«Ο Τσάρλι» είπαμε με μια φωνή και γελάσαμε ταυτόχρονα.
«Στην ντουλάπα» είπε εκείνη και αμέσως χωρίς να το σκεφτώ παίρνοντας και τα νωπά ακόμα ρούχα μου μαζί... κρύφτηκα μέσα στην ντουλάπα αφήνοντας μια χαραμάδα για να τους βλέπω.
«Μπέλα;» ρώτησε ο Τσάρλι έξω από την πόρτα και αφού η Μπέλα σκεπάστηκε και πήρε ένα βιβλίο στα χέρια της από το κομοδίνο του είπε να περάσει... «Ξάπλωσες από τώρα;» την ρώτησε με περιέργεια και εκείνη του χαμογέλασε και του έκανε νόημα με το χέρι της χτυπώντας το πάνω στο στρώμα... για να πάει κοντά της.
«Σταμάτα να ανησυχείς... είμαι μια χαρά... απλά βαριόμουν και σκέφτηκα να ξαπλώσω και να διαβάσω κανένα βιβλίο» του είπε ήρεμα χαμογελώντας του ζεστά και εκείνος πήρε μια ανάσα.
«Σε αφήνω πολλές ώρες μόνη σου» είπε με βαριά καρδιά και εκείνη του έπιασε το χέρι ακόμα χαμογελώντας του.
«Και εδώ να είσαι τι περισσότερο μπορείς να κάνεις Τσάρλι...; Μην ανησυχείς... αφού το ξέρεις ότι είμαι αρκετά μοναχικό άτομο»
«Γιατί δεν πας καμία βόλτα όπως τα παιδιά της ηλικίας σου... μην κάθεσαι τόσο πολύ μέσα»
«Θα γίνει και αυτό...» τον καθησύχασε... «Ίσως αύριο» είπε ανασηκώνοντας τους ώμους της αδιάφορα.
«Όπως νομίζεις... εσύ ξέρεις καλύτερα... θες να σου φέρω τίποτα πριν φύγω;»
«Όχι είμαι μια χαρά... καλή βάρδια»
«Σε ευχαριστώ καρδιά μου» της απάντησε τρυφερά και καθώς της έδωσε ένα φιλί στην κορυφή του κεφαλιού της, την άφησε και έφυγε κλείνοντας την πόρτα ήρεμα πίσω του... αμέσως εγώ βγήκα από την κρυψώνα μου και πήγα δίπλα της.
Εκείνη γύρισε προς το μέρος μου και την στιγμή που πήγε να βγάλει την κουβέρτα από πάνω της την εμπόδισα και με κοίταξε με περιέργεια.
«Θα είσαι πιο ζεστά έτσι» της είπα και γέλασε κουνώντας το κεφάλι της.
«Έντουαρντ... δεν νιώθω το κρύο» είπε πειραχτικά.
«Επειδή δεν το νιώθεις δεν πάει να πει ότι σου κάνει και καλό... έχω τελειώσει ιατρική... κάτι παραπάνω ξέρω» της απάντησα αυστηρά και εκείνη ξεκαρδίστηκε στα γέλια με την προστατευτικότατα μου προς το μέρος της αλλά τελικά το δέχτηκε.
«Γιατρέ μου;;;» είπε με ένα πονηρό χαμόγελο... «Έχω έναν πόνο... εδώ... θα με εξετάσετε;;;» συνέχισε ακόμα σοβαρή δείχνοντας με το χέρι της την καρδιά της και μπαίνοντας αμέσως στο παιχνίδι... πήρα ένα επαγγελματικό ύφος και κρατήθηκε με νύχια και με δόντια για να μην ξαναγελάσει και της απάντησα σοβαρά.
«Τι συμπτώματα έχετε;»
«Μμμ.... να σκεφτώ... πραγματικά δεν ξέρω... είναι πολύ περίεργο... ξέρετε γνώρισα κάποιον τον τελευταίο καιρό και κάθε φορά που με κοιτάζει... εκείνη αρχίζει να καλπάζει σαν τρελή... αλλά όταν με αγγίζει...» δάγκωσε τα χείλια της και ένα βογκητό ξέφυγε από το λαρύγγι της και αμέσως όλο μου το ύφος άλλαξε και την κοίταξα βαθιά στα μάτια ξέπνοος.
Με αργή κίνηση σήκωσε το χέρι της και ελέγχοντας πάντα τις αντιδράσεις μου... άφησε τα ακροδάχτυλα της να ακουμπήσουν πάνω στο πρόσωπο μου... το άγγιγμα της αμέσως με τίναξε αλλά δεν αντέδρασα... την άφησα να συνεχίσει απολαμβάνοντας αυτήν την μοναδική αίσθηση να με συνεπάρει... το άγγιγμα της τόσο τρυφερό... τόσο απαλό διέγειρε όλο μου το κορμί και μια περίεργη ζεστασιά με έκανε να αναριγήσω... με μάγευε... με σαγήνευε και εγώ το δεχόμουνα με μεγάλη ευχαρίστηση αλλά πίσω στο μυαλό μου πάντα παρέμενα επιφυλακτικός.. από τον φόβο μου μην ξυπνήσει απότομα το τέρας μέσα μου και μου θολώσει την κρίση μου.
Μόλις τα δάχτυλα της έφτασαν στο σαγόνι μου εκείνη με παρέσυρε προς το μέρος της και εγώ δέχθηκα την πρόκληση χωρίς δισταγμό... ακόμα αρνούμενος να αναπνεύσω... Το πρόσωπο της σε απόσταση αναπνοής μου έφερνε μια εφορία στην καρδιά από όλη την θερμότητα που ανέδιδε το σώμα της και με αργή κίνηση άφησα τα χείλια μου να ακουμπήσουν πάνω στα δικά της χείλη και εκείνη αναστέναξε τεντώνοντας το σώμα της φέρνοντας το πιο κοντά μου.
Περνώντας το χέρι μου πάνω από το σώμα της... το στερέωσα από την άλλη πλευρά του σώματος της για να ελέγξω το κορμί μου ώστε να μην την πλακώσω και εκείνη παίρνοντας τα ηνία στα χέρια της... τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου και με συγκράτησε εκεί συνεχίζοντας να χαϊδεύει τα χείλια μου με τα δικά της... η αίσθηση απερίγραπτη... το ήθελα τόσο πολύ... την αναζητούσα με πάθος... αλλά το μυαλό μου είχε άλλη άποψη... από τον φόβο μου μην της κάνω κανένα κακό... ήμουν ακόμα πολύ διστακτικός αλλά όχι και απόμακρος.
Δέχθηκα την πρόκληση της... και συγχρόνισα τις κινήσεις μου με τις δικές της και εκείνη ενθουσιάστηκε τόσο πολύ... που άρχισε να γίνεται πιο επιθετική και αυτό με τρόμαξε... Το ένα της χέρι παρέμεινε σταθερό... ενώ το άλλο άρχισε να παίζει με τις τούφες των μαλλιών μου... και αυτή η κίνηση της με έκανε να βογκήξω πάνω στα ζεστά της χείλη... το σώμα μου με δική του πρωτοβουλία, πλησίασε το δικό της... και η θερμότητα της με έκαψε... ακόμα και με το πάπλωμα της ανάμεσα μας το κορμί της εξέπεμπε τέτοια θερμότητα που με έκαιγε ολόκληρο και έκανε το κορμί μου να σκιρτεί πάνω στα χέρια της.
Εκείνη αναστέναξε βαθιά και τα χείλια της άνοιξαν ανεπαίσθητα... το άρωμα της πλημμύρισε όλες μου τις αισθήσεις και με έκανε να θέλω περισσότερα... μέσα από το παντελόνι μου το φύλο μου άρχισε να ασφυκτιεί και να με πονάει με τέτοιο τρόπο που με έκανε να ουρλιάξω και χωρίς να το σκεφτώ έφυγα από πάνω της και εκτινάχτηκα όσο πιο μακριά της μπορούσα συγκρατώντας τον εαυτό μου με νύχια και με δόντια έχοντας γυρισμένη την πλάτη μου προς τα εκείνη.
Άνοιξα το παράθυρο και άρχισα να παίρνω βαθιές αναπνοές αφήνοντας το αεράκι που έμπαινε από αυτό να ξεδιαλύνει τις σκέψεις μου που είχαν πάρει φωτιά... αυτό που ζούσα δεν μου είχε συμβεί ποτέ ξανά στην ζωή μου και όλο μου το σώμα ούρλιαζε από την έλλειψη της επαφής της αλλά ήμουν δυνατός... έπρεπε να είμαι δυνατός για εκείνη... δεν μπορώ να παρασυρθώ... είναι τόσο επικίνδυνο... είναι τόσο εύθραυστη... Χριστέ μου... πόσο βασανιστικό είναι όλο αυτό... να την έχω τόσο κοντά μου... να την θέλω τόσο πολύ και όμως να μην μπορώ να την αγγίξω με αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο... με τον τρόπο που έβλεπα άθελα μου μέσα από τις σκέψεις τον άλλων και ένιωθα αυτό το μοναδικό συναίσθημα που τους πλημμύριζε... πόσο τους ζήλευα γι’ αυτό και όμως τώρα που το νιώθω και εγώ πρέπει να το αρνηθώ... όχι δεν μπορώ να είμαι μαζί της με αυτόν τον τρόπο... δεν πρέπει να παρασυρθώ... Έντουαρντ συγκεντρώσου... ξέρεις τι μπορεί να πάθει.
«Έντουαρντ;» άκουσα την ψιθυριστή φωνή της γεμάτη αγωνία να με καλεί και γύρισα προς το μέρος της με αργή κίνηση παίρνοντας μια ήρεμη αναπνοή... «Είσαι καλά;» ρώτησε με την ίδια αγωνία κοιτώντας με εξονυχιστικά με πόνο στην ματιά της.
«Συγνώμη... δεν μπορώ...» ξεκίνησα να της λέω απολογητικά και εκείνη αναστέναξε και μου έτεινε το χέρι της για να πάω κοντά της.
«Εγώ πρέπει να σου ζητήσω συγνώμη που παρασύρθηκα... μην φύγεις» με παρακάλεσε και αναστενάζοντας πήγα και πάλι κοντά της.
«Μην μου ζητάς συγνώμη...» της είπα καθώς έκατσα στην άκρη του κρεβατιού της και της χάιδεψα απαλά το πρόσωπο... «Άνθρωπος είσαι και εσύ στο κάτω» συνέχισα χαμογελώντας της γλυκά για να αποφορτίσω την ατμόσφαιρα αλλά εκείνη μελαγχόλησε περισσότερο... «Μπέλα... το θέλω και εγώ... αλλά δεν γίνεται... φοβάμαι τόσο πολύ μην παρασυρθώ και θολώσω... είσαι τόσο εύθραυστη... μια μου λάθος κίνηση μπορεί να σε διαλύσει και αυτό δεν θα μπορέσω να το αντέξω»
«Το καταλαβαίνω» είπε απαλά και έβαλε το χέρι της πάνω στο δικό μου και αναστέναξε... «Είναι όλα τόσα καινούργια όλα αυτά τα συναισθήματα και για τους δύο μας... που δεν ξέρουμε πως να αντιδράσουμε» είπε και συναίνεσα... πράγματι ήταν τόσο καινούργια όλα αυτά και για τους δύο μας που είναι πολύ εύκολο να παρασυρθούμε στο πάθος μας.
«Έλα» μου είπε και καθώς ξανα ξάπλωσε κρατώντας το χέρι μου με παρέσυρε κοντά της.
Ξάπλωσα δίπλα της χρησιμοποιώντας όσο το δυνατόν λιγότερο χώρο και καταλαβαίνοντας το γύρισε στο πλάι για να μπορέσω να ξαπλώσω πιο άνετα κοντά της... δέχθηκα την πρόσκληση και ταχτοποιώντας το πάπλωμα ώστε να είναι ανάμεσα μας για να μην κρυώσει το σώμα της από την ψυχρότητα του δικού μου τύλιξα το χέρι μου γύρω από το σώμα της και εκείνη βολεύτηκε καλύτερα στην αγκαλιά μου κοιτώντας μακριά χαμένη και πάλι μέσα στις προσωπικές της σκέψεις.. αυτό με τρέλανε... και όσο δεν έβλεπα το πρόσωπο της με έκανε να ξεπερνώ τα όρια μου... με το χέρι μου της απομάκρυνα τα μαλλιά από το πρόσωπο της και τα έβαλα πίσω από την πλάτη της για να την κοιτάξω καλύτερα... εκείνη και μόνο με αυτήν την απλή επαφή... αναρίγησε κλείνοντας τα μάτια της και αναστέναξε.
«Τόσο πρωτόγνωρο» ψιθύρισε και ακούμπησε το πίσω μέρος του κεφαλιού της πάνω στο στερνό μου και έμεινε ακίνητη.
«Δεν θες να κοιμηθείς;» την ρώτησα και κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.
«Αν είχα την δυνατότητα να το κάνω... δεν θα έκλεινα ποτέ ξανά τα μάτια μου... δεν θα κουνιόμουνα ούτε ένα χιλιοστό ξανά για κανέναν λόγο» αναστέναξε... «Δεν μπορείς να φανταστείς τι σημαίνει για μένα... αυτή η αγκαλιά» είπε καθώς η φωνή της έσβηνε και τελείωνε με έναν πνιχτό λυγμό.
Της φίλησα απαλά στην κορυφή του κεφαλιού της και αναστέναξα... «Πίστεψε με καταλαβαίνω απόλυτα τι εννοείς» είπα ειλικρινά και την έσφιξα περισσότερο επάνω μου προσέχοντας να μην το παρακάνω και εκείνη τύλιξε τα χέρια της γύρω από το δικό μου που την συγκρατούσε και φέρνοντας το κοντά στα χείλια της άφησε ένα φιλί μέσα στην χούφτα μου και το άφησε και πάλι να αγκαλιάσει το σώμα της χωρίς να σταματάει να το αγγίζει.
«Αφού δεν θες να κοιμηθείς τι θες να κάνουμε;» την ρώτησα και γυρνώντας μόνο το κεφάλι της προς το μέρος μου με κοίταξε με νόημα στα μάτια καθώς μίλησε.
«Ξέρεις ακριβός τι θέλω να κάνουμε...» ξερόβηξα σοβαρός για να την συνετίσω και εκείνη συνέχισε... «Αλλά μιας και που δεν μπορούμε θα ήθελα να μου πεις για σένα» είπε σοβαρά και βολεύτηκε καλύτερα σε αυτήν την θέση για να με κοιτάει καθώς μίλαγα.
«Τι θες να μάθεις;» ανασήκωσε τους ώμους της.
«Δεν ξέρω...» ξεκίνησε σκεπτική... «Είμαι περίεργη... δεν έχεις δοκιμάσει ποτέ...» σταμάτησε την φράση της κοιτάζοντας με με νόημα στα μάτια και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά... «Ποτέ;» ξανά ρώτησε με ένα σοκαρισμένος ύφος.
«Για το είδος μου είναι διαφορετικά τα πράγματα από ότι για τον άνθρωπο»
«Δηλαδή;»
«Είμαστε ζωντανοί βράχοι – σκληροί και ψυχροί – είμαστε έτσι όπως είμαστε και είναι πολύ σπάνιο να μα συμβεί κάποια πραγματική αλλαγή αλλά όταν μας συμβεί, όπως όταν μπήκες εσύ στην ζωή μου και την άλλαξες ριζικά... δεν υπάρχει επιστροφή»
«Μμμμ...» είπε σκεπτική κοιτάζοντας μακριά για μία στιγμή... «Δεν μπορώ να καταλάβω ακριβός αυτό που κολλάει με τον να μην έχεις κάνει ποτέ έρωτα» είπε χωρίς να με κοιτάει ακόμα.
«Μπέλα...» της είπα και γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου... «Δεν έχω νιώσει τίποτα παρόμοιο όπως νιώθω όταν είμαι μαζί σου... με άλλη γυναίκα... πως θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο από την στιγμή που δεν υπήρχε κανένα συναίσθημα» δάγκωσε το κάτω χείλος της κοιτώντας και πάλι μακριά, σκέφτηκε πολύ καλά την επόμενη της απάντηση αλλά εγώ συνέχισα πριν την κάνει γυρίζοντας το πρόσωπο της με τον δείκτη μου προς το μέρος μου... «Δεν λειτουργούμε όπως οι άνθρωποι... τα πάθη μας είναι πιο ισχυρά από αυτά των ανθρώπων που μετά την μεταμόρφωση μας σβήνουν όλα τα ανθρώπινα συναισθήματα... και ξυπνάνε ξανά μόνο όταν κάποιο συναίσθημα είναι ισχυρό ώστε να μας το επαναφέρει... αλλιώς δεν ξυπνάει ποτέ» αυτό την έκανε να το καταλάβει καλύτερα και συναίνεσε.
«Όπως η δίψα» υπέθεσε.
«Αυτή είναι πιο δυνατό μας πάθος από όλα μας τα άλλα πάθη...» επιβεβαίωσα και κατένευσε... «Αλλά τώρα είμαι περίεργος και εγώ... εσύ έχεις κάνει ποτέ έρωτα;»
«Ναι...» επιβεβαίωσε σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο... που πράγματι είναι αλλά όχι με τον τρόπο που το σκέφτομαι εγώ... ανασηκώνοντας τους ώμους της και αυτό με έκανε για κάποιον ανεξήγητο λόγο να πονέσω αλλά το έκρυψα πάρα πολύ καλά αλλά δεν ήμουν σίγουρος αν κατάφερα να το κρύψω από εκείνην... «Αλλά δεν έχει καμία σχέση με αυτό που νιώθω τώρα... αυτό που νιώθω τώρα... δεν το έχω νιώσει ποτέ ξανά... ακόμα και με το σώμα της Νεφελίμ υποτελή μου... ακόμα και τότε που ένιωθα τα ανθρώπινα συναισθήματα μέσα σε εκείνες τις δεκαπέντε μέρες του χρόνου... καμία εμπειρία δεν με έκανε να νιώσω τέτοια έκρηξη συναισθημάτων... δεν ξέρω πως να το περιγράψω σωστά... αλλά αυτό...» είπε εννοώντας την αγκαλιά που την είχα τώρα χαϊδεύοντας απαλά το χέρι μου... «Καμία άλλη αγκαλιά δεν μου το πρόσφερε... κανένα άλλο κορμί δεν με έκανε να νιώσω τέτοιο πόνο» είπε και την κοίταξα με απορία στα μάτια
«Πόνο;» την ρώτησα και αναστέναξε.
«Κάθε φορά που με κοιτάς... κάθε φορά που με αγγίζεις... όλο μου το κορμί αντιδράει με έναν τρόπο που δεν μπορώ να τον περιγράψω... είναι λες και θα εκραγεί» είπε αφήνοντας ένα γελάκι με θλιμμένο ύφος... «Η καρδιά μου νιώθω ότι θα μου διαλύσει το στήθος... και...» έκανε μια παύση προσπαθώντας να ερμηνεύσει αυτό που ένιωθε αλλά τελικά κούνησε αρνητικά το κεφάλι της απογοητευμένη... «Όχι δεν μπορώ να το περιγράψω... είναι τόσο έντονο που με κάνει τρελαίνομαι... τόσο...» είπε με ένταση στην φωνή της γουρλώνοντας τα μάτια της και κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου.
«Καταλαβαίνω ακριβός της εννοείς... το ίδιο ακριβός νιώθω και εγώ με σένα... είναι τόσο έντονο που δεν υπάρχουν λόγια να το περιγράψω... τα περισσότερα από αυτά που αισθάνομαι δεν ξέρω καν τι είναι... είναι τόσο περίεργο...»
«Τόσο παράλογο...» συμπλήρωσε
«Τόσο υπέροχο...» συνέχισα.
«Που δεν θέλω να τελειώσει» κατέληξε και σφίγγοντας την στην αγκαλιά μου εκείνη ακούμπησε το μάγουλο της πάνω στο στήθος μου και γυρίζοντας όλο της το κορμί προς την μεριά μου τύλιξε τα χέρια της γύρω μου και αναστέναξε με πόνο πνίγοντας έναν λυγμό.
«Δεν θέλω να τελειώσει ποτέ» επανέλαβα εγώ μέσα από τον αναστεναγμό μου και μείναμε και οι δύο για λίγο σιωπηλοί απολαμβάνοντας αυτήν την εφορία που μας χάριζε αυτή η αγκαλιά.
Δεν πέρασε πολύ ώρα και το κορμί της άρχισε να χαλαρώνει... η αναπνοή της άλλαξε και έγινε πιο ρυθμική... και οι καρδιακοί της παλμοί πιο συντονισμένοι... την είχε πάρει ο ύπνος και έμεινα για μια στιγμή αναποφάσιστος... Δεν ήθελα να την αφήσω από την αγκαλιά μου αλλά δεν μπορούσα να την αφήσω και να κοιμηθεί έτσι... μπορεί να είχαμε ανάμεσα μας την κουβέρτα αλλά δεν ήμουν και τόσο σίγουρος κατά πόσο αυτό της πρόσφερε την ζεστασιά που είχε ανάγκη το κορμί της για να βρει τις ισορροπίες του.
Την άφησα λίγο ακόμα να αποκοιμηθεί πιο βαριά και μόλις σιγουρεύτηκα ότι δεν θα ξυπνήσει την άφησα απαλά να ακουμπήσει πάνω στο μαξιλάρι της και απομακρύνθηκα από κοντά της... εκείνη δεν έδειχνε να το καταλαβαίνει και αφού πήρα τα ρούχα μου στα χέρια μου... ντύθηκα γρήγορα και βγαίνοντας από το παράθυρο έτρεξα για το σπίτι... σίγουρα θα είχαν ανησυχήσει... αλλά για να μην με πάρουν τηλέφωνο η Άλις θα τους είχε καθησυχάσει.
Φτάνοντας στο κατώφλι της πόρτα με περίμενε η Άλις και μόλις με είδε ήρθε τρέχοντας και σκαρφάλωσε στην αγκαλιά μου χορευτικά και γέλασα με την καρδιά μου.
«Αδελφούλη μουυυυ» ούρλιαζε μέσα στ’ αυτιά μου και απομακρύνοντας την από πάνω μου έκλεισα τα αυτιά μου επιδεικτικά για να την πειράξω και εκείνη αμέσως τράβηξε τα χέρια μου για να τ’ απελευθερώσω συνεχίζοντας... «Είμαι τόσο υπερήφανη για σένα... πως είναι...; Πότε θα την γνωρίσουμε...; Πες μου ότι θα την φέρεις αύριο... Αχχ πόσο ανυπομονώ να την γνωρίσω... θα γίνουμε οι καλύτερες φίλες και…»
«Εεεεεεεεεε... παύση αδελφούλα... παύση» της είπα εγώ βάζοντας αμυντικά τα χέρια μου μπροστά και εκείνη έκανε μια θυμωμένη γκριμάτσα σταυρώνοντας τα χέρια της μπροστά στο στήθος της που με έκανε να γελάσω... «Εντάξει θα της το προτείνω να έρθουμε αύριο... αλλά δεν σου υπόσχομαι τίποτα» είπα τελικά μέσα από τον αναστεναγμό μου και το πρόσωπο της όλο φωτίστηκε και άρχισε να χτυπάει παλαμάκια ενώ χοροπηδούσε και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου απελπισμένος.
«Θα έρθει» είπε σίγουρη μέσα από το όραμα που μοιράστηκε μαζί μου και παίρνοντας την από τον ώμο της άρχισα να την παρασέρνω προς τα μέσα.
«Για να έρθει όμως πρώτα πρέπει να γυρίσω πίσω γρήγορα κοντά της γιατί δεν ξέρει ότι έφυγα... και αν το καταλάβει και μου θυμώσει...» της είπα δήθεν και εκείνη με έσπρωξε προς τα μέσα.
«Τότε τι περιμένεις... τρέχα να ετοιμαστείς και γύρνα γρήγορα κοντά της» είπε αλλά μόλις μπήκαμε στο σπίτι όλοι γύρισαν προς την μεριά μας και με κοίταξαν έντονα και εξεταστικά... το πρόσωπο της Έσμε βλέποντας με έλαμψε και η σκέψη της...’’ Μπράβο αγόρι μου είμαι τόσο υπερήφανη για σένα... το ήξερα ότι είσαι δυνατός’’.
«Το ήξερα ότι δεν θα μας απογοητεύσεις» με επιβράβευσε ο Καρλάηλ ερχόμενος κοντά μου και μου έδωσε δύο φιλικά χτυπήματα στην πλάτη.
«Τι έγινε μικρέ την κατάφερες την πιτσιρίκα;» πετάχτηκε ο Έμετ με πονηρό βλέμμα και η Άλις περνώντας από δίπλα μου με χορευτική φιγούρα πηγαίνοντας προς τον Τζαζ συμπλήρωσε με την κελαρυστή φωνούλα της γεμάτο υπονοούμενα.
«Και όχι μόνο...»
«Άλις...» της είπα εγώ πριν πει οτιδήποτε άλλο και όλοι γύρισαν προς το μέρος μου με απορία.
«Μην μου πεις ότι έκανες τίποτα με το φρικιό» είπε με αηδία η Ρόουζ πριν πει κανείς τίποτα και η Έσμε γύρισε προς το μέρος της αυστηρά.
«Ρόουζ...»
«Άδικο έχω... Τι ξέρουμε για εκείνην...; Μπορεί να είναι απειλή για μας»
«Δεν είναι απειλή για κανέναν μας» της επιτέθηκα εγώ αυστηρά και την κοίταξα με νόημα στα μάτια για να το κόψει εδώ.
«Δηλαδή σου είπε τι είναι;» ρώτησε ο Καρλάηλ και γύρισα προς το μέρος του.
«Ναι... αλλά δεν είμαι σίγουρος αν πρέπει να το αποκαλύψω» είπε περνώντας το χέρι μου μέσα στα μαλλιά μου νευρικά.
«Δεν πειράζει θα την ρωτήσουμε αύριο» είπε η Άλις και όλοι γύρισαν και την κοίταξαν...
«Τι;» ρώτησε εκείνη αθώα... «Δεν ανυπομονείτε να την γνωρίσετε;»
«Θα μας την φέρεις να την γνωρίσουμε;» ρώτησε με έναν μεγάλο ενθουσιασμό η Έσμε ανοίγοντας διάπλατα τα μάτια της με ένα τεράστιο χαμόγελο.
«Θα της το προτείνω» είπα ανασηκώνοντας τους ώμους μου... «Αν φυσικά το θέλετε και εσείς» η Ρόουζ πήγαινε να φέρει αντίρρηση αλλά η Έσμε για άλλη μια φορά την διέκοψε.
«Φυσικά και ανυπομονούμε» τόνισε κοιτάζοντας την έντονα στα μάτια... «Ξέρεις παιδί μου πόσο σε αγαπάμε και θέλουμε το καλύτερο γι σένα...» συνέχισε και ερχόμενη κοντά μου με έκλεισε στην αγκαλιά της... «Η χαρά σου είναι και δική μας χαρά...» είπε κρατώντας με σταθερό από το σαγόνι και μου χαμογέλασε με όλη την αγάπη που μου είχε και της ανταπέδωσα και εγώ το ίδιο χαμόγελο και την φίλησα στο μάγουλο.
«Σε ευχαριστώ πολύ μαμά... σας ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη που μου δείξατε» απευθύνθηκα σε όλους.
«Ξέραμε ότι δεν θα μας απογοητεύσεις» είπε ο Καρλάηλ σοβαρά εννοώντας κάθε του λέξη... Η Ρόουζ ξεφύσησε και περνώντας από δίπλα μου έφυγε για το δωμάτιο της με την σκέψη... ‘’Αυτή θα είναι το τέλος σου κορόιδο’’... αναστέναξα και κοίταξα για λίγο μακριά και η Έσμε με γύρισε προς το μέρος της απαιτώντας με την ματιά της να της πω τι συμβαίνει αλλά εγώ κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.
«Θα πάω να κάνω ένα μπάνιο να αλλάξω και θα ξαναφύγω... δεν το ξέρει ότι έφυγα και δεν θέλω να ξυπνήσει και να μην είμαι εκεί» είπα αβέβαιος για ποιον λόγο θα έπρεπε ξαφνικά να δώσω εξηγήσεις και η Έσμε μου χάρισε άλλο ένα γλυκό χαμόγελο και με χτύπησε τρυφερά στην πλάτη.
«Πήγαινε κοντά της γιέ μου... και ζήσ’ το με όλη σου την καρδιά» είπε και έκανα να φύγω αλλά φτάνοντας στην σκάλα κοίταξα τον Τζάζ απολογητικά πριν του ζητήσω αυτό που ήθελα... αλλά εκείνος με πρόλαβε με την σκέψη του.
‘’Δεν θα την πλησιάσω’’... επιβεβαίωσε και καθώς κατένευσα ανέβηκα γρήγορα την σκάλα... μπήκα στο δωμάτιο μου... έβγαλα καθαρά ρούχα και αφού έκανα ένα ντουζ ντύθηκα και γύρισα κοντά της... εκείνη ακίνητη ακόμα στην ίδια θέση... κοιμόταν τόσο γαλήνια που έκανε την καρδιά μου να σπάει σε χίλια κομμάτια... πως θα μπορέσω ποτέ να αποχωριστώ αυτόν τον άγγελο επί γης... πρέπει να υπάρχει κάποια λύση και για μας... κάποιο θαύμα... κάτι...
Έκατσα βαρύς στην κουνιστή καρέκλα που είχε στο δωμάτιο και την κοίταζα από μακριά... το όραμα της Άλις ήρθε ξαφνικά στην σκέψη μου και μου έκοψε την ανάσα... την Μπέλα με κόκκινα μάτια να αγκαλιάζει την Άλις να και να χαμογελάει ευτυχισμένη... Όχιιιιι... ούρλιαξα μέσα μου... όχι δεν μπορώ να το επιτρέψω αυτό... δεν μπορώ να την μετατρέψω σε ένα τέρας μόνο και μόνο για να την κρατήσω κοντά μου από εγωισμό... δεν πρέπει να είμαι εγωιστής μαζί της... αναστέναξα και πέρασα το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου καρφώνοντας την ματιά μου στο πάτωμα... αλλά δεν θα μπορέσω να την έχω και για πάντα... είπα με παράπονο και την κοίταξα για άλλη μια φορά... όχι δεν μπορώ να της το κάνω αυτό... δεν μπορώ να είμαι εγωιστής... σκέφτηκα με περισσότερο πείσμα και έμεινα το υπόλοιπο βράδυ να την κοιτώ και να αναπολώ όσα περάσαμε μέσα σε αυτήν την γεμάτη μέρα.
Καθ' όλη την διάρκεια της νύχτας εκείνη στριφογύριζε και με αναζητούσε μέσα στον ύπνο της... άλλες φορές φωνάζοντας το όνομα μου και άλλες απλά και με πάθος στην φωνή της έλεγε πως με αγαπάει... την κοίταζα μαγεμένος και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι αυτό το πλάσμα θα μπορούσε ποτέ να με κοιτάξει... θα μπορούσε ποτέ να με αγαπήσει... ότι θα μπορούσε ποτέ να νιώσει έστω και στο ελάχιστο από αυτό που ένιωσα εγώ για εκείνην... και όμως κάθε της λέξη... κάθε της κίνηση... κάθε της ανάσα δήλωναν ότι ένιωθε ακριβώς ότι και εγώ και αυτό έκανε την καρδιά μου να σφίγγετε και να γεμίζει εφορία... να γεμίζει με πληρότητα και αγαλλίαση... τόσο όμορφη... σκέφτηκα... τόσο εύθραυστη... συμπλήρωσε μια φωνούλα μέσα στο μυαλό μου επαναφέροντας με στην πραγματικότητα και αναστέναξα κοιτώντας για μια στιγμή μακριά.
Το φως της ημέρας άρχισε να μπαίνει από το παράθυρο δίνοντας στο δωμάτιο μια ευχάριστη νότα... οι σκιές που δημιουργούνταν έκαναν τα λουλούδια να μοιάζουν αληθινά... λες και απάνω τους υπήρχε χρυσόσκονη άρχισαν να λαμπυρίζουν και κουνώντας τα μάτια μου στο γύρω χώρο κοιτώντας τα ένιωθα σαν να άνθιζαν... όπως ακριβός άνθιζε και η καρδιά μου και καλοδεχόταν την άνοιξη... μια άνοιξη γεμάτη ελπίδα.
Η ματιά μου ασυναίσθητα έπεσε πάνω στα περίεργα βιβλία της και κάρφωσα την ματιά μου εκεί... μια περίεργη δύναμη με τράβαγε κοντά τους... μια ακατανίκητη επιθυμία ξύπνησε μέσα μου και με καλούσε κοντά τους... ήθελα τόσο να τα αγγίξω... να τα ανοίξω και να λύσω το μυστήριο που περιέβαλαν... αλλά το είχα υποσχεθεί... ‘’Όχι Έντουαρντ μην το κάνεις’’... επέπληξα τον εαυτό μου αλλά δεν μπορούσα να αντισταθώ σε αυτήν την περιέργεια... κοίταξα άλλη μια φορά προς την Μπελά... κοιμόταν ακόμα βαριά... η αναπνοή της δεν άλλαζε και τότε με αθόρυβα βήματα σηκώθηκα κοιτώντας πάντα προς το μέρος της και πήγα κοντά τους... λύγισα τα γόνατα μου και μόλις ακούμπησα ένα τυχαίο τόμο... πήρα μια βαθιά αναπνοή και έσκυψα το κεφάλι... ‘’Υποσχέθηκες’’... επέπληξα τον εαυτό μου για δεύτερη φορά και τα παράτησα... άφησα το χέρι μου να πέσει και αρκέστηκα μόνο να τα κοιτάω χωρίς να κάνω καμία άλλη κίνηση.
«Άνοιξε το» άκουσα την φωνή της πίσω μου και γύρισα απότομα και την κοίταξα με απορία... όλο της το σώμα ήταν γυρισμένο προς το μέρος μου... η προσωποποίηση της άνεσης... είχε βάλει το χέρι της να ακουμπήσει πάνω στο μαξιλάρι συγκρατώντας το κεφάλι της στην παλάμη της και με κοίταζε χωρίς κανένα συναίσθημα... ήταν τόσο χαλαρή... τόσο όμορφη.
«Δεν θα το άνοιγα ήθελα μόνο να τα κοιτάξω» προσπάθησα να δικαιολογηθώ και ακόμα ανέκφραστη επανέλαβε.
«Άνοιξε το» έσμιξα τα φρύδια μου σε μια ίσια γραμμή και την κοίταξα με απορία.
«Γιατί;»
«Άνοιξε το» επανέλαβε μόνο απαιτητικά και αναστέναξα παρατώντας τα... γύρισα πάλι το πρόσωπο μου προς την μεριά του βιβλίου που είχα πιάσει και πριν και παίρνοντας το στα χέρια μου το άνοιξα και άρχισα να το ξεφυλλίζω... οι σελίδες ήταν όλες κενές δεν υπήρχε τίποτα μέσα... γύρισα τον πρόσωπο μου προς το μέρος της και την κοίταξα με απορία.
«Πίστεψες ποτέ ότι θα άφηνα κάτι τόσο σημαντικό σε κοινή θέα;»
«Τότε γιατί;»
«Ήθελα να την δοκιμάσω»
«Να την...; Εννοείς την Νεφελιμ υποτελή σου;»
«Ναι» είπα ανασηκώνοντας τους ώμους της.
«Πως κατάλαβες ότι τα πλησίασα;»
«Το ένιωσα... νέκρωσαν τα συναισθήματα σου... οπότε κατάλαβα ότι σε καθοδηγούσε»
«Με νιώθεις ακόμα και όταν κοιμάσαι;»
«Ναι» είπε απλά ανασηκώνοντας και πάλι τους ώμους της αδιάφορα... άφησα το βιβλίο στην θέση του και πήγα κοντά της... εκείνη αμέσως μου έκανε χώρο και μόλις έκατσα στο κεφαλάρι του κρεβατιού σε καθιστή θέση εκείνη ακούμπησε το κεφάλι της πάνω στο στήθος μου και έμεινε εκεί ακίνητη.
«Γιατί έφυγες;» με ρώτησε με ένα παράπονο.
«Πήγα να αλλάξω... δεν ήταν σωστό να με δουν οι γείτονες με τα ίδια ρούχα που φόραγα και χθες... τι θα σκεφτόντουσαν» είπα πειράχτηκα και εκείνη ανασηκώθηκε και με κοίταξε στα μάτια.
«Τι θα σκεφτόντουσαν οι γείτονες;» ρώτησε γελώντας δυνατά και κούνησε το κεφάλι της και γέλασα και εγώ και της χάιδεψα το πρόσωπο ήρεμα.
«Δεν θες να κοιμηθείς λίγο ακόμα είναι πολύ νωρίς για να σηκωθείς» της είπα ήρεμα και αφού έβαλε ξανά το κεφάλι της να ακουμπήσει πάνω στον στήθος μου πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Υπόσχεσαι ότι δεν θα μου την κοπανήσεις πάλι;» ρώτησε με αγωνία.
«Φέρε τις χειροπέδες... είμαι αιχμάλωτος σου» είπα για να την πειράξω και εκείνη γέλασε δυνατά και έσφιξε τα χέρια της γύρω από το σώμα μου και την συγκράτησα στην αγκαλιά μου δίνοντας της ένα τρυφερό φιλί πάνω στα μαλλιά της παίρνοντας μια βαθιά ανάσα και εκείνη χαλάρωσε και άφησε τον εαυτό της πάλι να μπει στον κόσμο των ονείρων.
«Κοιμήσου άγγελε μου...» της ψιθύρισα την στιγμή που η αναπνοή της έγινε και πάλι ρυθμική... «Τώρα είσαι η ζωή μου... και δεν θα σε αφήσω ποτέ ξανά από την αγκαλιά μου».