Η αγάπη σου με σκοτώνει
Μέρος τρίτο... Για πάντα μαζί
Όταν αγαπάς αυτόν που σε σκοτώνει, δεν έχεις επιλογές.
Πώς να μπορέσεις να τρέξεις, πώς να παλέψεις,
όταν με αυτό τον τρόπο πονάς αυτόν που αγαπάς;
Αν η ζωή σου είναι το μόνο που μπορείς να δώσεις,
πώς θα μπορούσες να μην τη δώσεις;
Αν είναι για αυτόν που αγαπάς πραγματικά.
Stephenie Meyer
Έντουαρντ
3 χρόνια και 7 μήνες μετά...
Άλλη μια ετήσια φιλανθρωπική βραδιά για τα κακοποιημένα παιδιά προς τιμή μου είχε φτάσει... και εγώ όπως πάντα δεν είχα καμία όρεξη γι αυτό... Αλλά ήταν προς τιμή μου... Δεν μπορούσα να κλείσω τα μάτια και να γυρίσω την πλάτη μου... Άλλωστε ήξερα ακριβώς πώς αισθάνονταν όλα αυτά τα παιδιά.
Είχα βιώσει στο πετσί μου όλη τη σκληρότητα και το μίσος μέσα από την άδικη μοίρα που με έριξε στα χέρια τους... και τώρα ήταν σειρά μου να κάνω κάτι και για εκείνα τα παιδιά, ώστε να δουν έστω και μια μέρα τον ήλιο όπως τον είδα εγώ... να νιώσουν το δικό τους ουράνιο τόξο όπως το ένιωσα εγώ να μου ζεσταίνει την καρδιά και να με κάνει να νιώσω και πάλι ζωή... να κερδίσω μέρα με την μέρα όσα η μοίρα μου στέρησε από τα παιδικά μου χρόνια... να αναπνεύσω καθαρό και ευωδιαστό αέρα ελευθερίας.
Είχαν περάσει παραπάνω από 3 χρόνια από την ημέρα της λύτρωσης μου... είχα κάνει νέο ξεκίνημα... και τώρα ήρθε η ώρα να γευτώ και εγώ τη ζωή σαν κανονικός άνθρωπος... μακριά από όλη την βιαιότητα που οι άλλοι μου επέβαλαν κάποτε να ζω.
«Γλυκιά μου είσαι έτοιμη?... Θα αργήσουμε» φώναξα καθώς έστρωνα την γραβάτα μου και η ψιλή φωνούλα της ήρθε στα αυτιά μου για να με κάνει να χαμογελάσω κάνοντας την καρδιά μου να πεταρίσει από προσμονή.
«Ναι αγάπη μου, βγαίνω αμέσως» την άκουσα και ευθείς αμέσως η πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε μπροστά μου…
Ακριβώς εκείνη την στιγμή έπαψε να υπάρχει για μένα ο, τιδήποτε άλλο υπήρχε γύρω μου. Η παρουσία της με καθήλωσε και η ανάσα μου κόπηκε από την ομορφιά της.
Στάθηκε μπροστά μου με ένα εντυπωσιακό στράπλες φόρεμα που έφτανε τους αστραγάλους της... τόσο εντυπωσιακό πάνω της, να τονίζει το πλούσιο και στητό της στήθος που έστελνε κύματα φωτιάς σε όλο μου το κορμί... τόσο αθώο αλλά ταυτόχρονα τόσο ξεσηκωτικό στους τόνους του ροζ σαν μια μικρή πριγκίπισσα με τα ξανθά σγουρά της μαλλιά πιασμένα σε έναν υπέροχο ελαφρύ και μοντέρνο χτένισμα όλα πιασμένα απάνω και της υπέροχες της μπούκλες που λάτρευα να ξεχύνονται από όλες τις μεριές και να αγκαλιάζουν τον λαιμό της και με ένα απαλό μακιγιάζ σε φυσικούς γήινους τόνους να τονίζουν τα υπέροχα γαλάζια της μάτια και τα έντονα και υπέροχα χαρακτηριστικά της.
Ήταν πάντα τόσο απλή αλλά και τόσο εντυπωσιακή... φορώντας για κόσμημα μόνο το δαχτυλίδι του αρραβώνα μας... που είχα διαλέξει πάρα πολύ προσεκτικά μόνος μου για εκείνην... ένα διαμαντένιο δάκρυ... ένα δάκρυ ευτυχίας... όπως εγώ ένιωθα για εκείνην όταν την έβλεπα μπροστά μου... της είχε κάνει πολύ εντύπωση όταν το πρωτοείδε... αλλά όταν της εξήγησα τι σήμαινε για μένα... τότε εκείνη δάκρυσε και μου είπε απαλά «και τα δικά μου δάκρυα είναι δάκρυα χαράς και ευτυχίας... μιας ευτυχίας που μόνο εσύ μπορείς να μου προσφέρεις»... χαμογέλασα στην ανάμνηση και αμέσως ένιωσα όλον τον κόσμο μου και πάλι να μου χαμογελά.
Την κοίταζα λαίμαργα... δεν μπορούσα να θυμηθώ τι σχέδια είχαμε για απόψε με έκανε να αναστατωθώ τόσο πολύ που έκανε το μυαλό μου να οδηγηθεί σε μονοπάτια που δεν είχαν καμιά σχέση με την εκδήλωση που έπρεπε να παραστούμε.
«Είσαι μια οπτασία» είπα με κομμένη την ανάσα και αμέσως εκείνη κοκκίνισε και χαμηλώνοντας λίγο το κεφάλι της μου χαμογέλασε.
«Ωωω, σταμάτα να ντρέπεσαι επιτέλους Ελίζα... το ξέρεις ότι είσαι πολύ όμορφη» την μάλωσα παιχνιδιάρικα και εκείνη αμέσως αντέδρασε.
«Έντουαρνττττ σε παρακαλώ, σταμάτα» είπε εκείνη και ερχόμενη κοντά μου με έκλεισε στην ζεστή της αγκαλιά και έκρυψε το αναψοκοκκινισμένο της πρόσωπο πάνω στο ώμο μου.
«Αν ήξερα το πόσο θα σου πήγαινε αυτό το φόρεμα θα σε ανάγκαζα να το φορέσεις πιο νωρίς» της ψιθύρισα στο αυτί της προκλητικά δαγκώνοντας το και εκείνη αναστέναξε.
«Έντουαρντ…» είπε πνιχτά αλλά δεν την άφησα να συνεχίσει.
Χωρίς να χάνω χρόνο την έγειρα ελαφρά προς τα πίσω και της έδωσα ένα παθιασμένο φιλί για να της δείξω πόσο με είχε αναστατώσει. Αλλά η ανταπόκριση της δεν ήταν αυτή που περίμενα. Προσπάθησε να μιλήσει και να αποτραβηχτεί από την αγκαλιά μου αλλά εγώ επέμενα περισσότερο.
«Έντουαρντττ» γκρίνιαξε μέσα στο φιλί μας για να με σταματήσει και μόλις τα παράτησα και την απελευθέρωσα, έκανε λίγο πίσω.
«Θα αργήσουμε αγάπη μου... δεν είναι σωστό» συνέχισε με το δασκαλίστικο κήρυγμα της... και αναστέναξα απογοητευμένος αλλά δεν τα παράτησα.
«Δε νομίζω ότι αν αργήσουμε και λίγο να πειράξει κανέναν... σε θέλω τόσο πολύ» συνέχισα να την προκαλώ πλησιάζοντας την και πάλι αλλά εκείνη ήταν ανένδοτη.
«Σε παρακαλώ αγάπη μου... έχουμε όλη την νύχτα δικιά μας. Κάνε λιγάκι υπομονή» προσπάθησε για άλλη μια φορά να με συνετίσει βάζοντας όλη την γλύκα στα χείλη της χαμογελώντας μου ζεστά κι έτσι δεν μπόρεσα να της αρνηθώ.
«Καλά, καλά... » είπα μέσα από τον αναστεναγμό μου και τα παράτησα.
«Αλλά όταν γυρίσουμε δεν θα την γλυτώσεις τόσο εύκολα» της είπα χαρίζοντας της ένα στραβό χαμόγελο, από εκείνα που ήξερα ότι δεν μπορούσε να αντισταθεί.
«Το ελπίζω» μου απάντησε με λαχτάρα στη φωνή της και εγώ της χαμογέλασα με ένα χαμόγελο γεμάτο υπονοούμενα και την είδα για άλλη μια φορά να κοκκινίζει.
Χριστέ μου θα με τρελάνει αυτό το κορίτσι... γιατί πρέπει να είναι τόσο ντροπαλό... στο κάτω κάτω σε λίγο θα είμαστε και επίσημα αντρόγυνο... γιατί δεν παίρνει ποτέ την πρωτοβουλία να με διεκδικήσει?... το πάθος μάλλον δεν την χαρακτηρίζει αυτή τη σχέση ... αλλά μου γεμίζει τόσα κενά που θα μπορούσα άνετα να το παραβλέψω μόνο για εκείνην.
«Για πόσο ακόμα Έντουαρντ???» ακούστηκε η γνωστή άγνωστη φωνή, αυτή που με ταλαιπωρούσε πάντοτε, αλλά εγώ όπως πάντα την αγνόησα και έστρεψα όλη μου την προσοχή στην ηλιαχτίδα μου.
Την πλησίασα και κρατώντας την απαλά από τη μέση, βγήκαμε από το δωμάτιο και την οδήγησα προς τη σκάλα για να κατέβουμε στο γκαράζ όπου εκεί μας περίμενε ο Τάηλερ για να μας πάει στο κτήριο που στεγάζεται η εταιρία... όπου κάθε χρόνο έχει καθιερωθεί να γίνεται ο ετήσιος χορός που διοργανώνει πάντα άψογα η Έσμε.
«Μια στιγμή…» με σταμάτησε λίγο πριν φτάσουμε στο πρώτο σκαλί της σκάλας και γλιστρώντας από την αγκαλιά μου έτρεξε μέσα στην κρεβατοκάμαρα και γύρισε ξανά γρήγορα σε μένα κρατώντας μέσα στην χούφτα της ένα μικρό κουτάκι.
Το πρόσωπό της είχε μια κατεργάρικη έκφραση και μου ήρθε πάλι η επιθυμία να ξεχάσουμε προς το παρόν την εκδήλωση και να μπούμε στην κρεβατοκάμαρα για να συνεχίσουμε αυτό που πριν από λίγο είχαμε διακόψει αλλά ξέροντας ότι για άλλη μια φορά εκείνη θα αντιδρούσε, αρκέστηκα στο να καλύψω την περιέργεια μου γι αυτό το μικρό κουτάκι που εκείνη κράταγε με τόση νευρικότητα.
«Τι είναι αυτό?» τη ρώτησα γεμάτος περιέργεια και αυτή δάγκωσε το κάτω χείλος της διστάζοντας για μια στιγμή.
«Η Έσμε μου είπε...» ξεκίνησε να λέει και αμέσως κατάλαβα τι εννοούσε πριν προλάβει να ολοκληρώσει τη φράση της.
«Ελίζα» γκρίνιαξα περνώντας απελπισμένος το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου προσπαθώντας πολύ σκληρά να μην την αποπάρω.
«Μου είπε ότι δεν σου αρέσει να γιορτάζεις τα γενέθλια σου... αλλά μόλις το είδα δεν μπορούσα να σταματήσω τον εαυτό μου ... ελπίζω να σου αρέσει... χρόνια πολλά αγάπη μου» είπε γλυκά και ήρθε κοντά μου απλώνοντας το χέρι της που κρατούσε το κουτί προς το μέρος μου με την ελπίδα να το δεχτώ αδιαμαρτύρητα.
Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς... όλοι ήξεραν ότι σιχαίνομαι τα γενέθλια μου... και ειδικά μετά από την φυγή της Μπέλα δεν ήθελα ούτε να ακούω λέξει γι αυτό... αλλά η Ελίζα είναι πάντα τόσο γλυκιά... πώς μπορούσα να αρνηθώ αυτήν της την κίνηση?
«Είμαι σίγουρος ότι θα το λατρέψω» της είπα ζεστά και αφού χάιδεψα απαλά το μάγουλο της το πήρα στα χέρια μου και καθώς το άνοιξα έμεινα για λίγο σοκαρισμένος να κοιτώ το περιεχόμενο του κουτιού.
Ήταν απίστευτο. Δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου... γιατί πάντα πρέπει να γίνεται κάτι που θα με κάνει να τη θυμηθώ?... γιατί επιτέλους δεν μπορώ να την ξεχάσω?... γιατί δεν μπορώ απλά να την βγάλω από την καρδιά μου... από την ψυχή μου... από το μυαλό μου... γιατί όλα γύρω μου πρέπει να θυμίζουν εκείνην????... για το θεό, η Μπέλα έχει πεθάνει... γιατί δεν μπορώ απλά να προχωρήσω την ζωή μου χωρίς κάθε τρεις και λίγο να μπαίνει μέσα στη ζωή μου ακόμα και με την απουσία της?... γιατί???... ούρλιαξα μέσα μου απελπισμένος προσπαθώντας με νύχια και με δόντια να μην αντιδράσω μπροστά στην Ελίζα που στην τελική δεν έφταιγε σε τίποτα.
Μέσα στο κουτάκι υπήρχε ένα ζευγάρι ασημένια μανικετόκουμπα σε σχήμα τριαντάφυλλου σκαλισμένα περίτεχνα... ήταν τόσο μικρά και διακριτικά που σε έκαναν να νιώθεις ότι αυτός που τα έπλασε έβαλε μέσα σε αυτά τα μικρά μανικετόκουμπα όλη του την αγάπη... στο κέντρο του κάθε μανικετόκουμπου υπήρχε ένα κατακόκκινο μικρό διαμαντάκι να ολοκληρώνει την ομορφιά του αλλά στα δικά μου μάτια αυτό το μικρό διαμαντάκι με έκανε να θυμάμαι το δικό της αίμα... το αίμα που έσταζε η πληγωμένη της καρδιά καθώς μου έλεγε αντίο.
Γιατί έπρεπε τα πράγματα να έρθουν έτσι για μας?... γιατί δεν με άφησε να πάρω τότε την θέση της?... γιατί άφησε για άλλη μια φορά τον Τσάρλι να μας χωρίσει... και να μας χαλάσει την απόλυτη ευτυχία που ζήσαμε όσο καιρό ήμασταν μαζί... γιατί???
«Ξέρεις το γιατί» απάντησε στην σκέψη μου πάλι η φωνή της ανεπιθύμητης γνωστής άγνωστης και έσφιξα τα δόντια μου για να μην κάνω καμία απερίσκεπτη κίνηση και προδοθώ μπροστά στα μάτια της Ελίζας... δεν είχε μάθει ακόμα για την ιδιαιτερότητα μου... δεν νομίζω ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να το ανακαλύψει και μάλιστα με αυτόν τον τρόπο.
Για μια στιγμή ένιωσα σαν η Ελίζα να το έκανε επίτηδες, σαν κάποιος να την έβαλε αυτήν την συγκεκριμένη καταραμένη μέρα να μου δώσει αυτό το γαμημένο τριαντάφυλλο... το τριαντάφυλλο που χαρακτήριζε πάντα εκείνην... Όχιιιιι... ούρλιαξα μέσα μου και κρατήθηκα με νύχια και με δόντια για να κρύψω όλα τα συναισθήματα που μου δημιουργήθηκαν για να μην την πληγώσω με την αντίδραση μου... η Ελίζα είναι αθώα... δε φταίει σε τίποτα... δεν ξέρει τίποτα για εκείνην... εκείνη είναι νεκρή... η ίδια επέλεξε αυτόν τον θάνατο... τώρα ήρθε η ώρα να πάω και εγώ μπροστά... αρκετά υπέφερα όλα αυτά τα χρόνια από την απουσία της... δεν θα την αφήσω να μου χαλάσει ξανά ούτε μια στιγμή ευτυχίας μου.
Πρέπει να βρω έναν τρόπο για να αντιδράσω σωστά... η Ελίζα δεν φταίει σε τίποτα... εκείνη είναι τώρα η προτεραιότητα μου και δεν θα αφήσω κανέναν και τίποτα να επισκιάσει την χαρά μου... ιδίως μια νεκρή.
Η Ελίζα μου δεν ξέρει τίποτα για τον συμβολισμό που κρύβει αυτό το μικρό τριαντάφυλλο για μένα... και δε νομίζω ότι είναι συνετό να την πονηρέψω τώρα... φυσικά της είχα μιλήσει για το παρελθόν μου... για τα απολύτως απαραίτητα... αλλά ποτέ δεν είχα αναφερθεί για όσα είχαν συμβεί σε σχέση με μένα και την Μπέλα... και για να είμαι ειλικρινής δε νομίζω ότι ποτέ θα βρω το θάρρος να της πω για όλα όσα πέρασα μαζί της και σίγουρα η Μπέλα δεν ήταν ένα θέμα που μπορείς να συζητήσεις εύκολα με άλλους που δεν γνωρίζουν τίποτα για όσα μας είχαν συμβεί και κυρίως με το πως αυτά μας επηρέασαν.
Η Ελίζα μου είναι μια αθώα και αγνή ψυχή... γεμάτη αγάπη και κατανόηση... ευαίσθητη όσο κανένας άλλος… δεν ήθελα έστω και στο ελάχιστο να της μολύνω το μυαλό και να διαφθείρω την τόσο τρυφερή καρδιά της... με όλα αυτά.
Έμεινα για άλλη μια στιγμή αναποφάσιστος να κοιτάζω το δώρο της. Σίγουρα περίμενε από εμένα κάποια αντίδραση αλλά εγώ παρέμενα ακόμα παγωμένος με κομμένη την ανάσα μου να το κοιτώ... τι μπορώ να της πω για να μην την πληγώσω?... πώς μπορώ να αντιδράσω χωρίς να την πονηρέψω ώστε να μην αρχίσει τις ερωτήσεις???
Βλέποντας τη στάση μου, ή μάλλον την έλλειψη αυτής, ίσα ίσα που άκουσα τη φωνή της να ψιθυρίζει...
«Μάλλον ήταν χαζομάρα μου» είπε διστακτικά κοιτώντας με απολογητικά στα μάτια... Φοβόταν την αντίδραση μου στο δώρο της και εκείνην την στιγμή μόνο κατάλαβα ότι δεν είχα αντιδράσει καθόλου. Άραγε να την είχα τρομοκρατήσει? Έπρεπε να αντιδράσω αμέσως για να αλλάξω τη γνώμη που άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό της για μένα.
«Όχι... όχι καρδιά μου... για την ακρίβεια είναι πάρα πολύ ωραίο... σε ευχαριστώ» της είπα αμέσως για να σώσω ό, τι μπορούσα και την έσφιξα με θέρμη στην αγκαλιά μου.
«Αλήθεια?... σου αρέσει?... δεν είναι ακριβό αλλά...» προσπάθησε να δικαιολογηθεί αλλά αμέσως την σταμάτησα κοιτάζοντας την αυστηρά στα μάτια.
«Ξέρεις ότι τα λεφτά για μένα δεν έχουν καμία αξία... και είναι υπέροχο... είναι το πιο υπέροχο δώρο που μου έχουν κάνει ποτέ» είπα ψέματα για να την παρηγορήσω και φάνηκε για μια στιγμή να πείθεται.
«Έντουαρντ, εγώ δεν…»
«Σσς... μην πεις τίποτα άλλο Ελίζα... είναι υπέροχο και σε ευχαριστώ πάρα πολύ γι αυτό... και για να δεις πόσο μου αρέσει θα τα φορέσω αυτή τη στιγμή» της είπα και απελευθερώνοντας την από την αγκαλιά μου έβγαλα τα μανικετόκουμπα που φόραγα και αμέσως τα αντικατέστησα με τα δικά της.
«Βλέπεις?... είναι τέλεια» αναφώνησα με ενθουσιασμό κοιτώντας τα με θαυμασμό και τα μάτια της έλαμψαν από χαρά και το τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό της με έκαναν να συνειδητοποιήσω ότι η ενέργεια μου είχε σώσει κάπος την κατάσταση... τουλάχιστον δεν είχε πονηρευτεί... κάτι είναι και αυτό.
«Ωωω... Έντουαρντ... σ’ αγαπάω τόσο πολύ» είπε συγκινημένη και με αγκάλιασε ζεστά από ευγνωμοσύνη που δέχτηκα αυτή της την χειρονομία.
Αμέσως ένιωσα πολύ άσχημα που δεν μπορούσα να της ανταποδώσω τα ίδια της τα λόγια... αλλά ήξερε ότι δεν ήμουν έτοιμος γι αυτό ακόμα και το σεβόταν... όμως αυτό δεν έφτανε για να μου μειώσει τις τύψεις που ένιωθα για εκείνην. Πόσο δίκαιο είναι εκείνη να μου προσφέρει απλόχερα τον εαυτό της... την ψυχή της... την καρδιά της και όλο της το είναι και εγώ να μην της δίνω ούτε ένα κομμάτι μου?
Σε όλη τη διαδρομή μέσα στο αυτοκίνητο ήμουν κάπως σιωπηλός αλλά εκείνη είχε τόση όρεξη για κουβέντα που δεν ήθελα να της χαλάσω το χατίρι και εν μέρει άρχισα να παρακολουθώ την αθώα της φλυαρία κουνώντας πού και πού το κεφάλι μου... από την άλλη ο Τάηλερ από τη θέση του οδηγού... έριχνε κλεφτές ματιές προς το μέρος μας κοιτώντας μας πάντα λες και τον έτρωγε κάτι να μου πει... τι θα ακούσω πάλι???... αναρωτήθηκα προσπαθώντας σκληρά να αποφεύγω τη ματιά του... αν πετάξει τίποτα μπροστά στην Ελίζα μου, το ορκίζομαι ότι αυτή τη φορά θα του φέρω ό, τι βρω μπροστά μου στο κεφάλι... είναι μέρες τώρα που με τριβελίζει τα αυτιά να της μιλήσω για όσα της έχω με πολύ κόπο κρύψει για μένα... αλλά εγώ ακόμα δε νιώθω έτοιμος γι αυτό... και δεν πρόκειται να το κάνω ιδίως αυτήν την συγκεκριμένη μέρα.
«Μου φαίνεται απίστευτο ότι θα παντρευτούμε» αναφώνησε η Ελίζα κάποια στιγμή με ενθουσιασμό και έστρεψα την προσοχή μου σε εκείνην ξεχνώντας όλα τα άλλα.
«Έχω να ετοιμάσω τόσα πολλά» συνέχισε βάζοντας θεατρικά το χέρι της πάνω στα μαλλιά της τρομοκρατημένη.
«Ευτυχώς... οι γονείς μου είπαν ότι θα έρθουν το Σαββατοκύριακο και θα κάτσουν μέχρι το γάμο... σε πειράζει να μείνουν μαζί μας?» ρώτησε κοιτώντας με αγωνία.
«Φυσικά και όχι καρδιά μου... τόσα δωμάτια έχουμε, γιατί να μείνουν κάπου αλλού... άλλωστε φαίνεται πόσο ευτυχισμένη σε κάνει όλο αυτό... και εγώ θέλω να σε βλέπω πάντα να μου χαμογελάς... κάθε μέρα».
«Εσύ με κάνεις ευτυχισμένη Έντουαρντ... ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω... γίνανε όλα τόσο γρήγορα. Νομίζω ότι πετώ στα σύννεφα» συνέχισε την αθώα της φλυαρία χωρίς ανάσα από όλα τα συναισθήματα που της δημιουργούσε η ιδέα του γάμου μας.
«Πίστεψε το, ζωή μου, γιατί πολύ σύντομα θα λέγεσαι κυρία Κάλεν» της είπα σοβαρά τρίβοντας τρυφερά τον ώμο της για να της δώσω κουράγιο.
«Κυρία Κάλεν... αυτό κι αν είναι…» είπε με γουρλωμένα μάτια και ρίχτηκε στην αγκαλιά μου λάμποντας από χαρά.
Με την άκρη του ματιού μου έβλεπα τον Τάηλερ που με στραβοκοίταζε μέσα από τον καθρέφτη αλλά εγώ συνέχιζα να μην του δίνω και πολύ σημασία.
Είχα πάρει την απόφαση μου και αυτό δεν θα άλλαζε... όταν εκείνη με παράτησε για να εκδικηθεί τον Τσάρλι... αποφάσισε να καταστρέψει ό, τι είχαμε με τόσο κόπο χτίσει... τώρα είναι καιρός να συνεχίσω και εγώ την ζωή μου... άλλωστε εκείνη με είχε βάλει να ορκιστώ να μην ξανά καταστρέψω την ζωή μου και να μην κοιτάξω ποτέ ξανά πίσω μου... ο Τάηλερ τώρα τι ζόρι τραβάει με τις αποφάσεις μου και τις ενέργειες μου, δεν καταλαβαίνω.
Είχαν περάσει 3 χρόνια από τότε... και μου φαίνεται σαν σήμερα που ένα τηλεφώνημα έφτασε να καταστρέψει όλη την ευτυχία μας... ένα καταραμένο τηλεφώνημα από τον Τσάρλι που έφτασε να χωρίσει για πάντα τις ζωές μας.
Η Ελίζα για μένα είναι ένα σταθερό λιμάνι να ακουμπήσω για πάντα τα όνειρα μου... να γευτώ λίγο από την ηρεμία που όλα αυτά τα χρόνια επιζητούσα... είναι η καρδιά και η ψυχή που είχα χάσει. Δεν είχα και εγώ όπως κάθε άνθρωπος, δικαίωμα στην ηρεμία?
Κλεισμένος στον καβούκι μου για αρκετό καιρό μετά από το σκηνοθετημένο θάνατο της Μπέλας... υπέφερα τόσο πολύ. Μόνο η Ελίζα μου μετά από αρκετό χρόνο μπόρεσε να κάνει την καρδιά μου να νιώσει και πάλι λίγη χαρά. Δεν έχω αυταπάτες... όλο το πάθος και την αγάπη που ένιωσα και βίωσα με την Μπέλα... όσα χρόνια και να περάσουν... όσες γυναίκες και να περάσουν από δίπλα μου... ποτέ και καμία δεν πρόκειται να μου ξυπνήσει τα ίδια συναισθήματα... αλλά με την Ελίζα είναι διαφορετικά.
Η Ελίζα ήταν το αεράκι που δρόσισε τη ζωή μου, η ηλιαχτίδα που φώτισε ένα μέρος της καρδιάς μου, το νερό που ξεδίψασε την ταλαιπωρημένη μου ψυχή…
Ξέρω ότι θα ξυπνήσω και θα είναι εκεί... να με κλείσει στην τρυφερή της αγκαλιά... να με καλημερίσει με το ζεστό της χαμόγελο... να μου δώσει απλόχερα όλη την αγάπη που κρύβει μέσα της για μένα.
Δεν λέω ότι είναι δίκαιο για εκείνη αλλά γνωρίζει πολύ καλά ότι μπορεί να μην είμαι ικανός να την αγαπήσω... τουλάχιστον όχι τώρα... αλλά πάντα θα της είμαι πιστός... και πάντοτε θα κάνω τα πάντα για να την βλέπω ευτυχισμένη στο πλευρό μου.
Ακόμα θυμάμαι την πρώτη μέρα που είχαμε συναντηθεί στο λούνα παρκ που είχαμε πάει με τον Έμετ και τον ανιψιό μου... εκείνη κρυμμένη πίσω από τον πάγκο με τα γλυκά... τόσο γλυκιά και αθώα να παλεύει να τα βγάλει πέρα με όλα τα πιτσιρίκια που ουρλιάζανε γύρω της και της ζητάγανε το κάθε ένα και κάτι διαφορετικό. Μια στιγμή την κοίταξα και αυτό έφτασε να μισό ξυπνήσει την για καιρό κοιμισμένη μου καρδιά.
Δεν είχε χάσει την ψυχραιμία της με όλο αυτό τον πανικό από ξετρελαμένα παιδάκια και με την απέραντη αγάπη και τρυφερότητα που πάντα την χαρακτηρίζει... τα είχε εξυπηρετήσει με ένα τόσο ζεστό χαμόγελο που ο καθένας που θα το έβλεπε θα ένιωθε ότι ήταν πραγματικά ένας άγγελος... που είχε πέσει στη γη την πιο κατάλληλη στιγμή για να την βρω και να μου δώσει μια ηλιαχτίδα από την καρδιά της για να ζεστάνει και πάλι την παγωμένη μου καρδιά... που χρόνια κοιμισμένη στα δεσμά της Μπέλας... δεν ήθελε πολύ για να σβήσει.
Φαινόταν σαν να απολάμβανε όλον αυτόν το μικρό σκανδαλιάρικο χαμό που γινόταν γύρω της... εκείνη, περισσότερο από τα πιτσιρίκια που τους μοίραζε τα γλυκά, το διασκέδαζε με τόση αγάπη για εκείνα. Το γέλιο της έφτασε στα αυτιά μου δυνατό και χαρούμενο και εκείνη ακριβώς την στιγμή με έκανε να νιώσω ότι ο ήλιος είχε βγει και για μένα και ότι μου χαμογέλασε μετά από πολύ καιρό.
Την παρατήρησα στην αρχή για λίγο από μακριά. Ένας ξανθός άγγελος με γαλάζια μάτια που κοίταγαν μέσα στην ψυχή σου για να σου την ζεστάνουν και να σε κάνουν να νιώσεις ότι ανήκεις εκεί... Όταν όμως την πλησίασα και της ζήτησα να μου ζυγίσει τις καραμέλες που είχε βάλει ο μικρός Τσάρλσον... τότε βεβαιώθηκα ότι η Ελίζα ήταν για μένα όλα όσα εγώ στερήθηκα από την ημέρα που έχασα για πάντα τον πατέρα μου.
Στο πρόσωπο της έβλεπε την χαμένη παιδική μου νιότη... την απότομη αρπαγή από την αθωότητα μου... Μέσα στα μάτια της έβλεπα όλα όσα εγώ δεν γεύτηκα ποτέ και αυτό έφτασε για να με κάνει να την κλείσω για πάντα στην αγκαλιά μου... ήταν όλα όσα στερήθηκα και θα είναι όλα όσα η ζωή μου χρωστάει.
Όταν την πλησίασα η Ελίζα δεν με είχε αντιληφθεί και ακούγοντας τη φωνή μου τρόμαξε τόσο πολύ που έπεσε φαρδιά πλατιά στο πάτωμα από την τρομάρα της... Ακόμα γελάω με το ύφος της... είχε ντραπεί τόσο πολύ με όλο αυτό, που έκανε τουλάχιστον πέντε λεπτά να μιλήσει, μέχρι που αναγκάστηκα να πάω κοντά της για να την βοηθήσω να σηκωθεί... κόκκινη σαν το παντζάρι τραύλιζε γιατί δεν ήξερε πώς να αντιδράσει.
Αυτό ήταν... μέσα από αυτό το ζεστό χαμόγελο... μέσα από αυτή τη μικρή και αθώα ψυχή... βρήκα αυτό που χρειαζόμουνα... βρήκα το νόημα της ζωής μου... και τώρα αυτό το γλυκό και ζεστό κορίτσι θα μείνει για πάντα κοντά μου... και δεν θα αφήσω κανέναν να μπει εμπόδιο σε αυτό.
«Έντουαρντ?» ξεκίνησε διστακτικά ο Τάηλερ και τον κοίταξα καχύποπτα.
«Τι συμβαίνει Τάηλερ?»
«Ο θείος σου με ρώτησε αν έχετε κάποια σχέδια μετά τον φιλανθρωπικό χορό».
«Μμμμ... ρώτησε εσένα για το τι σχέδια έχουμε για μετά... τι ετοιμάζει πάλι?» τον ρώτησα κάνοντας του σαφές ότι δεν τα μασάω εγώ αυτά αλλά εκείνος δεν πτοήθηκε.
«Από όσο ξέρω τίποτα... αλλά μάλλον θα θέλουν να βγείτε μαζί τους... είναι ευκαιρία μιας και θα μαζευτεί όλη η οικογένεια» συνέχισε αδιάφορα και μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι...τώρα είμαι σίγουρος ότι κάτι ετοιμάζουν... και ο Τάηλερ είναι βαλτός για να με ψαρέψει.
«Δεν πιστεύω να ετοιμάζει τίποτα η θεία μου... ξέρεις για ποιον λόγο εννοώ... γιατί θα τα πάρω πολύ άγρια» του δήλωσα και ένα αχνό χαμόγελο έκανε την εμφάνιση του στο πρόσωπο του αλλά εκείνος πρόλαβε να το κρύψει με μεγάλη μαεστρία νομίζοντας ότι εγώ δεν πρόλαβα να το δω και συνέχισε με τον ίδιο αδιάφορο τόνο να με πιέζει για να του πω τα σχέδια μας.
«Μην ανησυχείς... δεν είναι τόσο χαζή... ξέρει ότι δεν θέλεις να γιορτάζεις τα γενέθλια σου, ειδικά μετά…» Ε, αυτό ήταν!... Ήταν βαλτός να βάλει φιτιλιές για να πονηρέψει την Ελίζα και να αρχίσει τις ερωτήσεις.
Με μια άγρια ματιά του έκοψα την φράση στη μέση και τον προειδοποίησα με το βλέμμα μου να το κόψει... αλλά ήταν ήδη αργά, η Ελίζα δεν είναι χαζή και αμέσως μπήκε στο παιχνίδι κοιτώντας με ερωτηματικά στα μάτια αλλά δεν τόλμησε να ρωτήσει κάτι... τουλάχιστον όχι ακόμα... Γιατί ο Τάηλερ με δυσκολεύει έτσι?... ξέρει πολύ καλά πόσο δύσκολη είναι αυτή η μέρα για μένα... είναι ανάγκη να με στρεσάρει περισσότερο?
«Τάηλερ» προειδοποίησα εκνευρισμένος και του έκλεισα το ενδιάμεσο παράθυρο.
«Τελικά θα κάνετε τίποτα?» ρώτησε φωναχτά αγνοώντας την κίνηση μου αλλά δεν του έδωσα καμία άλλη απάντηση.
«Ειδικά μετά από τι Έντουαρντ?» ρώτησε τελικά η Ελίζα όλο περιέργεια και αναστέναξα βαριά περνώντας το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου... να ‘σαι καλά Τάηλερ... πέτυχες τον σκοπό σου... ελπίζω τώρα να είσαι χαρούμενος... είπα σαρκαστικά από μέσα μου και γύρισα την ματιά μου προς την Ελίζα για να βρω έναν τρόπο να μαζέψω τα ασυμμάζευτα.
«Ειδικά μετά τον θάνατο του πατέρα μου» της είπα τη μισή αλήθεια αλλά δεν φάνηκε να πείθεται και πολύ.
«Δεν καταλαβαίνω…» ξεκίνησε να λέει αλλά δεν την άφησα να συνεχίσει.
«Ελίζα μου, αυτά ανήκουν στο παρελθόν... δε θέλω να επηρεάζουν το μέλλον μας... απλά δεν μου αρέσει να γιορτάζω τα γενέθλια μου... τόσο περίεργο είναι αυτό?... ούτε ο πρώτος είμαι ούτε ο τελευταίος» ξέσπασα αλλά εκείνη δεν πτοήθηκε και συνέχισε την κουβέντα για το θέμα των γενεθλίων μου.
«Μα Έντουαρντ…»
«Έλίζα, σε παρακαλώ κόφτω εδώ, εντάξει?» της είπα εκνευρισμένος και διώχνοντας την από την αγκαλιά μου, γύρισα τη ματιά μου προς το παράθυρο και σταύρωσα τα χέρια μου στο στήθος προσπαθώντας να την αγνοήσω.
«Συγνώμη, δεν ήθελα» είπε διστακτικά .
Ακούγοντας την παρακλητική φωνή της, αμέσως το μετάνιωσα και γύρισα προς το μέρος της απολογητικά.
«Όχι καρδιά μου, εμένα πρέπει να συγχωρέσεις» είπα μέσα από τον αναστεναγμό μου και την ξαναπήρα στην αγκαλιά μου δίνοντας της ένα τρυφερό φιλί στο κρόταφο.
«Αλλά αυτή η μέρα... πώς να το πω... δεν είναι και η καλύτερη της ζωής μου... από τη μια τα γενέθλια μου... από την άλλη ο ετήσιος φιλανθρωπικός χορός που ο θείος μου μετέθεσε την ημερομηνία λες και το έκανε επίτηδες τα τελευταία τρία χρόνια... ξέρεις πόσο με επηρεάζουν όλα αυτά... Με καταλαβαίνεις?»
«Δεν μπορώ να το καταλάβω απόλυτα Έντουαρντ... αλλά και με όσα γνωρίζω μέσα από αυτά που μου έχεις πει... κατανοώ ότι σίγουρα δεν είναι και η καλύτερη μέρα για σένα... μπορώ να κάνω κάτι για να την κάνω καλύτερη?»
Γέλασα για μία στιγμή αλλά αμέσως κατέπνιξα την αυτόματη απάντηση που σίγουρα δεν θα της άρεσε και πολύ και την ανάγκασα να με κοιτάξει.
«Μόνο να μου χαμογελάς... αυτό με κάνει τόσο ευτυχισμένο». Αμέσως όλο της το πρόσωπο φωτίστηκε και μου χάρισε ένα τρυφερό φιλί για να με ηρεμήσει.
Μόνο αυτό ήθελα... αυτό είχα τόσο ανάγκη... ένα χαμόγελο... ένα τρυφερό φιλί από τα χείλια της και όλος μου ο κόσμος και πάλι μου χαμογελούσε... αλλά όχι σήμερα... όχι αυτήν την ημέρα. Προσπάθησα να της κρύψω τη βασανισμένη έκφραση που σίγουρα υπήρχε στο πρόσωπό μου.
Σαν σήμερα θυμάμαι εκείνη την ημέρα που είχε στιγματίσει για πάντα τις ζωές μας πριν ακριβώς τρία χρόνια... όλα είχαν γίνει τόσο γρήγορα... ένα τηλεφώνημα... ένα γαμημένο τηλεφώνημα από τον καταραμένο τον Τσάρλι... και όλα κατέρρευσαν... όλα έγιναν στάχτη στον άνεμο... όλα τελείωσαν για πάντα.
Είχαν περάσει 7 μήνες από το βράδυ που μου είχε διηγηθεί όλη την ιστορία της και κάθε μέρα που πέρναγε νιώθαμε όλο και πιο ευτυχισμένοι... κάθε μέρα γέμιζε η ζωή μας με ευτυχία... μια ευτυχία που γαλήνευε κάθε κύτταρο του κορμιού μας.
Ο έρωτας με την Μπέλα... ήταν μια εμπειρία πέρα από κάθε φαντασία... κάθε μέρα το πάθος μας δυνάμωνε περισσότερο και αν είναι δυνατόν κάθε μέρα που περνούσε την αγαπούσα όλο και πιο πολύ.
Σαν σήμερα εκείνην την ημέρα είχε να κάνει εξωτερικές δουλειές και δεν είχε έρθει μαζί μου στο γραφείο... και αυτή η απαίσια κίνηση που είχε ο δρόμος του γυρισμού μας στο σπίτι έκανε τα νεύρα μου κρόσσια.
Ήθελα τόσο πολύ να σβήσω την απόσταση και να βρεθώ ξανά κοντά της... να την σφίξω στην αγκαλιά μου, να γευτώ τα υγρά και αισθησιακά της χείλη... να ξυπνήσουν το πάθος μου έτσι όπως καμία άλλη δεν μπόρεσε ποτέ να το ξυπνήσει... ήταν η ζωή μου... η ανάσα μου... η καρδιά μου... ζούσα για εκείνην... μόνο εκείνη με κρατούσε σε αυτήν την ζωή... μια ζωή γεμάτη από αγάπη... έρωτα και ευτυχία.
«Τάηλερ... δεν μπορείς να βρεις κάποιον άλλον δρόμο να ξεφύγουμε από αυτήν την απαίσια κίνηση?» τον είχα ρωτήσει παρακλητικά και εκείνος αμέσως μου χαμογέλασε και άρχισε το δούλεμα ως συνήθως.
«Τόσο ανυπόμονος?... συνήθως σου αρέσει που αυτός ο δρόμος έχει κίνηση» με είχε τσιγκλήσει και εγώ είχα γελάσει από αντίδραση.
«Είμαι μόνος σήμερα... το ξέχασες?» του είχα ανταποδώσει το πείραγμα του και γέλασε και εκείνος.
«Θα κάνω ό, τι μπορώ» είχε υποσχεθεί και εγώ είχα βολευτεί αναπαυτικά στην πλάτη του καθίσματος αφήνοντας την ματιά μου να περιπλανηθεί στον έξω κόσμο... αλλά το μόνο που μπορούσα να δω ήταν μόνο την δική της ματιά να κάνει αντανάκλαση στο παράθυρο του αυτοκινήτου.
Είχα αναστενάξει και ο Τάηλερ κουνούσε το κεφάλι του απηυδισμένος... με μια έκφραση στο πρόσωπο «και εμείς αγαπήσαμε αλλά δεν κάναμε έτσι» και αυτό ήταν η σταγόνα που είχε ξεχειλίσει για μένα... δεν το άντεχα άλλο αυτό του το πείραγμα και κλείνοντας το ενδιάμεσο τζάμι, άφησα τότε το μυαλό μου ελεύθερο να περιπλανηθεί μέσα στα όνειρα μου... τα αληθινά μου όνειρα.
Εντάξει το παραδέχομαι... ήμουν άνευ όρων, αμετάκλητα ερωτευμένος και εθισμένος... με το πιο σπάνιο και το πιο υπέροχο πλάσμα που έχει δημιουργηθεί ποτέ σε αυτή την πλάση μόνο για μένα... τόσο κακό ήταν αυτό???... γιατί έπρεπε η μοίρα μας για άλλη μια φορά να μας πονέσει έτσι?... γιατί έπρεπε να καταστραφεί τόσο άδοξα το μόνο αληθινό κομμάτι της ζωής μου?... παλέψαμε να φτάσουμε στην κορυφή με τόσο κόπο... φτύσαμε αίμα για να φτάσουμε στην πηγή... και μόλις ήπιαμε νερό ήρθε ο Τσάρλι για άλλη μια φορά να μας δηλητηριάσει... γιατί??... γιατί??... γιατί???
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου