Ετικέτες

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

Η αγάπη σου με σκοτώνει "9. Για πάντα μαζί"




Όταν η Ελίζα έφυγε από το γραφείο μου έκατσα και πάλι στην καρέκλα μου βαρύς και άδειασα όλο το περιεχόμενο που υπήρχε μέσα στο ποτήρι μου με μια γουλιά, για να αφήσω τη φωτιά να κάψει όλες μου τις σκέψεις και να με βοηθήσει να απαλλαγώ από τις τύψεις που ένιωθα.

Λίγο η Μπέλα που κάθε της λέξη ήταν και μια μαχαιριά στην καρδιά μου... λίγο η Ελίζα η οποία στην τελική δεν μου έφταιγε σε τίποτα... με είχαν κάνει κομμάτια... πώς τα έκανα έτσι???... και το χειρότερο???... τι κάνω τώρα??? Οι σκέψεις μου μπερδεμένες…

Ένα είναι το σίγουρο... δεν μπορώ να γυρίσω στο σπίτι με τίποτα... κάθε φορά που μπαίνω μέσα σε αυτό... όλες οι αναμνήσεις που έχω με την Μπέλα με χτυπάνε κατάστηθα και με κάνουν να χάνω την αναπνοή μου... γιατί δεν άλλαξα σπίτι?... τι περίμενα για να το κάνω??... γιατί εξαναγκάζω πάντα τον εαυτό μου να είναι μίζερος???

Ώρες ώρες δεν μπορώ να με καταλάβω... έχω τις απαντήσεις μπροστά στα μάτια μου και πάντα τα κλείνω από φόβο να μην κάνω την λάθος κίνηση... και πώς σκατά τα καταφέρνω στο τέλος πάντα να κάνω ακριβώς αυτό, τις λάθος κινήσεις?

Ήθελα να τρέξω... να ξεφύγω... να αναπνεύσω... αλλά περισσότερο να την ξαναδώ... αυτά τα σαγηνευτικά μάτια... αυτή η μυστηριακή φωνή της... αυτή η υπέροχη μυρωδιά της... με τρελαίνουν... πώς άντεξα τρία χρόνια μακριά της... πώς???

Πήρα την απόφαση και σηκώθηκα από την καρέκλα... Έφυγα σαν κυνηγημένος χωρίς να πω τίποτα και σε κανέναν. Δεν ήθελα να με αποσπάσει κανείς από τις σκέψεις μου. Βγήκα γρήγορα από το κτίριο και βημάτισα προς το χώρο στάθμευσης για να βρω τον Τάηλερ και να του ζητήσω να με πάει στο σπίτι για να πάρω ένα αυτοκίνητο και να ξεχυθώ στους δρόμους... δεν ήξερα πού ήθελα να πάω ή μάλλον ήξερα ακριβώς πού ήθελα να πάω αλλά δεν το τολμούσα... το μόνο που ήξερα ήταν ότι ήθελα να αναμιχτώ με τη νύχτα... να γίνω ένα με εκείνη και να χαθώ στο σκοτάδι... να κλείσω τα μάτια και αφήσω το ένστικτο μου να με καθοδηγήσει... αν ο δρόμος μου με βγάλει σε εκείνη τότε θα το πάρω απόφαση, θα τα αφήσω όλα πίσω και θα κάνω αυτό που έπρεπε να κάνω όλα αυτά τα χρόνια... ήξερα που μένει... πού έμενε πάντα... αλλά εγώ αρνιόμουν κατηγορηματικά να πάω να την βρω... αρνιόμουν την ίδια της την ύπαρξη... αλλά η ίδια της η ύπαρξη ήταν βαθιά ριζωμένη μέσα μου για να μπορέσει το μυαλό μου να ξεχάσει.

Φτάνοντας κοντά στον Τάηλερ, εκείνος με κοίταξε εξονυχιστικά... σίγουρα θα είχε μιλήσει με την Μπέλα.

«Το σακάκι σου τι το έκανες?» ρώτησε με απορία και τότε μόνο κατάλαβα ότι το είχα αφήσει στο πάτωμα να κείτεται άδειο όπως ακριβώς ένιωθα και εγώ αυτήν την στιγμή.

«Το άφησα στο γραφείο... θα το πάρω τη Δευτέρα» του είπα αδιάφορα και πήγα προς την πόρτα της λιμουζίνας και αμέσως έκανε την κίνηση να έρθει κοντά μου να την ανοίξει.

«Σταμάτα να το κάνεις αυτό Τάηλερ... το ξέρεις ότι με εκνευρίζει» του πέταξα ήδη εκνευρισμένος και άνοιξα την πόρτα μόνος μου, γυρίζοντας την πλάτη μου σε εκείνον και έκατσα στο πίσω κάθισμα περιμένοντας τον να μπει κι εκείνος στο αυτοκίνητο... όταν έκατσε στη θέση του οδηγού και έβαλε μπρος, με κοίταξε από τον καθρέφτη και αναστέναξε... κάτι θέλει να μου πει, φωνάζει από μακριά... αλλά γιατί σωπάζει?

«Πες το Τάηλερ... γιατί με κοιτάς τόσο επίμονα από την ώρα που φύγαμε από το σπίτι?»

«Κοίτα, θα σου το πω, αλλά όποια αντίδραση και να έχεις να ξέρεις ότι δεν θα αλλάξει τίποτα.»
Τον κοίταξα ερευνητικά και αναστέναξα.

«Θα με πας σε εκείνη, έτσι δεν είναι?» διαπίστωσα και άφησα ένα ειρωνικό γελάκι να μου ξεφύγει από τα χείλια μου στραβώνοντας το στόμα μου και κοίταξα έξω από το τζάμι για να αποφύγω την ματιά του.

«Ναι» επιβεβαίωσε και εγώ κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά.

«Κάνε ό, τι καταλαβαίνεις» του είπα μόνο και βάζοντας το κεφάλι μου να ξεκουραστεί πάνω στην πλάτη του καθίσματος συνέχισα να κοιτάω έξω από το αυτοκίνητο με νεκρωμένη σκέψη.

Η απόλυτη σιωπή ήταν τόσο εκκωφαντική μέσα στη μαύρη νύχτα που μου τρύπαγε το μυαλό... δεν είχα θυμώσει με τον Τάηλερ... ξέρω ότι δεν μπορεί να της αρνηθεί τίποτα... αλλά τι θα έκανε αν εγώ αρνιόμουνα... ή αντιδρούσα άσχημα?

«Τι θα έκανες αν σου το αρνιόμουνα?» τελικά ρώτησα εξωτερικεύοντας τις σκέψεις μου και γύρισα για να κοιτάξω την αντίδραση του στον κεντρικό καθρέφτη.

«Ξέρεις ότι δεν έχω επιλογή... άλλωστε εκεί θα πήγαινες και μόνος σου... έτσι δεν είναι?»

«Πώς το λες με τόση σιγουριά?»

«Είχες άδειο βλέμμα όταν με πλησίασες... ήθελες να πας αλλά δεν τολμούσες να το κάνεις.»

«και αν αρνιόμουν?» επέμενα εγώ και ένα πονηρό γελάκι εμφανίστηκε στο πρόσωπο του Τάηλερ για απάντηση.

«Τόσο καλά…» του γύρισα και συνέχισα να κοιτάω τα φώτα της πόλης με την ελπίδα να με παρασύρουν στην αδράνεια.

Δεν ήθελα να σκεφτώ τίποτα... δεν ήθελα τα φαντάσματα του παρελθόντος να με επισκεφτούν και να με βασανίσουν για άλλη μια φορά... αλλά χωρίς τη θέληση μου, η τελευταία μέρα συμβίωσής μας ήρθε και πάλι να τρυπώσει στη μνήμη μου και να με κάνει να θυμηθώ εκείνες τις ανέμελες στιγμές που περνάγαμε όλοι μαζί... ιδίως τα πρωινά με την Μπέλα και τον Τάηλερ να φαγώνονται σαν δύο μικρά παιδιά... ήταν απόλαυση.

Πρωινό 13 Ιουλίου 3 χρόνια πριν.............


«Δε μου είπες Μπέλα, τι ώρα να έρθω να σε πάρω ???» ρώτησε ο Τάηλερ την Μπέλα μετά από ένα σύντομο πεισμοκαυγαδάκι που είχανε και εκείνη έφυγε από την αγκαλιά μου για να μπορέσω και εγώ να φάω το πρωινό μου που μου είχε σερβίρει μόλις η Κάθη.

Πάλι καλά γιατί πεινάω σαν λύκος... πώς άλλωστε να μην πεινάω με τέτοιες επιδόσεις στο κρεβάτι... στο μπάνιο... στο σαλόνι... στα δωμάτια που δεν είχε επισκεφθεί η Μπέλα μου όλον αυτόν τον καιρό και είχε την φαεινή ιδέα να τα επισκεφθούμε εχθές το βράδυ?

Ξεθεωμένος. Μόνο αυτή λέξη με χαρακτηρίζει αυτή τη στιγμή. Λάθος. Πολλές λέξεις είναι αυτές που με χαρακτηρίζουν… ερωτευμένος, ευτυχισμένος, κορεσμένος,… Η Μπέλα άλλαξε τον κόσμο μου…

Χριστέ μου το ορκίζομαι θα με ξαποστείλει κάποια μέρα αυτή η γυναίκα... τέτοια φλόγα... τέτοιο ταπεραμέντο... τέτοιο πάθος... δεν έχω συναντήσει ποτέ ξανά στην ζωή μου... Και αν δεν έχω πάει με γυναίκες... αλλά σαν την Μπέλα το ορκίζομαι δεν υπάρχει άλλη... και δεν νομίζω ότι θα υπάρξει ποτέ άλλη γυναίκα σαν και αυτήν.

«Ό, τι ώρα θες... το φανταστικό μου αφεντικούλι» είπε ερχόμενη και πάλι δίπλα μου, δίνοντας μου ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο... και εγώ γυρίζοντας προς το μέρος της την τράβηξα και έκλεψα από τα χείλια της το φιλί που μου στέρησε και την άφησα να συνεχίσει... ενώ πήρα το πιρούνι μου στα χέρια για να φάω... η Μπέλα πέταξε ένα γελάκι από το ξάφνιασμα πριν συνεχίσει τα λόγια της…

«μου έδωσε άδεια όλη την ημέρα... αλλά πρέπει μέχρι τις 12 να τελειώσουμε με τον Τζέηκ γιατί η Άλις θα με γδάρει αν αργήσουμε στο ραντεβού μας» τελείωσε την ενημέρωση προς τον Τάηλερ στριφογυρίζοντας τα μάτια της και εγώ γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου... ο Τάηλερ συμφώνησε με ένα κούνημα του κεφαλιού του και δεν είπε τίποτα άλλο.

«Αλήθεια αγάπη μου, δεν μου είπες τελικά, τι έχετε σκοπό να αδειάσετε σήμερα?» την ρώτησα εγώ και καλά αδιάφορος για να μην καρφώσω την περιέργεια μου.

Είχαμε τα γενέθλια μας σήμερα – τι ειρωνικό... μέχρι και σε αυτό η μοίρα μας, επέλεξε να είναι το ίδιο – και επειδή ξέρει πόσο μου τη δίνει να γιορτάζω τα γενέθλια μου... κάτι μου έλεγε ότι εκείνη όλο και κάτι οργάνωνε... αλλά προσπαθούσε πολύ σκληρά να μου το κρύψει.

Φυσικά δε θα έκανα σκηνή... μετά από τόσες δυσκολίες και τόσες μάχες... επιτέλους καταφέραμε και οι δύο να κερδίσουμε ό, τι μας άξιζε να έχουμε από την ημέρα που έχουμε γεννηθεί... Πώς εγώ μπορώ να της αρνηθώ ότι είναι μια μέρα που αξίζει να γιορτάζουμε μαζί... μπορείς να το πεις και γιορτή μια νέας αρχής... αλλά όσο εκείνη δεν μου αποκαλύπτει τι ετοιμάζει άλλο τόσο και εγώ από πείσμα δεν πρόκειται να της δείξω ότι δεν με πειράζει... και κόβω το κεφάλι μου ότι η κόντρα που έχει με τον Τάηλερ τις δύο τελευταίες μέρες είναι γι αυτό... εκείνος φοβάται ότι όταν το μάθω θα την κυνηγήσω για να την ξυλοφορτώσω... και εκείνη που με ξέρει απ’ έξω και ανακατωτά είναι σίγουρη ότι θα το λατρέψω... Χριστέ μου πόσο λατρεύω αυτήν την γυναίκα... αναστέναξα.

«Βρήκε έναν καινούργιο σχεδιαστή εσωρούχων και έχει φαγωθεί να πάμε να δούμε από κοντά τις δημιουργίες του... και καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό» στριφογύρισε τα μάτια της με απελπισία και συνέχισε

«θα με έχει με τις ώρες να βάζω και να βγάζω ότι πιο καυτό... ότι πιο διαφορετικό... ότι πιο σέξι... εσώρουχο βρει μπροστά της και εγώ θα πρέπει να της κάνω το μοντέλο.» Τόνιζε την κάθε λέξη ξεχωριστά με έμφαση, την ώρα που κατέβαζα την μπουκιά στο στόμα μου και μόνο που τα άκουσα μου ανέβηκε το αίμα στο κάτω κεφάλι και πνίγηκα με την εικόνα που ήρθε στο μυαλό μου... την Μπέλα να κάνει το μοντέλο... με τα πιο σέξι εσώρουχα που κυκλοφορούν.... Χριστέ μου! Δε με λυπάται καθόλου????

Έβηξα δυνατά χτυπώντας το στήθος μου με την γροθιά μου για να πάρω ανάσα και εκείνη αμέσως έσπευσε να με βοηθήσει τρίβοντας μου την πλάτη και κοιτώντας με απολογητικά στα μάτια.

«Μωρό μου, είσαι καλά?» ρώτησε με αγωνία και μου έδωσε ένα ποτήρι νερό... κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά μην μπορώντας ακόμα να μιλήσω και μόλις ήπια το νερό ο βήχας ηρέμησε και κατάφερα να πάρω ανάσα.

«Συγγνώμη» είπε πάλι απολογητικά και της γέλασα για απάντηση.

Πήρε το πρόσωπο μου μέσα στα δύο της χέρια απαλά σαν να ήμουν από πορσελάνη και με κοίταξε εξονυχιστικά...

«Είσαι σίγουρα καλά?» με ρώτησε αγωνιώντας ακόμα... και της έδωσα ένα φιλί στα χείλια.

«Χαλάρωσε μωρό μου... απλώς πνίγηκα, δεν έπαθα τίποτα» της είπα για να την καθησυχάσω και περνώντας το χέρι μου γύρω από τους ώμους της την έφερα κοντά μου... εκείνη πήρε μια ανάσα και με κοίταξε απολογητικά για άλλη μια φορά στα μάτια.

«Θα τον πνίξεις τον άνθρωπο καμία μέρα με αυτά που του λες... τον θεό σου δεν έχεις πια... δεν μπορούμε μια μέρα να φάμε χωρίς τα πικάντικα σχόλια σου?» την επέπληξε ο Τάηλερ και εγώ με την Μπέλα γελάσαμε ταυτόχρονα δυνατά.

«Άσε τα παιδιά να ζήσουν τον έρωτα τους όπως το νιώθουν εκείνοι» του είπε η Κάθη τρυφερά και παρακλητικά χαϊδεύοντας απαλά το μπράτσο του και ο Τάηλερ αναστέναξε κοιτώντας την βαθιά στα μάτια.

Από καιρό είχαμε καταλάβει με την Μπέλα ότι οι δύο τους τα είχανε αλλά κανείς από τους δύο δεν το παραδεχόταν... το γιατί ούτε εγώ αλλά ούτε και η Μπέλα μπορούσαμε να το καταλάβουμε... υπήρχε περίπτωση να τους φέρω αντίρρηση στον έρωτά τους?... αφού φωνάζει από μακριά πόσο ταιριαστοί είναι... η Μπέλα μου είπε ότι πιο πολύ ο Τάηλερ πρέπει να φταίει που δεν το φανερώνουν και αυτό ακριβώς είναι που μου τη δίνει στα νεύρα περισσότερο... τι σοβαροφάνεια τον πιάνει ώρες ώρες δεν μπορώ να τον καταλάβω.

«Εγώ τι φταίω κάθε μέρα να τρώω τα μέλια τους μαζί με το πρωινό μου?... δωμάτιο έχουνε... ας πάνε εκεί να κάνουν τα σαλιαρίσματα τους» αμύνθηκε ο Τάηλερ και δεν άντεξα άλλο και ξέσπασα στα γέλια προλαβαίνοντας την αντίδραση της Κάθη που είχε σοκαριστεί με το θράσος του... στο κάτω κάτω αφεντικό τους είμαι, λέμε τώρα... και που τρώνε μαζί μου - θεωρητικά όπως το βλέπουν οι άλλοι - πολύ είναι.

Με τον Τάηλερ έχει αναπτυχτεί μια μεγάλη και δυνατή φιλία... μια φιλία που δεν είχα ποτέ στη ζωή μου... και μόνο σαν υπάλληλο μου δεν μπορώ να τον δω... από την άλλη, το ίδιο ίσχυε και με την Κάθη, την Μπέλα και τον Τάηλερ... εντάξει εγώ με την Κάθη δεν μπορούμε να το δούμε έτσι μεταξύ μας αλλά δεν την ξεχωρίζω από τον Τάηλερ και την βλέπω σαν μέλος της οικογένειας μου.

Οικογένεια μου... τι όμορφη λέξη... αυτό ακριβώς νιώθω... νιώθω ότι ανήκω κάπου... νιώθω ότι υπάρχει η σταθερότητα... η τρυφερότητα... όλα όσα σου προσφέρει μια οικογένεια... αλλά πάνω από όλα νιώθω ασφάλεια... νιώθω ότι είμαι σπίτι μου... και δεν το αλλάζω με τίποτα στον κόσμο.

«Γριά κουτσομπόλα!» τον πείραξε η Μπέλα βγάζοντας του την γλώσσα και εκείνος την κοίταξε με το βλέμμα... «ελπίζω να μην επιζήσεις»... αυτό έκανε τα γέλια μου πιο τρανταχτά και ο Τάηλερ με κοίταξε εντελώς εκνευρισμένος στα μάτια.

«Θα μας πεις εσύ τι το αστείο βλέπεις και έχεις ξεκαρδιστεί πια?»

Αυτό ήταν... τα απλά γέλια έγιναν νευρικά... και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για να τα σταματήσω... η Μπέλα με σιγοντάριζε και με τη σειρά της, μαζί με την Μπέλα, άρχισε και η Κάθη να γελάει και ο Τάηλερ έγινε κόκκινος από το θυμό του.

«Εεεε... δεν τρώγεστε πια!» είπε και πετώντας την πετσέτα του στο τραπέζι σηκώθηκε θιγμένος να φύγει.

«Κάτσε κάτω... βρε θυμωσιάρη... αμάν, ούτε ένα αστείο δεν μπορούμε να σου κάνουμε πια» είπε σοβαρεύοντας πρώτη η Μπέλα και αφού σηκώθηκε από τη θέση της, του έπιασε το χέρι και τον τράβηξε πίσω για να κάτσει.

«Έλα Τάηλερ, κάτσε κάτω» τον παρακάλεσα και εγώ προσπαθώντας να μαζέψω τα δάκρυα από το πρόσωπό μου.

«Εντάξει, το σταματάμε... μην κάνεις σαν μωρό παιδί» συνέχισα και πήρα μερικές ανάσες για να ηρεμήσω... αλλά η Μπέλα ως συνήθως δεν το σταμάτησε εκεί.

«Κάθη μου?» ρώτησε η Μπέλα την Κάθη με ένα ανεξιχνίαστο βλέμμα... τι ετοιμάζει πάλι ο δαίμονας?... σκέφτηκα και προσπάθησα με μεγάλο κόπο να σταματήσω το νέο ξέσπασμα γέλιου που απειλούσε να με κάνει να πνιγώ για δεύτερη φορά.

«Ναι Μπέλα?» ανταποκρίθηκε εκείνη και την κοίταξε με απορία.

«Θα ήθελες να έρθεις μαζί μας?»

«Πού?»

«Στον νέο σχεδιαστή εσωρούχων... είμαι σίγουρη ότι η γκαρνταρόμπα εσωρούχων σου χρειάζεται μια ανανέωση... δε συμφωνείς Τάηλερ?» ρώτησε και τον κάρφωσε με το βλέμμα της με ένα παιχνιδιάρικο ύφος. Παίρνοντας μια πιρουνιά από το πρωινό της το έβαλε επιδεικτικά στο στόμα της και άρχισε να το μασά πολύ αργά για να τον προκαλέσει περισσότερο... ο Τάηλερ από την άλλη φαινομενικά ήταν ψύχραιμος... αλλά από μέσα του ήμουν σίγουρος ότι έβραζε.

«Και πού θες να το ξέρω εγώ αυτό?» την ρώτησε και καλά αδιάφορος και η Μπέλα του ανασήκωσε το φρύδι σκεπτική.

«Μμμμ... τώρα που το λες... μάλλον θα έλεγα ότι η δική σου γκαρνταρόμπα εσωρούχων θέλει ανανέωση περισσότερο από της Κάθη... τι λες Κάθη μου και εσύ?» του γύρισε πίσω και ο Τάηλερ ξεπέρασε τα όρια του... πριν προλάβει η Κάθη να αντιδράσει πήρε ξανά τον λόγο και τη ρώτησε με άγριο ύφος.

«Και πού ξέρεις εσύ την γκαρνταρόμπα εσωρούχων μου μού λες?» τη ρώτησε εντελώς έξαλλος και η Κάθη αμέσως κοκκίνισε και χαμήλωσε το κεφάλι της αποφεύγοντας το βλέμμα του.

«Ωωω, έλα τώρα Τάηλερ!» επενέβηκα εγώ για να την σώσω πριν βγάλει λάθος συμπεράσματα.

«Όλοι ξέρουμε την γκαρνταρόμπα εσωρούχων σου... αλήθεια βρε φίλε, πώς τα φοράς αυτά τα σώβρακα?» συνέχισα και η Μπέλα λύθηκε στα γέλια.

«Κάθη?» της είπε επιβλητικά ζητώντας της εξηγήσεις και εκείνη τον κοίταξε απολογητικά στα μάτια. Δεν πρόλαβε όμως να απαντήσει η ίδια.

«Ηρέμησε Τάηλερ... μια φορά μπερδεύτηκε ένα εσώρουχο σου μέσα στα εσώρουχα του Έντουαρντ, μην κάνεις έτσι... όλοι μπορούμε να το πάθουμε... αλλά ειλικρινά... πού πας και τα βρίσκεις???» τον έκοψε η Μπέλα πριν πληγώσει την Κάθη ο Τάηλερ, που πραγματικά η κοπέλα δεν έφταιγε σε τίποτα... σέβεται και αγαπά τον Τάηλερ... και όσον αφορά τη σχέση τους... όσο και να την πιέζει η Μπέλα δεν αποκαλύπτει ποτέ τίποτα.

«Μου τα παίρνει η μαμά μου, έχεις κανένα πρόβλημα με αυτό?» Ε, αυτό ήταν... όχι πέστε μου... όταν ακούς κάτι τέτοιο είναι δυνατόν να μην αντιδράσεις???... όχι, πέστε μου.

Και οι τρεις μας ταυτόχρονα αρχίσαμε πάλι να γελάμε με τον Τάηλερ και εκείνος ξεφυσώντας πλέον, δεν άντεξε και σηκώθηκε να φύγει... όταν όμως πέρασε από δίπλα μου, του κράτησα το χέρι και σοβαρεύοντας τον κοίταξα επιβλητικά.

«Κάτσε κάτω... σίγουρα θα σου αρέσει η συνέχεια... Από την άλλη δεν φταίμε εμείς που τα πετάς έτσι... και στην τελική δεν καταλαβαίνω, ποιο είναι το κόλλημα σας και μας το κρατάτε τόσο καιρό κρυφό?»

«Τι δεν καταλαβαίνεις Έντουαρντ?... δεν σας αφορά... και στα προσωπικά μου δε θέλω να επεμβαίνει κανείς» απάντησε ακόμα έξαλλος και αναστέναξα.

«Έτσι κάνουν οι φίλοι?» τον ρώτησα ξέροντας ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα ηρεμούσε αμέσως και αναστέναξε και εκείνος.

«Εντάξει, το παραδέχομαι, πάνω σε αυτό το θέμα είμαι λίγο παράξενος.»

«Λίγο?» του γύρισα και γέλασε με ένα στραβό χαμόγελο και χαλάρωσε... του άφησα το χέρι και γύρισε και πάλι στη θέση του... όταν έκατσε στην καρέκλα του με κοίταξε σοβαρός και συνέχισε.

«Είχα μια ατυχία στο παρελθόν... από έναν καλό “φίλο” και από τότε... τέλος πάντων καταλαβαίνεις» είπε και με κοίταξε απολογητικά στα μάτια.

«Είσαι απαράδεκτος» του είπε επικριτικά η Μπέλα και τον κοίταξε αυστηρά.

«Εμείς σας έχουμε σαν οικογένεια μας και εσύ σκέφτεσαι για μας με αυτόν τον τρόπο?» τον ρώτησε σοκαρισμένη.

«Μπέλα μην είσαι ευέξαπτη.»

«Να μην είμαι ευέξαπτη?... πλάκα μου κάνεις?... μας λες στα μούτρα ότι δεν μας εμπιστεύεσαι και μου λες να μην είμαι ευέξαπτη?»

«Δεν είναι θέμα εμπιστοσύνης Μπέλα... απλώς θέλαμε να το κρατήσουμε για μας... τουλάχιστον μέχρι να βεβαιωθούμε ότι υπάρχει πράγματι κάτι μεταξύ μας» επενέβει η Κάθη και η Μπέλα την κοίταξε αινιγματικά.

«Θέλετε να μου πείτε ότι ακόμα δεν μπορείτε να δείτε ότι είσαστε φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον?... είστε τόσα χρόνια κάτω από την ίδια στέγη και δεν έχετε καταλάβει τα αισθήματα που νιώθετε ο ένας για τον άλλον?» την ρώτησε δύσπιστα και η Κάθη κοίταξε τον Τάηλερ... η Μπέλα ακολούθησε τη ματιά της και γέρνοντας το κεφάλι της στο πλάι ανασήκωσε τα φρύδια της προκλητικά και περίμενε μια απάντηση.

Η απάντηση ήρθε από το στόμα του Τάηλερ.

«Εντάξει, το παραδέχομαι, εγώ φταίω γι αυτό... σταμάτα να ανακατεύεσαι... γι αυτό δεν ήθελα να το μάθεις» απάντησε μουτρωμένος.

«Να το μάθω…» επανέλαβε χαμηλώνοντας το κεφάλι της , κοιτώντας τον πάντα έντονα στα μάτια δίνοντας του να καταλάβει ότι πήρε το μήνυμα που της πέρναγε.

«Μάλιστα…» συνέχισε και παίρνοντας τον καφέ της στο χέρι κοίταξε το κενό μαζεύοντας τις σκέψεις της... και με κοίταξε στιγμιαία και κατάλαβα ότι θα ρίξει την επόμενη της βόμβα... που το συζητάγαμε καιρό τώρα.

Αναστέναξε και κοίταξε πάλι την Κάθη...

«Τελικά θα έρθεις?» την ρώτησε συνεχίζοντας να τρώει το πρωινό της αγνοώντας επιδεικτικά τον Τάηλερ... και η Κάθη κοίταξε έντονα τον Τάηλερ... ζητώντας του σιωπηλά να ζητήσει συγγνώμη αλλά ο Τάηλερ ήταν πολύ εγωιστής για να το κάνει... και το ξέραμε καλά... σιγά μην μπορούσε να ξεγελάσει την Μπέλα... εκείνη ήδη είχε προμελετήσει όλες του τις κινήσεις... και σίγουρα τώρα το διασκέδαζε αλλά δεν τον άφηνε να το δει.

«Θα πάμε με το δικό μου αυτοκίνητο» συνέχισε και η Κάθη την κοίταξε με απορία.

«Μπέλα» ξεκίνησε αλλά η Μπέλα δεν την άφησε να συνεχίσει.

«Θα έρθεις ή να σου πάρω ό, τι καταλαβαίνω εγώ?» την ρώτησε επιβλητικά χωρίς να δέχεται αντίρρηση.

«Μα Μπέλα…»

«Άσε τα μα και τα μου σε μένα... χρειάζεσαι καλοκαιρινά ρούχα... μαγιό... και σίγουρα εσώρουχα για να ξυπνήσεις την γριά κουτσομπόλα απο εδώ και να την ξεκολλήσεις από το λήθαργο... θες να βάλω την Άλις να διαλέξει για σένα ή θα έρθεις μαζί μας?»

«Να τα κάνω τι εγώ τα καινούρια ρούχα και τα σέξι εσώρουχα?» την ρώτησε μπερδεμένη η Κάθη και η Μπέλα γύρισε και με κοίταξε δίνοντας μου την άδεια να το ξεφουρνίσω εγώ.

«Σκεφτήκαμε, με την Μπέλα να σας στείλουμε ταξιδάκι στην Ελλάδα.» Το πιρούνι του Τάηλερ έπεσε από το χέρι του και κοίταξε την Μπέλα σοκαρισμένος.

«Δεν πιστεύω να εννοείς ότι θα μας στείλεις στον “Σκορπιό”?» την ρώτησε γουρλώνοντας τα μάτια του από έκπληξη.

«Γιατί, σε χαλάει?» τον ειρωνεύτηκε και γύρισε προς την Κάθη.

«θα έρθεις ή όχι?» επέμενε κι η κακομοίρα η Κάθη δεν ήξερε τι να πει.

«Παιδί μου, κατάπιες την γλώσσα σου?... θα έρθεις ή να πω στην Άλις να πάρει ό, τι καταλαβαίνει???»

«Μπέλα» κατάφερε μόνο η Κάθη να πει μέσα από την συγκίνηση της και κάνοντας τον γύρω του τραπεζιού ήρθε δίπλα της και την αγκάλιασε.

«Δεν έπρεπε να το κάνεις αυτό» τη μάλωσε και η Μπέλα γέλασε απομακρύνοντας την λίγο για να την κοιτάξει.

«Σας αξίζουν τα καλύτερα... έχετε κάνει τόσα πολλά για μας» της είπε και εκείνη με τη σειρά της και η Κάθη βούρκωσε και κοίταξε αυστηρά τον Τάηλερ.

«Συγγνώμη παιδιά» ξεκίνησε εκείνος αλλά το ύφος της Μπέλας τον σταμάτησε.

«Αν μου την πληγώσεις θα έχεις να κάνεις μαζί μου, το κατάλαβες?» του είπε ευθέως και εκείνος πάλι πήρε το άγριο του ύφος.

«Σταμάτα να ανακατεύεσαι» της είπε αυστηρά και η Κάθη αναστέναξε θλιμμένα.

«Τάηλερ... τα παιδιά έχουν δίκιο... άλλωστε κάτω από την ίδια στέγη ζούμε πόσο θα μπορούσαμε να τους κοροϊδεύουμε?» τον ρώτησε ήρεμα και εκείνος τα παράτησε.

«Δεν πάμε σιγά σιγά γιατί στο τέλος δεν βλέπω να φεύγουμε» είπε ο Τάηλερ κάτω από τον αναστεναγμό του κοιτώντας προς το μέρος μου και του ένευσα αφήνοντας την πετσέτα μου ήρεμα πάνω στο τραπέζι... δεν υπάρχει τρόπος να τους συνετίσεις... είναι ή του ύψους ή του βάθους... αλλά πάντα στο τέλος τα βρίσκουν και αυτό είναι κάτι μου με καθησυχάζει.

«Σε μια ώρα θα είμαι πίσω... να είσαι έτοιμη να φύγουμε» συνέχισε κοιτώντας την Μπέλα έντονα και εκείνη παίρνοντας τον καφέ της του απάντησε απαξιωτικά.

«Δεν χρειάζεται να μπεις στον κόπο... θα πάω με το δικό μου» του είπε σκληρά και τότε δεν άντεξα άλλο.

«Κόφτε το πια... Μπέλα, όλοι ξέρουμε ότι δεν του έχεις θυμώσει, γιατί το τραβάς?» την ρώτησα απελπισμένος και γύρισε προς το μέρος μου ζαρώνοντας τα φρύδια της.

«Γιατί εγώ την αχαριστία δεν την ανέχομαι... αν δεν μπορεί να το δει πρόβλημα του.»

«Να δω τι, Μπέλα?» την ρώτησε εκείνος και η Κάθη αναστέναξε.

«Σας παρακαλώ σταματήστε το... δεν είναι αστείο πια» παρακάλεσε και κοίταξε και τους δύο με πληγωμένο ύφος.

«Μην ανησυχείς Κάθη μου» της είπε ήρεμα αλλά δεν την ξεγέλασε.

«Και επιτέλους Τάηλερ, η Μπέλα έχει δίκιο... πότε επενέβη στη ζωή σου για να το κάνει τώρα?... ξέρεις ότι αν νιώθεις ότι, ότι και να κάνετε τέλος πάντων, αν νιώσεις ότι επενέβη στην ζωή σου είσαι ελεύθερος να αποδεσμευτείς από εκείνην... για ποιον λόγο τώρα την κατηγορείς?» τον ρώτησε η Κάθη και περίμενε μια σοβαρή απάντηση αλλά η απάντηση που πήρε την άφησε προβληματισμένη.

«Εκείνη ξέρει» είπε κοιτώντας την έντονα και η Μπέλα πέταξε την πετσέτα της στο τραπέζι με δύναμη.

«Αυτό είναι το ευχαριστώ?» τον ρώτησε σκληρά και συνέχισε «Να ‘σαι καλά» και σηκώθηκε από την καρέκλα της θιγμένη και της κράτησα το χέρι πριν φύγει.

«Αρκετά...» φώναξα και σηκώθηκα και εγώ «Τάηλερ το παρατράβηξες... γιατί συνεχίζεις να της κάνεις τη ζωή δύσκολη??... αν δεν σου αρέσει ο τρόπος ζωής της... ζήτα της να σε απαλλάξει... ξέρεις πολύ καλά ότι θα το σεβαστεί... όπως σεβάστηκε και την δική μου επιθυμία.»

«Δεν είναι αυτό το πρόβλημα Έντουαρτ... αν δεν το ήθελα, δεν θα το έκανα» αμύνθηκε και αναστέναξε.

«Τότε ποιο είναι το πρόβλημα σου?» τον ρώτησα πίσω αυστηρά και εκείνος την κοίταξε περιμένοντας να πάρει την άδεια να συνεχίσει αλλά εκείνη του είχε γυρίσει την πλάτη και δεν του έκανε την χάρη.

«Ξέρεις ότι δεν μπορώ να μιλήσω γι αυτά...» απολογήθηκε «Μπέλα?» την παρακάλεσε για να του δώσει και πάλι σημασία και η Μπέλα αναστέναξε.

«Ανακωχή?» ρώτησε εκείνη πίσω τείνοντας το χέρι της προς το μέρος του και εκείνος γέλασε κουνώντας το κεφάλι του απηυδισμένα και της έδωσε και το δικό του.

«Εντάξει, κέρδισες... χρόνια πολλά» της είπε για να της το χτυπήσει και εκείνη του έδωσε ένα μπάτσο στον ώμο στραβώνοντας το στόμα της παιχνιδιάρικα.

«Και στους δύο…» συνέχισε εκείνος και κοιταχτήκαμε για μια στιγμή και χαμογελάσαμε.

«Ευχαριστούμε» είπαμε με ένα στόμα και ταυτόχρονα έγινε και η ανακωχή.

Η Μπέλα με συνόδευσε μέχρι το αυτοκίνητο κρατώντας με από τη μέση τρυφερά και της χάιδεψα το μπράτσο ήρεμα.

«Τι ήταν όλα αυτά?»

«Μη σε απασχολούν τώρα αυτά... έχεις τόσα στο μυαλό σου.»

«Μπέλααααα» είπα με πείσμα αναστενάζοντας και τη γύρισα προς τη μεριά μου χωρίς να δέχομαι αντίρρηση.

«Εντάξει... θα σου πω» κατέθεσε τα όπλα και έβαλε τα χέρια της πάνω στα πέτα μου για να τα φτιάξει... αποφεύγοντας τη ματιά μου.

«Θέλω να τον βάλω στις επιχειρήσεις μου... να του μεταβιβάσω μερικές και να μπει σιγά σιγά στο κόλπο αλλά τσινάει... γιατί νιώθει λέει ότι τον εξαγοράζω.» Έβαλα το χέρι μου κάτω από το σαγόνι της και την ανάγκασα να με κοιτάξει.

«Τι γυναίκα είσαι εσύ??...» τη ρώτησα και της φίλησα τρυφερά τα χείλια... «αλλά δεν καταλαβαίνω που αποσκοπεί όλο αυτό?»

«Θέλω να αποσυρθώ όταν όλα τελειώσουν... και δεν θέλω να αφήσω μόνο του τον Τζέηκ γιατί είμαι σίγουρη ότι αργά ή γρήγορα θα γυρίσει σε αυτά που του δίδαξε ο Πάολο... και ξέρεις πόσο μου τη δίνει αυτό... γι αυτό και θέλω να εκπαιδευτεί ο Τάηλερ... για να μπορέσει να κρατήσει τις ισορροπίες όταν εγώ δεν θα είμαι εκεί.»

«Πραγματικά σκέφτεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο?» είχα μείνει άφωνος.

Το σπίτι και οι επιχειρήσεις της είναι όλη της η ζωή... μπορεί να τα παρατήσει όλα αυτά... που ουσιαστικά είναι το μόνο μελανό σημείο στην σχέση μας... μόνο και μόνο για μένα?... μόνο και μόνο για να μπορούμε να έχουμε μια ήρεμη και φυσιολογική ζωή??... Χριστέ μου πόσο την αγαπώ.

«Ναι, Έντουαρτ... μπορώ και θα το κάνω... φυσικά μην έχεις αυταπάτες... ποτέ δεν πρόκειται να σταματήσω να τους ελέγχω... αλλά αυτό μπορεί να γίνει και από απόσταση... κουράστηκα να μπαίνουν όλα αυτά ανάμεσα στη σχέση μας... και ξέρεις ότι είμαι διατεθειμένη να κάνω τα πάντα για να μπορέσουμε να ζήσουμε όσα μας στέρησαν όλα αυτά τα χρόνια.»

Την κλείδωσα στην αγκαλιά μου άφωνος... τι θα μπορούσα να της πω?... τα μάτια μου θόλωσαν και η καρδιά μου κόντεψε να διαλύσει το στήθος μου... εκείνη μου χάιδευε τα μαλλιά μου ήρεμα και άφησε ένα τρυφερό φιλί στο λαιμό μου.

«Έλα, θα αργήσεις» είπε τελικά έχοντας πάρει την απάντηση που ζητούσε μέσα από αυτήν την αγκαλιά παρασύροντας με και πάλι προς το αυτοκίνητο.

*_*_*_*_*_*_*_*_*_*_*

«Φτάσαμε» άκουσα την φωνή του Τάηλερ και γύρισα το κεφάλι μου να τον κοιτάξω με το μυαλό μου ακόμα στις αναμνήσεις και εκείνος καταλαβαίνοντας το, μου έδειξε με ένα νεύμα προς την πύλη.

Πόσα χρόνια είχα να έρθω εδώ?... αναστέναξα... πόσα έχουν αλλάξει?... εμείς αλλάξαμε ριζικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA