Κρατώντας ευλαβικά την Μπέλα στην αγκαλιά μου την κοίταζα σαν μαγεμένος... ήταν τόσο ήρεμη τόσο γαλήνια... οι καρδιακοί της παλμοί είχαν αλλάξει καθώς και η ανάσα της είχαν γίνει απελπιστικά αργοί και ρυθμικοί αλλά σταθεροί επιπλέον ήταν υπερβολικά ακίνητη και για μια στιγμή αυτό για κάποιον λόγο με άγχωσε... αλλά ήταν καλά και ζεστή στην αγκαλιά μου μακριά στα δικά της όνειρα... πόσο την ζήλευα γι’ αυτό... μακάρι να μπορούσα και εγώ να μπω στον δικό μου κόσμο των ονείρων... των δικών μου ονείρων όμως όχι αυτών που έπλαθε με τόσο χάρη η Νεφελιμ υποτελή της για να με τρελάνει.
Αυτή η σκέψη με οδήγησε στο πριν... πόσο εύκολα είχα παρασυρθεί και δεν το είχα καταλάβει... πόσα μπορεί να κάνει αυτή η γυναίκα για να με τρελάνει και να με παρασύρει... αλλά ότι και να έκανε πάντα αποδεικνυόμουν πιο δυνατός και χάλαγα την θέληση της και αυτό κάπως με καθησύχαζε... τι θα γινόταν όμως αν κάνει κάτι που δεν θα το καταλάβω και μπορεί αυτό να πληγώσει την Μπέλα μου...; Πρέπει να το συζητήσω μαζί της με την πρώτη ευκαιρία... δεν μπορώ να το αφήσω έτσι... είναι πολύ επικίνδυνο.
Χαμένος μέσα στις σκέψεις μου στην αρχή δεν το κατάλαβα... αλλά όσο περισσότερο πλησίαζε η Άλις κοντά στο σπίτι τόσο πιο καθαρές ήταν οι σκέψεις της και αυτό με παραξένεψε... η Άλις; Τι θέλει εδώ; Και γιατί είναι τόσο ταραγμένη;
«Αχχχ Χριστέ μου σε τι κατάσταση θα τον βρω... κάνε να μην έγινε τίποτα» ήταν οι μόνες σκέψεις που κατάφερα να κλέψω από εκείνην μιας και που τις υπόλοιπες προσπαθούσε επιμελώς να μου τις κρύψει.
Με απαλές κινήσεις άφησα την Μπέλα να ξαπλώσει καλύτερα πάνω στο μαξιλάρι της και πηγαίνοντας προς το παράθυρο το άνοιξα και έβγαλα απέξω το κεφάλι μου για να την δω.
«Άλις τι συνέβη; Τι έπαθες;» την ρώτησα μόλις την είδα να έρχεται πιο κοντά και εκείνη με μια ανάσα με βομβάρδισε με απορίες από το σημείο που βρισκόταν.
«Έντουαρντ;» ξεκίνησε με απορία βλέποντας την χαλαρότητα μου αλλά μετά συνέχισε πιο δυναμικά «Η Μπέλα που είναι;... Είναι καλά;... Τι συνέβη;»
«Ο ουυυ ο ουυυ ο ουυυ… σιγά σιγά καλέ... Τι έπαθες;... Η Μπέλα είναι μια χαρά κοιμάται»
«Είσαι σίγουρος;» με κατηγόρησε και στριφογύρισα τα μάτια μου με απελπισία.
«Έλα μέσα να το διαπιστώσεις και μόνη σου» της είπα νευριασμένα και κάνοντας της χώρο με ένα σάλτο πήδηξε πάνω στο παράθυρο και μπήκε μέσα αφού πρώτα τσέκαρε αν είναι ασφαλές από τα διακριτικά μάτια των γειτόνων... αμέσως η ματιά της πήγε προς την Μπέλα και ακούγοντας την ρυθμική της ανάσα και τον καρδιακό της παλμό γύρισε ξανά προς το μέρος μου σοκαρισμένη και ξέπνοη έμεινε να με κοιτάζει χωρίς να ξέρει τι να πει.
«Τι συνέβη Άλις... μην με σκας... είδες τίποτα που σε τάραξε;» της είπα πιο ήρεμα αλλά ακόμα νευρικά.
«Δεν είδα τίποτα» είπε ακόμα με το ίδιο σοκαρισμένος ύφος και με τρεμάμενη φωνή από το σοκ... «Δεν μπορώ να την δω» συνέχισε και με έπιασε από τα μπράτσα με απελπισία... «Κάτι μου συμβαίνει Έντουαρτ... δεν μπορώ να την δω» είπε με μεγαλύτερη ένταση και οι δυο ταυτόχρονα την κοιτάξαμε για να επιβεβαιωθούμε ότι όντως ήταν καλά και ήταν... τι στο καλό συνέβη και δεν μπορεί να την δει... Χριστέ μου θα με τρελάνει το ορκίζομαι.
«Άλις ηρέμησε και πες μου ακριβός τι συνέβη»
«Ήμουν στο σπίτι και με την Έσμε κάναμε διάφορα σχέδια για αύριο και ανάλογα με τις επιλογές μας έβλεπα αν θα τις αρέσουν ή όχι μέχρι που κάποια στιγμή όλα εξαφανιστήκαν... έσβησαν τα πάντα... δεν μπορούσα να δω τίποτα... ούτε εκείνη αλλά ούτε γύρω από εκείνην» είπε με μια απελπισμένη προσπάθεια κοιτώντας με στα μάτια παρακαλώντας με βουβά να της δώσω εγώ μια εξήγηση για όλα αυτά.
«Ίσως τώρα να είναι όλα πιο ξεκάθαρα» ακούσαμε την Μπέλα πίσω μας να λέει με μια ψιθυριστή και βαθιά φωνή από τον ύπνο και οι δύο ταυτόχρονα γυρίσαμε και την κοιτάξαμε σοκαρισμένοι... «Γεια σου Άλις... Συγνώμη για την αναστάτωση που σου προκάλεσα... Δεν σου συμβαίνει τίποτα... Προσπάθησε τώρα και θα δεις ότι όλα θα είναι όπως πριν» της είπε χαμογελώντας της ενθαρρυντικά και η Άλις έκλεισε αμέσως τα μάτια της και βλέποντας το όραμα που ξεπήδησε στο μυαλό της με την Μπέλα να είναι στο σπίτι και να την αγκαλιάζει πήρε μια ανακουφιστική ανάσα και ανοίγοντας τα μάτια της την κοίταξε με νόημα ζητώντας σιωπηλά εξηγήσεις χωρίς να τολμά να το ξεστομίσει για να μην την αποπάρει πριν καλά καλά την γνωρίσει... αιώνια Άλις.
«Δεν μπορείς να με δεις όταν εγκαταλείπω το σώμα» εξήγησε ήρεμα η Μπέλα και την κοιτάξαμε και οι δύο πιο σοκαρισμένοι από πριν.
«Εγκαταλείπεις το σώμα;» ρώτησε η Άλις ξέπνοα και η Μπέλα με κοίταξε με απορία.
«Δεν τους το είπες;»
«Δεν ήξερα αν επιτρέπεται να το πω» απάντησα εγώ απορροφημένος στις σκέψεις μου αυτόματα και συνέχισα πιο συνειδητά... «Τι εννοείς όταν λες ότι εγκαταλείπεις το σώμα... Γιατί το έκανες αυτό;» είπα υποψιασμένος για την απάντηση της.
«Θες να το λύσουμε τώρα αυτό;» μου γύρισε πίσω με νόημα στα μάτια καταλαβαίνοντας ακριβός τι εννοούσα.
«Μπέλα γιατί το έκανες αυτό;» την ρώτησα έξαλλος τώρα.
«Δεν μπορεί να με ακουμπήσει... Αν αυτό εννοείς... Και από την στιγμή που φύλαγες εσύ το σώμα... Ήταν ευκαιρία να δω τις προθέσεις της»
«Για ποια μιλάτε... Να δει ποια;... Τι είσαι ακριβός;» άρχισε να βομβαρδίζει η Άλις κοιτώντας μια εμένα και μια εκείνη χωρίς να καταλαβαίνει και εγώ με την Μπελα είπαμε με μια φωνή.
«Όχι τώρα Άλις» και εκείνη μας κοίταξε με μια παιδιάστικη σοκαριστηκή γκριμάτσα έξαλλη και αυτό μας έκανε να γελάσουμε και να χαλαρώσουμε από το προηγούμενο συμβάν.
«Συγνώμη Άλις...» απολογήθηκε πρώτη η Μπέλα και η Άλις την κοίταξε με απορία... «Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για εξηγήσεις... ίσως με τον καιρό» συνέχισε απαλά με ένα μελιστάλαχτο χαμόγελο και η Άλις αμέσως έλιωσε κάτω από το σαγηνευτικό της βλέμμα και την πλησίασε σαν μαγεμένη.
«Μάλλον δεν κάναμε σωστή αρχή... είμαι η Άλις... Η αδελφή αυτού του άχρηστου που με λαχταράει κάθε λίγο και λιγάκι» είπε με προσποιητή φρίκη και η Μπέλα γέλασε με την καρδιά της και της έτεινε το χέρι.
«Χαίρω πολύ Άλις... είμαι η Μπέλα... αν και αυτό φαντάζομαι το ξέρεις ήδη»
«Η χαρά είναι όλη δική μου» είπε η Άλις και έκατσε στην άκρη του κρεβατιού... «Μου επιτρέπεις να σε πάρω μια αγκαλιά... Δεν φαντάζεσαι πόσο με λαχτάρησες»
«Γιατί όχι» ανταπέδωσε η Μπέλα και ανοίγοντας την αγκαλιά της η Άλις χώθηκε μέσα σε αυτήν και πήρε μια βαθιά ανάσα... εγώ πάγωσα.
«Μμμ... όντως μυρίζεις πολύ όμορφα» είπε εκείνη καθώς την απελευθέρωνε και η Μπέλα την κοίταξε περιπαίχτηκα.
«Ευχαριστώ... υποθέτω ότι ήταν κομπλιμέντο;» ρώτησε και με κοίταξε με απορία και χαμογελώντας της, συναίνεσα.
«Αφού όλα είναι καλά τότε μάλλον είναι καλό να σας αφήσω μόνα σας πιτσουνάκια μου... θα έχετε πολλά να πείτε... Έτσι κι αλλιώς θα τα πούμε σε λίγο» είπε με την κελαρυστή της φωνή και μόλις σηκώθηκε ήρθε κοντά μου με χορευτικές κινήσεις.
«Άλιςςςς» την επέπληξα εγώ και με κοίταξε με το αθώο της βλέμμα.
«Τι δεν της το είπες ακόμα;» με ρώτησε με φρίκη.
«Πότε ακριβός να προλάβω;» της απάντησα εγώ και αναστέναξε και γύρισε προς το μέρος της Μπέλας.
«Άντρες τι περιμένεις...» η Μπέλα γέλασε με το ύφος της και η Άλις συνέχισε απτόητη... «Θα έρθεις στο σπίτι να μας γνωρίσεις έτσι δεν είναι;»
«Με μεγάλη μου χαρά» ανταπέδωσε η Μπέλα για να μην την κακοκαρδίσει και η Άλις γύρισε προς το μέρος μου χτυπώντας μου το μπράτσο.
«Είδες;... Αυτό ήταν όλο... Τι περίμενες πια να μεσημεριάσει και μετά να της το πεις;»
«Έλεος Άλις... Μόλις ξύπνησε... Ή να το πω πιο σωστά μόλις την ξυπνήσαμε... Πότε ακριβός να της το έλεγα;»
«Όταν γύρισες»
«Δεν μπορώ να τα βάλω μαζί σου... τράβα στο σπίτι και θα τα πούμε εκεί» είπα απελπισμένος και εκείνη δίνοντας ένα φιλί στον αέρα κλείνοντας το μάτι της προς στην Μπέλα και άλλο ένα φιλί πάνω στο μάγουλο μου έφυγε λέγοντας δυνατά.
«Μην αργήσετε... σας περιμένουμε» και εξαφανίστηκε πριν την πάρει κανένα μάτι από την γειτονιά... η Μπέλα ξεκαρδίστηκε και έπεσε στο μαξιλάρι της βαριά τραντάζοντας το κορμί της χωρίς σταματημό.
«Είναι απίθανη...» είπε μέσα από τα χαχανητά της... «Ένα υπέροχο ξύπνημα... πρέπει να την βάλεις να με ξυπνάει κάθε μέρα... μου έφτιαξε την διάθεση τόσο πολύ» συνέχισε και την στιγμή που έκατσα δίπλα της αμέσως φώλιασε στην αγκαλιά μου αλλά καταλαβαίνοντας την κίνηση της πάγωσε για μια στιγμή και με κοίταξε επιφυλακτικά διαβάζοντας τις αντιδράσεις μου... «Συγνώμη» είπε απολογητικά και της χαμογέλασα ζεστά, τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από το σώμα της... με απαλές κινήσεις την έφερα ξανά κοντά μου και της έδωσα ένα τρυφερό φιλί πάνω στο μέτωπο της... βάζοντας την να ακουμπήσει πάνω στο στερνό μου και εκείνη αναστέναξε με ανακούφιση... «Συγνώμη δεν το κάνω επίτηδες» απολογήθηκε άλλη μια φορά και της ανακάτεψα παιχνιδιάρικα τα μαλλιά της γελώντας δυνατά.
«Σταμάτα να μου ζητάς συγνώμη... μου αρέσει που είσαι διαχυτική... αλλά με σύνεση... ποτέ δεν ξέρεις» είπα σοβαρά και συναίνεσε ενώ έτριψε το κεφάλι της ναζιάρικα πάνω στο στήθος μου και αναστέναξε άλλη μια φορά.
Το στομάχι της γουργούρισε και εκείνη ξεφύσησε απελπισμένα... «Ώ ρε πούστη μου πάλι... ουπς συγνώμη για την έκφραση...» είπε απολογητικά και με κοίταξε με ένα παιδιάστικο μουτράκι.
«Τι έπαθες;» την ρώτησα με απορία και πέρασε το χέρι της μέσα από τα ανακατεμένα της μαλλιά.
«Πρέπει να φάω κάτι» είπε με μια αηδία στο πρόσωπο της.
«Δεν σου είναι και τόσο ευχάριστο» διαπίστωσα και γούρλωσε τα μάτια της.
«Δεν έχεις ιδέα πως είναι να τρως και να μην έχεις γεύση... είναι όλα σαν ξύλα ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων και από πάνω πρέπει να κάνω και ότι μου αρέσουν» είπε ξινίζοντας τα μούτρα της και χαμογέλασα.
«Πίστεψε με ξέρω ακριβός πως είναι» είπα με μια αηδιαστική γκριμάτσα.
«Το ίδιο είναι και για σας αν αναγκαστείτε να φάτε ανθρώπινη τροφή;» υπέθεσε και ένευσα ακόμα χαμογελώντας.
«Ευτυχώς που δεν είσαστε αναγκασμένοι να το τρώτε... αλλά εγώ δεν μπορώ να το αποφύγω... θα μου κάνεις παρέα;» ρώτησε με μια λαχτάρα στην φωνή της.
«Που αλλού μπορώ να πάω;» την ρώτησα τρυφερά και βάζοντας το χέρι μου κάτω από το σαγόνι της έγειρα κοντά της και άφησα ένα απαλό φιλί πάνω στα χείλια της και εκείνη το δέχτηκε με μεγάλη ευχαρίστηση και το ανταπέδωσε στο έπακρο... αλλά αμέσως τραβήχτηκα πριν παρασυρθεί.
«Ουπς» είπε με μια αστεία γκριμάτσα και περνώντας το δάχτυλό μου από την μύτη της είπα σοβαρά.
«Καλύτερα να προσέχουμε για να έχουμε» γέλασε και αφού μου έδωσε άλλο ένα πεταχτό φιλί στα χείλια σηκώθηκε και πήγε προς την πόρτα.
«Θα χρειαστώ μερικά ανθρώπινα λεπτά» είπε και μου έκλεισε το μάτι πριν βγει.
«Θα σε περιμένω στην κουζίνα» της απάντησα και μόλις έκλεισε την πόρτα του μπάνιου κατέβηκα κάτω για να την περιμένω.
Μετά από λίγα λεπτά μπήκε και εκείνη με βρεγμένα μαλλιά όπου διάφανες σταγόνες έσταζαν πάνω στο λευκό μπλουζάκι της ,προχώρησε στο ντουλάπι βγάζοντας ένα μπολ έβαλε μέσα σε αυτό λίγα δημητριακά και το γέμισε με γάλα... έβαλε τα πράγματα στην θέση τους και παίρνοντας το μπολ με το πρωινό της ήρθε και κάθισε απέναντι μου και άρχισε να παίζει με το φαγητό της... χωρίς να τρώει.
«Υποτίθεται ότι πρέπει να το φας» την πείραξα και με κοίταξε με μια απελπισμένη ματιά.
«Το ξέρω...» αναστέναξε... «Δώσε μου λίγο χρόνο να το πάρω απόφαση» είπε και τεντώνοντας το χέρι μου εκείνη αμέσως άπλωσε το δικό της και το έβαλε μέσα στην παλάμη μου... τύλιξα τα δάχτυλα μου γύρω από τον χέρι της και μείναμε για λίγα λεπτά έτσι κλειδώνοντας τις ματιές μας χωρίς να μιλάμε... αφήνοντας τα λόγια της επαφής να μιλήσουν για μας... εκείνη χαμογέλασε και με έναν αναστεναγμό χωρίς να παίρνει το χέρι της από το δικό μου άρχισε νωχελικά και βασανιστικά αργά να τρώει χωρίς ίχνος συναισθήματος να εκδηλώνεται στο πρόσωπο της.
«Για πες μου τώρα... γιατί το έκανες αυτό;» της είπα κατευθείαν και εκείνη με κοίταξε αδιάφορα.
«Για τον λόγο που προείπα... Τι δεν κατάλαβες;» είπε βάζοντας μια μπουκιά φαγητού στο στόμα της
«Γιατί δεν με προειδοποίησες;»
«Θα με άφηνες;» αντιγύρισε.
«Όχι» δήλωσα κατηγορηματικά και εκείνη γέλασε.
«Ορίστε η απάντηση που αναζητάς» είπε κλείνοντας το μάτι και συνέχισε να τρώει ανενόχλητη.
«Μπέλα...» ξεκίνησα να λέω με έναν αναστεναγμό αλλά εκείνη με διέκοψε.
«Ο Τσάρλι από στιγμή σε στιγμή θα είναι εδώ» δήλωσε και την κοίταξα με απορία.
«Θες να φύγω;» την ρώτησα και ανασήκωσε τους ώμους της.
«Όχι αν δεν το θες εσύ»
«Θα με γνωρίσεις στον Τσάρλι;»
«Τι τώρα τι κάποια άλλη στιγμή» συνέχισε αδιάφορα αλλά με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο μιας και που με είχε αποσπάσει από την προηγούμενη μας συζήτηση και τώρα πια δεν είχα χρόνο για να την συνεχίσω αφού άκουγα τις σκέψεις του Τσάρλι και ήξερα ότι ήταν θέμα χρόνου να κάνει την εμφάνιση του... αλλά δεν είμαι διατεθειμένος να το αφήσω έτσι.
Δεν πέρασε πολύ ώρα και τα κλειδιά στην πόρτα ξαφνικά μου έφεραν μια περίεργη νευρικότητα... η Μπέλα ζούλιξε το χέρι μου και κλείνοντας το μάτι μίλησε πριν τον Τσάρλι.
«Στην κουζίνα... δεν είμαι μόνη» άφησα το χέρι της και με κοίταξε με περιέργεια αλλά δεν το σχολίασε... οι σκέψεις του Τσάρλι... ‘’Ποιος είναι πρωί πρωί;’’
Αφού άφησε το όπλο του και το μπουφάν του στην κρεμάστρα στην είσοδο ήρθε με ήρεμα βήματα προς το μέρος μας και μόλις με είδες αυτόματα σκέφτηκε... ‘’μήπως δεν έπρεπε να αφήσω το όπλο στην θέση του;’’... ‘’σύνελθε Τσάρλι... ήξερες ότι θα γινόταν κάποτε... όχι όμως τόσο σύντομα... είναι τόσο μικρή... το βλέμμα του καρφωμένο απάνω μου ανέκφραστο και επαγγελματικό... ‘’η Μπέλα αμέσως σηκώθηκε και πήγε κοντά του και μόλις τον άγγιξε εκείνος πετάρισε τα μάτια του και συνήλθε κοιτάζοντας την στοργικά... του έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο και παρασύροντας τον προς το μέρος μου εγώ αυτόματα σηκώθηκα για να τον χαιρετήσω.
«Μπαμπά από εδώ να σου γνωρίσω τον Έντουαρντ Κάλεν...» είπε η Μπέλα απαλά και εκείνος μου έτεινε το χέρι του... «Το αγόρι μου» συνέχισε και το χέρι του Τσάρλι ασυναίσθητα έσφιξε το δικό μου περισσότερο, σοκαρισμένος κοιτώντας την με το βλέμμα και την σκέψη.... ‘’δεν πιστεύω να κοιμήθηκε εδώ...’’ «Ήρθε πριν λίγο για να με πάρει να πάμε μια εκδρομή και μετά θα περάσουμε και από το σπίτι του για να με γνωρίσει στου δικούς του... δεν νομίζω να σε πειράζει» του είπε απαλά για να τον κατευνάσει κοιτώντας τον με νόημα στα μάτια και εκείνος πήρε μια ανακουφιστική ανάσα χωρίς να σταματά να σφίγγει το χέρι μου... που είμαι σίγουρος ότι αν ήταν κάποιος άλλος τώρα στην θέση μου θα είχε ουρλιάξει από τον πόνο.
«Όχι... φυσικά και όχι...» απάντησε αυτόματα και με κοίταξε εξεταστικά στα μάτια για να δει αν έλεγε την αλήθεια και του χαμογέλασα ζεστά.
«Χαίρομαι που σας γνωρίζω κύριε Σουάν... ελπίζω να μην σας έφερα μεγάλη αναστάτωση» εκείνος γύρισε κατηγορηματικά προς την Μπέλα.
«Και πότε το κανονίσατε;» την κοίταξε με ένταση προσπαθώντας να την αποκρυπτογραφήσει.
«Μπαμπά... καταρχήν άσε το χέρι του κακόμοιρου του Έντουαρντ... σίγουρα θα ουρλιάζει από τον πόνο μέχρι στιγμής... μην κοιτάς που είναι δυνατός και δεν το δείχνει» του είπε ήρεμα και αυτόματα το έκανε χωρίς δισταγμό αλλά περίμενε μια εξήγηση.. «Και δεύτερον τηλεφωνηθήκαμε αργά το βράδυ και το κανονίσαμε... δεν ήθελα να σε πάρω στην δουλειά σου και να σε απασχολήσω για ένα τέτοιο ζήτημα... άλλωστε δεν είχαμε σκοπό να φύγουμε πριν έρθεις για να σε ενημερώσουμε» εκείνος την κοίταξε σκεπτικός το ύφος της Μπέλας έδειχνε ειλικρίνεια... ήταν πολύ καλή πρέπει να το παραδεχθώ.
«Μμμμ... μάλιστα... και πόσο καιρό είσαστε μαζί;» ρώτησε πιο καχύποπτα τώρα.
«Από εχθές» είπε ανάλαφρα ανασηκώνοντας τους ώμους της και έκανε να κάτσει στην καρέκλα που καθόταν και πριν.
«Και γιατί δεν μου είπες τίποτα;» συνέχισε εκείνος ακάθεκτος και κάρφωσε την ματιά της μέσα στην δική του και εντελώς ανέκφραστα του είπε.
«Σου το λέω τώρα...» εκείνος έσμιξε τα φρύδια του με απορία προς το βλέμμα της αλλά τελικά αποφάσισε να μην την αποπάρει άλλο και αναστενάζοντας γύρισε προς το μέρος μου... εγώ παρέμενα ακόμα όρθιος χωρίς να ξέρω πως να συμπεριφερθώ... η Μπέλα συνέχισε να τρώει πιο γρήγορα από πριν για να τελειώνει και ο Τσάρλι έψαχνε κάτι να πει.
«Λοιπόν μάλλον καλό είναι να πάω να ξαπλώσω γιατί η αϋπνία μου θολώνει την κρίση μου... χάρηκα που σε γνώρισα Έντουαρντ... ελπίζω κάποια άλλη στιγμή να τα πούμε καλύτερα»
«Και εγώ χάρηκα κύριε» του ανταπέδωσα και έτεινα το χέρι μου και εκείνος το δέχτηκε.
«Να πάρεις τα χάπια σου πριν φύγεις μαζί σου... Τα πρωινά τα ήπιες;»
«Ναι» είπε ξερά η Μπέλα χωρίς να τον κοιτάει και εκείνος αναστέναξε.
«Μπορώ να σου πω λίγο» της είπε αυστηρά και γυρίζοντας προς το μέρος μου με κοίταξε απολογητικά... «συγνώμη παιδί μου»
«Κανένα πρόβλημα» του απάντησα εγώ... και η Μπέλα πετώντας το κουτάλι με θόρυβο μέσα στο μπολ σηκώθηκε και προσπερνώντας τον πήγε προς το σαλόνι και ο Τσάρλι την ακολούθησε.
«Γεια σου Έντουαρντ» με χαιρέτησε .
«Γεια σας κύριε Σουάν» ανταπέδωσα και εκείνος έκανε μια απελπισμένη γκριμάτσα.
«Λέγε με Τσάρλι παιδί μου μην ντρέπεσαι»
«Τσάρλι» του αποκρίθηκα με ένα ζεστό χαμόγελο κουνώντας το κεφάλι μου σε ένδειξη χαιρετισμού και χωρίς να πει τίποτα άλλο πήγε προς το σαλόνι για να την μιλήσει.
«Μπορείς να μου πεις τι σε έχεις πιάσει;» την ρώτησε μόλις πήγε κοντά της και η Μπέλα αναστέναξε απελπισμένη.
«Κοίτα Τσάρλι... καταλαβαίνω το άγχος σου για μένα... αλλά πρέπει να καταλάβεις ότι αυτό δεν είναι λόγος να μου κάνεις ανακρίσεις τέτοιου τύπου... και εκτός αυτού... δεν μπορείς να λες μπροστά στον οποιοδήποτε για τα χάπια και ότι άλλο περιλαμβάνεται γύρω από την υγεία μου... Δεν καταλαβαίνεις ότι μετά θα αρχίσουν οι ανακρίσεις;»
«Δεν του είπες τίποτα;» ρώτησε με απορία.
«Δεν βρήκα τον λόγο γιατί να το κάνω... μόλις γνωριστήκαμε... θα αρχίσω να λέω και τι έχω;»
«Δεν σε καταλαβαίνω καθόλου...» ξεκίνησε ο Τσάρλι να λέει αλλά εκείνη τον διέκοψε.
«Άκου μπαμπά... ήξερες ότι κάποια στιγμή θα γίνει... και έγινε... μην το κάνεις μεγάλο θέμα... δεν θες να με δεις ευτυχισμένη;» ηρέμησε την έκφραση της και αμέσως τον σαγήνευσε και τον γαλήνευσε.
«Φυσικά και θέλω να σε δω ευτυχισμένη... αλλά απαιτώ από εσένα να φέρεσαι ώριμα προπάντων σε ότι έχει να κάνει με την υγεία σου... κατάλαβε με κόρη μου... δεν θα το αντέξω να σε δω ξανά διασωληνωμένη» είπε με απελπισία στην φωνή του.
«Δεν θα με δεις... εντάξει;... και ξέρεις ότι προσέχω»
«Εντάξει... εντάξει... τα παρατάω... να περάσετε καλά» είπε τελικά καταθέτοντας τα όπλα και της έδωσε ένα φιλί στον κρόταφο της.
«Σε ευχαριστώ» του απάντησε εκείνη άπλα και του έτριψε την πλάτη τρυφερά σπρώχνοντας τον προς την σκάλα με τρόπο... και εκείνος άρχισε να την ανεβαίνει με βαριά βήματα... οι σκέψεις του... ‘’τι θα κάνω με αυτό το κορίτσι... δύσκολο να είσαι γονιός στις μέρες μας... τουλάχιστον οι Κάλεν είναι καλοί άνθρωποι ποτέ δεν έχουν δώσει δικαιώματα... ελπίζω ο Έντουαρντ να είναι εξίσου καλό παιδί... ‘’και άλλα τέτοια αλλά εγώ έκοψα αμέσως την σύνδεση με το μυαλό του και γύρισα την προσοχή μου προς την Μπέλα... εκείνη με κοίταξε με το βλέμμα... μην αρχίζεις... χωρίς να δέχεται κουβέντα και παίρνοντας το μπολ το έβαλε στον νεροχύτη και το ξέβγαλε.
«Πάω να αλλάξω» δήλωσε ξερά ενώ έβγαινε από την κουζίνα και έφυγε χωρίς να περιμένει απάντηση... τι την έπιασε ξαφνικά... αναστέναξα... δεν θα βγάλω άκρη με αυτό το κορίτσι πραγματικά είναι το κάτι άλλο... μια ζέστη μια κρύο... δεν την προλαβαίνεις.
Δεν πέρασε πολύ ώρα... και φορώντας ένα στενό τζιν και ένα πουκάμισο στα χρώματα του μπλε... κατέβηκε την σκάλα σχεδόν τρέχοντας... εγώ την περίμενα στην άκρη της σκάλα κοιτώντας εξεταστικά τις διαθέσεις της... το πρόσωπο της είχε μεταμορφωθεί... τα χαρακτηριστικά της είχαν ηρεμήσει... και στα πεισματικά θυμωμένα σφιχτά της χείλια ένα ζεστό χαμόγελο είχε σχηματιστεί που μου έκοψε την ανάσα... στάθηκε μπροστά μου σε απόσταση αναπνοής και με κοίταξε το ίδιο εξεταστικά όπως έκανε και εγώ... της χαμογέλασα απαλά και πέρασε τα χέρια της πίσω από τον λαιμό μου χωρίς όμως να κάνει κάποια άλλη κίνηση προκειμένου να μην με φέρει σε δύσκολη θέση... τα χέρια μου αυτόματα βρέθηκαν πίσω από την πλάτη της και την παρέσυραν με απαλή κίνηση προς το μέρος μου εναποθέτοντας ταυτόχρονα ένα παρατεταμένο φιλί στο μέτωπο της... εκείνη με κοίταξε με περιέργεια αλλά το καλοδέχτηκε και με αισθησιακή φωνή καθαρίζοντας τον λαιμό της μίλησε.
«Πάμε;»
«Μμχχμμ» ανταποκρίθηκα και απελευθερώνοντας την από το κράτημα μου εκείνη με προσπέρασε και πήγε στον καθρέφτη που στόλιζε την είσοδο δίπλα από την πόρτα... πήρε το μπουφάν της και αφού το φόρεσε άνοιξε την πόρτα και έμεινε εκεί περιμένοντας με.
«Τα φάρμακα σου τα πήρες μαζί σου;» ρώτησα αυστηρά και εκείνη στριφογύρισε τα μάτια της απηυδισμένα και χωρίς να πει τίποτα βγήκε έξω και πήγε προς το αυτοκίνητο με γρήγορα και νευριασμένα βήματα... την πρόλαβα πριν φτάσει.
«Μπέλα κάνε παύση για ένα λεπτό... σε παρακαλώ» είπα παρακλητικά και γυρίζοντας προς το μέρος μου σταύρωσε τα χέρια της στο στήθος και περίμενε να συνεχίσω... «Γιατί το κάνεις αυτό;... Ξέρεις ότι ανησυχούμε για σένα»
«Κοίτα Έντουαρντ... καταλαβαίνω ότι στα μάτια σας βλέπετε ένα μικρό και απροστάτευτο κορίτσι... αλλά πρέπει να καταλάβεις και εμένα... εντάξει από τον Τσάρλι το περιμένω... αλλά από εσένα...» αναστέναξε και κοίταξε για μια στιγμή προς τον δρόμο μαζεύοντας τις σκέψεις της και αφού γύρισε ξανά την ματιά της προς το μέρος μου συνέχισε πιο ήρεμα... «Μπορεί να φαίνομαι 17 χρόνων αλλά δεν είμαι... και μέσα στις...» έκανε μια παύση παίρνοντας μια ανάσα... «Στις όσες τέλος πάντων αιωνιότητες έχουν περάσει από πάνω μου... δεν έχω συνηθίσει να με ελέγχουν με τέτοιον τρόπο... ακόμα χειρότερα απο τότε που είμαι πάνω στην γη... ποτέ δεν είχα κανέναν να με ελέγχει... καταλαβαίνω ότι πρέπει να φερθώ ανάλογα με την ηλικία του κοριτσιού... και να συνηθίσω τις ανθρώπινες συνήθειες και συμπεριφορές τους... γιατί δεν έχω άλλη επιλογή όσο είμαι σε αυτό το σώμα για να μπορώ να είμαι κοντά σου... αλλά...» πήρε άλλη μια ανάσα και με κοίταξε απολογητικά... «Είναι τόσο καινούργια όλα αυτά για μένα Έντουαρντ κατάλαβε το... προσπαθώ να προσαρμοστώ αλλά δεν μου είναι πάντα εύκολο»
«Το καταλαβαίνω πίστεψε με... αλλά γιατί είσαι τόσο αντιδραστική όσο αφορά την υγεία σου;»
«Γιατί ότι και να κάνω δεν έχει διαφορά Έντουαρντ... η φυσική εξέλιξη δεν θα αργήσει να έρθει... τώρα ξέρεις πόσο και εγώ η ίδια δεν θέλω να εξαντληθεί γιατί πρώτη εγώ θα είμαι η ζημιωμένη από αυτό... και δεν μπορείς να δεις ότι θα κάνω τα πάντα για να τον προστατέψω από οποιαδήποτε απειλή προκειμένου να μην το χάσω τόσο σύντομα;... προκειμένου να απολαύσω μέχρι το μεδούλι αυτήν την ευκαιρία που μου δίνεται από την στιγμή που ξέρω ότι δεν θα κρατήσει για πάντα;... Ή ακόμα χειρότερα ότι δεν θα κρατήσει για πολύ;»
Την κοίταγα ξέπνοος... τι μπορούσα να πω γι αυτό;
«Όχι είμαι σίγουρος ότι θα κάνεις τα πάντα για να το προστατέψεις... αλλά γιατί μου κρύβεις την κατάσταση της υγείας σου;»
«Άδραξε την μέρα σου Έντουαρντ... ζήσε το κάθε λεπτό που περνάει και μην τρελάνεις το μυαλό σου με περιττές πληροφορίες... χαλώντας την στιγμή»
«Μπέλα... δεν είναι έτσι τα πράγματα... μπορεί ο Καρλάιλ να μπορεί να σε βοηθήσει» της είπα εγώ με πείσμα και χαμογελώντας μου ζεστά ήρθε κοντά μου και πέρασε το χέρι της απαλά πάνω από το πρόσωπο μου για να με ηρεμήσει.
«Δεν υπάρχει κάτι άλλο που θα μπορέσει να κάνει... είναι ένα ανθρώπινο σώμα Έντουαρντ... ότι ήταν να κάνει η επιστήμη γι’ αυτό το έχει κάνει ήδη»
«Δεν το ξέρεις αυτό» συνέχισα με πείσμα και αναστέναξε απελπισμένα.
«Αν ζητήσω από τον γιατρό μου να μου στείλει όσα έχει στην κατοχή του για να τα μελετήσει... θα σε κάνει να νιώσεις καλύτερα;» ρώτησε και κατένευσα... «Οκ τότε με την πρώτη ευκαιρία θα το κάνω» δήλωσε με ειλικρίνεια και αμέσως χαλάρωσα και τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από το κορμί της, άφησα ένα τρυφερό φιλί πάνω στο μέτωπο της παίρνοντας μια βαθιά ανακουφιστική ανάσα.
«Σε ευχαριστώ... δεν ξέρει τι σημαίνει αυτό για μένα...» είπα με βαθιά φωνή και εκείνη με κοίταξε με ένα θλιμμένο χαμόγελο και κατένευσε.
«Ξέρω τι σημαίνει για σένα Έντουαρντ... το ίδιο που σημαίνει και για μένα... μην αμφιβάλεις ότι έχουμε τις ίδιες φοβίες... το ίδιο άγχος... αλλά δεν θέλω να το αφήσω να με επηρεάζει σε σημείο να μου χαλάει τις όμορφες στιγμές μας... μην το αφήνεις να σε καταβάλει... είναι ένα σώμα... εκείνο θα χαθεί όχι εγώ... ότι και να γίνει εγώ θα είμαι πάντα δίπλα σου»
«Θα είναι το ίδιο;»
«Για σένα ή για μένα;»
«Για σένα» είπα θλιμμένα.
«Όχι... αλλά μπορεί σβηστούν οι αισθήσεις... οι αναμνήσεις όμως δεν θα σβηστούν ποτέ Έντουαρντ... και θέλω να θυμάμαι κάθε ευτυχισμένη στιγμή όταν θα συμβεί αυτό για να μπορέσω να κρατήσω και πάλι την λογική μου»
«Πρέπει να υπάρχει κάποια λύση.. πρέπει» είπα με απελπισία ακουμπώντας το κεφάλι μου πάνω στο δικό της αναστενάζοντας.
«Τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα... ας μην απελπιζόμαστε χωρίς λόγο... άφησε την στιγμή να καλύψει τις ανησυχίες σου... άδραξε την μέρα και ζήσε την μέχρι το μεδούλι... και όλα τα άλλα θα έρθουν σιγά σιγά» είπε απαλά χαϊδεύοντας το πρόσωπο μου και αμέσως μια εφορία και γαλήνη πλημμύρισε την καρδιά μου και με έκανε να δω την δική της οπτική... στο κάτω έχει δίκιο... αν αφήσω το άγχος μου και τις ανησυχίες μου να με καταβάλουν... δεν θα χαρούμε και τίποτα άλλο.
«Σ’ αγαπάω» είπα με βαθιά φωνή και σηκώνοντας το κεφάλι της με κοίταξε ξαφνιασμένη και μου χαμογέλασε με ένα βλέμμα που μου έκοψε την ανάσα... τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου και φέρνοντας με κοντά της απαίτησε το φιλί μου... δεν της το αρνήθηκα... η καρδιά της άρχισε να καλπάζει σαν τρελή και όλο της το σώμα ένιωθα να αναπτερώνεται και να γίνεται πιο ζεστό... λες και μόνο με αυτήν την μοναδική λέξη της έδωσα τόσο ζωή... που το κορμί της θα διαλυότανε από όλη την ευτυχία που ένιωσε αυτήν ακριβός την στιγμή.
«Σ’ αγαπώ» ανταπέδωσε πάνω στα χείλη μου με πάθος και την έσφιξα απάνω μου βάζοντας το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στον ώμο της παίρνοντας μια βαθιά ανάσα για να καλωσορίσω όλο το κάψιμο που μου προκαλούσε η μυρωδιά της... για να μου δώσει την δύναμη που χρειαζόμουν για να συνεχίσω... όσο αυτή η φωτιά μου καίει τα σωθικά εκείνη θα είναι ζωντανή... πως θα μπορούσα να μην την καλωσορίσω.