς, να μαθαίνεις από αυτά ώστε κάποια στιγμή να μπορείς να προχωράς μπροστά, με άλλα μάτια και άλλη καρδιά... ώστε να βλέπεις ένα μέλλον πιο αισιόδοξο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA