«Έντουαρντ, είσαι καλά μωρό μου?» με ρώτησε με αγωνία η Ελίζα και γύρισα να αντικρίσω τη ματιά της αποπροσανατολισμένος και εκείνη αμέσως σκούπισε τα δάκρυα που είχαν ξεχειλίσει από τα μάτια μου χωρίς να το καταλάβω. Τι καλή που ήταν μαζί μου…
«Τι σου συμβαίνει αγάπη μου?» ρώτησε πιο ήρεμα με την τρυφερή της φωνή και την έσφιξα στην αγκαλιά μου.
«Δεν είναι τίποτα καρδιά μου... παλιές αναμνήσεις... τώρα είμαι καλά... δε θέλω να ανησυχείς... όλα είναι καλά... ανήκουν στο παρελθόν... σου το ορκίζομαι ότι ποτέ δεν θα τα αφήσω να επηρεάσουν το μέλλον μας» της είπα με έναν αναστεναγμό και εκείνη με έσφιξε κοντά της προσπαθώντας να μου δώσει κουράγιο.
«Όλα θα πάνε καλά» έκανε μια προσπάθεια να με καθησυχάσει αλλά κάτι μέσα μου με έκανε να νιώθω μια αγωνία ότι αυτό δεν είναι αλήθεια... ότι σήμερα κάτι πάλι θα συμβεί και θα μου αλλάξει όλα μου τα δεδομένα... για μια ακόμα φορά θα μου αλλάξει όλη μου την ζωή και αυτός ήταν ο λόγος που η ηρεμία μου είχε χαθεί, αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε όλα μου τα συναισθήματα… αλλά δεν άφησα να το δει η Ελίζα .
Το αυτοκίνητο σταμάτησε και με όση ψυχραιμία μου είχε απομείνει πήρα μια βαθιά ανάσα και τη φίλησα λες και ήταν το τελευταίο φιλί που μοιραζόμασταν... ένιωθα πράγματα για εκείνην αλλά δεν μπορούσα να την αγαπήσω... και όλο αυτό με διέλυε... όμως ήμουν κάθετος σε αυτό... δεν θα αφήσω κανέναν και τίποτα να μπει ανάμεσα μας... αυτή η γυναίκα θα είναι το λιμάνι μου... αυτή η γυναίκα θα είναι από εδώ και πέρα όλη μου η ζωή... και κανείς και τίποτα δεν θα με κάνει να αλλάξω γνώμη.
Βγήκαμε από το αυτοκίνητο και προχωρήσαμε στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα για να συναντήσουμε τους δικούς μου... μόλις μας είδαν μας υποδέχτηκαν εγκάρδια και μας καλωσόρισαν με όλη τους την αγάπη δίνοντας μας συγχαρητήρια για τα χαρμόσυνα νέα που μοιραστήκαμε μαζί τους.
«Τι έγινε μεγάλε... το κατάφερες το κορίτσι?» με πείραξε ο Έμετ και με σκούντησε με νόημα στο ώμο χαμογελώντας πλατιά για το αστείο που μόλις είχε πει.
«Μάλλον το αντίθετο θα έλεγα» του είπα και χαμογέλασα προς την μεριά της Ελίζας που εκείνη τη στιγμή μίλαγε με την Έσμε και δεν άκουγε την συνομιλία μου με τον Έμετ... Από την άλλη , η Άλις δεν έχανε ευκαιρία να δείχνει τον εκνευρισμό της αλλά δεν έδινα δεκάρα για εκείνη... η φίλη της το επέλεξε αυτό... τώρα ας υποστεί τις συνέπειες των πράξεων της.
«Δηλαδή αυτό σημαίνει ότι την ξεπέρασες?» συνέχισε ο Έμετ να με πιέζει και τον κοίταξα αυστηρά στα μάτια.
«Αρκετά Έμετ... η Μπέλα δεν υπάρχει πια... για την ακρίβεια όπως είπε και η ίδια δεν υπήρξε ποτέ».
«Και αυτό το ξέρει η Ελίζα?» ρώτησε.
«Δεν είναι δικό σου θέμα αυτό... και καλά θα κάνεις να το βουλώσεις μια για πάντα... έγινα κατανοητός?» του είπα μέσα από τα δόντια μου αλλά εκείνος γέλασε δυνατά από αντίδραση... Αιώνιος Έμετ… Όλα ήταν αστεία γι αυτόν.
«Ωωω... μεγάλε την έχεις άσχημα... δεν ξέρει τίποτα σωστά?... τι περιμένεις για να της το πεις?... ξέρεις ότι αργά η γρήγορα θα αποκαλυφθεί η αλήθεια και τότε θα είναι χειρότερα αν δεν το έχει μάθει από σένα».
«Έμετ…» προειδοποίησα.
«Ξέρω, ξέρω, να κοιτάω τη δουλειά μου... άλλη ατάκα δεν έχεις να μας πεις πια?» ειρωνεύτηκε αλλά εκείνη την ώρα η Ελίζα πέρασε το χέρι της από την μέση μου και διέκοψε κάθε μου αντίδραση.
«Τι γίνεται εδώ?» ρώτησε ήρεμα.
«Τίποτα καρδιά μου... οι συνηθισμένες παπαριές του Έμετ... τον ξέρεις τώρα». Ο Έμετ άρχισε και πάλι να χασκογελάει.
«Έντουαρντ θα σε μαλώσω... τι λόγια είναι αυτά?» είπε με μια δόση χιούμορ αλλά ήξερα πολύ καλά ότι το εννοούσε... γενικότερα της Ελίζας δεν της άρεσαν οι βωμολοχίες και έκανε τα πάντα για να με κάνει να ξεπεράσω τις κακές συνήθειες του παρελθόντος αλλά αυτό ήταν μια αφορμή για τον Έμετ να κάνει το δούλεμα του πιο σκληρό.
«Καλά σου λέει Έντουαρντ... τι λόγια είναι αυτά... πιπέρι στο στόμα» είπε γελώντας και η Ελίζα έσκυψε το κεφάλι της κοκκινίζοντας ολόκληρη από αμηχανία.
«Μην τον ακούς καρδιά μου, πάμε να χορέψουμε γιατί ο άνθρωπος γεννιέται, δεν γίνεται» της είπα τρυφερά χαϊδεύοντας παρηγορητικά τον ώμο της και συναίνεσε με ένα κούνημα του κεφαλιού της χωρίς να πει τίποτα άλλο.
Φτάσαμε στην πίστα και κατευθείαν χώθηκε στην αγκαλιά μου. Πόσο ικανοποιημένη φαινόταν! Με λάτρευε με όλο της το είναι… Πώς μπορούσα εγώ να στεναχωρήσω αυτό το πλάσμα?
«Είσαι καλά?» τη ρώτησα την ώρα που την κράταγα στην αγκαλιά μου χορεύοντας στους ρυθμούς του απαλού μπλουζ που έπαιζε εκείνη τη στιγμή.
«Συγγνώμη, δεν ήθελα να σε φέρω σε δύσκολη θέση πριν».
«Τι είναι αυτά που λες καρδιά μου?... να με φέρεις σε δύσκολη θέση, γιατί?»
«Γι αυτό που είπα... αυτό που είπε ο Έμετ».
«Μην του δίνεις σημασία... και να μην το είχες πει, κάτι άλλο θα έβρισκε να σε πειράξει... δεν τον ξέρεις τώρα?... αιώνιος μαλάκας».
«Έντουαρντ!» γκρίνιαξε μέσα από τα δόντια της και γέλασα δυνατά.
«Ωωω... έλα τώρα Ελίζα... μην τα παίρνεις όλα τόσο σοβαρά» της απάντησα χαμογελώντας.
«Το ξέρεις ότι δεν μου αρέσει να βρίζεις».
«Το ξέρω και σου ζητώ συγνώμη αλλά καμία φορά επιβάλλεται » της είπα και την έσφιξα στην αγκαλιά μου κάνοντας την μια σβούρα γύρω από τον εαυτό μας για να την αποπροσανατολίσω.
Πάνω στην κίνηση μας έπιασα μια γνώριμη φιγούρα να περνάει ανάμεσα στον κόσμο αλλά εκείνη τη στιγμή δεν έδωσα και πολύ σημασία... επικέντρωσα όλο το ενδιαφέρον μου στην Ελίζα και έκανα τα αδύνατα δυνατά να την κάνω για λίγο να ξεχαστεί... ήθελα να είναι ευτυχισμένη... και αυτό ήταν το μόνο που με ένοιαζε.
Όταν κατεβήκαμε από την πίστα και φτάσαμε κοντά στους δικούς μου, υπήρχε μια περίεργη ατμόσφαιρα και όλοι για κάποιο λόγο με κοίταζαν εξονυχιστικά.
«Τι πάθατε και με κοιτάτε έτσι?... είδατε μήπως κανένα φάντασμα?»
Η Άλις κάτι πήγε να πει αλλά ο Τζάσπερ αμέσως την σταμάτησε και πήρε τον λόγο.
«Περνάτε καλά?» μας ρώτησε με ένα ιδιαίτερα ύποπτα ευγενικό ύφος. Η Άλις, χωρίς να χάνει χρόνο, του έδωσε μια αγκωνιά στα πλευρά αλλά ο Τζάζ της κράτησε το χέρι και της χαμογέλασε παιχνιδιάρικα.
«Τι μωρό μου... θες να χορέψουμε και εμείς?... έλα» της είπε και σηκώνοντας την από το χέρι την έκανε μια σβούρα γύρω από τον εαυτό της και την τράβηξε προς την πίστα χωρίς να περιμένει να του απαντήσουμε στην ερώτηση του... Τι περίεργο... μα τι πάθανε όλοι από την μια στιγμή στην άλλην?
«Αγόρι μου περνάτε καλά?» ρώτησε η Έσμε ερχόμενη κοντά μας και μου έτριψε απαλά το μπράτσο.
«Μια χαρά θεία... για άλλη μια χρονιά έχεις κάνει καταπληκτική δουλειά».
«Σε ευχαριστώ πολύ αγόρι μου» είπε και μου έδωσε ένα ζεστό φιλί στο μάγουλο.
«Ελίζα μου εσύ... περνάς καλά?»
«Ναι, σας ευχαριστώ κυρία Έσμε... πραγματικά είναι όλα υπέροχα».
«Ωωω... κόψε τον πληθυντικό καρδιά μου... μια οικογένεια είμαστε πια».
«Καλά λέει η Έσμε, Ελίζα... θέλουμε να μας νιώθεις οικογένειά σου» επενέβη ο Καρλάιλ.
«Το ξέρεις ότι τον Έντουαρντ δεν τον ξεχωρίζουμε από τα άλλα μας παιδιά».
«Το ξέρεις ότι τον Έντουαρντ δεν τον ξεχωρίζουμε από τα άλλα μας παιδιά».
«Το ξέρω και σας είμαι ευγνώμων για όλη την αγάπη που μας δίνεται τόσο απλόχερα» απάντησε ευγενικά η Ελίζα.
Εκείνη τη στιγμή ο εκφωνητής ανακοίνωσε ότι χρειάζεται εθελοντές για τη δημοπρασία που θα ακολουθήσει... και ο Έμετ με σκούντησε με νόημα.
«Πάμε και εμείς?»
«Τι λες βρε Έμετ , τι να πάμε να κάνουμε εμείς?»
«Ωωω... ειδικά εσύ θα έχεις πολλά χτυπήματα... και μην ξεχνάς ότι όλο αυτό γίνεται προς τιμή σου... ένας χορός είναι όλος κι όλος... μπορείς να αποχωριστείς την ντάμα σου για έναν χορό... δεν χάλασε και ο κόσμος».
«Έχει δίκιο ο Έμετ αγάπη μου... πήγαινε... μακάρι να μαζευτούν αρκετά λεφτά για τα κακόμοιρα τα παιδάκια... και αν μπορούμε να βοηθήσουμε με οποιονδήποτε τρόπο γιατί να μην το κάνουμε?»
«Οκ, θα πάω με έναν όρο».
«Όρο? Τι όρο?»
«Δε θα αφήσεις καμία να με διεκδικήσει... ό, τι ποσό και να βάλουν, θέλω να τις χτυπήσεις όλες... και να με κερδίσεις εσύ».
«Μα Έντουαρντ» είπε μέσα από τα δόντια της και κοίταξε γύρω της ντροπιασμένη.
«Σε καλύπτω εγώ... μην αφήσεις καμία να με διεκδικήσει... σύμφωνοι?» της ψιθύρισα στο αφτί και αναστέναξε.
«Εντάξει... αλλά δεν είναι σωστό».
«Σσς... δε θέλω να χορέψω με καμία άλλη».
«Εντάξει... εντάξει θα το κάνω».
«Ό, τι ποσό και να είναι σε καλύπτω εγώ... θέλω να με διεκδικήσεις» τόνισα και τραβήχτηκε για λίγο από πάνω μου.
«Εντάξει είπα... πήγαινε» συνέχισε πιο εκνευρισμένα, τρομερά ντροπιασμένη γι αυτό.
Η Ελίζα κατάγεται από φτωχή οικογένεια και το όλο θέμα με τα χρήματα την φέρνει σε τρομερή αμηχανία... αν και της έχω πει επανειλημμένα ότι, ό, τι είναι δικό μου είναι και δικό της... και πάλι αυτό δεν φτάνει για να την κάνει να νιώσει καλύτερα με όλο αυτό το θέμα... αλλά με τον καιρό θα το συνηθίσει.
Ανέβηκα στην σκηνή κουνώντας το κεφάλι μου... ο Άαρον είχε πάρει θέση και γέλαγε με την ψυχή του βλέποντας με.
«Παλιόφιλε πού είσαι εσύ και σε χάσαμε?» είπε και μου έκανε μια φιλική αγκαλιά.
«Εγώ εδώ τριγυρνάω, εσύ που χάθηκες?»
«Ωωω ξέρεις τώρα, δουλειές... η Βαρόνη με έχει ξετινάξει... τρέχω σαν τον Λούη για να τα προλάβω όλα... ξέρεις τώρα πως είναι όταν θέλει κάτι».
«Θα προτιμούσα να το ξεχάσω» απάντησα ψύχραιμα.
«Α ναι , σωστά... έμαθα και τα χαρμόσυνα... συγχαρητήρια... ελπίζω αυτή τη φορά να είσαι πιο τυχερός».
«Τα χαρμόσυνα?» .Αναρωτιόμουν τι μπορεί να ήξερε ο Άαρων για να μου δίνει συγχαρητήρια.
«Ωωω έλα τώρα... όλη η αίθουσα ξέρει για τον κρυφό σας αρραβώνα με την πιτσιρίκα» είπε δείχνοντας προς το μέρος της Ελίζας και έμεινα για λίγο να τον κοιτάω... πότε πρόλαβε να μαθευτεί?
«Μην κάνεις έτσι... τα καλά νέα διαδίδονται σε χρόνο ντε τε, δεν το ξέρεις τώρα πως πάει?»
«Μμμ... δεν έχεις άδικο... και όπως είπες και εσύ είναι χαρμόσυνα οπότε γιατί να το κρύβω?... σε ευχαριστώ» Ο Άαρον μου χαμογέλασε εγκάρδια και μου έδωσε ένα φιλικό χτύπημα στον ώμο αλλά δεν είπε τίποτα άλλο.
Εκείνη τη στιγμή, από το βάθος της αίθουσας μια φωτιά ενός αναπτήρα μου τράβηξε την προσοχή και μέσα από το μυστήριο σκοτάδι που περιέβαλε την άγνωστη φιγούρα... με έκανε να καρφώσω απάνω της τη ματιά μου χωρίς να γνωρίζω το γιατί.
Ένιωθα σαν να με μαγνήτιζε... ένιωθα να θέλω να την πλησιάσω και το σώμα μου με δική του πρωτοβουλία έκανε την κίνηση να ξεκολλήσει από το σημείο που ήμουν για να πάω κοντά της... Το μυαλό μου είχε νεκρώσει... καμία λογική σκέψη δεν υπήρχε εκεί... το μόνο που ήθελα ήταν να πλησιάσω και να δω από κοντά το πρόσωπο αυτής της άγνωστης γυναίκας που είχε καρφώσει τη ματιά της απάνω μου.
«Πού πας?» με ρώτησε ο Έμετ τραβώντας με προς τα πίσω και επανήλθα στην πραγματικότητα.
«Εεε... πουθενά» είπα νευρικά γυρίζοντας τη ματιά μου προς το μέρος του και πέρασα αμήχανα το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου... Τι στο καλό μου συμβαίνει?... ποια είναι αυτή η γυναίκα που με μαγνητίζει τόσο πολύ?
Αμέσως με τη ματιά μου αναζήτησα τη ματιά της Ελίζας για να νιώσω ασφάλεια... και μόλις την κοίταξα... με την άκρη της ματιάς μου πάλι είδα την κάφτρα του τσιγάρου της άγνωστης γυναίκας να ανάβει περισσότερο... Ξεκόλλα Έντουαρντ... σκέψου την Ελίζα... μόνο αυτή έχει σημασία... κοίταξα για άλλη μια φορά την Έλίζα μου και της χαμογέλασα ζεστά... όλο της το πρόσωπο φωτίστηκε και ένιωσα ξανά όλος ο κόσμος μου να μπαίνει στην θέση του.
Εγώ με τον Άαρον είχαμε μείνει για το τέλος... όσοι είχαν εθελοντικά ανέβει για να δώσουν τον εαυτό τους για έναν χορό είχαν πλέον κατέβει από την σκηνή και τώρα ήταν σειρά μου να με παρουσιάσει ο εκφωνητής για να αρχίσουν να πέφτουν τα χτυπήματα.
Μέχρι στιγμής, όσοι είχαν δημοπρατηθεί κανείς δεν είχαν ξεπεράσει τα 10.000 δολάρια αλλά αυτό που συνέβη με μένα δεν είχε άλλο προηγούμενο... το ποσό είχε ξεπεράσει τις 30.000 δολάρια και ακόμα υπήρχαν χτυπήματα... φυσικά έκανα νόημα στην Ελίζα να μην μασάει... και εκείνη όσο πέρναγε η ώρα έχανε όλο και πιο πολύ την ψυχραιμία της αλλά εγώ πάντα της χαμογελούσα ζεστά και της έδινα το θάρρος να συνεχίσει και εκείνη, μέχρι που μια βαθιά αισθησιακή φωνή από το βάθος ακούστηκε και έμειναν όλοι ακίνητοι και σοκαρισμένοι στο άκουσμα του χτυπήματος που έκανε εκείνη η γυναίκα γεμάτη μυστήριο.
«Ένα εκατομμύριο δολάρια» είπε με σταθερή φωνή και άναψε ένα τσιγάρο.
Αμέσως η αίθουσα για μια στιγμή έμεινε άφωνη... αλλά σύντομα άρχισαν τα σούσουρα να κάνουν την αίθουσα και πάλι να πάρει ζωή.
«ένα εκατομμύριο δολάρια?» ρώταγε ο ένας τον άλλον με μια φωνή χωρίς να πιστεύουν σε αυτό που είχαν μόλις ακούσει. Όλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν από ποιον είχε γίνει αυτή η απίστευτα εξωφρενική προσφορά.
«Ένα εκατομμύριο δολάρια ?»ρώτησε και ο εκφωνητής για να το επιβεβαιώσει και η ίδια φωνή ακούστηκε πιο καθαρά αυτή τη φορά χωρίς όμως να αποχωρίζεται την ασφάλεια του σκοταδιού.
«Ένα εκατομμύριο δολάρια» επιβεβαίωσε με τη μυστηριακή της φωνή.
«Υπάρχει κάποιος άλλος που θα ήθελε να χτυπήσει αυτήν την προσφορά?» ρώτησε ο εκφωνητής και η Ελίζα κοίταξε εμένα και εγώ εκείνην... για κάποιο λόγο δεν ήθελα με τίποτα να με διεκδικήσει αυτή η γυναίκα και ας ήξερα ότι ήταν μόνο για έναν απλό χορό... της έκανα νόημα να χτυπήσει ξανά.
«Ένα εκατομμύριο δέκα χιλιάδες δολάρια» χτύπησε η Ελίζα και όλοι αναφώνησαν.
«Δύο εκατομμύρια» χτύπησε πάλι η άγνωστη γυναίκα χωρίς να δίνει χρόνο στον εκφωνητή να το επαναλάβει.
«Δύο εκατομμύρια δέκα χιλιάδες» ξαναχτύπησε και πάλι η Ελίζα τρομερά εκνευρισμένη και αυτή από την επιμονή της της άγνωστης.
«Πέντε εκατομμύρια» χτύπησε εκείνη ενώ φαινόταν να το διασκεδάζει και η Ελίζα έγινε πιο έξαλλη και ξανά χτύπησε χωρίς να το προλάβει να το συνειδητοποιήσει με περισσότερο πείσμα.
«Έξι εκατομμύρια» ανταπάντησε η Ελίζα μου την προσφορά της άγνωστης γυναίκας και εκείνη έσβησε επιδεκτικά το τσιγάρο της και πριν μιλήσει και πάλι ο εκφωνητής ξαναπήρε τον λόγο.
«Εκατό... εκατομμύρια... δολάρια» είπε σοβαρά και περίμενε την αντίδραση της Ελίζας η οποία έμεινε σοκαρισμένη να κοιτάει προς το μέρος της.
«Ώ, ρε πούστη μου, η Βαρόνη τα έχει πάρει πολύ άγρια... καλή τύχη φίλε μου» πετάχτηκε από δίπλα μου ο Άαρον και γύρισα σοκαρισμένος και τον κοίταξα με ανοιχτό το στόμα. Τι έλεγε?
«Τι?... μη μου πεις ότι δεν το κατάλαβες ότι είναι εκείνη... λυπάμαι που θα το ακούσεις από μένα... αλλά για να κάνει τέτοια προσφορά δεν είναι καλά τα πράγματα» είπε και μου έδωσε ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη και εκείνη την στιγμή άκουσα τον εκφωνητή να λέει.
«Εκατό εκατομμύρια δολάρια... τρία... ο Κύριος Κάλεν αγοράστηκε από την κυρία» είπε και περίμενε την ανταπόκριση της Μπέλας.
Εκείνη σηκώθηκε με μια ρευστή κίνηση από το σκαμπό του μπαρ και βγαίνοντας από τη σκιά όπου ήταν όλη αυτή την ώρα αποκάλυψε το πρόσωπο της.
«Ρόουζ... Ρόουζ Κορένια» είπε και όλοι μείναμε με ανοιχτό το στόμα από το θέαμα που αντικρίσαμε μπροστά μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου