Έντουαρτ
Έμεινα πίσω να την κοιτάζω να φεύγει μακριά μου... και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου... αυτή η γυναίκα δεν θα πάψει ποτέ να με εκπλήσσει... ίσως είναι καιρός να κάνω και εγώ το ίδιο για εκείνην... ξέρω τι θέλω και δεν θα την αφήσω να μου φύγει έτσι εύκολα... είναι δική μου όσο και εγώ είμαι δικός της... και με έχει ανάγκη... Χριστέ μου με έχει ανάγκη... πως μπορώ να της το αρνηθώ.
Πλήρωσα τον λογαριασμό και έφυγα για το σπίτι... ο Τάηλερ με κοίταζε με περιέργεια αλλά δεν ήθελα να με επηρεάσει τίποτα αυτήν την στιγμή... μόλις φτάσαμε στο σπίτι... έτρεξα στο δωμάτιο μου και αφού έκανα ένα ντουζ για να ηρεμήσω την νευρικότητα μου άλλαξα και κίνησα προς το γκαράζ για να πάρω την Άστον μου για να πάω να την βρω... περνώντας από το γραφείο μου σταμάτησα και μπήκα μέσα... άνοιξα το συρτάρι μου και μόλις πήρα το δαχτυλίδι που μου είχε δώσει... το έβαλα στο εσωτερικό του σακακιού μου και κίνησα και πάλι προς το γκαράζ.
«που πας?» με ρώτησε ο Τάηλερ την ώρα που πέρασα απο το γραφείο του και του χαμογέλασα... αλλά δεν του έδωσα καμία άλλη εξήγηση.
Μπήκα στο αμάξι μου και άρχισα να τρέχω σαν τον άνεμο για να βρεθώ και πάλι κοντά της... σήμερα θα ξεκαθάριζαν όλα... και δεν θα φύγω απο δίπλα της αν δεν σιγουρευτώ πρώτα ότι θα έρθει μαζί μου ο κόσμος να χαλάσει.
Μετά από δύο ώρες δρόμο επιτέλους έφτασα εκεί που ήθελε εκείνη να πάω και ανοίγοντας την πόρτα του αυτοκινήτου είδα την πόρτα να ανοίγει και μια μικροσκοπική κοπέλα με περίμενε στο κατώφλι.
«καλησπέρα σας... πως μπορώ να σας εξυπηρετήσω?» με ρώτησε ευγενικά.
«θα ήθελα να δω την κυρία σου... είναι εδώ?»
«έχετε ραντεβού μαζί της?»
«με περιμένει... είναι εδώ?» εκείνη κοίταξε το χέρι μου και μετά ξανά εστίασε στα μάτια μου χωρίς να απαντήσει.
Καταλαβαίνοντας αμέσως το νόημα της κίνησης της έβγαλα το δαχτυλίδι από την εσωτερική τσέπη του σακακιού μου και της το έδειξα... αλλά εκείνη συνέχισε να μην μου δίνει καμία απάντηση... αναστέναξα και το φόρεσα.
«ποιος να πω ότι την ζητάει?»
«Έντουαρτ Κάλεν» της απάντησα και έκανε χώρο για να περάσω.
Με οδήγησε στην αίθουσα που μας είχε οδηγήσει και η κοπέλα με τα κόκκινα και με άφησε εκεί να περιμένω... δεν πέρασε πολύ ώρα και ένιωσα την παρουσία της πάνω στην σκάλα και γύρισα για να την δω... ντυμένη όπως και εκείνην την ημέρα φορώντας την μάσκα της κατέβηκε επιβλητικά και έκατσε στον θρόνο της σταυρώνοντας τα πόδια της και περίμενε από μένα να κάνω την πρώτη κίνηση.
«όταν γευτείς την ωμή σάρκα και το αίμα των ποντικιών τότε θα καταλάβεις την διαφορά» ξεκίνησα αλλά δεν ανταποκρίθηκε ούτε στο ελάχιστο.
«αν γευτώ το μίσος των άλλων και τους εκδικηθώ... τότε θα καταλάβω την διαφορά... θα καταλάβω ότι εσύ δεν είσαι ίδια με εκείνους... αν ποτέ γευτώ το αίμα και την σάρκα μου τότε να έρθω να σε βρω... αν ποτέ γευτώ το μίσος και την αυτοκαταστροφή μου θα καταλάβω πως μπορείς εσύ ακόμα να έχεις την δύναμη να παλεύεις για τους άλλους»
Έβγαλε την μάσκα της και την πέταξε στο πάτωμα... σηκώθηκε από την θέση της και πήγε πάλι προς την σκάλα... μόλις ανέβηκε το πρώτο σκαλί σταμάτησε αλλά δεν γύρισε να με κοιτάξει... και άρχισε πάλι να ανεβαίνει και τα υπόλοιπα σκαλιά.
>*έχεις κάνει το πρώτο βήμα... περιμένω να κάνει και τα υπόλοιπα*<
Άρχισα να γδύνομαι και μόλις έφτασε στην κορυφή της σκάλας σταμάτησε και χωρίς να γυρίσει προς το μέρος μου έμεινε εκεί και με περίμενε.
«γιατί βγάζετε τα ρούχα σας κύριε Κάλεν?»
«γιατί δεν ντρέπομαι να πω την γυμνή αλήθεια»
Γύρισε προς το μέρος μου, κοίταξε το εσώρουχο μου για μια στιγμή και μόλις με κοίταξε ξανά στα μάτια άπλωσε το χέρι της για να με προσκαλέσει να πάω κοντά της.
>*δεν θα με ακουμπήσεις αν δεν με φτάσεις... θα σε βοηθήσω*<
Ανέβηκα με αποφασιστικά βήματα και έπιασα το χέρι της.
>*το θέλω*<
Παρέμενε σιωπηλή και ανέκφραστη κοιτώντας με ακόμα μέσα στα μάτια.
>*εσύ πρέπει να κάνεις το πρώτο βήμα*<
Την γύρισα προς την άλλη μεριά και άρχισα βηματίζω προς τον διάδρομο... ακολουθούσε τα βήματα μου έχοντας πάντα μισό βήμα πιο μπροστά από το δικό μου.
«όλες σου οι κινήσεις κρύβουν και έναν συμβολισμό»
«δεν μπορώ να σας ακουμπήσω κύριε Κάλεν... πως αλλιώς θα σας περάσω τα μηνύματα που κρύβονται πίσω από τα παιχνίδια?»
«Μπέλα για τον θεό» είπα και σταματώντας την, την γύρισα προς το μέρος μου βάζοντας τα δύο μου χέρια πάνω στους ώμους της και την κοίταξα βαθιά μέσα στα μάτια.
«αν θες να συνεχίσουμε κόψε αυτό το κύριε Κάλεν... σε παρακαλώ»
«Έντουαρτ» είπε κάνοντας μια υπόκλιση και γύρισε ξανά προς τον διάδρομο περιμένοντας και πάλι να συνεχίσουμε τον βηματισμό μας.
«αυτό είναι έτσι?» την ρώτησα και συνέχισα να περπατάω.
«ποιο?»
«συστήνεσαι σαν δεσποινίς Σουαν... όχι για να κρύψεις ότι ήσουν παντρεμένη αλλά για να δώσεις στον άλλον να καταλάβει ότι δεν γνωρίζεις τίποτα για σένα... μόλις κάποιος καταλάβει τι υπέροχος άνθρωπος είσαι από μόνος του σε αποκαλεί κυρία Σουάν από σεβασμό στο πρόσωπο σου... όταν εσύ καταλάβεις ότι έχεις κερδίσει τον σεβασμό του, του δίνεις το δικαίωμα να σε αποκαλεί με το μικρό σου... αν συνεχίζει να σε αποκαλεί κυρία Σουαν σε κοροϊδεύει»
Σταμάτησε για λίγο τον βηματισμό της γύρισε προς το μέρος μου έκανε πάλι μια υπόκλιση και συνέχισε να προχωράει παρασέρνοντας και εμένα προς τον δεύτερο όροφο.
«τι δουλειά κάνει η Μερλίνα?»
«είναι σερβιτόρα» γέλασα
«εννοώ... την πραγματική της δουλειά»
«τι σε κάνει να πιστεύεις ότι δεν είναι αυτή η πραγματική της δουλειά?»
«έχει πολύ αέρα και δυναμισμό μέσα της... και η αυτοπεποίθηση που εκπέμπει σε κάνει να καταλαβαίνεις αμέσως ότι είναι σπουδαγμένη»
«μόνο οι σπουδαγμένοι έχουν αυτοπεποίθηση?»
«όχι»
«τότε?» σταμάτησε και γύρισε προς το μέρος μου περιμένοντας την απάντηση μου.
«ο τρόπος που μιλάει και οι κινήσεις της είναι μελετημένες... δεν κάνει τίποτα τίποτα και δεν λέει κάτι αν δεν βουτήξει την γλώσσα της βαθιά μέσα στο κεφάλι της... και αυτό σου το προσφέρουν τα βιβλία»
«έχω γνωρίσει και ανθρώπους που δεν έχουν σπουδάσει και πάλι κάνουν το ίδιο... τι σε κάνει να πιστεύεις ότι η Μερλίνα έχει σπουδάσει»
«ότι μπορεί να τα συνδυάζει όλα αυτά μαζί» έκανε υπόκλιση και γυρίζοντας προς τον διάδρομο συνέχισε να προχωράει.
«είναι πνευμονολόγος... ποιος είναι ο σκοπός αυτής της ερώτησης?»
«κατάλαβα ότι είναι κυρίαρχος και την εκπαιδεύεις... αλλά δεν κατάλαβα γιατί της αποκάλυψες το πρόσωπο σου»
«είναι κυρίαρχος... είμαι Βαρόνη»
«είναι υπάλληλος σου»
«αν ο υπάλληλος δεν γνωρίζει το πραγματικό πρόσωπο του αφεντικού τους?»
«τότε δεν θα μάθει ποτέ τι είναι αλήθεια και τι ψευδαίσθηση»
«εσύ γιατί είδες το πρόσωπο μου πριν γίνεις ενδοτικός μου?»
«γιατί έχω ήδη την ψευδαίσθηση... θέλω να μάθω την αλήθεια»
«όσοι είναι μέσα σε αυτό το σπίτι γιατί δεν μαθαίνουν ποτέ το πρόσωπο του κυρίαρχου τους?» γύρισε προς το μέρος μου σταματώντας και πάλι να περπατά και περίμενε την απάντηση μου.
«γιατί δεν θέλουν να μάθουν την αλήθεια... νιώθουν μεγαλύτερη ασφάλεια με την ψευδαίσθηση... είναι ντυμένοι γιατί δεν θέλουν να πουν την γυμνή αλήθεια για τον εαυτό τους... τους γδύνεις για να τους δείξεις ότι δεν μπορούν να σε γελάσουν... και κάθε φορά που παίρνεις ένα ρούχο και το βάζεις μαζί με τα δικά σου τους δηλώνεις ότι σου έδωσαν ένα κομμάτι τους που δεν γνώριζες μέχρι εκείνην την στιγμή»
«ο Τάηλερ με ρώτησε μόνο αν θα τον δέσω»
«γιατί σου δήλωσε ότι δεν ντρέπεται να πει την αλήθεια και τσέκαρε αν τον εμπιστεύεσαι» υποκλίθηκε και συνέχισε να ανεβαίνει στον επόμενο όροφο.
«όλοι ξεκινούν από το σπίτι... δηλαδή από την καρδιά σου... όσοι σου ανοίγουν την καρδιά τους, τους διώχνεις από το σπίτι για να βρουν τον δρόμο τους... όσοι γυρίζουν σε σένα τους βοηθάς στο ταξίδι από απόσταση... όσοι φτάσουν στην Ιθάκη τους κάνεις κυρίαρχους και τους κρατάς κοντά σου για να τους εκπαιδεύσεις πως να εφαρμόζουν αυτά που διδάχθηκαν... και μόλις αυτά που διδάχθηκα εκείνοι θέλουν να τα εφαρμόσουν χωρίς την καθοδήγηση σου τους κάνεις Βαρόνους... όταν γίνονται Βαρόνοι παίρνουν το δικαίωμα να διεκδικήσουν την καρδιά σου ή να πορευθούν μόνοι τους στην ζωή ανεξάρτητοι... και στις δύο περιπτώσεις δεν σε χάνουν από δίπλα τους... έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό σου και πάντα θα είσαι δίπλα τους σε ότι χρειαστούν όπως ήσουν δίπλα τους σε κάθε τους βήμα»
Σταμάτησε μπροστά από μια επιβλητική πόρτα του πέμπτου ορόφου και γύρισε προς το μέρος μου περιμένοντας να συνεχίσω.
«επίπεδα και στάδια... τα επίπεδα είναι η θεωρία τα στάδια η πράξη... γυρίζουν στο σπίτι για να επεξεργαστούν τα παλιά ώστε να προχωρήσουν στα καινούργια έχοντας απαλλαγεί απο το παρελθόν... για να χτίσουν ένα καλύτερο αύριο» υποκλίθηκε και άνοιξε την πόρτα.
«καλωσόρισες στην Ιθάκη»
Άνοιξε την πόρτα και μου έκανε χώρο να περάσω... μπήκα μέσα και μόλις έκλεισε την πόρτα την ασφάλισε και γύρισε προς το μέρος μου
«εύχομαι να είναι μακρύς ο δρόμος σου»
«είμαι στο στάδιο 5... αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί ήθελες να έρθω εδώ?» κοίταξε το δαχτυλίδι μου και γέλασα μηχανικά περνώντας το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου.
«είμαι ακόμα αναποφάσιστος»
«δεν έχεις διαλέξει πλευρά» επιβεβαίωσε.
«έχω διαλέξει πλευρά Μπέλα... γι αυτό είμαι εδώ»
«είσαι έτοιμος να περάσεις την δοκιμασία για να το αποδείξεις?»
«είμαι» είπα αποφασιστικά και με το χέρι της μου έδειξε το κρεβάτι.
Μόλις έκατσα στην άκρη του κρεβατιού ήρθε κοντά μου.
«κάτσε στην μέση του κρεβατιού από την κάτω πλευρά» μου είπε και υπάκουσα αμέσως.
Έκατσε από την πάνω πλευρά και εκείνη αντικριστά μου και δίπλωσε τα πόδια της μπροστά σε στάση γιόγκα ... την μιμήθηκα και εγώ.
«μου ορκίζεσαι ότι δεν θα βλάψεις ποτέ ξανά τον εαυτό σου?» με ρώτησε και άπλωσε το δεξί της χέρι μπροστά με την παλάμη της προς τα πάνω ακουμπώντας τον αγγόνα της στο γόνατο της.
«το ορκίζομαι» είπα και την στιγμή που έφερα μπροστά το χέρι μου έκλεισε την χούφτα της και ακινητοποιήθηκα.
«πρέπει να πεις όλον τον όρκο» με καθοδήγησε και άνοιξε ξανά την παλάμη της και περίμενε.
«ορκίζομαι ότι δεν θα βλάψω ποτέ ξανά τον εαυτό μου» είπα σοβαρά και ακούμπησα την παλάμη μου πάνω στην δική της και εκείνη τύλιξε τα δάχτυλα της προστατευτικά γύρω από το χέρι μου.
«μου ορκίζεσαι ότι ποτέ ξανά δεν θα αφήσεις στην ζωή σου κανέναν να σε τραυματίσει με οποιοδήποτε τρόπο?» μου είπε και άπλωσε και το αριστερό της χέρι με την παλάμη της προς τα πάνω και με περίμενε.
«ορκίζομαι ότι ποτέ ξανά δεν θα αφήσω στην ζωή μου κανέναν να με τραυματίσει με οποιοδήποτε τρόπο» της ορκίστηκα και μόλις ακούμπησα το χέρι μου πάνω στο δικό της... τύλιξε τα δάχτυλα της προστατευτικά γύρω από το χέρι μου και το φυλάκισε και αυτό.
«αυτό που λατρεύω σε σένα είναι που τα πάντα τα κάνεις με ιεροτελεστία»
«δεν είμαι θεότητα Έντουαρτ»
«για μένα είσαι σαν ένας μικρός Χριστός που κουβαλάς μεγάλο σταυρό στην πλάτη σου... και τώρα περισσότερο από ποτέ θέλω να βρεθώ δίπλα σου για να μπορέσω να σε βοηθήσω... όπως ακριβός με βοήθησες εσύ» μου χαμογέλασε ζεστά και της ανταπέδωσα και εγώ το ίδιο ζεστό χαμόγελο... θέλοντας να της δείξω πόσο πολύ πιστεύω όσα λέω.
Μπέλα
«έχεις συνειδητοποιήσει γιατί ανήκεις στην γκρι ομάδα?»
«γιατί?»
«γιατί η μητέρα σου σου πέρασε το μίσος της και σε άφησε ανεξέλεγκτο να το ανακαλύψεις μόνος σου χωρίς να σε καθοδηγήσει πως να το βρεις... από την άλλη η Έσμε σου πέρασε την αγάπη της και σε άφησε ανεξέλεγκτο να την ανακαλύψεις μόνος σου χωρίς να σε καθοδηγήσει πως να την βρεις... μπορείς να καταλάβει το κοινό τους σημείο?»
«όχι»
«και οι δύο σε αφήσαν ανεξέλεγκτο γιατί σε φοβόντουσαν Έντουαρτ.. εσύ είσαι αυτός που δεν τους έδωσες το δικαίωμα να το κάνουν» με κοίταξε σοκαρισμένος είχε χάσει τα λόγια του
«η μητέρα μου με φοβόταν?» ρώτησε δύσπιστα
«σε έτρεμε όχι απλά σε φοβόταν»
«δεν μπορώ να το πιστέψω αυτό»
«γιατί δεν μπορείς να καταλάβεις τι ήταν αυτό που την τρόμαζε... ψάξε βαθιά μέσα σου και πες μου με ειλικρίνεια... μετά από όλα αυτά... μισείς την μητέρα σου?» χαμήλωσε την ματιά του και απάντησε μέσα από τον αναστεναγμό του.
«όχι... δεν μπορώ να την μισήσω όσο και να το θέλω»
«γιατί?»
«δεν ξέρω... ανασήκωσε του ώμου του... ήταν η μητέρα μου όσο και να μην με άφηνε να την πλησιάσω ακόμα και όταν ζούσε ο πατέρας μου εγώ πάντα την αγαπούσα και έκανα τα πάντα για να της το δείχνω... αλλά εκείνη δεν το έβλεπε ποτέ»
«εδώ κάνεις το λάθος... με κοίταξε ξαφνιασμένος... επειδή το έβλεπε έκανε ότι έκανε... επειδή έβλεπε και ένιωθε την απέραντη αγάπη που της είχες προσπάθησε με όποιον τρόπο μπορούσε να σε κάνει αν δεις ότι εκείνη δεν ένιωθε ότι της άξιζε η δική σου αγάπη... γιατί εκείνη δεν μπόρεσε ποτέ να σε αγαπήσει με τον τρόπο που την αγάπησες εσύ... δεν σε μισούσε Έντουαρτ αλλά δεν μπορούσε και να σε αγαπήσει και αυτό την πλήγωνε... και αφού όλοι οι άλλοι τρόποι δεν ήταν αρκετοί για να σε κάνουν να το δεις... τότε κατέφυγε στο τελευταίο της χαρτί... αν σε μισούσε όλα τα βασανιστήρια σου θα τα υπέμενες από εκείνην αλλά εκείνη δεν μπορούσε να σε ακουμπήσει όχι γιατί σε συχαινόταν αλλά γιατί καταβάθος σε αγαπούσε και δεν ήθελε να είναι τα χέρια της αυτά που θα σου μαύριζαν την ψυχή ώστε να σε κάνει να καταλάβεις το μίσος που έθρεφε μέσα της»
«μα με έβαζε να την γλύφω Μπέλα... μπορείς να διανοηθείς πως είναι αυτό για ένα 8χρωνο παιδί εκεί που δεν έχει ιδέα τι είναι το σεξ ξαφνικά να του επιβάλει η ίδια του η μητέρα να γεύεται την πράξη με αυτόν τον τρόπο?»
«αν ήθελε να την ικανοποιήσεις?» τον καθοδήγησα
«δεν θα έτρωγα την ίδια τιμωρία είτε το έκανα είτε όχι» αναστέναξε και έπιασε το κεφάλι του απελπισμένος σπάζοντας τα δεσμά μας... δεν ξέρει αν θέλει να μάθει περισσότερα.
«σε δοκίμαζε Έντουαρτ διάβαζε τα όρια σου και όσο έβλεπε ότι εσύ υπέμενες το χειρότερο βασανιστήριο για σένα μόνο και μόνο για να της αποδείξεις ότι η αγάπη σου ήταν τόσο δυνατή για εκείνην που μπορούσες να υπομείνεις μέχρι και αυτό»
«τόσο ανέβαζε την βαθμίδα των βασανιστηρίων που μου έκαναν οι άλλοι για να την μισήσω» συμπλήρωσε και έβαλε ξανά το χέρι του πάνω στο δικό μου δίνοντας μου έτσι το ελεύθερο να συνεχίσω.
«αλλά δεν την μίσησες ποτέ... και αυτό την τρέλαινε περισσότερο»
«και η Έσμε γιατί με φοβόταν?»
«γιατί ποτέ δεν άφησε τον εαυτό σου να της δείξει την αγάπη που θρέφεις για εκείνην?»
«γιατί ένιωθα ότι αν παραδεχόμουν ότι αγαπώ την Έσμε... τότε»
«θα ήταν σαν να παραδεχόσουν ότι μισούσες την μητέρα σου... και εκείνη το είχε καταλάβει... ένιωθες ότι η Έσμε προσπαθούσε να σου αποδείξει ότι η μητέρα σου σε μισούσε... ενώ εκείνη το μόνο που προσπαθούσε να σου αποδείξει είναι ότι υπάρχει κι άλλως τρόπος να δείξεις την αγάπη που υπάρχει μέσα σου... δεν ήθελε να σε κάνει να μισήσεις την μητέρα σου και γι αυτό πάντα έκανε πίσω όταν έβλεπε ότι έπαιρνες τα λάθος μηνύματα και σε άφηνε να το ανακαλύψεις μόνος σου μέσα από τις πράξεις της... φοβόταν της αντιδράσεις σου γιατί δεν ήθελε να σε πληγώσει... όταν ξεπέρναγες τα όρια δεν μπορούσε να σε τιμωρήσει γιατί ένιωθε ότι είχες τιμωρηθεί αρκετά στην ζωή σου και αυτό ήταν το λάθος της... την σωστή τιμωρία δεν την βάζεις για να σου θρέψει το μίσος αλλά για να σου το κατευνάσει... αν όταν ένα παιδί σπάσει ένα βάζο και εσύ πάνω στα νεύρα σου του δώσεις ένα χαστούκι και αφήσεις να κλαίει και του αρνηθείς την αγκαλιά σου χωρίς να του εξηγήσεις το γιατί... το μόνο που θα καταφέρεις είναι να το κάνεις πιο επιθετικό... εκείνη ακριβός την στιγμή του λες εσύ φταις... αλλά επειδή δεν του εξηγείς το γιατί το μόνο που καταφέρνεις είναι να του δείχνεις τον τρόπο που μπορεί να σε προκαλέσει την επόμενη φορά που θα το νευριάσεις εσύ... αν όμως συγκρατήσεις εκείνην την στιγμή τον δικό σου θυμό και το στείλεις στο δωμάτιο του τιμωρία για να το σκεφτεί μέχρι να μαζέψεις τα σπασμένα για να μην τραυματιστεί και μετά το πάρεις στην αγκαλιά σου και του εξηγήσεις ακριβός τον λόγο που σε έκανε να θυμώσεις τότε το παιδί κατά 80% δεν θα το ξανακάνει... γιατί αν αναλογιστείς τι σε έκανε να νευριάσεις τότε θα καταλάβεις ότι ο μόνος λόγος που νευρίασες είναι γιατί φοβήθηκες μην πάθει τίποτα το παιδί και όχι γιατί έχασες ένα βάζο.... το βάζο μπορεί να αντικατασταθεί το παιδί όμως αν πάθει κάτι όχι...
«αν λοιπόν τα εκφράσεις όλα αυτά τότε και το παιδί θα πάρει το σωστό μήνυμα... εάν σπάσω το βάζο θα της στερήσω κάτι πολύτιμο... τον ίδιο μου τον εαυτό... εκεί το παιδί παίρνει δύο μηνύματα... είμαι πιο σημαντικός από το βάζο... το βάζο μπορεί να με σκοτώσει... αν το παιδί το ξανακάνει τι μήνυμα θα περάσει στην μητέρα του»
«ότι ξέχασες ότι εγώ είμαι πιο σημαντικός από ένα βάζο... και εγώ δεν υπολογίζω την ζωή μου προκειμένου να σου το υπενθυμίσω»
«ακριβός... μην κολλάς στην πράξει ψάξε για το νόημα που κρύβεται πίσω από αυτό... ο Πάολο είχε βίτσιο να γεύεται το αίμα... δεν έτρωγε όμως την σάρκα... δεν ήταν κανίβαλος είχε δολοφονικά ένστικτα αλλά επειδή η καλή του πλευρά δεν τον άφηνε να το κάνει πράξη»
«ικανοποιώταν με το υποκατάστατο» του χαμογέλασα και του έγνεψα.
«εσύ δεν ικανοποιώσουν με το υποκατάστατο ήθελες να το κάνεις πράξη»
«έτρωγα την σάρκα μου Έντουαρτ... ήμουν ικανή να το κάνω... και ήξερε ότι αν με άφηνε θα το έκανα... γι αυτό και έκανε τα πάντα για να το αντιστρέψει γιατί πίστευε στην καλή μου πλευρά και ήξερε ότι να θα με εκπαίδευε τότε θα ήμουν ικανή να διαλέξω μόνη μου ποια πλευρά του εαυτού μου ήθελα εγώ να με κυριαρχεί»
«με λίγα λόγια εγώ φταίω για ότι τράβηξα στην ζωή μου» κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.
«μην το βλέπεις έτσι καρδιά μου... γιατί αν αυτό ήταν αλήθεια τότε τώρα θα ήσουν νεκρός από τα ίδια μου τα χέρια»
«τι θες να πει με αυτό?»
«αν ο Πάολο άφηνε τον φόβο που ένιωθε για μένα να τον κυριεύσει τότε θα με έδιωχνε... δεν θα έκανε τα πάντα να με πείσει για να με εκπαιδεύσει»
«ο Πάολο σε φοβόταν»
«με έτρεμε δεν με φοβόταν απλά και αυτό το απέδειξες εσύ»
«πως?»
«πάντα με κοίταζε όσο κοιμόμουν αλλά όταν τον ρώταγα γιατί το έκανε αυτό εκείνος μου απαντούσε»
«είσαι τόσο ήρεμη όταν κοιμάσαι»
«και όταν ξύπναγα ξεκίναγε το βασανιστήριο του»
«σε τιμωρούσε γιατί έκανες έναν ατρόμητο άνθρωπο να νιώσει φόβο»
«ακριβός... όλη του η εκδίκηση ήταν οι πρώτες τρις μέρες... τα υπόλοιπα βασανιστήρια τα έκανε για να με λυγίσει... για να με κάνει να τον φοβηθώ... όσο με φοβόταν εκείνος... όσο εγώ αντί να τον φοβάμαι άρχιζα να τον αντιμετωπίζω ως ίση τότε κατάλαβε τι τέρας δημιούργησε και από τον φόβο μην γυρίσω για να τον σκοτώσω προσπάθησε να μου δείξει ότι υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να εκδικηθείς»
«οπότε δεν το έκανε γιατί σε αγαπούσε»
«ο Πάολο Έντουαρτ ήταν Βαρόνος... δεν είχε την ικανότητα να αγαπήσει... θεωρούσε τον εαυτό του ένα άκαρδο ψυχρό τέρας»
«και εσύ του απέδειξες»
«ότι ήταν μια τρυφερή ψυχούλα που είχε την ανάγκη από κατανόηση και μια ζεστή αγκαλιά»
«τον τσάκισες τον άνθρωπο»
«όπως ακριβός με τσάκισε και εκείνος... εκείνος τσάκισε το σώμα μου εγώ την ψυχή του και όταν τελείωσε το παιχνίδι μας ήμασταν ίσοι... κανείς από τους δύο μας δεν άγγιξε ποτέ ξανά αυτά που είχαμε καταστρέψει... και οι δύο παλεύαμε να σώσουμε αυτά που είχαν καταστραφεί και όταν βρήκαμε τις ισορροπίες μας και νιώσαμε ικανοί για όλα ξεκαθαρισμένοι και με τις σωστές επιλογές» αναστέναξε.
«αυτοκτόνησε γιατί ήξερε ότι όσο και να το ήθελε... ποτέ δεν θα μπορούσε να επιλέξει την άσπρη του πλευρά ενώ εσύ αντίθετα δεν θα μπορούσες να επιλέξεις την μαύρη σου πλευρά» τον κοίταξα με πόνο στα μάτια περνώντας μια βαθιά αναπνοή επιβεβαιώνοντας τα λόγια του.
«δεν αυτοκτόνησε για σένα... αυτοκτόνησε για εκείνον... γιατί δεν άντεχε να σε σκοτώσει... ήξερε ότι δεν θα του την χάριζες δεύτερη φορά αν πίσω γύριζε... και προκειμένου να μην τον χάσεις ήξερε ότι θα τον σκότωνες και μετά θα αυτοκτονούσες... το έκανε για να μην σε στερηθούν οι υπόλοιποι γιατί είχες πολλά ακόμα να δώσεις»
«και μετά το μετάνιωσε αλλά ήταν πολύ αργά για να το πάρει πίσω»
«το μετάνιωσε πως?»
«όπως εγώ δεν ξανά άγγιξα την ψυχή του»
«έτσι και εκείνος δεν ξανά άγγιξε το σώμα σου... δεν μπορούσε να κάνει έρωτα και για να μην σε καταστρέψει περισσότερο δεν σε άγγιξε ξανά»
«την ημέρα που πήρε τα χάπια με άφησε να τον μυήσω στον έρωτα... όταν κατάλαβε ότι θα μπορούσε να ζήσει και χωρίς όλα αυτά... έδειξα τα παιχνίδια που ήταν γύρω μας με την ματιά μου... ήταν πολύ αργά για να μου πει τι είχε κάνει... με φίλησε τρυφερά μου ζήτησε να τον συγχωρέσω και έκλεισε τα μάτια του και δεν τα άνοιξε ποτέ ξανά»
Κούνησε το κεφάλι του και έμεινε λυπημένος και σιωπηλός... τι θα μπορούσε να πει γι αυτό... τώρα καταλαβαίνει όλο το καλό που έκανε σε μένα... καταλαβαίνει το πως ένας άνθρωπος κάνει τα πάντα για τον άνθρωπο που αγαπά... τώρα καταλαβαίνει επιτέλους εμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου